Παρασκευή 3 Μαΐου 2019

Απαρχές και μεταμορφώσεις τού περί Θεού ερωτήματος στην σκέψη του Martin Heidegger (ιβ)

Συνέχεια από: Τρίτη 30 Απριλίου 2019

Απαρχές και μεταμορφώσεις τού περί Θεού ερωτήματος στην σκέψη του Martin Heidegger 
Του Friedrich-Wilhelm von Herrmann

3. «Ο τελευταίος Θεός» ως ο «εντελώς άλλος εναντίον όσων υπήρξαν, ακόμα και εναντίον τού χριστιανικού» Θεού. Ereignis και ο «τελευταίος Θεός»

Μεταξύ του Ereignis και του «τελευταίου Θεού» επικρατεί κάτι σαν «προτεραιότητα» του Ereignis ως προς τον «τελευταίο Θεό». Η απόφαση για την εμφάνιση του «τελευταίου Θεού» δεν προέρχεται από αυτόν, αλλά από το Ereignis. Το Ereignis, που λαμβάνει χώρα ως προς-ρίψη και ως κληροδότηση και αφιέρωση, λειτουργεί ως μοίρα(σμα), χάρισμα (Schicken): «του κάθε φορά ιστορικού τρόπου δημιουργίας του ξέφωτου, της κληροδότησης του εμφανιζόμενου «τελευταίου Θεού» στον άνθρωπο και της αφιέρωσης του ανθρώπου στον «τελευταίο Θεό». Το Ereignis επιδεικνύεται με τόν τρόπο αυτό ως αυτό που μοιράζει-χαρίζει όλους τους τρόπους μοιράσματος-χαρίσματος, ως συνάθροιση αυτού του πολυσχιδούς μοιράσματος, ως Ge-schick (πεπρωμένο). Ο «τελευταίος Θεός» είναι υποταγμένος στο Ereignis το οποίο λειτουργεί ως πεπρωμένο. Στο σημείο αυτό ο Heidegger συνεχίζει την πρώιμη ελληνική σκέψη τού Παρμενίδη, που στο απόσπασμα VIII, 37 f. μιλά για την Μοίρα ως μοίρασμα, η οποία διαμοιράζει και χαρίζει αναλόγως. Αυτή την πρώιμη ελληνική σκέψη από την πρώτη αρχή παραλαμβάνει ο Heidegger για την δική του σκέψη μιας άλλης αρχής: το Ereignis ως πεπρωμένο μοιράζει εκτός από τους τρόπους δημιουργίας τού ξέφωτου και την εμφάνιση ή μη τού «τελευταίου Θεού».[ Γιά τό ίδιο πράγμα κάνει λόγο καί ο Γιούνγκ] Εντελώς διαφορετικά είναι τα πράγματα με τον Θεό της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, ο οποίος είναι η πληρότητα τού Είναι, από την οποία λαμβάνει χώρα η δημιουργία.
Προς το τέλος του δεύτερου μέρους είχαμε πει: η παρουσίαση που κάναμε και το αντικείμενο τής έρευνάς μας, μας δίνουν το δικαίωμα, να συνεχίσουμε το πρώιμο πρόγραμμα τού Heidegger, μιας φαινομενολογίας τής χριστιανικής θρησκείας στο έδαφος τής ερμηνευτικής φαινομενολογίας τής πραγματικής ζωής και Dasein. Ακόμα και από την επέκταση και διαφοροποίηση τής ερμηνευτικής φαινομενολογίας τής πραγματικής ζωής στις παραδόσεις εκείνες τού Heidegger, όπου είχε απορρίψει το περί Θεού ερώτημα για την συνέχεια τής πορείας του, και τώρα πια τόνιζε το α-θεϊστικό χαρακτηριστικό τής φιλοσοφίας, μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα, πως τίποτα δεν απαγορεύει την παραμονή στο χριστιανικό περί Θεού ερώτημα. Η επέκταση και η διαφοροποίηση πάει αποκλειστικά μέχρι το Είναι και Χρόνος. Το θεμελιώδες φαινόμενο, που στο Είναι και Χρόνος γίνεται το κεντρικό σημείο της αναλυτικής του Dasein, είναι η κατάσταση σύνδεσης (Erschlossenheit), οι διαστάσεις της οποίας είναι η αυτόνομη-εκστατική και η οριζόντια. Αλλά και η σύνδεση αυτή, που ήδη από το Είναι και Χρόνος είναι η αλήθεια του Είναι στην πληρότητα, δεν απαγορεύει την εγκαθίδρυση του χριστιανικού περί Θεού ερωτήματος στο έδαφος της ερμηνευτικής του Dasein. Το ότι ο χριστιανικός τρόπος ύπαρξης ανήκει στην ολότητα εκείνου, που η αναλυτική του Dasein βάσει της υπαρξιακής οντολογίας ανέδειξε, ο Heidegger το παρουσίασε στο κείμενο Φαινομενολογία και Θεολογία: η υπαρξιακή οντολογία του Dasein ως οντολογική συν-κατεύθυνση για την θεματοποίηση της χριστιανικής ύπαρξης. Με τον τρόπο αυτό μας δίνεται το δικαίωμα να περάσουμε το νήμα του χριστιανικού περί Θεού ερωτήματος και δια μέσου του Είναι και Χρόνος, χωρίς να κατηγορηθούμε πως φτιάξαμε ένα «ξύλινο σίδερο».
Τι γίνεται όμως με το τρίτο τμήμα της πορείας τού Heidegger στην ιστορία τού Είναι, με την σκέψη δηλαδή τής ιστορικότητας τής αλήθειας τού Είναι ως Ereignis; Στο τμήμα αυτό τής πορείας, στην σκέψη του Ereignis , ανήκει ως ουσιαστικό συστατικό η σκέψη περί του «τελευταίου Θεού», ο οποίος βρίσκεται σε μια εξωτερική αντίθεση προς τον χριστιανικό Θεό. Μπορεί το χριστιανικό περί Θεού ερώτημα να τεθεί και εντός του στοχασμού βάσει του Ereignis; Υπάρχει εδώ η δυνατότητα, να περάσει το νήμα τού περί Θεού ερωτήματος από το Είναι και Χρόνος στον στοχασμό βάσει τού Ereignis; Εναντίον αυτής τής δυνατότητας τίθεται ο «τελευταίος Θεός»,  και η «προτεραιότητα» τού Ereignis ως πεπρωμένου ως προς τον Θεό που εμφανίζεται μέσα στο Ereignis. Σε ποιο δρόμο απέκτησε ο Heidegger την διαπίστωση περί του «τελευταίου Θεού» και της «προτεραιότητας»; Για τον συγγραφέα του παρόντος κειμένου, ήταν ανέκαθεν αποφασιστικής σημασίας να καταδείξει, πως με την υπερβατική-οριζόντια αρχή τού Είναι και Χρόνος, μεταβλήθηκε και η ερμηνευτική φαινομενολογία σε σκέψη βάσει τής ιστορίας του Είναι, με τρόπο ώστε και αυτό το είδος σκέψης να λειτουργεί ερμηνευτικά-φαινομενολογικά. Και έτσι μπορεί να δειχθεί πως στις Συμβολές η σκέψη που βασίζεται στην ιστορία του Είναι, τουλάχιστο στα τέσσερα πρώτα συνταιριάσματα (…., Πάσα, Άλμα, Εγκαθίδρυση), είναι κατανοητή ερμηνευτικά-φαινομενολογικά. Υπάρχουν όμως μερικά σημεία όπου η ερμηνευτική-φαινομενολογική σκέψη μεταβαίνει, πηδάει κάτω, από αυτό που μπορεί να καταδειχθεί δια τής φαινομενολογίας, σε μια «περιοχή» που δεν μπορεί, και για τον λόγο αυτό μόνο ως διεκπεραίωση τού άλματος μπορεί να τεθεί στην οπτική τής σκέψης. Αντιθέτως, στα συνταιριάσματα «Μελλοντικό» και «Τελευταίος Θεός» γίνονται οι εξής σκέψεις: ο «τελευταίος Θεός» και η «προτεραιότητα» τού Ereignis υπερβαίνουν το ερμηνευτικό-φαινομενολογικό χαρακτηριστικό τής σκέψης. Η «προτεραιότητα» τού Ereignis και ο «τελευταίος Θεός» δεν μπορούν να φανερωθούν ερμηνευτικά-φαινομενολογικά, με τρόπο που μπορεί να φανερωθεί, η εγκατάλειψη τού Είναι τού Υπαρκτού, εν «συμφωνία» τής αλήθειας τού Είναι, και όπως το παιχνίδι (η πάσα) που κάνει αυτή η αλήθεια του Είναι της άλλης αρχής στην σκέψη τής Ύπαρξης της πρώτης αρχής, ή όπως το συλλογιζόμενο «άλμα» στην αλήθεια του Είναι και την δική της συνάφεια του Ereignis, όπως η συλλογιζόμενη ίδρυση ως εγκαθίδρυση τού προς-ριγμένου τρόπου τού ξέφωτου τού Είναι ως το ιστορικό Da τού Dasein. Για να μεταβεί λοιπόν από εδώ στα δυο συνταιριάσματα του μελλοντικού (χαρακτήρα) του «τελευταίου Θεού» και της «προτεραιότητας» του Ereignis ως του πεπρωμένου που προηγείται του «τελευταίου Θεού», πρέπει η σκέψη που βασίζεται στην ιστορία του Είναι να αποσκιρτήσει από την ερμηνευτική-φαινομενολογική φανέρωση, σε μια «περιοχή», που μπορεί μεν να κατανοηθεί δια τής σκέψης, δεν μπορεί όμως να φανερωθεί πια τόσο δια της σκέψης, ώστε να μπορεί να προκύψει από αυτή η διαπίστωση: στο Ereignis ανήκει ο «τελευταίος Θεός» και κανένας άλλος, και το Ereignis έχει ως πεπρωμένο μια «προτεραιότητα» ως προς τον «τελευταίο Θεό».

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου