Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

Η ώρα του κόσμου 13

Συνέχεια από: Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Η ώρα του κόσμου 
Του Frank Schirrmacher
Αυτό είναι το βέλος του δασκάλου
Το κράτος τού ποιητή Stefan George, η προδοσία και ο αισθητικός φονταμενταλισμός 1

Πολλοί από αυτούς που συνάντησαν τον Stefan George, φοβήθηκαν. Ο Ernst Bertram, τον οποίο είχαν κάποτε συστήσει στον George σε κάποιο σαλόνι στο Μόναχο, πίστευε πως είχε μπροστά του ένα βρικόλακα. «Ήρθε να σκοτώσει, χωρίς να αγγίξει», έγραψε με σαφή σημάδια πανικού στον Hugo von Hofmannsthal, μετά την πρώτη του συνάντηση. Η Ida Coblenz, η μόνη γυναίκα για την οποία ενδιαφέρθηκε ο George, μίλησε για μια φρίκη την οποία τής ξυπνούσε διαρκώς αυτός ο άνδρας. Ακόμα και μετά από χρόνια γνωριμίας, η διατεθειμένη να τον τιμήσει Sabine Lepsius, είχε κατά την διάρκεια ενός περιπάτου καταβληθεί από «την ξαφνική, θα έλεγα σχεδόν κακή επίδραση» του ποιητή, ώστε απομάκρυνε το παιδί της για να το προστατέψει. Η επίδραση αυτή ήταν χωρίς αμφιβολία ηθελημένη, και αποτέλεσμα μιάς μακροχρόνιας διαδικασίας δημιουργίας ενός συγκεκριμένου στιλ. Ένας συμμαθητής του, όταν ο George είχε γίνει όλο και πιο απλησίαστος, και το γεγονός αυτό είχε καταστεί πια ένα δημόσιο θέμα, περιέγραψε το πώς εμφανιζόταν ο 16-χρονος, το 1885, στην μικρή κοινωνία τού σχολείου: «Τα γκρίζα, απροσδιόριστα μάτια, που δεν τιμούσαν κανένα με ένα έστω βλέμμα, κοίταζαν προς τα έξω από το παράθυρο-μάς απέρριπτε έτσι όλους ανεξαιρέτως».
Ο Stefan George, γεννημένος το 1868 στο Büdesheim, κοντά στο Bingen, γιος ενός έμπορου κρασιών, είναι η πιο αινιγματική μορφή τής γερμανικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Τα ποιήματα του έγιναν αυτό, που σύμφωνα με τον Nietzsche ήταν η μουσική τού Richard Wagner, «ο πρώτος γύρος τού κόσμου με ιστιοφόρο, στο βασίλειο τής τέχνης. Κατά το ταξίδι αυτό δεν ανακαλύφθηκε απλώς μια νέα τέχνη, αλλά η ίδια η τέχνη». Η μεγάλη αυτή εξερευνητική αποστολή ξεχάστηκε σήμερα, μαζί με τα ποιήματα τού George, βυθίστηκε στα βάθη τής λήθης. Σχεδόν κανείς δεν τον διαβάζει, σχεδόν κανείς δεν γνωρίζει τα ποιήματά του. Ο Theodor Adorno, που στα νιάτα του μελοποίησε αρκετούς στίχους τού ποιητή, θέλησε στις αρχές του ’50 να σώσει ακόμα ένα μέρος τής κληρονομιάς τού George. Η προσπάθεια τού Adorno απέτυχε, όπως και η προσπάθεια όλων εκείνων  τών συνομηλίκων του, που γεννήθηκαν γύρω στο 1900, η νεότητα και τα φοιτητικά χρόνια τών οποίων έλαβαν χώρα κάτω από την κρυφή αλλά πανίσχυρη επίδραση τού ποιητή. Ο οποίος, σήμερα σχεδόν ξεχασμένος, άσκησε κατά τα πρώτα 30 χρόνια του 20ου αιώνα μια μοναδική εξουσία, και δημιούργησε σύμφωνα με τον Walter Benjamin, μια πνευματική αντίθετη δύναμη, η οποία σφράγισε ολόκληρες σχολές και πανεπιστήμια, επιστήμονες, δημόσιους υπαλλήλους, εκπροσώπους και απλά μέλη του στρατού και αργότερα τής Wehrmacht (στρατός τού 3ου Ράιχ), αλλά και πολιτικούς. Επέδρασε κυρίως δια της ριζικής αποδοκιμασίας που επεδείκνυε προς τον κόσμο, και προσέδωσε γλώσσα σε εκείνες τις δυνάμεις, που έβλεπαν στο διαθέσιμο μια προσβολή του υπήρξαντος, και στο υπήρξαν μια οδηγία για το δυνατό. Ο κύκλος τών απλών, ευφυών και περιστατικά ιδιοφυών ανδρών, που μάζευε γύρω του, επέδρασε στην λογοτεχνία, επιστήμη, πολιτική και στο τέλος, σε μια τελευταία απελπισμένη κίνηση, στην γερμανική ιστορία. Ο George ανήκε σε εκείνο τον τύπο, που την εποχή εκείνη εμφανίστηκε σχεδόν παντού στην Ευρώπη, και παρουσίαζε μια φύση δράστη, την οποία η τέχνη είχε οδηγήσει αλλού και εν τέλει ανακόψει. Η ηθική συνδετική δύναμη τής τέχνης δεν κατάφερε να συγκρατήσει τούς περιπλανώμενους και αστικά αποπροσανατολισμένους τής επόμενης γενιάς. Οι παραστρατημένοι, φιλόδοξοι, αλλά και συντετριμμένοι λόγω έλλειψης αναγνώρισης τών μέτριων χαρισμάτων τους, κάτω από τις εντυπώσεις τού πολέμου σαν να βυθίζονται στο έδαφος, το οποίο είχε ετοιμάσει η τέχνη των παλαιότερων, μεταφέρουν στην επαναστατική πολιτική, την παραστρατημένη ενέργεια τής φύσης του καλλιτέχνη, η οποία έχει ως στόχο το μεγάλο και το μέγιστο. Ο Hitler είναι ένα τέτοιο παράδειγμα, με τις πιο χτυπητές συνέπειες. Αλλά και ο Joseph Goebbels, ως φοιτητής στην Χαϊδελβέργη, αποζητούσε απεγνωσμένα, αν όχι την είσοδο στον κύκλο τού George, πάντως την αναγνώριση από πλευράς τού σημαντικότερου εκπροσώπου του, του Friedrich Gundolf. Ο George βρίσκεται ακριβώς στο μεταίχμιο αυτών τών γενεών, και θα μείνει για πάντα ασαφές, ποια στάση πήρε απέναντι στον εθνικοσοσιαλισμό (τις τιμές του οποίου αρνήθηκε) αν δεν είχε πεθάνει τον Δεκέμβριο του 1933. Ο ίδιος είχε κάποτε πει, πως αν κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν νεότερος, θα είχε ίσως αλλάξει τον κόσμο. Σε κάποιο άλλο σημείο είπε με ειρωνεία, πως θα μπορούσε να είχε γίνει και καγκελάριος. Ανάμεσα στους ομοϊδεάτες τής γενιάς του, στους οποίους ανήκαν οι Klages, Schuler, Derleth, που κατοικούσαν στο Schwabing με καισαρικές και τρομοκρατικές φαντασιώσεις, ο George δεν ήταν μόνο ο σημαντικότερος, αλλά σύμφωνα με τον Rudolf Borchardt, και ο πιο επικίνδυνος.
Ο George ήταν ένας από τους μεγάλους στο βασίλειο τής τέχνης, που οδήγησαν την τέχνη στα άκρα, και για τον οποίο το βασίλειο τής τέχνης είχε την ίδια σημασία με την κοινωνία. Προσέδωσε στην γερμανική λογοτεχνία, για πρώτη φορά στην ιστορία της, ένα αδιάλλακτο είτε-είτε, που πληρώθηκε με υπαρξιακές θυσίες, και ορισμένες φορές και με την ζωή. Από το 30ο έτος τής ηλικίας του ήταν πεπεισμένος, πως ο κόσμος βρίσκεται στα πρόθυρα ενός μεγάλου, σχισματικού αιώνα. Ο ίδιος, με μια σχεδόν βαρβαρική πράξη ιστορικής αναστροφής, εξασκούσε ένα σχίσμα τής πίστης εντός τής λογοτεχνίας, είχε δημιουργήσει ένα κράτος-αντίποδα. Ταυτόχρονα όμως, πράγμα που δεν παρατήρησε μόνο ο Bertolt Brecht, κατείχε τούς κανόνες λειτουργίας τής μοντέρνας αγοράς. Ο Stefan George, με τα όποια ψυχοκοινωνικά κίνητρα τον ωθούσαν, βίωσε μέχρι τέλους τήν άμυνα και απομόνωσή του, και στους ανθρώπους άφησε την εντύπωση, πως τους απέρριπτε ολοκληρωτικά.
Ο νεαρός George, ως μαθητής στο Παρίσι τού συμβολιστή Mallarme, διέκρινε μόνο μεταξύ όμορφου και άσχημου. Κάποια χρόνια αργότερα, όταν ως λυρικός είχε μαζέψει γύρω του ένα κύκλο ομότιμων φίλων, η ομορφιά και η ασχήμια είχαν καταστεί συνώνυμα για την αγάπη και το μίσος. Η εξουσία του όμως πάνω στούς ανθρώπους ξεκίνησε, όταν όλο αυτό το ανήγαγε στην αρχέγονη διαμάχη μεταξύ φίλου και εχθρού. Η απολυτότητα με την οποία από τούδε και στο εξής διέκρινε μεταξύ καλού και κακού, όμορφου και άσχημου, φίλου και εχθρού, προκάλεσε στην ακολουθία του στιγμές καταπληκτικής ευτυχίας αλλά και τρομερές τραγωδίες. Αηδία, μίσος και βία-αυτά, όπως αποδεικνύουν οι μαρτυρίες, δεν ήταν πια λέξεις όπως στην πρώιμη συλλογή ποιημάτων Algabal, αλλά ψυχικές πραγματικότητες μεγάλης έντασης. Ήταν και ο έρωτας. Τόσο πολύ, που οι άμεσα εμπλεκόμενοι ήταν ακόμα και στην μνήμη τους καταβεβλημένοι από το αδιανόητο τών γεγονότων. Στις λίγες γραπτές μαρτυρίες, όπου αναγνωρίζεται η αμφισημία των γεγονότων, ανήκει μια σημείωση του ernst Glöckner, όπου περιγράφει την δοκιμασία στην οποία τον υπέβαλε ο George: «Μισούσα και αγαπούσα ταυτόχρονα τον άνθρωπο από τα βάθη της ψυχής μου. Έτρεμε και σπαραζόταν όλο μου το κορμί. Ήξερα πως ο άνθρωπος αυτός θα εξασκήσει βία πάνω μου-αλλά δεν ήμουν πια αρκετά δυνατός. Φίλησα το χέρι που μου πρόσφερε και με φωνή που έσβηνε ψιθύρισα: Δάσκαλε, τι πρέπει να κάνω; Με σήκωσε προς το στήθος του, με αγκάλιασε και με φίλησε στο μέτωπο…αισθάνθηκα καλά και γλυκά, και όμως περιφρονούσα τον εαυτό μου την στιγμή εκείνη τόσο, όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή μου. Του ήμουν ευγνώμων και τον μισούσα την ίδια στιγμή. Ήταν τρομακτικό.»
Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου