Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Πρώτα βγαίνει η ψυχή, ύστερα το χούι

Εστω με ερασιτεχνική, του μέσου πολίτη πληροφόρηση, η περιθωριακή επιφυλλίδα θέλει να καταγράψει, σχεδόν με τίτλους, τα προβλήματα που η αντιμετώπισή τους κρίνει τη συνέχεια της κρατικής υπόστασης του Ελληνισμού: Αν θα εξακολουθήσει να υπάρχει ή αν θα διαμελιστεί και μοιραστεί σε γείτονες λαούς και αλλόφυλους μετανάστες το ελληνώνυμο σημερινό κρατίδιο. Αν θα ξαναβρεί συλλογική ταυτότητα και «νόημα» ιστορικής ύπαρξης ή αν θα συντηρείται προσχηματικά, για να εξυπηρετούνται εφήμερες σκοπιμότητες του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ, της Ε.Ε. ή κρυμμένων σε ανώνυμους χρηματοπιστωτικούς κολοσσούς Κροίσων.
Πρώτο, βέβαια, κατεπείγον πρόβλημα, το δημογραφικό. Οι προβλέψεις επικείμενης ραγδαίας κατάρρευσης των σημερινών αναλογιών στη σύνθεση του εγχώριου πληθυσμού είναι συγκεκριμένες και ρεαλιστικά τεκμηριωμένες. Η διεθνής εμπειρία διαθέτει δοκιμασμένες πρακτικές, πολιτικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, ικανές να αναχαιτίσουν το μοιραίο. Ομως ο ολοκληρωτισμός της διεθνοποιημένης ισχύος των «Αγορών» έχει κατορθώσει το απίστευτο: Οι άλλοτε στρατευμένοι τυφλά στα οράματα του ομογενοποιημένου διεθνούς προλεταριάτου, μάχονται σήμερα με πάθος για τα συμφέροντα του διεθνισμού των «Αγορών». Οποιον μιλάει για «δημογραφικό» τον εξουδετερώνουν με τη ρετσινιά του «εθνικιστή», του «ακροδεξιού», του «νεοναζιστή» (βλ. στη χώρα μας τη «Ριζοσπαστική Αριστερά»).
Δεύτερο κατεπείγον πρόβλημα: Είναι των αδυνάτων αδύνατο να επιβιώσει ένα κρατικό σχήμα, όπου τα 6/10 του πληθυσμού συνωστίζονται σε μια πρωτεύουσα εξωφρενικού πολεοδομικού παραλογισμού. Τέτοια εγκλήματα πολιτικής ανευθυνότητας έχουν οπωσδήποτε ημερομηνία λήξεως, εγγύτατη και δυστυχώς αναπόφευκτη.
Τρίτο πρόβλημα: Εχουν ακόμα βραχύτερη προοπτική κοινωνίες, στις οποίες το 15% του συνολικού αριθμού των φορολογουμένων καταβάλλει το 53% του συνολικού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Η αδικία διαλύει κοινωνίες.
Τέταρτο πρόβλημα: Αποκλείεται κατηγορηματικά να επιβιώσει σήμερα μια κοινωνία από την οποία έχει εκλείψει το είδος του δημόσιου λειτουργού και πλεονάζουν πληθωρικά οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο δημόσιος υπάλληλος είναι η παρασιτική απομίμηση του δημόσιου λειτουργού. Δεν ήταν προσωπική του επιλογή να αρνηθεί τον στίβο του ιδιωτικού ανταγωνισμού, προκειμένου να υπηρετήσει κάποιον τομέα των κοινωνικών αναγκών. Στην Ελλάδα του παρακμιακού συγκεντρωτικού κράτους (από τότε που σκόπιμα ξεριζώθηκε ο πανάρχαιος θεσμός των αυτοδιαχειριζόμενων κοινοτήτων), το κίνητρο για την επιλογή της δημοσιοϋπαλληλικής «καριέρας» ήταν, κατά κανόνα, ασφυκτικά ατομοκεντρικό: το ισόβιο και τακτό εισόδημα, οι προνομίες αργιών, η ανεξέλεγκτη προαγωγή, οι ατελείωτες εφευρέσεις επιδομάτων, η αυτονόητη ατιμωρησία (πλην ποινικών) εγκλημάτων.
Πέμπτο κατεπείγον πρόβλημα: Η δεδομένη και πανθομολογούμενη κατάρρευση του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα συστήματος – από το νηπιαγωγείο ώς και τις μεταπτυχιακές σπουδές. Η κατάρρευση ειδικά της Παιδείας σε μια κοινωνία είναι, κατά κανόνα, πρώτη φάση διάλυσης και αποδιοργάνωσης της συλλογικότητας στο σύνολό της.
Το παρανοϊκό μίσος για οτιδήποτε είναι «δημόσιο», η καταστροφική υστερία που αχρηστεύει μεθοδικά τα σήματα της τροχαίας κίνησης, τις πινακίδες ονομασίας των δρόμων, τις προτομές και τα διακοσμητικά γλυπτά σε δημόσιους χώρους, αυτή η ασύδοτη έκρηξη πρωτογονισμού και βαρβαρότητας κυοφορείται, εκτρέφεται και τελικά οχυρώνεται μέσα στα σχολικά και πανεπιστημιακά κτήρια, σπουδαστήρια, γραφεία. Και διαρκεί αυτός ο εφιάλτης στην Ελλάδα σαράντα πέντε (45) χρόνια τώρα. Δεν είναι ευθύνη και αρμοδιότητα της αστυνομίας αυτό το παγιωμένο έγκλημα, είναι αποκύημα του μηδενισμού που συνιστά τη «φιλοσοφία» του «προοδευτικού» εκπαιδευτικού μας συστήματος και την «προοδευτική» λογική («χωρίς αιδώ ή λύπην») του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου.
Εκτο, κρισιμότατο πρόβλημα, η θεσμοποιημένη ατιμωρησία των πρωταιτίων της παρακμιακής αποσύνθεσης και έσχατης ανυποληψίας του Ελληνισμού σήμερα. Δεν υπάρχει, ίσως, σε ολόκληρο τον πλανήτη ευτελέστερο και αναξιοπρεπέστερο νομικό αισχρούργημα από το άρθρο 86 του ελλαδικού Συντάγματος «περί ποινικής ευθύνης υπουργών» και από τους «εκτελεστικούς νόμους» που το συνοδεύουν. Μόνο η πλειοψηφία του κοινοβουλίου μπορεί να παραπέμψει σε ανακριτική διερεύνηση και δικαστική κρίση έγκλημα βουλευτή - υπουργού - πρωθυπουργού, ποτέ ένα πολίτης ή αριθμός πολιτών – είναι απόλυτα σίγουρος ο συνταγματικός νομοθέτης ότι «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει». Ετσι, οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί που βύθισαν τη χώρα στον εξωφρενικό υπερδανεισμό, στην εφιαλτική χρεοκοπία και τελικά στην ανδραποδώδη υποδούλωση στους δανειστές της, αυτούς τους εξολοθρευτές των ελπίδων (συχνά και της ζωής) πολλών, πάμπολλων συνανθρώπων τους, δεν μπορεί κανείς να τους οδηγήσει στη Δικαιοσύνη. Συνεχίζουν να μας εμπαίζουν αδιάντροπα: Αρθρογραφούν, αγορεύουν στη Βουλή, κλαυσαυχενίζονται στις τηλεοπτικές οθόνες – μόνο στον δρόμο δεν τολμούν να εμφανιστούν οι μυσαροί.
Ενδεικτικά, βεβαίως, είναι τα έξι προβλήματα που προδιαγράφουν το ιστορικό τέλος (αν όχι και την τυπική εξαφάνιση) του ελληνώνυμου κρατιδίου. Τα ίδια ή ανάλογα έχουν προβληθεί και αναλυθεί πολλές φορές με δημόσιο λόγο. Χωρίς να προκαλέσουν την παραμικρή αντίδραση.
Οταν η αυτοκτονική υστερία κυριαρχήσει, δεν αναχαιτίζεται ούτε με τη λογική ούτε με το συναίσθημα: η ροπή για την πτώση στο κενό είναι απαρεμπόδιστη – ηδονικός ίλιγγος.
Και η σημερινή κυβέρνηση ενός φιλόδοξου, υποτίθεται, νέου στην ηλικία πολιτικού είναι καταγωγικά κυριαρχημένη από αυτόν τον ίλιγγο. Το βεβαιώνουν η στελέχωση του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Παιδείας, η ασύδοτη καταισχύνη του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου. Για να επαληθεύεται το λαϊκό γνωμικό: «Πρώτα βγαίνει η ψυχή, ύστερα το χούι».

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος4/11/19 3:13 μ.μ.

    Λογικά αυτά που λέει αλλά εδώ και κάποια χρόνια η απλή λογική όχι η αριστοτέλεια η η καρτεσιανή αλλά η απλή λογική έχει αποδημήσει από την χώρα .Ο καθείς ζει στο δικό του έργο . Αν ήταν φίλαθλος ο Γιανναράς θα του πρότεινα απλή επίσκεψη σε όποιο αθλητικό blog θέλει εκεί πού έχει άρθρα για την ξένη μπάλα άρα εκ προοιμίου δεν χωρά οπαδισμος . Αυτά που γράφονται πιστοποιούν ότι ο καθείς αντιλαμβάνεται όποια πραγματικότητα γουστάρει πράγμα που δεν συνέβαινε στα 80s και 90s . Άλλος λέει έλα μωρέ ποιός Μέσι να ουμε και άλλος έλα μωρέ ποιός Ρονάλντο να ουμε . Και μιλάμε για παίκτες που διά γυμνού οφθαλμού είναι ισάξιοι των Πελέ και Μαραντόνα . Ο Έλληνας όπως σκέφτεται στην μπάλα σκέφτεται και στο μεταναστευτικό και εκκλησιαστικό κλπ .Οπαδικα και μικροσυμφεροντολογικα άρα αυτοκτονικα .ΑΜ

    ΑπάντησηΔιαγραφή