Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Essex εἶναι ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας στήν ἐποχή μας, ἀφοῦ ἐκφράζει μέ ἕναν σύγχρονο καί θετικό τρόπο τήν διδασκαλία τῶν ἡσυχαστῶν καί φιλοκαλικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Μετά τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο δέν ἔχουμε ἄλλον Πατέρα πού νά ἐκφράζη ὁ ἴδιος τίς θεοπτικές ἐμπειρίες τοῦ ἀκτίστου Φωτός πού ἀξιώθηκε νά ἔχη. Καί μετά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ εἶναι ἐκεῖνος πού κρίνει τήν σχολαστική νοοτροπία τοῦ συγχρόνου δυτικοῦ ἀνθρώπου.
Μερικοί σημειώνουν κάποιες φράσεις τοῦ Γέροντος Σωφρονίου ἀπό τά ἔργα του πού θυμίζουν τήν σχολαστική θεολογία τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτη καί νομίζουν ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ἀκολουθεῖ τήν δική του παράδοση.
Ὅμως, ἄν διαβάση κανείς προσεκτικά τήν διδασκαλία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, θά διαπιστώση ὅτι ἄν καί σέ μερικά σημεῖα χρησιμοποιῆ μιά δυτική ὁρολογία, ὅμως τό νόημά της εἶναι τελείως διαφορετικό.
Γιά παράδειγμα, ἀναφερόμενος στόν «Θεῖο γνόφο» γράφει: «Τό θεῖο Ὄν, ἀπόλυτα ἐνεργοποιημένο, ἀποκλείει τήν παρουσία σέ Αὐτό μή ἐνεργοποιημένων δυνάμεων καί μέ τήν ἔννοια αὐτή μπορεῖ νά ὁρισθεῖ ὡς καθαρά ἐνέργεια (actus purus)».
Ὅμως, ὁ ἴδιος κάνει ἀμέσως τήν παρατήρηση πού παρατίθεται ὡς ὑποσημείωση: «Παρότι χρησιμοποιοῦνται ἐδῶ οἱ ὅροι τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτη, ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ ἀμέσως νά διακρίνει πῶς ἡ σειρά τῆς σκέψεως καί οἱ ἀντιλήψεις μας διαφέρουν ἀπό ἐκεῖνες, πού συναντοῦμε στήν Θωμιστική θεολογία».
Εἶναι ἐμφανές ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, ὅταν ὁμιλοῦσε γιά τόν θεῖο γνόφο, ἤθελε νά κρίνη τήν φιλοσοφική ἔννοια τοῦ Θεοῦ ὡς γνόφου, ἀφοῦ ὁ Θεός ὁρᾶται ὡς Φῶς, ἤθελε νά ἐλέγξη τήν ἀνατολική βουδιστική ἐμπειρία γιά κάποιο φῶς, τό λεγόμενο «φῶς τῆς ἀπεκδύσεως», πού εἶναι φῶς τῆς διανοίας καί διαβολικό φῶς, καθώς ἐπίσης ἤθελε νά ἀντικρούση τήν ἀγνωστικιστική θεωρία τοῦ γνόφου ὡς θεωρίας πέραν τοῦ φωτός, τήν θεωρία τῆς «σκοτεινῆς νύκτας» τοῦ Ἰωάννου τοῦ Σταυροῦ. Γι’ αὐτό, τό βιβλίο του πού περιγράφει τίς θεοπτικές ἐμπειρίες του τό τιτλοφόρησε μέ τόν λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου «Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι» (Α΄ Ἰω. γ΄, 2). Τό θεῖο Φῶς εἶναι ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό στό θεῖο Φῶς δέν ὑπάρχει κανένα σκοτάδι.
Ἔτσι, ὁ Γέροντας, ὕστερα ἀπό τήν ἐμπειρία πού εἶχε, ἀντέκρουσε τόσο τήν ἀνατολική βουδιστική παράδοση, ὅσο καί τήν δυτική νοοτροπία, ὅπως τήν συνάντησε στόν διάλογό του μέ τόν Δαβίδ-Δημήτριο Μπάλφουρ. Ἄν γίνη μιά διδακτορική διατριβή πάνω στό θέμα αὐτό, θά διαπιστωθῆ ὅτι τά ὅσα ἔγραψε ὁ Γέροντας Σωφρόνιος στήν εἰσαγωγή τοῦ βιβλίου του γιά τόν ἅγιο Σιλουανό εἶναι μιά θετική κριτική στόν ἀνατολικό καί τόν δυτικό μυστικισμό, εἶναι ἕνας διάλογος μέ τόν Μπάλφουρ, πού ὁμοιάζει μέ τόν διάλογο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ μέ τόν Βαρλαάμ.
Πέρα ἀπό μερικές φράσεις πού χρησιμοποιεῖ ὁ Γέροντας γιά νά κρίνη τίς σύγχρονες ἀπόψεις πού συνάντησε, μπορεῖ κανείς νά δῆ ὅλη τήν ὀρθόδοξη θεολογία του στήν διδακτορική διατριβή τοῦ π. Ζαχαρία Ζάχαρου, μέ τίτλο «Ἀναφορά στήν θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου», καθώς ἐπίσης νά δῆ ὅλη τήν ὀρθόδοξη ἡσυχαστική ζωή πού ζοῦσε καί δίδασκε ὁ Γέροντας, στό βιβλίο μου «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ». Μέσα ἀπό τά δύο αὐτά βιβλία θά δῆ κανείς τόν ὀρθόδοξο καί μεγάλο Θεολόγο καί Πατέρα Ἀρχιμ. Σωφρόνιο, πού εἶναι διάδοχος τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων στήν ἐποχή μας, καί νά τήν ἑρμηνεύση ὀρθά.
Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος βίωσε τά ἄκτιστα-ἄρρητα ρήματα, τήν ἐμπειρική θεολογία καί ἐξέφρασε αὐτήν τήν ἐμπειρία μέ τά ἴδια κτιστά νοήματα τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, ἀλλά σέ μερικά σημεῖα χρησιμοποίησε διαφορετικά κτιστά ρήματα, προκειμένου νά ἀντιμετωπίση τίς αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς μας. Ἐνήργησε ὡς ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτήν τήν ὁμολογία μπορῶ νά δώσω γιά τόν Γέροντα Σωφρόνιο.
Ν.Ι.
Όσον αφορά την 'μία υπόσταση του Θεού στην Π.Διαθήκη', ο Γέροντας αναφέρεται στην αντίληψη των Εβραίων, και στην απόρροια της, που είναι ο νομικισμός (του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ).
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντιγράφω το σχετικό απόσπασμα για να το καταλάβουμε από την αρχή του βιβλίου Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΖΩΗ ΜΟΥ:
«Το αίνιγμα του ΕΓΩ ΕΙΜΙ
Όταν εμείς οι υιοί της Καινής Διαθήκης μελετούμε την Π.Διαθήκη παρατηρούμε ότι ο Θεός προσπάθησε να δώσει ν΄αντιληφθούν οι προγενέστεροι ότι αυτό το ΕΓΩ ΕΙΜΙ είναι Μία Ύπαρξη αλλά συγχρόνως 3 Πρόσωπα.Όταν ο Θεός μιλούσε για τον Εαυτό Του, χρησιμοποιούσε το ΗΜΕΙΣ.
Ακόμα πιο εμφανής έγινε στον Αβραάμ όταν του εμφανίστηκαν 3 'άνθρωποι' αλλά απευθύνθηκε σε αυτούς σαν να ήταν Ένας. (...)
Η γνώση του Προσωπικού Θεού δημιουργεί έναν προσωπικό χαρακτήρα.
Στις καρδιές μας επιβεβαιώνεται η πείρα του Προσωπικού Θεού (...)
Η Εκκλησία αντιμετώπισε την ανεπάρκεια της γλώσσας, επιστράτευσε ακόμα και αρνητικούς τύπους διδάσκοντάς μας να θεωρούμε την Αγία Τριάδα χωρίς να συγχέουμε τα Πρόσωπα και χωρίς να διαιρούμε την Τριάδα... Η θεωρία (του Θεού) είναι υπόθεση όχι λεκτικών τύπων αλλά ζωντανής πείρας...
Το Άγιο Πνεύμα μας εισάγει (στις Εντολές του Θεού) στην θεία Αγάπη και όχι μόνο ζούμε αυτή την Αγάπη του Θεού, αλλά αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι αν ο Θεός ο Πρώτος και ο Έσχατος ήταν Μονο-Υπόστατος (δηλ. Ένα Πρόσωπο), δεν θα μπορούσε να ισχύει το, Ο Θεός αγάπη εστί.
Η αντίληψη του Εβραϊκού λαού (ως προς την αποκάλυψης ΕΓΩ ΕΙΜΙ προς τον Μωυσή), ως Ενός μονο-υπόστατου Θεού, έφερε τον Νόμο. [Επίσης ο 'θεός' του Κορανίου δεν γνωρίζει την αγάπη.]
(...)
Μέσα στην Ζωή της Αγίας Τριάδας, κάθε Πρόσωπο είναι Φορέας της πληρότητας του Θείου Όντος.
Και επομένως Ίσο με την Τριάδα σαν σύνολο.Το σύνολο του Θείου Όντος είναι Μονάδα αιώνια.»
Για να προλάβω τυχόν παρανοήσεις του κειμένου του Γέροντα να συμπληρώσω ότι φυσικά δεν εννοεί ότι η ενότητα των 3 Προσώπων οφείλεται ΜΟΝΟ στην αγάπη μεταξύ τους όπως πρεσβεύει ο Οικουμενισμός, αλλά φυσικά στην Κοινή Ουσία, στην Ταυτότητα του Είναι, όπως έχουν και τα μέλη του Σώματος του Κυρίου, της Εκκλησίας-Νύμφης Του, που είναι καινή κτίση και 'σάρκα εκ της σαρκός' του Νέου Αδάμ.
Με συγχωρείτε, το σχόλιο ήρθε σε λάθος ανάρτηση. Είναι συμπληρωματικό άλλων (το έστειλα στην σωστή του σειρά)..
ΑπάντησηΔιαγραφή