Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ (14)

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ

ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΙΩΣ ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14

Ισχυρή παράστασις (απόδειξη) με περισσότερα λόγια ότι οι άγιοι μετέχουν της άκτιστης ενέργειας και όχι της ουσίας του Θεού.

51. Επειδή πράγματι o Θεός είναι η δύναμις και η χάρις, όπως λέγει και ο ίδιος ο Ακίνδυνος, η χάρις την οποία ενδύθηκαν οι θειοι απόστολοι, και την οποία υποδέχονται όλοι, αυτοί που αναγεννήθηκαν δι’ ύδατος και Πνεύματος στο μυστικό λουτήρα της παλιγγενεσίας οπωσδήποτε με τον ίδιο τον Θεό ενώνονται, ώστε να γίνουν ένα με αυτόν, αφού κατά τον απόστολο «όποιος προσκολλάται στον Κύριο είναι ένα Πνεύμα». Κατά τί λοιπόν έχουν γίνει ένα με τον Θεό; Άραγε κατά την ουσία; Και πως αυτός πού λέγει τούτο δεν ξεπερνά ολοφάνερα σε δυσσέβεια και τους Μονοφυσίτες; Αλλά μήπως έχουν ενωθεί κατά την υπόστασιν, ώστε να είναι μια η υπόστασις αυτών και του Θεού; Αλλά έτσι θα εγινόταν μια Σαβελλιανή συναλοιφή επί του Θεού, όπου οι τρεις θείες υποστάσεις συνέρχονται σε μία. Διότι οι άγιοι δεν ενώνονται μόνο με τον Υιό, αλλά και με τον Πατέρα και με το Πνεύμα κι’ ενδύονται την προσκυνουμένη σε τρεις υποστάσεις δύναμιν την ίδια. Εκτός δε τούτου η καθ’ υπόστασιν ένωσις είναι μόνο του μοναδικού Χριστού. Επομένως, αν οι άξιοι της ενώσεως ενώνονται με τον Θεό, ώστε να είναι ένα Πνεύμα με αυτόν, και μάλιστα ούτε κατ’ ουσίαν ούτε καθ’ υπόστασιν (διότι ο λόγος τα προαπέδειξε και τα δυο δυσσεβή), οπωσδήποτε μένει να ενώνονται κατά την άκτιστη ενέργεια και χάρι.

52. Έτσι λοιπόν και ο θειος Μάξιμος λέγει «οι άγιοι είναι μάλλον το ίδιο με τον Υιό του Θεού κατά τη χάριν παρά αφομοίωμα (παράδειγμα)»·  και αλλού πάλι, «μία είναι η ενέργεια του Θεού και των αξίων του». Αυτή λοιπόν είναι η άκτιστη χάρις, η προερχομένη από τον άκτιστο Θεό, εξ αιτίας της οποίας ο ίδιος σε άλλο χωρίο απεκάλεσε και την αξία των αγίων άναρχη, την οποία επέτυχε κι’ αυτός, όπως μαρτυρείται από τον θεόληπτο μουσικό Δαμασκηνό που του ψάλλει,
«Αφού εδέχθηκες ζωηφόρο αίγλη από τη μια τρισυπόστατη θεότητα εφάνηκες ήλιος σ’ αυτούς που ευρίσκονταν στο σκότος και στην πλάνη»
Ο δε πολύς στην θεολογία Γρηγόριος λέγει «είναι Χριστός από την θεότητα• διότι αύτη είναι η χρίσις της ανθρωπότητος, που δεν αγιάζει απλώς με την ενέργεια σαν τους άλλους Χριστούς, αλλά με την παρουσία όλου του χρίοντος».

53. Που είναι οι ισχυριζόμενοι ότι μετέχουν όλων των του Θεού κατ’ ουσία και ενέργεια; Ας ακούσουν τον περιφανέστατο (Γρηγόριο τον θεολόγο), ότι κατά τούτον τον τρόπο δεν μετέχουν όλου του Θεού ούτε οι ίδιοι οι άγιοι· διότι τούτο είναι προνόμιο μόνο του μοναδικού Χριστού, το να αγιάζεται με την παρουσία όλου του χρίοντος, ενώ κάθε ένας από τους άλλους ενδύεται τη δύναμιν εκείνη και αποκτά τον Θεό μετέχοντας μόνο της ενεργείας. Ο δε Ακίνδυνος άλλοτε μεν λέγει ότι αυτή είναι η ουσία του Θεού, άλλοτε δε ότι είναι και η ουσία και η ενέργεια, μερικές δε φορές και ότι είναι οι ίδιες οι υποστάσεις. Άλλοτε όμως, τί ανακόλουθη και τολμηρή μωρολογία, την ανακηρύσσει κτιστή και αποχωρίζει από τη μερίδα των ευσεβώς φρονούντων εκείνους που την θεωρούν άκτιστη.

54. Αλλά πώς αποδεικνύεται ότι ο Χριστός είναι αληθινός Θεός, αν μας υπόσχεται και δωρίζει κτιστή χάριν; Διότι κι εμείς προσφέρουμε ο ένας στον άλλο κτιστή σοφία και παιδεία και αρετή, καθώς και πολλά άλλα δώρα που πολύ συμβάλλουν στην ευπρέπεια και στις ανάγκες. «Αφού όμως εμείς λεγόμαστε μέτοχοι Χριστού και μέτοχοι Θεού, φανερώνεται ότι το χρίσμα και η σφραγίδα που υπάρχει μέσα μας, δηλαδή η θεοποιός χάρις του Πνεύματος και ενέργεια, δεν ανήκει στη φύσι των γενητών», όπως εθεολόγησε πάλι ο Μέγας Αθανάσιος. Αν δε αυτή είναι κατά τον Ακίνδυνο ένα από τα κτιστά, το λογικό θα ήταν να ειπούμε αντίστροφα ότι, αφού το χρίσμα και η σφραγίδα που είναι σ’ εμάς είναι της κτιστής φύσεως, δεν είμαστε καθόλου μέτοχοι Χριστού και μέτοχοι Θεού κατά την δοξασία του Ακινδύνου. Αλλά δεν είναι κτίσμα το χρίσμα αυτών που ονομάζονται από το όνομα του Χριστού και έχουν επαληθευομένη την ονομασία, κάθε άλλο· «διότι κανένα κτίσμα δεν είναι μεθεκτό από τη λογική ψυχή», κατά τον μέγα Βασίλειο, «ώστε να ενοικίζεται σ’ αυτήν ουσιωδώς», δηλαδή να διαπερνά την ίδια την ουσία της, «ενώ το Πνεύμα το άγιο ενοικίζεται σ’ αυτήν». Διότι τούτο κατά την Σοφία Σολομώντος «διέρχεται διά μέσου όλων των πνευμάτων, νοερών, καθαρών, λεπτοτάτων». Τούτο λοιπόν είναι που μας εσφράγισε κατά την θεουργό χάριν για την ήμερα της απολυτρώσεως, κατά την οποία, «αφού τα φυσικά γνωρίσματα νικηθούν από την υπερβολή της θεϊκής δόξας», δικαίως θα ονομασθούμε από εκείνη όπως εκείνη, έκτος εάν για την εδώ τώρα ραθυμία του βίου αθλίως, φεύ, διαζευχθούμε τότε από αυτήν.

55. Εκείνος όμως που αποφάνθηκε ότι το φώς της θεότητος, που μάλιστα έλαμψε επάνω στο όρος από τον ένα της υψίστης Τριάδος, είναι κτιστό, αλλοίμονο στην αναίδεια, πώς θα μπορούσε ν’ αφήσει άθικτο τίποτε από τα κατ’ άλλον τρόπο άκτιστα λεγάμενα; Αυτός, αφού τόσες βλασφημίες εξεστόμισε θρασύτατα εναντίον του φωτός κι επιστράτευσε εναντίον του το σύμβολο της πίστεως και τις ευαγγελικές φωνές, τέλος κατέταξε την αΐδια και αναλλοίωτη βασιλεία με τα πράγματα που έχουν αρχή και δέχονται μεταβολή και συναρίθμησε με την υπόδουλη κτίσιν την δύναμιν και μεγαλοπρέπεια, η οποία υπερβάλλει τα πάντα και είναι εγκαθιδρυμένη επάνω από τα πάντα, την οποία και ο Δαβίδ εξύμνησε χαρακτηρίζοντάς την άπειρη, δηλαδή άναρχη (διότι πάντως πέρας των πραγμάτων που ευρίσκονται υπό τον χρόνο είναι η κατά χρόνον αρχή, της δε μεγαλοπρεπείας της δόξης της αγιωσύνης του Θεού δεν υπάρχει πέρας, ψάλλει εκείνος ο ένθεος)· αφού λοιπόν κατέρριψε αυτήν την δύναμιν και μεγαλοπρέπεια, ή μάλλον αφού αυτός ο ίδιος ερρίφθηκε από τον Θεό, έπειτα υποκρίνεται ότι δεν είπε πλέον τίποτε χειρότερο ή καλύτερο για το φώς εκείνο. Διότι λέγει «ο λόγος του αναφερόταν στα οπωσδήποτε ορατά πράγματα, διότι είναι δυσσεβές να ομιλούμε έτσι για κάτι άκτιστο, και πολύ περισσότερο αν ονομάζεται και θεότης».

Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου