Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ – Ignace de la Potterie (9)

             IGNACE DE LA POTTERIE, S.J
           Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ
                    ΤΟΜΟΣ  1ος  
               Ο Χριστός και η αλήθεια
               Το Πνεύμα και η αλήθεια
              2ο   Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο :   ΜΑΡΤΥΡΕΙΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
ΙΙ. Η μαρτυρία περί της αληθείας.
Α. Η εσχατολογική μαρτυρία στην εβραϊκή αποκαλυπτική.

Η έκφραση μαρτυρείν τήν αλήθεια είναι δύσκολο να ερμηνευθεί με ακρίβεια διότι δεν υπάρχει αντιστοιχία σε καμμία από τις γνωστές παραδόσεις που προηγούνται. Δεν συναντάται ούτε στην Π. Δ., ούτε στην εβραϊκή αποκαλυπτική και φυσικά ούτε στα ελληνικά και ελληνιστικά κείμενα. Υπάρχει μόνο ένα απόσπασμα στα χειρόγραφα του Κουμράν που εκ πρώτης όψεως μπορεί να σχετισθεί. Ανήκει σε ένα τμήμα του Εγχειρίδιου Πειθαρχίας που  συγκαταλέγεται σ’ αυτά τα χειρόγραφα και περιγράφει τον ρόλο της Κοινότητας της Συμμαχίας στους έσχατους χρόνους: «Όταν συμβούν αυτά στον Ισραήλ, το Συμβούλιο της Κοινότητας θα παγιωθεί στην αλήθεια ως αιώνιος θεσμός: είναι ο οίκος της ιερότητας για τον Ισραήλ και η κοινότητα της υψίστης ιερότητας για τον Ααρών· αυτοί είναι οι μάρτυρες της αλήθειας εν όψει της κρίσεως, και οι εκλεκτοί της (θείας) ευμένειας, επιφορτισμένοι με την εξιλέωση της γης και την επιβολή των κυρώσεων στους ασεβείς».
Η έκφραση «μάρτυρες της αλήθειας» που αφορά στα μέλη της φυλής θα μπορούσε εκ πρώτη όψεως να ερμηνευθεί με την έννοια ότι η αλήθεια αποτελεί το αντικείμενο της μαρτυρίας τους. Αλλά σύμφωνα με άλλους ερμηνευτές, που μας φαίνονται περισσότερο πειστικοί, σημαίνει απλώς «ειλικρινείς μάρτυρες» και με αυτή την έννοια συναντάται και στην Π. Δ. (Ιερεμ. 42, 5 και Παροιμ. 14, 25). Αλλά και στα χειρόγραφα του Κουμράν η έκφραση αφορά σε μέλη της Συμμαχίας που διακρίνονται για την ηθική και ευσεβή συμπεριφορά τους: «άνθρωποι της αλήθειας», «υιοί της αλήθειας», «κοινότητα της αλήθειας» κ.λ.π. Οι «Μάρτυρες της αλήθειας» εντάσσονται σ’
αυτή την κατηγορία. Αυτή η ερμηνεία υποστηρίζεται και από το υπόλοιπο κείμενο: «οίκος της ιερότητας» και «κοινότητα υψίστης ιερότητας» είναι εκφράσεις που συνοδεύουν τους «μάρτυρες της αλήθειας»· γίνονται «μάρτυρες της αλήθειας» διότι «ενισχύθηκαν στην πίστη». Η λέξη «αλήθεια» περιγράφει εδώ την συμπεριφορά της κοινότητας στους έσχατους χρόνους· χαρακτηρίζει την ποιότητα των μαρτύρων και όχι το περιεχόμενο της μαρτυρίας τους. Ακόμη λιγότερο δε πρόκειται για την μαρτυρία «υπέρ» της αληθείας, όπως στο 4ο Ευαγγέλιο.
Ο συσχετισμός αυτών των κειμένων του Κουμράν με τα δύο αποσπάσματα του Ιωάννη( 5, 33 και 18, 37) είναι περισσότερο επιφανειακός και λιγότερο πραγματικός. Παρουσιάζει όμως ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον εξ αιτίας του εσχατολογικού του περιεχομένου: τα μέλη της Συμμαχίας καλούνται ως «ειλικρινείς μάρτυρες, εν όψει της κρίσεως». Το ίδιο περιεχόμενο έχουν πολλά κείμενα της εβραϊκής αποκαλυπτικής παράδοσης όπως σημειώνουν και οι H. Odeberg και E. Gϋnther: ορισμένα σημαντικά πρόσωπα της Βίβλου και κυρίως ο Ενώχ, καλούνται να «μαρτυρήσουν» στους ανθρώπους αυτά που είδαν στους ουρανούς, ή κυρίως να «μαρτυρήσουν στον ουρανό, στον Πατέρα, κατά του αμαρτωλού κόσμου. Ο Ενώχ ( 81, 5-6) όταν επανέρχεται από τον ουρανό στην γη θα πρέπει να δηλώσει σε όλους του υιούς «ότι καμία σαρκική ύπαρξη δεν είναι δίκαιη μπροστά στον Δεσπότη»· στην συνέχεια αυτού του κειμένου μαθαίνουμε ότι ο Ενώχ ανηρπάγη από το περιβάλλον των αμαρτωλών για να γίνει στον ύψιστο ουρανό ο μάρτυρας κατά των κατοίκων της γης· σε άλλη περικοπή η μαρτυρία του Ενώχ γίνεται αιτία καταδίκης των αμαρτωλών και καταστροφής του κόσμου. Σ’ αυτήν την παράδοση πιθανότατα ανήκει και το σχετικό χειρόγραφο του Κουμράν: τα μέλη της Συμμαχίας γίνονται «μάρτυρες αληθείας εν όψει της κρίσεως»· αποστολή τους είναι «η επιβολή κυρώσεων στους ακάθαρτους».
Το θέμα της «μαρτυρίας» στην εβραϊκή αποκαλυπτική μπορεί να θεωρηθεί σαν μακρινός πρόδρομος του κειμένου του αγ. Ιωάννη από την σκοπιά του εσχατολογικού του περιεχομένου και ιδιαίτερα του συσχετισμού της μαρτυρίας με την έννοια της κρίσεως. Θα δούμε όμως ότι το νόημά τους έχει τροποποιηθεί σε βάθος από τον Ευαγγελιστή.

Β. Η μαρτυρία του Ιωάννη του Βαπτιστή (Ιωαν. 5, 33)
Το πρώτο κείμενο που θα εξετάσουμε είναι η δήλωση του Ιησού στους Ιουδαίους για τον Βαπτιστή: «ὑμεῖς ἀπεστάλκατε πρὸς Ἰωάννην, καὶ μεμαρτύρηκε τῇ ἀληθείᾳ» (5, 33)· εδώ έχουμε την επίκληση της προφητείας του Ιωάννη στον Ιορδάνη, την οποία ο Ευαγγελιστής ορίζει σε πολλές περιπτώσεις ως μαρτυρία (1, 19. 32. 34).
1.   Κατ’ αρχάς παρατηρούμε σ’ αυτό το σημείο μια ασυνήθιστη διατύπωση: σε άλλα σημεία του 4ου Ευαγγελίου το ρήμα μαρτυρείν συνοδεύεται είτε από ένα άμεσο αντικείμενο, είτε από το ότι και μια δευτερεύουσα πρόταση, είτε κυρίως από το περί και γενική πτώση. Η δοτική που χρησιμοποιείται εδώ υπάρχει μόνο στην έκφραση μαρτυρείν τῇ ἀληθείᾳ (βλ.18, 37) και στο 3, 26: «ᾧ σὺ μεμαρτύρηκας» (και εδώ πρόκειται επίσης για τον Βαπτιστή που μαρτυρεί περί του Ιησού). Αυτές είναι δοτικές επ’ ωφελεία: η μαρτυρία του Ιωάννου-Βαπτιστή περιέχει μια τοποθέτηση υπέρ (εις όφελος) του Ιησού (3, 26), υπέρ της αληθείας (5, 33)· μαρτυρεί για να υπερασπισθεί την αλήθεια ή για να την κάνει αποδεκτή. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά η χρήση εδώ του ρήματος «μαρτυρείν» μας τοποθετεί σε νομικό και δικανικό πλαίσιο: επικαλείται άμεσα την αντιπαράθεση του Ιησού με τους Ιουδαίους, το «μέγα δικαστήριο» του βίου του Ιησού και τον αγώνα των μαρτύρων του για την επικράτηση της αλήθειας.
    Υπάρχουν όμως και άλλες ενδείξεις που αποτυπώνουν το νομικό χαρακτήρα της έκφρασης αυτής και παράλληλα μας προσφέρουν και την εξήγηση της παρουσίας της εδώ: παρότι ο Ευαγγελιστής επικαλείται διάφορους μάρτυρες, η έκφραση μαρτυρείν τῇ ἀληθείᾳ χρησιμοποιείται μόνο στους λόγους του Ιωάννη Βαπτιστή και του Ιησού. Δεν είναι τυχαίο. Ο Ιησούς και ο Βαπτιστής είναι οι μόνοι μάρτυρες που βρίσκονται σε άμεση αντιπαράθεση με την εχθρότητα των Ιουδαίων· είναι επίσης οι μόνοι των οποίων η μαρτυρία καταλήγει στην σύλληψη και τον θάνατο. Ολόκληρη η ομιλία του Ιησού (5, 19-47) αποτελεί απάντηση στους Ιουδαίους που τον καταδιώκουν και ζητούν να τον θανατώσουν (5, 16-18)· απολογούμενος περί του εαυτού του και του έργου του ο Ιησούς επικαλείται την μαρτυρία του Βαπτιστή· μεμαρτύρηκεν τῇ ἀληθείᾳ θα πρέπει επομένως να ερμηνευθεί υπό το φως της έντονης ρήξης μεταξύ του Ιησού και των Ιουδαίων. Όπως και στα εβραϊκά αποκαλυπτικά κείμενα έτσι και εδώ το θέμα της μαρτυρίας έχει έντονο νομικό και δικανικό χαρακτήρα· με την διαφορά όμως ότι αποκτά έναν εντελώς καινούργιο προσανατολισμό, όπως θα αποδείξουμε προσεχώς.
2.   Μία άλλη σημαντική λεπτομέρεια για την ερμηνεία της έκφρασης μεμαρτύρηκεν τῇ ἀληθείᾳ είναι ο έντονος εσχατολογικός της χαρακτήρας. Ο Ιησούς υπενθυμίζει στους Ιουδαίους την αναζωπύρωση της μεσσιανικής ελπίδας που προκάλεσε η προφητεία του Βαπτιστή: «ὑμεῖς δὲ ἠθελήσατε ἀγαλλιαθῆναι πρὸς ὥραν ἐν τῷ φωτὶ αὐτοῦ» (5,35).
Στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά το μήνυμα του Προδρόμου έχει παρόμοιο νόημα (Ματθ. 3, 7-10. Λουκ. 3, 7-9): αποκαλεί τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους «γεννήματα εχιδνών» και τους απειλεί με την «μέλλουσα οργή»· επικαλείται την αξίνα, το φτυάρι και το άχυρο που θα καίγεται με άσβηστο πυρ· αυτές οι περιγραφές διαμηνύουν την άμεση κρίση και καταδίκη. Στην προοπτική αυτών των δυο συνοπτικών Ευαγγελίων το απόσπασμα του Εγχειριδίου Πειθαρχίας που αναφέραμε προηγουμένως θα μπορούσε άριστα να εφαρμοσθεί στον Βαπτιστή: υπήρξε κι’ αυτός «ένας μάρτυρας εν όψει της κρίσεως … και της επιβολής των κυρώσεων στους ασεβείς».
Στο 4ο Ευαγγέλιο όμως η εσχατολογική προοπτική έχει ανασκευασθεί. Τα μεγάλα γεγονότα των έσχατων χρόνων που η εβραϊκή παράδοση ανέμενε να εμφανισθούν σε ένα μακρινό μέλλον, στον Ιωάννη συμβαίνουν τώρα. Ο ευαγγελιστής επιμένει, περισσότερο από κάθε άλλο συγγραφέα της Κ. Δ., στην παρουσία του Χριστού, στην σύγχρονη απόκτηση της δυνατότητας της σωτηρίας. Αλλά και η έννοια της κρίσης έχει διαφοροποιηθεί. Ενώ κατά τους συνοπτικούς θα συμβεί στην «δευτέρα παρουσία», στον Ιωάννη αρχίζει με την εμφάνιση του Χριστού, αμέσως μετά την πρώτη εμφάνιση του φωτός ανάμεσα στους ανθρώπους: «Εἰς κρίμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται» (9, 39). Με αυτόν τον τρόπο συντελείται ήδη η κρίση.
Δεν μπορούμε φυσικά να ταυτίσουμε το κρίμα με την κρίση· πρόκειται μάλλον για μια συνέπεια· σε αντίθεση με την έννοια της σωτηρίας (3, 17 και 12, 47), η κρίση μοιάζει ήδη με καταδίκη: διότι σ’ αυτήν υπόκειται εκείνος που αρνείται την πίστη στον Χριστό (3, 18/ 5, 24/ 12, 48). Στο διαχωρισμό (κρίμα) που πραγματοποιείται λοιπόν μπροστά στον Χριστό, η κρίση αφορά μία από τις δύο πλευρές, αυτήν που απορρίπτει το φως και κρίνεται διά της επιλογής της.
3.   Αυτός ο πολύ ειδικός προσανατολισμός της εσχατολογίας στον Ιωάννη μας επιτρέπει να καταλάβουμε με ποιο τρόπο η μαρτυρία του Βαπτιστή συνδέεται με την κρίση και διεκδικεί τον εσχατολογικό της χαρακτήρα. Στον  Ευαγγέλιο του Ιωάννη δεν υπάρχει καμμία μορφή καταδίκης των Εβραίων σαν αυτές που συναντάμε στα ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά, και πριν απ’ αυτούς στο Εγχειρίδιο Πειθαρχίας.      
Πού βρίσκεται επομένως το κορυφαίο σημείο στο 4ο Ευαγγέλιο; Μπορούμε να πούμε ότι τοποθετείται στον κατ’ εξοχήν μεσσιανικό προσανατολισμό του: ο Ιωάννης είναι ο μάρτυρας του ερχομού των μεσσιανικών χρόνων, της παρουσίας του ίδιου του Μεσσία. Όταν  καταφθάνει στον Ιορδάνη η επιτροπή των Ιουδαίων και του αποδίδει μεσσιανικές προθέσεις ο Ιωάννης απαλείφει αμέσως κάθε αμφιβολία: «Ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ὁ Χριστός» (1, 20). Και για να προσδιορίσει το πραγματικό νόημα της αποστολής του, επαναλαμβάνει τον στίχο 40, 3 του Ησαΐα για την «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ», που αναφέρεται τόσο στο κείμενο μεγάλης εσχατολογικής σημασίας του Κουμράν (1 QS, 8,14) όσο και στα συνοπτικά του Ματθαίου (Ματθ. 3, 3). Αλλά στο 4ο Ευαγγέλιο το νόημα του στίχου είναι διαφορετικό. Τα μέλη της Κοινότητας της Συμμαχίας και αργότερα οι πρώτοι ευαγγελιστές, διέβλεπαν σ’ αυτόν την προειδοποίηση της προετοιμασίας για τον ερχομό της Βασιλείας (με την μελέτη του Νόμου στο Κουμράν, ή την μεταμέλεια στα συνοπτικά). Αλλά στον αγ. Ιωάννη, ο Βαπτιστής δεν αναφέρεται πλέον στην μεταμέλεια, διότι η μαρτυρία του που τοποθετείται μετά την βάφτιση του Ιησού δεν μπορεί να έχει τον χαρακτήρα προετοιμασίας για την άφιξή του. Στους συνοπτικούς το κείμενο του Ησαΐα αποδίδεται στον Πρόδρομο· οι πρώτοι ευαγγελιστές το χρησιμοποιούν για να καταστήσουν τον Βαπτιστή κήρυκα του ερχομού του Μεσσία· στον άγιο Ιωάννη, ο Πρόδρομος αναφέρεται με την προφητική ρήση του στον εαυτό του (ε γ ώ  φωνή…) και έτσι προσδιορίζει τον υποδεέστερο ρόλο του απέναντι στον Μεσσία: υπάρχει μόνο μια «φωνή», αυτή που αναγγέλλει την καλή είδηση της σωτηρίας. Η καλυμμένη και αρνητική αυτή διατύπωση θα μετατραπεί στην θετική μαρτυρία του Βαπτιστή για τον Μεσσία στους στίχους 26-27: «μέσος δὲ ὑμῶν ἕστηκεν ὃν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε»· αυτή η προσθήκη δεν υπάρχει στα υπόλοιπα ευαγγέλια. Οι λέξεις που ακολουθούν, αντιθέτως, μας επαναφέρουν στη συνοπτική παράδοση αλλά με την εξής σημαντική διαφορά: κατά τους πρώτους ευαγγελιστές ο Πρόδρομος αναγνωρίζει ότι ο Μεσσίας είναι ισχυρότερος (Ματθ. 3, 11) αποδεικνύοντας ότι σ’ αυτόν αναγνωρίζει πάνω απ’ όλα τον αναμενόμενο εσχατολογικό λυτρωτή·  ο αγ. Ιωάννης όμως αντικαθιστά τις κατά τους συνοπτικούς δηλώσεις του Προδρόμου, ουκ ειμί ικανός (λύσαι ή βαστάσαι), με το ουκ ειμί άξιος (1, 27 και Πράξ. 13, 25), υπογραμμίζοντας την αναξιότητά του μπροστά στον παρόντα Μεσσία.
Βλέπουμε ότι η περιγραφή του Ιωάννη διαφέρει από την συνοπτική σε πολλά καίρια σημεία. Ο Ιωάννης Βαπτιστής δεν εμφανίζεται σαν νέος Ηλίας που αναγγέλλει τους έσχατους χρόνους, αλλά ως μάρτυρας, ο πρώτο μεγάλος μάρτυρας του Εκλεκτού του Θεού· αυτός που θα έλθει δεν έχει πλέον την μορφή του απειλητικού Δικαστή των έσχατων καιρών, αλλά αναγνωρίζεται στο πρόσωπο του Μεσσία· το μήνυμα του Βαπτιστή δεν είναι πλέον μια κηρυγματική  και εσχατολογική διακήρυξη αλλά η μαρτυρία της ελεύσεως του μεσσιανικού χρόνου. Ο Ευαγγελιστής τονίζει επίσης την υποδεέστερη θέση του Ιωάννου Βαπτιστή απέναντι στον Μεσσία. Το βασικό θέμα αυτής της περικοπής είναι η μαρτυρία του Βαπτιστού, και αντικείμενο της μαρτυρίας είναι η παρουσία του Μεσσία ανάμεσα στον εβραϊκό λαό. Διαπιστώνουμε ότι η πραγματικότητα του παρόντος Χριστού είναι ένα από τα επιλεγμένα θέματα του ευαγγελιστή Ιωάννη.
Ας δούμε όμως από πιο κοντά το αντικείμενο της μαρτυρίας του Προδρόμου στο κατά Ιωάννη 1, 19-34. Παρότι τα γεγονότα που περιγράφονται καλύπτουν διάστημα δύο ημερών (στ. 29: «την επομένη»), το απόσπασμα αυτό αποτελεί ενιαίο σύνολο σύμφωνα με την παρέμβαση «αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία» (στ. 19) που χρησιμεύει ως τίτλος και καθορίζει το σύνολο του θέματος· ο στ. 34 χρησιμεύει ως συμπέρασμα: «κἀγὼ ἑώρακα, καὶ μεμαρτύρηκα…». Ο Ιωάννης Βαπτιστής μαρτυρεί ενώπιον των Ιουδαίων ότι δεν είναι αυτός ο Μεσσίας αλλά ότι εκείνος είναι ήδη παρών· την επόμενη μέρα η μαρτυρία γίνεται θετική και συγκεκριμένη: αυτός ο Ιησούς που έρχεται προς τον Ιωάννη αποκαλείται για πρώτη φορά από τον Πρόδρομο ο Αμνός του Θεού, ο Υπηρέτης του Γιαχβέ που νίκησε την αμαρτία δια της αληθείας· και οι στ. 32-33 αποτελούν την κατακλείδα: την κάθοδο του Πνεύματος. Το γενικό νόημα της μαρτυρίας του Προδρόμου, κατά Ιωάννη συνοψίζεται στον στ. 31: «ἵνα φανερωθῇ τῷ Ἰσραὴλ». Όπως πολύ σωστά αναφέρει ο M. E. Boismard, «το έργο του Βαπτιστή έχει σαν ουσιαστική κατάληξη την φανέρωση του Ιησού ως Μεσσία». Η μαρτυρία του Ιωάννου του Βαπτιστή στον Ιορδάνη, φανέρωσε στον Ισραήλ τον Ιησού, τον Αμνό του Θεού, αυτόν που θα βαπτίζει «ἐν Πνεύματι ἁγίῳ», τον Εκλεκτό του Θεού.
4.   Μπορούμε τώρα να ερμηνεύσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια την έκφραση μεμαρτύρηκεν τῇ ἀληθείᾳ (5, 33) στην οποία ο Ιησούς συνοψίζει με εξαιρετικό τρόπο την πραγματική σημασία της μαρτυρίας του Βαπτιστή. Η διατύπωση αυτή δεν έχει την τετριμμένη και τυπική σημασία που μερικοί της αποδίδουν: «ο Ιωάννης είπε την αλήθεια»· η κατασκευή της « μαρτυρείν προς όφελος της αλήθειας», αντιλέγει σ’ αυτήν την εξήγηση. Σε διαμετρική θέση βρίσκεται η άποψη αυτών για τους οποίους η αλήθεια φανερώνει άμεσα το πρόσωπο του Χριστού (14, 6): ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μαρτυρεί υπέρ της αληθείας δηλαδή του Χριστού. Αυτή, χωρίς αμφιβολία είναι η ερμηνεία που θα πρέπει τελικά να δώσουμε στον στίχο, διότι ο Βαπτιστής μαρτυρεί όντως περί του ιδίου του Χριστού. Αλλά στο στάδιο αυτό είναι ακόμη ανεπαρκής, διότι περιορίζεται στην εκ των πραγμάτων αναγνώριση της αλήθειας στο πρόσωπο του Ιησού, χωρίς να εξηγεί το γιατί αποκαλείται εδώ η αλήθεια.
    Όπως στα περισσότερα σημεία του κειμένου του Ιωάννη αλήθεια σημαίνει εδώ την αποκάλυψη: όπως είδαμε μέχρι τώρα, «μαρτυρείν», στην θεολογία του ευαγγελιστή είναι ένα ρήμα αποκάλυψης, και αποστολή του Βαπτιστή είναι ακριβώς η «φανέρωση» του Μεσσία στον Ισραήλ (1, 31). Επιπλέον θα ήταν ανεπαρκές να ισχυριστούμε ότι στην έκφραση «αποδίδω μαρτυρίαν υπέρ της αληθείας» η λέξη αλήθεια περιγράφει απλώς το μήνυμα που μεταφέρεται από τον Χριστό, ή τον ίδιο τον Χριστό ως Αποκαλύπτοντα, ως τον φέροντα το μήνυμα της σωτηρίας: και στις δύο περιπτώσεις διακρίνεται ο Χριστός  από το μήνυμά του, ενώ η μαρτυρία υπέρ της αληθείας του Ιωάννου Βαπτιστή είναι στην πραγματικότητα μαρτυρία υπέρ του Ιησού-Μεσσία
Η έκφραση μεμαρτύρηκεν τῇ ἀληθείᾳ φαίνεται εδώ να σημαίνει ότι ο Πρόδρομος υπήρξε μάρτυρας της μεσσιανικής αποκαλύψεως· η ακόμη καλύτερα ο πρώτο μεγάλος μάρτυρας, αυτός δια του οποίου άρχεται η αποκάλυψη του Μεσσία στον Ισραήλ: ο Ιωάννης εγνώρισε τον Ιησού στον εβραϊκό λαό σαν Αυτόν που θα ήρχετο μετά από αυτόν, τον Αμνό του Θεού, ήδη παρόντα, αυτόν που θα βαπτίζει εις το Πνεύμα το Άγιο, τον Εκλεκτό του Θεού. Η «αλήθεια» στο όνομα της οποίας απέδιδε την μαρτυρία του, ήταν η οριστική μαρτυρία των ύστατων καιρών, που ξεκίνησε ακριβώς με αυτήν την πρώτη φανέρωση του Ιησού-Μεσσία· ο Βαπτιστής επελέγη και απεστάλη από τον Θεό ως υπηρέτης αυτής της πρώτης μεσσιανικής αποκαλύψεως. Η αποκάλυψη αυτή είχε σκοπό να μας γνωρίσει τον Χριστό, διότι στο πρόσωπό του συγκεντρώθηκε και προσωποποιήθηκε ολόκληρη η αποκάλυψη: η μαρτυρία του Ιωάννη υπέρ της αλήθειας, όπως μερικοί συγγραφείς ορθώς παρατηρούν, είναι μαρτυρία υπέρ του προσώπου του Ιησού· μια μαρτυρία υπέρ του Χριστού ως πληρότητα της αποκαλύψεως των ύστατων καιρών.
5.   Θα πρέπει τώρα να δείξουμε ευκρινέστερα τον ταυτόχρονα εσχατολογικό και δικανικό χαρακτήρα της μαρτυρίας του Ιωάννη. Το νόημα του δικανικού χαρακτήρα αυτής της μαρτυρίας είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό των κειμένων της εβραϊκής αποκαλυπτικής και του Κουμράν που εξετάσαμε προηγουμένως. Στο περιβάλλον των Ιουδαίων η μαρτυρία απαιτείτο για την καταδίκη των ασεβών. Στην περίπτωση του Ιωάννου Βαπτιστή συμβαίνει το αντίθετο· δεν μαρτυρεί εναντίον κάποιου: «ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσιν δι' αὐτοῦ» (1, 7. Σύγκρ.10, 40-42)· καταθέτει την μαρτυρία του υπέρ της αλήθειας: συντάσσεται άμεσα με την πίστη, τίθεται στην υπηρεσία της υποδοχής του Μεσσία στον Ισραήλ.
Ανάμεσα όμως στην έννοια της μαρτυρίας και το νόημα της κρίσης υπάρχει κάποιος συσχετισμός ο οποίος της προσδίδει ένα είδος δικανικού και εσχατολογικού χαρακτήρα με τον τρόπο που τον αντιλαμβάνεται ο Ιωάννης: η κρίση συνίσταται στην επιλογή του κόσμου κατά του Χριστού, στην αρνητική συμπεριφορά και την δυσπιστία απέναντι στο φως της αποκαλύψεως. Στο 1, 19-34 ο Βαπτιστής εμφανίζεται ως μάρτυρας του Μεσσία. Εδώ δεν λέγεται ακόμη καθαρά ότι οι Ιουδαίοι απορρίπτουν την μαρτυρία του. Όμως ο Ευαγγελιστής το υπονοεί ήδη με τον τρόπο που χωρίζει την σκηνή σε δύο μέρη: στους απεσταλμένους των Ιουδαίων της Ιερουσαλήμ (στ. 19-28) ο Ιωάννης Βαπτιστής απευθύνει μόνο μια αρνητική μαρτυρία για τον εαυτό του· σε ότι όμως αφορά αυτόν που μέλλεται να έρθει μετά απ’ αυτόν λέει «ὃν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε» (στ. 26)· κατά την ορολογία του Ιωάννη οι λέξεις ουκ οίδατε ( και κυρίως το εμφατικό «υμείς») σημαίνουν την πλήρη άγνοια του Μεσσία. Αντίθετα η μαρτυρία την επομένης είναι απόλυτα θετική: εδώ ο Βαπτιστής φανερώνει τον Μεσσία. Σ’ αυτήν την φάση το ακροατήριο δεν αναφέρεται: η εβραϊκή αποστολή έχει εξαφανισθεί ενώ ο Πρόδρομος ομολογεί ότι αποστολή του είναι να φανερώσει τον Μεσσία στον Ισραήλ (στ. 31). Ο διαχωρισμός ανάμεσα στους «Εβραίους» (στ. 19) που αγνοούν τον Μεσσία (στ. 26) και τον «Ισραήλ» στον οποίο φανερώνεται ο Μεσσίας υπονοεί ότι οι Ιουδαίοι, διακρίνονται από τον αληθινό Ισραήλ επειδή δεν δέχθηκαν τον Μεσσία. Εδώ παρεμβαίνει έμμεσα το θέμα της κρίσης το οποίο θα διευκρινισθεί στα επόμενα κεφάλαια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το κατά τον Ιωάννη θέμα της κρίσης – το οποίο περιγράφεται στο 3, 17-21 (στη διάρκεια της στιχομυθίας με τον Νικόδημο) – επανέρχεται στο τέλος που αποσπάσματος 3, 22-36 όπου αναφέρεται η τελευταία μαρτυρία του Βαπτιστή: «ὁ πιστεύων εἰς τὸν υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον· ὁ δὲ ἀπειθῶν τῷ υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωήν, ἀλλ' ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ μένει ἐπ' αὐτόν». Η καταγωγή αυτών των στίχων είναι απροσδιόριστη. Αλλά η απρόσμενη εμφάνιση της θείας οργής σε ένα απόσπασμα στο οποίο ο Βαπτιστής αναφέρεται στην μαρτυρία του Ιησού (στ. 31-33) ξαφνιάζει επιπλέον επειδή η λέξη οργή δεν υπάρχει σε κανένα άλλο σημείο των κειμένων του Ευαγγελίου του Ιωάννη ή των Επιστολών· άρα η προέλευσή της ανάγεται στην προ του Ιωάννη εποχή. Και πιο συγκεκριμένα στο επίκεντρο των συνοπτικών κειμένων σχετικά με την αναγγελία από τον Πρόδρομο της εσχατολογικής κρίσεως με την οποία προειδοποιεί τους ακροατές του για την επερχόμενη οργή («ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς» Μτθ. 3, 7. Λκ. 3, 7). Από εδώ πηγάζει πιθανότατα το θέμα της οργής στο 3, 36 του Ιωάννη. Άρα ακόμη και μέσα στο γενικό κλίμα του 4ου Ευαγγελίου η «μαρτυρία» του Βαπτιστή διατηρεί τον παραδοσιακό εσχατολογικό της χαρακτήρα. Σύμφωνα όμως με την μορφή που του δίνει ο Ιωάννης, η μαρτυρία της οργής είναι «άρνηση της ζωής»· απειλεί αυτούς που «αρνούνται να πιστέψουν στον Υιό»· και τους βαρύνει (μένει) ως απειλή: η κρίση έχει ήδη αρχίσει.
Αναφορά στην κρίση γίνεται επίσης στο κεφ. 5, όταν ο Ιησούς παρουσιάζει τον Βαπτιστή ως μάρτυρα της αλήθειας. Αφού υπενθυμίσει στους Ιουδαίους την μαρτυρία του Προδρόμου, ο Ιησούς τους λέει: «και τὸν λόγον αὐτοῦ οὐκ ἔχετε μένοντα ἐν ὑμῖν, ὅτι ὃν ἀπέστειλεν ἐκεῖνος, τούτῳ ὑμεῖς οὐ πιστεύετε» (5, 38): σ’ αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η κρίση κατά Ιωάννη (3, 18). 
Είναι λοιπόν προφανές ότι στο 4ο Ευαγγέλιο η μαρτυρία του Ιωάννη Βαπτιστή διατηρεί έναν καθαρά δικανικό και εσχατολογικό χαρακτήρα, μέσα στα πλαίσια της ιωαννικής θεολογίας: η κρίση συνδέεται άμεσα με την δυσπιστία των Ιουδαίων στο Ιησού-Μεσσία. Αλλά η μαρτυρία του Βαπτιστή δεν απέβλεπε άμεσα στην καταδίκη των Ιουδαίων· σκοπός της αποστολής του ήταν η φανέρωση του Μεσσία στον Ισραήλ, με την ελπίδα ότι θα γίνει αποδεκτός από τους δικούς του. Η αποστολή του διακρίνεται έτσι απόλυτα από την εκδικητική στάση των προσώπων του Κουμράν. Αν η μαρτυρία του συνδέεται εν τούτοις με το θέμα της εσχατολογικής κρίσης είναι μόνο επειδή οι Ιουδαίοι αρνήθηκαν να εισακούσουν την φωνή του. Το αληθινό μεγαλείο του Ιωάννου του Βαπτιστή είναι ότι υπήρξε μάρτυρας του φωτός, μαρτύρησε υπέρ της μεσσιανικής αλήθειας και αυτή είναι η αναμφισβήτητη καινοτομία του μηνύματός του.
(συνεχίζεται) 

ΤΟ ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΥΣΗ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟ ΑΡΧΕΤΥΠΟ ΤΟΥ ΥΙΟΥ, ΤΟΥ ΑΙΩΝΙΟΥ ΝΕΟΥ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΣΕ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΙΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΣΕ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου