Κυριακή 26 Απριλίου 2020

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ (20)

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ

ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΙΩΣ ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20
Απόδειξη ότι τα ετοιμασμένα από τον Θεό γι’ αυτούς πού
τον αγαπούν, «τα οποία οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν
άκουσε, τα οποία δεν ανέβηκαν σε καρδιά ανθρώπου»,
είναι άκτιστα· και έλεγχος των ρητών του Ακίνδυνου
που τα παρουσιάζουν κτιστά

86. Ούτε θα συνέτασσες αφρόνως με τα κτίσματα όσα «ετοίμασε ο θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν, τα οποία οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε, τα οποία δεν ανέβηκαν σε καρδιά ανθρώπου». Αν δηλαδή ο Κύριος εδώ υπόσχεται στους επιδείξαντες δια της εκτελέσεως των θείων εντολών την προς αυτόν αγάπη, σαν με αρραβώνα την παρουσία και παραμονή και εμφάνεια εαυτού και του Πατρός του, πώς η επαγγελία των μελλοντικών αγαθών, στην οποία ανήκει τούτος ο αρραβών, είναι κτίσμα, και μάλιστα ενώ τα επαγγελλόμενα κατ’ αυτήν υπερβαίνουν την αίσθησιν και τον νου, όπως δίδαξε ο του επαγγελομένου μύστης και απόστολος Παύλος αποδίδοντας τον λόγο συνοπτικά και προσθέτοντας, «σε μάς απεκάλυψε ο Θεός διά του Πνεύματός του, διότι το Πνεύμα ερευνά και τα βάθη του Θεού»; Πώς λοιπόν τα εναποκείμενα στα βάθη του Θεού, τα επάνω από κάθε αίσθησιν και κάθε νου, που είναι γνωστά μόνο στο Πνεύμα που έρευνα και τα βάθη του Θεού, που αποκαλύπτονται μόνο στους άγιους, και σ’ αυτούς μάλιστα δια του ιδίου του Πνεύματος, πώς αυτά θα μπορούσαν να είναι κτιστά;

87. «Αλλά», λέγει ο Ακίνδυνος, «λέγεται ότι και ο ίδιος ο Θεός είναι κληρονομιά των άγιων· λέγεται ότι και άλλα αγαθά απόκεινται στην απόλαυση των αγίων, που έγιναν από τον Θεό, διαφορετικά (έτερα όντα) από αυτόν, “τα oποια ετοίμασε ο θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν”. Να μη θεωρείς λοιπόν ούτε τον ίδιο τον Θεό διαφορετικού εαυτού και μεγαλύτερον εαυτού και μικρότερον, και υπερκείμενον και υφειμένον, ούτε τα διαφορετικά από αυτόν και από αυτόν γενόμενα ως άκτιστα και άναρχα· όποιο από τα δύο κι’ αν ειπεί κανείς, δεν αφήνει καμμιά υπερβολή ατοπίας». Και τα δύο τα θεωρεί υπερβολικά άτοπα· και το να λέγει κανείς ότι είναι άκτιστα αυτά τα ετοιμασμένα από τον Θεό για εκείνους που τον αγαπούν και το να λέγει τον Θεό υψηλότερο από αυτά, ενώ είναι άκτιστα. Κι’ εκείνους που δέχονται ένα από τα δύο θεωρεί ότι δεν τους λείπει καμμιά υπερβολή ασεβείας, πολύ περισσότερο εκείνους που δέχονται και τα δύο. Ας δούμε λοιπόν ποιοί είναι αυτοί που τα δέχονται· διότι τούτοι θα είναι εκείνοι που αυτός (ο Ακίνδυνος) θεωρεί υπερβολικότατα ασεβείς. Πρώτος λοιπόν ο θείος Παύλος λέει, «όταν υποταγούν στον Υιό τα πάντα, τότε και ο ίδιος ο Υιός θα υποταγή στον υποτάξαντα σ’ αυτόν τα πάντα, για να είναι ο Θεός τα πάντα εις όλους». Άραγε μας άφησε κάτι γι’ απόλαυση ο Παύλος πλην του Θεού; Αυτόν ακολουθώντας κατά βήμα ο Γρηγόριος θεολόγος λέγει «θα είναι δε ο Θεός τα πάντα εις όλους κατά τον καιρό της αποκαταστάσεως, όταν δεν θα είμαστε πλέον πολλά, όπως τώρα πού με τα κινήματα και τα πάθη δεν φέρουμε μέσα μας τίποτε εντελώς από τον Θεό, ή φέρουμε λίγο, αλλά θα είμαστε θεοειδείς, χωρητικοί όλου του Θεού και μόνο (του Θεού)· διότι τούτο είναι η τελείωσις προς την οποία σπεύδουμε». Αν λοιπόν είμαστε όλοι θεοειδείς και χωρητικοί μόνο του Θεού, πώς θα είναι άλλη, διαφορετική από εκείνον, η ετοιμασμένη γι’ αυτούς απόλαυσις;

88. Ο δε μέγας Αθανάσιος λέγει, «ενώ οι προφήτες λέγουν τον Κύριο κληρονομιά των άγιων, ο Παύλος τον Πνεύμα το άγιον είπε ότι είναι κληρονομιά των άγιων, “στον οποίον”, λέγει, “αφού πιστεύσατε, εσφραγισθήκατε με το άγιο Πνεύμα της επαγγελίας, που είναι αρραβώνας της κληρονομιάς μας”, όπως και o Μωυσής εσφραγίσθηκε στο πρόσωπο με το άγιο Πνεύμα, όταν έλαβε το νόμο από το Θεό, και κανένας από τους υιούς του Ισραήλ δεν μπορούσε ν’ ατενίσει σ’ αυτόν, διότι ήταν σημειωμένο σ’ αυτόν το φως του προσώπου Κυρίου, και όπως έχει γραφή στο ευαγγέλιο, “τότε οι δίκαιοι θα λάμψουν σαν o ήλιος στη βασιλεία του Πατέρα τους”». Βλέπεις ότι το απόρρητο εκείνο φως είναι η κληρονομιά των αγίων, το οποίο είναι φως του προσώπου Κυρίου, όπως υπέδειξε κι’ ο ίδιος επάνω στο όρος, με το οποίο εσημειώθη στο πρόσωπο και ο Μωυσής, κατά το οποίο θα λάμψουν και οι δίκαιοι στον μέλλοντα χρόνο; Το οποίο εσύ μεν συγκαταριθμείς με τα κτιστά, ο δε Παύλος όμως λέγει ότι είναι το άγιο Πνεύμα, οι δε προφήτες βεβαιώνουν τον Κύριον, όχι άλλον, αλλ’ αυτόν τον κατ’ αυτό λάμποντα και της κατ’ αυτό λαμπρότητας κοινωνούντα με τους άγιους.

89. Αλλ’ ας προσέλθει και τέταρτος μάρτυς για να καταθέσει τρανότερα περί τού ζητήματος τούτου· διότι, λέγει ο θείος Γρηγόριος Νύσσης, «επειδή η παρούσα ζωή ενεργεί σ' εμάς ποικίλως και πολυειδώς, υπάρχουν πολλά των οποίων μετέχομε, όπως ο χρόνος και ο αέρας και ο τόπος, το φαγητό και το ποτό και τα σκεπάσματα, ο ήλιος και το λυχνάρι και πολλά άλλα αναγκαία στο βίο, από τα οποία κανένα δεν είναι Θεός. Η δε προσδοκώμενη μακαριότης δεν χρειάζεται τίποτα από αυτά· διότι η θεία φύσις θα αντικαταστήσει για εμάς αυτά και όλα γενικώς, επιμερίζοντας εαυτήν αρμοδίως για κάθε ανάγκη της ζωής εκείνης». Ποιά λοιπόν είναι εδώ η σημασία της θείας φύσεως, το διευκρινίσαμε στον προηγούμενο λόγο.

90. Αλλ’ αν η προσδοκώμενη μακαριότης δεν στερείται κανένα από τα απαριθμημένα παραπάνω, αντί γι’ αυτά δε και αντί για όλα θα γίνει σ' εμάς η θεία φύσις, η οποία επιμερίζεται προς κάθε ανάγκη της ζωής εκείνης, πώς είναι διαφορετικά από τον θεό τα ετοιμασμένα γι’ απόλαυση από εκείνους που τον αγαπούν; Πώς, αφού είναι εμπρός το μόνο αληθινά ποθητό, θα είναι ποθητό κάτι άλλο; Όλα θα παρέρχονταν· διότι, όταν ανατέλλει ο ήλιος, η σελήνη και το πλήθος των αστέρων δεν μεταβαίνουν στην ανυπαρξία, αλλά δεν χρειαζόμαστε να μάς φέγγουν ούτε τα αστέρια ούτε η σελήνη, είτε ολόφωτη είτε πανσέληνος είναι, αφού επάνω από τη γη είναι ο ήλιος. Αλλ’ όπως φαίνεται o άθλιος τούτος βάζει το χέρι του και επάνω στους υιούς του μέλλοντος αιώνος, εκβάλλοντας κι’ εκείνους από την αγάπη τού Θεού· αυτός ευρίσκεται εμπρός για ελεύθερη απόλαυση από αυτούς, αυτοί όμως θέτουν άλλη απόλαυση πριν από τον Θεό, εφ’ όσον δεν τον αγαπούν σύμφωνα βέβαια με τους μυστικούς τούτους λόγους τού Ακινδύνου περί των μελλόντων. Αλλά και κάθε πράγμα παίρνει την επωνυμία του από το ανώτερο, και μάλιστα για τους προθύμους να ευφημούν· επομένως κι’ αν τα κτιστά προέρχονται για τους κληρονόμους του Θεού και τους συγκληρονόμους του Χριστού, αλλ’ από το ανώτερο η κληρονομιά τους είναι δίκαιο να ονομάζεται. Ο Ακίνδυνος όμως πολεμεί εκείνους πού θεωρούν άξιο να την αποκαλούν από τούτο, ζητώντας ο ίδιος, όπως φαίνεται, να μνημονεύεται από το κατώτερο προσβλητικά.

91. Ότι δε ο Θεός θα παραθέσει εαυτόν προς μετουσίαν από τους άγιους, ας το διδάξει πάλι ο ίδιος (Γρηγόριος Νύσσης). Πράγματι, ερμηνεύοντας εκείνο το αποστολικό, «σπείρεται σε φθορά, εγείρεται σε αφθαρσία· σπείρεται σε ατιμία, εγείρεται σε δόξα· σπείρεται σε ασθένεια, εγείρεται σε δύναμη· σπείρεται σώμα ψυχικό, εγείρεται σώμα πνευματικό», λέγει, «η δε αφθαρσία και η δόξα και η τιμή και η δύναμις αναγνωρίζονται ότι είναι γνωρίσματα της θείας φύσεως, τα όποια προηγουμένως ήσαν γύρω από τον δημιουργηθέντα κατ’ εικόνα και ελπίζεται πάλι στο μέλλον να υπάρξουν»· και έπειτα από λίγο «σ’ όλους τους καθαρμένους από την κακία θα παραθέσει ο θεός τα καλά του για μετουσίαν, για τα οποία λέγει η Γραφή ότι ούτε οφθαλμός είδε ούτε ακοή δέχθηκε ούτε σε λογισμούς έγιναν εφικτά». Και τούτο δεν είναι τίποτε άλλο, κατά δικό μου τουλάχιστο λόγο, παρά να γίνουμε ένα με τον ίδιο τον Θεό (το εν αυτώ τω Θεώ γενέσθαι)· διότι το αγαθό, που είναι επάνω από οφθαλμό και ακοή και καρδιά, αυτό είναι το ίδιο το υπερκείμενο του παντός. Αν λοιπόν «αυτά που ετοίμασε ο Θεός στους αγαπώντες αυτόν» είναι επάνω από θέα και ακοή και διάνοια, τούτο δε είναι το υπερκείμενο του παντός, αυτός που λέγει κτιστά «αυτά που ετοίμασε ο Θεός στους αγαπώντες αυτόν», δεν λέγει άραγε φανερά κτίσμα το υπερκείμενο του παντός; Πώς δε είναι ο Θεός και κληρονομιά των άγιων, αν τα ετοιμασμένα γι’ απόλαυσιν από αυτούς είναι κτίσματα; ή λέγονται μεν αλλά δεν υπάρχουν; Διότι τέτοια είναι η πίστις και θεοσέβειά σου. Γι’ αυτό και επιχειρείς να δείξεις ότι οι άγιοι από όσα θεολογούν δεν παραλείπουν καμμιά υπερβολή ατοπίας, ότι τάχα κατά σε και τούτοι λέγονται μεν αλλά δεν είναι, σύμφωνα με την κατά την άποψή σου θεία κληρονομία.

92. Αλλά επειδή λέγει κτιστή εκείνη την κληρονομία, «που ετοίμασε ο Θεός σ’ αυτούς που τον αγαπούν», αύτη όμως είναι επέκεινα κάθε νου και αισθήσεως, πάλι ο δυστυχής βλασφήμει μ’ αυτούς τους λόγους στο θειότατο εκείνο φως. Και όμως ο Δαμασκηνός θεολόγος διδάσκει παρρησία περί αυτού με τρανότατη γλώσσα· «τούτα είναι “αυτά πού οφθαλμός δεν είδε κι’ αυτί δεν άκουσε, αυτά πού δεν ανέβηκαν στην καρδιά ανθρώπου”· έτσι θα δούμε στο μέλλοντα αιώνα τον Χριστό ν’ αστράπτει με το φώς της θεότητος». Και o ένθεος Γρηγόριος Νύσσης μαρτυρεί το πλήρωμα των αγαθών με τη θέα του Θεού· διότι, λέγει, «όποιος είδε τον Θεό διά της θέας επήρε κάθε τι που υπάρχει στον κατάλογο των αγαθών την ατελεύτητη ζωή, την αίδια αφθαρσία, την αθάνατη μακαριότητα, την ατελεύτητη βασιλεία, την ατελείωτη ευφροσύνη, το αληθινό φώς, την πνευματική και γλυκειά τροφή, την απρόσιτη δόξα, το συνεχές αγαλλίαμα, τo παν αγαθό». Πριν δε από αυτούς και ο ίδιος ο από τον Άρειο Πάγο θεοφάντωρ Διονύσιος λέγει, «όχι με αίσθηση, ούτε από τα όντα, αλλά επάνω από όλα τα όντα θα είμαστε γεμάτοι από ορατή θεοφάνεια, όπως κατά την θειοτάτη μεταμόρφωσιν οι μαθητές του Σωτήρος, όταν φθάσουμε στη χριστοειδή και μακαριωτάτη κληρονομία».

93. Πρέπει δε να πληροφορηθούμε και από τον ίδιο τον Σωτήρα, τί είναι τα ετοιμασμένα και ποια η επαγγελία. Ακούομε λοιπόν να λέγει τώρα, και θα γίνει ακουστή και τότε από εμάς η επαγγελία, «έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ετοιμασμένη για εσάς από την καταβολή του κόσμου βασιλεία». Ποιου λοιπόν τη βασιλεία θα κληρονομήσουν οι κατά τον Παύλο κληρονόμοι τού Θεού, οι συγκληρονόμοι του Χριστού; Του Θεού βέβαια. Κτιστή λοιπόν είναι η ετοιμασμένη για τους αγαπώντας τον Θεό βασιλεία του Θεού, «την οποία δεν είναι θεμιτό να φθάνουν αιώνες ή χρόνοι», κατά τον θειο Μάξιμο, «η οποία πιστεύομε ότι είναι η κληρονομία των σωζομένων», η οποία κατά τον ίδιο πάλι, «είναι κατά χάριν μετάδοσις των αγαθών που προσυπάρχουν φυσικώς στο Θεό» και «το ίδιο το είδος της θεϊκής ωραιότητος»; Πώς θα ήταν κτιστό αυτό που από την καταβολή του κόσμου δεν είναι κτισμένο αλλά ετοιμασμένο; Και όμως ο Κύριος, αφού δεν προσδιόρισε τίποτε με τα λόγια του, συμπεριέλαβε βέβαια και τον νοητό κόσμο της ετοιμασμένης για εμάς βασιλείας, κι’ αυτόν έπειτα τοποθετώντας.

94. Ας διδάξει όμως πάλι ο Παύλος πότε και με ποιό τρόπο ετοιμάσθηκε για εμάς η χάρις της αιώνιας ζωής· διότι όλα αυτά έχουν συμπεριληφθεί στη βασιλεία τού θεού. Λέγει λοιπόν γράφοντας Προς Τιμόθεον «κατά την πρόθεσίν του και χάριν του την δοθείσα σε εμάς εν Χριστώ Ιησού προ χρόνων αιωνίων». Βλέπεις ότι η χάρις μας ετοιμάσθηκε προαιωνίως; Πώς λοιπόν είναι κτιστό το ετοιμασμένο προ αιώνων; Αλλά για τους νέους τούτους Σέξτους και Πύρωνες, οι οποίοι μετέφεραν τις εφεκτικές και πυρώνειες ενστάσεις, ας διευκρινίσει αυτήν την αποστολική θεορρημοσυνη ο μέγας Αθανάσιος. Διότι λέγει, «πώς ελαμβάναμε προ αιωνίων χρόνων, ενώ δεν είχαμε γίνει αλλ’ εγίναμε σε χρόνο, αν δεν ήταν αποκειμένη στον Χριστό η χάρις που φθάνει σ’ εμάς; Πράγματι η ζωή μας δεν ταίριαζε να θεμελιωθεί σε τίποτε άλλο, παρά στον Κύριο που υπάρχει προ αιώνων, διά του οποίου έγιναν και οι αιώνες, ώστε, αφού αυτή η ζωή είναι μέσα σ’ αυτόν, να μπορέσουμε κι’ εμείς να κληρονομήσουμε αιώνια ζωή». Γι’ αυτό ο μεν θειος Κύριλλος λέγει, «ο Πατήρ θα είναι δι’ Υιού κατά τον μέλλοντα αιώνα τα πάντα σε όλους, και ζωή και αφθαρσία, και χαρά και αγιότης, και δύναμις και ο,τιδήποτε υπάρχει εν υποστάσει αποκείμενο για τους αγίους». Ο δε Θαλάσσιος, ο εφάμιλλος με αυτούς σε σύνεση, λέγει, «τα αποκείμενα για τους κληρονόμους της επαγγελίας αγαθά είναι υπεραιώνια και πριν από κάθε αιώνα, και επάνω από νου και λόγο». Ο δε σεπτός Επιφάνιος εισάγει και τον ίδιο τον Κύριο να λέγει προς τους ευρισκομένους στον άδη, «σηκωθείτε, ας πηγαίνουμε, διότι οι θησαυροί των αγαθών ανοίχθηκαν και η βασιλεία των ουρανών έχει ετοιμασθεί προ αιώνων».

συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου