Θεέ μου τί βλέπουν τά μάτια μου;
Χρόνια τώρα, ἀνοίγω τήν πόρτα τῆς ἐκκλησίας Σου καί μέ δέος εἰσέρχομαι στόν Ναόν τόν Ἃγιόν Σου ὃπου λατρεύεσαι ἐσύ ἡ Ζωή. Ὃπου οἱ ἃγιοι ἀγγέλοι καί ἀρχαγγέλοι εἰσοδεύσουν μαζί Σου. Ὃπου οἱ Ἃγιοί Σου μαζί μέ τούς πιστούς ὑμνοῦν καί δοξάζουν τό Πανάγιο Ὂνομά Σου. Ὃπου χρόνος καί χῶρος παύουν καί ὃλα γίνονται αἰωνιότητα. Καί τώρα μπορῶ νά βλαφτῶ σ᾽αὐτόν τόν χῶρο μέ τόν “συγχρωτισμό”, λένε κάποιοι ἐπίσκοποί Σου! Ἀρχιμανδρῖτης Σου, γλυκύτατε Ἰησοῦ μου, μέ μάσκα ἒξω καί ἀπό τόν Πανάγιο Τάφο Σου, Ζωή μου! Μά τί φοβᾶται; Τόν θάνατο; Μιά σπιθαμή ἀπό τόν ὡραιότερο καί λαμπρότερο, παστάδος πάσης βασιλικῆς, τάφο Σου, τήν πηγή τῆς ἡμῶν ἀναστάσεως; Ἀλοίμονο καί τρισαλοίμονο!
Σκύβω καί προσκυνῶ τήν ἂχραντη εἰκόνα Σου καί φιλῶ τήν Ἀγάπη μου, τόν Χριστό μου. Καί τήν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας μητρός Σου καί τῶν Ἁγίων Σου. Ὃπως κάνουν οἱ πρόγονοί μου χιλιάδες χρόνια τώρα. Καί κάποιοι ἐπίσκοποί Σου, Χριστέ μου, τίς πασαλείβουν μέ ἀπολυμαντικά γιατί ἀλλοιῶς θά μέ σκοτώσουν! Κολλᾶνε, Χριστέ μου, χαρτάκια στήν εἰκόνα Σου πού λένε “Μήν φιλᾶτε”! Τί βλασφημία, Θεέ μου! Τόσα χρόνια λιτανεύουμε τίς ἃγιες εἰκόνες γιά νά σωθοῦμε καί τώρα τίς καλύπτουμε γιά νά μήν ἀρρωστήσουμε;
Σπρώχνω δειλά τήν Bόρεια Πύλη καί μέ φόβο καί τρόμο εἰσέρχομαι στό Ἰερό Σου. Πέφτω στά γόνατα καί προσκυνῶ τήν Ἁγία Σου Τράπεζα, Λυτρωτά μου, τόν Θρόνο Σου, τό Θυσιαστήριο Σου μέ τούς ἀγγέλους δεξιά καί ἀριστερά νά προσκυνοῦν τήν δόξα Σου. Στόν τόπο ὃπου Ἐσύ εἶσαι παρών “ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος καί προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος”. Ἐκεί ὃπου κατέβηκε τό Ἃγιον Πνεύμα Σου νά κάνῃ τά προκείμενα δῶρα, Σῶμα καί Αἷμα Σου; Ὂχι διατάζουν κάποιοι ἐπισκοποί Σου, αὐτός ὁ χῶρος πρέπει νά ἀπολυμανθεῖ γιατί κρύβει θάνατο! Μά τόσα χρόνια λογοτεχνικές μεταφορές κάνω καί πουλάω λόγια παχιά;
Τό Ἃγιο Εὐαγγέλιό Σου πού μέ ἒμαθαν οἱ Ἃγιοί Σου νά μήν τό ἀκουμπάω μέ τά ἀνάξια χέρια μου. Τό Ἃγιον Εὐαγγέλιό Σου πού οἱ Ἃγιοί σου διαβάζουν πάνω ἀπό τά σκυμμένα κεφάλια τῶν δυστυχισμένων γιά νά γιατρέψουν τίς ἀρρρώστιες τους. Ναί, αὐτό τό Εὐαγγέλιο, κάποιοι ἐπίσκοποί Σου, Χριστέ μου, τό κλειδώνουν μήν τυχόν τό προσκυνήσει ὁ λαός Σου καί πεθάνει.
Τό Ἃγιο Δισκοπότηρό Σου μέ τό Πανάγιο Αἷμα Σου καί Πανάχραντο Σῶμα Σου καί ἡ φοβερά Ἁγία Λαβῖδα τοῦ Ἠσαϊα, καί αὐτά λένε κάποιοι ἐπίσκοποι σου μπορεί νά κουβαλοῦν τόν θάνατο πάνω τους! Ποῦ φτάσαμε Χριστέ μου;
Ντράπηκαν Χριστέ μου στό Πανάγιο Αἷμα Σου καί Πανάχραντο Σῶμα Σου; Ναί οἱ πλεῖστοι δημόσια τοὐλάχιστον ντράπηκαν νά τό προδώσουν κι αὐτό; Δόξᾳ τῷ Θεῷ καί γι᾽αὐτήν τήν μικρή παρηγοριά. Ἀλλά καί αὐτά ἀκόμη Χριστέ μου τά Τίμια Δῶρα τά διαχειρίστηκαν σάν νάτανε ἰδιοκτησία τους. Λές καί ἦταν τό δικό τους τό σῶμα τους καί τό δικό τους τό αἷμα. Καί σάν νά ἦταν δική τους περιουσία τήν ἀρνήθηκαν στόν λαό Σου. Μά τί παραλογισμός! Νά θυσιάζεις ἐσύ Χριστέ μου τό ἐαυτό Σου γιά ἐμᾶς καί ἐπισκοποί Σου νά διώχνουν τόν λαό σου μακρυά Σου μήν τυχόν πεθάνουν!
Δέν ἀντέχει ἡ ψυχή μου γράψει λόγο παραμυθητικό γιατί πονάει ἡ καρδιά μου, Καρδία μου, καί δέν μπορεῖ νά πεῖ ψέμματα. Οὒτε ἀντέχει πλέον νἀ παίξῃ μέ λόγια παχιά προφασιζόμενη προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις καί νά τά κάνει ὃλα καλά.
Ἂχ τί παράπονο μέ πιάνει, Χριστέ μου!
Βασίλειον οὒκ ἒχω, Καισάριον οὒκ ἒχω, τόν πνευματικόν ἀδελφόν καί τόν σωματικόν. “Ὁ πατήρ μου και μήτηρ μου ἐγκατέλειπόν με”, μετά τοῦ Δαβίδ φθέγγομαι. Τά τοῦ σώματος πονηρῶς ἒχει, τό γῆρας ὑπέρ κεφαλῆς, φροντίδων ἐπιπλοκαί, πραγμάτων ἐπιδρομαί, τά τῶν φίλων ἂπιστα, τά τῆς Ἐκκλησίας ἀποίμαντα. Ἒρρει τά καλά, γυμνά τά κακά, ὁ πλοῦς ἐν νυκτί, πυρσός οὐδαμοῦ, Χριστός καθεύδει. Τί χρή παθεῖν; Μία μοι τῶν κακῶν λύσις, ὁ θάνατος. Καί τά ἐκεῖθεν μοι φοβερά, τοῖς ἐντεύθεν τεκμαιρομένῳ. (Γρηγόριος Θεολόγος, Πρός Εὐδόξιο).
Ἀμήν, ναί ἒρχου, Κύριε Ἰησοῦ!
Ὁ ἐλάχιστος
Εύστοχο άρθρο,που δυστυχώς περιγράφει την πραγματικότητα. Αρκεί να έλειπε η τελευταία φράση:"Ἂχ τί παράπονο μέ πιάνει, Χριστέ μου!"
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτη θέση της,να έχουμε κατά νου,τα λόγια του Αγίου Παϊσίου:"Σήμερα λείπουν καὶ οἱ δυὸ παλληκαριές· οὔτε πνευματικὴ παλληκαριὰ ὑπάρχει, ἡ ὁποία γεννιέται ἀπὸ τὴν ἁγιότητα καὶ τὴν παρρησία στὸν Θεό, γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθῆ μιὰ δυσκολία μὲ πνευματικὸ τρόπο, οὔτε φυσικὴ παλληκαριὰ ὑπάρχει, ὥστε νὰ μὴ δειλιάση κανεὶς σὲ ἕναν κίνδυνο".
ΑΣ ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ επιτέλους.