Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Η απορρόφηση της Ιταλίας από τη Γερμανία

Η Ιταλία βρέθηκε στο επίκεντρο της υγειονομικής κρίσης, όπως επίσης η Ισπανία – ενώ, κρίνοντας από την απόφαση του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου, κανένας δεν γνωρίζει για πόσο ακόμη χρονικό διάστημα η ΕΚΤ θα στηρίζει τις αγορές ομολόγων. Με τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει, η παραμονή της στην Ευρωζώνη είναι συνώνυμη με την αυτοκτονία της – με την πλήρη απορρόφηση της δηλαδή από τη Γερμανία και με το ξεπούλημα των επιχειρήσεων της μέσω ενός PSI που θα αναγκασθεί να υπογράψει, κατά το παράδειγμα της Ελλάδας. Τα περί σχεδίου Μάρσαλ δε είναι ένας μύθος, όπως έχουμε ήδη αναλύσει – ενώ τα 750 δις € του «Ταμείου Ανασυγκρότησης» θα αποδειχθούν πιθανότατα ως μία παγίδα της Γερμανίας, με στόχο να κερδίσει χρόνο για τη δρομολόγηση της στρατηγικής της που δεν είναι άλλη από την κατάληψη της Ευρώπης, αυτή τη φορά με οικονομικά όπλα. Η μάχη της ΕΕ λοιπόν θα κριθεί στην Ιταλία – όπου εάν «πέσει», τότε θα ακολουθήσουν αμέσως μετά η Ισπανία και η Γαλλία που ήδη ευρίσκονται σε μία έντονη καθοδική πορεία. Υπάρχει βέβαια το ενδεχόμενο στήριξης της από την Κίνα – κάτι που όμως είναι εξαιρετικά αβέβαιο. Σε κάθε περίπτωση, το τέλος της ευρωπαϊκής τραγωδίας πλησιάζει – ενώ το μοναδικό ερώτημα δεν είναι το εάν θα συμβεί, αλλά το πότε και το πώς. Η Ελλάδα πάντως, με τη γερμανόφιλη κυβέρνηση της, είναι ήδη το 17ο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Γερμανίας – μόνο με υποχρεώσεις και με καθόλου δικαιώματα. Ας μην ξεχνάμε δε πως το δημόσιο χρέος μας εξυπηρετείται ακόμη, λόγω των 95 δις € που επιμηκύνθηκαν για μετά το 2032, με αντάλλαγμα την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας και τη μετατροπή της Ελλάδας σε αποθήκη παράνομων μεταναστών – ενώ το επόμενο αντάλλαγμα θα είναι η συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με την Τουρκία.

Ανάλυση

Η Ελλάδα έχει εναποθέσει όλες της τις ελπίδες στο «Ταμείο Ανασυγκρότησης» της ΕΕ – έχοντας την άποψη, σύμφωνα με όσα δήλωσε ο υφυπουργός οικονομικών, πως με τον τρόπο αυτό θα δρομολογηθεί η δημοσιονομική ένωση της Ευρώπης. Η μεταφορά πόρων δηλαδή από τις πλούσιες χώρες στις φτωχές, όπως εντός της ομοσπονδιακής Γερμανίας όπου, για παράδειγμα, το πλεονασματικό Μόναχο στήριζε έως πρόσφατα το ελλειμματικό Βερολίνο – καλύπτοντας με τα πλεονάσματα του τα ελλείμματα του Βερολίνου.
Ευχόμαστε φυσικά να έχει δίκιο η κυβέρνηση, αλλά είμαστε πολύ επιφυλακτικοί, με κριτήριο μεταξύ άλλων την αποτυχία της τηλεδιάσκεψης κορυφής των ηγετών της ΕΕ τον Ιούνιο – όπου μετά την αδυναμία συμφωνίας, η καγκελάριος δήλωσε ότι, «οι γέφυρες που έχουμε ακόμη να οικοδομήσουμε είναι πολύ μεγάλες» (πηγή). Άλλωστε στην πραγματικότητα η ΕΕ βιώνει μία μεγάλη κρίση – ενώ είναι δεδομένο πως δεν μπορεί να υπάρξει μία κοινή νομισματική πολιτική, για χώρες με τόσο διαφορετικές οικονομίες, όπως πρόσφατα επιβεβαίωσε με την έκθεση της η ΕΚΤ.
Η κοινή γραμμή τώρα που επιδιώκεται μετά το ξεκίνημα της πανδημίας, δεν έχει ακόμη οδηγήσει πουθενά – αφού υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για πολλά θέματα, όπως για το πακέτο των 750 δις € στα πλαίσια του «Ταμείου Ανασυγκρότησης» που ανακοίνωσε η Κομισιόν. Οι απόψεις διίστανται όσον αφορά το μέγεθος του, εάν είναι δηλαδή επαρκές ή όχι (κατά την άποψη μας ασφαλώς δεν είναι), καθώς επίσης το ποιά χώρα και πόσα χρήματα θα λάβει – εκτός αυτού, εάν η στήριξη θα έχει τη μορφή επιστρεπτέου δανείου ή επιδοτήσεων.
Η ελληνική κυβέρνηση βέβαια έχει θεωρήσει δεδομένη την επιδότηση που ενδεχομένως θα λάβει (τα 22 δις € περίπου), πιθανότατα χωρίς να αφαιρέσει το ποσοστό της αυξημένης συμμετοχής της στον προϋπολογισμό της ΕΕ – η οποία θα μείωνε το ποσόν στα 12-13 δις € ή στα 3,5 δις € περίπου ετήσια για τέσσερα χρόνια. Θεωρούμε όμως πως κάνει λάθος, αφού δεν έχει αποφασισθεί ακόμη τίποτα ενώ, ακόμη και αν αποφασισθεί, θα διαρκέσει αρκετό καιρό η εκταμίευση – με αποτέλεσμα στα τέλη του χρόνου να βρεθεί η Ελλάδα με δημόσιο χρέος άνω του 210% του ΑΕΠ της, με κόκκινο ιδιωτικό πάνω από το 180% του ΑΕΠ, καθώς επίσης ξανά με δίδυμα ελλείμματα.


Η ευρωπαϊκή τραγωδία

Περαιτέρω, μπορεί η αφορμή της νέας ευρωπαϊκής κρίσης να είναι ο COVID-19, αλλά ασφαλώς δεν πρόκειται για την αιτία – αφού δεν προκάλεσε τις εντάσεις που υπάρχουν εντός της ΕΕ, αλλά απλά τις έφερε στην επιφάνεια. Το μεγάλο «σεισμικό ρήγμα» δε εντός της διατρέχει την Ιταλία – τα προβλήματα της οποίας είναι τα εξής: (α) ένας πολύ μεγάλος και χρεοκοπημένος τραπεζικός τομέας, (β) ένα «καλπάζων» δημόσιο χρέος που στα τέλη του 2020 θα εκτοξευθεί στο 160% του ΑΕΠ της (γ) μία συνεχής μείωση της παραγωγικότητας της βιομηχανίας της (δ) ένα υψηλό ποσοστό ανεργίας, καθώς επίσης (ε) ένα στάσιμο στην ουσία ΑΕΠ που παρουσίασε άνοδο μόνο το 2010, όταν η ζήτηση από την Κίνα αυξήθηκε σημαντικά (γράφημα).
Το ιταλικό ΑΕΠ όμως, κατά την Παγκόσμια Τράπεζα, θα υποχωρήσει το 2020 τουλάχιστον κατά 13% – κάτι που μπορεί να κλονίσει επικίνδυνα ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αφού πρόκειται για την τρίτη ισχυρότερη οικονομία της ΕΕ, με τη Γαλλία να αποτελεί έναν πολύ μεγάλο δανειστή της. Υπενθυμίζουμε εδώ πως μετά την ευρωπαϊκή κρίση χρέους, οι γερμανικές επιχειρήσεις αγόρασαν πάρα πολλές ιταλικές, στα βόρεια της χώρας – ενώ, πριν την κρίση του COVID-19 η ΕΚΤ, στα πλαίσια της ποσοτικής χαλάρωσης (QE), κατείχε ήδη το 23% του ιταλικού δημοσίου χρέους.
Υπολογίζεται τώρα πως κατά τη διάρκεια της σημερινής κρίσης, εντός των επομένων έξι έως εννέα μηνών και εφόσον η ΕΚΤ συνεχίσει να στηρίζει την Ιταλία, θα χρειαστεί να αγοράσει ακόμη 20% του ιταλικού χρέους – επομένως είναι πολύ πιθανόν έως τα τέλη του 2020 να κατέχει το 40% έως το 45% τον ομολόγων της χώρας. Αυτήν ακριβώς τη χρονική στιγμή η ΕΚΤ θα κατέχει ουσιαστικά την Ιταλία – τονίζοντας όμως πως δεν πρόκειται για μία κανονική κεντρική τράπεζα ενός εθνικού κράτους.
Στην ουσία η ΕΚΤ είναι η κεντρική τράπεζα μίας συνομοσπονδίας κρατών – γεγονός που σημαίνει πώς έμμεσα οι Ιταλοί θα οφείλουν το μισό περίπου του χρέους τους στους Γερμανούς. Παραστατικά, κάθε φορά που ένας ξένος πουλάει ένα ιταλικό ομόλογο, αφαιρεί τα αντίστοιχα χρήματα από την Ιταλία και τα τοποθετεί σε μία γερμανική τράπεζα – οπότε στην πραγματικότητα οφείλονται στους Γερμανούς, μέσω της ΕΚΤ (γράφημα, πηγή), με τη Γερμανία να απορροφάει σταδιακά την Ιταλία.
Οι Γερμανοί λοιπόν παρακολουθούν εξαιρετικά προσεκτικά αυτούς τους αριθμούς, επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι, εάν σε κάποιο χρονικό σημείο οι Ιταλοί πλησιάσουν στην αθέτηση των χρεών τους λόγω της αδυναμίας εξυπηρέτησης τους, τότε είτε (α) η ίδια η ΕΚΤ θα πρέπει να αποπληρώσει με κάποιον τρόπο αυτό το χρέος, είτε (β) η Ιταλία θα χρεοκοπήσει, είτε (γ) θα υπογράψει μία δανειακή σύμβαση με τον ESM που θα ακολουθηθεί από ένα PSI.
Στην περίπτωση ενός σεναρίου λοιπόν, όπου το ιταλικό ΑΕΠ θα μειωνόταν κατά 15-20% λόγω της πανδημίας, η σχέση χρέος/ΑΕΠ της Ιταλίας θα εκτοξευόταν στα ύψη, τα δημόσια έσοδα της θα κατέρρεαν και η χώρα δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει με το χρέος της – οπότε θα έπρεπε να επιλέξει ποιο δρόμο θα ακολουθήσει.
Κανένας δεν γνωρίζει τι θα συνέβαινε τότε, με τις απαιτήσεις των άλλων κρατών-μελών της Ευρωζώνης απέναντι στην Ιταλία – ενώ η διατήρηση των επιτοκίων σε τόσο χαμηλά επίπεδα με τη βοήθεια της ΕΚΤ προβληματίζει τους Γερμανούς και όχι μόνο, επειδή αυτοί επιβαρύνονται κυρίως με τη συγκεκριμένη «χρηματοπιστωτική καταστολή» (ανάλυση). Δηλαδή οι γερμανοί αποταμιευτές, επιχειρήσεις και ιδιώτες, καθώς επίσης οι τράπεζες τους – οι οποίες έτσι και αλλιώς είναι προβληματικές.
Συνεχίζοντας, είναι ξεκάθαρο πως με κριτήριο το μέγεθος της κρίσης, η οποία έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις για την Ιταλία και την Ισπανία, το πακέτο των 750 δις €, ακόμη και αν εγκριθεί, θα μοιάζει με έναν λευκοπλάστη που υπόσχεται κάποιος σε έναν βαριά πληγωμένο, μετά από έξι μήνες – όταν η πληγή θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί αμέσως, αφού η οποιαδήποτε περαιτέρω αιμορραγία θα του προκαλούσε πολλά δεινά, ίσως ανεπανόρθωτα.
Το γεγονός αυτό θυμίζει την κρίση του 2010 και την Ελλάδα – το δίδαγμά της δηλαδή, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να ληφθούν επαρκή μέτρα διάσωσης με τα πρώτα σημάδια μίας σοβαρής κρίσης, έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί η οικονομική ζημία. Όλοι γνωρίζουν πάντως τα δυσμενή αποτελέσματα της πολιτικής λιτότητας και των μνημονίων – ενώ τα τρία μεγαλύτερα ελληνικά πολιτικά κόμματα που υπηρέτησαν και υπηρετούν τη συγκεκριμένη πολιτική, είναι τα μοναδικά στον πλανήτη που τάσσονται υπέρ των μνημονίων!
Το αστείο δε είναι το ότι, κατηγορούν όλους εκείνους που τάσσονται εναντίον, ισχυριζόμενα πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση (ΤΙΝΑ) – ότι δηλαδή ο δρόμος προς την υποδούλωση και στην απόλυτη καταστροφή είναι μονόδρομος! Ακόμη πιο απλά, προσπαθούν να πείσουν τους Έλληνες ότι, το πρόβλημα είναι η λύση – θεωρώντας προφανώς πως απευθύνονται σε ανόητους ιθαγενείς, αφού ολόκληρος ο υπόλοιπος πλανήτης έχει την ακριβώς αντίθετη άποψη.
Ακόμη και ο αναπληρωτής διευθυντής πάντως του ΔΝΤ στην Ευρώπη, κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, ο οποίος βίωσε από κοντά τα καταστροφικά αποτελέσματα των επίσημων ή ανεπίσημων μνημονίων, γράφοντας πρόσφατα το βιβλίο «Euro tragedy», ήταν ένας από αυτούς που τάσσονταν το 2015 υπέρ της εκδίωξης της Γερμανίας από την Ευρωζώνη, λόγω της πολιτικής λιτότητας που επέβαλε – δηλώνοντας ότι, «Η Γερμανία και όχι η Ελλάδα πρέπει να φύγει από το ευρώ» (πηγή).
Σε κάθε περίπτωση η συγκεκριμένη πολιτική προκάλεσε στην Ελλάδα και όχι μόνο μία θανατηφόρα ασθένεια: τον αποπληθωρισμό που έθεσε σε λειτουργία το καθοδικό σπιράλ του θανάτου, το οποίο ξεκίνησε ξανά από το πρώτο τρίμηνο του 2020 – όπου η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραψε ύφεση -0,9% και αποπληθωρισμό -1,1%. Ας μην ξεχνάμε δε πως το δημόσιο χρέος μας εξυπηρετείται ακόμη, λόγω των 95 δις € που επιμηκύνθηκαν για μετά το 2032, με αντάλλαγμα την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας και τη μετατροπή της Ελλάδας σε αποθήκη παράνομων μεταναστών – ενώ το επόμενο αντάλλαγμα θα είναι η συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με την Τουρκία.
Είναι ακατανόητο πάντως το ότι, δεν γίνεται αντιληπτή η ύπαρξη δύο μόνο λύσεων για τις υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ – οι οποίες σταδιακά θα συμπαρασύρουν όλες τις άλλες. Η μία είναι ο πληθωρισμός, ενώ η άλλη η διαγραφή χρεών – ενδεχομένως με το πάγωμα τους από την ΕΚΤ (ανάλυση). Επειδή όμως δεν συμφωνεί η Γερμανία, η ΕΕ οδηγείται στην καταστροφή – οπότε είναι μονόδρομος η εκδίωξη της από τη νομισματική ένωση.

Επίλογος

Η Ιταλία βρέθηκε στο επίκεντρο της υγειονομικής κρίσης, όπως επίσης η Ισπανία – ενώ, κρίνοντας από την απόφαση του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου, κανένας δεν γνωρίζει για πόσο ακόμη χρονικό διάστημα η ΕΚΤ θα στηρίζει τις αγορές ομολόγων. Με τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει, η παραμονή της στην Ευρωζώνη είναι συνώνυμη με την αυτοκτονία της – με την πλήρη απορρόφηση της δηλαδή από τη Γερμανία και με το ξεπούλημα των επιχειρήσεων της μέσω ενός PSI που θα αναγκασθεί να υπογράψει, κατά το παράδειγμα της Ελλάδας.
Τα περί σχεδίου Μάρσαλ δε είναι ένας μύθος, όπως έχουμε ήδη αναλύσει (πηγή) – ενώ τα 750 δις € του «Ταμείου Ανασυγκρότησης» θα αποδειχθούν πιθανότατα ως μία παγίδα της Γερμανίας (ανάλυση), με στόχο να κερδίσει χρόνο για τη δρομολόγηση της στρατηγικής της που δεν είναι άλλη από την κατάληψη της Ευρώπης, αυτή τη φορά με οικονομικά όπλα. Η μάχη της ΕΕ λοιπόν θα κριθεί στην Ιταλία – όπου εάν «πέσει», τότε θα ακολουθήσουν αμέσως μετά η Ισπανία και η Γαλλία που ήδη ευρίσκονται σε μία έντονη καθοδική πορεία. Υπάρχει βέβαια το ενδεχόμενο στήριξης της από την Κίνα – κάτι που όμως είναι εξαιρετικά αβέβαιο, ενώ τα ανταλλάγματα που θα θελήσει η κίτρινη δύναμη θα είναι πολύ μεγάλα.
Σε κάθε περίπτωση, το τέλος της ευρωπαϊκής τραγωδίας πλησιάζει – ενώ το μοναδικό ερώτημα δεν είναι το εάν θα συμβεί, αλλά το πότε και το πώς. Η Ελλάδα πάντως, με τη γερμανόφιλη κυβέρνηση της, είναι ήδη το 17ο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Γερμανίας – μόνο με υποχρεώσεις και με καθόλου δικαιώματα.
από Βασίλης Βιλιάρδος4 Ιουλίου 2020

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου