Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ – Ignace de la Potterie (27)

             
               IGNACE  DE LA POTTERIE, S. J.
                Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ
                                 ΤΟΜΟΣ  1ος
   Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
                             ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
                ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ :  ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΗΝ 1Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ
     
Στο πρώτο μέρος της μελέτης μας παρατηρήσαμε ότι για τον άγιο Ιωάννη η αλήθεια έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τον πρόσωπο του Ιησού. Εξίσου σημαντική είναι και η σχέση της με το Άγιο Πνεύμα την οποία τώρα θα ερευνήσουμε. Η διατύπωση τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας είναι αυτή που συναντάται συχνότερα από όλες τις εκφράσεις που στο έργο του Ιωάννη εμπεριέχουν τον όρο αλήθεια: αναφέρεται τέσσερις φορές (Ιωάν. 14,17/ 15,26/ 16,13/ 1η Επ. 4,6), και συγκαταλέγεται στα κείμενα του Ιωάννη στην Κ. Δ. Αλλά υπάρχουν και άλλα κείμενα στα οποία ο Ιωάννης συνδέει τις λέξεις «πνεύμα» και «αλήθεια» με τρόπο που να υποδεικνύεται κάθε φορά η πρακτική αντιστοιχία τον δύο όρων: ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ (δύο φορές στο Ιωάν. 4, 23και 24), ὅτι τὸ Πνεῦμά ἐστιν ἡ ἀλήθεια (1η Επ. 5,6). Συνολικά συναντάμε επτά αποσπάσματα τα οποία καθιερώνουν μια στενή σχέση ανάμεσα στο Πνεύμα και την αλήθεια: αυτή η συχνή χρήση της λεκτικής προσέγγισης των όρων, και μόνο από στατιστική άποψη, είναι ήδη αποκαλυπτική: στην σκέψη του αγίου Ιωάννη, η αλήθεια του Ιησού βρίσκεται αναγκαστικά για τον χριστιανό υπό την επήρεια του Πνεύματος.
     Οι διαφορετικές όμως αυτές εκφράσεις, που μόλις αναφέραμε εμφανίζονται με πολύ διαφορετικό περιεχόμενο και με ιδιαίτερα νοήματα στα κείμενα που αναφέρονται. Θα πρέπει επομένως να τις μελετήσουμε ξεχωριστά. Θα ξεκινήσουμε από τα δύο αποσπάσματα της 1ης Επιστολής, που έχουν ένα λιγότερο περίπλοκο θεολογικό περιεχόμενο από αυτά του Ευαγγελίου.
Ι. Το Πνεύμα της αληθείας και το Πνεύμα της πλάνης
   

  Η έκφραση τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας ανήκει σε ένα απόσπασμα (4,6 της 1ης Επιστολής) στο οποίο οι αληθινοί πιστοί αντιπαρατίθενται  στον αντίχριστο, τους ψευδοπροφήτες. Ο Ιωάννης καλεί τους πιστούς να δοκιμάζουν αν τα πνεύματα είναι εκ Θεού. Και αφού υποδείξει διάφορα κριτήρια καταλήγει: «ἐκ τούτου γινώσκομεν τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας καὶ τὸ πνεῦμα τῆς πλάνης» (4,6). Είναι το μοναδικό κείμενο του Ιωάννη στο οποίο τα δύο πνεύματα αντιπαρατίθενται άμεσα.
Α. Προέλευση της έκφρασης «τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας»
     1. Στα Χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας περιλαμβάνεται ένα σημαντικό απόσπασμα που αναφέρεται στην θεωρία των δύο πνευμάτων: η έκφραση αυτή επανέρχεται αρκετές φορές. Το απόσπασμα λέει: « (Ο Θεός) έπλασε τον άνθρωπο για να κυριαρχήσει στην γη. Και διέθεσε για τον άνθρωπο δύο πνεύματα, με τα οποία θα βαδίζει μέχρι την έλευσή του: είναι το πνεύμα της αλήθειας και το πνεύμα της διαστροφής». Το πνεύμα της αλήθειας αποκαλείται επίσης «ο Πρίγκηψ των φώτων», «το πνεύμα του φωτός», «ο Άγγελος της αλήθειας», «το άγιο πνεύμα». Από τις ονομασίες αυτές προκύπτει ότι το πνεύμα τη αλήθειας δεν είναι μόνο μια εσωτερική αίσθηση, αλλά επίσης και μια προσωπική ύπαρξη, ένας άγγελος.
     Το πνεύμα της αδικίας έχει επίσης διάφορες ονομασίες: «πνεύμα του σκότους», ή «Άγγελος του σκότους»· πρόκειται για τον Βελιάλ, ο οποίος αναφέρεται στην αρχή των Χειρογράφων, και ο οποίος στον Κανόνα του Πολέμου προσδιορίζεται ως «ο Άγγελος της εχθρότητας και της προδοσίας» που συνοδεύεται από την ακολουθία των αγγέλων στης καταστροφής. «Τα πνεύματα της αλήθειας και της διαστροφής πολεμούν στην καρδιά του καθενός μας» ως τους έσχατους χρόνους. Διότι διαθέτουν αντίστοιχους «δρόμους», εμπνέοντας στους ανθρώπους δύο αντίθετες ηθικά συμπεριφορές: τον δρόμο της δικαιοσύνης και τον δρόμο της ασέβειας. Αλλά όταν ο Θεός επισκεφτεί τον άνθρωπο θα τον καθαρίσει από την ασεβή συμπεριφορά δια του αγίου πνεύματος, και το πνεύμα της ασέβειας θα εξουδετερωθεί δια παντός. Εκτός από τα Χειρόγραφα, στα οποία «το πνεύμα της αληθείας» αναφέρεται μόνο στον ενικό, υπάρχουν και άλλα κείμενα του Κουμράν, στα οποία γίνεται λόγος για «πνεύματα της αλήθειας» στον πληθυντικό, που υποδεικνύουν το σύνολο των καλών πνευμάτων.
     2. Μια παρόμοια θεωρία εμφανίζεται και στις Διαθήκες των XII Πατριαρχών: «Τέκνα μου, μάθετε ότι δύο πνεύματα ασχολούνται με τον άνθρωπο: το πνεύμα της αλήθειας και το πνεύμα της πλάνης». Και εδώ μπορούμε να παραθέσουμε επίσης ανάλογες ονομασίες για κάθε ένα από τα δύο πνεύματα. Είναι όμως ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η διατύπωση είναι ακριβώς ίδια με αυτήν της 1ης Επιστολής του Ιωάννη στον στίχο 4,6.
     3. Είναι επίσης ενδιαφέρον να εξετάσουμε ένα απόσπασμα του Ποιμένα του Ερμά: Η κατεύθυνση της σκέψης του συγγραφέα βρίσκεται πολύ κοντά στην ιουδαϊκή παράδοση παρότι διακρίνουμε μια προσπάθεια εκχριστιανισμού της ιουδαϊκής θεολογικής ορολογίας. Ο Ερμά που κατηγορεί τον εαυτό του επειδή σε όλη του την ζωή υπήρξε δόλιος, τού απευθύνει δια του Ποιμένος την ακόλουθη συμβουλή: «Ως υπηρέτης του Θεού θα όφειλες να πορεύεσαι εν αληθεία, να μην επιτρέψεις την συνύπαρξη εντός σου της κακής συνείδησης μετά του πνεύματος της αληθείας, συνθλίβοντας αυτό το σεβάσμιο και αξιόπιστο πνεύμα». Δεν είναι εύκολο να προσδιορίσουμε με ακρίβεια το νόημα των λέξεων πνεῦμα και πνεύματα στον Ερμά. Κατά τον J.P. Audet κανένα κείμενο του Ποιμένα δεν μας επιτρέπει να δούμε το άγιο πνεύμα ως θείο Πρόσωπο: επομένως αυτό το έργο δεν προσφέρει κάτι καινούργιο στην ιουδαϊκή θεολογία σε σχέση με τα υπόλοιπα θεολογικά κείμενα. Αντίθετα, για τον M. Dibelius και τον R. Joly, ο Ερμά επαναλαμβάνει το ουσιαστικότερο μέρος της ιουδαϊκής θεωρίας περί των πνευμάτων, όπως αυτή εμφανίζεται στις Διαθήκες, και επιχειρεί να την εκχριστιανίσει συνδυάζοντάς την με την χριστιανική θεωρία περί του Αγίου Πνεύματος, χωρίς όμως να το κατορθώνει. Ο J. Danielou συμφωνεί και προσθέτει:  στον Ποιμένα διακρίνουμε μια μεταφορά στην τριάδα της ορολογίας των Εσσαίων· η αντιπαράθεση των δύο αγγέλων στα κείμενα του Κουμράν επανέρχεται εδώ με την μορφή της αντιπαράθεσης του Αγίου Πνεύματος στον Δαίμονα.
     Η ερμηνεία αυτή μας φαίνεται υπερβολική. Διότι εάν το πνεύμα, σ’ αυτή την περίπτωση, αντιπροσώπευε το Άγιο Πνεύμα, τότε πώς εξηγείται το ότι στη συνέχεια των ίδιων Εντολών, το πνεύμα το ποίο μας παραδίδει ο Κύριος μπορεί να μετατραπεί σε «αναληθές» από αυτούς που αρνούνται την αλήθεια; Θα πρέπει μάλλον να παραδεχτούμε ότι η λέξη πνεῦμα δεν έχει παντού το ίδιο νόημα.
     Σε αρκετά σημεία όμως αυτού του κειμένου το πνεύμα έχει το νόημα μιας ύπαρξης προσωπικής, υπερβατικής και θείας. Σύμφωνα με μια παράξενη θεολογική αντίληψη που ανήκει αποκλειστικά στο Ερμά, «το προϋπάρχον Άγιο Πνεύμα – δημιουργός των πάντων» ενσαρκώθηκε στον Ιησού. Σε άλλο σημείο αναφέρει ότι αυτό που κατοικεί μέσα στον άνθρωπο είναι το Άγιο Πνεύμα, αλλά στη συνέχει προσδιορίζει ότι είναι ο Κύριος, σαν να επρόκειτο για πλήρη αντιστοιχία ανάμεσα στο Πνεύμα και τον Κύριο· γεγονός που δεν πρέπει να μας εκπλήσσει διότι «εκείνη την εποχή υπήρχε σχεδόν πλήρης σύγχυση ανάμεσα στον Υιό και το Άγιο Πνεύμα». Ο στίχος στον οποίο εμφανίζεται η έκφραση «το πνεύμα της αλήθειας», προϋποθέτει την προσωποποιημένη ερμηνεία του: λέγεται ότι δεν πρέπει να «προκαλείται λύπη» σε αυτό το σεβάσμιο και αξιόπιστο πνεύμα (λυπεῖ το πνεῦμα), έκφραση που παραπέμπει πιθανότατα σε ένα παύλειο κείμενο το οποίο αναμφίβολα αναφέρεται στο Άγιο Πνεύμα (Εφ. 4,30 καὶ μὴ λυπεῖτε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον τοῦ Θεοῦ).
     Σύμφωνα όμως με άλλες ενδείξεις το νόημα της έκφρασης είναι απρόσωπο. Διότι εάν δεχθούμε ότι το επίθετο σεβάσμιο (σεμνόν) που συνοδεύει εδώ τον όρο «πνεύμα» χρησιμοποιείται μερικές φορές και για τον Χριστό («ο σεβασμιότατος Άγγελος»), τις περισσότερες φορές έχει ένα απλώς ηθικό νόημα, και προσδιορίζει τα έργα, τις επιθυμίες, μια κλήση ή «αγίους» ανθρώπους. Επιπλέον στο ίδιο απόσπασμα των Εντολών, το «πνεύμα της αληθείας» αντιπαρατίθεται στην «πονηρά συνείδηση», γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πνεῦμα της αληθείας αντιπροσωπεύει εδώ μια εσωτερική προτροπή του ανθρώπου· αποτελεί δηλαδή την αρχή της ενάρετης βιωτής, «την αγαθή συνείδηση».
     Υπάρχουν επομένως εδώ δύο διαφορετικές και αντίθετες ερμηνείες. Το μοναδικό έγκυρο συμπέρασμα θα ήταν ότι ο Ερμά δεν διέκρινε καθαρά την διαφορά ανάμεσα στο «πνεύμα αληθείας», μια εσωτερική αίσθηση του ανθρώπου, και «το Πνεύμα της αληθείας», την υπερβατική και θεία ύπαρξη, που αποτελεί αιτία και παράγοντα αυτής της εσωτερικής ηθικής δύναμης.
     4. Ας ερευνήσουμε τώρα με ποίο τρόπο ο στίχος 4,6 της 1ης Επιτολής αξιοποιεί το ζήτημα των δύο πνευμάτων της ιουδαϊκής παράδοσης. Στο κείμενο του Ιωάννη υπάρχει το εξής χαρακτηριστικό: η θεωρία των δύο πνευμάτων εφαρμόζεται στην συγκεκριμένη περίπτωση της διάκρισης των αληθών από του ψευδείς προφήτες: « δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον» (4,1).
     Το ζήτημα του αληθούς και του ψευδοπροφήτη υπάρχει και στην Διδαχή, αλλά δεν συνδέεται όπως εδώ με το θέμα των δύο πνευμάτων. Στα χειρόγραφα του Κουμράν δεν γίνεται αναφορά σε αληθείς και ψευδείς προφήτες αλλά μόνο σε δύο πνεύματα· το ίδιο συμβαίνει και με τις Διαθήκες των 12 Πατριαρχών. Αντίθετα στον Ποιμένα του Ερμά οι δύο έννοιες σχετίζονται, όπως και στην Επιστολή του Ιωάννου. Ο Ερμά ρωτάει: «Πώς θα αναγνωρίσουμε Κύριε ποιος μεταξύ τους είναι ο αληθινός και ποιος ο ψευδής προφήτης;» Ο Ποιμένας του υποδεικνύει ορισμένα κριτήρια και καταλήγει: «Ιδού πώς θα εκδηλωθεί το Πνεύμα της θεότητας· αυτή είναι η δύναμις του Κυρίου επί του Πνεύματος της θεότητας». Ολόκληρο αυτό το απόσπασμα σχετίζεται με την 1η Επιστολή εδ. 4,1-6: και στις δύο περιπτώσεις ο αληθής και ο ψευδής προφήτης εμφορούνται εσωτερικά από κάποιο πνεύμα, αγαθό ή κακό· και τούτο αναγνωρίζεται σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια: κριτήρια ηθικής τάξεως στον Ποιμένα, κριτήρια ταυτόχρονα δογματικά και ηθικά στο κείμενο του Ιωάννη. Είναι επομένως σαφές ότι η προσέγγιση της διάκρισης των πνευμάτων με την διάκριση των προφητών είναι καθαρά χριστιανικής προέλευσης. Και τούτο είναι κατανοητό αφού η προφητεία, που σχεδόν απουσιάζει στον ύστερο ιουδαϊσμό, αναγεννιέται στην πρώτη Εκκλησία· και επιπλέον είναι φυσικό να συναρτάται με το θέμα της διάκρισης των πνευμάτων διότι την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν  διάφορες ετερόδοξες διδασκαλίες μεταξύ των χριστιανών που απειλούσαν την καθαρότητα της πίστεως.
     5. Μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα ασφαλές συμπέρασμα: η αντίθεση ανάμεσα στο πνεύμα της αληθείας και το πνεύμα της πλάνης τις 1ης Επιτολής του Ιωάννη έλκει την προέλευσή της από την ιουδαϊκή θεολογία των δύο πνευμάτων και των δύο οδών. Στον χριστιανισμό η θεωρία της διάκρισης των πνευμάτων εφαρμόζεται άμεσα στην διάκριση των αληθών και των ψευδο-προφητών· υπάρχει όμως μια αντιστοιχία με τον ηθικό και εσχατολογικό δυαλισμό που χαρακτηρίζει τον ύστερο ιουδαϊσμό.
Β. Το πνεύμα της αληθείας στην 1η Επιστολή 4,6
     Στο φως αυτής της αναδρομής και των παραλληλισμών που προηγηθήκαν μπορούμε τώρα να προσδιορίσουμε το νόημα της διατύπωσης «το πνεύμα της αληθείας και το πνεύμα της πλάνης» στην 1η Επιστολή εδ. 4,6. Θα ξεκινήσουμε διατυπώνοντας δυο ερωτήματα:1) Αναφέρεται ο Ιωάννης απλώς σε εσωτερικές παρορμήσεις ή σε προσωπικές υπάρξεις; Και σ’ αυτή τη δεύτερη περίπτωση, το πνεύμα της αληθείας είναι γι’ αυτόν ένας άγγελος, όπως για τους πιστούς στο Κουμράν, ή το πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος, όπως στα μετέπειτα χριστιανικά κείμενα; 2) Ποιό ρόλο και ποιά λειτουργία έχει κατά τον Ιωάννη το πνεύμα της αληθείας στον χριστιανικό βίο;
1. Εσωτερική παρόρμηση ή προσωπικό Πνεύμα;
     Το ερώτημα του προσωπικού ή απρόσωπου χαρακτήρα του πνεύματος δεν μπορεί να απαντηθεί μόνο με την μελέτη της προέλευσης της διατύπωσης διότι όπως είδαμε οι δύο αυτές όψεις βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση. Δεν θα ήταν εξ’ άλλου παράδοξο να δούμε τον Ιωάννη να επανερμηνεύει με εντελώς πρωτότυπο τρόπο  εκφράσεις προερχόμενος από την ιουδαϊκή παράδοση: έχουμε ήδη συναντήσει τέτοια παραδείγματα και θα συναντήσουμε και άλλα. Για να απαντήσουμε στο ερώτημα θα πρέπει να μελετήσουμε το πλαίσιο που περιβάλει το εδ. 4,6 της 1ης Επιστολής.
     1. Κατ’ αρχήν είναι εντελώς  αδύνατον να ταυτίσουμε το πνεύμα της αληθείας με κάποιο άγγελο, διότι πουθενά στις επιστολές δεν γίνεται αναφορά σε (αγαθούς) αγγέλους· αφ’ ετέρου η καθαρά ψυχολογικής και ηθικής φύσεως ερμηνεία του πνεύματος της αληθείας είναι εντελώς ανεπαρκής. Το πνεύμα αυτό αποκαλείται «πνεύμα του Θεού» (4,2), πνεύμα «εκ του Θεού» (4,1.2), ή «το οποίο μας παρέδωσε ο Θεός» (3,24), και εκ του οποίου γνωρίζουμε την κοινωνία μας με τον Θεό. Το ίδιο κριτήριο της κοινωνίας μας με το θείο επαναλαμβάνεται στη συνέχει (4,13) με περισσότερη ακρίβεια: το Πνεύμα που μας παραδίδει ο Θεός είναι το δικό του Άγιο Πνεύμα, διότι προέρχεται εκ του Θεού (βλ. προς Ρωμ. 5,5/8,9). Και απόδειξη είναι ότι το πλαίσιο των στ. 4,13-14 φαίνεται να έχει τριαδικό χαρακτήρα: δια του χαρίσματος του Πνεύματος μπορούμε να μαρτυρήσουμε ότι ο Πατήρ απέστειλε τον Υιό του δια να σώσει τον κόσμο. Η ίδια παρατήρηση ισχύει και για τον στ. 5,6 της Επιστολής στον οποίο υπάρχει προσέγγιση των εννοιών πνεύμα και αλήθεια. Είναι λοιπόν ορθό να συμπεράνουμε ότι η έκφραση το πνεῦμα της αληθείας εμπεριέχει, έστω και έμμεσα, αναφορές στο Άγιο Πνεύμα.
     2. Όμως σε αυτό το απόσπασμα μετά βίας διακρίνουμε μια αναφορά  στον προσωπικό και υπερβατικό χαρακτήρα του πνεύματος· είναι πολύ λιγότερο εμφανές από ότι στα αντίστοιχα αποσπάσματα του Ευαγγελίου. Τούτο οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι εδώ γίνεται λόγος για την διάκριση των πνευμάτων: το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίζεται συγκεκριμένα μέσα στο άνθρωπο δια των ενεργειών του· πώς είναι επομένως δυνατό να διακρίνουμε οριστικά την παρουσία του; Η ίδια ασάφεια ανάμεσα σε εσωτερική παρόρμηση και προσωπική ύπαρξη παρατηρείται επίσης στην παράδοση στην οποία αποδίδεται αυτός ο στίχος. Πρόκειται για μια δυσδιάκριτη κατάσταση: όταν γίνεται αναφορά στην διάκριση των πνευμάτων (στ. 4,1), επιχειρείται μια επίκληση σε εξωτερικά κριτήρια που θα επέτρεπαν την διάγνωση των εσωτερικών τάσεων και παρορμήσεων που ενεργούν μέσα στον άνθρωπο. Σ’ αυτό το ψυχολογικό και ηθικό πλαίσιο κυριαρχούν οι ίδιες οι παρορμήσεις και το ηθικό τους περιεχόμενο, και όχι τόσο το μεταφυσικό περιεχόμενο της υπερβατικής υπάρξεως που τις εμπνέει.
            Τούτο δεν σημαίνει ότι θα παραβλέψουμε την προσωπική ύπαρξη. Στα κείμενα του Κουμράν και ακόμη περισσότερο στον Ποιμένα του Ερμά, η παρουσία του είναι εμφανής. Το ίδιο συμβαίνει και στο κείμενο του Ιωάννη όπως αποδεικνύουν οι προηγούμενες παρατηρήσεις. Το Πνεύμα της αλήθειας που επιδρά στους αληθινούς πιστούς είναι όντως το Άγιο Πνεύμα, που αναγνωρίζεται από τις ενέργειές του· και παράλληλα το πνεύμα της πλάνης που εμπνέει τους ψευδοπροφήτες είναι ο Πονηρός (2,14), ο Διάβολος (3,8). Σε σχέση με την ιουδαϊκή παράδοση στην οποία «το πνεύμα της αληθείας» ταυτιζόταν με έναν άγγελο, η διακριτική εφαρμογή της ίδιας διατύπωσης στο Άγιο Πνεύμα αποτελεί προφανώς μια αληθινή χριστιανική πρωτοτυπία στο κείμενο του Ιωάννη.
(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου