Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020

Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς - ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ (18)

 Συνέχεια από Πέμπτη, 22 Οκτωβρίου 2020

6. Λέγουν λοιπόν, όπως είπες εσύ, ότι οι φωτισμοί στον παλαιό νόμο είναι συμβολικοί. Εκείνοι λοιπόν τούτο ακριβώς δείχνουν, ότι υπάρχει ιερός φωτισμός του οποίου αυτοί έγιναν σύμβολο. Και ότι σύμβολα αυτού ήταν οι περισσότεροι από εκείνους το διδαχθήκαμε και από τον άγιο Νείλο που λέγει, «όταν ο νους απεκδυθεί τον παλαιό άνθρωπο, και επενδυθεί τον νέο της χάριτος, τότε κατά τον καιρό της προσευχής θα δει και την κατάσταση του εαυτού του παρόμοια με ζαφείρι ή με ουράνιο χρώμα, την οποία η Γραφή και τόπο του Θεού ονομάζει, τον οποίο είδαν οι πρεσβύτεροι στο όρος Σινά». Επίσης ακούμε και τον άγιο Ισαάκ να λέγει· «κατά τον καιρό της προσευχής ο κεχαριτωμένος νους βλέπει την καθαρότητά του, όμοια με την επουράνια χροιά (απόχρωση), που από τη γερουσία του Ισραήλ ονομάσθηκε τόπος του Θεού, όταν φανερώθηκε σ’ αυτούς στο όρος». Βλέπεις πως εκείνα είναι σύμβολα των όσων τελούνται τώρα μέσα στις καθαρές καρδιές; Ο Ιωάννης πάλι ο χρυσός και στη γλώσσα και στη διάνοια, διευκρινίζοντας εκείνο το αποστολικό, «ο Θεός, ο οποίος είπε να λάμψει φως από το σκοτάδι, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας», «δείχνει», λέγει, «αυτό ότι η δόξα του Μωυσή αστράφτει μέσα μας μετά προσθήκης (με περίσσεια)· γιατί, όπως έλαμψε στο πρόσωπο του Μωυσή, έτσι έλαμψε και μέσα στις καρδιές μας»· και στη συνέχεια· «στην αρχή βέβαια της κτίσεως είπε, και εγένετο φώς· τώρα όμως δεν είπε, αλλ’ ο ίδιος έγινε προς χάρη μας φώς». Εάν λοιπόν το φως στην αρχή της κτίσεως ή εκείνο που έλαμψε στο πρόσωπο του Μωυσή ήταν γνώση μέτρια, θα ήταν υψηλότερη γνώση και η έλλαμψη μέσα στις καρδιές μας, αφού δέχθηκε προσθήκη. Επειδή όμως εκείνη δεν ήταν γνώση, αλλά λαμπρότητα εκδηλούμενη στο πρόσωπο, και η μέσα μας έλλαμψη δεν είναι γνώση, αλλά λαμπρότητα της ψυχής, που εκδηλώνεται μέσα στον καθαρό νου. Αφού λοιπόν εκείνη γίνεται ορατή με αισθητούς οφθαλμούς, πρέπει κατ’ ανάγκη να την ονομάζομε αισθητή, όπως και αυτήν εδώ νοητή, επειδή γίνεται ορατή με νοητά μάτια και ενεργείται μέσα μας.

7. Αλλ’ ούτε εκείνη ήταν απλώς αισθητή, αν και φαινόταν επάνω στο προφητικό πρόσωπο, εφόσον, σύμφωνα με τον άγιο Μακάριο, τη λαμπρότητα του φωτός του προσώπου του Μωυσή δέχονται τώρα στην ψυχή οι άγιοι. Το ίδιο αυτό φως καλεί αυτός και δόξα του Χρίστου και το θεωρεί πάνω από την αίσθηση, αν και φανερώθηκε αισθητά, προβάλλοντας εκείνον τον αποστολικό λόγο μαζί με μικρή προσθήκη· «εμείς όμως όλοι με ακάλυπτο πρόσωπο», δηλαδή με το νοερό φως του, «βλέπουμε σαν μέσα σε καθρέφτη (κατοπτριζόμεθα) την ίδια εικόνα, μεταμορφούμενοι από λαμπρότητα σε λαμπρότητα (ἀπό δόξης εἰς δόξαν), με την περιουσία (περίσσεια) δηλαδή της μέσα μας λαμπρότητας, η οποία καθίσταται πάντοτε από το θεϊκό φώς όλο και περισσότερο λαμπρότερη». Τί λέγει επίσης και ο άγιος Διάδοχος; «Δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε ότι, όταν ο νους αρχίσει να ενεργείται πυκνά από το θείο φώς, γίνεται ολόκληρος διαφανής, ώστε να βλέπει πλούσια το ίδιο το φώς του· γιατί αυτό συμβαίνει γενικά, όταν η δύναμη της ψυχής γίνει κυρίαρχος των παθών». Τί επίσης λέγει ο θειος Μάξιμος; «Ο ανθρώπινος νους δεν θα μπορούσε να ανεβεί τόσο πολύ, ώστε να επιτύχει θεία έλλαμψη, αν δεν τον αποσπάσει προς το μέρος του ο ίδιος ο Θεός και δεν τον κατεφωτίσει με τις θείες ακτινοβολίες του». Τί (λέγει) επίσης μαζί με τον μέγα Βασίλειο και ο Νείλος, ο περιβόητος στύλος της αλήθειας; «Ο καππαδόκης Βασίλειος λέγει, ότι την ανθρώπινη γνώση την ισχυροποιεί η μελέτη και άσκηση, ενώ εκείνη που δίνεται από τη θεία χάρη, η δικαιοσύνη και το έλεος· και την πρώτη βέβαια είναι δυνατόν να τη δεχθούν και οι εμπαθείς, τη δεύτερη όμως τη δέχονται μόνον οι απαθείς, οι οποίοι και βλέπουν κατά τον καιρό της προσευχής το φώς του νου τους να τους περιλάμπει». Αντιλήφθηκες, αδελφέ, με σαφήνεια, ότι ο νους που απαλλάχθηκε από τα πάθη βλέπει ο ίδιος τον εαυτό του κατά την προσευχή σαν φώς και περιλάμπεται με θειο φώς; Τώρα λοιπόν, προσφέροντας πάλι υπάκουο αυτί, άκουσε και τον φερώνυμο Μακάριο, τον οποίο ο πολύς στα θεία Νείλος χαρακτηρίζει σκεύος εκλογής και ο οποίος στα Κεφάλαια που διασκευάσθηκαν από τον Μεταφραστή λέγει· «η πλήρης έλλαμψη του πνεύματος δεν είναι σαν αποκάλυψη νοημάτων μόνον, αλλά πραγματική και παντοτινή έλλαμψη υποστατικού φωτός μέσα στις ψυχές· γιατί το λεγόμενο, “εκείνος που είπε να λάμψει φως από το σκοτάδι, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας”, και το “φώτισε τους οφθαλμούς μου, μήπως με κυριεύσει ο ύπνος του θανάτου”, και το, “στείλε μου το φως σου και την αλήθεια σου, τα oποία θα με οδηγήσουν στο άγιο όρος σου”, και το, “αποτυπώθηκε και έλαμψε επάνω μας το φως του προσώπου σου”, και όλα τα παρόμοια με αυτά, το ίδιο παριστάνουν». Είπε “υποστατικό”, για να φράξει τα στόματα εκείνων που ως φωτισμό θεωρούν μόνο τη γνώση και μεταστρέφουν την διάνοια των πολλών, και πριν από τις άλλες τη δική τους, με το να εκλαμβάνουν παρερμηνευμένο κάθετι που θα έλεγε κανείς για το φως εκείνο. Εγώ όμως θεωρώ φως και τη γνώση η οποία παρανομάζεται από εκείνον φωτισμός, γιατί χορηγείται από αυτόν, όπως είπα και παραπάνω (στην παράγραφο 3).


Αρχαίο κείμενο
6. Φασί γάρ, ὡς αὐτός εἶπες, συμβολικούς εἶναι τούς ἐν τῷ πάλαι νόμῳ φωτισμούς. Ἐκεῖνοι τοίνυν τοῦτ᾿ αὐτό δεικνύουσιν ὡς ἔστιν ἱερός φωτισμός οὗ γεγόνασιν αὐτοί σύμβολον. Ὅτι δέ τούτου ἦσαν οἱ πλείους ἐκείνων σύμβολα καί παρά τοῦ ἁγίου μεμαθήκαμεν Νείλου λέγοντος, «ὅταν ὁ νοῦς, τόν παλαιόν ἄνθρωπος ἀποδυσάμενος, τόν ἐκ τῆς χάριτος ἐπενδύσηται, τότε καί τήν ἑαυτοῦ κατάστασιν ὄψεται κατά τόν καιρόν τῆς προσευχῆς σαπφείρῳ ἤ οὐρανίῳ χρώματι παρεμφερῆ, ἥντινα καί τόπον Θεοῦ ἡ Γραφή ὀνομάζει, ὑπό τῶν πρεσβυτέρων ὀφθέντα ὑπό τό ὄρος Σινᾶ». Ὡσαύτως δέ καί τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ ἀκούομεν λέγοντος˙ «κατά τόν καιρόν τῆς προσευχῆς ὁρᾶν τήν ἑαυτοῦ καθαρότητα τόν κεχαριτωμένον νοῦν, ὁμοίαν τῇ ἐπουρανίῳ χροιᾷ, ἥτις Θεοῦ ὑπό τῆς γερουσίας τοῦ Ἰσραήλ ὠνόμασται τόπος, ἡνίκα ὤφθη αὐτοῖς ἐν τῷ ὄρει». Βλέπεις πῶς τῶν ἐν ταῖς καθαραῖς καρδίαις ἀρτίως τελουμένων ἐκεῖνα σύμβολα; Ἰωάννης δέ ὁ χρυσοῦς καί τήν γλῶτταν καί τήν διάνοιαν, τό ἀποστολικόν ἐκεῖνο διευκρινῶν, «ὁ Θεός ὁ εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὅς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν», «δείνυσι», φησί, «μετά προσθήκης τήν Μωσέως δόξαν ἐν ἡμῖν ἀστράπτουσαν˙ καθάπερ γάρ εἰς τό πρόσωπον Μωσέως, οὕτως εἰς τάς ἡμετέρας καρδίας ἔλαμψε», καί παρακατιών, «ἐν ἀρχῇ μέν», φησί, «τῆς κτίσεως εἶπε, καί ἐγένετο φῶς˙ νῦν δέ οὐκ εἶπεν, ἀλλ᾿ αὐτός ἡμῖν γέγονεν φῶς. Εἰ μέν οὖν τό φῶς ἐν ἀρχῇ τῆς κτίσεως ἤ τό ἐν τῷ προσώπῳ Μωσέως γνῶσις ἦν μετρί καί ἡ ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἔλλαμψις γνῶσις ἄν ἦν ὑψηλοτέρα, ὡς προσθήκην δεξαμένη. Ἐπεί δ᾿ἐκείνη οὐ γνῶσις ἦν, ἀλλά λαμπρότης ἐπιφαινομένη τῷ προσώπῳ καί ἡ ἐν ὑμῖν ἔλλαμψις οὐ γνῶσις ἀλλά λαμπρότης ἐστί ψυχῆς, ἐπιφαινομένη τῷ κεκαθαρμένῳ νῷ. Ἐκείνην μέν οὖν αἰσθητοῖς ὀφθαλμοῖς ὑποκειμένην αἰσθητήν ἀνάγκη λέγειν, καθάπερ ταύτην νοητήν, νοητοῖς ὑποκειμένην ὄμμασι καί ἐντός ἡμῶν ἐνεργουμένην.

7. Ἀλλ᾿ οὐδ᾿ ἐκείνη αἰσθητή ἁπλῶς ὑπῆρχεν, εἰ καί τῷ προφητικῷ ἐπεφαίνετο προσώπῳ, εἴπερ τήν δόξαν τοῦ φωτός τοῦ προσώπου Μωϋσέως νῦν ἐν τῇ ψυχῇ, κατά τόν ἅγιον Μακάριον, δέχονται οἱ ἅγιοι. Τό αὐτό δ᾿ οὗτος καί δόξαν τοῦ Χριστοῦ καλεῖ καί ὑπέρ αἴσθησιν ἡγεῖται, εἰ καί κατ᾿ αἴσθησιν ἐφάνη, τό ἀποστολικόν ἐκεῖνο προβαλλόμενος μετά μικρᾶς προσθήκης˙ «"ἡμεῖς δέ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τήν δόξαν Κυρίου"», τουτέστι τό νοερόν φῶς αὐτοῦ, "κατοπριζόμεθα τήν αὐτήν εἰκόνα μεταμορφούμενοι ἀπό δόξης εἰς δόξαν", τῇ περιουσίᾳ δηλαδή τῆς ἐν ἡμῖν λαμπρότητος, ὑπό τοῦ θεϊκοῦ φωτός προϊούσης ἐπί τό τηλαυγέστερον ἀεί». Τί γάρ καί ὁ ἅγιος Διάδοχος λέγει; «Οὐ δεῖ ἀμφιβάλλειν ὡς, ὅταν ὁ νοῦς ἄρξηται πυκνῶς ὑπό τοῦ θείου φωτός ἐνεργεῖσθαι, διαφανής τις ὅλος γίνεται, ὥστε τό ἑαυτοῦ φῶς αὐτόν πλουσίως ὁρᾶν˙ τοῦτο γάρ ὅλως γίνεται, ὅταν ἡ δύναμις τῆς ψυχῆς κατακυριεύσῃ τῶν παθῶν». Τί δ᾿ αὖθις ὁ θεῖος Μάξιμος; «Οὐκ ἄν τοσοῦτον ἴσχυσεν ἀναδραμεῖν ἀνθρώπινος νοῦς ὡς ἀντιλαβέσθαι θείας ἐλλάμψεως, εἰ μή αὐτός ὁ Θεός ἀνέσπασεν αὐτόν καί ταῖς θείαις αὐγαῖς κατεφώτισε». Τί δ᾿ αὖθις σύν τῷ μεγάλῳ Βασιλείῳ Νεῖλος ὁ περιβόητος τῆς ἀληθείας φησίν ὁ στῦλος; «Ὁ καππαδόκης Βασίλειος, φησί, τήν μέν ἀνθρωπίνην γνῶσιν μελέτη καί γυμνασία κρατύνει, τήν δέ ἐκ Θεοῦ χάριτος ἐγγινομένην, δικαιοσύνη καί ἔλεος˙ καί τήν μέν προτέραν δυνατόν καί τούς ἐμπαθεῖς ὑποδέξασθαι, τῆς δέ δευτέρας οἱ ἀπαθεῖς μόνοι εἰσί δεκτικοί, οἵ καί παρά τόν καιρόν τῆς προσευχῆς τό οἰκεῖον φέγγος τοῦ νοῦ περιλάμπον αὐτούς θεωροῦσι». Συνῆκας, ἀδελφέ, σαφῶς ὅτι νοῦς παθῶν ἀπαλλαγείς ὡς φῶς αὐτός ἑαυτόν κατά τήν προσευχήν ὁρᾷ καί θείῳ περιλάμπεται φωτί; Νῦν οὖν πειθήνιον ὑπέχων οὗς αὖθις ἄκουε καί  τοῦ φερωνύμως Μακαρίου, ὅν σκεῦος ἐκλογῆς ὁ πολύς τά θεῖα Νεῖλος προσηγόρευσεν, ὅς φησιν ἐν τοῖς ὑπό τοῦ Μεταφραστοῦ μεταφρασθεῖσι Κεφαλαίοις˙ «ἡ τελεία τοῦ πνεύματος ἔλλαμψις οὐχ οἷον νοημάτων μόνον ἀποκάλυψίς ἐστιν, ἀλλ᾿ ὑποστατικοῦ φωτός ἐν ταῖς ψυχαῖς βεβαία καί διηνεκής ἔλλαμψις˙ τό γάρ, "ὁ εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὅς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν", καί τό, "φώτισον τούς ὀφθαλμούς μου μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον", καί τό, "ἐξαπόστειλον τό φῶς σου καί τήν ἀλήθειάν σου, αὐτά με ὁδηγήσουσιν εἰς ὄρος ἅγιόν σου", καί τό "ἐσημειώθη ἐφ᾿ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου σου", καί πάνθ᾿ ὅσα τούτοις παραπλήσια, τό αὐτό παρίστησιν». Ὑποστατικόν δέ εἶπεν, ἵν᾿ ἐμφράξῃ τά στόματα τῶν τήν γνῶσιν μόνον οἰομένων φωτισμόν καί περιτρεπόντων τήν τῶν πολλῶν διάνοιαν, καί πρό τῶν ἄλλων τήν οἰκείαν, τῷ μεταλαμβάνειν εἰς τήν γνῶσιν παρεξηγουμένους πᾶν ὅ,τιπερ ἄν εἴποι τις περί ἐκείνου τοῦ φωτός. Ἐγώ δέ καί τήν γνῶσιν παρωνύμως ἀπ᾿ ἐκείνου λεγομένην οἶδα φῶς, ὡς ὑπ᾿ αὐτοῦ χορηγουμένην, ὅ καί ἀνωτέρω εἶπον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου