Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (58)

Συνέχεια από Παρασκευή, 6 Νοεμβρίου  2020

                                           HANS URS VON BALTHASAR

                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)

                                                 Τρίτος Τόμος

             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)

        (Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2)    Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )

                                      Johannes Verlag, 1987

                                    4.  ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ

                                 V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ

                        3.  Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

                                  α)  «Ο Κύριος είναι το Πνεύμα»

Είμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο;

      Αναρωτηθήκαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο για τη «συνεκτικότητα»  δράσης Χριστού και Πνεύματος στο έργο τής λυτρώσεως του κόσμου. Και η απάντηση ήταν διπλή: απ’ τη μια, το ίδιο το «έργο τού πάθους» τού Υιού συντελέσθηκε με την αιματηρή αυτοθυσία του «εν Πνεύματι αιωνίω» (Εβρ. 9, 14)   (( Προς Εβραίους 9, 11-14: «Χριστός δέ παραγενόμενος αρχιερεύς τών μελλόντων αγαθών διά τής μείζονος καί τελειοτέρας σκηνής, ου χειροποιήτου, τούτ’ έστιν ου ταύτης τής κτίσεως, ουδέ δι’ αίματος τράγων καί μόσχων, διά δέ τού ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τά Άγια, αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος. ει γάρ τό αίμα ταύρων καί τράγων καί σποδός δαμάλεως ραντίζουσα τούς κεκοινωμένους αγιάζει πρός τήν τής σαρκός καθαρότητα, πόσω μάλλον τό αίμα τού Χριστού, ός διά Πνεύματος αιωνίου εαυτόν προσήνεγκεν άμωμον τώ Θεώ, καθαριεί τήν συνείδησιν υμών από νεκρών έργων εις τό λατρεύειν Θεώ ζώντι;»…  Ως συνήθως, η απόσπαση μιας μικρής φράσης-τμήματος μιας ευρύτερης παραγράφου τού Ευαγγελίου ή τών Επιστολών, όχι μόνο «φτωχαίνει» αφόρητα τα λεγόμενα, αλλά δείχνει και με πόση επιμονή και «τρελλό πείσμα» κάποιοι άνθρωποι θέλουν να υποστηρίξουν μια δική τους διαστροφή, απέναντι στην αποκεκαλυμμένη και συνεχώς αποκαλυπτόμενη στους αγίους Αλήθεια τού Θεού… )) . Ενώ κατόπιν συνετελέσθη η παράδοση του Πνεύματος δια του Υιού από τον Πατέρα σε μιαν Εκκλησία, που τη γλώσσα της την καταλαβαίνουν όλοι οι λαοί   (( Ναι, οπωσδήποτε… Γι’ αυτό σταυρώθηκαν και αποκεφαλίστηκαν οι Απόστολοι και τόσοι άγιοι…)) , και η οποία απεστάλη σε όλους τούς λαούς, μέχρι τα σύνορα του κόσμου. Αυτή η αποστολή πραγματοποιήθηκε μέσω τού Υιού, που υποσχέθηκε να συμπαρίσταται στην Εκκλησία   (( Εδώ λείπει, εσκεμμένα προφανώς, η κτητική αντωνυμία «του»: στην Εκκλησία του, και όχι ασφαλώς σε μιαν ανεξάρτητη από Αυτόν «Εκκλησία», μη γένοιτο… ))   μέχρι το τέλος τού κόσμου, δήλωσε δηλ. τη συνέχιση της παρουσίας του μέσω μιας διαρκούς «επανόδου»· πραγματοποιήθηκε όμως εξίσου και με την παροχή ενός Πνεύματος, που δεν θα μιλά αφ’ εαυτού, αλλά θα αναφέρεται συνεχώς στον Υιό (και μ’ αυτό και στον Πατέρα), μέχρι που θα κραυγάζη στις καρδιές τον αρχικό λόγο τού Υιού: «Αββά, ο πατήρ».

     Αυτός ο «θαμπός» διαχωρισμός (που δεν συνιστά ωστόσο και ταύτιση), που προέρχεται απ’ την κοινή δράση Υιού και Πνεύματος μετά το Πάθος, μας επιστρέφει στο ερώτημα, πώς σχετίζονται (άραγες) αναμεταξύ τους ο ενανθρωπήσας, και τώρα πλέον δοξασθείς Υιός, και το Άγιο Πνεύμα. Στη διατύπωση του Παύλου «ο Κύριος είναι το Πνεύμα» (Β’ Κορ. 3, 17α), «ο Κύριος» είναι σίγουρα ο Χριστός, και «το Πνεύμα» σίγουρα το Άγιο Πνεύμα   (( Β’ επιστολή προς Κορινθίους, 3, 13-18: «Έχοντες ούν τοιαύτην ελπίδα πολλή παρρησία χρώμεθα, καί ου καθάπερ Μωϋσής ετίθει κάλυμμα επί τό πρόσωπον εαυτού πρός τό μή ατενίσαι τούς υιούς Ισραήλ εις τό τέλος τού καταργουμένου. αλλ’ επωρώθη τά νοήματα αυτών, άχρι γάρ τής σήμερον τό αυτό κάλυμμα επί τή αναγνώσει τής παλαιάς διαθήκης μένει, μή ανακαλυπτόμενον ότι εν Χριστώ καταργείται, αλλ’ έως σήμερον ηνίκα αναγινώσκεται Μωϋσής, κάλυμμα επί τήν καρδίαν αυτών κείται· ηνίκα δ’ άν επιστρέψη πρός Κύριον, περιαιρείται τό κάλυμμα. ο δέ Κύριος τό Πνεύμά εστιν· ού δέ τό Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία. ημείς δέ πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω τήν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τήν αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος»… )) . Η «προσέγγιση» (Υιού και Αγίου Πνεύματος!) είναι εδώ η μέγιστη δυνατή, αλλά η όλη συνάφεια του χωρίου, καθώς και πολυάριθμα άλλα χωρία στον Παύλο, εκφράζουν εξίσου καθαρά τη «διαφορά». Η δύναμη της «εγγύτητας» καθίσταται πειστικότερη από παντού, εκεί όπου η μεν Ευχαριστία περιγράφεται ως το θεμέλιο του «ενός σώματος εν Χριστώ» (Ρωμ. 12, 5 και Α’ Κορ. 10, 16-17, όπου υπάρχει δυό φορές η λέξη σώμα: τη μια φορά ως «συμμετοχή» στο πραγματικό σώμα τού Χριστού, τη δεύτερη ως η ύπαρξη της κοινότητας ως «σώμα»), το δε Πνεύμα θεωρείται ως ο «πλάστης» τού εκκλησιαστικού σώματος: Είμαστε «βαπτισμένοι εν Πνεύματι σε ένα σώμα, … κι έχουμε όλοι (εμ)ποτισθή με ένα Πνεύμα (Α’ Κορ. 12, 13)   ((Επιστολή προς Ρωμαίους, 12, 3-8: «Λέγω γάρ διά τής χάριτος τής δοθείσης μοι παντί τώ όντι εν υμίν, μή υπερφρονείν παρ’ ό δεί φρονείν, αλλά φρονείν εις τό σωφρονείν, εκάστω ως ο Θεός εμέρισε μέτρον πίστεως. καθάπερ γάρ εν ενί σώματι μέλη πολλά έχομεν, τά δέ μέλη πάντα ου τήν αυτήν έχει πράξιν, ούτως οι πολλοί έν σώμά εσμεν εν Χριστώ, ο δέ καθ’ είς αλλήλων μέλη. έχοντες δέ χαρίσματα κατά τήν χάριν τήν δοθείσαν ημίν διάφορα, είτε προφητείαν, κατά τήν αναλογίαν τής πίστεως, είτε διακονίαν, εν τή διακονία, είτε ο διδάσκων, εν τή διδασκαλία, είτε ο παρακαλών, εν τή παρακλήσει, ο μεταδιδούς, εν απλότητι, ο προϊστάμενος, εν σπουδή, ο ελεών, εν ιλαρότητι»… -  Επιστολή προς Κορινθίους, 12, 12-14: «Καθάπερ γάρ τό σώμα έν εστι καί μέλη έχει πολλά, πάντα δέ τά μέλη τού σώματος τού ενός, πολλά όντα, έν εστι σώμα, ούτω καί ο Χριστός· καί γάρ εν ενί Πνεύματι ημείς πάντες εις έν σώμα εβαπτίσθημεν, είτε Ιουδαίοι είτε Έλληνες, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, καί πάντες εις έν Πνεύμα εποτίσθημεν»… – «Εις έν Πνεύμα», όχι στην υπόσταση του Αγίου Πνεύματος, όπως θέλουν να μας «πείσουν», εντελώς παράλογα – για να μην πούμε κάτι πολύ χειρότερο – εδώ… Προχωρώντας «ακάθεκτοι» προς την αίρεση της «Οικονομίας τού Αγίου Πνεύματος», προς το «Πνεύμα που πνέει όπου θέλει, ακόμα και εκτός Εκκλησίας», που θα ενώση τούς «πιστούς» γενικά όλου τού κόσμου, όπως ήδη περιγράφεται εδώ, προς τον Κοσμοκράτορα αυτού τού Αιώνος… )) . Η τελευταία εικόνα παραπέμπει βέβαια στην εικόνα τού (ευαγγελιστή) Ιωάννη για το Πνεύμα-Ύδωρ, το οποίο πρόκειται να πιουν οι πιστοί απ’ την κοιλία (koilia), απ’ τη σωματικότητα δηλ. του Ιησού. Κι αυτό αποτελεί μια σωστή εισαγωγή στο δύσκολο αυτό πρόβλημα.

     Αποκλείεται φυσικά μια συμπερίληψη των πιστών, που είναι δημιουργημένα πνευματικά υποκείμενα, στην υποστατική ένωση του Θεανθρώπου, και μ’ αυτό αποκλείεται και κάθε μορφή ευχαριστιακής «συμφωνίας», που θα σήμαινε μιαν «υποδοχή» τών πιστών σ’ αυτό που εννοεί η εγκύκλιος Mystici Corporis ως «φυσικό σώμα» τού Χριστού  (( σ.σ.: Το σώμα δηλ. «το οποίο, γεννημένο απ’ την παρθενική μητέρα, βρίσκεται τώρα ένθρονο στα δεξιά τού Πατρός, και είναι κρυμμένο κάτω απ’ τις ευχαριστιακές μορφές» - Αριθ. 58. Το ερώτημα είναι ωστόσο, αν αυτός ο προσδιορισμός τού σώματος του Χριστού «αντανακλάται» επαρκώς σ’ αυτό το σημείο. Μπορούμε να τον αφήσουμε εν ισχύει, ως άμυνα απέναντι σ’ έναν «μυστικισμό», που θα διέλυε την «ιδιαίτερη προσωπικότητα» των πιστών μέσα στον Χριστό (Αριθ. 59) )) . Υπολογίζεται όμως εδώ επαρκώς αυτό που λέγεται στην προς Εφεσίους Επιστολή 2, 13-17 για το εσταυρωμένο σώμα τού Χριστού, ότι δηλ. ο Χριστός «συνέτριψε σαρκούμενος την εχθρότητα», κι ότι «συμφιλίωσε» τους εχθρευομένους «σε ένα σώμα με τον Θεό μέσω τού Σταυρού, θανατώνοντας στον Σταυρό την εχθρότητα»; ((Προς Εφεσίους 2, 13-16: «…νυνί δέ εν Χριστώ Ιησού υμείς οι ποτέ όντες μακράν εγγύς εγενήθητε εν τώ αίματι τού Χριστού. αυτός γάρ εστιν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας τά αμφότερα έν καί τό μεσότοιχον τού φραγμού λύσας, τήν έχθραν, εν τή σαρκί αυτού τόν νόμον τών εντολών εν δόγμασι καταργήσας, ίνα τούς δύο κτίση εν εαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών ειρήνην, καί αποκαταλλάξη τούς αμφοτέρους εν ενί σώματι τώ Θεώ διά τού σταυρού, αποκτείνας τήν έχθραν εν αυτώ…» )) . Μιλάμε εδώ για την αντιπροσώπευση των αμαρτωλών, για την ανάληψη της αμαρτίας (hamartia) εκ μέρους τού Χριστού, το οποίο έχει χαρακτηρισθή ως το «κέντρο τής παύλειας θεολογίας». «Σάρκα» και «σώμα» σημαίνουν (όπως η «σάρκα» και το «αίμα» στην Α’ Κορ. 10) ολόκληρη την ανθρωπότητα του Χριστού, καθ’ όσον όμως ήταν ικανή, συνδεδεμένη υποστατικά με τη θεότητα, να αναλάβη στον εαυτό της την αμαρτία τού κόσμου (Β’ Κορ. 5, 21), που «θανάτωσε» τον Χριστό και θανατώθηκε έτσι απ’ Αυτόν. Αν δεν επιστρέψουμε σ’ αυτό το Μυστήριο, δεν θα αντιληφθούμε τίποτα απ’ την «υπέροχη ανταλλαγή» (admirabile commercium), που συντελείται συγκεκριμένα στην Ευχαριστία: Αυτό που ο Εσταυρωμένος έλαβε από εμάς στο εσταυρωμένο του σώμα, αυτό μάς αποκαθιστά, προσφέροντάς μας το δοξασμένο του Σώμα. Παραμένει έτσι το 10ο  κεφάλαιο τής Α’ Επιστολής προς Κορινθίους το «κλειδί», πέρα από κάθε σκέψη και αντίρρηση, για το πώς εννοεί ο απόστολος Παύλος την Εκκλησία ως «σώμα Χριστού»   (( σ.σ.: Συγγραφείς αυτής τής απόψεως βρίσκουμε στο έργο τού F. Malmberg, Ein LeibEin Geist (Ένα σώμα – Ένα πνεύμα). Για την «εκπόρευση» της Εκκλησίας από τον αποθνήσκοντα Εσταυρωμένο πρβλ. τις διάφορες εργασίες τού S. Tromp πριν και μετά την εγκύκλιο Mystici Corporis”, που ο ίδιος επιμελήθηκε…)) . Αξίζει ωστόσο να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα. Με πρώτο το ότι ο θάνατος του Ιησού, ως η «τελείωση» της θυσιαστικής αποστολής του, αποτελεί τόσο αιτία όσο και αρχέτυπο αυτού που θα μπορή να ισχύη ως εκκλησιαστική συμμετοχή σ’ αυτόν τον θάνατο. Σωστά λέει η Mystici Corporis ότι ο Χριστός θυσιάζει τον εαυτό του, θυσιάζοντας στον εαυτό του και τα μυστικά του μέλη (Αριθ. 82). Κι αυτό που θα διαμοιράση κατόπιν στην Εκκλησία ως «περιεχόμενα ζωής» (ο Παύλος τα ονομάζει χαρίσματα), είναι μορφές τής καθοδηγητικής δωρεάς του («Εγώ ειμι η Οδός…»), αφού κανένας δεν λαμβάνει ένα τέτοιο χάρισμα (Charisma) για τον εαυτό του, αλλά προς «όφελος» και «οικοδομή» τών υπολοίπων μελών τού σώματος (πρβλ. Εφ. 4, 12.16)  (( Προς Εφεσίους 4, 11-16, : «…καί αυτός έδωκε τούς μέν αποστόλους, τούς δέ προφήτας, τούς δέ ευαγγελιστάς, τούς δέ ποιμένας καί διδασκάλους, πρός τόν καταρτισμόν τών αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν τού σώματος τού Χριστού, μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις τήν ενότητα τής πίστεως καί τής επιγνώσεως τού υιού τού Θεού. εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας τού πληρώματος τού Χριστού, ίνα μηκέτι ώμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καί περιφερόμενοι παντί ανέμω τής διδασκαλίας, εν τή κυβεία (= πονηρά τεχνάσματα) τών ανθρώπων, εν πανουργία πρός τήν μεθοδείαν τής πλάνης, αληθεύοντες δέ εν αγάπη αυξήσωμεν εις αυτόν τά πάντα, ός έστιν η κεφαλή, ο Χριστός, εξ ού πάν τό σώμα συναρμολογούμενον καί συμβιβαζόμενον διά πάσης αφής τής επιχορηγίας κατ’ ενέργειαν εν μέτρω ενός εκάστου μέρους τήν αύξησιν τού σώματος ποιείται εις οικοδομήν εαυτού εν αγάπη» )) . Το χάρισμα δεν είναι μόνο το να είσαι (παθητικά) θυσιασμένος μέσω τού Χριστού, αλλά αναγκαίως το να θυσιάζεσαι κι εσύ (ενεργητικά) μαζί Του. Κανένας δεν το έχει ακολουθήσει και εκφράσει αυτό σταθερώτερα απ’ τον J. Ratzinger  (( τον προτελευταίο Πάπα… )) , ο οποίος έχει τονίσει επανειλημμένα, ανταποκρινόμενος στον Αυγουστίνο (De Civ. Dei X 6: Hoc est sacrificium christianorum: multi unum corpus in Christo), ότι η αληθινή φύση τής Εκκλησίας είναι το «να συμμετέχης στο Σώμα τού Κυρίου και να είσαι έτσι (και) ο ίδιος (αυτό το) Σώμα». «Η θυσία τού Ιησού είναι κατά συνέπειαν η πηγή, απ’ την οποία πηγάζει η ζωή τού μυστικού Σώματος (της Εκκλησίας)».

     Το δεύτερο που προκύπτει εδώ είναι, ότι Αυτός που θυσιάζεται για όλους και στη θέση όλων εν αιωνίω Πνεύματι, εκπνέει κατά τον θάνατό Του αυτό το Πνεύμα, τόσο προς τον Πατέρα (Λουκ. 23, 46) όσο και προς τον Κόσμο (Ιωάν. 19, 30)    (( Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, 23, 44-46: «…Ήν δέ ωσεί ώρα έκτη καί σκότος εγένετο εφ’ όλην τήν γήν έως ώρας ενάτης, τού ηλίου εκλείποντος, καί εσχίσθη τό καταπέτασμα τού ναού μέσον· και φωνήσας φωνή μεγάλη ο Ιησούς είπε· πάτερ, εις χείρας σου παρατίθεμαι τό πνεύμα μου…» - Ο Κύριος, ως Άνθρωπος εξέπνευσε… Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, 19, 28-30: «…Μετά τούτο ειδώς ο Ιησούς ότι πάντα ήδη τετέλεσται, ίνα τελειωθή η γραφή, λέγει· διψώ. σκεύος ούν έκειτο όξους μεστόν· οι δέ πλήσαντες σπόγγον όξους καί υσσώπω περιθέντες προσήνεγκαν αυτού τώ στόματι. ότε ούν έλαβε τό όξος ο Ιησούς είπε, τετέλεσται, καί κλίνας τήν κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα…» - Από μια τέτοια συγκλονιστικά απλή περιγραφή, οι άνθρωποι αυτοί βγάζουν το δικό τους «συμπέρασμα», ότι ο Χριστός παραδίδει το Άγιο Πνεύμα! Το Filioque και η ανθρώπινη εξουσία που το συνοδεύει λειτουργούν αδυσώπητα μέχρι (μη γένοιτο!) τέλους… )) . Είναι το Πνεύμα τού Υιού, εφ’ όσον το «έφερε» μαζί Του στη διάρκεια όλης τής Οικονομίας, το οποίο ο Υιός αποδίδει, ολοκληρώνοντας την αποστολή Του, στον Πατέρα, ως αυτό που έλαβε (ορατά στη Βάπτιση) απ’ τον Πατέρα. Οπότε αναδεικνύεται πάλι εδώ η οικονομική διάσταση (Diastase) εν Πνεύματι (ως εντολή – mandatum - του Πατρός και ως υπακοή τού Υιού) και μ’ αυτό η «αναστροφή», προς την κατεύθυνση όμως και του κόσμου: Ο Υιός το παρέχει (στην Εκκλησία) τόσο ως «δικό» του Πνεύμα (υπακοής από αγάπη, το οποίο κράζει στην Εκκλησία ως Πνεύμα τού Υιού «Αββά, ο Πατήρ»), αλλά και ως το τριαδικό δώρο, που είναι πλέον αδιάκριτα (( κυριολεκτικά! ))  Πνεύμα τού Πατρός και του Υιού και μπορεί να γίνη έτσι η ενοποιός δύναμη της Εκκλησίας. Κάτι που προϋποθέτει βέβαια, ως τρίτο (στοιχείο!), την Ανάσταση του Υιού με την πνευματική δύναμη του Πατρός (Ρωμ. 8, 11 (( βλ. στο τέλος τής ανάρτησης )) · πρβλ. Κολ. 2, 12, Εφ. 2, 20, Ρωμ. 1, 3), ο οποίος αποδεικνύει τον ανθρώπινο θάνατο του Υιού (που δεν μπορεί να αναστηθή ως άνθρωπος ο ίδιος απ’ τους νεκρούς)  ως την τελείωση της φανερωμένης στον κόσμο αιώνιας αγάπης του Πατρός, ανυψώνοντας τον Υιό (στην ιωάννεια, «δοξαστική» ενότητα Σταυρού και Ανάστασης) στον πνευματικό τρόπο υπάρξεως  (( ! )) . ‘Οπου η οικονομική διάσταση (ή «αναστροφή») δεν έχει καμμιά πια σημασία: (γιατί) αυτό που ο Υιός δωρίζει ως ο «Ανυψωθείς» τής Εκκλησίας, είναι το τριαδικό Πνεύμα, τόσο ως την (υποκειμενική) «επιτομή» τής αγάπης μεταξύ Πατρός και Υιού όσο και ως τον (αντικειμενικό) μάρτυρα, τον καρπό, το «αναφαίρετο» ( “nicht exinanierende” ; ) δώρο (donum)  (( σ.σ.: Γι’ αυτό θα παραλείψουμε καλύτερα την επαναλαμβανόμενη δήλωση του H. Mühlen, ότι η «κένωση» του Πνεύματος στα αμαρτωλά θελήματα των ανθρώπων είναι ακόμα πιο «βαθειά» από εκείνην τού Υιού… Ενώ θα συμφωνήσουμε μαζί του, όταν αποκαλή μοναδική τη συνείδηση τού «εμείς» στους πιστούς, «επειδή το Πνεύμα τού Χριστού παρίσταται βαθύτατα οντολογικά στο ανθρώπινο πρόσωπο» )) . Όσον αφορά στην υποκειμενική (προσωπική) και αντικειμενική (μυστηριακή και ιεραρχική), διαπλαστική παρουσία τού Πνεύματος, όπου η αντικειμενική και προορισμένη για την παρούσα ζωή σχετίζεται όμως (αναπόδραστα) με την εμβάθυνση της υποκειμενικής, γι’ αυτό και ολόκληρη η εκκλησιαστική δομή οργανώνεται «αναγωγικά» (“anagogisch”) προς την πλήρη κοινωνία (communio) με τον Αναστάντα (Χριστό), αυτό θα το διαπραγματευτούμε αναλυτικώτερα στη συνέχεια   (( σ.σ.: Για το σύνολο αυτών που λέγονται εδώ πρβλ. το έργο τού H. de Lubac, Corpus Mysticum, ιδιαιτέρως τα κείμενα για την ενότητα του «τριπλού σώματος» του Χριστού…)).

    (( Προς Ρωμαίους Επιστολή, 8, 10-11: «…ει δέ Χριστός εν υμίν, τό μέν σώμα νεκρόν δι’ αμαρτίαν, τό δέ πνεύμα ζωή διά δικαιοσύνην. ει δέ τό Πνεύμα τού εγείραντος Ιησούν εκ νεκρών οικεί εν υμίν, ο εγείρας τόν Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήση καί τά θνητά σώματα υμών διά τό ενοικούν αυτού Πνεύμα εν υμίν» ))

    ( συνεχίζεται, με το τέλος τού εν λόγω υπο-κεφαλαίου )

ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΠΑΡΕΔΩΣΕ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΟΝ ΥΙΟ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΗΡ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΣ ΑΛΛΑ ΣΤΗΝ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ. ΟΠΩΣ ΣΤΟΝ ΙΝΔΟΥΙΣΜΟ ΤΟ ΑΤΜΑΝ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΟ ΜΠΡΑΜΑΝ ΑΦΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΕ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ. ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.

"Ο ιερέας είναι ιατρός, όχι μάγος"

Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος απαντά σε ερωτήσεις μελλοντικών ποιμένων
"Είμαστε νοσοκόμοι και νοσοκόμες, και η Εκκλησία μας το θεραπευτήριο"

Δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος γιά απελπισία στο θεραπευτήριο της Εκκλησίας

Εμείς, ως άνθρωποι της Εκκλησίας, ειδικά οι ποιμένες τής Εκκλησίας, πρέπει να ενεργούμε σαν νοσοκόμοι, νοσοκόμες σε θεραπευτήρια, οι οποίοι δέχονται άτομα με ειδικές ανάγκες. Πρέπει να τα φροντίσουμε, να τα διανείμουμε στους θαλάμους, να τα βάλουμε στο κρεβάτι. Και μετά να καλέσουμε τον γιατρό για να ασχοληθεί με την θεραπεία.

ΜΕΤΑ;!!!! ΜΕΤΑ;;;;; ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ. Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ.

ΘΕΟΣ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ;

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΓΕΥΣΤΕ ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΜΕ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΝΑ ΚΡΥΨΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΕΡΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΤΗΝ ΑΔΥΝΑΜΗ ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΒΑΠΤΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΝ ΟΧΙ ΤΟΝ ΣΤΟΜΑΧΟΠΟΝΟ.

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος20/11/20 10:04 μ.μ.

    "Κύριε, ελθέ εις τον οίκον μου, η κόρη μου αποθνήσκει"... Και "ξαφνικά" (καθόλου ξαφνικά) εδώ, ένα ολό-κληρο πλέγμα μεταξύ ημών και του Κυρίου, ενδιάμεσοι και ως ρομπότ "τακτοποιημένοι"...

    ΑπάντησηΔιαγραφή