Άγιος Βαλέριος Γκαφένκου
Αφιερωμένος ολόκληρος στην εν Χριστω ζωή, ο Βαλέριος Γκαφένκου έχει το καλοκαίρι του 1943 μια εμπειρία πνευματικής αφύπνισης: παρά την κρυστάλλινη καθαρότητά του, φθάνει στην συνειδητοποίηση της αμαρτίας, την οποία βλέπει ως πηγή τόσο του προσωπικού του πόνου, όσο και των άλλων:
«Μετά από πολλή αγωνία και πολύ πόνο, όταν το ποτήρι των θλίψεων μου είχε γεμίσει, ήρθε μια αγία ημέρα, τον Ιούνιο του 1943, που έπεσα με το πρόσωπο στο έδαφος, γονατισμένος με σκυμμένο κεφάλι, με καρδιά συντετριμμένη, κλαίγοντας γοερά. Παρακαλούσα τον Θεό να μου χαρίσει το φως. Εκείνον τον καιρό είχα χάσει όλη την εμπιστοσύνη μου στους ανθρώπους. Είχα την επίγνωση ότι βρισκόμουν στην αλήθεια, όμως γιατί υπέφερα; Στην ψυχή μου, κάποτε γεμάτη ενθουσιασμό, είχε παραμείνει μόνο η αγάπη. Κανείς δεν με καταλάβαινε. Μέσα στο παρατεταμένο μου κλάμα άρχισα να κάνω μετάνοιες. Και ξαφνικά – Ω, Θεέ μου! Πόσο μεγάλος είσαι, Κύριε! – είδα την ψυχή μου γεμάτη αμαρτίες, βρήκα μέσα μου την ρίζα όλων των ανθρώπινων αμαρτιών. Αλίμονο, τόσες αμαρτίες, και τα μάτια της ψυχής μου – πωρωμένης από την υπερηφάνεια – δεν τις έβλεπαν! Πόσο μεγάλος είναι ο Θεός!»
Αυτός ο ψυχικός συγκλονισμός θα αποδειχτεί αποφασιστικός για όλη την υπόλοιπη ζωή του και για την περεταίρω πνευματική του ανάπτυξη. Είναι η στιγμή κατά την οποία ο Βαλέριος περνάει από μια απλή ηθική κατανόηση του χριστιανισμού (που ήδη είχε βάσει της μόρφωσής του στην Αδελφότητα του Σταυρού) σε μια πνευματική κατανόηση της πίστης – ως ζωής εν Χριστώ και με τον Χριστό – που φθάνει να περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα του ανθρωπίνου είναι. Αυτή η νέα πνευματική συνείδηση θα αποδειχτεί ουσιαστική για την ικανότητά του να δεχθεί – ως γη αγαθή – την φιλοκαλική διδασκαλία των Πατέρων. Απ’ αυτή την στιγμή, ο Βαλέριος ανεβαίνει σαν αστραπή τα σκαλοπάτια της πνευματικής ζωής, σηκώνοντας καρποφόρα τον σταυρό των βασανιστηρίων της φυλακής, και φθάνει σε μια πραγματική μεταμόρφωση όλης του της ύπαρξης – μεταμόρφωση που θα επηρεάσει όλους όσους τον γνώρισαν.
***
Όσοι φυλακισμένοι ήρθαν σε επαφή με το Βαλέριο δεν τον έβλεπαν ως απλό άνθρωπο αλλά ως επίγειο άγγελο. Ο Alexander Virgil Ioannid διηγείται· «Η πρώτη μου εντύπωσι ήταν μοναδικά εντυπωσιακή. Μου φάνηκε ότι ήταν ένας ποταμός αγάπης και ενέργειας. Ήταν μια χαρισματική προσωπικότητα».
Ανάμεσα σ’ αυτούς που γνώρισαν τον Βαλέριο ήταν και ο 22χρονος τότε Γεώργιος Calciu. Πολλά χρόνια αργότερα ο π. Γεώργιος Calciu θα μας μιλήση για την επιρροή που είχε ο Βαλέριος στους νέους φυλακισμένους·
«Έφτανε μόνο να τον δης ή να περάσης από δίπλα του για να αισθανθής την επίδρασί του. Όσοι από μας είχαμε αποφυλακιστή, είχαμε μετακινηθή πολλές φορές. Έτσι ο Βαλέριος είχε έρθει σε επαφή με εκατοντάδες διαφορετικούς ανθρώπους, καθώς μετακινούνταν στα κελλιά. Από την στιγμή που βρισκόσουν στο κελλί με τον Βαλέριο, ξεχνούσες κάθε άσχημη σκέψι, και δεν υπήρχε κανένας αρνητικός λογισμός εναντίον του Ιησού Χριστού. Μέσα σ’ αυτό το κελλί δημιουργούνταν μια άτυπη εκκλησία. Υπήρχαν νέοι άνθρωποι, επαναστάτες, αλλά όλους αυτούς ο Βαλέριος τους άλλαξε και στην ψυχή και στο μυαλό. Γι’ αυτό η μνήμη του τιμήθηκε και όλοι όσοι έμειναν μαζί του στο ίδιο το κελλί, ακόμη προσεύχονται σ’ αυτόν σαν να είνε άγιος». Ήταν ένας ατάραχος χειμώνας, με χιόνια, αλλά χωρίς παγωνιά. Οι γύρω λόφοι είχαν ασπρίσει. Οι καμπάνες της κοντινής Σκήτης μας ανήγγειλαν τις προσευχές των μοναχών και ενωνόμασταν μαζί μ’ αυτούς και με όλη τη χριστιανική κοινωνία σε μια μυστική προσευχή.
Σκεπάζονταν, ωστόσο, οι σιωπηλές αέρινες προσευχές μας, απ’ αυτούς τους βλάσφημους ανθρώπους που καταριόνταν και ύβριζαν τους κρατουμένους, που ήταν μεταξύ ζωής και θανάτου. Αυτές οι προσευχές μας έφθαναν στους ουρανούς και τους κατέβαζαν στη γη, και πιστεύω ότι ο Θεός θα ελεήσει αυτόν τον κόσμο και γι’ αυτές τις μεγάλες και πιστές ψυχές από το (δεσμωτήριο) του Τίργου Όκνα.
Στο δωμάτιο 4 ήταν τότε τοποθετημένοι, μεταξύ των άλλων, και ο αρχιμανδρίτης Γεράσιμος Ίσκου, δίπλα του ένας Εβραίος και πρώην σοβιετικός, τώρα σιωνιστής και, τέλος, ο Ιωάννης, ο φίλος μου από το Πιτέστι, που ήταν βαρειά άρρωστος. Στη δεξιά πλευρά του δωματίου, σ’ ένα κρεβάτι ήταν ο Βαλέριος, ο πιο αγαπημένος μου αδελφός.
Πλησίασα απλά τον πατέρα Γεράσιμο, που καθόταν με τα μάτια κλειστά. Ήταν αδύνατος σαν ένα φάντασμα…. Εξασκούσε τη νοερά προσευχή και είχε πνευματικά εφόδια, που τον κρατούσαν ακέραιο παρ’ όλες τις βρομιές.
Οι προδότες όμως τον πρόδωσαν πάρα πολλές φορές ότι εξομολογούσε και κοινωνούσε άλλους κρατουμένους. Οπότε τον χτύπησαν άγρια, τον απομόνωσαν, του επέβαλαν αναγκαστική πείνα και τον τρομοκράτησαν. Όμως το πνεύμα του δε βλάφτηκε. Ο αγιασμένος ασκητής αρρώστησε από φυματίωση, έπεσε στο κρεβάτι και, σχεδόν ετοιμοθάνατος, μεταφέρθηκε στο Τίργου Όκνα, να πεθάνει… ανθρωπιστικά.
Η παρουσία του στο θεραπευτήριο ήταν αποκαλυπτική της τέχνης που διέθετε για να μπαίνει μέσα στις ψυχές των ανθρώπων και να τους ενθαρρύνει. Ήταν πολύ έμπειρος εξομολόγος. Προσφερόταν με χαρά στους φυλακισμένους που τον ζητούσαν, παρόλο που ο ίδιος υπέφερε από τους πόνους του.
Έδινε ακόμη οδηγίες για ησυχαστική ζωή, όχι μόνο από αυτά που είχε διαβάσει, αλλά και από την πλούσια μυστική εμπειρία του.
Με δέος, λοιπόν, τον πλησίασα, για να δω πώς πάει. Με αντιλήφθηκε και άνοιξε τα μεγάλα, μελανά και βαθειά του μάτια:
– Ήρθες; …χαίρομαι. Ήμουν μακριά, σε μέρη με πρασινάδες, με ψαλμωδίες και ευωδίες, μέσα στο φως του Θεού. Εκεί είναι θαυμάσια. Είναι ειρήνη. Δεν μπορώ να εκφράσω με λόγια τι είναι εκεί. Είναι τόση ευτυχία, ώστε ακόμη και η χαρά της όψης σου φαίνεται σαν θλίψη. Θα φύγω σύντομα, μπορεί και τώρα, τη νύχτα των Χριστουγέννων. Και αυτό είναι ένα δώρο του Θεού. Δεν ξέρω πώς να Τον ευχαριστήσω… Δεν ξέρω πώς να κάνω τους ανθρώπους να ζουν τον Θεό, την απόλυτη χαρά.
Έχω τη βεβαιότητα της αιώνιας ζωής, συμμετέχω ήδη σ’ αυτήν. Δεν με φοβίζει ούτε η Κρίση, διότι πάω με ταπεινή σκέψη και με ελπίδα μόνο στο έλεος και στην Χάρη του Κυρίου… Τα πνεύματα του σκότους τώρα κυβερνούν τους ανθρώπους, αλλά να μην φοβάστε. Ο Χριστός είναι κοντά. Και ο κόσμος χρειάζεται πολλή θλίψη, για να συνέλθει… Οι εχθροί νομίζουν ότι έχουμε νικηθεί, αλλά αρνούνται την ενέργεια του Θεού στην ιστορία και δεν γνωρίζουν τα θελήματά Του…
Σταμάτησε λίγο, ανάπνευσε βαθειά, μετά συνέχισε:
– Εδώ κάποτε θα γίνονται προσκυνήματα… Σήμερα είμαστε λίγοι, αλλά ακόμη υπάρχει πίστη στον κόσμο και ο κόσμος θα λυτρωθεί. Αυτό τώρα φαίνεται απίστευτο, αλλά υπάρχει μια θεϊκή παιδαγωγική και αυτή θα αναγεννήσει την ανθρωπότητα. Λοιπόν, να είστε ευλογημένοι! Γνώρισα εδώ ανθρώπους μπροστά στους οποίους ο νους μου ταπεινώνεται. Πες στον Βαλέριο να προσεύχεται για μένα. Να προσευχηθείτε κι εσείς! Είμαι ευτυχής που έφτασα σ’ αυτή την ώρα….
Έχω κλείσει τα μάτια εκατοντάδων ανθρώπων, και ήξερα καλύτερα πώς πέθανε ο καθένας παρά πώς ζούσε. Νομίζω ότι η στιγμή του τέλους της επίγειας ζωής είναι πιο χαρακτηριστική για την περιγραφή των ανθρώπων παρά η ίδια η ζωή.
Παρόλο που εκείνη τη νύχτα ήταν πολύ δύσκολη και δεν είχα ξεκουραστεί καθόλου, δεν ένιωθα καμιά κούραση, δεν ένιωθα να πενθώ. Η πραγματικότητα της ζωής περικλείεται μέσα στην πραγματικότητα της αθανασίας... Η ησυχία σκέπασε ξανά το δωμάτιο για ένα διάστημα. Η προσευχή, σαν μια ουράνια σκάλα, κατέβαζε αγγέλους από τους ουρανούς στη γη. Οι ουρανοί ήταν εδώ, οι ουρανοί ήταν παντού.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ!
ΑπάντησηΔιαγραφή