Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

Ὀντολογία τοῦ προσώπου - Χρήστος Γιανναράς (2)

Συνέχεια από: Τετάρτη, 31 Μαρτίου 2021

Β

Συντομογραφικὸ σκιαγράφημα τῆς πλατωνικῆς πρότασης

1 Τὸ νόημα τοῦ κόσμου (αἰτία καὶ σκοπὸς τῶν ὑπαρκτῶν) ταυτίζεται μὲ τὶς ἰδέες τῶν ὑπαρκτῶν. Οἱ ἰδέες εἶναι τὰ νοητὰ πρότυπα-παραδείγματα (λόγοι-τρόποι-προδιαγραφὲς) τῆς ὕπαρξης τῶν ὑπαρκτῶν καὶ εἶναι αἰτιωδῶς ἀνερμήνευτες. Προϋπάρχουν ἀιδίως τῶν ὑπαρκτῶν. Κάθε ὑπαρκτὸ εἶναι μίμημα τῆς ἰδέας του, ἡ ἰδέα του συγκεφαλαιώνει τὶς προδιαγραφὲς τῆς ὕπαρξής του. 

1.1 Ὡς ὑπαρκτικὰ παραδείγματα-ὑποδείγματα τῶν ὑπαρκτῶν οἱ ἰδέες εἶναι ἄχρονες, ἄφθορες, ἑπομένως εἶναι τὰ ὄντως ὄντα, τὰ ἀληθῶς ὑπαρκτά, οἱ μόνες ὑπαρκτικὲς πραγματικότητες μὲ ἀλώβητη, ἀκεραία τὴν ὕπαρξη. Κατὰ τοῦτο εἶναι οἱ ἰδέες καὶ τὸ μέτρο τοῦ «καλοῦ», ἡ ὁλοκληρία τῆς ὀμορφιᾶς (θαυμαστὸν τὴν φύσιν καλὸν) —ἀεὶ ὄν, οὔτε γιγνόμενον οὔτε ἀπολλύμενον— ἀπαλλαγμένες ἀπὸ τὶς ἀτέλειες τῶν συμβεβηκότων ποὺ συνοδεύουν τὴν ὑλική τους πραγμάτωση.

1.1.2 Αἰτιωδῶς ἀνερμήνευτες οἱ ἰδέες συνιστοῦν τὴν ὑπαρκτικὴ ἀφετηρία καὶ τὸ τέλος-σκοπὸ τῶν ὑπαρκτῶν. Ἡ ὕπαρξη κάθε ὑπαρκτοῦ προϋποθέτει τὴν ἰδέα του καὶ παραπέμπει στὴν ἰδέα του. 

2 Ἡ λέξη ἰδέα εἶναι παράγωγο τοῦ ρήματος ὁρῶ (βλέπω) —ἀόριστος β΄: εἶδον, ἀπαρέμφατο: ἰδεῖν—, δηλώνει ἡ λέξη τὸ γνωστικὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς αἰσθητῆς ἐμπειρίας: τοῦ ὁρᾶν (βλέπειν). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι οἱ πλατωνικὲς ἰδέες δὲν εἶναι προϊόντα τῆς διανοητικῆς ἱκανότητας τοῦ ἀνθρώπου ἀλλὰ τῆς αἰσθητηριακῆς ἐμπειρίας του. 

2.1 Δὲν γνωρίζουμε τὶς πλατωνικὲς ἰδέες χάρη στὶς νοητικές μας συλλήψεις καὶ τὶς συλλογιστικές μας ἀναγωγὲς οὔτε ἀπὸ ὁδοὺς μυστικισμοῦ καὶ ἔκστασης. Τὶς γνωρίζουμε μὲ τὴν αἴσθηση τῆς ὅρασης: πρόκειται γιὰ αἰσθητὴ ἐμπειρία, γιὰ θέα-θεωρία τῶν πρωτοτύπων τῆς ὕπαρξης. Ὄχι γιὰ ἄμεση ἐμπειρία, ἀλλὰ γιὰ ἀνάμνηση θέας-θεωρίας-εἰδητικῆς ἐμπειρίας, ποὺ μᾶς χαρίστηκε κατὰ τὴν «προΰπαρξη» τῶν ψυχῶν μας σὲ τόπο «ὑπερουράνιο».

2.1.1 Ἡ ἀξία καὶ σημασία τῆς πλατωνικῆς ὀντολογίας δὲν ἐντοπίζεται στὴν ἑρμηνευτική της ἐπάρκεια, πληρότητα, συνέπεια. Ἡ πλατωνικὴ ἑρμηνευτικὴ τοῦ νοήματος τῆς ὕπαρξης καὶ τῶν ὑπαρκτῶν ὑπονομεύεται ἀπὸ τὶς a priori παραδοχὲς ποὺ υἱοθετεῖ. Τὸ σημαντικότερο στὴν πλατωνικὴ ὀντολογία εἶναι ἡ ἐμμονή της νὰ ἔχει ἐμπειρικὸ χαρακτήρα ἡ ὅποια πρόσβαση στὸ νόημα τοῦ ὑπάρχειν, νὰ μὴν ἐξαντλεῖται ἡ πρόσβαση σὲ νοητικὲς συλλήψεις καὶ συλλογιστικὲς ἀναγωγές. 

3 Ὁ ἐμπειρισμὸς τῆς ἀνάμνησης (ἡ ἐμμονὴ στὴν ἐμπειρικὴ ἀφετηρία καὶ προϋπόθεση γνώσης τοῦ νοήματος, αἰτίας καὶ σκοποῦ τῶν ὑπαρκτῶν) εἶναι μᾶλλον ἡ κορυφαία προσφορὰ τοῦ Πλάτωνα στὸ πεδίο τῆς ὀντολογίας. 

3.1 Μετὰ τὸν Πλάτωνα, στὴν ἐμπειρικὴ διασάφηση τοῦ ὀντολογικοῦ ἐρωτήματος θὰ ἐπιμείνει μὲ συνέπεια ὁ φιλοσοφικὸς λόγος τοῦ ἐκχριστιανισμένου Ἑλληνισμοῦ. 

3.1.1 Ἡ μετα-ρωμαϊκὴ Δύση (ἡ «Εὐρώπη» ποὺ προέκυψε ἀπὸ τὶς εἰσβολὲς στὰ ἐδάφη της καινούργιων πληθυσμικῶν ὁμάδων, βαρβαρικῶν —4ο μὲ 6ο μ.Χ. αἰώνα—) κατόρθωσε νὰ ἀρθρώσει φιλοσοφικὸ λόγο ἀπὸ τὸν 12ο μ.Χ. αἰώνα καὶ μετά. Παγιδευμένη ὡστόσο στὸν ἀτομοκεντρικὸ χαρακτήρα τῆς θρησκειοποιημένης αὐγουστίνειας μεταφυσικῆς, θὰ ἐγκλωβίσει τὸν ὀντολογικὸ προβληματισμὸ στὴν «ὀρθὴ» συλλογιστική (τὴν αὐτονομημένη στὴν αὐτάρκειά της ἀτομοκεντρικὴ νοησιαρχία). Ἢ σὲ ἀκοινώνητες, ἐξ ὁρισμοῦ, «μυστικὲς» ἀναζητήσεις. 

3.1.2 Γι’ αὐτὸ καὶ χρειάστηκαν δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετὰ τὸν Πλάτωνα, γιὰ νὰ τολμήσει ὁ Heidegger, στὴν ἱστορία τῆς μεταρωμαϊκῆς Δύσης, νὰ θέσει τὸ ὑπαρκτικὸ πρόβλημα μὲ ὅρους καὶ ἀπαιτήσεις ἐμπειρικῶν πιστοποιήσεων.

Hei Γιανναράς. ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΥΠΟΔΥΕΣΑΙ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΜΕ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΜΠΟΤΕΣ.
ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΓΕΝΝΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΑΘΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ. ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΥΠΑΡΚΤΟΥ ΝΑ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΥΠΑΡΚΤΟ Ή ΝΑ ΕΝΥΠΑΡΧΕΙ Σ' ΑΥΤΟ; ΑΠΟ ΦΥΛΛΑΔΕΣ ΕΜΑΘΕΣ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΑΓΑΠΗΤΕ. Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙΣ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΧΡΕΙΑΖΕΣΑΙ ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ. ΜΕ ΜΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΔΕΝ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ ΤΟ ΑΓΑΘΟ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΤΙΩΔΩΣ ΑΝΕΡΜΗΝΕΥΤΕΣ ΠΡΟΧΕΙΡΕ, ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΑΙΩΝΙΕ ΕΦΗΒΕ. Ο ΜΙΚΡΟΣ ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ. ΕΙΝΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου