Πέμπτη 6 Μαΐου 2021

ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΕΝΤΑΤΙΚΗ

Είναι καλύτερα αντί να συμμορφώνεται κανείς τυφλά με τους κανόνες ή να υπακούει αδιαμαρτύρητα στις εντολές των άλλων, να ενεργεί με προσοχή και να αναλαμβάνει τις ευθύνες του για τις ενέργειες του – ενώ όταν ένας διάσημος πολιτικός, ένας βραβευμένος δημοσιογράφος, μία επιστημονική αυθεντία ή ένα μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι ή όλοι μαζί μας λένε τι πρέπει να κάνουμε ή τι πρέπει να πιστέψουμε, ασφαλώς δεν σημαίνει πως πρέπει. Δυστυχώς βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν μάθει να χρησιμοποιούν την κριτική σκέψη τους, επειδή το «σύστημα» τους εκπαίδευσε έτσι ώστε να μην το κάνουν – οπότε στην πραγματικότητα αφήνουν τους άλλους να σκέπτονται και να αποφασίζουν για τους ίδιους. Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που έχουν πάψει πια να αμφιβάλουν, οπότε να διαμαρτύρονται, ακόμη και οι νέοι – αποδεχόμενοι τις «αλήθειες» τα δόγματα και την τρομοκρατία των άλλων, επειδή έτσι νοιώθουν πιο ασφαλείς. Δεν πρέπει όμως ποτέ να επιτρέπει κανείς στην ασφάλεια να υπερισχύει της ελευθερίας – όπως ούτε στο φόβο να κυριαρχεί επί της λογικής.

.Βασίλης Βιλιάρδος

Άποψη

Είναι ξεκάθαρο πως δεν έχουμε ακόμη φτάσει στην άκρη του τούνελ, όσον αφορά την πανδημία – αφού τα κρούσματα είναι πάρα πολλά, πόσο μάλλον σε σύγκριση με την ίδια εποχή του προηγουμένου έτους, οι ΜΕΘ γεμάτες και οι θάνατοι δεν έχουν τελειωμό. Στην ουσία βρισκόμαστε στη μέση, χωρίς να βλέπουμε φως – ενώ μπορεί μεν να έχουν αποτέλεσμα τα εμβόλια, αλλά τίποτα δεν είναι σίγουρο, με πρόσφατο το παράδειγμα από τις «εμβολιασμένες» Σεϋχέλλες (πηγή).

Το χειρότερο είναι η έλλειψη αντικειμενικής πληροφόρησης μας εκ μέρους του κράτους – όπως το ότι δεν γνωρίζουμε πόσοι από τους ασθενείς στις ΜΕΘ έχουν εμβολιασθεί και πόσοι όχι, παρά το ότι ασφαλώς έχει στατιστικές η κυβέρνηση, ενώ οι δηλώσεις των υπευθύνων διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ τους. Είναι δε γνωστό σε όλους μας πως η απόκρυψη σημαντικών γεγονότων ή τα ψέματα, αυξάνουν την αβεβαιότητα – ενώ η αβεβαιότητα κλιμακώνει τους φόβους και το άγχος.

Το ότι ευρισκόμαστε στη μέση του τούνελ τώρα, είναι μία ψυχολογικά επικίνδυνη συνειδητοποίηση – αφού κάποιος που βλέπει το στόχο μπροστά του μπορεί, τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά, να κινητοποιήσει περισσότερες δυνάμεις, συγκριτικά με αυτόν που δεν βλέπει το στόχο ή/και που τον έχει χάσει. Σαν να μην έφταναν δε όλα αυτά, ο ιός έχει επιτεθεί στο ήδη εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα της δημοκρατίας μας – λόγω των μέτρων προστασίας που έχουν ληφθεί εις βάρος της ελευθερίας μας, όπως είναι τα lockdown που έχουν καταστρέψει τόσο την υγεία, όσο και την οικονομία μας.

Γιατί την υγεία; Επειδή οι θάνατοι αυξήθηκαν από 120.000 κατά μέσον όρο ετήσια, στους 133.000 το 2020 – εκ των οποίων μόνο οι 5.000 οφείλονταν στον ιό. Εάν εδώ συμπεριλάβει κανείς την άνοδο των ναρκωτικών, τις ψυχικές ασθένειες κοκ., θα κατανοήσει πως η υγειονομική καταστροφή δεν ήταν καθόλου αμελητέα – ενώ θα φανεί ακόμη περισσότερα στα επόμενα χρόνια. Εύλογα λοιπόν αναφέρεται πως η κοινωνία είναι στην εντατική – ενώ επικρατεί μία γενική αβεβαιότητα.


Περαιτέρω, η αβεβαιότητα αφορά και την οικονομία – όπου κανένας δεν μπορεί να προβλέψει εάν τα χειρότερα πέρασαν ή έπονται. Πόσο μάλλον σε μία χώρα που σπαταλάει τεράστιες ποσότητες χρημάτων με δανεικά, σαν να μην υπάρχει αύριο (ανάλυση) – με αποτέλεσμα να αυξάνεται το δημόσιο χρέος, παράλληλα με την ύφεση στην οποία βυθίστηκε το 2020. Γιατί το κρίνουμε ως σπατάλη; Επειδή στηρίζεται η κατανάλωση με δανεικά, σχεδόν στο σύνολο τους και όχι οι επενδύσεις – όπως ακριβώς το 2004/09 που η Ελλάδα κατέληξε στο ΔΝΤ.

Διεθνώς οι συνθήκες δεν είναι καλύτερες, με εξαίρεση τα χρηματιστήρια που φαίνεται πως προβλέπουν ένα μελλοντικό οικονομικό θαύμα – έχοντας αποσπαστεί εντελώς από τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία. Στην ουσία εξαρτώνται από τις κεντρικές τράπεζες, καθώς επίσης από τα δημοσιονομικά πακέτα των κρατών – χωρίς τα οποία ο πλανήτης θα είχε βυθιστεί σε μία ύφεση, ανάλογη με αυτήν του 1930, μετά από ένα αντίστοιχο κραχ.

Ο καπιταλισμός λοιπόν, για άλλη μία φορά, διατηρείται τεχνητά ζωντανός – αν και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως είναι επίσης στη μονάδα εντατικής θεραπείας, μη έχοντας επιλύσει κανένα από τα τεράστια προβλήματα του, όπως η υπερχρέωση των πάντων και η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων.

Όσον αφορά την Ευρωζώνη, ο νεοφιλελευθερισμός ζει και βασιλεύει – όπως φαίνεται από το Ταμείο Ανασυγκρότησης των 750 δις € έναντι «μεταρρυθμίσεων» (ανάλυση), όπου λέγεται πως η Ελλάδα θα έχει μέσω αυτού μεγαλύτερη ανάπτυξη (γράφημα). Εν τούτοις, οι προσπάθειες της κυβέρνησης για την οικοδόμηση νέων βιομηχανιών ή για τη μετατροπή παλαιών είναι ελάχιστες – έχοντας στηρίξει όλες τις ελπίδες της στον τουρισμό, η επιτυχία ή μη του οποίου όμως θα κριθεί από την πανδημία. Είναι μία ορθολογική απόφαση; Είναι αυτονόητο πως όχι.

Το μεγάλο ερώτημα πάντως είναι πόσο θα στηρίζει το δανεισμό με χαμηλά επιτόκια η ΕΚΤ – γνωρίζοντας πως μπορεί μεν να διατηρεί το ίδιο ονομαστικό επιτόκιο για όλες τις χώρες της, αλλά όχι το πραγματικό που καθορίζεται από τα επίπεδα πληθωρισμού της κάθε χώρας. Η κυβέρνηση βέβαια το γνωρίζει και δανείζεται όσα περισσότερα χρήματα μπορεί – ποτέ στην ιστορία όμως δεν σώθηκε μία οικονομία με δανεικά. Κλείνοντας, θα υπενθυμίσουμε ένα παλαιότερο άρθρο μας σε σχέση με το φόβο, ως μέσο και ως όπλο χειραγώγησης των μαζών

Η χειραγώγηση μέσω του φόβου

Προφανώς δεν μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς το φόβο – αφού είναι εκείνο το ένστικτο, το συναίσθημα καλύτερα που μας προειδοποιεί για πιθανές απειλές που έχουν σχέση με την επιβίωση μας, προτρέποντας μας να προστατευθούμε από αυτές. Αποτελεί λοιπόν ένα μηχανισμό που μας βοηθάει να παραμείνουμε ζωντανοί και υγιείς – για εκείνο όμως το χρονικό διάστημα που παραμένει σε φυσιολογικά επίπεδα.

Ειδικότερα, όταν γίνεται υπερβολικός, με την έννοια πως αρχίζουμε να φοβόμαστε πράγματα που δεν μας απειλούν πραγματικά ή στο βαθμό που μας έχουν κάνει να πιστέψουμε πως μας απειλούν, είναι σε θέση να καταστρέψει όχι μόνο την ευημερία μας με την πρόκληση στρες (= η αίσθηση που έχει ένα άτομο ότι οι απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες από τις δυνατότητές του να ανταποκριθεί, δηλαδή ότι δεν έχει τον έλεγχο), αλλά και τις αποφάσεις μας – αφού «θολώνει» το μυαλό, τη λογική και τις σκέψεις μας.

Στα πλαίσια αυτά, όταν κάποιοι θέλουν να ελέγξουν τις σκέψεις και τη συμπεριφορά μας, να μας χειραγωγήσουν δηλαδή, χρησιμοποιούν μεταξύ άλλων τακτικές που βασίζονται στο φόβο – για παράδειγμα οι πολιτικοί λαϊκιστές, οι δημαγωγοί, ο ορισμός των οποίων είναι ο εξής: «Ο ηγέτης που αναζητά υποστήριξη, προσελκύοντας τις επιθυμίες και τις προκαταλήψεις ή εκμεταλλευόμενος τους φόβους και την ανασφάλεια των απλών ανθρώπων – όχι χρησιμοποιώντας ορθολογικά επιχειρήματα». Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εδώ τη ρήση του B. Russell, σύμφωνα με την οποία «ούτε οι άνθρωποι, ούτε τα πλήθη, ούτε τα έθνη ενεργούν ανθρώπινα ή σκέπτονται λογικά υπό την επήρεια ενός μεγάλου φόβου».

Περαιτέρω, το συναίσθημα που θέλουν να προσελκύσουν οι πολιτικοί δημαγωγοί στην πλειοψηφία τους είναι ο φόβος – με τη σκόπιμη διάδοση μηνυμάτων που δημιουργούν την αίσθηση στο ευρύ κοινό ότι, θα πληγεί σοβαρά ή θα καταστραφεί εντελώς, εάν δεν τους εκλέξει ή εάν δεν εφαρμόσει συγκεκριμένες πολιτικές, όπως τα μνημόνια.

Μπορεί λοιπόν οι άνθρωποι να βασίζουν τις αποφάσεις τους σε συνειδητές, λογικές σκέψεις, αλλά σπάνια όταν καταλαμβάνονται από το φόβο μίας απειλής – είτε είναι πραγματική, είτε φανταστική. Η αιτία είναι η ανάληψη του ελέγχου του μυαλού μας από ένα ένστικτο μάχης, το οποίο ξεκινάει ακαριαία όταν φοβόμαστε – ενώ δεν μας αφήνει καν χρόνο να αμφισβητήσουμε τη λογική του. Μας οδηγεί δε στην επιλογή βραχυπρόθεσμων λύσεων που αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα και όχι τις υποκείμενες αιτίες – θυσιάζοντας συχνά το μέλλον στο παρόν.

Ο φόβος, πολύ περισσότερο ο πανικός, είναι εκείνο το συναίσθημα που συσπειρώνει τους ανθρώπους στις υφιστάμενες κυβερνήσεις, σε περιόδους πολέμων ή άλλων απειλών – όπως η υγειονομική σήμερα, η πανδημία. Εύλογα λοιπόν προσπαθούν να το εκμεταλλευθούν οι ηγέτες, ακόμη και αν δεν είναι λαϊκιστές ή δημαγωγοί – αφού τους εξυπηρετεί, οπότε θα ήταν παράλογο να μην το κάνουν. Εν προκειμένω, το μήνυμα που εκπέμπουν είναι το εξής:

«Να είσαστε πάρα πολύ φοβισμένοι και να γνωρίζετε πως εγώ είμαι η θεραπεία, κανένας άλλος».

Συνεχίζοντας, ο φόβος τις περισσότερες φορές μας βλάπτει – φυσικά εν αγνοία μας. Για παράδειγμα, μία μελέτη εκτίμησε πως χιλιάδες επί πλέον θάνατοι από τροχαία προκλήθηκαν μετά τις επιθέσεις στους διδύμους πύργους – επειδή εκείνη την περίοδο πολλοί Αμερικανοί επέλεξαν το αυτοκίνητο για τα ταξίδια τους, αντί για το αεροπλάνο, φοβούμενοι τρομοκρατικές επιθέσεις (πηγή). Παρά το ότι λοιπόν οι πιθανότητες θανάτου λόγω τρομοκρατικής επίθεσης υπολογίζονται 1 στις 540.000, ενώ του τροχαίου 1 στις 7.000 (πηγή), ο ενστικτώδης φόβος υπερίσχυσε της λογικής – έχοντας όμως ενισχυθεί από τις αναφορές των κορυφαίων ΜΜΕ που γνωρίζουν ότι, ο φόβος «πουλάει» όσο τίποτα άλλο στον κόσμο, οπότε δεν χάνουν καμία ευκαιρία να τον εκμεταλλευθούν.

Με ένα άλλο σημερινό παράδειγμα, παρά το ότι η πανδημία προκαλεί πολύ λιγότερους θανάτους από άλλες ασθένειες, χρησιμοποιούμενη από τις κυβερνήσεις σε συνδυασμό με τα ΜΜΕ έχει αναδειχθεί σε κορυφαίο ζήτημα – στην Ελλάδα μεγαλύτερο από τη φτώχεια και από την εξαθλίωση που προκαλούν τα μνημόνια, η παράνομη μετανάστευση, το ζοφερό οικονομικό μέλλον που διαγράφεται μπροστά μας, οι πλειστηριασμοί, η γερμανική λεηλασία, η τουρκική επιθετικότητα  κοκ., επειδή η κυβέρνηση έχει θυσιάσει τα πάντα στο βωμό της, κρύβοντας παράλληλα την ανικανότητα της σε πάρα πολλούς άλλους τομείς.

Εύλογα βέβαια, γνωρίζοντας πόσο ισχυρό είναι το συναίσθημα του φόβου – ότι είναι το καλύτερο όπλο ελέγχου των μαζών. Ως εκ τούτου το αξιοποιεί αδίστακτα όσο περισσότερο μπορεί – ενώ στηρίζεται εκ των πραγμάτων από τα ΜΜΕ, τα οποία δεν χάνουν ποτέ τέτοιες ευκαιρίες αύξησης του τζίρου τους, αδιαφορώντας για τις συλλογικές συνέπειες.

Επίλογος

Κλείνοντας, εάν θελήσει να αρνηθεί κανείς να υποκύψει στο φόβο, διαμαρτυρόμενος για παράδειγμα για το κλείδωμα της οικονομίας που θα οδηγήσει την Ελλάδα σε ακόμη πιο οδυνηρές καταστάσεις (μη συγκρίσιμες με τις υπόλοιπες χώρες αφού βιώνει ήδη δέκα χρόνια βαθιάς ύφεσης, έχοντας υποστεί τεράστιες ζημίες), διστάζει – επειδή κινδυνεύει να περιθωριοποιηθεί, γεγονός που αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους φόβους των ανθρώπων.

Ειδικότερα, μία από τις πρωταρχικές ανθρώπινες επιθυμίες είναι η σύνδεση με άλλους ανθρώπους, η αίσθηση πως αποτελούμε μέρος μίας κοινότητας – επειδή μόνο με αυτόν τον τρόπο καταπολεμάται ο μεγαλύτερος φόβος μας, ο φόβος του θανάτου (=ο άνθρωπος είναι μεν θνητός, αλλά οι κοινότητες, η ανθρωπότητα αθάνατη). Εάν λοιπόν αντιταχθούμε στο ρεύμα, κινδυνεύουμε σοβαρά να απομονωθούμε, οπότε μεταφορικά να πεθάνουμε – κάτι που δεν επιτρέπει το ένστικτο της επιβίωσης, εκτός εάν καταφέρει κανείς να το ελέγξει με τη βοήθεια της λογικής.

Ενδεχομένως για το λόγο αυτό είχε πει ο Αριστοτέλης ότι, «Αυτός που θα καταφέρει να ξεπεράσει τους φόβους του θα είναι πραγματικά ελεύθερος» – ή ο Ρήγας πως «όποιος συλλογίζεται ελεύθερα, συλλογίζεται καλά». Σε κάθε περίπτωση, είναι καλύτερα αντί να συμμορφώνεται κανείς τυφλά με τους κανόνες ή να υπακούει αδιαμαρτύρητα στις εντολές των άλλων, να ενεργεί με προσοχή και να αναλαμβάνει τις ευθύνες του για τις ενέργειες του – ενώ όταν ένας διάσημος πολιτικός, ένας βραβευμένος δημοσιογράφος, μία επιστημονική αυθεντία ή ένα μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι ή όλοι μαζί μας λένε τι πρέπει να κάνουμε ή τι πρέπει να πιστέψουμε, ασφαλώς δεν σημαίνει πως πρέπει.

Δυστυχώς βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν μάθει να χρησιμοποιούν την κριτική σκέψη τους, επειδή το «σύστημα» τους εκπαίδευσε έτσι ώστε να μην το κάνουν – οπότε στην πραγματικότητα αφήνουν τους άλλους να σκέπτονται και να αποφασίζουν για τους ίδιους. Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που έχουν πάψει πια να αμφιβάλουν, οπότε να διαμαρτύρονται, ακόμη και οι νέοι – αποδεχόμενοι τις «αλήθειες» τα δόγματα και την τρομοκρατία των άλλων, επειδή έτσι νοιώθουν πιο ασφαλείς. Δεν πρέπει όμως ποτέ να επιτρέπει κανείς στην ασφάλεια να υπερισχύει της ελευθερίας – όπως ούτε στο φόβο να κυριαρχεί επί της λογικής.


Κοινωνία, δημοκρατία και οικονομία στην εντατική – The Analyst

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου