Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2022

EDMUND HUSSERL: ΕΞΙΔΑΝΙΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ (=Η ΑΡΧΑΙΑ ΓΝΩΜΗ) – IDEALISIERUNG UND DOXA (5)

 Συνέχεια απο : Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Antonio Aguirre

ΙΙ. 2

Ας συγκρίνουμε αυτά που είπαμε, με τις περιγραφές του Καντ: Μιλά και ο Καντ για την επάρκεια στην «Κριτική…». Λέει, προσδιορίζοντας την έννοια της Ιδέας, πως «δεν μπορεί να υπάρξη ποτέ ένα αντικείμενο» της εμπειρίας, «που θα επαρκούσε στη μεταφυσική Ιδέα». Η λέξη «αντικείμενο» σημαίνει βέβαια σ’ αυτήν τη φράση μια μεμονωμένη εμφάνιση πράγματος, το οποίο και έχουμε, φυσικο-επιστημονικά ή άλλως πως, προοδευτικά γνωρίσει, αλλά την προσέγγιση που περιλαμβάνεται εδώ ως προς την Ιδέα, δεν την αποδίδει ο Καντ στο πράγμα, αλλά στον εμπειρικόν κόσμο. Αυτός είναι που επεκτεινόμενος «κινείται». Δεν διανοείται μιαν εξιδανίκευση του πράγματος ο Καντ. Μια τέτοια εξιδανίκευση συναντάται, όπως δείξαμε, κατ’ αρχάς στον Husserl.

Σε μιαν περιεχόμενη στην «Πρώτη φιλοσοφία Ι» πραγματεία για τον Καντ («Ομιλία για τον Καντ»)  ο Husserl  μιλά και για τον κόσμο ως μιαν «ευρισκόμενη στο Άπειρο Ιδέα». Δεν διαφέρει εντούτοις η περιγραφή που ακολουθεί για την ιδεατότητα του κόσμου σε κανένα σημείο από εκείνην, με την οποίαν και προσδιορίζει το πράγμα ως Ιδέα. Πρόκειται βασικά για την συνεχώς προοδεύουσα, με την εκπλήρωση του κενού ορίζοντα, εμπειρία. Διαβάζουμε π.χ.: «Η συνεχής πρόοδος της γνώσης είναι, όπως για τα μεμονωμένα αντικείμενα, έτσι και για το σύμπαν, μια… συνολική λειτουργία εκπληρώσεως». Στην Ιδέα τού κόσμου αντιστοιχεί «η Ιδέα τής νοητής ολότητας των αναγνωριζομένων στο Άπειρο αληθειών». Το επαρκές δεδομένο ενός πράγματος θα περιέγραφε και το σύνολο των εμφανίσεών του, όπως δείξαμε. Και επιβεβαιώνεται έτσι αυτό, το οποίο είπαμε στο τέλος τής προηγουμένης παραγράφου. Ο προσδιορισμός τού κόσμου ως ανέφικτο όριο απ’ τον Καντ, μετατίθεται απ’ τον Husserl πίσω στον τόπο, απ’ όπου και ξεκινά αυτός ο δρόμος προς το όριο, στο μεμονωμένο πράγμα.
Σ’ αυτή την διαφορά στον προσδιορισμό τού ιδεώδους, προστίθεται και μια άλλη, που είναι ίσως ακόμα πιο βαθειά. Η εξιδανίκευση του Καντ προέρχεται απ’ το ότι πρέπει να φανερωθούν, κατά την αναζήτηση των προϋποθέσεων, οι προηγούμενοι παράγοντες τού εκάστοτε προκαθορισμένου. Η εξιδανίκευση τελείται στο παρελθόν, όπως είπαμε, για τον Καντ. Παίζει και στον Husserl το παρελθόν έναν θεμελιακό ρόλο, σ’ ένα άλλον όμως τόπο των φαινομενολογικών προσδιορισμών. Πρόκειται εδώ για το ερώτημα περί της αιτίας, για την οποίαν και αναγνωρίζεται, ως αυτό το εκάστοτε συγκεκριμένο Όν, ένα Όν – για την ταυτοποίησή του δηλαδή. Ενδιαφερόμαστε τώρα για τη Γένεση (Genesis) (του συγκεκριμένου Όντος…). Το ότι αναγνωρίζω κάτι που υπάρχει μπροστά μου ως σπίτι ή δέντρο, ή ως ερυθρό ή γαλάζιο, σημαίνει, ότι απέκτησα στο παρελθόν εμπειρίες αυτού του ίδιου ή ενός παρόμοιου (πράγματος…), που προϋποθέτουν απ’ την πλευρά τους άλλες ίσως, προηγούμενες εμπειρίες κ.τ.λ. Δεν επεκτείνεται εντούτοις αυτό το «κ.τ.λ.» της επαναχωρήσεως (regressus) στο ατελεύτητο (infinitum)· υπάρχει μια αρχή τής σειράς, μια επιτελεσθείσα «για πρώτη φορά» εμπειρία ενός Όντος, που διαφυλάσσεται στις επαναλήψεις του με την επανενθύμιση. Χωρίς αυτό, δεν θα μπορούσα ποτέ να γνωρίζω, με τί έχω εμπειρικά να κάνω. Και λέμε τότε, πως αυτό που βρίσκεται εδώ μπροστά μας, είναι ένα σπίτι. Στην πραγματικότητα είναι όμως για μένα μόνον μια πλευρά του, από έναν προσανατολισμό και μιαν προοπτική, (κάθε φορά…) δεδομένη. Βρισκόμαστε έτσι μπροστά σ’ αυτό, το οποίο και γνωρίσαμε προηγουμένως, μέσα απ’ την ουδέποτε ολοκληρωμένη λειτουργία τής εμπειρίας. Ισχύει λοιπόν βασικά, πως μπορούμε να ταυτοποιήσουμε μεν γενετικά, βασισμένοι στην εκάστοτε δεδομένη πλευρά, το συγκεκριμένο αντικείμενο· αυτή όμως η πλευρά είναι μόνο γι’ αυτό μια πλευρά, επειδή παραπέμπει σε άλλες πλευρές, που παραπέμπουν απ’ τη μεριά τους σε μελλοντικές κάθε φορά αντιλήψεις. Αυτή η ατελείωτη συνάφεια των παραπομπών, κατά την οποία συνειδητοποιούμε ταυτόχρονα, ότι έχουμε ένα πράγμα στην ολότητά του μπροστά μας, είναι και ο λόγος, όπως δείξαμε, για τον οποίον και ονομάζει ένα πράγμα Ιδέα ο Husserl. Διαφορετικά εντούτοις απ’ ό,τι στον Καντ, είναι μελλοντικός εδώ ο τόπος της εξιδανίκευσης. Κι αυτό φαίνεται συγκεκριμένα, απ’ το ότι ονομάζει επανειλημμένα την εμπειρία μιαν «τελειοποιητική» λειτουργία ο Husserl.
Κλείνουμε αυτές τις σκέψεις για την καντιανήν έννοια της Ιδέας με μια ματιά σ’ ένα κείμενο του Husserl, όπου και παρουσιάζει μια γενική περιγραφή της διδασκαλίας των Ιδεών του Πλάτωνα. Πρόκειται για το Παράρτημα VI της «Πρώτης φιλοσοφίας Ι». Διαβάζουμε λοιπόν εκεί: «Η σχετική εκπλήρωση – ο Πλάτων βλέπει, ότι η εμπειρία είναι πάντοτε απλώς δόξα (=γνώμη)· αυτή είναι η πραγματικότητά της – ως παντοτινά ανεκπλήρωτη πρόθεση ή σκοπός». Η δόξα δεν ταυτίζεται (ακόμα) με τον ζωντανόν κόσμο, αλλά με τη φαινομενολογική γενικώς πάροδο ή ροή των εμπειριών. Η δόξα διαθέτει εδώ (κι αυτή…) έναν ορίζοντα.
Περιγράψαμε την ατελή εμπειρία των πραγμάτων, και την προσδιορίσαμε ως Ιδέα, ως το αντίθετο της δόξας. Η Ιδέα εννοείται βέβαια με την καντιανήν της έννοια, γνωρίζουμε όμως πως ο Καντ αναφέρεται κατηγορηματικά στον Πλάτωνα, εισάγοντας τις Ιδέες. Δικαιούμαστε άρα να συμπεράνουμε, ότι τα εμπειρικά δεδομένα, τα οποία και ονομάζει «Ιδέες με την καντιανήν έννοια» ή και μόνον «Ιδέες» ο Husserl, δεν φτάνουν ποτέ, «καντιακώς», στην ολότητα, αλλά μένουν στη δόξα (=γνώμη). Κάθε πράγμα είναι λοιπόν μια καντιανή Ιδέα και μια πλατωνική δόξα (( !!! )). Και το αποδεικνύει το κείμενο· μιλώντας για το «πρόβλημα της προσέγγισης ως βαθμιαίας μεθέξεως (méthexis)», καθώς και για το ότι  οι εμπειρικές εκφράσεις 
αποτελούν την «απαίτηση μιας αλήθειας», μιας αλήθειας, που βρίσκεται (ωστόσο…) σε μιαν «ανέφικτη απόσταση», ως ένα «ανέφικτο ιδεώδες».
         ( συνεχίζεται )
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου