Τετάρτη 25 Μαΐου 2022

Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας

Michael Allen Gillespie
The University of Chicago Press, 2008

Περί Βουλήσεως α
Πρόλογος


Η εποχή μας είναι μια οπτική εποχή. Τα τελευταία είκοσι χρόνια δυο εικόνες διαμόρφωσαν την αντίληψη που έχουμε για την εποχή στην οποία ζούμε. Η πρώτη ήταν η πτώση του τείχους του Βερολίνου και η δεύτερη η κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων. Οι δομές αυτές δεν ήταν απλά κατασκευάσματα. Ήταν επίσης σύμβολα βαθιά εγκατεστημένα στη δημόσια ψυχή. Το πρώτο ήταν το σύμβολο του απολυταρχισμού και της σύγκρουσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ του ελεύθερου και του σκλαβωμένου κόσμου. Το δεύτερο ήταν το σύμβολο του φιλελεύθερου κόσμου ενωμένου με τις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης. Η πτώση του τείχους του Βερολίνου δημιούργησε την πίστη σε ένα φιλελεύθερο μέλλον ειρήνης και ευημερίας, που αναβίωσε την πίστη στην ανθρώπινη πρόοδο, την οποία (πίστη) είχαν σχεδόν εξολοθρεύσει τα καταστροφικά γεγονότα του πρώτου μέρους του 20ου αιώνα. Η πτώση των Δίδυμων Πύργων αντίθετα, αναζωπύρωσε τον φόβο ενός αχαλίνωτου νέου φανατισμού, που απειλούσε τις ζωές και τον πολιτισμό μας με ένα ιδιαίτερα ύπουλο τρόπο. Όταν έπεσε το Τείχος, το μέλλον φάνηκε να εκτείνεται μπροστά μας σαν πλατύς αυτοκινητόδρομος που οδηγούσε σε ένα μοντέρνο κόσμο, ενωμένο μέσω του εμπορίου, της ελεύθερης ανταλλαγής ιδεών, και της προώθησης φιλελεύθερων κυβερνήσεων. Θα γινόταν μια εποχή παγκοσμιοποίησης, αλλά μιας παγκοσμιοποίησης που είχε επινοηθεί ως η διάδοση των αξιών και θεσμών της Δύσεως προς τον υπόλοιπο κόσμο. Η επιστήμη και η τεχνολογία θα εγκαθιστούσαν μια πραγματικότητα ειρήνης και ευημερίας μέσα στην οποία η ανθρώπινη ελευθερία θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί τελειωτικά και ολοκληρωτικά. Με την καταστροφή του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου (World Trade Center), η παγκοσμιοποίηση εμφανίστηκε ξαφνικά σε ένα νέο φως, όχι πια σαν μονόδρομος προς την νεωτερικότητα, αλλά ως περίπλοκη και συγκεχυμένη διασταύρωση δρόμων, σκοτεινών λεωφόρων, και μονοπατιών στα βουνά. Ως αποτέλεσμα αυτού, παύσαμε να προσμένουμε μια νέα χρυσή εποχή, και αντί αυτού κοιτάμε πίσω και πλάγια, προς τα μέρη πέραν των δρόμων, που φανταστήκαμε πως είναι γεμάτα σκοτεινές μορφές, έτοιμες να μας επιτεθούν.

Η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους έθεσε υπό αμφισβήτηση το νεωτερικό πρόγραμμα, και το έκανε με ένα νέο τρόπο, που προκάλεσε ανησυχία. Οι δράστες φαίνεται πως ήταν ενάντιοι στην νεωτερικότητα, όχι επειδή αυτή απέτυχε να ζήσει τις φιλοδοξίες της ή επειδή τα οφέλη της δεν ήταν ίσα κατανεμημένα, αλλά επειδή οι φιλοδοξίες και τα οφέλη ήταν ελαττωματικά και πονηρά. Τα γεγονότα της 9/11 σπρώχνουν αυτούς τους ισχυρισμούς ενώπιον μας με ένα ιδιαίτερα ενεργητικό τρόπο, και αφήνουν πολλούς φιλελεύθερους υποστηρικτές της νεωτερικότητας να φανούν αναξιόπιστοι. Ήταν εύκολο να κατανοηθεί πως κάποιος ήταν ηθικά οργισμένος με την αποτυχία να διαμοιραστούν τα οφέλη της νεωτερικότητας πιο δίκαια και πιο πλατιά, ή πως ήταν απογοητευμένος με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της μοντέρνας βιομηχανικής κοινωνίας. Ή και ανήσυχος με τον τρόπο που η νεωτερικότητα καταπίεζε την παραδοσιακή κουλτούρα. Αλλά πως μπορούσε κάποιος να αντιτίθεται στα αγαθά που πρόσφερε η νεωτερικότητα, στην ισότητα, ελευθερία, ευημερία, πλουραλισμό, αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και παρόμοια πράγματα; Η απάντηση για τους πολλούς ήταν απλή και προβλέψιμη: αυτοί οι νέοι αντιμοντερνιστές ήταν θρησκευόμενοι φανατικοί που αποζητούσαν το μαρτύριο, αληθινοί πιστοί, αδιαφώτιστοι ζηλωτές. Όμως, ενώ οι απαντήσεις αυτές ανακουφίζουν τον άμεσο φόβο που αισθανόμαστε ενώπιον τέτοιων γεγονότων, δεν είναι ικανοποιητικές, καθώς κρύβουν μια βαθύτερη περιπλοκότητα. Ονομάζουν (ή στιγματίζουν) τους εχθρούς της νεωτερικότητας φανατικούς, αλλά αφήνουν την πηγή και τη φύση του φανατισμού τους ανεξήγητη. Για τον λόγο αυτό αντιμετωπίζουμε ακόμα μια ανησυχητική σύγχυση. Αυτή η σύγχυση είναι εν μέρει συνέπεια της βαθιάς μας άγνοιας και της επακόλουθης εσφαλμένης πρόσληψης αυτών των νέων αντιπάλων της νεωτερικότητας, τους οποίους πρέπει οπωσδήποτε να κατανοήσουμε πληρέστερα. Το πρόβλημα είναι βέβαια πιο βαθύ. Δεν έγκειται δηλαδή μόνο στην αποτυχία μας κατανοήσουμε αυτούς τους άλλους, αλλά στην αποτυχία μας να κατανοήσουμε τους εαυτούς μας. Η κατανόηση της πρόκλησης αυτής κατά της νεωτερικότητας ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να την καταλάβουμε, επειδή μας αναγκάζει να αντιμετωπίσουμε ένα θέμα θαμμένο στον βυθό της μοντέρνας ψυχής, καθώς βρισκόταν στην ίδια την καρδιά της απόφασης που γέννησε την μοντέρνα ψυχή και τον μοντέρνο κόσμο. Αναφέρομαι φυσικά στη θέση της θρησκευτικής πίστης μέσα στον μοντέρνο κόσμο. Η νεωτερικότητα ήταν το αποτέλεσμα της μετατόπισης της θρησκευτικής πίστης από την προφανή θέση της στο κέντρο της δημόσιας ζωής, προς την ιδιωτική πραγματικότητα, όπου της επιτρεπόταν να εξασκείται ελεύθερα, εφόσον δεν προκαλούσε την κοσμική εξουσία, την επιστήμη ή την διάνοια (reason). Η εξουσία της θρησκείας λοιπόν, στο να διαμορφώνει την ιδιωτική και τη δημόσια ζωή, αντικαταστάθηκε από την έννοια της ιδιωτικής πίστης και εν τέλει των προσωπικών «αξιών». Η τρέχουσα επίθεση κατά της νεωτερικότητας, που εκδηλώθηκε με την επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς εκ νέου άνοιξε βίαια το ανησυχητικό αυτό ερώτημα. Για να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε την διερεύνηση της τρέχουσας πρόκλησης προς την νεωτερικότητα, πρέπει να επιστρέψουμε στο ερώτημα για την καταγωγή του μοντέρνου προγράμματος (modern project).

Τι είναι λοιπόν η νεωτερικότητα και από που ήρθε; Η συμβατική σοφία στο θέμα αυτό είναι ξεκάθαρη: η νεωτερικότητα είναι το κοσμικό βασίλειο, στο οποίο ο άνθρωπος αντικαθιστά τον Θεό ως κέντρο της ύπαρξης και επιδιώκει να γίνει κύριος και ιδιοκτήτης της φύσεως, με την εφαρμογή της νέας επιστήμης και της ακολούθου της, της τεχνολογίας. Ο μοντέρνος κόσμος έχει συλληφθεί ως το βασίλειο της ατομικότητας, της αναπαράστασης και υποκειμενικότητας, της εξερεύνησης και ανακάλυψης, της ελευθερίας, των δικαιωμάτων, της ισότητας, της ανοχής, φιλελευθερισμού και εθνικού κράτους. Η συμβατική σοφία έχει επίσης μια σαφή ιστορία για την καταγωγή της μοντέρνας εποχής. Ήταν ένα προϊόν των στοχαστών του 17ου αιώνα, οι οποίοι απέρριψαν τον σχολαστικισμό χάριν της επιστήμης, και την θρησκευτική πίστη και τον ενθουσιασμό χάριν του εκκοσμικευμένου κόσμου. Ριζώνει στην φιλοσοφία του Descartes και του Hobbes και στην επιστήμη του Κοπέρνικου και του Γαλιλαίου.

Μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι με τις απαντήσεις αυτές; Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για να αμφισβητήσουμε την καταλληλόλητα τέτοιων εξηγήσεων. Η απάντηση που παρουσιάσαμε είναι εν τέλει η αυτό-επαινετική διήγηση της νεωτερικότητας για τον εαυτό της και τις πηγές της. Επιπλέον, η πρόσφατη έρευνα, που ακολούθησε μετά το θεμελιώδες έργο του Hans Blumenberg και του Amos Funkenstein, άρχισε να αποκαλύπτει την τεράστια πολυπλοκότητα του ερωτήματος για την καταγωγή της μοντέρνας εποχής. Αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας ήταν να φανούν μονόπλευρες και ανεπαρκείς οι προηγούμενες προσπάθειες να ταυτιστεί η νεωτερικότητα με την υποκειμενικότητα, ή την κατάκτηση της φύσεως ή την εκκοσμίκευση.

Το βιβλίο αυτό είναι μια διερεύνηση των πηγών της νεωτερικότητας, που αντλεί τις πληροφορίες του από αυτή την νέα έρευνα και επιδιώκει να καταδείξει τη σημασία της κατανόησης των πηγών της νεωτερικότητας, ώστε να καταπιαστούμε με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε τώρα στον παγκοσμιοποιούμενο κόσμο μας. Εστιάζεται ιδιαιτέρως στο να καταδείξει τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η θρησκεία και η θεολογία στη διαμόρφωση της ιδέας της νεωτερικότητας. Η πλευρά αυτή του θέματος δεν είναι φυσικά χαρακτηριστικό μέρος της ιστορίας της νεωτερικότητας. Πράγματι, από την εποχή του Διαφωτισμού, η νεωτερικότητα θεωρούσε τον εαυτό της ως μια προσπάθεια καταπίεσης της θρησκευτικής δεισιδαιμονίας και εξουσίας. Η τοποθέτηση αυτή βρίσκεται εγκιβωτισμένη στην διάσημη εντολή του Βολτέρου: «Écrasez l´infame! (Συντρίψτε το αχρείο!)». Στην Ευρώπη αυτό σήμαινε μια διαρκή μείωση της σημασίας της θρησκείας, περιορίζοντας την κατ’ αρχάς «εντός των ορίων της λογικής», όπως το έθεσε ο Καντ, και μετά προσπαθώντας να τεθεί εκτός της μιζέριας της, κηρύττοντας πως ο Θεός είναι νεκρός, και καταλήγοντας στην εξαιρετική κατάπτωση της θρησκευτικής πίστης και πράξης στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Ακόμα και στην Αμερική, όπου η θρησκεία συνεχίζει να παίζει πολύ πιο σημαντικό ρόλο απ’ ότι στην Ευρώπη, η προσκόλληση στη θρησκεία, κυρίως μεταξύ διανοουμένων και ακαδημαϊκών προσλαμβάνεται ως κάτι αταβιστικό και ανάρμοστο, ιδιαίτερα όταν παίρνει ένα φονταμενταλιστικό ή ευαγγελιστικό τόνο. Η ιδέα πως η θρησκεία πρέπει να καθοδηγεί τη δημόσια ζωή βρίσκει ακόμα και στην Αμερική πλατιά αντίσταση.

Η αντίθεση αυτή προς τη θρησκεία στην μοντέρνα εποχή δεν πρέπει να εκληφθεί ως απόδειξη πως νεωτερικότητα είναι αντιθρησκευτική στον πυρήνα της. Είναι οπωσδήποτε αληθές, πως η νεωτερικότητα πάλεψε ενάντια σε συγκεκριμένες μορφές της θρησκευτικής διδασκαλίας και πράξης, συμπεριλαμβανομένης της λατρείας των Αγίων, την τελεολογία, τη διδασκαλία του σχολαστικισμού περί φυσικού νόμου, τη γεωκεντρική θεώρηση του φυσικού κόσμου, τον δημιουργισμό (creationism). Θα ήθελα όμως να εισηγηθώ, πως όλα αυτά δεν σημαίνουν την απόρριψη της θρησκείας. Το επιχείρημα που παρουσιάζεται στο βιβλίο αυτό εισηγείται πως είναι σφάλμα να φανταστούμε την νεωτερικότητα στις πηγές και τον πυρήνα της ως αθεϊστική, αντιθρησκευτική ή και αγνωστικιστική. Στα όσα ακολουθούν θα δείξω, πως από την αρχή κιόλας, η νεωτερικότητα δεν προσπαθούσε να απαλείψει τη θρησκεία, αλλά να στηρίξει και να αναπτύξει μια νέα θεώρηση της θρησκείας και της θέσης της στη ζωή του ανθρώπου, και πως το έκανε αυτό όχι από έχθρα προς τη θρησκεία, αλλά για να διατηρήσει ορισμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις. Όπως θα δούμε, η νεωτερικότητα κατανοείται καλύτερα ως μια προσπάθεια να βρεθεί μια νέα μεταφυσική-θεολογική απάντηση στο ερώτημα για τη φύση και τη σχέση του Θεού, ανθρώπου και του φυσικού κόσμου, το οποίο αναδύθηκε στην ύστερη περίοδο του μεσαιωνικού κόσμου, ως αποτέλεσμα της τιτάνιας μάχης μεταξύ αντιφατικών στοιχείων εντός του Χριστιανισμού. Η νεωτερικότητα, όπως την κατανοούμε και τη βιώνουμε, εξελίχθηκε ως μια σειρά προσπαθειών να συνταχθεί μια νέα και συναφής μεταφυσική/θεολογία. Στη συνέχεια θα εκθέσω το επιχείρημα, πως ενώ ο μεταφυσικός/θεολογικός αυτός πυρήνας του προγράμματος της νεωτερικότητας καλύφθηκε-κρύφτηκε από τις επιστήμες τις οποίες αυτό (το πρόγραμμα) παρήγαγε, δεν ήταν ποτέ μακριά από την επιφάνεια, και συνεχίζει (ο πυρήνας αυτός) να καθοδηγεί τη σκέψη και τη δράση μας, συχνά με τρόπους που δεν αντιλαμβανόμαστε και δεν καταλαβαίνουμε. Θα επιχειρηματολογήσω, πως η προσπάθεια ανάγνωσης των ερωτήσεων της θεολογίας και της μεταφυσικής εκτός της νεωτερικότητας, μας τύφλωσε ως προς την συνεχιζόμενη σημασία των θεολογικών θεμάτων στη μοντέρνα σκέψη, με τρόπους που καθιστούν δύσκολο το να κατανοήσουμε την σημερινή μας κατάσταση. Θα παραμείνουμε ανίκανοι να καταλάβουμε την θρησκευτικά υποκινούμενη αντίθεση στην νεωτερικότητα, αλλά και την αντίδραση μας σε αυτήν (την αντίθεση), εκτός και αν καταλάβουμε τον μεταφυσικό/θεολογικό πυρήνα της νεωτερικότητας. Η παρούσα αντιπαράθεση λοιπόν απαιτεί από μας καλύτερη κατανόηση των δικών μας θρησκευτικών και θεολογικών απαρχών, όχι επειδή ο δικός μας δρόμος είναι ο μοναδικός, αλλά για να βοηθήσει να καταλάβουμε τις κρυμμένες πηγές των δικών μας παθών, όπως και τις δυνατότητες και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε.


Ευχαριστίες προς όσους βοήθησαν στη διεκπεραίωση του έργου.

Τέλος Προλόγου

Και τρίτη αιτία του κακού, συνδεόμενη μάλιστα αρκετά με τις δύο πρώτες, είναι το γεγονός πως ο κόσμος δεν συγκροτείται ως «μονόλογος» του Θεού αλλά ως «διάλογος» Του με τον άνθρωπο. Για κάθε αγαθή βούληση του θεού, λοιπόν, χρειάζεται μια εξίσου «αγαθή» απάντηση του ανθρώπου. Αν η τελευταία λείπει, η πρώτη ακυρώνεται. Ο Θεός αδυνατεί να κάνει άμεσα το καλό αν ο άνθρωπος το αρνείται. Το κάνει τότε ακριβώς έμμεσα κι αυτό σημαίνει αξιοποιώντας το παραγόμενο κακό προς υπεράσπιση και άμυνα του αγαθού, όπως ακριβώς με τον Ransom , τον μυθιστορηματικό ήρωα με τον οποίο ξεκινήσαμε. [ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ Η ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ. ΔΕΝ ΣΩΖΟΥΝ, ΟΥΣΙΩΝΟΥΝ]

ΕΙΝΑΙ Η ΝΕΑ ΠΙΣΤΗ. ΜΕ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΘΟΤΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΑΝΕΛΗΦΘΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΜΑΖΙ ΜΑΣ, ΔΕΝ ΝΙΚΑΤΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΔΕΝ ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ, Ο ΠΙΣΤΟΣ ΖΕΙ ΑΡΜΟΝΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΟΣ ΠΡΟΣΕΛΑΒΕ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΣΩΖΕΙ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΟΣΟΥΣ ΑΝΟΙΧΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΜΠΟΥΝ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΓΙΝΟΥΝ ΠΡΟΣΩΠΑ. ΟΠΩΣ Ο ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, Ο ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΡΩΣΙΑΣ. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΠΟΧΗ ΓΡΑΦΟΥΝ ΙΣΤΟΡΙΑ.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ, Η ΝΕΑ ΠΙΣΤΗ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΘΕΙΣΜΟΣ, ΟΥΤΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ.

Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν

«Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 1980

Γενικά, νιώθω όλο και πιο αποξενωμένος, απομακρυσμένος απ’ όσα έχω να κάνω. Παίζω όλους μου τους ρόλους – Σεμινάριο, θεολογία, Εκκλησία, Ρώσοι εμιγκρέδες, αλλά κυριολεκτικά «ρόλους». Δεν ξέρω πώς ν’ αποτιμήσω αυτούς τους ρόλους, τί είναι. Ίσως απλή τεμπελιά, ίσως κάτι βαθύτερο. Για να είμαι τίμιος, δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η αποξένωση δεν με κάνει δυστυχισμένο. Ουσιαστικά είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη μοίρα μου και δεν θα ήθελα κάποια άλλη. Κατά κάποιο τρόπο, μου αρέσει ο καθένας απ’ αυτούς τους ρόλους, ο καθένας απ’ αυτούς τους κόσμους, και μάλλον θα έπληττα αν τους στερούμουν. Αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Σκέφτομαι χονδρικά ως εξής: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά η πνευματική μου κρατιέται χαμηλά. Ναι, έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον όποιο τόσο προφανώς απαιτεί το Ευαγγέλιο.

Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που δεν το δέχεται.

Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά ερωτήματα!»

2 σχόλια:

  1. Ανώνυμος25/5/22 1:41 μ.μ.

    ''Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας ''...

    http://theodotus.blogspot.com/2019/02/blog-post_13.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος25/5/22 2:45 μ.μ.

    Ο Gillespie έχει γράψει και ένα ενδιαφέρον άρθρο που τιτλοφορείται "The Anti-Trinitarian Origins of Liberalism" ("Οι αντιτριαδική καταγωγή του φιλελευθερισμού"), το οποίο είναι αναρτημένο εδώ: https://www.academia.edu/4175803/The_Anti_Trinitarian_Origins_of_Lliberalism

    ΑπάντησηΔιαγραφή