Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

Κεφάλαιο 8. Μια Αναλογική ταυτότητα (1) - π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ

 Συνέχεια από: Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2024

ΑΝΑΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ

ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΠΑΝΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟ-ΔΥΤΙΚΟΥ ΕΑΥΤΟΥ

Aς ονομάσουμε λοιπόν τον τελικό απόγονο αυτής της ποίησης ενός Χριστιανικού εαυτού, αναλογική ταυτότητα. Μετά την ταύτιση της αναλογίας με τη συνέργεια, που έγινε από τον Αρεοπαγίτη, ή με τον διάλογο, από τον Μάξιμο, ο όρος αυτός φαίνεται να είναι ο πλέον κατάλληλος για να περιγράψει τούτη την έννοια ενός ανοιχτού εαυτού ατόμου, κυρίως σύμφωνα με τον τύπο Α παραπάνω, και σε σύνδεση με τον Μάξιμο τον Ομολογητή, τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο και τον Γρηγόριο Παλαμά, αν και είναι σαφές ότι και οι Δυτικοί συγγραφείς που προαναφέρθηκαν συμμετέχουν, σε διαφορετικούς βαθμούς, σε αυτή τη νέα προοπτική.[ΟΠΩΣ ΕΙΠΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ. ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΝΤΑΣ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ]

Είναι, επομένως, εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι ο Μάξιμος χρησιμοποιεί τόσο συχνά τον όρο ανάλογος, ή αναλογικά όταν αναφέρεται στη θέωση και, επιπλέον, χρησιμοποιεί επανειλημμένα τον τύπο τοσούτον-όσον, όταν μιλάει για αυτό, ακριβώς με την έννοια μιάς αναλογίας της ενέργειας ως ελεύθερης και δημιουργικής ανταπόκρισης του ανθρώπου προς την θεοποιούσα ενέργεια του Θεού, εν Πνεύματι, η οποία απάντηση προσδιορίζει τη θεία δράση 280. Είδαμε ήδη τον Συμεών να μιλάει για τον Θεό ως ένα προσωπικό / ενυποστατικό φως, το οποίο συναντάται και νιώθεται προσωπικά από τον άνθρωπο, σε έναν συνεργητικό διάλογο 281. Και έχουμε ήδη μιλήσει για την δι-υποστατική συν-ενέργεια στον Γρηγόριο Παλαμά, παραπάνω.[ΟΛΑ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΟ] Και στις τρεις περιπτώσεις προϋποτίθεται μια σαφής θεωρία του εαυτού, όπου ο εαυτός τώρα είναι τόσο σταθερός, ψυχοσωματικά αιώνιος και μόνιμος, όσο και ο θείος συνομιλητής του ανθρώπου. Αυτός ο εαυτός είναι πάντα νέος και εσχατολογικά γιγνόμενος, ένα κτιστό συνεργητικό άπειρο, που αυξάνει με τον διάλογο και μεγαλώνει μέσω της μετοχής, δοσμένος, αλλά παρόλα αυτά, συνεχώς μεταβαλλόμενος σε νέους τρόπους εικονισμού του Θεού, μέσω της αναλογικής συν-ενέργειας, που αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη απάντηση στη θεία αγάπη, μέσω του κενωτικού θελήματος-για-ομοούσιο.

Έτσι, από θεολογική άποψη, έχουμε αναλογική ταυτότητα κάθε φορά που μεταβαλλόμεθα μέσω συν-ενεργητικών σχέσεων που δηλώνουν μετοχή, κάθε φορά που αναπροσανατολίζουμε το θέλημά μας προς την αποκατάσταση της ενότητας της κατακερματισμένης κτιστής φύσης, τόσο εντός μας όσο και εκτός μας, και, από μια άποψη, γινόμαστε νέες όψεις αυτής της ενότητας. Δηλαδή, έχουμε μια αναλογική ταυτότητα, όταν μιμούμεθα κατ' αναλογία το θείο θέλημα/ενέργεια στην ιδιαίτερή του δραστηριότητα να ενοποιεί τα κτιστά όντα με νέους και ακόμα βαθύτερους τρόπους ενοποίησης, σε νέες και ακόμη πιο πλούσιες μορφές δι-εννοημάτωσης.[ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΙΟΣ ΣΥΝΟΜΙΛΗΤΗΣ] Η μεταβολή μέσω της αναλογίας είναι η ίδια η ανθρώπινη ουσία, η οποία είναι έτσι μια διαλογική ουσία, μια ουσιώδης υπόσταση πάντοτε εν τῷ γίγνεσθαι μέσα από τον διάλογο, αγκαλιάζοντας όλη τη δημιουργία, και πραγματοποιούμενη μέσω του αναλογικού της θελήματος-για-ομοούσιο. Αυτού του είδους η αναλογική ταυτότητα είναι μια ανοικτή ταυτότητα, πάντα νέα, πάντα ερχόμενη, πάντοτε κινούμενη προς την επίτευξη νέων και βαθύτερων τρόπων ομοουσίου.[ΑΥΤΗ Η ΑΙΩΝΙΑ ΝΕΟΤΗΣ. ΑΥΤΟ ΤΟ puer aeternus ΝΑ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟ]

Είναι σίγουρα δυνατό να μιλάμε για αναλογική ταυτότητα και με άλλο τρόπο, χωρίς συνέργεια, μετοχή, διάλογο, αναλογική έκσταση ή δι-εννοημάτωση. Σε αυτή την περίπτωση, δεν έχουμε μια τελείως κλειστή, αλλά μια διστακτικά ανοικτή ταυτότητα, είτε αποδέχεται την κοινωνία μετά των άλλων ή όχι, αφού στην περίπτωση αυτή το υποκείμενο μιμείται έναν υποτιθέμενο θείο εσωτερισμό της συνειδητοποίησης της κοινωνίας μέσα στο υποκείμενο απλώς, χωρίς μια πραγματική συν-ενέργεια με την εξωτερική ετερότητα. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι ότι η κοινωνία δεν υπάρχει, επειδή υπάρχει, άλλά ότι αυτό συμβαίνει χωρίς την αληθινή παρουσία του ενός συντελεστή της μέσα στον άλλον, παρουσία την οποία προϋποθέτει όποιαδήποτε σχέση μετοχής: αυτό σημαίνει πως ο ένας δεν είναι πραγματικά αποδεκτός από τον άλλον, με τους υπαρξιακούς όρους του πρώτου. Δεν είναι αυτό το σοβαρότερο πρόβλημα της Δυτικής έννοιας της διυποκειμενικότητας, ένα πρόβλημα που αναγνωρίστηκε από την σύγχρονη Ψυχολογία του Βάθους ως το (άλυτο) πρόβλημα του ναρκισσισμού, ο οποίος, την ίδια στιγμή που θεμελιώνει την δια-υποκειμενικότητα, την καταστρέφει;

Από την άλλη πλευρά, είναι δύσκολο έστω και να μιλήσουμε απλώς για αναλογική ταυτότητα στην περίπτωση κάποιων άλλων πνευματικών ή θρησκευτικών εμπειριών, όπως το Ζεν, η Γιόγκα, ο Ταοισμός, ο Βουδισμός κ.λπ. (ή ακόμα και ο Νεοπλατωνικός μυστικισμός). Η απουσία ενός προσωπικού Απόλυτου εδώ, καθιστά τη διαλογική αμοιβαιότητα, την δι-υποστατική συν-ενέργεια ή την δι-εννοημάτωση αδύνατη· εδώ ουσιαστικά έχουμε μια κλειστή ταυτότητα, η οποία, ακριβώς λόγω αυτής της κλειστότητας, και αντί της μετοχής, τελικά διαχέεται στον απρόσωπο ωκεανό του υποτιθέμενου κοσμικού αρμονικού Ενός. Η απρόσωπη ανοικτότητα οδηγεί ακριβώς στην διάλυση του εαυτού. Εντούτοις, αξίζει να σημειωθεί ότι, πριν από αυτή την τελική διάλυση, το υποκείμενο, χωρίς καμία πνευματική αλλαγή ανάλογη με εκείνη που προξενείται από την εμπειρία της Χριστιανικής αγάπης εν Χριστώ, τείνει να χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του, με σχεδόν μαγικό τρόπο, για το προσωπικό του όφελος...

Και φυσικά, θα χρειαζόταν ένα νέο έργο πράγματι, όπως είπαμε, αν θέλαμε να θέσουμε την έννοια της αναλογικής ταυτότητας που επινοήσαμε, μελετώντας μερικά εξαιρετικά Πατερικά κείμενα, σε διάλογο με τη σύγχρονη Ψυχολογία του Βάθους και τη σύγχρονη Φιλοσοφία, αρχίζοντας φυσικά με την Φαινομενολογία[ΜΕΓΑΛΗ ΔΙΑΝΟΙΑ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ]. Είναι αναμφίβολα έκπληκτικό το γεγονός ότι, παρόλο που όλοι αυτοί οι όροι και οι έννοιες έλαβαν την αρχική τους μορφή κατά την Πατερική εποχή, προμηνύουν μερικές σύγχρονες συζητήσεις και μπορούν να προσφέρουν απροσδόκητα νέους ορίζοντες στη σύγχρονη φιλοσοφική και ψυχολογική έρευνα. Κατά μία έννοια, ο Δυτικός εαυτός είναι πάντα ένας Χριστιανικός εαυτός, είτε στην «πιστεύουσα», είτε στην «άθεή» του εκδοχή. Ο Michel Foucault, στα μαθήματά του στο Collège de France του 1980-81, συνόψισε τα χαρακτηριστικά αυτού του εαυτού, αυτού του μοντέλου υποκειμενικότητας, ως εξής: ο εαυτός αυτός σχηματίζεται, πρώτον, μέσω της σχέσης του με ένα επέκεινα, δεύτερον, μέσω μιάς διαδικασίας εσωτερικής αλλαγής, και, τρίτον, μέσω της αναζήτησης του πραγματικού βάθους, του πυρήνα της υποκειμενικότητας. Στους νεώτερους χρόνους, αντί του αντικειμένου της πρώτης σχέσης, έχουμε, στη θέση του, την προσωπική μας αυθεντικότητα 282.[ΜΕ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ] 

Σημειώσεις

280. Βλ., για παράδειγμα, το κλασικό απόσπασμα Περί διαφόρων απόρων, PG 91, 1113BC, 1385Β· Μάξιμος ο Ομολογητής, Προς Θαλάσσιον 61, PG 90, 725C· Μάξιμος ο Ομολογητής, Ερμηνεία εις το Πάτερ ημών, PG 90, 877A. Για τη χρήση του όρου αναλογία, προκειμένου να περιγράψει τη θέωση, βλ. Προς Θαλάσσιον 61, PG 90, 321A;613Β· Περί διαφόρων απόρων, PG 91,1080Β; Κεφ. Θεολ.και Οίκον. PG 90, 1100BC. Στο δοκίμιό μου 'Acting upon God: Maximus the Confessor's Eucharistic Gnosiology' (2015), επεχείρησα να δείξω ότι αυτή η όσο πιο πολύ-τόσο περισσότερο συνεργία φθάνει στην κατ' ενέργειαν γνώση του Θεού, όπως ισχυρίζεται τόσο τολμηρά ο Μάξιμος, όπου ο Θεός τελικά παραδίδεται στον άνθρωπο και αναπαύεται σ' αυτόν.

281. Loudovikos N., Analogical Identities..., ό.π., κεφ.2,2,2.

282 M.Foucault, Subjectivité et Verité. Cours au Collège de France, (1980-81), cour de 25 Mars, 1981.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου