Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

MICHAEL HAGNER – HOMO CEREBRALIS – Ο ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

MICHAEL HAGNER – HOMO CEREBRALIS – Ο ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

DER WANDEL VOM SEELENORGAN ZUM GEHIRN – Η ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΣΕ ΕΓΚΕΦΑΛΟ
                                                
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Gottfried Benn ανατρέχει σε διάφορα σημεία τού έργου του στην ιστορία τών επιστημών, προκειμένου να αποσαφηνίση ιστορικές ρήξεις και αλλαγές, τις οποίες διέγνωσε με ένα αξιοπρόσεχτο, αν και όχι αλάθητο «ταλέντο». Έχοντας μόλις πάρει την άδεια για το ιατρικό του επάγγελμα το 1910, και πριν εμφανισθή δημόσια ως ποιητής, παρουσιάζει με ακρίβεια σ’ ένα σύντομο άρθρο του τη διάσταση της σύγχρονης έρευνας για τον εγκέφαλο.

«Τα συμπεράσματα (αυτής τής έρευνας) σήμαιναν συνολικά κάτι περισσότερο από μιαν εντελώς καινούργια γνώση για τη σημασία τών νευρικών οργάνων· επρόκειτο μάλιστα για το εξής εκπληκτικό: είχαμε πειραματιστεί σε ιστούς τού σώματος και είχαμε λάβει αντιδράσεις απ’ την περιοχή τού ψυχικού πεδίου. Είχαμε αντικρύσει, εργαζόμενοι στην περιοχή τής φυσιολογίας, το ψυχικό στοιχείο. Είχαμε φτάσει σ’ ένα σημείο, όπου τα δυό πεδία τής ανθρώπινης ζωής είχαν διαπλεχθή, και μπορούσαμε να ψηλαφήσουμε από εδώ το σκοτεινό και αινιγματικό βασίλειο της ψυχής. Και είχαμε έτσι βρεθή μπροστά σε κάτι ανήκουστα καινούργιο στην ιστορία τών επιστημών: το ψυχικό στοιχείο, το πνεύμα, αυτό που είναι πάνω και έξω απ’ τα πράγματα και εντελώς ακατάληπτο ήταν (πλέον) σάρκα και κατοικούσε ανάμεσά μας!»

Λίγα φαινόμενα στην περιοχή τών βιο-επιστημών ασκούν μια τόσο ισχυρή και συνεχή γοητεία όπως ο εγκέφαλος και οι λειτουργίες του. Αυτό διαπερνά μάλιστα σαν κόκκινη γραμμή το έργο τού Benn, ο οποίος «ασχολείται» (επιλαμβάνεται) συνεχώς με τα εκάστοτε καινούργια αποτελέσματα της έρευνας του εγκεφάλου. Και καθώς βρισκόμαστε σήμερα, στα τέλη τού 20ου αιώνα, στη «δεκαετία τού εγκεφάλου» και η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα προσπαθεί άλλη μια φορά επικεντρωμένα να ανιχνεύση το πνεύμα στον εγκέφαλο, εικόνες τού εγκεφάλου κατασκευασμένες στον Η/Υ κοσμούν τα πιο διάσημα δημοσιογραφικά έντυπα. Δεν περνά σχεδόν εβδομάδα, που να μη δημοσιεύονται θεαματικά ευρήματα, ανακαλύψεις και θεωρίες, απ’ τα οποία θα μπορούσε να συμπεράνη κανείς, ότι το αίνιγμα των αινιγμάτων στις επονομαζόμενες νευρο-επιστήμες θα απαντηθή σε προβλεπόμενο χρόνο. Στη δε διάρκεια αυτής τής εξέλιξης, ο εγκέφαλος και η ψυχή ανέπτυξαν μιαν πολιτιστική ελκυστικότητα, που επικυρώθηκε με πλούσια διακοσμημένους καταλόγους «ιστορικών» εκδόσεων.

Η «υλική» καταγραφή και διαφοροποίηση των ψυχικών λειτουργιών στον εγκέφαλο είναι ένα ιστορικό φαινόμενο, με απρόβλεπτο ακόμα τέλος. Το σημείο εκκίνησής του μπορεί αντίθετα να τοποθετηθή με αρκετή ακρίβεια: εδώ και διακόσια περίπου χρόνια (γύρω στα 1800). Χωρίς να αποτελή βέβαια τότε κάποιαν επιστημονική τομή, που θα μπορούσε να συστήση καινούργια τρόπον τινά δεδομένα. Ο «εντοπισμός» τών πνευματικών λειτουργιών δεν έγινε γενικώς αποδεκτός, για πολύν καιρό μετά την πρώτη του διατύπωση· ασκούσε ωστόσο εξαρχής μια τέτοια δύναμη, ώστε έπρεπε όλοι να τοποθετηθούν απέναντί του!

Ο Δαρβινισμός και η ψυχανάλυση υπάρχουν ως μεγάλες «προσβολές» ή «πληγές» τής ανθρωπότητας, όπως παρατήρησε ο Φρόυντ: στη μια περίπτωση «τέθηκε στο αρχείο» η θεϊκή προέλευση του ανθρώπου και στην άλλην η κυριαρχία τού λόγου ή τής λογικής. Αυτές οι ανατροπές ήταν και είναι ωστόσο καταστατικές για τη σύγχρονη κατανόηση του ανθρώπου, είτε αποτελούν «προσβολές», είτε όχι. Γι’ αυτό και θα ήθελα εδώ να δείξω, ότι προηγήθηκε χρονικά και επιστημολογικά ένας ευρύτερος «μετασχηματισμός» πριν απ’ τα δυό αυτά «γεγονότα», κατά τον οποίον οι ανθρώπινες ποιότητες προβλήθηκαν στον εγκέφαλο! Αυτή δε η μετατροπή τού «ψυχικού οργάνου» σε εγκέφαλο συνδέεται στενώτατα με τον «εντοπισμό» τών πνευματικών λειτουργιών στον εγκέφαλο, που συνιστά και έναν βασικό «πυλώνα» τής σύγχρονης περί εγκεφάλου έρευνας. Τί είναι όμως το «όργανο» της ψυχής και τί ο εγκέφαλος;

Μέχρι τον όψιμο 18ον αιώνα γίνεται λόγος ξανά και ξανά όσον αφορά στον εγκέφαλο, ότι δεν πρόκειται παρά για ένα ψυχικό όργανο, έναν κοινόν αισθητήρα (Sensorum commune), για την έδρα τής ψυχής, για τον τόπο ή την κατοικία τής ψυχής, για μιαν «αλληλεπίδραση πνεύματος-μυαλού και σώματος» (“commercium mentis et corporis”), για μιαν «κίνηση» και προς τις δυό κατευθύνσεις. Αυτές οι διατυπώσεις βασίζονται στην προϋπόθεση, ότι η αλληλεπίδραση ψυχής και σώματος μπορεί να προσδιορισθή χωροθετικά και υλικά. Ο ζητούμενος τόπος αποτελεί τρόπον τινά την «κλείδωση» (των οστών) ανάμεσα στις δυό ουσίες, το σημείο όπου οι ψυχικές διαδικασίες μετατρέπονται σε φυσικές και τανάπαλιν. Η ιδέα τού «ψυχικού οργάνου» έχει κατόπιν αυτού έναν μεταφυσικό κι έναν ανατομικο-φυσιολογικό παράγοντα, που δεν μπορούν ωστόσο να διαχωριστούν συχνά, από ιστορικής πλευράς, ο ένας απ’ τον άλλον. Μπορούσε βέβαια κανείς να φιλονεικήση (ακόμα) για τον ακριβή εντοπισμό τού «ψυχικού οργάνου», καθώς και για τα κριτήρια που δικαιολογούσαν την οποιαδήποτε σχετική απόφαση· αναμφισβήτητη ήταν όμως, αντίθετα, η φιλοσοφική παραδοχή τού αδιαίρετου (χαρακτήρα) της σκέψης, που απαιτούσε από υλικής πλευράς ένα αντίστοιχα ενιαίο όργανο.

Αυτό είχε (σοβαρές) συνέπειες για την έρευνα του εγκεφάλου, καθώς δεν εμελετάτο πλέον απ’ την πλευρά τής μυστηριώδους, όπως εθεωρείτο πάντοτε, δομής του, αλλά απ’ την άποψη ενός «κοινού τόπου δράσης» ή και έδρας τής ψυχής, καθώς και από αισθητηριακής και μηχανικής απόψεως. Με το ψυχικό όργανο στην κορυφή, και τα αισθητήρια καθώς και τα μηχανικά όργανα στη βάση, σχηματιζόταν το αρχικό και το τελικό σημείο ενός ιεραρχικά διαρθρωμένου συστήματος νευρικών συνδέσεων, που μεσολαβούν ανάμεσα στον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο. Πολύ πριν τη διατύπωση του La Mettrie για τον «μηχανικό άνθρωπο» (“homme machine”) είχε καθιερωθή ο χαρακτηρισμός τού εγκεφάλου ως μηχανή, και όχι μάλιστα στις μηχανιστικές και μόνον ή υλιστικές θεωρίες, αλλά και σε κείνες τις θεωρήσεις που πίστευαν στην ανεξαρτησία τής ψυχής (απ’ το σώμα). Και η μηχανή χρειαζόταν πλέον – παρόμοια με τη μεταφορική έκφραση «εργαλείο», την οποία και συναντάμε όλο και πιο συχνά στο δεύτερο κυρίως ήμισυ του 18ου αιώνα –, ένα «υπόδειγμα», ένα ιεραρχικά εγκαθιδρυμένο «κριτήριο», για να τη μετέρχεται και να την κρατά ενεργοποιημένη. Κι αυτό ακριβώς το «κριτήριο» – η ψυχή ή η ηθική φύση τού ανθρώπου – ήταν υπεύθυνο για το ότι μπορούσε μεν να μιλά κανείς από πολλές απόψεις για τον εγκέφαλο ως ψυχικό όργανο, χωρίς όμως αυτή η γνώση να υπονοή ότι ταυτίζεται και με τη γνώση τού (ίδιου του) ανθρώπου.

Η ιδέα αυτή τού «ψυχικού οργάνου» ίσχυε απ’ την εμφάνιση στο προσκήνιο του Descarte στο πρώτο τρίτο τού 17ου αιώνα μέχρι το τέλος τού 18ου αιώνα, στα 150 δηλ. χρόνια περίπου μεταξύ Επιστημονικής Επανάστασης και τέλους τού Διαφωτισμού. Γύρω στα 1800, το «ψυχικό όργανο» έπαυσε να είναι και «οργανοποιητικό». Οι σχετικές διατυπώσεις εξαφανίστηκαν απ’ τα ιατρικά και φυσιολογικά κείμενα, η κατασκευή ενός «ψυχικού οργάνου» εγκαταλείφθηκε, και προέκυψε μια δομική ανατίμηση ολόκληρου του εγκφάλου και ένας καινούργιος προσδιορισμός τής σχέσης ψυχής και σώματος. Η γένεση και η επίδραση αυτών τών ριζικών μετασχηματισμών, που καλούμαστε να περιγράψουμε στη συνέχεια, συγκεκριμενοποιήθηκαν στην περί εγκεφάλου και εγκεφαλικού κρανίου διδασκαλία τού Franz Joseph Gall, αποκτώντας εκεί μιαν υλική βάση. Ποια ήταν ωστόσο τα συμπτώματα αυτής τής μετασχηματιστικής διαδικασίας, και ποια η αντίδραση σ’ αυτήν; Τί πήρε τη θέση τού «ψυχικού οργάνου», και ποιος ήταν ο αντίκτυπος στην ανθρωπολογία και την ανατομία, τη φυσιολογία και την παθολογία; Ο Georges Canguilhem παρέστησε αυτή την αλλαγή με το παράδειγμα της φρενολογικής ερμηνείας μιας προσωπογραφίας τού Descarte:

«Ο φρενολόγος, ένας μαθητής τού Spurzheim, υποδεικνύει “όλους τούς αισθητούς πνευματικούς παράγοντες” στο (ζωγραφισμένο) κεφάλι τού Descartes: ατομικότητα, μορφή, επέκταση-διαστολή, βαρύτητα, χρώμα, τόπο, αρίθμηση, τάξη, δυνατότητα, χρόνο, ήχους, γλώσσα. […]. Πριν απ’ τη γένεση της φρενολογίας, ο Descartes εθεωρείτο ένας στοχαστής, κι ένας υπεύθυνος για το φιλοσοφικό του σύστημα συγγραφέας. Κατά την παράσταση της φρενολογίας ο Descartes δεν είναι όμως παρά ο φορέας ενός εγκεφάλου, ο οποίος και σκέπτεται με το όνομα (υπό το όνομα): Renè Descartes! Κι επειδή ακριβώς ο Descartes ταυτίζεται με τον εγκέφαλό του, ο οποίος και περιέχει τη “δυνατότητα” (να σκεφθή), αντιλαμβάνεται εντός του και το «σκέπτεσθαι», δηλ. το Cogito.»

To παράδειγμα αυτό επιβεβαιώνει τη θέση, ότι το βήμα για να γίνη η έρευνα του εγκεφάλου επιστήμη τού (όλου) ανθρώπου επισυνέβη στον πρώιμο 19ον αιώνα με αφορμή τον «εντοπισμό» τών πνευματικών ιδιοτήτων. Ο εγκέφαλος είναι έκτοτε ένα όργανο βασικά όπως και όλα τα άλλα, χωρίς να διαθέτη κάποιο μυστηριώδες και αρχιμηδικό πλέον σημείο: από το «ψυχικό όργανο» προέκυψε ο σύγχρονος εγκέφαλος
.

( συνεχίζεται )

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου