Παρασκευή 7 Ιουνίου 2024

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ (29)

 
Προλεγόμενα σε μία φιλοσοφική Χριστολογία
Του Xavier Tilliette.
5. Η συνείδηση τού Χριστού (συνέχεια)
     


Του Karl Rahner
 Όταν λοιπόν στοχάζεται κανείς για παράδειγμα το πρόβλημα της συνειδήσεως του ιστορικού Ιησού, και ρωτά, αν ο Ιησούς σε ένα εξωτερικό στρώμα της συνειδήσεως του, είπε ή σκέφτηκε κάτι, -αποκομμένο από την ολότητα της υπαρξιακά πραγματοποιημένης του γνώσης- που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει ως εσφαλμένο, τότε βλέπει κανείς στο παράδειγμα αυτό, πως μπορεί να είναι καλύτερα να σφάλλει, παρά να αρπάξει από το δέντρο της γνώσεως μια ανώριμη αλήθεια, ακόμα και όταν, ειδομένη σε ένα ορθολογικό ψευδό-αντικειμενισμό, μια τέτοια πρόταση μπορεί να είναι η σωστότερη.

5. Η συνείδηση του Χριστού.

Η συγκαταβατικότης είναι κατά κάποιο τρόπο το σουσάμι τής συνειδήσεως, τής θεϊκώς ανθρώπινης, και ανθρωπίνως Θείας του Ιησού. Αυτός είχε συνείδηση τής Θεότητος του, της Θεϊκής του καταγωγής. Σε καμμία στιγμή δέν υπηρξε τυφλός, ούτε στο ελάχιστο, πρός το Θείο του πρόσωπο. Η συνείδηση ή η Θεία αυτοσυνειδησία είναι σώα τόσο στο νεογέννητο όσο και στην ωριμότητα, χωρίς αύξηση ούτε ελάττωση. Είναι μία ηρωική λύση, οπωσδήποτε, αλλά πιό πραγματική απο την έντονη ανάπτυξη της Θεότητος του Σλαϊερμάχερ. Η ευλάβεια και η αφοσίωση στο μωρό Ιησού απαιτεί την ύπαρξη ενός μυστηριώδους καθαυτού Θείου στην άλαλη ασυνειδησία τού μωρού-ταυτόχρονα με την φανέρωση εκείνων των άγνωστων για την Θεότητα ιδιοτήτων: την αδυναμία, την εξάρτηση, την αθωότητα, την ευαισθησία. Η ευλάβεια, τόσο διαισθητική, οδηγήθηκε πέρα απο τους δισταγμούς της Θεολογικής νοήσεως. Αλλά η πιό όμορφη στιγμή του πανχριστισμού, εφαρμοσμένη στην συνείδηση του Χριστού, αφορά την ερμηνεία της κένωσης, όταν ο Μπλοντέλ, σπρωγμένος στις άμυνες του απο τον Βαρώνο Von Hugel, συνδέει την κένωση με την συγκατάβαση. Και εδώ πρόκειται για μία "μεγιστοποίηση." Συγκατάβαση είναι συνώνυμο τής συμπάθειας και ακριβώς λόγω της Καθολικής συμπάθειας ο Χριστός είναι "το καθόλου το οποίο στιγματίστηκε απο τον ανθρώπινο πόνο". Είναι λοιπόν μία πονεμένη συμπάθεια, η οποία αφήνει ανοιχτές πληγές. Ονομάζεται και αναλογική, καθώς ο υπάρχον Χριστός στην μορφή του ανθρώπου μπόρεσε να πάθει και να υποφέρει, να επικοινωνήσει επομένως και να συναισθανθεί. Σύμφωνα με τον Μπλοντέλ, η συμπάθεια προϋποθέτει μία σταθερή προσπάθεια να "ξεχαστεί" η Θεότης και να αναδυθεί στην ανθρωπότητα.

Ο Ιησούς καθότι εκμηδενισμένος απο την ουδιώδη του Θεότητα διατήρησε μόνον την ξερή επιστήμη, την αφηρημένη, εάν μπορούμε να το πούμε. Αλλά κάθε θεία ιδιότης θάβεται κατά κάποιο τρόπο στην άβυσσο της ανθρώπινης συμπάθειας, απο όπου και η θαυμαστή ανατροπή την οποία εμπνεύσθηκε ο Πασκάλ η οποία έχει σαν συνέπεια το υπέρτατο σημείο της κενώσεως, η αγωνία, να συμπίπτει με την στιγμή τής συνειδήσεως σε κατάσταση υπερευαισθησίας. "Ίσως είναι μόνον στον Κήπο, κατά την διάρκεια της αγωνίας, που έστρεψε μέσα στην καρδιά του το θέαμα εκείνων οι οποίοι τον καταδίκαζαν σε θάνατο και γιά τους οποίους πέθαινε". Κατά κάποιο τρόπο η φύση του ανθρώπου διευρύνεται όσο κατέρχεται η νύχτα. Αλλά η Θεότης είναι συνδεδεμένη τόσο πολύ με την συμπάθεια και την αδυναμία, ώστε κεντρώνει την οραματική έμπνευση του "ερευνητού τού βάθους της καρδιάς". Είναι μία πολύ τολμηρή θεωρία η οποία καθιστά την κενωτική απογύμνωση το θαύμα τής φιλανθρωπίας-η οποία συνδέει τις δύο ετερότητες σε μία μόνη ενέργεια ελέους. Αυτό γράφει ο Μπλοντέλ για τον φίλο του Joanne's Wehre:
"....το ουσιώδες του πρόσωπο είναι το άκτιστο φώς το οποίο στο αιώνιο Είναι του αγκαλιάζει όλες τις φάσεις της γήϊνης ύπαρξής του, κάνει πράξη τις ασυνειδησίες, τα τραυλίσματα, την ανάπτυξη, τους πόνους της νεότητος, της ωριμότητος, τις αγωνίες του μελλοθάνατου. Γιατί λοιπόν να μήν δεχθούμε ότι ο Θεός θέλησε να γνωρίσει αυτό που αισθάνεται ο άνθρωπος απο την δική του ανθρώπινη γωνία, να τον γνωρίσει σαν άνθρωπος, χωρίς να παύσει να είναι Θεός και να τον γνωρίσει σαν Θεός".
Σύμφωνα με τον Μπλοντέλ, η κένωση είναι η μοίρα εκείνου ο οποίος γνωρίζοντας ότι είναι Θεός, αποκτά συνείδηση τού πράγματος τόσο πιό ζωντανή όσο περισσότερο βλέπει να βυθίζεται στο βάθος τής ανθρώπινης συνθήκης, στην στενότητα τής εξορίας και τής αγνοημένης αγάπης. Ο Ιερεύς Nedoncelle θα έβλεπε καλύτερα τον Θείο εαυτό να αναδύεται απο μία λανθάνουσα κατάσταση, απο μία συνεχώς αραιούμενη σκοτεινιά, απο μία περιστασιακή υποταγή, η οποία δέν διαφέρει πολύ απο την κένωση. Ο Μπλοντέλ προτιμά να συνδέσει την κένωση στην συμπάθεια η οποία στιγματίζει. Ο Χριστός, περισσότερο απο την ένωσή του στην Θεότητά του, πρέπει να την ξεχάσει και να πλησιάσει την ανθρωπότητά του. Εάν "αφομοιώνεται στην κατάσταση τού παιδιού", είναι για να "εξωτερικεύσει σ'αυτόν αυτό που παραμένει υπονοούμενο και μπερδεμένο στο φτωχό δυστυχισμένο όν, το φυλακισμένο, το δεμένο, το μουγκό". Ο πανχριστισμός συνεπιφέρει την εκμηδένιση τού δόγματος του μυστικού σώματος. Η συσκότιση την οποία συστήνει ο Υιός του Ανθρώπου είναι η αλληλεγγύη των ανθρώπινων συνειδήσεων. Τα "στίγματα" που εισέβαλλαν στην ανθρωπότητα και το πεπερασμένο, είναι η πραγματικότης των συνειδήσεων και του ασυνειδήτου των ανθρώπων....Σχηματιζουν μία θολή οθόνη ή ένα στρώμα αμίαντου το οποίο εμποδίζει την ανθρώπινη συνείδηση του Λόγου να εξαερωθεί, να καεί στον φούρνο της Θεότητος.
Ο Μπλοντέλ έδειξε απλώς τις γοητευτικές συνέπειες ενός Χριστολογικού δόγματος της διϋποκειμενικότητος "η συνείδηση της ανθρωπότητός του έγινε απο όλες τις δικές μας ανθρώπινες συνειδήσεις". Ο J.Monroux ακολούθησε τον ανοιχτό ήδη δρόμο. Φανέρωσε ότι ο Λόγος, σαν δημιούργημα, υπέμεινε τον κόσμο των πνευμάτων ακριβώς όπως έγινε παθητικός στο αισθητό σύμπαν ώστε να το στερεώσει στο Είναι. Εξίσου λόγω τής άπειρης δεκτικότητος του, της αναλογικής του συμπάθειας, τα πνεύματα και οι συνειδήσεις έχουν την ύπαρξή τους σ' αυτόν. Με την σειρά του ενεργοποιημένος απο τον Μπλοντέλ, ο M.Nedoncell εμβαθύνει την σχέση των υποκειμένων με την υποκειμενικότητα του Ανθρώπου-Θεού, αντιμαχόμενος όμως την κενωτική θεωρία. Οι συνειδήσεις-εμπόδια δέν φρέναραν την φλόγα της Θείας ζωής. Επι πλέον ο Χριστος δέν προσπάθησε καθόλου να απαλλαγεί απο την Θεότητα του, αντιθέτως προσπάθησε να την ξανακερδίσει, να ξανακερδίσει την υπόστασή του. Η ορμή του πρός τον Θεό εμποδίστηκε, χρειάστηκε να νικήσει μία αβεβαιότητα. Αλλά ταυτόχρονα η ανθρώπινη φύση "υπολογίζεται σε ένα Θείο πρόσωπο" και φαινομενολογικώς "τείνει αδιαλείπτως να μιμηθεί το Θείο πρόσωπο και να είναι το ίδιο το πρόσωπο". O Nedoncelle ανακοινώνει επίσης την γόνιμη ιδέα ότι το υπερβατικό Εγώ είναι το ΕΓΩ του Χριστού. Ο Λόγος, η βάση των νοήσεών μας, των διάνοιών μας αλλά επίσης και το ζωντανό και κοσμικό ΕΓΩ, πηγή της ζωής και της πράξεως. Στο Εγώ του αυτός "φιλοξενεί τα δικά μας" . Είναι το προσχέδιο μίας μοναδολογίας της οποίας η φλόγα είναι ο Χριστός.

Ο Μοντερνισμός, χωρίς να το γνωρίζει, υπήρξε ο κληρονόμος του Κενωτισμού, όταν επέμεινε στην αγνωσία του Χριστού, στην πίστη του στο ερχόμενο τέλος της ιστορίας. Δέν μας εκπλήσσει που ο Βαρώνος Von Hugel, πλήρης αγαθής κατανοήσεως για τους Μοντερνιστές, υπήρξε Κενωτικός στην Χριστολογία του. Ο Maurice Blondel αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα το οποίο είναι μία πλευρά τής σχέσεως ανάμεσα στο Θείο πρόσωπο και την ανθρώπινη φύση ή την υποστατική ένωση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου