Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

π.Λουδοβίκος - ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ

π.Λουδοβίκος
Κείμενο Τρίτο

ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ

Θεολογική έρμηνευτικὴ καὶ Ψυχολογία τοῦ Βάθους*

* Εἰσήγηση στὸ Διεθνές Συνέδριο «Ορθόδοξη Θεολογία καὶ Ψυχοθεραπεία», ᾿Αλίαρτος 1-5 Οκτωβρίου 2003.

Θὰ διετύπωνε κανεὶς μιὰ κοινότοπη ἁπλῶς διαπίστωση ἂν ἰσχυριζόταν πὼς ὄχι μόνον ἡ προβληματικὴ ἀλλὰ καὶ ἡ ὁρολογία τῆς ψυχανάλυσης ἔχει πλέον σήμερα, ἕναν ἀκριβῶς αἰώνα μετὰ τὴν πρώτη ἔκδοση τῆς Ἑρμηνείας τῶν Ονείρων (1900), διαποτίσει τὸ σύνολο σχεδὸν τοῦ δυτικοῦ ἀνθρωπιστικοῦ στοχασμοῦ, φαινόμενο μοναδικό στὴν πνευματικὴ ἱστορία τῶν νεωτέρων χρόνων. Ἡ νέα φροϋδικὴ «ἐπιστήμη», παρὰ τὶς καταρχὴν ἀντιστάσεις, ἀπέδειξε πὼς διαθέτει ἀξιόλογο ἔρεισμα στὴν κοινὴ περὶ νεωτερικοῦ ἀνθρώπου ἀντίληψη καὶ μάλιστα ὄχι ἁπλῶς καὶ μόνον στὸν χῶρο τῶν εἰδικῶν. Ἡ ἐκλαΐκευσή της ἔχει ἤδη παραγάγει μιὰν ἀληθινὴ μυθολογία, θὰ λέγαμε, περὶ ψυχῆς καὶ δὲν εἶναι διόλου σπάνιο τὸ ν᾿ ἀκούγονται χύδην καὶ δημοσίως οἱ ὅροι τῆς πρώτης καὶ δεύτερης φροϋδικῆς τοπικῆς περιγραφῆς τοῦ ψυχισμοῦ ὡς κοινῶς κατανοούμενα αὐτονόητα.

Παράλληλα, πολὺ νερὸ ἔχει ἔκτοτε κυλήσει στὸ καινούργιο αὐτὸ ποτάμι, πολλὰ πράγματα ἔχουν ἀναθεωρηθεῖ καὶ ἡ «ψυχολογία τοῦ βάθους» διεξάγεται πλέον μέσα σὲ ἀπειροπληθῆ νέα ἐρμηνευτικά κανάλια καὶ «Σχολές», καθεμιὰ τῶν ὁποίων διεκδικεῖ τὴν καλύτερη δυνατὴ εὐόδωση τῶν προσπαθειῶν ἀνάπτυξης τῆς «ἐπιστήμης τοῦ ἀσυνειδήτου». Δὲν λείπουν φυσικὰ καὶ οἱ λιγότερο ἢ περισσότερο ἐμπνευσμένες «ἐπιστροφὲς στὸν Freud» καὶ τὰ «ἱερά» του κείμενα, συνοδευόμενες συνήθως ἀπὸ ριζοσπαστικές ἑρμηνευτικὲς ἀναθεωρήσεις εἴτε τῆς θεωρίας εἴτε τῆς κλινικῆς πρακτικῆς της, ἀφοῦ μάλιστα αὐτὴ ἡ τελευταία ἀποτελεῖ καὶ τὸν μόνο στόχο τῆς πρώτης.

Ἡ θεολογία στὴν διάρκεια τῶν δεκαετιῶν αὐτῶν μοιράσθηκε τὴν ἴδια μὲ τὴν φιλοσοφία ἀμφιθυμία ἔναντι τῆς νεώτερης αὐτῆς «ἐπιστήμης». ᾿Αμφότερες ἐνστικτωδῶς ἀντελήφθησαν ὅτι αὐτὴ ἡ τελευταία διεκδικεῖ χώρους καὶ περιοχές, οἱ ὁποῖες ἀνῆκαν ἀλληλοδιαδόχως στὴν ἐξουσία τους – τίποτε στὴν πραγματικότητα δὲν παραμένει μετὰ τὴν ψυχανάλυση ἀνέγγιχτο, πολλῷ μᾶλλον ἂν προσθέσουμε καὶ τὶς μεταψυχολογικές φροϋδικὲς φιλοδοξίες, οἱ ὁποῖες ζητοῦν νὰ ἐξηγήσουν πολὺ εὐρύτερα τῆς ἀτομικῆς ψυχῆς φαινόμενα, ὅπως ὁ πολιτισμός, ἡ θρησκεία, ἡ τέχνη κ.λπ. Εἰδικὰ ἡ θεολογία αἰσθάνθηκε νὰ ἀπειλεῖται ἄμεσα ἀπὸ τὴν καταλυτικὴ ἀθεῖα τοῦ Freud καὶ ἔκτοτε, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὰ βάσανα τοῦ πάστορα Oscar Pfister μὲ τοὺς ἀνωτέρους του, κληρικοὶ καὶ θεολόγοι ἀσχολούμενοι μὲ τὴν ψυχανάλυση βίωσαν, πλάι στις προσωπικές τους ἐσωτερικές συγκρούσεις, καὶ ἐξωτερικὲς ἀμφισβητήσεις ἢ κατατρεγμούς, μέχρι καὶ σήμερα. Παρὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὡστόσο, θὰ διακινδύνευα τὴ διαπίστωση πὼς στὸ βάθος τῶν ὀντολογικῶν της προϋποθέσεων καὶ συνεπειῶν, ἡ ψυχανάλυση δὲν ἔχει ἀκόμη θεολογικά προσληφθεῖ καὶ ἐρμηνευθεῖ ἐπαρκῶς – μὲ τὴ νηφαλιότητα ἐννοῶ ἐκείνη ἡ ὁποία ἀκολουθεῖ εἴτε τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ νεοφωτίστου εἴτε τὴν φρίκη τοῦ φονταμενταλιστῆ ἐνώπιόν της.

Διάλεξα προσωπικὰ γιὰ τὴν σημερινή μας συζήτηση, ὡστόσο, μιὰ φιλοσοφικὴ δίοδο πρὸς τὴν πιθανή θεολογική αὐτή, τελικῶς, ἑρμηνευτική συνάντηση. Καὶ τοῦτο διότι ἡ φιλοσοφική κριτικὴ εἶναι, φυσικῷ τῷ τρόπῳ, περισσότερο ἀξιόπιστη ἀπὸ τὴν θεολογική, ἡ ὁποία γιὰ τοὺς πολλούς δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι θεμελιωδῶς ἀμυντικὴ καὶ συνεπῶς ἀναξιόπιστη. Ἡ θεολογική συζήτηση μπορεῖ νὰ λάβει χώρα ἐπὶ τῆς φιλοσοφικῆς αὐτῆς κριτικῆς καὶ κατόπιν της κάτι τέτοιο, ἐπιπλέον, θὰ διευκόλυνε καὶ ὅσους δὲν διαθέτουν τὴν κατάλληλη θεολογική παιδεία ἢ ἀναζήτηση γιὰ νὰ παρακολουθήσουν τὴ συζήτηση αὐτή.

Ἐπέλεξα τρεῖς ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους φιλοσοφικούς κριτικοὺς τῆς ψυχανάλυσης στὸν εἰκοστὸ αἰώνα: τὸν L. Wittgenstein, τὸν P. Ricoeur καὶ τὸν Κ. Καστοριάδη, ἐπειδὴ θεωρῶ τὴν κριτική τους συμπληρωματική, θὰ ἔλεγα, καὶ εὐεπίφορη ἐντέλει σὲ μιὰ θεολογικὴ ἑρμηνευτική πρόσληψη. Ὁ Wittgenstein, γιὰ νὰ ξεκινήσουμε, ἀντιπροσωπεύει τὸν βαθύτερο ἴσως φιλοσοφικό κριτικὸ τῆς ψυχανάλυσης στὸν εἰκοστὸ αἰώνα, κάτι ποὺ δὲν ἔχει προσεχθεῖ μᾶλλον ὅσο ἔπρεπε καὶ γι' αὐτὸ ἡ εἰδικὴ βιβλιογραφία ἐπὶ τοῦ θέματος εἶναι ἐλάχιστη, μὲ σημαντικότερο τὸ βιβλίο τοῦ Jacques Bouveresse, τὸ ὁποῖο στὴν ἀγγλική του μετάφραση φέρει τὸν χαρακτηριστικὸ ὑπότιτλο: Ὁ Μύθος τοῦ ᾿Ασυνειδήτου1. Η πρώτη λοιπὸν κριτικὴ ἀντίρρηση τοῦ Wittgenstein ἀφορᾶ στὴν ἴδια τὴν ἐπιστημονικότητα τῆς ψυχανάλυσης: ὁ φιλόσοφος ἀρνεῖται στὸν Freud αὐτὴν τὴν τελευταία. Αὐτὸ ποὺ προσφέρει ἡ ψυχανάλυση εἶναι ὄχι ἐπιστήμη ἀλλὰ speculatio – «κάτι λιγότερο ἀπὸ τὴν διαμόρφωση μιᾶς ἐπιστημονικῆς ὑπόθεσης» (Lectures and Conversations, σ. 44)2. Ἡ ὑπέρογκη αὐτοπεποίθηση τοῦ Freud, ὁ δογματισμός του τῆς πίστης σὲ μία καὶ μοναδικὴ σωστή ἐξήγηση -τὴν δική του- τὸν ὁδηγεῖ σὲ συνεχεῖς γενικεύσεις τῆς μονοδιάστατα προσωπικῆς του ἑρμηνείας: αὐτὸς εἶναι ὁ ὁρισμός, κατὰ τὸν Wittgenstein, ὄχι τῆς ἐπιστήμης ἀλλὰ τῆς μυθολογίας3, ποὺ θέλει νὰ καταπλήξει καὶ νὰ ἐντυπωσιάσει τὴν ἀστικὴ τάξη τῆς ἐποχῆς του. Ὁ Freud δὲν κατανοεῖ συνεπῶς, μέσα στὴν βία τῆς ἑρμηνείας του, οὔτε τὴν Ἠθική, οὔτε τὴν Θρησκεία οὔτε τὴν Τέχνη στην, κατὰ Wittgenstein, «ὑπερβατικότητά τους»4. Καί, ἐπιπλέον, μὲ μυθολογικό τρόπο, τὸ ἀσυνείδητο, ἐνῶ συνιστᾶ τὴν οὐσία τοῦ ψυχικοῦ, προσεγγίζεται στὴν πραγματικότητα ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ συνειδητοῦ καὶ μόνον5. Μὲ μυθικό τρόπο λοιπὸν τὸ ἀσυνείδητο «ὀντοποιεῖται», ὡσὰν «κάποιος» ὁ ὁποῖος δρᾶ, σκέπτεται, ἐπιθυμεῖ, ἐνεργεῖ, σκαρώνει φάρσες, ὄνειρα καὶ γλωσσικὲς ἀστοχίες ἐρήμην τοῦ ἐαυτοῦ, πλὴν ἐντελῶς συνειδητά, ὡς ἂν δηλαδὴ αὐτόνομο καὶ αὐτοδύναμο6. Επιπλέον, μ' ἕναν τρόπο ποὺ θυμίζει αἱσθητικὴ κι ὄχι ἐπιστήμη, ἡ ἑρμηνεία τοῦ βίου καὶ τῆς πολιτείας αὐτοῦ τοῦ «ὄντος» συντελεῖται ὄχι ἀντικειμενικά ἀλλὰ μὲ τὴν πειθώ τοῦ ἀναλυτῆ καὶ τὴν συγκατάθεση τοῦ ἀναλυόμενου7. Ἔτσι τὸ ἀσυνείδητο προσωποποιεῖται, ὡς ἕνα homunculus στὸ ὁποῖο ἀποδίδονται πράγματι «προσωπικὲς» ἰδιότητες κρίσης, ἐλέγχου, λογοκρισίας, ἐπιθυμίας καὶ τὰ συναφῆ καθὼς καὶ μιὰ ἀξιοσημείωτη ἱκανότητα χρήσης τῆς γλώσσας. Αν ὅμως, συνεχίζει ὁ Wittgenstein, τὸ ἀσυνείδητο πράγματι ὁμιλεῖ, τότε ἀκολουθεῖ λογικοὺς καὶ γλωσσικούς κανόνες καὶ κώδικες καὶ συνεπῶς δὲν εἶναι πράγματι «ἀσυνείδητο»9 – ἐδῶ μιὰ ἔμμεση δική μας μνεία τοῦ Lacan δὲν θὰ ἦταν ἄχρηστη.

Ὁ Freud δρᾶ λοιπὸν ὡς φιλόσοφος μᾶλλον, ὑποστηρίζει ὁ Wittgenstein, ἀφοῦ τοῦ ἀρκεῖ ἡ μελέτη μιᾶς περίπτωσης ὑστερίας γιὰ νὰ ἐξαχθεῖ ἐκεῖθεν ἡ δομὴ ὁλόκληρου τοῦ ἀν θρώπινου ψυχισμοῦ10. Παρεμφερῶς ἀρκεῖται, προκειμένου νὰ ἑδραιώσει τὴν ἑρμηνευτικὴ τῶν ὀνείρων, στὴν ἐμμονή του πὼς τὰ ὄνειρα στὴν οὐσία τους ἀποτελοῦν «ἐκπληρώσεις εὐχῶν» μεταμφιεσμένων. Γενικεύοντας καὶ καθολικοποιώντας μὲ φιλοσοφικό τρόπο λίαν εὐάριθμες ἐπὶ μερους περιπτώσεις καὶ προσθέτοντας τὸ μυθικό κύρος τοῦ ἀναλυτῆ, προσφέρει μιὰ ἐλευθερωτικὰ αὐθαίρετη καὶ δογματικά μονομερῆ ἐξηγητικὴ τοῦ ὀνειρικοῦ ὑλικοῦ μὲ τὴν σπουδὴ ποὺ ἕνας ἀρχαιολόγος ἑρμηνεύει τὰ εὐρήματά του. Γιὰ τὸν Wittgenstein, ἀντίθετα, ἡ ἑρμηνεία τῶν ὀνείρων εἶναι μᾶλλον αὐτὸ ποὺ ἐδῶ καὶ τώρα μοῦ χρειάζεται προκειμένου δημιουργικὰ καὶ κατ' ἔμπνευση νὰ οἰκοδομήσω μιὰ τελεολογία τῆς συνειδητῆς μου πράξης11. Πρόκειται, ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τοῦ ἐλεύθερου συνειρμοῦ, μᾶλλον γιὰ καλλιτεχνικὸ ὑλικὸ προσφερόμενο πρὸς διάφορη ἐκάστοτε ἑρμηνεία – ἂν τὰ ὄνειρα εἶναι μιὰ γλώσσα τόσο συγκεκριμένη καὶ μεταφράσιμη ὅπως θα 'θελε ὁ Freud, τότε, ἰσχυρίζεται ὁ φιλόσοφος, θὰ ἔπρεπε νὰ μπορούσαμε ἐπίσης νὰ μεταφράσουμε καὶ τὴν γλώσσα σὲ ὄνειρα12. Μ' ἄλλα λόγια ὁ συμβολισμὸς τοῦ ὀνείρου πρέπει ν' ἀντιμετωπισθεῖ μὲ πολλὴν οἰκονομία καὶ περίσκεψη· ὁ φροϋδικὸς θετικισμός ψάχνει νὰ βρεῖ ψυχαναγκαστικὰ τὶς ἀληθινὲς δῆθεν αἰτίες τῆς συμπεριφορᾶς, τὴ στιγμὴ ποὺ σκοπὸς τῆς θεραπείας δὲν θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι μιὰ ἀπόλυτη γνώση, ὅσο μιὰ βαθύτερη ἀντίληψη τῶν ψυχικῶν πραγμάτων καὶ τοῦ κόσμου. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει, λέγει ὁ Wittgenstein, μιὰ θετικὴ ἐπιστήμη τῶν κινήτρων καὶ τῶν ψυχικῶν αἰτίων, ἀλλὰ μόνον μιὰ ἑρμηνευτική τους13, μιὰ πολλαπλότητα μάλιστα δυνατῶν ἑρμηνειῶν, ὑπὸ τὴν προϋπόθεση νὰ ἀρθεῖ προηγουμένως ὁ φροϋδικός θετικισμός ἢ νατουραλισμός.

Διότι τὸ πρόβλημα ἀκριβῶς τῶν ἀσυνείδητων λεγομένων κινήτρων εἶναι πὼς ἐνῶ στὴν κλινική πράξη ή κατανόησή τους βασίζεται στὴν προσωπικὴ αἰτιώδη ἐξήγηση, σ' ἕνα ἄλλο, μεταψυχολογικὸ ἐπίπεδο, τὸ ὁποῖο ὅμως ἀποτελεῖ τὸν σκληρό πυρήνα τῆς ψυχαναλυτικῆς θεωρίας, θεωροῦνται ὡς ἀπόρροιες μιᾶς ὁλόκληρης αὐστηρὰ χτισμένης ὑπερδομῆς, ὀρθολογικὰ καὶ ντετερμινιστικά προσδιορισμένης, ἡ ὁποία παράγει μιὰν αἰτιότητα σχεδόν μεταφυσικὰ συμπαγῆ.[Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΥ ΠΡΟΕΚΥΨΕ ΕΙΝΑΙ Η ΕΔΡΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΣΥΝΑΜΦΟΤΕΡΟΝ ΟΠΩΣ ΛΕΓΕΤΑΙ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ, ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΖΕΙ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ ΣΤΙΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ , ΣΤΑ ΤΟΤΕΜ ΚΑΙ ΤΑ ΤΑΜΠΟΥ] Αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι κατὰ τὸν Wittgenstein ἡ χειρότερη φροϋδικὴ προκατάληψη ἢ καλύτερα σειρά προκαταλήψεων14: Ο ψυχικός ντετερμινισμός καταρχήν, ὡς μεταφυσική ἢ μυθολογικὴ πεποίθηση πὼς δῆθεν τὰ ψυχικὰ φαινόμενα ὀφείλουν νὰ εἶναι πλήρως προσδιορισμένα καὶ ἐξηγήσιμα. Ἐδῶ ὁ Freud μοιάζει νὰ εἶναι τελείως ξένος ἀκόμη καὶ πρὸς τὴν ἴδια τὴν ἐξέλιξη τῆς φυσικῆς ἐπιστήμης τοῦ αἰώνα του, τὴν θεωρία τῆς σχετικότητας καὶ αὐτὴν τῆς ἀπροσδιοριστίας λόγου χάρη. Ἡ πρώτη αὐτὴ προκατάληψη ὁδηγεῖ στὴν δεύτερη, ἡ ὁποία συνίσταται στὴν πίστη πὼς κάθε τὶ στὴν ψυχικὴ ζωὴ ἔχει κατ' ἀνάγκην ἕνα νόημα ἢ σκοπὸ ἢ πρόθεση, ποὺ εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοηθοῦν μὲ βάση τὶς ὀλίγες δεδομένες «ἀρχές» μας, καὶ στὴ συνέχεια, ὡς φυσικὴ συνέπεια, ἀκολουθεῖ ἡ τρίτη προκατάληψη: ἡ πεποίθηση πὼς μιὰ ἐξήγηση ποὺ ἐφαρμόζεται σὲ ἕνα μέρος τῶν γεγονότων μπορεῖ νὰ ἐξηγήσει στὸ σύνολό του ὅλο τὸ σύμπαν τῶν γεγονότων.[ΜΕΓΑΛΟ ΜΕΡΟΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ, ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΑΝΑΓΚΑΣΕ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΥΣ ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΚΙΑ]

Ὡς πειθώ καὶ ὡς αἰσθητική, ως ερμηνευτική και έως ἔμπνευση, ὡς συμβολή σὲ μιὰ διαδικασία αὐτοδημιουργίας ἢ αὐτοσυνειδησίας ποὺ θὰ τὴν λέγαμε ἐσχατολογική, αν καὶ χωρὶς εἰδικὴ θεολογική σημασία, παρά τις σαφείς βιβλικές ρίζες, ἡ ψυχανάλυση εἶναι λοιπὸν δεκτή από την Wittgenstein, ὅπως εἶναι δεκτὸ καὶ τὸ ἀσυνείδητο, έως πλήρωση θὰ λέγαμε τοῦ προσωπικού μύθου τοῦ ὑποκειμένου. Ἡ αἰτιοκρατικὴ καὶ θετικιστική φροϋδική «επιστήμη» καὶ ἡ ντετερμινιστική ψυχική μηχανή τὴν ὁποία αυτή συνεπάγεται, ὅμως, όχι. Νομίζω πὼς ὁ Wittgenstein θα δεχόταν πὼς ἡ μεγάλη ἀνακάλυψη τοῦ Freud ὑπῆρξε, καταπώς το ἐκφράζει ὁ Erich Fromm, ἡ σύγκρουση ανάμεσα στη σκέψη καὶ τὴν ὕπαρξη, σύγκρουση ἀπαράδεκτη καὶ ταπεινωτικὴ γιὰ τὸν νεωτερικό δυτικό ἄνθρωπο15.[Η ΚΑΤΑΠΙΕΣΜΕΝΗ ΒΟΥΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΚΕΨΗ. ΜΑΤΑΙΑ ΠΟΥΛΗΣΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΑΝ ΘΕΟΣ, ΠΡΟΣΩΠΟ. ΤΕΛΙΚΑ ΜΟΝΟ ΣΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΕΚΠΛΗΡΩΝΕΤΑΙ] Είναι στὸν ίδια τὸν Fromm ποὺ ὀφείλουμε ἄλλωστε πολλά, ὅσον άφορά τὴν ἔνταξη στὴν δυτική πνευματική παράδοση τοῦ φροϋδικοῦ ἔργου, πράγμα στὸ ὁποῖο θὰ ἐπανέλθουμε. Βεβαίως δ ἴδιος ὁ Freud περιόρισε τὴν σημασία τῆς ἀνακάλυψής του αὐτῆς, θεωρώντας κατὰ βάση πὼς ἡ σύγκρουση αυτή εἶναι κατ' οὐσίαν μία σύγκρουση ἀνάμεσα στην σκέψη και τὴν παιδική σεξουαλικότητα – μιὰ καὶ ἡ ἐποχή του καὶ ἡ τάξη του ἀπωθοῦσαν κυρίως καὶ ἀκριβῶς τὴν σεξουαλικότητα καὶ ὁ φιλοσοφικὰ ἰδιόρρυθμος ἱδρυτής τῆς ψυχανάλυσης δὲν θὰ μποροῦσε παρὰ νὰ γενικεύσει κι ἐδῶ, θεωρώντας πώς ὅ,τι συμβαίνει στὴν Βιέννη τῆς ἐποχῆς του ἀφορά στὴν διαιώνια ἀνθρώπινη ύπαρξη. Όπως καὶ να 'χει το πράγμα, ἡ μόνη προοπτική τῆς ψυχανάλυσης είναι, κατά Wittgenstein, αἰσθητικὴ καὶ ἐρμηνευτική

Σημειώσεις

1. Βλ. J. Bouveresse, Philosophie, mythologie et pseudo-science. Wittgenstein lecteur de Freud, Editions de l'éclat, Paris 1981. ᾿Αγγλική μετάφραση ἀπὸ τὸν C. Cosnan, Wittgenstein reads Freud. The Myth of the Unconscious. Princeton Univ. Press, Princeton, New Jersey 1995. - Assoun, P. L., Freud et Wittgenstein, PUF, Paris 1988. - Cioffi, F., «Wittgenstein's Freud», στο Studies in the Philosophy of Wittgenstein, ed. Winch. - McGuiness, B., «Freud and Wittgenstein», στὸ Wittgenstein and His Times, ed. McGuiness, Oxford, Blackwell 1981.
2. Τὸ ἔργο τοῦ Wittgenstein ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ ἔκδοση τοῦ Bennett.Oxford.
3. J. Bouveresse, Wittgenstein reads Freud..., ό.π., σ. 12-13.
4. Ό.π., σ. 17.            5. Ό.π., σ. 25.
6. Ό.π., σσ. 34-35.    7. Ό.π., σσ. 26-27.
8. Ό.π., σσ. 38-39.    9. Ό.π., σ. 40.
10. Ό.π., σ. 45.         11. Ό.π., σ. 116.
12. Ό.π., σ. 110.        13. Ό.π., σ. 80.
14. Ό.π., σσ. 83-96.
15. Στὸ ἔργο τοῦ Ε. Fromm, Greatness and Limitations of Freud's thought, 1980. Έλλην, μτφρ. Το Μεγαλεῖο καὶ οἱ Περιορισμοί στη Σκέψη τοῦ Freud, Γλάρος, Αθήνα 1983, σ. 39.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου