Προσφέρουμε στους αναγνώστες, στη μετάφραση του Roberto Pecchioli, ένα σημαντικό άρθρο της Chantal Delsol, της σημαντικότερης εν ζωή Γαλλίδας Καθολικής φιλοσόφου που δημοσιεύτηκε στη μεγάλη παριζιάνικη εφημερίδα Le Figaro, από το www.elmanifiesto.com
Chantal Delsol, filosofa
Από τις αρχές του αιώνα, ο μεταμοντερνισμός ήταν η βασιλεία μιας μικρής «ελίτ» που επέβαλε αυτές τις νέες πεποιθήσεις. Αυτό που ονομάζουμε ανελευθερισμό (αντιφιλελευθερισμό/αποφιλελευθερισμό) είναι μια λαϊκή εξέγερση εναντίον αυτής της διαδικασίας.
Ο αποφιλελευθερισμός είναι λιγότερο φιλελεύθερος από τον φιλελευθερισμό της ελίτ επειδή πιστεύει ότι η ελευθερία πρέπει να έχει όρια (στην οικονομική παγκοσμιοποίηση ή σε ανοιχτά σύνορα ή σε κοινωνικά ζητήματα). Αλλά είναι πιο φιλελεύθερος από τον φιλελευθερισμό των ελίτ γιατί πιστεύει στην κοινή λογική του λαού (αλλιώς δεν καταλαβαίνει πώς μπορεί κανείς να είναι δημοκρατικός) και, ως εκ τούτου, απαιτεί ελευθερία από τα κάτω: «Ας ζήσουμε, αφήστε μας να πράξουμε». Η εμφάνιση του ανελευθερισμού στα τέλη του 20ου αιώνα στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης δεν ήταν τίποτα άλλο από το προοίμιο μιας τεράστιας διαδικασίας της οποίας η δεύτερη εκλογή Τραμπ αντιπροσωπεύει ένα είδος κορύφωσης.
Οι υπερφιλελεύθερες και οι ελευθεριακές ελίτ της δυτικής αριστεράς απάντησαν ως συνήθως σε αυτές τις προσπάθειες αμφισβήτησής τους με ύβρεις από την αρχή. Τους κατήγγειλαν αμέσως ως φασισμό, εφάρμοσαν τη μείωση σέ Χιτλερισμό και το έκαναν με πρωτοφανή βία.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι συντηρητικές ελίτ έγιναν απρόθυμες να μιλήσουν (δίστασαν να εκφραστούν ανοιχτά). Τα λεγόμενα ανελεύθερα κυριαρχικά ρεύματα, αυτά που ήθελαν να θέσουν όρια στις ελευθερίες, έπρεπε να αναπτυχθούν χωρίς ελίτ, χωρίς δογματικό σώμα.
Αυτή είναι η ιστορία του Front National, τώρα Rassemblement National, στη Γαλλία. Για μισό αιώνα έπρεπε να προχωρήσει παρά τα χλευαστικά σχόλια, με πολύ θάρρος αλλά πολύ λίγο πνεύμα, γιατί καμία ελίτ δεν τόλμησε να συμμετάσχει στη μάχη του (το θάρρος δεν ήταν ποτέ χαρακτηριστικό των διανοουμένων). Ο μόνιμος αφορισμός που ταλαιπώρησε αυτά τα ρεύματα τόσο καιρό τους στερεί τη συμβολή των πιο αιχμηρών μυαλών και τα γεμίζει με νταήδες, τρελούς και ανόητους που δέχονται τον εξοστρακισμό και τη δόξα σε αυτόν.
Αυτό εξηγεί γιατί ο διαχωρισμός μεταξύ των δύο ρευμάτων είναι τόσο κοινωνικής τάξης όσο και πίστης, εξ ου και ο απαίσιος χαρακτήρας του.
Μόνο η ελίτ υπερασπίζεται τον φιλελευθερισμό-νεοφιλελευθερισμό. Στη Γαλλία, οι μεγάλες πόλεις είναι το προνομιακό έδαφος του Μακρονισμού και της υπεραριστεράς, ενώ η ύπαιθρος ψηφίζει τη Μαρίν Λεπέν και το RN της. Τήν Χάρις τήν υπερασπίζεται η ελίτ και οι διάσημοι, που δεν κάνουν έναν λαό.
Οι άνθρωποι μιλούν με κοινή λογική, η οποία δεν είναι πλέον σχετική (η οποία πλέον δεν έχει σημασία). Οι ελίτ υπερασπίζονται την άποψή τους μεταφράζοντας τη σε νόμους, για παράδειγμα μεταφράζοντας τον ανελευθερισμό σε επίθεση στο κράτος δικαίου. Το κράτος δικαίου είναι μια υδροκέφαλη έννοια με πολύ ευμεταβλητή γεωμετρία που στα χέρια των ορθών σκεπτόμενων ανθρώπων επιτρέπει τη νομιμοποίηση αποκλειστικά της υπεροχής των υποκειμενικών δικαιωμάτων, την κατάργηση των συνόρων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Σε αυτή την υπαρξιακή αντιπαράθεση και οι δύο πλευρές γίνονται πολύ επικίνδυνες. Ο Τραμπ μπόρεσε να στείλει τα στρατεύματά του στο Καπιτώλιο και τήν Χάρις πού πολεμούσε για να υπερασπιστεί μια πολιτική ταυτότητας που εκχωρεί τίτλους και θέσεις με βάση το χρώμα του δέρματος: επιστροφή σε κληρονομικούς τίτλους ευγενείας και στον συνηθισμένο ρατσισμό.
Η στιγμή Τραμπ 2 είναι μια στιγμή κατά την οποία αναδύεται για πρώτη φορά μια θεωρητικοποίηση του ανελευθερισμού, μια νέα τάση προσαρμοσμένη στην εποχή, που απαιτεί την επιβολή ορίων στην ελευθερία με την επανανομιμοποίηση της κοινής λογικής. Η σημερινή ελίτ, που έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζει μόνο τυραννίες ντεμοντέ, τρελούς ή ανθρώπους παρασυρμένους από τα πάθη τους, θα πρέπει να καταλάβει ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα εναλλακτικό πολιτικό ρεύμα ικανό να τους αμφισβητήσει με σοβαρά επιχειρήματα. Είναι ένα σοκ που την αφήνει έκπληκτη, αλλά πάνω απ' όλα σέ αγωνία: πώς μπορεί κανείς να τολμήσει να της εναντιωθεί; Αυτός είναι ο μεγάλος φόβος των σωστά σκεπτόμενων ανθρώπων. Απογοητευμένοι από την έκταση των παρεκτροπών της αριστεράς, πολλοί αριστεροί ψηφοφόροι, ειδικά εκείνοι που έχουν παραμείνει
προσκολλημένοι στην οικουμενικότητα και την ανεξιθρησκία στη Γαλλία (και είναι πολλοί), εγκαταλείπουν τα εγχώρια κινήματά τους. Η φιλελεύθερη-ελευθεριακή αριστερά, που εδώ και καιρό είναι δεξιά, χάνει την εξουσία. Sic transit Gloria Mundi.
Δεν θα είναι ο Τραμπ γιά να κάνει ομιλίες πολιτικών επιστημών. Ήταν απλώς ο ατρόμητος και αδίστακτος γελωτοποιός που άνοιξε τις καγκελόπορτες. Αλλά η τεράστια κίνηση που εξαπολύει δεν είναι μόνο απογοήτευση και θυμός. Κρύβει ένα μεταφιλελεύθερο ρεύμα, πιο κοντά στον κλασικό φιλελευθερισμό, αγκυροβολημένο σε εθνικά και ηθικά θεμέλια, μέχρι τώρα παραλυμένο από τη λογοκρισία.
Μπορούμε να περιμένουμε ότι το ίδιο θα συμβεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον.
Xρ. Γιανναράς: Ο έρωτας στον Χριστιανισμό
03:00 Σεξουαλικότητα – Ενοχή και Αμαρτία
09:22 Ηδονιστική αντίληψη της ζωής
13:00 Εκκλησιαστικό γεγονός και Θρησκευτικό φαινόμενο
21:01 Αρχετυπικός Αντιφεμινισμός
21:51 Θρησκεία και Έρως
29:16 Γνωστικισμός – Μανιχαϊσμός – Βογόμιλοι – Καθαροί
32:01 Πουριτανισμός – Πιετισμός – Προτεσταντισμός
35:01 Ευαγγέλιο – Ελευθερία
38:01 Γάμος 40:25 Αγάπη – Έρως
17:05-19:08 λέει:
Με αυτή τη διάκριση (σημ. : θρησκείας και εκκλησιαστικού γεγονότος. Η θρησκεία εν τέλει ως σωματική ανάγκη προς επιβίωση. Το «εκκλησιαστικό γεγονός» στη θέση του «Χριστιανισμού», επειδή περιέχει το -ισμός) μπορούμε να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα. Μια διαπίστωση η οποία γίνεται καθολικά θα τολμούσα να πω, από τους ανθρωπολόγους, όπως λέμε αυτούς που σπουδάζουν το ανθρώπινο φαινόμενο, στις εκφάνσεις του μέσα στη διαχρονική πορεία του ανθρώπινου γένους πάνω στη γη. Λοιπόν, η διαπίστωση των ανθρωπολόγων, είναι ότι συνήθως, κατά κανόνα, η θρησκεία, η φυσική θρησκεία, έχει μια επιφυλακτικότητα, ή μια άρνηση, ή μια απόρριψη, ή μια φοβία για τη σεξουαλικότητα. Αυτό το πιστοποιούμε σε όλες σχεδόν τις αρχέγονες θρησκευτικές παραδόσεις, και η ερμηνεία που προτείνεται γι’ αυτό το γεγονός, είναι ότι μάλλον, ο πρώτος άνθρωπος, ο άνθρωπος γενικά, και στις απαρχές του πολύ πιο εμφανέστερα, έβλεπε στη σεξουαλική ικανότητα, τη δική του, στην ανθρώπινη σεξουαλική ικανότητα, ένα είδος σφετερισμού μιας θείας ιδιότητας. Μόνο ο Θεός έχει το δικαίωμα να δημιουργεί εκ του μηδενός. Απ’ το τίποτα. Να δίνει ύπαρξη στην ανυπαρξία. Να δημιουργεί ύπαρξη από το μηδέν. Όταν ο άνθρωπος λοιπόν με την σεξουαλική του ικανότητα πραγματοποιεί το ίδιο έργο, και ανασταίνει καινούργιες υπάρξεις, και μάλιστα με απόλυτη ετερότητα…ε αυτό, λέω τι προτείνεται ως ερμηνευτικό σχήμα, αυτό το θεώρησε ο άνθρωπος ως ένα σφετερισμό. Μπαίνω στο χώρο της θεότητας με αυτό το πράγμα.
Κολ 2:20 – 23; 3:1 – 3
Ἀδελφοί, εἰ ἀπεθάνετε σὺν τῷ Χριστῷ ἀπὸ τῶν στοιχείων τοῦ κόσμου, τί ὡς ζῶντες ἐν κόσμῳ δογματίζεσθε, μὴ ἅψῃ μηδὲ γεύσῃ μηδὲ θίγῃς — ἅ ἐστι πάντα εἰς φθορὰν τῇ ἀποχρήσει — κατὰ τὰ ἐντάλματα καὶ διδασκαλίας τῶν ἀνθρώπων; ἅτινά ἐστι λόγον μὲν ἔχοντα σοφίας ἐν ἐθελοθρησκείᾳ καὶ ταπεινοφροσύνῃ καὶ ἀφειδίᾳ σώματος, οὐκ ἐν τιμῇ τινι πρὸς πλησμονὴν τῆς σαρκός. Εἰ οὖν συνηγέρθητε τῷ Χριστῷ, τὰ ἄνω ζητεῖτε, οὗ ὁ Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος, τὰ ἄνω φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς. ἀπεθάνετε γάρ, καὶ ἡ ζωὴ ὑμῶν κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ
Λκ 17:26 – 37, 18:8
Εἶπεν ὁ Κύριος· καθὼς ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου· ἤσθιον, ἔπινον, ἐγάμουν, ἐξεγαμίζοντο, ἄχρι ἧς ἡμέρας εἰσῆλθε Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, καὶ ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς καὶ ἀπώλεσεν ἅπαντας. ὁμοίως καὶ ὡς ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Λώτ· ἤσθιον, ἔπινον, ἠγόραζον, ἐπώλουν, ἐφύτευον, ᾠκοδόμουν· ᾗ δὲ ἡμέρᾳ ἐξῆλθε Λὼτ ἀπὸ Σοδόμων, ἔβρεξε πῦρ καὶ θεῖον ἀπ᾿ οὐρανοῦ καὶ ἀπώλεσεν ἅπαντας. κατὰ τὰ αὐτὰ ἔσται ᾗ ἡμέρᾳ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀποκαλύπτεται. ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ὃς ἔσται ἐπὶ τοῦ δώματος καὶ τὰ σκεύη αὐτοῦ ἐν τῇ οἰκίᾳ, μὴ καταβάτω ἆραι αὐτά, καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ ὁμοίως μὴ ἐπιστρεψάτω εἰς τὰ ὀπίσω. μνημονεύετε τῆς γυναικὸς Λώτ. ὃς ἐὰν ζητήσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὃς ἐὰν ἀπολέσῃ αὐτήν, ζωογονήσει αὐτήν. λέγω ὑμῖν, ταύτῃ τῇ νυκτὶ δύο ἔσονται ἐπὶ κλίνης μιᾶς, εἷς παραληφθήσεται καὶ ὁ ἕτερος ἀφεθήσεται· δύο ἔσονται ἀλήθουσαι ἐπὶ τὸ αὐτό, μία παραληφθήσεται καὶ ἡ ἑτέρα ἀφεθήσεται· δύο ἐν τῷ ἀγρῷ, εἷς παραληφθήσεται καὶ ὁ ἕτερος ἀφεθήσεται. καὶ ἀποκριθέντες λέγουσιν αὐτῷ· ποῦ, Κύριε; ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ὅπου τὸ σῶμα, ἐκεῖ ἐπισυναχθήσονται καὶ οἱ ἀετοί. πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;
ΑπάντησηΔιαγραφή17:05-19:08 λέει:
Με αυτή τη διάκριση (σημ. : θρησκείας και εκκλησιαστικού γεγονότος. Η θρησκεία εν τέλει ως σωματική ανάγκη προς επιβίωση. Το «εκκλησιαστικό γεγονός» στη θέση του «Χριστιανισμού», επειδή περιέχει το -ισμός) μπορούμε να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα. Μια διαπίστωση η οποία γίνεται καθολικά θα τολμούσα να πω, από τους ανθρωπολόγους, όπως λέμε αυτούς που σπουδάζουν το ανθρώπινο φαινόμενο, στις εκφάνσεις του μέσα στη διαχρονική πορεία του ανθρώπινου γένους πάνω στη γη. Λοιπόν, η διαπίστωση των ανθρωπολόγων, είναι ότι συνήθως, κατά κανόνα, η θρησκεία, η φυσική θρησκεία, έχει μια επιφυλακτικότητα, ή μια άρνηση, ή μια απόρριψη, ή μια φοβία για τη σεξουαλικότητα. Αυτό το πιστοποιούμε σε όλες σχεδόν τις αρχέγονες θρησκευτικές παραδόσεις, και η ερμηνεία που προτείνεται γι’ αυτό το γεγονός, είναι ότι μάλλον, ο πρώτος άνθρωπος, ο άνθρωπος γενικά, και στις απαρχές του πολύ πιο εμφανέστερα, έβλεπε στη σεξουαλική ικανότητα, τη δική του, στην ανθρώπινη σεξουαλική ικανότητα, ένα είδος σφετερισμού μιας θείας ιδιότητας. Μόνο ο Θεός έχει το δικαίωμα να δημιουργεί εκ του μηδενός. Απ’ το τίποτα. Να δίνει ύπαρξη στην ανυπαρξία. Να δημιουργεί ύπαρξη από το μηδέν. Όταν ο άνθρωπος λοιπόν με την σεξουαλική του ικανότητα πραγματοποιεί το ίδιο έργο, και ανασταίνει καινούργιες υπάρξεις, και μάλιστα με απόλυτη ετερότητα…ε αυτό, λέω τι προτείνεται ως ερμηνευτικό σχήμα, αυτό το θεώρησε ο άνθρωπος ως ένα σφετερισμό. Μπαίνω στο χώρο της θεότητας με αυτό το πράγμα.