Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

Giovanni Reale - ΠΛΑΤΩΝ (32)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2025

Giovanni Reale 

ΠΛΑΤΩΝ

V

Η Γραφή Δεν Μπορεί Να Υποκαταστήσει την Διαλεκτική Προφορικότητα

Ο Φιλόσοφος, ως τέτοιος, πρέπει να επικοινωνεί τα ανώτερα μηνύματά του όχι γράφοντάς τα σε ρολά χαρτιού αλλά στις ψυχές των ανθρώπων.

Οι δομικοί περιορισμοί των γραπτών, όπως συζητούνται στις αυτομαρτυρίες στο τέλος του "Φαίδρου" και της "Επιστολής VII", και οι δομικές συνδέσεις μεταξύ των γραπτών και των «άγραφων δογμάτων» του Πλάτωνα.

Οι «άγραφες διδασκαλίες» του Πλάτωνα που μας παραδόθηκαν από τους μαθητές του και οι δομικοί δεσμοί που τις συνδέουν στενά με τα γραπτά.

Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, και συνεπώς ο μεγαλύτερος από τους μαθητές του Πλάτωνα, μας πληροφορεί ότι οι διδασκαλίες που ο Πλάτωνας επιφύλασσε για την προφορική διαλεκτική (και επομένως παρουσίαζε στα μαθήματα μέσα στην Ακαδημία) αποκαλούνταν κοινώς «άγραφες διδασκαλίες»(Αριστοτέλης, Φυσικά, IV 2, 209 b 11-17). Σε αυτόν οφείλουμε επίσης ακριβείς πληροφορίες-ενδείξεις σχετικά με το περιεχόμενό τους.

Αλλά πώς είναι δυνατόν ο Αριστοτέλης και άλλοι μαζί του να παραβίασαν συστηματικά την πλατωνική απαγόρευση να γράφουν για αυτές τις διδασκαλίες, γι' αυτά τα δόγματα;

Ο Πλάτωνας αρνείται ότι όποιος έχει γράψει για αυτές τις διδασκαλίες τις έχει κατανοήσει. Όποιος με ακολούθησε σε αυτή την αφήγηση και παρέκβαση, θα καταλάβει καλά ότι, αν ο Διονύσιος έχει γράψει για τις πρώτες και ανώτατες αρχές της φύσεως, ή αν το έκανε κάποιος άλλος, κατώτερος ή ανώτερος από αυτόν, δεν μπορεί να έμαθε ή να άκουσε από μένα τίποτα υγιές (δηλ. σωστό) για τα θέματα για τα οποία έγραψε, όπως νομίζω. Διαφορετικά, θα είχε τον σεβασμό που έχω εγώ γι' αυτά, και δεν θα τολμούσε να τα εκθέσει σε ένα κοινό ακατάλληλο και ανεπαρκές(Επιστολή VII, 344 D).

Και τότε, οι έμμεσες μαρτυρίες που μας παρέδωσαν οι μαθητές δεν καταποντίζονται επίσης από αυτή την αυστηρή καταδίκη;

Η απάντηση μας παρέχεται από τον ίδιο τον Πλάτωνα, με μία δήλωση που αποκλείει με σαφήνεια τους μαθητές του από τον κατάλογο εκείνων που δεν τον κατάλαβαν. Μας λέει, μάλιστα, ότι αυτοί οι μαθητές τον κατάλαβαν, αναφερόμενος σε αυτούς ως αυθεντικούς κριτές εναντίον του Διονυσίου:
Αν ο Διονύσιος θεωρούσε αυτές τις διδασκαλίες ανοησίες, τότε θα βρεθεί σε αντίθεση με πολλούς μάρτυρες που υποστηρίζουν το αντίθετο και που σε αυτά τα ζητήματα θα μπορούσαν να είναι πολύ πιο έγκυροι κριτές από αυτόν (Επιστολή VII, 345 Β).

Υπό αυτές τις συνθήκες, γίνεται προφανές ότι οι μαρτυρίες των μαθητών του Πλάτωνα σχετικά με τις «άγραφες διδασκαλίες» του πρέπει να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη. Επομένως, η έμμεση πλατωνική παράδοση πρέπει να αποτελεί αδιαμφισβήτητο σημείο αναφοράς στην ερμηνεία του Πλάτωνα και στην επανεξέταση και στην εκ νέου ανάγνωση των γραπτών του.

Στην Έβδομη Επιστολή, ο Πλάτωνας μας λέει, έστω και παρεμπιπτόντως, ότι οι άγραφες διδασκαλίες αφορούσαν «το όλον», δηλαδή το σύνολο, «τα μεγαλύτερα πράγματα», «το αγαθό», «το ψευδές και το αληθές κάθε όντος», «τα σοβαρότερα πράγματα», και ειδικά, όπως διαβάζουμε στο προτελευταίο απόσπασμα, «τις πρώτες και υπέρτατες αρχές της πραγματικότητας».

Με άλλα λόγια, οι «άγραφες διδασκαλίες» πραγματεύονταν όντως εκείνα τα ζητήματα που για τον φιλόσοφο έχουν «τη μεγαλύτερη αξία», σύμφωνα με τη γλώσσα που χρησιμοποιείται στον Φαίδρο.

Εξάλλου, σε αυτά τα «πράγματα μεγαλύτερης αξίας», δηλαδή σε εκείνα που είναι «οι πρώτες και υπέρτατες αρχές της πραγματικότητας», ο Πλάτωνας κάνει συνεχείς αναφορές στους διαλόγους του με συγκεκριμένα υπαινικτικά μηνύματα, τα οποία θα έχουμε την ευκαιρία να εξετάσουμε. Πρόκειται για υπομνηματικές αναφορές χρήσιμες για όσους είχαν παρακολουθήσει τις διαλέξεις του, και που εμείς σήμερα, ευτυχώς, μπορούμε να κατανοήσουμε, πέρα από τον υπαινικτικό τους χαρακτήρα, ως συγκεκριμένες αναφορές στις «άγραφες διδασκαλίες», στα «άγραφα δόγματα».

Αυτές οι αναφορές στις «πρώτες και υπέρτατες αρχές» της πραγματικότητας είναι σίγουρα τα «τελικά βοηθήματα» που πρέπει να παρέχουμε στα γραπτά του Πλάτωνα, εκείνα που υπερβαίνουν την «αδυναμία» τους, παρέχοντας αυτό που τους λείπει.

Ωστόσο, σε ό,τι αφορά το ζήτημα του «βοηθήματος», χρειάζεται να κάνουμε ακόμα κάποιες επισημάνσεις.

Το «βοήθημα» ως βασική δραματουργική δομή των πλατωνικών γραπτών, τόσο ως αντανάκλαση της προφορικότητας όσο και ως αναφορά σε αυτή.

Ο THOMAS SZLEZÁK, σε ένα βιβλίο με τίτλο Ο Πλάτων και η γραφή της φιλοσοφίας, που έχω μεταφράσει και παρουσιάσει στην ιταλική γλώσσα, έχει αποδείξει ότι η κατασκευή όλων των πλατωνικών γραπτών στηρίζεται ακριβώς πάνω στο «βοήθημα», το οποίο παρέχεται σε διάφορα επίπεδα.

Το «βοήθημα» συνίσταται συγκεκριμένα σε αυτό που ο Πλάτων, σε όλους τους διαλόγους, κάνει τον Σωκράτη να εφαρμόζει, ο οποίος αποτελεί τη μάσκα του φιλοσόφου-διαλεκτικού.
Πράγματι, οι εννοιολογικές δομές που αναδύονται κατά την παροχή «βοηθήματος» σε έναν συγκεκριμένο «λόγο» από αυτόν που γνωρίζει, δηλαδή από τον φιλόσοφο-διαλεκτικό, είναι οι ίδιες τόσο στην προφορικότητα όσο και στη γραπτή μορφή, η οποία είναι μια μορφή διαλόγου που αναπαράγει, με τον δικό της τρόπο, την προφορικότητα.

Συνεπώς, «οι εννοιολογικές δομές που θα αναδυθούν θα πρέπει να είναι οι ίδιες, και η σχέση μεταξύ του “λόγου” που χρειάζεται βοήθεια και του λόγου που του παρέχει βοήθεια θα είναι η ίδια».

Αν είναι έτσι, τότε οι διάλογοι παρουσιάζουν δομικά την κατάσταση-του-βοηθήματος «ως βασικό δραματουργικό σχήμα», και πρέπει να επανεξεταστούν και να ερμηνευτούν υπό αυτό το πρίσμα.

Φυσικά, οι διάλογοι παραμένουν «γραπτά κείμενα» σε κάθε περίπτωση, και, παρόλο που είναι δομημένοι πάνω σε μια αρχή βοηθήματος, χρειάζονται περαιτέρω βοήθεια, η οποία, από τη φύση τους, για τους λόγους που εξήγησε ο Πλάτων στις αυτομαρτυρίες του, δηλαδή ακριβώς ως γραπτά, δεν μπορούν να περιέχουν· ωστόσο, περιέχουν «μια υποδειγματική πρόβλεψη του βοηθήματος που τα ίδια χρειάζονται».

Επιπλέον, οι διάλογοι δεν προσφέρουν μόνο τυπικά παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο προχωρά ο φιλόσοφος, αλλά υπαινίσσονται επίσης τα περιεχόμενα που θα μπορούσαν να προσφέρουν την περαιτέρω βοήθεια στο γραπτό, αλλά τα οποία λείπουν από αυτό. Όλοι οι διάλογοι, ή τουλάχιστον η πλειοψηφία αυτών, είναι γεμάτοι από υποδείξεις και αναφορές που δείχνουν την ανάγκη για μια περαιτέρω θεμελίωση, δηλαδή δείχνουν αυτό που τους λείπει.

Πρόκειται, ειδικότερα, για εκείνα τα «σημεία παράλειψης», δηλαδή για εκείνα τα σημεία στα οποία θα περιμέναμε να λάβουμε μια συγκεκριμένη απάντηση, αλλά ο Πλάτωνας παραπέμπει «για άλλη φορά», αποτελώντας έτσι υπενθύμιση της διάστασης της διαλεκτικής προφορικότητας.

Όπως ο αναγνώστης θα έχει καταλάβει, πολλές από τις παλαιότερες ερμηνείες που αντιμετωπίζουν προβληματικά τους πλατωνικούς διαλόγους, τις απότομες φαινομενικά «απορητικές» παύσεις τους, τις ξαφνικές σιωπές τους και τις αναβολές της συζήτησης, ακόμα και όταν αυτές παρουσιάζονται με μεγάλη καλλιτεχνική λεπτότητα, δεν στέκουν σε καμία περίπτωση.

Οι συγγραφείς αυτών των ερμηνειών δεν κατανόησαν το ιστορικό νόημα της κριτικής του Πλάτωνα στη γραφή και τη διαλεκτική σχέση που υφίσταται μεταξύ γραφής και προφορικότητας. Στην πραγματικότητα, δεν μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον κεντρικό άξονα της πλατωνικής φιλοσοφίας και τους ιδιαίτερους τρόπους με τους οποίους παρουσιάζει τα φιλοσοφικά του μηνύματα μέσω της γραφής, αν δεν ανακτήσει εκείνον τον ερμηνευτικό κύκλο που επιτρέπει την επανεξέταση των διαλόγων στη σωστή ιστορική τους διάσταση, στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή της μετάβασης από τον πολιτισμό της προφορικότητας στον πολιτισμό της γραφής.

Πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε το πνεύμα με το οποίο ο Πλάτωνας βίωσε εκείνη την επαναστατική πολιτισμική στιγμή, και να εμβαθύνουμε στους λόγους για τους οποίους πήρε θέση υπέρ της διαλεκτικής προφορικότητας, θεωρώντας την ως αναντικατάστατο εργαλείο και ανώτερο της γραφής, η οποία στη μετάδοση των τελικών μηνυμάτων θα μπορούσε να αποτύχει.

Τέλος V Κεφαλαίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου