Παρασκευή 22 Αυγούστου 2025

Sumphilosophein 19

 Συνέχεια από Τρίτη 12 Αυγούστου 2025 

SUMPHILOSOPHEIN 19
Του Enrico Berti
ΙΙΙ. Η αληθινή πραγματικότητα

Η αρχή των πάντων

1.Οι πρώτες αιτίες

Επειδή οι Ιδέες είναι αιτίες των άλλων πραγμάτων, ο Πλάτων σκέφτηκε ότι τα στοιχεία (stoikheia) εκείνων ήταν στοιχεία των όντων. Επομένως [θεώρησε] ότι το μεγάλο και το μικρό ήταν αρχές (arkhai) όπως η ύλη και το Ένα ως ουσία· από αυτά πράγματι, με τη συμμετοχή του Ενός, [θεώρησε] ότι ήταν οι Ιδέες, δηλαδή οι αριθμοί¹.

Με αυτά τα λόγια, εκ πρώτης όψεως εκπληκτικά, ο Αριστοτέλης, αφού εξέθεσε τη διδασκαλία των Ιδεών του Πλάτωνος, του αποδίδει τη διατύπωση ότι οι ίδιες οι Ιδέες έχουν στοιχεία, ή μάλλον αρχές — σε αυτό το σημείο οι δύο όροι είναι ισοδύναμοι — ότι οι αρχές αυτές είναι δύο, δηλαδή το Ένα και το «μεγάλο-μικρό»· αυτά θα αντιστοιχούσαν σε δύο είδη αιτιών που διακρίνει ο ίδιος ο Αριστοτέλης, την ύλη και τη μορφή («ουσία» εδώ σημαίνει ουσία με την έννοια της μορφής)· και ότι οι Ιδέες υπάρχουν, δηλαδή υποστασιοποιούνται, χάρη στη συμμετοχή του μεγάλου-μικρού στο Ένα. Αμέσως μετά την έκφραση «οι Ιδέες», στην τελευταία παρατιθέμενη γραμμή, τα χειρόγραφα φέρουν άμεσα την έκφραση «οι αριθμοί», την οποία μερικοί εκδότες διαγράφουν θεωρώντας την σημείωση στο περιθώριο, ενώ άλλοι τη διατηρούν ως επεξήγηση του «οι Ιδέες», και άλλοι ακόμη την αντικαθιστούν με το «οι Ιδέες». Σε κάθε περίπτωση οι Ιδέες για τις οποίες γίνεται λόγος εδώ είναι εκείνες που ο Πλάτων ταύτιζε, ή απέδιδε, στους ιδεατούς αριθμούς, γιατί οι δύο αρχές-στοιχεία που εξετάζονται, δηλαδή το Ένα και το μεγάλο-μικρό, είναι, όπως θα δούμε, οι αρχές των αριθμών.

Η έκπληξη, τουλάχιστον αρχική, που προκαλούν αυτά τα λόγια οφείλεται στην απόδοση στον Πλάτωνα μιας διδασκαλίας περί αρχών, για την οποία στους πλατωνικούς διαλόγους δεν φαίνεται να υπάρχει ίχνος, τουλάχιστον με την ακριβή μορφή που παρατίθεται εδώ. Αλλά αυτή η έκπληξη μπορεί να διαλυθεί, ή να μειωθεί, εάν ληφθεί υπόψη ότι ολόκληρο το βιβλίο Α της Μεταφυσικής, στο οποίο παρατίθενται τα λόγια αυτά, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σύγκριση που κάνει ο Αριστοτέλης ανάμεσα στη δική του διδασκαλία περί πρώτων αιτιών, δηλαδή περί αρχών — για τον Αριστοτέλη οι δύο εκφράσεις είναι ισοδύναμες — και στις διδασκαλίες των αρχών που είχαν διατυπώσει οι προκάτοχοί του· σύγκριση που αποσκοπεί στην αναζήτηση επιβεβαίωσης της ίδιας της αριστοτελικής διδασκαλίας. Αυτή ανταποκρίνεται στην ανάγκη να πραγματωθεί μια μορφή «σοφίας» (sophia), δηλαδή μιας επιστήμης που να είναι «πρώτη» σε σχέση με όλες τις άλλες, και που γι’ αυτό ο Αριστοτέλης θα ονομάσει «πρώτη φιλοσοφία». Ο φιλοσοφικός χαρακτήρας της δεν προέρχεται από το ότι ονομάζεται «φιλοσοφία» — όρος που για τον Αριστοτέλη ήταν συνώνυμος της «επιστήμης», δηλαδή της γνώσης εν γένει — αλλά από το ότι είναι «πρώτη». Αυτός ο τελευταίος χαρακτήρας, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, εξαρτάται από το αντικείμενό της, δηλαδή ακριβώς τις πρώτες αιτίες, ή αρχές. Κάθε επιστήμη, πράγματι, είναι για τον Αριστοτέλη έρευνα αιτίων, δηλαδή εξηγήσεων· συνεπώς η πρώτη επιστήμη θα είναι εκείνη που ερευνά τις πρώτες αιτίες, δηλαδή τις αιτίες που δεν εξαρτώνται από άλλες, τις εξηγήσεις που δεν χρειάζονται περαιτέρω εξηγήσεις².

Αυτό το είδος επιστήμης, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, είχε εγκαινιαστεί από τον Θαλή, τον οποίο μάλιστα ονόμασε «αρχηγό αυτού του είδους φιλοσοφίας» (tês toiautés arkhegos philosophias), και για τον λόγο αυτό θεωρήθηκε στη συνέχεια ως ο θεμελιωτής της φιλοσοφίας γενικά· ενώ ο Αριστοτέλης εννοούσε μόνο ότι ο Θαλής ήταν ο θεμελιωτής εκείνου του συγκεκριμένου είδους επιστήμης που είναι η πρώτη φιλοσοφία, δηλαδή η αναζήτηση των αρχών, επειδή ήταν ο πρώτος που είχε υποδείξει μία αρχή, το νερό.

Ολόκληρη η ανασκόπηση που αποτελεί το βιβλίο Α της Μεταφυσικής είναι μια αντιπαραβολή ανάμεσα στη διδασκαλία του Αριστοτέλη για τις αρχές, την οποία κατανέμει σε τέσσερις τύπους αιτιών — την υλική, τη μορφική, την ποιητική (δηλαδή την παραγωγική) και την τελική — και στις διδασκαλίες των αρχών που είχαν διατυπωθεί από όσους είχαν ασχοληθεί με αυτές στο παρελθόν, τελευταίος από τους οποίους ήταν — σύμφωνα με τον Αριστοτέλη — ο ίδιος ο Πλάτων.

Δεν υπάρχει λοιπόν λόγος να προκαλεί έκπληξη το ότι αποδίδει και στον Πλάτωνα μια διδασκαλία περί αρχών, γιατί ακριβώς αυτός είναι ο σκοπός ολόκληρου του βιβλίου Α, δηλαδή να εξετάσει ποιες είναι οι διδασκαλίες των αρχών που είχαν διατυπωθεί προηγουμένως. Βέβαια, για τον Πλάτωνα εισάγεται κατ’ αρχάς η διδασκαλία των Ιδεών, αλλά μόνο επειδή αυτές, για τον Πλάτωνα, ήταν οι αιτίες των πραγμάτων. Οι Ιδέες όμως δεν ήταν — ή τουλάχιστον στον Αριστοτέλη δεν φαινόταν να ήταν — οι πρώτες αιτίες που έθεσε ο Πλάτωνας, γιατί οι ίδιες οι Ιδέες εξαρτιόνταν από άλλες αιτίες, αυτήν τη φορά πρώτες, δηλαδή από αρχές: συγκεκριμένα από το Ένα και το μεγάλο-μικρό.

Το πρώτο πρόβλημα, δηλαδή γιατί ο Αριστοτέλης αποδίδει στον Πλάτωνα μια διδασκαλία περί αρχών, μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί λυμένο. Φυσικά υπάρχει και ένα δεύτερο, δηλαδή πού ο Πλάτωνας θα είχε μιλήσει για τέτοιες αρχές, αφού στους διαλόγους που έγραψε φαίνεται να μην κάνει λόγο για αυτές. Αλλά πριν το αντιμετωπίσουμε, ας δούμε την πλήρη έκθεση που κάνει ο Αριστοτέλης για τη συγκεκριμένη διδασκαλία.

Αυτός την αντιπαραβάλλει αμέσως με τη διδασκαλία των Πυθαγορείων, παρατηρώντας ότι, θεωρώντας το Ένα ως αρχή και επομένως ως ουσία, και όχι ως κατηγόρημα κάποιου άλλου — όπως θα το θεωρήσει, όπως θα δούμε, ο ίδιος ο Αριστοτέλης —, ο Πλάτωνας μιλούσε με τρόπο παρόμοιο με τους Πυθαγορείους, όπως επίσης τους έμοιαζε όταν θεωρούσε τους αριθμούς «αιτία της ουσίας» (δηλαδή, σε αριστοτελική γλώσσα, αιτία τυπική/μορφική) των άλλων πραγμάτων· ενώ, αντίθετα, στο ότι έβαλε στη θέση του απείρου (apeiron) μια δυάδα, δηλαδή ότι θεώρησε το άπειρο ως αποτελούμενο από το μεγάλο και το μικρό, ο Πλάτωνας φάνηκε απολύτως πρωτότυπος.

Τώρα, αν εξετάσουμε τη διδασκαλία που ο ίδιος ο Αριστοτέλης στο προηγούμενο κεφάλαιο του ίδιου βιβλίου απέδιδε στους Πυθαγορείους, βλέπουμε ότι τους θεωρούσε, κατά κάποιον τρόπο, ευρετές της τυπικής αιτίας, γιατί είχαν αναθέσει στους αριθμούς αυτή τη λειτουργία, και ότι τους απέδιδε ως αρχές των αριθμών, και συνεπώς όλων των πραγμάτων, το πέρας (peras) και το άπειρο (apeiron), όπου όμως το πέρας μπορούσε να ταυτιστεί και με το Ένα. Συνεπώς, το Ένα και το άπειρο ήταν, σύμφωνα με τους Πυθαγορείους, οι αρχές των αριθμών.

Ο Πλάτων, θέτοντας με τη σειρά του ως αρχές των Ιδεών — αλλά των Ιδεών που είχαν ταυτιστεί ή αναχθεί στους ιδεατούς αριθμούς το Ένα και το μεγάλο-μικρό, είχε πάρει από τους Πυθαγορείους την πεποίθηση ότι μία από τις αρχές των αριθμών ήταν το Ένα, κατανοημένο ως τυπική αιτία, και είχε τροποποιήσει την άλλη αρχή που παραδέχονταν οι Πυθαγόρειοι, δηλαδή το άπειρο, συλλαμβάνοντάς το ως μια δυάδα, αποτελούμενη ακριβώς από το μεγάλο και το μικρό.

Ο λόγος για τον οποίο ο Πλάτων θα είχε θέσει μια δυάδα, δηλαδή το μεγάλο-μικρό, στη θέση του απείρου, εξηγείται λίγο αργότερα από τον Αριστοτέλη: ο Πλάτων το είχε κάνει αυτό, διαφοροποιούμενος από τους Πυθαγορείους, για να μπορέσει να «γεννήσει», δηλαδή να παραγάγει, από αυτήν με φυσικό τρόπο «σαν από μια μήτρα» (ek mageion) τους αριθμούς, «εκτός από τους πρώτους» (exô tôn prôtôn).

Πρόκειται, ασφαλώς, για μια διδασκαλία δύσκολη να κατανοηθεί, και ακόμη περισσότερο να εξηγηθεί· ας προσπαθήσουμε, αφήνοντας προσωρινά κατά μέρος το πρόβλημα αν είναι ή όχι γνήσια διδασκαλία του Πλάτωνα. Κατ’ αρχάς ας σημειώσουμε ότι το πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο Πλάτωνας ήταν το πώς να «γεννηθούν», δηλαδή να παραχθούν, οι αριθμοί από τις αρχές. Για τον Πλάτωνα, λοιπόν, οι αριθμοί δεν σχηματίζονται με πρόσθεση μιας μονάδας στην επόμενη μονάδα, όπως στη διαισθητική μαθηματική (και όπως θα σκεφτεί αργότερα ο ίδιος ο Αριστοτέλης), αλλά με γένεση από ένα είδος μήτρας· και αυτή η μήτρα, για να μπορέσει να γεννήσει τους αριθμούς με «φυσικό» τρόπο, πρέπει να είναι δυάδα.

Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι οι αριθμοί σχηματίζονται όχι με πρόσθεση, αλλά με διαίρεση, γιατί μια μήτρα δυαδικού τύπου παραπέμπει σε κάτι που διαιρεί. Αυτή η εντύπωση επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι εξαιρούνται από αυτόν τον τρόπο γένεσης οι αριθμοί «πρώτοι», δηλαδή εκείνοι που διαιρούνται μόνο με το ένα και με τον εαυτό τους, δηλαδή ουσιαστικά δεν διαιρούνται· καθώς και από το γεγονός ότι αλλού ο Αριστοτέλης ονομάζει τη δυάδα «διπλασιάστρια» (duopoios).

Γιατί ο Πλάτωνας θα είχε συλλάβει αυτήν τη δυάδα ως αποτελούμενη από το μεγάλο και το μικρό; Επειδή κάθε αριθμός είναι μια σχέση ανάμεσα σε δύο μεγέθη, τα οποία πρέπει να είναι άνισα το ένα σε σχέση με το άλλο, δηλαδή πρέπει να είναι πράγματι το ένα μεγάλο και το άλλο μικρό. Όταν τα δύο μεγέθη είναι ίσα, ο λόγος τους είναι ίσος με το 1, το οποίο για τους Έλληνες δεν ήταν αριθμός, αλλά αρχή των αριθμών. Όταν, αντίθετα, είναι άνισα, δηλαδή το ένα είναι το διπλάσιο, ή το τριπλάσιο, ή το τετραπλάσιο του άλλου, τότε «γεννιούνται» οι αριθμοί, δηλαδή το 2, το 3, το 4, και ούτω καθεξής.

Για να γεννηθούν όμως καθορισμένοι αριθμοί, δηλαδή ακέραιοι (οι Έλληνες δεν γνώριζαν τα κλάσματα), είναι αναγκαίο ο λόγος ανάμεσα στο μεγάλο και το μικρό να είναι καθορισμένος, δηλαδή να είναι πράγματι το διπλάσιο, ή το τριπλάσιο, ή το τετραπλάσιο. Αυτή η καθοριστικότητα προκύπτει, σύμφωνα με τη διδασκαλία που εξετάζουμε, από τη συμμετοχή του μεγάλου-μικρού στο Ένα· δηλαδή το Ένα ασκεί, θα λέγαμε, μια καθοριστική ενέργεια, κάνοντας τον αόριστο λόγο ανάμεσα σε οποιοδήποτε «μεγάλο» και οποιοδήποτε «μικρό» να γίνει καθορισμένος λόγος, όπως, για παράδειγμα, διπλάσιος, τριπλάσιος ή τετραπλάσιος.

Γι’ αυτό η δυάδα του μεγάλου-μικρού, πριν γεννήσει τους αριθμούς, είναι ένας ακαθόριστος λόγος, δηλαδή — όπως λέει αλλού ο Αριστοτέλης — μια «Ἀόριστη Δυάδα» (aoristos duas). Όταν όμως καθορίζεται από το Ένα, τότε γεννά έναν αριθμό. Έτσι, η Ἀόριστη Δυάδα, από αριστοτελική σκοπιά, είναι μια υλική αρχή, επειδή είναι ακαθόριστη, ενώ το Ένα είναι μια τυπική/μορφική αρχή, επειδή καθορίζει. Επειδή μάλιστα αποτελούν τις αρχές του παντός, τα γράφουμε με κεφαλαίο αρχικό γράμμα, ώστε να διακρίνονται από οποιαδήποτε άλλη μονάδα ή οποιαδήποτε άλλη δυάδα.

Ο Αριστοτέλης ολοκληρώνει τελικά την έκθεση της πλατωνικής διδασκαλίας των αρχών, παραβάλλοντας το Ένα και τη Ἀόριστη Δυάδα αρχικά με τον τεχνίτη και το ξύλο, ως αίτια ενός τραπεζιού, όπου ο πρώτος παρέχει τη μορφή και το δεύτερο την ύλη· και έπειτα με τον αρσενικό και το θηλυκό, οι οποίοι, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, στη γένεση των ζώων παρέχουν ακριβώς αντιστοίχως τη μορφή και την ύλη. Τέλος λέει ότι ο Πλάτωνας απέδιδε σε αυτές τις δύο αρχές τη λειτουργία των αιτιών του αγαθού και του κακού, όπως είχαν προσπαθήσει ήδη να κάνουν ορισμένοι προγενέστεροι φιλόσοφοι, δηλαδή ο Εμπεδοκλής και ο Αναξαγόρας.

Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε σε αυτά τα ζεύγη, αρσενικό–θηλυκό, καλό–κακό, τις αρχέγονες αντιθέσεις που υποστήριζαν στην Ελλάδα οι Πυθαγόρειοι, αλλά που ανιχνεύονται σε πολλούς πρωτόγονους πολιτισμούς· για παράδειγμα, στον ιρανικό δυϊσμό μεταξύ του Ormuzd, θεού του καλού, και του Arimane, θεού του κακού, και στον αιγυπτιακό μεταξύ του Όσιρι και της Ίσιδας, δηλαδή του Ήλιου και της Σελήνης.

Η ιδιαιτερότητα της πλατωνικής διδασκαλίας είναι ότι αυτές οι αρχές ήταν οι αρχές των ιδεατών αριθμών, άρα των Ιδεών, και συνεπώς όλων των πραγμάτων, αντιστοιχώντας η καθεμιά σε αρχή τυπική και αρχή υλική.

Ερχόμαστε λοιπόν στο κύριο πρόβλημα, στο οποίο αφιερώθηκαν γενιές σχολιαστών και μελετητών: η διδασκαλία αυτή των αρχών ανήκει πράγματι στον Πλάτωνα; Και, αν πράγματι ανήκει σε αυτόν, πού τη βρίσκουμε; Στους διαλόγους ή αλλού, για παράδειγμα στις λεγόμενες «άγραφες διδασκαλίες» (en tois legomenois agraphois dogmasin), όπως λέει αλλού ο ίδιος ο Αριστοτέλης;

Δεδομένου μάλιστα ότι, όπως προκύπτει πάντοτε από τις μαρτυρίες του Αριστοτέλη, μια διδασκαλία περί αρχών, όμοια με εκείνη του Πλάτωνα αλλά όχι απολύτως ταυτόσημη με αυτήν, διατυπώθηκε και από τον Σπεύσιππο, και μια άλλη από τον Ξενοκράτη, και ακόμη μία από τον ίδιο τον Αριστοτέλη, ίσως στην Πλατωνική Ακαδημία να υπήρξε ένας διάλογος γύρω από τις αρχές, ανάλογος με εκείνον που είδαμε σε σχέση με τις Ιδέες.

Ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, ξεκινώντας από το να δούμε εάν στους διαλόγους του Πλάτωνα υπάρχει κάποιο ίχνος αυτής της διδασκαλίας.

Συνεχίζεται με «Υπαινιγμοί στις αρχές μέσα στους διαλόγους του Πλάτωνα»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου