Συνέχεια απο: Τρίτη, 13 Δεκεμβρίου 2011
Ανταγωνισμός ή κοινά θεμέλια;
3. Η απάντηση του E.P.Meijering
Στην επιχειρηματολογία του Dorrie απάντησε γενικώς ο Meijering. Πολύ σωστά τονίζει πως ο «Πλατωνισμός» δέν υπήρξε ποτέ μία φιλοσοφική σχολή δίπλα στον Χριστιανισμό ή σε ανταγωνισμό με αυτόν: ο «Πλατωνισμός» ήταν παρών στον νού και στις καρδιές πολλών Χριστιανών θεολόγων. Στούς συλλογισμούς τους γύρω από το περιεχόμενο του «πιστεύω», χρησιμοποιούσαν μορφές σκέψης, Πλατωνικές. Δέν ήταν μόνον θέμα λέξεων. Πόσο εξαρτήθηκε η θεολογική τους κατανόηση και προσδιορίσθηκε από την πλατωνική μεταφυσική μπορούμε να το δούμε από ένα ή δύο παραδείγματα: 1) εκείνο του αμετάβλητου του Θεού και 2)εκείνο των σχέσεων ανάμεσα στα τρία πρόσωπα της Τριάδος.
Ανταγωνισμός ή κοινά θεμέλια;
3. Η απάντηση του E.P.Meijering
Στην επιχειρηματολογία του Dorrie απάντησε γενικώς ο Meijering. Πολύ σωστά τονίζει πως ο «Πλατωνισμός» δέν υπήρξε ποτέ μία φιλοσοφική σχολή δίπλα στον Χριστιανισμό ή σε ανταγωνισμό με αυτόν: ο «Πλατωνισμός» ήταν παρών στον νού και στις καρδιές πολλών Χριστιανών θεολόγων. Στούς συλλογισμούς τους γύρω από το περιεχόμενο του «πιστεύω», χρησιμοποιούσαν μορφές σκέψης, Πλατωνικές. Δέν ήταν μόνον θέμα λέξεων. Πόσο εξαρτήθηκε η θεολογική τους κατανόηση και προσδιορίσθηκε από την πλατωνική μεταφυσική μπορούμε να το δούμε από ένα ή δύο παραδείγματα: 1) εκείνο του αμετάβλητου του Θεού και 2)εκείνο των σχέσεων ανάμεσα στα τρία πρόσωπα της Τριάδος.
1)Η πλατωνική σύλληψη των νοερών μορφών σαν αιωνίου και τελείου Είναι, αφομοιώθηκε στην Χριστιανική έννοια του Θεού, του οποίου το αληθινό όνομα είναι «Αυτός που είναι» (Έξοδος 3.14). Ο Meijering μοιράζεται την γνώμη του Πάνενμπεργκ, σύμφωνα με τον οποίο αυτή εδώ η πλατωνική θεωρία συνέστησε περισσότερο ένα εμπόδιο στην πίστη σε έναν θεό ο οποίος δρα στην ιστορία. Παρ’όλη όμως την δυσκολία αυτή, ισχυρίζεται πως οι Έλληνες θεολόγοι δέχθηκαν ομόφωνα την Πλατωνική θεωρία.
2) Το θέμα της αποδοχής διαφορετικών επιπέδων στην θεότητα ήταν και αυτό μία σύλληψη τυπικώς πλατωνική. Παρ’όλα αυτά, όπως παρατηρεί ο Mejering, δέν ήταν περιορισμένο μόνον στον Αρειανισμό: ήταν παρόν και στην θεολογική σκέψη των πρώτων Χριστιανών απολογητών, και πολύ καθαρά μάλιστα στον Ωριγένη. Ο Θεός-Πατήρ δείχνεται σ’αυτούς τους συγγραφείς σαν αυτοθεός, ο Θεός και αυτοαγαθός, ο Υιός σαν Θεός και αγαθός. Αυτό το αλεξανδρινό δόγμα του δεύτερου και τρίτου αιώνος επηρέασε την υστερο-Αλεξανδρινη θεολογία, ο Άρειος μπόρεσε να βρεί εδώ τις πληροφορίες του, ανάμεσα στους πρώτους Χριστιανούς θεολόγους. Ο Meijering έχει δίκαιο. Θα έπρεπε μόνον να παρατηρήσουμε πως αυτός ο τρόπος ομιλίας για τον Θεό-Πατέρα όπως ο Θεός κ.τ.λ., και για τον Λόγο σαν Θεός, κατήγετο απο τον Φίλωνα, τον αρχηγό της αλεξανδρινής θεολογικής παραδόσεως. Χωρίς αμφιβολία βρίσκουμε εδώ την τάση υποταγής του Υιού, των πρώτων Χριστιανών θεολόγων, βρίσκουμε εδώ τις ρίζες της. Οπωσδήποτε όμως δέν ήταν ο Πλατωνισμός απευθείας, ο οποίος ενέπνεε την σκέψη τους.
Αυτό ισχύει και για την γνώμη του Dorrie σύμφωνα με την οποία ολόκληρη η Χριστιανική θεωρία, όπως συνελήφθη στον τέταρτο και πέμπτο αιώνα, κατευθυνόταν ενάντια στον Πλατωνισμό. Στα σίγουρα πάντως δέν ήταν αυτός ο σκοπός του Χριστιανικού δόγματος, όπως σχηματίστηκε στην Νίκαια, στην Κων/πόλη και στην Χαλκηδόνα. Η πρόθεση ήταν, όπως έχει σωστά παρατηρηθεί, να σημειώσει την γραμμή διαχωρισμού εναντίον της αιρέσεως, κατά πρώτον των Γνωστικών και κατόπιν του Αρειανισμού. Οι Πλατωνιστές εμπλέχτηκαν μόνον εμμέσως. 4. οι παρατηρήσεις του Fr.Ricken
Μερικά χρόνια αργότερα, ο Fr. Ricken περιέγραφε τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους η πλατωνική οντολογία «προσελήφθη» από τρείς Έλληνες Θεολόγους των πρώτων τεσσάρων αιώνων, πολύ διαφορετικών μεταξύ τους. Τον Ευσέβιο της Καισάρειας, τον Άρειο και τον Αθανάσιο. Δέν ήταν μόνο ο Άρειος, ο οποίος χρησιμοποίησε μορφές της Ελληνικής σκέψης. Το έκαναν επίσης και ο Ευσέβιος και ο Αθανάσιος, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Ο τρόπος με τον οποίο ο Άρειος αντιτάσσει τον Πατέρα, σαν τον μοναδικό και τον μόνο αγέννητο και άναρχο, σε όλα τα υπόλοιπα όντα, που είναι κτίσματα, θα οδηγούσε οπωσδήποτε σε διαμάχη με τον Χριστιανισμό! Θα μπορούσε να θεωρηθεί πως ο Ευσέβιος δέν στεκόταν και πολύ μακριά από τον Άρειο λόγω ενός δικού του ιδιαιτέρου τρόπου να μιλά, που φανέρωνε υποταγή του Υιού: ο Πατήρ ενεργεί και γίνεται γνωστός μέσω του Λόγου. Αλλά παρ’όλα αυτά αποδεικνύει την ορθοδοξία του, όταν στο τέλος του τρίτου αιώνος, υπερασπιζόμενος το πιστεύω, δηλώνει την αιωνιότητα του Υιού. Αλλά εναντίον του Άρειου αποκλείει επίσης κάθε υποταγή: ο Υιός ανήκει στην ουσία τού Πατρός, δέν είναι «δημιούργημα», αλλά ενεργεί σε όλα τα κτιστά πράγματα λόγω συμμετοχής και αναλογίας. Αυτή είναι η μεσαιο-πλατωνική θεωρία του λόγου, συμπεραίνει ο Ricken, σε Χριστιανική μορφή. Ο Λόγος είναι η Σοφία εις εαυτή (αυτοσοφία), τα κτιστά πράγματα είναι «μιμήσεις». Για όλους εκείνους τους συγχρόνους μας θεολόγους λοιπόν, οι οποίοι ακολουθώντας την γραμμή του Χάρνακ, δέν κουράζονται να ζητούν μία «αποελληνικοποίηση», ο Ricken αναδεικνύει κατ’αρχάς την θετική λειτουργία της Πλατωνικής οντολογίας για το Χριστιανικό μήνυμα : Αντί να είναι ένα εμπόδιο στην κατανόηση αυτού του μηνύματος, το δόγμα του αμεταβλήτου Θεού είναι ένα στέρεο θεμέλιο για να πιστέψουμε πως είναι πιστός (Αθανάσιος εναντίον των Αρειανών ΙΙ 10). Στην ίδια παράγραφο διαβάζουμε δε (πρός το τέλος): «Ο Λόγος του Θεού έγινε άνθρωπος για νά εξαγιάσει την σάρκα, δηλ. την σάρκα των ανθρώπων δια της συμμετοχής σ’Αυτόν».
Και ο Ricken αμέσως μετά αναρωτιέται : Είναι στ’αλήθεια επιθυμητό σε σχέση με το Χριστιανικό δόγμα να εφαρμόσουμε στην αρχαία οντολογία μία πρόοδο «αποελληνικοποιήσεως»; Ο Ricken πιστεύει πως δέν είναι. Διότι πραγματικά δέν διαθέτουμε μία καλύτερη μορφή σκέψης για να εκφράσουμε το Χριστιανικό μήνυμα. Επιπλέον, εάν εκφράσουμε την σχέση του Πατρός με τον Υιό μόνον με όρους λειτουργίας, και δέν την εκφράσουμε οντολογικώς, αυτό δέν θα είναι αποελληνικοποίηση. Διότι αυτή η εναλλακτική λύση υπήρχε και στον ΧΙ αιώνα. Μόνο που εγκαταλείποντάς την, θα εγκαταλειφθεί και εκείνο που κατόρθωσε ο Αθανάσιος : μία οντολογική έκφραση της Τριάδος του Θεού. Θα επιστρέψουμε τότε στον μοναδικό Θεό που δέν είναι τρία πρόσωπα. 5. Το δοκίμιο «Die andere theologie» ("Περι της άλλης θεολογίας").
Χωρίς καμμία αμφιβολία, ο Ricken έχει δίκαιο σ’αυτό το σημείο. Ψάχνοντας λοιπόν τις εργασίες μου των χρόνων ανάμεσα στα 1974 και 1979, που αφορούσαν τα ίδια προβλήματα, επανέρχομαι στον Dorrie και στην θέση του, της απολύτου ασυμβατότητος του Πλατωνισμού και του Χριστιανισμού. Σε έναν διάλογο με μία ομάδα Γερμανών θεολόγων, που έγινε λίγο μετά την κυκλοφορία του άρθρου του Ricken, μερικοί εξ’αυτών έδειχναν τον ψευδοΑρειοπαγίτη σαν απόδειξη του γεγονότος πως «ο Χριστιανικός Πλατωνισμός» υπήρξε πραγματικά και άφησε μία αναμφίβολη επίδραση στην θεολογία, ακόμη και του Ακινάτη! Σ’αυτό το επιχείρημα ο Dorrie θα μπορούσε βεβαίως να απαντήσει πως αυτός είχε ασχοληθεί με μία προηγούμενη περίοδο. Ο Dorrie επανήλθε φυσικά στο θέμα το 1981, προσπαθώντας γι’άλλη μια φορά να αποδείξει πως ο Πλατωνισμός και ο Χριστιανισμός δέν θα μπορούσαν με κανένα τρόπο να συγχυστούν ή να συνδυαστούν, και πως η Χριστιανική πίστη δέν επηρεάστηκε στην πραγματικότητα από την Πλατωνική σκέψη. Η αποδοχή της γλώσσας και των Πλατωνικών εικόνων δέν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα μέσο για να ξεπεραστεί μία δυσκολία με τους διανοούμενους, επιτρέποντάς τους να χρησιμοποιήσουν τις συνηθισμένες τους μορφές σκέψης, ενώ στην πραγματικότητα τα περιεχόμενα ήταν πολύ διαφορετικά. Ο Dorrie ξαναπροτείνει την θέση του, σύμφωνα με την οποία το Χριστιανικό δόγμα συνελήφθη από την αρχή σαν μία μορφή αντι-πλατωνισμού. Αυτό μοιάζει πολύ σαν μία απάντηση στην θέση του Harnack, σύμφωνα με την οποία κατά την διάρκεια των πρώτων αιώνων της νέας Χριστιανικής Εκκλησίας συνέβη μία πρόοδος ριζικής ελληνικοποιήσεως, τα προϊνόντα της οποίας υπήρξαν το Τριαδικό δόγμα κι η Χριστολογία τού τετάρτου και τού πέμπτου αιώνος. Ο Dorrie αντιθέτως ισχυρίζεται πως η Χριστιανική πίστη δέν μπερδεύτηκε ποτέ με την Ελληνική φιλοσοφική σκέψη. Πέρασε σχεδόν ένας αιώνας από τότε που ο Harnack έγραφε την δική του ιστορία του Δόγματος. Η απάντηση του Dorrie λοιπόν είναι μία σύγχρονη απάντηση ή μία απάντηση ήδη ξεπερασμένη; Αντιθέτως των χρονολογιών όμως, φαίνεται να είναι μία απάντηση απολύτως σύγχρονη. Διότι μετά το ήμισυ του αιώνος μας, η μέθοδος του Bultmann (η απομυθοποίηση) έγινε αποδεκτή σχεδόν ομόφωνα σαν κανόνας για την ερμηνεία και την εξήγηση, οπότε το σύνολο των ιδεών του Harnack και της πιό αρχαίας σχολής ιστορίας της θρησκείας πάνω στην ελληνικοποίηση ξαναγύρισε στην επιφάνεια και έγινε ανάμεσα στους θεολόγους μία ενδημική αναγέννηση των προ-Μπαρθιανών απόψεων πάνω στον Χριστιανισμό. Οι ιδέες του Dorrie όχι μόνον ανήκουν σ’αυτή την όψιμη αναγέννηση, αλλά παρουσιάζουν και μεγάλο ενδιαφέρον.
Ο Dorrie είχε ουσιαστικώς δίκαιο ισχυριζόμενος πως η Χριστιανική πίστη δέν προσεβλήθη και δέν αλλοιώθηκε από την Ελληνική φιλοσοφία. Και οπωσδήποτε είχε ξανά δίκαιο, ισχυριζόμενος πως στην ουσία της, η Χριστιανική πίστη είναι κάτι «άλλο» σε σχέση με κάθε φιλοσοφικό σύστημα, ηθικής ή με οποιοδήποτε άλλο σύστημα. Μετά την σημερινή κατάσταση της θεολογία, ήταν πολύτιμη αυτή η βεβαίωση και η υποστήριξή της με ένα πλέγμα επιχειρημάτων, το οποίο θα εξετάσουμε αμέσως στην συνέχεια. (Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Jesus!
ΑπάντησηΔιαγραφή