Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2017

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ (34)

Συνέχεια από: Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ
του Enrico Berti.

  Η αρχή της μή-αντιφάσεως και οι διαφορετικές χρήσεις τής 

διαλεκτικής στον Αριστοτέλη.
        
  Κεφάλαιο IV (συνέχεια)          

Ο ίδιος ο Αριστοτέλης εξάλλου φαίνεται να θέλει να υπογραμμίσει, σχετικά με τον νόμο της μή-αντιφάσεως  την δική του απόσταση απο τον Παρμενίδη, όταν προσφέρει στο "περί ερμηνείας" την ακόλουθη διατύπωση! "Είναι απαραίτητο το όν να υπάρχει όταν είναι και το όν να μήν υπάρχει όταν δέν είναι, αλλά δέν είναι αναγκαίο ούτε κάθε όν να υπάρχει, ούτε και κάθε όν να μήν υπάρχει. Δέν είναι το ίδιο πράγμα να πούμε ότι κάθε όν είναι αναγκαίο να υπάρχει όταν είναι, και νά πούμε ότι είναι αναγκαίο να είναι απολύτως (απλώς). Το ίδιο ισχύει και για το μή-όν". Ο περιορισμός στην ανάγκη τής υπάρξεως (του είναι), είτε αυτός είναι με την έννοια την υπαρκτική ή με την κατηγορηματική, την οποία εισάγει ο Αριστοτέλης μέσω του σημείου "όταν είναι" δέν σημαίνει -όπως ισχυρίσθηκαν οι σημερινοί νεο-Παρμενιδικοί- αποδοχή της δυνατότητος το είναι να μήν υπάρχει, δηλαδή αντίφαση, αλλά διάκριση ανάμεσα στο όν και στο Είναι του, δηλαδή αποδοχή του πολλαχώς λεγόμενον του όντος. Μόνον από ένα όν το οποίο θα ήταν ταυτόσημο με το Είναι του θα ήταν αντιφατικό να πούμε ότι δέν είναι. Εάν όμως είναι πολλοί οι τρόποι με τους οποίους το όν μπορεί να είναι, δέν συνεπάγεται ότι σε κάθε ον ανήκει αναγκαίως το Είναι. Γι'αυτό ο Αριστοτέλης ενδιαφέρεται, στην διατύπωση τής Α.Τ.Μ.Α., να τονίσει ότι η αδυναμία να ανήκει και μαζί να μην ανήκει το ίδιο κατηγόρημα στο ίδιο υποκείμενο ισχύει μόνον για τον ίδιο χρόνο (άμα) και κατά το αυτό. Τίποτε δέν απαγορεύει σε διαφορετικούς χρόνους και στον ίδιο χρόνο, αλλά από διαφορετικές οπτικές γωνίες, το ίδιο κατηγορούμενο να ανήκει και να μήν ανήκει στο ίδιο υποκείμενο.
          Το ότι το είναι, έπειτα, λέγεται με πολλές σημασίες, δέν έχει δηλωθεί από τον Αριστοτέλη μόνον αμέτρητες φορές, αλλά αποδεικνύεται επίσης απ'αυτόν μέσω τού διάσημου επιχειρήματος όπου το όν και το Ένα δέν είναι γένη (όπως θα ήταν εάν λεγόταν μόνον με μία σημασία), δεδομένου ότι εντελώς διαφορετικά απο τα γένη, κατηγορούνται ακόμη και για τις διαφορές τους! "Τα όντα όμως δέν είναι δυνατόν να έχουν για μοναδικό κοινό γένος τους ούτε το ένα ούτε το όν (των όντων έν είναι γένος, ούτε το εν ούτε το όν) γιατί είναι ανάγκη η καθεμιά διαφορά κάθε γένους να είναι και όν και ένα, είναι όμως αδύνατον να κατηγορηθούν ή τα είδη του γένους ή το γένος χωρίς τα είδη του, επάνω στις διαφορές τις δικές τους, ώστε εάν το ένα ή το όν είναι γένος, ουδεμία διαφορά ούτε όν ούτε έν έσται" (Μεταφ. III 3, 998 b 22-27). Αυτή η αδυναμία να κατηγορούνται οι διαφορές τους και των ειδών και του γένους είναι ένας πολύ ακριβής νόμος της λογικής. Εάν το γένος κατηγορείτο τις διαφορές όπως κατηγορούνται στα είδη, οι διαφορές των ειδών θα ήταν δίπλα στις άλλες και δέν θα χρησίμευαν πλέον να τις διακρίνουμε. Και εάν τα είδη κατηγορούντο διάφορές όπως κατηγορούνται τα άτομα, οι διαφορές θα ήταν των ατόμων δίπλα στις άλλες και δέν θα χρησίμευαν πλέον να διακρίνονται. (Αριστ. Τοπικά VI 6, 144 α 31- b 3). Γένος και είδος δείχνουν αυτό που είναι σχετικά με τα είδη και τα άτομα, ενώ οι διαφορές δείχνουν αυτό που είναι διαφορετικό. Γι'αυτό τα πρώτα δέν μπορούν να είναι κατηγορήματα των δευτέρων. Το όν και το Ένα, αντιθέτως, δέν δείχνουν μόνον αυτό που είναι κοινό ανάμεσα στα πράγματα, αλλά και τις διαφορές τους. Συσχετίζουν και μαζί διαφοροποιούν, και γι'αυτό δέν είναι γένη, δηλαδή δέν είναι μονοσήμαντα, αλλά έχουν πολλές σημασίες. 
         Η Α.Τ.Μ.Α. διατυπωμένη απο τον Αριστοτέλη δέν πρέπει, επι πλέον, να μπερδεύεται με την παραδοσιακή έκφραση τής "αρχής της ταυτότητος", δηλαδή "κάθε όν είναι ταυτόν με τον εαυτό του" ή "Α=Α", η οποία επιτρέπει ακριβώς μια σχέση ταυτότητος ενός όρου με τον εαυτό του, δηλαδή έναν τύπο κατηγορήματος ο οποίος χαρακτηρίζεται απο την ανάγκη. Τόσο γι'αυτόν τον χαρακτήρα, όσο και για το γεγονός ότι δέν λογαριάζει την πολλαπλότητα τού Είναι, αυτή η αρχή της ταυτότητος είναι πιό κοντά στον Παρμενιδη παρά στον Αριστοτέλη και σαν τέτοια θα επαναπροσληφθεί απο την σχολαστική φιλοσοφία του Scotus, η οποία επέβαλλε την μονοσημαντότητα του Είναι, όπως επίσης και απο την Ορθολογιστική φιλοσοφία του μοντερνισμού, ο οποίος όπως θα δούμε, θα την ανακηρύξει ώς την αρχή από την οποία απάγονται (συμπεραίνονται) όλες οι αναλυτικές κρίσεις, ή οι αλήθειες της νοήσεως, σύμφωνα με μία μαθηματική εννοιολόγηση της οντολογίας η οποία δέν έχει καμμία σχέση με τον Αριστοτέλη!
          Δέν  μπορούμε ούτε καν να πούμε ότι η Α.Τ.Μ.Α. του Αριστοτέλη προϋποθέτει την αρχή της ταυτότητος, τουλάχιστον εκείνη η οποία διατυπώθηκε με παραδοσιακό τρόπο, τόσο επειδή ο Αριστοτέλης την υπολογίζει, όπως είδαμε, την πρώτη ανάμεσα στα αξιώματα και επομένως τέτοια που να μήν προϋποθέτει άλλες πρίν από αυτή, όσο και επειδή αυτό που προϋποθέτει είναι ή έννοια της ταυτότητος (αυτό), έτσι όπως προϋποθέτει άλλες έννοιες (αδύνατον, ανήκω, χρόνος, άποψη ή οπτική γωνία, κ.τ.λ.) δηλαδή πρωτόγονες έννοιες, όχι αρχές, δηλαδή ούτε μία πρόταση, έναν κανόνα, έναν νόμο.
          Δέν πρέπει τέλος να μπερδέψουμε το αριστοτελικό Α.Τ.Μ.Α. με όλη την σειρά θέσεων με την οποία τελικώς αντηλλάγη. Γενικώς λόγω ακατανοησίας -αδικαιολόγητης πολλές φορές- προερχομένης από την έλλειψη απευθείας γνώσεως των αριστοτελικών κειμένων: Αναφερόμεθα σε παρεξηγήσεις στις οποίες μπλέχτηκαν συγγραφείς όπως ο J.Dewey, ο οποίος μπέρδεψε την A.T.M.A  με την αρχή τής σταθερότητος των φυτικών ειδών και των ζωϊκών, ο A. Korzybsky, ο οποίος τήν μπέρδεψε με την δήλωση της ταυτότητος ανάμεσα στο υποκείμενο και το κατηγορούμενο, ο H. Hahn και ο R. Carnap οι οποίοι τήν μπέρδεψαν με τον τύπο όλων των προτάσεων της τυπικής λογικής, εννοημένες σαν προτάσεις οι οποίες δέν είναι πραγματικές, πρακτικές αλλά που εκφράζουν την συμφωνία, την κοινοτυπία, σύμφωνα με την οποία εμείς ομιλούμε για τα αντικείμενα!
          Συνεχίζεται

Ας δούμε όπως δύο βασικές έννοιες της αρχαίας φιλοσοφίας:
          Γένος: ο Αριστοτέλης το ορίζει ώς εξής: "έτσι ως εν τοις λόγοις το πρώτον ενυπάρχον, ο λέγεται εν τω τί έστι τούτο γένος, οι διαφοραί λέγονται οι ποιότητες" (Μετ. 1024 b 4...) Για παράδειγμα στον ορισμό του ανθρώπου που είναι ζώον λογικόν, ζώον είναι το πρώτο συστατικό και λογικόν είναι η διαφορά η οποία το καθορίζει και το ξεχωρίζει. Για τον Αριστοτέλη το γένος είναι το αληθινό καθόλου, το είδος είναι καθόλου με μία διαφορετική σημασία. Τα γένη καθόσον καθολικά, δέν υφίστανται καθαυτά, αλλά μόνον στην σκέψη. Έχουν δηλαδή ένα είδος λογικής δύναμης, της οποίας τα είδη είναι η πραγματοποίηση ή ο καθορισμός. Οι κατηγορίες μπορούν να θεωρηθούν υπέρτατα γένη!

          Είδος : Στην προσωκρατική σκέψη σημαίνει την μορφή. Στον Πλάτωνα γίνεται τεχνικός όρος και χρησιμοποιείται σαν συνώνυμο της ιδέας. Η νοητή μορφή. Ο Αριστοτέλης πολεμά την υπερβατικότητα των ιδεών σε σχέση με τα αισθητά και αρνείται την ύπαρξη ξεχωριστών μορφών! Για τον Αριστοτέλη η μορφή είναι έμφυτη στα πράγματα. Η ενυπάρχουσα μορφή των πραγμάτων, η ουσία των: "ονομάζω είδος το τί ην είναι (το ουσιώδες) εκάστου και την πρώτην ουσίαν! (Μετ 1032 b 1...). Με την αναγέννηση του Πλατωνισμού οι ιδέες γίνονται οι σκέψεις του Θεού, ενώ οι μορφές γίνονται το ενυπάρχον νοητό, ή όπως λέει ο Διδασκαλικός, το δεύτερο νοητό, ο αντικατοπτρισμός, η εικόνα της ιδέας στην Φύση. Για τον Πλωτίνο οι ιδέες είναι στον νού, οι μορφές όμως στην ψυχή και υπολογίζονται σαν η υπέρτατη στιγμή τής δημιουργικότητος της ψυχής. Τις ονομάζει και λόγους. (VIII, 136....).

Συνεχίζεται 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου