Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

Έλληνες και Ανθέλληνες (2η σελίδα)

Δεν έχει λοιπόν νόημα να ψάχνουμε την αιτία στην Ευρώπη, στο ευρώ ή όπου αλλού, γιατί τότε προκύπτει το ερώτημα: «οι άλλοι πώς τα κατάφεραν;». Ακόμα χειρότερα: «πώς τα κατάφεραν παρά το ότι είχαν και αυτοί προβλήματα;» Προκύπτει επίσης το επόμενο ερώτημα: «Χωρίς την Ευρώπη, το ευρώ κτλ, θα τα καταφέρναμε καλύτερα;» Η απάντηση είναι ότι τα καταφέρνεις όταν έχεις την ικανότητα να τα καταφέρεις. Όταν κάνεις αυτά που πρέπει, τότε που πρέπει – χωρίς γκρίνια για τις αναποδιές, τους κακούς ξένους, τους λάθος πολλαπλασιαστές ή ότι άλλο, γιατί αυτά θα σου προκύψουν. Αυτή είναι η ζωή!
Ας σημειώσω ότι η Ελλάδα ίσως δεν υπήρξε ποτέ σε ένα περιβάλλον τόσο φιλικό ή αν θέλετε τόσο λίγο εχθρικό στην ιστορία της. Στο παρελθόν περιτριγυριζόταν από εχθρούς. Στο παρελθόν είχε καταστραφεί μέχρι ισοπέδωσης από πολέμους. Σε κάποιους μάλιστα δεν είχε την παραμικρή ευθύνη. Όμως, αντί να κλαψουρίζουν οι τότε Έλληνες, έκαναν αυτά που μπορούσαν με τις όποιες δυνάμεις τους για να ξαναστήσουν την χώρα από την αρχή. Γι’ αυτό και αντιδρώ όταν βλέπω την γκρίνια για το «τι πάθαμε», «τι μας κάνανε» κλπ. όχι μόνο υπερβολική αλλά και αρνητική για την όποια καλή μελλοντική μας εξέλιξη.
Η αντίδρασή μου δεν είναι στο αν το μνημόνιο είναι σωστό ή όχι, δεν μπαίνω σε αυτή τη συζήτηση, αλλά στην νοοτροπία να ασχολούμαστε μόνο με το πόσο κακό μας έκανε, ενώ την ίδια στιγμή δεν κάνουμε τίποτα. Είναι δε χαρακτηριστικό το ότι αυτοί που γκρινιάζουν περισσότερο, είναι εκείνοι που έχουν τόσο χαμηλή αυτοεκτίμηση που δεν πιστεύουν ότι θα τα καταφέρουν. Και έχουν δίκιο, γιατί πράγματι είναι «λίγοι». Η ψεύτικη υπερηφάνεια  τους είναι υποκατάστατο της έλλειψης ικανότητας και της αρετής.
Η αλήθεια είναι λοιπόν ότι, δεν είμαστε ούτε οι τελευταίοι αλλά ούτε και τόσο μεγάλοι, όσο νομίζουμε. Θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι αξίζουμε αυτό που παράγουμε – χωρίς να το περιορίζω μόνο στη παραγωγή προϊόντων αλλά, επίσης, στην παραγωγή πολιτισμού. Δεν νομίζω να πιστεύει κανείς ότι έχουμε αλώσει της αγορές του εξωτερικού, ή ότι οι καλλιτέχνες μας έχουν διεθνή αναγνώριση – εκτός ελαχίστων που έφυγαν στο εξωτερικό.
Δεν γίναμε ένα μέτριο κράτος τώρα με τα μνημόνια. Όταν συμφιλιωθούμε με τη πραγματικότητα και με τη φύση μας, τα κόμπλεξ ανωτερότητας/κατωτερότητας θα εξαφανιστούν. Θα είμαστε τότε γυμνοί στον καθρέφτη, θα δούμε τις ατέλειές μας και είτε θα πάθουμε κατάθλιψη, είτε θα κάνουμε κάτι για να τις διορθώσουμε. Σε κάθε περίπτωση, θα είμαστε κύριοι της τύχης μας και θα πάψουμε να βλέπουμε τον κόσμο παρανοϊκά.
Εδώ πρέπει να επισημανθεί οπωσδήποτε η σημαντική διαφορά μεταξύ «Υπερηφάνειας» και «Αυτοεκτίμησης». Η υπερηφάνεια είναι η καταφυγή κάποιου που δεν έχει να επιδείξει κατορθώματα ή αρετή. Προσπαθεί λοιπόν να στηρίξει μια ψεύτικη εικόνα για τον εαυτό του, είτε αναφερόμενος σε ένδοξους προγόνους, είτε συμμετέχοντας ως μέλος της ανώνυμης μάζας σε κινήματα με κάποιον «ιερό σκοπό» που πρεσβεύει ένα (υποτίθεται) καλύτερο μέλλον – για το οποίο όμως δεν κάνει τίποτα πρακτικό για να το επιδιώξει.
Ο υπερήφανος σπαταλάει περισσότερο χρόνο να αποδείξει γιατί η πραγματικότητα δεν συμβαδίζει με την ιδέα που έχει για τον εαυτό του (κυρίως με την επίρριψη ευθυνών σε άλλους, στην τύχη, την κακιά την ώρα, κλπ.), παρά στο να κάνει κάτι δημιουργικό για να βελτιώσει την κατάστασή του. Εκεί εμφανίζεται και ο φανατισμός – το «καταφύγιο» δηλαδή αυτού που δεν έχει επιχειρήματα να υποστηρίξει τις πεποιθήσεις του.

416Η υπερηφάνεια είναι ίδιον, χαρακτηριστικό δηλαδή, των αποτυχημένων λαών. Αντίθετα, η αυτοεκτίμηση προκύπτει από τις δημιουργικές δυνάμεις ενός ατόμου ή ενός λαού. Είναι δε πιο δύσκολο να κατακτηθεί, γιατί απαιτεί προσπάθεια και μάλιστα συνεχή. Πρέπει να αποδεικνύεις τον εαυτό σου κάθε μέρα. Δεν είναι ίδιον των μικρών, των ασήμαντων, των ανίδεων, των ανίκανων ή των τεμπέληδων.
Εν προκειμένω δεν είναι τυχαίο το ότι ο λαϊκισμός, δεξιός ή αριστερός, προσπαθεί να πετύχει το εύκολα – δηλαδή το πρώτο. Καταλήγει λοιπόν να πουλάει «υπερηφάνεια» για να κινήσει τις μάζες, τον όχλο – να τις ενώσει εναντίον ενός συμβολικού εχθρού και όχι να εμπνεύσει τις δημιουργικές δυνατότητες ενός λαού. Κρύβει τα προβλήματά του ή τα αποδίδει σε άλλους για να τον καθησυχάσει.
Αυτό είναι κυρίως το πρόβλημα της Ελλάδας: ότι μάθαμε να ζούμε σε μια χώρα που όταν κάποιος εντοπίζει τα προβλήματα της, κατηγορείται ότι είναι «εχθρός του Λαού», ο οποίος θέλει να στενοχωρήσει τον δύστυχο! Καλύτερα λοιπόν να πάει για ύπνο πιστεύοντας σε ένα μυθικό μεγαλείο – απλά και μόνο γιατί υπάρχει, απλά και μόνο γιατί η λαϊκιστική εξουσία τον κολακεύει.
Δεν χρειάζεται καμία προσπάθεια, κανένα σχέδιο. Το δημόσιο μπορεί να παραμείνει ως έχει, παρά το ότι είναι το χειρότερο στην Ευρώπη, η αγροτική παραγωγή μπορεί να συνεχίσει να επιβιώνει από τις επιδοτήσεις απλά για να βγάζει άχρηστο βαμβάκι, οι συντάξεις στα πενήντα μπορούν να συνεχιστούν, η υπογεννητικότητα επίσης, ας μην έχουμε αξιοκρατία, τα πανεπιστήμια ας μην ανταγωνίζονται (επειδή πρόκειται για «κανιβαλισμό», για να θυμηθώ και κάτι πολύ πρόσφατο), κλπ. κλπ.
Δεν βαριέσαι, σε άλλες χώρες θα βρεις επίσης κάποιο χαλασμένο πεζοδρόμιο, κάποιος ξένος πολιτικός θα προσλάβει τη φιλενάδα του στο γραφείο του, κάποια αλλοδαπή εταιρία θα λαδώσει κάποιους τριτοκοσμικούς για να πουλήσει τα προϊόντα της … παντού έχουν προβλήματα και διαφθορά, τι ασχολούμαστε λοιπόν;
Εκεί λοιπόν διαφωνούμε: Εγώ λέω, κάτω στους τοτεμικούς συμβολισμούς, στους δήθεν ιερούς σκοπούς, στην ψεύτικη υπερηφάνεια, στα ηθικά πλεονεκτήματα, στις εύκολες λύσεις με ένα νόμο και ένα άρθρο, στα μαγικά νομίσματα που θα φέρουν νομοτελειακά την ευημερία, στις ουτοπίες για έναν κόσμο αγαθό αγγελικά πλασμένο, σε μια Ευρώπη που θα μας πληρώνει λύτρα για τα «φώτα που τους δώσαμε» κοκ.
Ας αποδεχτούμε τον εαυτό μας μέσα στο όποιο συγκεκριμένο περιβάλλον. Αν τότε μας αρέσει έχει καλώς – θα έχουμε συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα. Όπως έκαναν οι παππούδες μας, οι οποίοι δούλευαν διπλάσια και απολάμβαναν το ένα τέταρτο από ότι εμείς, παραμένοντας ευτυχισμένοι. Εάν όμως δεν μας αρέσει ο εαυτός μας, όπως ελπίζω να αντιληφθούμε, ας αποφασίσουμε επί τέλους να δούμε τι πρέπει να κάνουμε για να πάμε μπροστά.
Με όσα εμπόδια και να βρούμε στον δρόμο μας, φτάνει να μην είμαστε εμείς οι ίδιοι που τα βάζουμε. Πάντα θα υπάρχουν εμπόδια, πάντα θα υπάρχει ένας Σόιμπλε, ο οποίος τέλος πάντων δεν είναι και κανένας Μέττερνιχ. Αν δεν μας αρέσει, ας φροντίσουμε να μην τον έχουμε ανάγκη. Ας αναλάβουμε επί τέλους την ευθύνη του μέλλοντός μας.
Δυστυχώς όμως, ολόκληρο το πολιτικό σύστημα έχει αποτύχει. Έχουμε αποτύχει επίσης εμείς ως άτομα – στη (μη) δημιουργική καθημερινότητά μας, ως ψηφοφόροι και ως πολίτες με έλλειψη κριτικής ικανότητας και «αίσθησης του σκοπού». Δεν μας φταίνε οι «προδότες» λοιπόν. Μόνο αν ψάξουμε μέσα μας να βρούμε τα προβλήματα που πραγματικά υπάρχουν, έχουμε κάποια ελπίδα να τα λύσουμε. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, οι αναλύσεις που βλέπω σε αυτή την ιστοσελίδα είναι ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση.

Αναγνώστης Ιαν:Ας πάρουμε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Ένας αποτυχημένος πρωθυπουργός είπε σχεδόν στα ίσια ότι είχε γίνει προδότης και ότι πουλήθηκε στους Γερμανούς. Ποιός τον διατήρησε πρωθυπουργό μετά από αυτές τις εκλογές; Και γιατί δεν έγινε λαϊκή απαίτηση το άμεσο ειδικό δικαστήριο για εθνική προδοσία εν όψει των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος;
Υπάρχει κάτι σάπιο σ’ αυτόν το λαό – πέστε το Τουρκοκρατία, δειλία, βλακεία, παρακμή ή όπως αλλιώς θέλετε. Και σε μια φύση που ευνοεί την επικράτηση του ισχυρότερου, με τι ερείσματα αυτός ο παρακμασμένος λαός, σχεδόν περίγελως της ιστορίας, διεκδικεί το δικαίωμα ύπαρξης; Αν οι Γερμανοί είναι τα καθάρματα της ιστορίας, τότε οι νέο-Έλληνες είναι τα απόβλητά της. Επομένως φυσικά τους αξίζει η εξαφάνισή τους, γιατί δεν έχουν ούτε αρετή ούτε τόλμη αντάξια της ελευθερίας τους. Οι Γερμανοί στόχευσαν τη σωστή χώρα, χτύπησαν τον στόχο και πέτυχαν!

Επίλογος
Έχουν περάσει μόλις 100 χρόνια από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης – ενώ έκτοτε μεσολάβησε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, η μικρασιατική καταστροφή λόγω της προδοσίας της Μ. Βρετανίας, το παγκόσμιο κραχ του 1929, η χρεοκοπία του 1932, ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, ο εμφύλιος, η δικτατορία και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Στις ελάχιστες δεκαετίες που ακολούθησαν, προφανώς δεν είχαμε το χρόνο να επιλύσουμε τα σοβαρά εθνικά μας προβλήματα, κυρίως τα θεσμικά – αν και σημειώθηκε μία πολύ μεγάλη πρόοδος.
Δυστυχώς δε πέσαμε στην παγίδα του χρέους που στήθηκε αριστοτεχνικά από τη Γερμανία σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης – ενώ μετά το 2009 οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία χωρίς να υπάρχει λόγος, από ενδοτικές κυβερνήσεις και άτομα που υπηρετούσαν και υπηρετούν πιστά ξένες δυνάμεις.  Τέλος, σήμερα είμαστε εγκλωβισμένοι στο ευρώ, στο χρέος και στα μνημόνια – σε ένα οδυνηρό αδιέξοδο που επισφραγίστηκε από την ερμαφρόδιτη αριστερά, σε συνεργασία με όλα τα άλλα κόμματα που ψήφισαν την τρίτη δανειακή σύμβαση.

417Όλα αυτά βέβαια δεν έχουν σκοπό να δικαιολογήσουν τα λάθη μας, να υποτιμήσουν τις μεγάλες δικές μας ευθύνες ή να λαϊκίσουν – αλλά να αναδείξουν την πραγματικότητα στο σωστό της μέγεθος. Σε κάθε περίπτωση δεν βοηθάει καθόλου η θυματοποίηση και η αυτομαστίγωση μας – ειδικά όταν γνωρίζουμε πόσο εύκολα χειραγωγείται ένας λαός στις εκλογές, καθώς επίσης πόσο τρομοκρατείται όταν χάνει μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα όλα όσα έχει πετύχει, εργαζόμενος σκληρά για πολλές δεκαετίες.
Ολοκληρώνοντας, η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες που κατάφεραν να επιβιώσουν 4.000 χρόνια, ειδικά με ένα μέγεθος σαν το δικό της. Μπορεί δε σήμερα να επικρατεί μια συλλογική αποχαύνωση, ως αποτέλεσμα της πολιτικής σοκ και δέους που μας επιβλήθηκε, αλλά είμαι σίγουρος πως θα ξεπεραστεί – ενώ τελικά θα βγούμε κερδισμένοι από τη μεγαλύτερη ίσως κρίση στη σύγχρονη ιστορία μας. Στα πλαίσια αυτά οι διαφορετικές απόψεις, όπως αυτές των αναγνωστών μας, συμβάλλουν αναμφίβολα στην αφύπνιση μας – η οποία δεν πρέπει να καθυστερήσει πολύ ακόμη, εάν δεν θέλουμε πράγματι να χάσουμε όλα όσα κατάφεραν να δημιουργήσουν οι πρόγονοι μας.

analyst.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου