Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΠΡΩΤΟΣ (6)

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΠΡΩΤΟΣ

ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΕΡΙΕΠΕΣΑΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΣ ΑΥΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΠΑΔΟΙ ΤΟΥ, ΑΦΟΥ ΛΕΓΟΥΝ ΟΤΙ Η ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΤΟ

Συνέχεια από: Τρίτη, 19 Ιουνίου 2018

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Ότι προβάλλει (ο Ακίνδυνος) εναντίον εαυτού και το κεφάλαιο του θείου Μαξίμου περί του ότι o θεός δεν είναι μήτε μεταξύ των νοούντων μήτε μεταξύ των νοουμένων

12. Πρόχειρο όμως είναι τόσο γι’ αυτόν (τον Ακίνδυνο) όσο και για τους οπαδούς του το σοφότατα γραμμένο κείμενο του άγιου Μαξίμου, «κάθε νόησις, όπως ακριβώς έχει τη θέσιν της ως ποιότης (ιδιότητα) μέσα στην ουσία, έτσι έχει και την κίνησιν ποιωμένη περί (γύρω από) την ουσία· δεν είναι δυνατό να τη δεχθούμε (την νόηση) σαν κάτι αυτοτελές και απλό που υφίσταται καθ’ εαυτό, διότι δεν είναι αυτοτελής και απλή. Ο δε Θεός, αφού και κατά τα δύο υπάρχει εντελώς απλός, δηλαδή και ουσία χωρίς υποκείμενο υλικό και νόησις που δεν έχει καθόλου υποκείμενο, δεν είναι από τα νοούντα και νοούμενα, διότι βέβαια είναι πάνω από ουσία και νόηση». Τούτο λοιπόν είναι πρόχειρο γι’ αυτούς, επειδή δεν καταλαβαίνουν για ποιά νόηση ομιλεί εκείνος ο θεόσοφος (ο Μάξιμος ο Ομολογητής)· πράγματι, όπως επισήμανε και ο ίδιος παρακάτω, ομιλεί για εκείνη τη νόηση, κατά την οποία ο Θεός είναι εντελώς αυτοτελής, αυτός ο ίδιος νοώντας τον εαυτό του και παραμένοντας στον εαυτό του χωρίς εκφοίτηση, ενώ εμείς πραγματευόμαστε προς αυτούς που τελευταία μας προσβάλλουν περί των προόδων και ενεργειών, κατά τις οποίες ο Θεός θεωρείται σε σχέση με κάτι, όπως προαναφέρθηκε· δεν καταλαβαίνουν ότι εκείνος ο κλεινός θεολόγος γράφει αυτά τα πράγματα κατά την αποφατική θεολογία. Πράγματι συνηθίζουν οι θεολόγοι να χρησιμοποιούν μερικές καταφατικές εκφράσεις που έχουν έννοια υπεροχικής αποφάσεως, όπως ο ίδιος το δήλωσε στο τέλος του κεφαλαίου, λέγοντας ότι αίτιο των λόγων του αυτού τού είδους είναι το γεγονός ότι ο Θεός δεν είναι μήτε από τα νοούμενα μήτε από τα νοούντα. Το ένα μάλιστα από τα δύο δεν υπάρχει τρόπος να το πει κανείς, εφ’ όσον δεν θεολογεί κατά υπεροχική απόφαση, αν και βέβαια ο θεηγόρος αρνήθηκε επί του Θεού τη νόησιν ως ποιότητα, δεν την αρνήθηκε όμως ως ενέργεια· μολονότι η νόησις είναι προσκείμενη φανερά ευθύς εξ αρχής σ’ αυτόν και φανερώνει τον υπερφυή χαρακτήρα των θεωρούμενων στον Θεό.

13. Αλλά βέβαια, με το να πει ο θειος Μάξιμος τον Θεό απλό και κατά τα δυό, έδειξε εδώ ότι έχει και ουσία και ενέργεια, την οποία βέβαια αυτός ονομάζει εδώ νόηση, αλλά και ότι αυτές οι δυό έχουν διαφορά μεταξύ τους. Πράγματι δικός του λόγος είναι το ότι «χωρίς διαφορά είναι αδύνατο να ευρεθεί αριθμός». Αλλά ούτε η αποφατική θεολογία αντίκειται στην καταφατική, μάλλον δεικνύει τον υπερφυή χαρακτήρα της, με την έννοια ότι στην πραγματικότητα επί του Θεού τίθενται όλα τα γνωρίσματα από μας, αλλά αυτός τα έχει επάνω από ό,τι μπορούμε να ειπούμε και να νοήσουμε εμείς.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Περί Θεολογίας και της Ενσάρκου Οικονομίας του Υιού του Θεού
PG 90. Εντός παρενθέσεων αριθμοί μέσα στο κείμενο, π.χ. (72), δηλώνουν την αντίστοιχη στήλη του τόμου της PG.

 ΕΚΑΤΟΝΤΑΣ  Β΄
α΄. Εἷς Θεός, ὅτι μία θεότης· μονάς [deest τό, μονάς,  in tribus Regiis] ἄναρχος καί ἁπλῆ καί ὑπερούσιος· (1125) καί ἀμερής καί ἀδιαίρετος· ἡ αὐτή μονάς καί Τριάς· ὅλη μονάς ἡ αὐτή, καί ὅλη Τριάς ἡ αὐτή· μονάς ὅλη κατά τήν οὐσίαν ἡ αὐτή, καί Τριάς ὅλη κατά τάς ὑποστάσεις ἡ αὐτή. Πατήρ γάρ, καί Υἱός, καί Πνεῦμα ἅγιον ἡ θεότης, καί ἐν Πατρί, καί Υἱῷ, καί ἁγίῳ Πνεύματι ἡ θεότης. Ὅλη ἐν ὅλῳ τῷ Πατρί ἡ αὐτή· καί ὅλος ἐν ὅλῃ τῇ αὐτῇ ὁ Πατήρ· καί ὅλη ἐν ὅλῳ τῷ Υἱῷ ἡ αὐτή· καί ὅλος ἐν ὅλῃ τῇ αὐτῇ ὁ Υἱός. Καί ὅλη ἐν ὅλῳ τῷ Πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἡ αὐτή· καί ὅλον ἐν ὅλῃ τῇ αὐτῇ τό Πνεῦμα τό ἅγιον. Ὅλη Πατήρ, καί ἐν ὅλῳ τῷ Πατρί· καί ὅλος ἐν ὅλῃ ὁ Πατήρ· καί ὅλη ὅλος ὁ Πατήρ. Καί ὅλη ὅλος ὁ Υἱός ἡ αὐτή· καί ὅλη ἐν ὅλῳ τῷ Υἱῷ ἡ αὐτή· καί ὅλος ὅλη, καί ἐν ὅλῃ τῇ αὐτῇ ὁΥἱός. Καί ὅλη Πνεῦμα ἅγιον ἡ αὐτή, καί ἐν ὅλῳ τῷ Πνεύματι τῷ ἁγίῳ· καί τό Πνεῦμα τό ἅγιον ὅλον ὅλη, καί ὅλον ἐν ὅλῃ τῇ αὐτῇ τό Πνεῦμα τό ἅγιον. Οὐ γάρ ἐκ μέρους ἡ θεότης ἐν τῷ Πατρί, ἤ ἐκ μέρους Θεός ὁ Πατήρ· οὔτε ἐκ μέρους ἐν τῷ Υἱῷ ἡ θεότης, ἤ ἐκ μέρους Θεός ὁ Υἱός· οὔτε ἐκ μέρους ἐν τῷ ἁγίῳ Πνεύματι ἡ θεότης, ἤ ἐκ μέρους Θεός τό Πνεῦμα τό ἅγιον. Οὔτε γάρ μεριστή ἡ θεότης· οὔτε ἀτελής ὁ Θεός ὁ Πατήρ, ἤ ὁ Υἱός, ἤ τό Πνεῦμα τό ἅγιον· ἀλλ᾿ ὅλη ἐστίν ἡ αὐτή τελεία τελείως ἐν τελείῳ τῷ Πατρί· καί ὅλη τελεία τελείως ἡ αὐτή ἐν τελείῳ τῷ Υἱῷ ἡ αὐτή· καί ὅλη τελεία τελείως ἡ αὐτή ἐν τελείῳ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι. Ὅλος γάρ ἐν ὅλῳ τῷ Υἱῷ καί τῷ Πνεύματι τελείως ἐστίν ὁ Πατήρ· καί ὅλος ἐν ὅλῳ τῷ Πατρί καί τῷ Πνεύματι τελείως ἐστίν ὁΥἱός· καί ὅλον ἐν ὅλῳ τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ τελείως ἐστί τό Πνεῦμα τό ἅγιον. Διό καί εἷς Θεός ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα τό ἅγιον. Μία γάρ καί ἡ αὐτή οὐσία καί δύναμις καί ἐνέργεια Πατρός καί Υἱοῦ καί ἁγίου Πνεύματος· οὐκ ὄντος οὐδενός τοῦ ἑτέρου χωρίς ἤ νοουμένου.  

β΄. Πᾶσα νόησις, τῶν νοούντων καί νοουμένων ἐστίν· ὁ δέ Θεός, οὔτε τῶν νοούντων ἐστίν, οὔτε τῶν νοουμένων· ὑπέρ ταῦτα γάρ· ἐπεί περιγράφεται, τῆς τοῦ νοουμένου σχέσεως, ὡς νοῶν, προσδεόμενος· ἤ τῷ νοοῦντι φυσικῶς ὑποπίπτων, διά τήν σχέσιν νοούμενος. Λείπεται γοῦν, μήτε νοεῖν, μήτε νοεῖσθαι τόν Θεόν ὑπολαμβάνειν· ἀλλ᾿ ὑπέρ τό νοεῖν εἶναι καί νοεῖσθαι. Τῶν γάρ μετ᾿ αὐτόν, φυσικῶς ἐστι τό νοεῖν καί τό νοεῖσθαι.  

γ΄. Πᾶσα νόησις ὥσπερ ἐν οὐσίᾳ πάντως ἔχει τήν θέσιν ὡς ποιότης, οὕτω καί περί οὐσίαν πεποιωμένην ἔχει τήν κίνησιν. Οὐ γάρ ἄφετόν τι καθόλου καί ἁπλοῦν καθ᾿ ἑαυτό ὑφεστώς δυνατόν ἐστιν αὐτήν ὑποδέξασθαι, ὅτι μή ἄφετός ἐστι καί ἁπλῆ. Ὁ δέ Θεός, κατ᾿ ἄμφω πάμπαν ὑπάρχων ἁπλοῦς, καί οὐσία τοῦ ἐν ὑποκειμένῳ χωρίς, καί νόησις μή ἔχουσά τι καθάπαξ ὑποκείμενον· οὐκ ἔστι τῶν νοούντων καί νοουμένων, ὡς ὑπέρ οὐσίαν ὑπάρχων δηλονότι καί νόησιν.  

δ΄. Ὥσπερ ἐν τῷ κέντρῳ τῶν ἐξ αὐτοῦ κατ᾿ εὐθεῖαν ἐκτεταμένων γραμμῶν ἀδιαίρετος θεωρεῖται (1128) παντελῶς ἡ θέσις· οὕτως ὁ ἀξιωθείς ἐν τῷ Θεῷ γενέσθαι, πάντας εἴσεται τούς ἐν αὐτῷ τῶν γεγονότων προϋφεστῶτας λόγους, καθ᾿ ἁπλῆν τινα ἀδιαίρετον γνῶσιν.  

ε΄. Μορφουμένη τοῖς νοουμένοις νόησις, πολλαί νοήσεις ἡ μία καθίσταται νόησις, κατ᾿ εἶδος ἕκαστον μορφουμένη τῶν νοουμένων. Ὁπηνίκα δέ τῶν μορφούντων αὐτήν αἰσθητῶν τε καί νοητῶν τό πλῆθος περάσασα, γένηται πάμπαν ἀνείδεος, τηνικαῦτα προσφυῶς αὐτήν ὁ ὑπέρ νόησιν οἰκειοῦται Λόγος, καταπαύων τῶν ἀλλοιοῦν αὐτήν ταῖς τῶν νοημάτων μορφαῖς πεφυκότων· ὅπερ ὁ παθών, καί αὐτός κατέπαυσεν ἀπό τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὥσπερ ἀπό τῶν ἰδίων ὁ Θεός.  

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής – 200 κεφάλαια προς τον Θαλάσσιο, περί Θεολογίας και της Ενσάρκου Οικονομίας του Υιού του Θεού, Δεύτερη εκατοντάδα. (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Β΄).

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
200 κεφάλαια προς τον Θαλάσσιο, περί Θεολογίας και της Ενσάρκου Οικονομίας του Υιού του Θεού
Δεύτερη εκατοντάδα
1. Ο Θεός είναι ένας, γιατί μία είναι η θεότητα, άναρχη, απλή, πάνω από ουσία, δίχως μέρη και αδιαίρετη. Η ίδια θεότητα είναι μονάδα και τριάδα. Μονάδα ακέραιη η αυτή, και Τριάδα πλήρης η αυτή. Μονάδα ακέραιη κατά την ουσία η ίδια, και Τριάδα πλήρης κατά τις υποστάσεις η ίδια. Γιατί η θεότητα είναι Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα. Και η θεότητα είναι και στον Πατέρα και στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. Όλη η θεότητα σε όλον τον Πατέρα η ίδια, και όλος ο Πατέρας σε όλη την ίδια. Και όλη η ίδια σε όλο τον Υιό, και όλος ο Υιός σε όλη την ίδια. Και όλη σε όλο το Άγιο Πνεύμα η ίδια θεότητα, και όλο το Άγιο Πνεύμα σε όλη την ίδια. Όλη η θεότητα είναι Πατέρας, και είναι σε όλο τον Πατέρα· και ο Πατέρας είναι όλος σε όλη την θεότητα· και αυτή όλη είναι όλος ο Πατέρας. Και στην ίδια όλη είναι όλος ο Υιός· και η ίδια είναι όλη σε όλο τον Υιό, και όλος ο Υιός είναι όλη η θεότητα και σε όλη. Και η ίδια είναι όλη Άγιο Πνεύμα, και σε όλο το Άγιο Πνεύμα· και το Άγιο Πνεύμα είναι όλο όλη η θεότητα· και σε όλη την ίδια είναι όλο το Πνεύμα το Άγιο. Γιατί δεν είναι η θεότητα κατά ένα μέρος της στον Πατέρα, ούτε κατά ένα μέρος είναι Θεός ο Πατέρας· ούτε κατά ένα μέρος είναι η θεότητα στον Υιό, ή κατά ένα μέρος είναι Θεός ο Υιός· ούτε κατά ένα μέρος είναι η θεότητα στο Άγιο Πνεύμα, ή το Άγιο Πνεύμα κατά ένα μέρος είναι Θεός.Γιατί ούτε μερίζεται η θεότητα, ούτε είναι ελλιπής Θεός ο Πατέρας ή ο Υιός ή το Άγιο Πνεύμα, αλλά όλη η θεότητα είναι η ίδια τέλεια τελείως στον τέλειο Πατέρα και όλη τελείως στον τέλειο Υιό η ίδια και όλη τελείως η ίδια στο τέλειο Άγιο Πνεύμα. Γιατί ο Πατέρας είναι όλος τελείως σε όλο τον Υιό και στο Πνεύμα· και όλος τελείως σε όλο τον Πατέρα και το Πνεύμα είναι ο Υίός· και όλο τελείως σε όλο τον Πατέρα και τον Υιό είναι το Άγιο Πνεύμα. Γι’ αυτό και είναι ένας Θεός ο Πατέρας και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα· γιατί μία και η αυτή είναι η ουσία και η δύναμη και η ενέργεια του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και δεν υπάρχει ούτε νοείται καμιά από τις τρεις Υποστάσεις χωρίς τις άλλες.
2. Κάθε νόηση ανήκει στα όντα που νοούν και σ’ αυτά που νοούνται. Ο Θεός όμως δεν είναι από εκείνα που νοούν, ούτε από εκείνα που νοούνται, γιατί είναι πάνω από αυτά. Διαφορετικά, περιορίζεται· ή από την ανάγκη της σχέσεως με το νοούμενο, αν θα νοούσε· ή με το να υπόκειται φυσικά σ’ εκείνον που τον νοεί, αν θα ήταν νοούμενος. Απομένει λοιπόν να παραδεχθούμε ότι ούτε νοεί ο Θεός, ούτε νοείται, αλλά ότι είναι πέρα από το να νοεί ή να νοείται. Γιατί οι ιδιότητες αυτές ανήκουν εκ φύσεως στα ύστερα από Εκείνον.
3. Κάθε νόηση, όπως έχει τη θέση της οπωσδήποτε σε κάποια ουσία ως ιδιότητα, έτσι έχει και την κίνηση της γύρω από κάποια ουσία με ιδιότητες. Γιατί δεν είναι δυνατό να τη δεχθεί κάτι που υπάρχει καθ’ εαυτό, απόλυτα ανεξάρτητο και απλό, γιατί και η νόηση δεν είναι ανεξάρτητη και απλή. Ο Θεός όμως, επειδή είναι και κατά τα δύο απόλυτα απλός (και ως ουσία δηλαδή δεν είναι κάτι που νοείται, και ως νόηση [δεν] έχει καθόλου ένα δεδομένο υποκείμενο), δεν είναι από εκείνα που [νοούν και] νοούνται· γιατί βέβαια ο Θεός είναι πάνω από ουσία και νόηση.
4. Για όλες τις ευθείες γραμμές που ξεκινούν από ένα κέντρο, αυτό παραμένει η ολότελα αδιαίρετη αρχή τους. Έτσι και εκείνος ο οποίος αξιώθηκε να βρεθεί μέσα στο Θεό, θα μάθει με μιά απλή και αδιαίρετη γνώση όλους τους λόγους των δημιουργημάτων που προϋπάρχουν σ’ Αυτόν.
5. Όταν η νόηση παίρνει τη μορφή όσων νοούνται, τότε η μία νόηση διαιρείται σε πολλές νοήσεις, παίρνοντας μορφή ανάλογα με κάθε ένα είδος όσων νοούνται. Όταν όμως ξεπεράσει το πλήθος των αισθητών και νοητών που της δίνουν μορφή και γίνει εντελώς χωρίς μορφή και σχήμα, τότε με κατάλληλο τρόπο ο λόγος που είναι πάνω από κάθε νόηση την οικειοποιείται και τη σταματά από όσα εκ φύσεως την αλλοιώνουν με τις μορφές των νοημάτων. Εκείνος που φτάνει στο σημείο αυτό αναπαύθηκε από ολα τα έργα του, όπως ακριβώς και ο Θεός από τα δικά Του(Εβρ. 4, 10· Γεν. 2,2).

ΣΧΟΛΙΟ: Ας κρατήσουμε ετούτο τό μάθημα. Ο Ακίνδυνος δέν καταλάβαινε τόν Αγιο Μάξιμο, στήν εποχή  κατά τήν οποία η θεολογία μεσουρανούσε καί επιπλέον μαθητής τού Αγίου Γρηγορίου. Σήμερα όμως, σέ μιά εποχή κατά τήν οποία η θεολογία προδόθηκε, εμφανίζονται άνθρωποι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι τόν κατανοούν, χρησιμοποιώντας τον.
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου