Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΗΣ ΠΕΡΠΕΤΟΥΑΣ(4)

Συνέχεια από : Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΑ ΟΡΑΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΠΕΤΟΥΑ- MARIE-LOUISE VON FRANZ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ 2ου ΚΑΙ 3ου ΟΡΑΜΑΤΟΣ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΔΡΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ

Το δεύτερο και το τρίτο όραμα περιέχουν μια εξεικόνιση της πιο προσωπικής πλευράς τού προβλήματος για την Περπέτουα σε μια γλώσσα που είναι πιο κοντά στον συνειδητό της κόσμο, αν και τονίζονται τα ίδια μοτίβα όπως και στο προηγούμενο όραμα. Πρόκειται για όνειρα για τον μικρό της αδελφό Δεινοκράτη στον κάτω κόσμο. Η πρωτοχριστιανική Εκκλησία που φρόντιζε να εννοεί κυριολεκτικά τέτοια οράματα, υπέθετε ότι μέσω των προσευχών των αγίων ο άτυχος θα μεταθέτονταν από τον τόπο τής τιμωρίας σε μια καλύτερη κατάσταση. (Και η Περπέτουα φαίνεται πως έχει ερμηνεύσει το όνειρο με αυτή την έννοια, ή τουλάχιστον ως βοήθεια στον Δεινοκράτη, που ως «πρόωρα πεθαμένος» έπρεπε;;; να υποφέρει στον κάτω κόσμο.)
Αν παρατηρήσει όμως κανείς το όραμα στο επίπεδο τού υποκειμένου, δηλ στην πρώτη γραμμή ως ένα εσωτερικό γεγονός(κατά γράμμα), τότε ο Δεινοκράτης πρέπει να ενσαρκώνει(όπως στο προηγούμενο όραμα ο Σατούρους) ένα ψυχικό περιεχόμενο της Περπέτουα, και το μαρτύριο του παρουσιάζεται νά είναι ταυτόσημο με το δικό της, και πρέπει να κατανοηθεί ως μια δική της εσωτερική κατάσταση ανάγκης, από την οποία για να βγει επιθυμούσε «την πηγή τού ζώντος ύδατος» ή το ύδωρ τού βαπτίσματος. Αυτό το πρόωρα πεθαμένο αδελφάκι με όλες τις αναμνήσεις που συνδέονται με αυτό, σήμαινε για την Περπέτουα ένα κομμάτι του δικού της παρελθόντος, κάτι παιδικό , ένα αβάπτιστο, ή και βαπτισμένο, αλλά ακόμα ανώριμο πνεύμα μέσα της, για το οποίο η με το νερό συμβολιζόμενη σωτήριος αλήθεια του Χριστιανισμού είναι κυριολεκτικά «πολύ υψηλή», κάτι που παριστάνεται με το υψηλό χείλος της κολυμβήθρας. Μεταξύ αυτής και του αδελφού της είναι «μια μεγάλη απόσταση», δηλ βρίσκεται με το συνειδητό της μακρυά από εκείνη την παιδική , ακόμα στο παρελθόν προσκολλημένη πνευματική στάση, κάτι που προκύπτει και από την έκφραση της Περπέτουα ότι για πολύ καιρό δεν είχε σκεφτεί τον Δεινοκράτη. Αυτό το παιδικό κομμάτι ειδωλολατρείας μέσα της, ο Δεινοκράτης δηλ υποφέρει από ένα καρκίνο του προσώπου ή μια γάγγραινα, δηλ έχει πιαστεί σε μια μη ανατρέψιμη σήψη. Το όνειρο δείχνει  με αυτό μια επιστροφή (ασθένειας) ή καλύτερα την ανάδυση μιας δυσκολίας στην εσωτερική ανάπτυξη τής Περπέτουα. Ίσως να άφησε να επηρεαστεί από τον πατέρα της που προσπαθούσε να την εντυπωσιάσει με όλη την αυθεντία που είχε(γι αυτό και η αντίσταση στον Χριστιανισμό παριστάνεται ως ένα παιδί από την οικογένεια). Δείχνεται ότι μέσα της ζει ακόμα ένα παιδικό, ασυνείδητο πνεύμα, εκτεθειμένο στη διαφθορά, για το οποίο η χριστιανική αλήθεια είναι άφταστη, ώστε ματαίως επιθυμεί την σωτήριά της ενέργεια.

Ο Doelger έδειξε στο έργο του για το όραμα με τον Δεινοκράτη, ότι εδώ η αντίληψη για τον κάτω κόσμο αντιστοιχεί στην ειδωλολατρική θεώρηση του Άδη(όχι στο purgatorium), κάτι που υπογραμμίζει ακόμα πιο καθαρά το ειδωλολατρικό στοιχείο της μορφής του Δεινοκράτη. Επίσης θυμίζει την περιγραφή του κάτω κόσμου στο βιβλίο του Ενώχ, κεφ22, όπου η κόλαση είναι χωρισμένη σε δύο τμήματα, ένα σκοτεινό για τους αμαρτωλούς και ένα φωτεινό, όπου βρίσκεται μια πηγή ζώντος ύδατος5. Ακόμα το ότι οι νεκροί στον κάτω κόσμο υποφέρουν από δίψα και λαχταρούν το «ζων ύδωρ», είναι μια γενικευμένη θεώρηση τής αρχαιότητος, και βρίσκεται επίσης στο τρίτο όραμα του Ποιμένα του Ερμά. Το τελευταίο όραμα θυμίζει το όνειρο του Ζώσιμου για την ποινή ή κόλαση εκείνων που θέλουν να γίνουν πνεύματα. Ο Doelger αποδεικνύει επιπλέον, ότι εδώ πρόκειται για την διαδεδομένη πίστη τής αρχαιότητας, σύμφωνα με την οποία αυτοί που πέθαναν πριν την ώρα τους ή με βία, υποφέρουν στον Άδη ιδιαίτερους πόνους, και πρέπει να λυτρωθούν από τις προσευχές των ακόμη ζώντων. Ψυχολογικά ειδομένο  αυτό 
είναι μια παράσταση του γεγονότος, ότι περιεχόμενα του ασυνειδήτου που αποκτήθηκαν και δεν μπορούν να βιωθούν και να πραγματοποιηθούν, γίνονται αρνητικά και κυκλοφορούν «σαν φαντάσματα που ζητούν λυτρωμό», δηλ προκαλούν ψυχικές διαταραχές, όπως φαίνεται να ισχύει για ένα τέτοιο αποκομμένο κομμάτι από την ειδωλολατρική παιδική ηλικία της Περπέτουα.

Το ότι η ειδωλολατρική τοποθέτηση στην Περπέτουα παριστάνεται από ένα παιδί, θα μπορούσε να είναι μια υπόδειξη του ασυνειδήτου, ότι δηλ το ειδωλολατρικό συνειδητό είναι σαν «νηπιώδες» απέναντι στην χριστιανική πνευματική τοποθέτηση. Ο Ρουφίνους έχει οπωσδήποτε εκφράσει αυτή την άποψη(ν35): «εκείνος(ένας άγιος) δίδασκε όλους, ότι έπρεπε να κατευθύνουν το πνεύμα τους από τα ορατά και σωματικά πράγματα προς τα αόρατα και ασώματα. Είναι λοιπόν καιρός, είπε, να μεταβούμε σε μια απασχόληση αυτού του είδους• γιατί δεν πρέπει να μείνουμε για πάντα αγόρια και παιδιά, αλλά πρέπει τώρα εν τέλει να υψωθούμε στα υψηλότερα πνευματικά πράγματα και να γίνουμε ενήλικοι άνδρες».

Σε ένα άλλο όραμα λίγο πριν από τον θάνατό της, εμφανίζεται ο Δεινοκράτης ακόμα μια φορά στην Περπέτουα, μεταμορφωμένος και μέσω του ύδατος της ζωής λυτρωμένος• η αποσυντιθέμενη πληγή έγινε ουλή, και αυτός «πάει να παίξει με τον τρόπο των παιδιών». Έγινε κατά κάποιον τρόπο εικόνα τού «in novam infantiam» αναγεννημένου, και στο βαθμό αυτό σημαίνει η μοίρα του μια πρόγνωση της εξέλιξης τής Περπέτουα12. Ενώ φαίνεται πως βιώνει ότι συμβαίνει στον Δεινοκράτη μόνο βλέποντας, στο επόμενο όραμα η ίδια είναι κλεισμένη στη φυλακή και πρέπει να υποστεί τον αγώνα με το πνεύμα του σκότους, για να λάβει τον κλάδο από το δέντρο της ζωής.

Εδώ μπορεί να αναφερθεί ένα παράλληλο σύγχρονο όνειρο, που με πολύ έντονο τρόπο  προκαλεί την προσοχή, περιέχοντας την ίδια συμβολική, και προήλθε από μια κατάσταση παρόμοια με αυτή της Περπέτουα. Πρόκειται για το όνειρο που βίωσε η 21χρόνη καθολική φοιτήτρια Sophie Scholl, η οποία λόγω αντιναζιστικής προπαγάνδας στο Μόναχο, εκτελέστηκε με τσεκούρι. Την νύχτα πριν τον θάνατο της ονειρεύτηκε στη φυλακή, ότι μια ηλιόλουστη μέρα έπαιρνε ένα παιδί με λευκό φόρεμα στην βάπτιση. Ο δρόμος προς την Εκκλησία οδηγούσε πάνω σε ένα ορεινό, πολύ ανηφορικό δρόμο, αλλά αυτή κρατούσε σφιχτά και ασφαλώς το παιδί στο χέρι. Τότε ξαφνικά δημιουργήθηκε μπροστά της ένα χάσμα στο χιόνι. Είχε ακριβώς τόσο χρόνο ώστε να αφήσει το παιδί στην ασφαλή πλευρά, και τότε έπεσε στο κενό.—Στην πραγματικότητα πέθανε πολύ γενναία και χωρίς σύγχυση, και ερμήνευσε μόνη της το όνειρο, λέγοντας ότι το άσπρο φόρεμα του παιδιού ήταν η ιδέα, για την οποία πεθαίνοντας ετοίμαζε το δρόμο. 

Το ανηφορικό βάδισμα προς την εκκλησία θυμίζει τη σκάλα τού πρώτου οράματος της Περπέτουα, ως τον δύσκολο δρόμο τής εξατομίκευσης. Η μοίρα του Δεινοκράτη αντιστοιχεί σ αυτήν του παιδιού που πρόκειται να βαπτισθεί. Το χάσμα είναι μια εικόνα για το στόμα τού θανάτου, που καταπίνει την θνητή πλευρά, ενώ το θεϊκό παιδί, ο εαυτός που αρχίζει να γίνεται, αντέχει. Η άβυσσος θα μπορούσε επίσης να σημαίνει ότι λόγω τής ακόμα νεαρής ηλικίας τής Περπέτουα, η «απόσταση», μεταξύ της ψυχικής τοποθέτησης της συνείδησης του εγώ, που κανονικά σε μια τέτοια ηλικία είναι στραμμένη προς τα έξω, και της τοποθέτησης που βλέπει κατάματα τον θάνατο, είναι μεγάλη και δεν έχει γεφυρωθεί μια σταδιακή διαδικασία εσωτερικής ωρίμασης, και έτσι αναμένεται μια ψυχική μεταβολή. Μου φαίνεται συνταρακτικό, πόσο χωρίς συναίσθημα αλλά με βεβαιότητα, το ασυνείδητο παριστάνει το πραγματικό, ουσιαστικό γεγονός στο εσωτερικό, και μ' αυτό την γνώση, που προσφέρει ένα πραγματικό στήριγμα, που το μεταδίδει συμβολικά στο εγώ που είναι φυλακισμένο στις αφελείς σκέψεις.

Η κατάσταση του μικρού Δεινοκράτη στον Άδη και η λύτρωση του θυμίζουν έντονα τις τότε σύγχρονες αλχημιστικές αντιλήψεις για τους «φυλακισμένους του Άδου» που λαχταρούν το θείο ύδωρ. Έτσι λέγεται στο έργο Κομάριος προς Κλεοπάτρα, ότι οι ευλογημένοι παίρνουν νερό στους «ξαπλωμένους, δεμένους στο σκοτάδι του Άδου στριμωγμένους νεκρούς, και ότι, το φάρμακο της ζωής μπαίνει μέσα τους και τους ξυπνά, ώστε να ξυπνήσουν από τον ύπνο. Και αυτό(το πνεύμα) τους ντύνει με θαυμάσια πνευματική δόξα(θείαν δόξαν πνευματικήν), και όσοι από τη γη έρχονται, κουκουλώνονται στο φως και τη δόξα, αφού πολλαπλασιάστηκαν σύμφωνα με τη φύση και μεταμορφώθηκαν στην όψη και αναστήθηκαν από τον ύπνο και βγήκαν από τον Άδη. Το σώμα της φωτιάς τούς γέννησε(πρβλ. Τον πυρετό, aestus του Δεινοκράτης) και από αυτό ντύθηκαν με δόξα, και αυτό τους έφερε σε μια ενότητα, και η εικόνα συμπληρώθηκε με σώμα, ψυχή και πνεύμα και έγιναν ένα».

Ο Δεινοκράτης πίνει το νερό από μια χρυσή φιάλη, και αυτό είναι ένα κατά παράδοξο τρόπο παρόν αλχημιστικό σύμβολο. Θυμίζει το αγγείο του Ερμού(vas Hermetis), που κατά κάποιο τρόπο ήταν της ίδιας ουσίας με το περιεχόμενό του. Στο ερμητικό έργο ο Κρατήρ, λέγεται ότι ο θεός μετά τη δημιουργία έστειλε στη γη ένα δοχείο, ένα είδος βαπτηστηρίου(πρβλ με την piscina που δεν έφτανε ο Δεινοκράτης) και το γέμισε με νου, ώστε οι άνθρωποι που βαφτίζονται εκεί να λαμβάνουν μέρος στην έννοια. Ο συμβολισμός του κρατήρα στο όραμα του Ζώσιμου συμφωνεί πλήρως με αυτόν εδώ, έτσι ώστε μπορώ να παραπέμψω στις εργασίες του Γιουγκ. Ενα χριστιανικό παράλληλο όραμα με αυτό της Περπέτουα βρίσκεται στο λεγόμενο Passio s.s Mariani et Jacobi. Ο μάρτυρας Μαριάνους βλέπει τον εαυτό του σε ένα παραδείσιο άλσος με κυπαρίσσια και πεύκα. «Στη μέση όμως ήταν η υπερχειλίζουσα λεκάνη μιας καθαρής, διαφανούς πηγής, και εκεί πήρε ο Κυπριανός(ένας ήδη πεθαμένος μάρτυρας) μια φιάλη, που βρισκόταν στο χείλος της πηγής, την γέμισε από την πηγή, ήπιε και την γέμισε εκ νέου και μου την έδωσε, ήπια με χαρά και όταν είπα Deo gratias, ξύπνησα από την ίδια μου την φωνή».

Όσον αφορά το μοτίβο της φιάλης, θυμίζει ο Antonius de Waal τη δυνατότητα, ότι κάτι τέτοιο χρησιμοποιούνταν για τον ραντισμό στο βάπτισμα, για πόσιμο θα ήταν περιττή. Το ότι το ζων ύδωρ αντλείται από ένα μικρό δοχείο και όχι κατευθείαν από το μεγάλο μπορεί να υπονοεί την προσωπική αφομοίωση προσαρμοσμένη στη δυνατότητα κατανόησης της «ζώσης διδασκαλίας».

Το νερό καθ εαυτό, είναι όπως λέει ο Γιουγκ, «ένα κατάλληλο σύμβολο για το ζωντανό της ψυχικής ουσίας», ταυτόχρονα όμως και πνευματικό, και γι αυτό συχνά ως πνευματικό νερό περιέχει την πύρινη φύση. Είναι σύμβολο ενός πνεύματος που υλοποιήθηκε σε μια διδασκαλία. Το ζωοποιούν ρεύμα ενέργειας από το ασυνείδητο μπορεί να θεωρηθεί ως μια ενέργεια τής χριστιανικής διδασκαλίας, και το νερό της δεξαμενής είναι πιθανόν ένα είδος ύδατος βαπτίσματος, ως σύμβολο του Χριστού ή του Αγίου Πνεύματος. Έτσι πχ λέει ο μάρτυρας Ιουστίνος: «ως μια πηγή ζώντος ύδατος από τον Θεό ανέβλυσε ο Χριστός στην χώρα των ειδωλολατρών που είναι γυμνή από τη γνώση του Θεού, και εμφανίστηκε και στον λαό σας και θεράπευσε τούς από τη γέννηση και κατά σάρκα τυφλούς, βωβούς και χωλούς». Ακόμα και νεκρούς ξύπνησε...αυτός...το έκανε αυτό, για να πείσει όσους θέλουν να τον πιστεύουν, ότι και εάν κάποιος έχει ένα σωματικό ελάττωμα,και φυλάει μόνο τις εντολές που έδωσε, θα τον αναστήσει με ακέραιο σώμα». Από αυτή την ζωντανή πνευματική ενέργεια της χριστιανικής διδασκαλίας, ένιωθε η αγία στο πρώτο όνειρο κατά κάποιο τρόπο αποκομμένη, φυλακισμένη στο ασυνείδητο και καταβεβλημένη από τα εξωτερικά γεγονότα. Και όταν της δείχνεται το ακόλουθο όνειρο στην φυλακή, λίγο πριν το θάνατο της, ότι δηλ ο Δεινοκράτης παίζει υγιής στο επέκεινα, τότε από αυτό συμπεραίνεται ότι αυτή μέσω της προσευχής της, δηλ της συνειδητής προσπάθειας για το πρόβλημα που ενσαρκώνει ο Δεινοκράτης, έχει ωριμάσει προς μια στάση, όπου η χριστιανική αλήθεια είναι πια γι αυτήν μια πραγματική εσωτερική πηγή δύναμης, και όπου και η παιδική πλευρά τής ουσίας της συμμετέχει ζώσα. Αυτή η ενέργεια πρέπει να κατανοηθεί ως ασυνείδητη, γιατί έρχεται από το «επέκεινα»(που παριστάνεται ως παράδεισος ή κάτω κόσμος).

Αν συγκρίνει κανείς αυτό το όραμα με το προηγούμενο, δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια συσχέτιση βασισμένη στα εξωτερικά μοτίβα, αλλά όμως υπάρχει ένας αξιοπρόσεκτος παραλληλισμός της εσωτερικής δομής. Και αυτό είναι ένας λόγος να υποτεθεί ότι πρόκειται για μια πραγματική και όχι επινοημένη σειρά ονείρων. Και στα δυο οράματα εμφανίζεται ένα εμπόδιο: στο πρώτο ο δράκος ως ενστικτώδης αντίδραση, στο δεύτερο ο Δεινοκράτης ως οικογενειακό παρελθόν και παιδικότητα. Και τις δυο φορές πρόκειται για αναζήτηση του ανώτερου: το ανέβασμα στη σκάλα προς ένα εξωκόσμιο χώρο, και ο Δεινοκράτης που προσπαθεί να απλωθεί προς την δεξαμενή που βρίσκεται πολύ ψηλά. Και τελικά βρίσκεται και στα δύο μια απόκτηση και επικοινωνία με ένα σύμβολο ζώντος πνεύματος, με το γάλα ως ουράνια τροφή και με το πόσιμο από την πηγή του «ζώντος ύδατος». Τέλος, και στα δυο οράματα υπονοείται μια αναγέννηση, από τη μια στη λήψη του γάλακτος ως τροφής του ξαναγεννημένου και την αναπαράσταση του γεγονότος στη μορφή του μικρού Δεινοκράτη που «πάει να παίξει με τον τρόπο των παιδιών». 

Αν και στο δεύτερο όραμα η αντιμετώπιση έχει μετατοπιστεί μέσω ενός προσωπικού περιεχομένου(Δεινοκράτης) πλησιέστερα στη συνείδηση της Περπέτουας, βλέπει όμως την εσωτερική πάλη προβεβλημένη στη μορφή του μικρού ειδωλολάτρη αδελφού της, από τον οποίο, στο όνειρο, «την χωρίζει μεγάλη απόσταση», δηλ βρίσκεται στο συνειδητό μακρυά από την πραγματοποίησή του. Στο ακόλουθο όραμα όμως είναι εξ ολοκλήρου προσωπικά και ενεργά παρούσα στη σύγκρουση.(Και στο πρώτο όραμα εμφανίστηκε προσωπικά, αλλά εκεί παρίστανε το όνειρο μόνο, σε ποιο δρόμο βρισκόταν, και δεν παίζεται κανένα πραγματικό δράμα[ελλ].)


(Συνεχίζεται)

Είναι καί η ευτυχέστερη πριγραφή τής αντικατάστασης τής Πίστης μέ τήν Συνείδηση δηλ. μέ τήν υποκειμενική οικειοποίηση.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου