Σάββατο 6 Απριλίου 2019

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ (20)

ΣΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΩΤΗ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΠΟΥ ΣΥΝΕΓΡΑΨΕ ΥΠΕΡ ΑΥΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΥΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΕΚΕΙΝΟΥ


Συνέχεια από: Κυριακή, 24 Μαρτίου 2019

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20

Ότι o Ακίνδυνος είναι ομόδοξος και με τούς Έλληνες και με τον ίδιο τον Επίκουρο· και ότι από όσα λέγει ο Παλαμάς αποδεικνύεται ένας θεός, απλός και ασύνθετος, σε μια θεότητα

97. Αλλά στο θέμα τούτο ο Ακίνδυνος δεν είναι μόνο με τον Ευνόμιο ομόδοξος, άλλα και μ’ αυτούς τους Έλληνες. Και μάρτυς είναι ο μεταξύ των φιλοσόφων μάρτυς Ιουστίνος. Αυτός μεν λέγει «ότι ο Θεός δεν δημιουργεί με την ουσία (το είναι) αλλά με τη βούληση (το βούλεσθαι διότι, ενώ είναι ένας και απλός και μονοειδής, είναι ποιητής διαφόρων ουσιών». Φέρει δε τούς Έλληνες να λέγουν «δεν πρέπει να νομίζουμε ότι, όπως σ’ εμάς άλλο είναι η ουσία και άλλο η βούλησις, έτσι και στον Θεό· στον Θεό αντιθέτως, είναι το ίδιο ουσία και βούλησις. Πράγματι ό,τι είναι και βούλεται, και ό,τι βούλεται και είναι, και καμμιά διαίρεσις δεν υφίσταται στο Θεό, διότι αυτός είναι αυτοπάρακτος· ώστε επί του Θεού πρέπει ν’ απορρίψουμε τη διαίρεση της ουσίας (του είναι) από τη βούληση (το βούλεσθαι)». 
Άρα δεν λέγει το ίδιο ακριβώς πράγμα και ο Ακίνδυνος με άλλα λόγια; Διότι η βουλή είναι ενέργεια του Θεού. Όπως λοιπόν οι Έλληνες λέγουν ότι στον Θεό δεν υπάρχει διαίρεσις μεταξύ ουσίας και βουλής, έτσι λέγει κι’ αυτός (ο Ακίνδυνος), και μάλιστα εντονότερα, ότι στον Θεό δεν υπάρχει διαίρεσις μεταξύ ουσίας και ενεργείας. Και όπως πάλι λέγουν εκείνοι «ο Θεός ό,τι είναι και βούλεται (θέλει), και ό,τι βούλεται και είναι», έτσι κι’ αυτός ο Ακίνδυνος, «ο Θεός δεν ενεργεί μ’ ενέργεια, αλλά με την ουσία του» διότι το «ό,τι είναι» και η ουσία είναι το ίδιο πράγμα. Τί θέλει αυτός (ο Ακίνδυνος) να δείξει με αυτά; Ότι η ενέργεια είναι αδιάφορη από την ουσία, όπως εκείνοι (οι Έλληνες) λέγουν τη βουλή αδιάφορη από την ουσία. Αλλά και πολλαπλασιάζει στον εαυτό του τη δυσσέβεια εκείνων διότι ό,τι είπαν εκείνοι για τη βουλή, τούτο το λέγει αυτός για κάθε θεία ενέργεια. Αλλά ο μάρτυς της αληθείας Ιουστίνος, ανασκευάζοντας την ελληνική δοξασία, αγωνίζεται και εναντίον αυτής της δοξασίας. Πράγματι λέγει, αφού ο Θεός έχει ουσία μεν για την ύπαρξιν και βούληση δε για την ποίησιν, όποιος απορρίπτει τη διαφορά ουσίας και βουλής, με άλλα λόγια τη διαφορά ουσίας και ενεργείας, απορρίπτει και την ύπαρξιν του Θεού και τη δημιουργία· ύπαρξιν μεν τη δική του, δημιουργία δε των ουκ όντων».

98. Σωστά λοιπόν λέγαμε ότι η δοξασία του Ακίνδυνου είναι κοινή ανασκευή και σαφής άρνησις του Θεού, σαν παγίδα ή βρόχος πού σπρώχνει τούς περιπεσόντες σ’ αυτό προς την αθεΐα. Τώρα όμως έχει ελεγχθεί ολοφάνερα από τον σοφό μάρτυρα ότι εισηγείται και τη θεωρία περί αυτομάτου γενέσεως των Επικούρειων. Κι αφού έτσι απέκρουσε τούτο ο μάρτυς αποδέχεται με παρρησία την άποψή μας διά των επομένων λόγων, γράφοντας έτσι· «το βούλεσθαι ή είναι ουσία ή προσυπάρχει στην ουσία· αλλ’ αν είναι ουσία δεν υπάρχει ο βουλόμενος, αν όμως προσυπάρχει στην ουσία, αναγκαίως είναι διαφορετικό το ένα από το άλλο. Πράγματι το όν και το προσόν δεν είναι το ίδιο πράγμα». Και πάλι, «αν άλλο είναι το υπάρχειν κι’ άλλο το ενυπάρχειν, και υπάρχει μεν η ουσία του Θεού, ενυπάρχει δε στην ουσία η βουλή, άλλη άρα είναι η ουσία του Θεού και άλλη η βουλή». Και επίσης, «αν ο Θεός βούλεται πολλά, αυτός όμως δεν είναι πολλά, άρα δεν είναι το ίδιο στο Θεό το είναι και το βούλεσθαι». Και πάλι, «η ουσία του Θεού δεν δέχεται το να μην είναι ουσία, η δε βουλή του Θεού δέχεται το να μην βούλεται· παραδείγματος χάριν, ο Θεός εβούλετο (ήθελε) να κατασκευάσει έναν ήλιο, δεύτερο ήλιο όμως δεν ήθελε να κατασκευάσει· άρα άλλη είναι η ουσία του Θεού και άλλη η βουλή».

99. Τί λοιπόν; Άραγε, επειδή η βουλή του Θεού διαφέρει από την ουσία του Θεού, πρέπει να συγκαταλέγεται στα κτιστά; Αυτό αποτελεί αποφευκτέα κακόνοια. Αφού δε και τα δύο είναι άκτιστα, επειδή είναι άλλο το ένα και άλλο το άλλο, όποιος λέγει τούτο έχει περιπέσει στην διθεΐα; Τί αναιδής και άσχημη και βλαβερή φλυαρία! Μπορεί όμως να πει κανείς, αν δεν έχει τη μανία του Σαβελλίου, ότι ο Υιός ή το άγιο Πνεύμα είναι αύτη η άκτιστη ενέργεια του Θεού; Καθόλου· διότι κανένα από αυτά δεν είναι ανούσιο και ανυπόστατο. Η δε θεία βουλή, όπως παρέστησε εδώ ο σοφός μάρτυς της αληθείας Ιουστίνος, δεν είναι ουσία άλλα προσυπάρχει στην ουσία· ούτε απαντάται σε ιδιαίτερη υπόσταση αλλά μέσα στην ουσία θεωρείται, για όσους θέλουν να φρονούν ευσεβώς. Επειδή πάλι ούτε θεία ουσία ούτε υπόστασις είναι, αλλά ενθεωρείται (παρατηρείται) μέσα στην ουσία και στις κατά την ουσία υποστάσεις, από αυτό παρουσιάζεται σύνθετο το θειο; Αλλά και τούτο ανήκει στην ελληνική έριδα (διδασκαλία). Διότι, ενώ εκείνοι λέγουν, «αν έχει ο Θεός υπόστασιν υπάρχουσα και βουλή ενυπάρχουσα και Υιόν υπάρχοντα, πώς αφού αποτελείται από τόσα στοιχεία ονομάζεται απλός;», πάλι ο σοφός μάρτυς Ιουστίνος λέγει απολογούμενος· «ο Θεός, όπως όλος υπάρχει παντού και όλος στο καθένα και όλος καθ’ εαυτόν, και έχουμε την πίστιν γι’ αυτό, έτσι και το απλό αυτού· όλον είναι Υιός, και όλον Υιόν έχει, και όλον είναι βουλή, και όλον βουλή έχει· διότι ο Θεός δεν είναι σαν την κτιστή φύσιν, ώστε το είναι και το έχειν σ’ αυτόν να νοηθεί κατά σύνθεσιν, αλλά, όπως είναι ών υπεράνω της φύσεως, έτσι και το είναι και το έχειν είναι σ’ αυτόν υπεράνω της συνθέσεως».


(συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στο επόμενο κεφάλαιο)

Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΛΟΙΠΟΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΜΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ.
Αμέθυστος 

Η ΑΙΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓ.ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ.


Η ΑΙΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ.
        ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΙΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

 '' Εκείνο το οποίο πρέπει να επιδιώκει ο άνθρωπος δέν είναιι η θέα του Θεού, η αδύνατος, αλλά η γνώσις (όχι του Θεού). Και η γνώσις είναι εφικτή διά των κτισμάτων, διά των συμβόλων και διά της λογικής, η οποία ενοικεί στον άνθρωπο, είναι έμφυτος. Απο την γνώση ο άνθρωπος ανάγεται στην θέωση, όχι με κάποια ενέργεια του Θεού (Χάριτι), αλλά με τον Θεό ώς όλον. "Όλος ο Θεός με Θεοί και όλω τω Θεώ ενούμαι, Θεούμενος". Αυτή η θέωση είναι μία πνευματική εξύψωση στην πραγματικότητα!''
          Η Θεολογία αυτή είναι φιλοσοφική και σημαίνει θεολογική στατικότητα, διότι εκκινεί απο την ιδέα του Θεού (Persona Dei), και όχι απο την εμπειρία της κοινωνίας μετά του Θεού. Και μένει ο Θεός απόλυτος χωρίς κοινωνία με το σχετικό. Ο Θεός είναι απλός, δέν έχει προσόντα ή κτήσεις αλλά απλώς είναι, δέν έχει υποστάσεις αλλά είναι υποστάσεις, δέν έχει Υιόν αλλά γεννά Υιόν, δέν έχει βουλή αλλά βουλεύεται.
        
  Ο Θεός κατά την ουσία του, αποχωρισμένος και απαλλαγμένος απο όλα, είναι υπεράνω απο κάθε νού και κάθε λόγο, κάθε είδος ενώσεως και μεθέξεως, αμέθεκτος, ανώνυμος, ανέκφραστος. Αλλά απο την υπερβολή τής φυσικής του αγαθότητος εφρόντισε για όλα τα απολύτως κατώτερά του όντα και πρίν ακόμη έλθουν στην ύπαρξη με μόνη την έννοια (εννοήσας) τα προέγνωσε και προώρισε. Και προήγαγε με την βούλησί του τα καθέκαστα στον καιρό τους. Κατ'αυτές λοιπόν τις ενέργειες ο άσχετος κατ'ουσίαν Θεός, θεωρείται σε κάποια σχέση. Ποιές είναι αυτές; Η θελητική και η δημιουργική, η συνεκτική και εποπτική, βάσει της οποίας μάλιστα καλείται και Θεός. Έτσι ο άσχετος Θεός θεωρείται σε σχέση με κάτι ώς αρχή και δημιουργός και αίτιος των όντων που προήλθαν απο αιτία!
         
 ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΟΜΩΣ ΣΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ;
      
    Λέει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος: εθυμήθηκα τον ήλιο, την ακτίνα και το Φώς. Αλλά με πιάνει κι'εδώ φόβος μήν τυχόν δώσουμε μεν ουσία στον Πατέρα, δέν δώσουμε όμως υπόσταση στα άλλα, αλλά τα θεωρήσουμε δυνάμεις τού Θεού που ενυπάρχουν σ'αυτόν αλλά δέν είναι αυθυπόστατες. Αλλά οι Πατέρες συνεκφωνούν με την κάθε μία υπόσταση, το ενυπόστατο και έτσι τις διαστέλλουν απο τις κοινές ενέργειες.
Αν ο Υιός λοιπόν είναι ενέργεια και όχι γέννημα τότε αυτός δέν είναι ούτε ο ενεργήσας ούτε το ενεργηθέν (διότι η ενέργεια είναι κάτι διαφορετικό απο αυτά), αλλά είναι και ανυπόστατος διότι καμμία ενέργεια δέν είναι ενυπόστατος.
          Οι ενέργειες υπάρχουν αϊδίως στην Αγία Τριάδα και γι'αυτό είναι άκτιστες και κάθε υπόσταση έχει αϊδίως τις ενέργειες αυτές. Δέν είναι, διότι μόνον οι υποστάσεις ειναι ενυπόστατες.
          Η ομοιότης τών ευρισκομένων σε ουσία και υπόσταση είναι πρός τα ενούσια και ενυπόστατα, αλλά όχι πρός εκείνα που έχουν την ύπαρξί τους μέσα σε άλλα, όπως η σοφία στο σοφό και η βουλή στο βουλευόμενο. Όπως λεει και ο μάρτυς Ιουστίνος, αν άλλο είναι το υπάρχειν και άλλο το ενυπάρχειν και υπάρχει μέν η ουσία του Θεού, ενυπάρχει δέ στην ουσία η βουλή, άλλη είναι η ουσία του Θεού, ενυπάρχει δέ στην ουσία η βουλή, και άλλη λοιπόν είναι η ουσία και άλλη η βουλή! Βουλή είναι φυσική ενέργεια του Θεού και η λέξις Θεός δηλώνει τον ενεργούντα, Θεότης την ενέργεια. Στον Θεό πλήν εκείνων των τριών τίποτε άλλο δέν είναι ενυπόστατο, δηλαδή αυθυπόστατο. Ο Θεός έχει ουσία για ύπαρξη, βούληση δέ για δημιουργία.
          Ο Ακινδυνος λοιπόν μετέφερε στην ενέργεια αυτά που είπαν οι Έλληνες επί της βουλής. Έτσι ο Ιουλιανός ο Παραβάτης στον Λόγο του "είς τον βασιλέα Ήλιον" γράφει: ''δέν είναι άλλο μέν ουσία Θεού άλλο δέ δύναμις κι'ένα τρίτο πέρα απο αυτά ενέργεια, διότι όλα όσα θέλει, αυτά είναι που μπορεί και ενεργεί. Πράγματι ούτε ό,τι δέν υπάρχει βούλεται, ούτε ό,τι βούλεται αδυνατεί να δράση, ούτε ότι δέν μπορεί να ενεργήση θέλει να ενεργεί''. Ταυτίζοντας την Θεία Φύση με την άκτιστη ενέργεια. Καταλήγουμε λοιπόν να θεωρήσουμε την θέωση φυσική μίμηση και τον Θεούμενο φύσει Θεό! Διότι αναγκαίως ο Θεούμενος θα είναι φύσει Θεός άν η θέωση γίνει κατα δεκτική ικανότητα της φύσεως. [Απο το κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν]. Λέει λοιπόν ο Μέγας Αθανάσιος: ένα Θεό δεχόμαστε σε τρείς υποστάσεις που έχει μία ουσία και δύναμη και ενέργεια και όσα άλλα παρατηρούνται γύρω απο την ουσία θεολογούμενα και υμνούμενα. Και ο Θείος Δαμασκηνός διευκρινίζει: τα υποστατικά δέν είναι υπόστασις, αλλά χαρακτηριστικά υποστάσεως, επομένως και τα φυσικά δέν είναι φύσις, αλλά χαρακτηριστικά φύσεως.
Φυσικά λέμε τα θελήματα και τις ενέργειες, εννοώ την θέληση και την ενεργητική δύναμη, κατά την οποία θέλουν και ενεργούν τα θέλοντα και τα ενεργούντα. Και όσα λέμε περί του Θεού καταφατικώς δέν δηλώνουν την Φύση αλλά τα γύρω απο την Φύση. Είτε αγαθό, είτε δίκαιο, είτε σοφό είτε κάτι άλλο πώς, δέν δηλώνεις την Φύση του Θεού, αλλά τα γύρω απο την Φύση.
          Ο θεωμένος άνθρωπος λοιπόν παίρνει όλον τον ίδιο τον Θεό αντί για τον εαυτό του, εκτός την κατ'ουσίαν ταυτότητα! Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος που πέτυχε την θέωση γεννιέταιθείως απο τον Θεό, μάλλον κατά την χάρη, αλλά δέν κτίζεται, όπως λέει ο Μέγας Αθανάσιος: οι άνθρωποι δέν θα μπορούσαν να δεχθούν αλλοιώς, επειδή είναι φύσει κτίσματα, το πνεύμα του φυσικού και αληθινού Θεού και να γίνουν υιοί του Θεού, παρά μόνον με την ενσάρκωση του Λόγου. Η οποία κατέστησε το ανθρώπινο δεκτικό Θεότητος και το κάλεσε υιό. Και ο άνθρωπος μορφώνεται εναρμονίως πρός εκείνο το κάλλος. "Εί ομοίως ο Θεός κτίζει και γεννά, ομοίως και κτίστης ημών και Πατήρ εστιν ο Χριστός-Θεός γάρ-και ού χρεία της διά του Αγίου Πνεύματος υιοθεσίας".
          Και λέει πάλι για τον ίδιον ο Κύριος: "όν απέστειλε ο Θεός, τα ρήματα του Θεού λαλεί, ού γάρ εκ  μέτρου δίδωσιν ο Θεός το πνεύμα". Και ο Χρυσόστομος διευκρινίζει: πνεύμα εδώ λέει την ενέργεια, διότι αυτή είναι που μερίζεται. Πράγματι όλοι εμείς παίρνουμε την ενέργεια του πνεύματος με μέτρο, εκείνος όμως και ώς άνθρωπος είχε λάβει την χάρη και ενέργεια του πνεύματος, και την είχε επομένως ολόκληρη. Αν δέ η ενέργεια είναι αμέτρητη, πολύ περισσότερο είναι η ουσία. Έτσι εκ του πληρώματος αυτού ημείς πάντες ελάβομεν. Και έτσι αυτός εκχύνει απο το πνεύμα του πρός όλους κατά την διάθεσιν εκάστου. "Μέρους έκαστος ευμοίρησεν οπόσον εχώρησεν".
          Ο Κύριος παίρνοντας την ανθρώπινη σάρκα μας απο την Παρθένο μάς έδωσε αντί γι'αυτή Θείο Πνεύμα. Αυτός έγινε πρώτος γεννητός του Αγίου Πνεύματος κατά σάρκα για τούτο, για να έχουμε κι'εμείς την νοητή αναγέννηση, καθώς η χάρις θα διαβαίνη και σ'εμάς, όχι απο αίματα, ούτε απο θέλημα σαρκός, ούτε απο θέλημα ανδρός. Ο Λόγος του Πατρός ενωθείς με την σάρκα έγινε σάρκα, έτσι ώστε οι άνθρωποι αφού ενωθούν με το πνεύμα, να γίνουν ένα πνεύμα. Αυτός λοιπόν είναι Θεός σαρκοφόρος κι'εμείς άνθρωποι πνευματοφόροι. (Περί σαρκώσεως του Λόγου 8).
Και όχι ίνα ώσιν εν οι Εκκλησίες!
ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
Η Εκκλησία είναι εκείνη η συλλογικότητα κτιστών λογικών υπάρξεων, που θέλουν και επιχειρούν να υπάρξουν με τον τρόπο του Ακτίστου: της άκτιστης αιτιώδους αρχής του υπάρχειν. Ο τρόπος του Ακτίστου είναι η ελευθερία από κάθε προκαθορισμό της ύπαρξης: υπάρχει το Άκτιστο επειδή ελεύθερα θέλει να υπάρχει, και θέλει να υπάρχει επειδή αγαπάει. Τρόπος του Ακτίστου είναι η ύπαρξη ως σχέση, ως αγαπητική κοινωνία του υπάρχειν - ύπαρξη με τον τρόπο της αγάπης (που είναι η κορυφαία σε πληρότητα ελευθερία): τρόπο της «πατρότητας», της «υιότητας», της «εκπόρευσης».

Τον τρόπο του Ακτίστου τον έκανε γνωστό και προσιτό στις κτιστές λογικές υπάρξεις ηενσάρκωση του Υιού και Λόγου. Γι’ αυτό και τολμούμε (όχι αυθαίρετα ούτε παράλογα) να λέμε ότι ο τρόπος (το σώμα) του Υιού και Λόγου είναι η Εκκλησία. Διότι η Εκκλησία επιχειρεί και στοχεύει να σαρκώσει, ως ελεύθερη επιλογή, την ανθρώπινη ύπαρξη, όπως την αποκάλυψε ως «σάρκα» Του («θεωμένη», ελεύθερη από τις αναγκαιότητες του κτιστού) με την ενανθρώπησή Του ο Υιός. Ποιος είναι ο τρόπος που αποκάλυψε ως «σάρκα» Του ο ενανθρωπήσας Υιός; Είναι η κένωση: η φάτνη και ο σταύλος, ο σταυρός και ο θάνατος: το άδειασμα (ελεύθερη, εκούσια παραίτηση) από κάθε ατομοκεντρική αυτασφάλιση, κάθε ιδιο-τέλεια, κάθε εκζήτηση υπαρκτικής αυτάρκειας).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου