Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Η ώρα του κόσμου 12β

Συνέχεια από: Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Η ώρα του κόσμου 
Του Frank Schirrmacher
Ένας άνδρας δημιουργεί μια μεγάλη εποχή για τον εαυτό του
Rainer Maria Rilke, ο πόλεμος και η επανάσταση 4β

Ποιήματα

Αρχαϊκός κορμός του Απόλλωνα
Δεν γνωρίζαμε το ανήκουστο κεφάλι του,
Μέσα στο οποίο ωριμάζουν τα μάτια (σαν μήλα). Όμως,
Ο κορμός του φλέγεται σαν κηροπήγιο,
Όπου το βλέμμα του, απλώς αποτραβηγμένο,
μένει και γυαλίζει. Αλλιώς δε θα μπορούσε η πλώρη
του στήθους να σε τυφλώσει, και στην σιωπηλή στροφή
των λαγόνων δε θα πήγαινε ένα χαμόγελο
σε εκείνη την μέση, που έφερνε την τεκνογονία.
Αλλιώς η πέτρα αυτή θα στέκονταν παραμορφωμένη και κοντή
Κάτω από την διάφανη πτώση των ώμων
Και δε θα γυάλιζε σαν γούνα αρπακτικού,
Και δε θα έφερνε όλα τα άκρα της
Σαν από ένα αστέρι: γιατί εκεί δεν υπάρχει τόπος
Που να μην σε βλέπει. Πρέπει να αλλάξεις την ζωή σου.
(1908)
Ο Πάνθηρας
Στο Jardin de Plantes, Paris
Το βλέμμα του από πέρασμα των ραβδιών
Έγινε τόσο κουρασμένο, που τίποτα δεν συγκρατεί.
Γι’ αυτόν είναι, σαν να υπάρχουν χίλια ραβδιά
Και πίσω από χίλια ραβδιά κανένας κόσμος.
Το μαλακό περπάτημα απαλά δυνατών βημάτων,
Που μέσα σε ελάχιστους κύκλους γυρνάει,
Σαν χορός δύναμης γύρω από ένα κέντρο,
Όπου ναρκωμένη στέκεται μια μεγάλη θέληση.
Μόνο σποραδικά σύρεται η κουρτίνα της κόρης (του ματιού)
Αθόρυβα-. Και τότε μπαίνει μια εικόνα μέσα,
Περνά από την τεταμένη ησυχία των μελών-
Και στην καρδιά μέσα παύει να υπάρχει.
(1903)

Μέρα Φθινοπώρου
Κύριε: είναι καιρός. Το Καλοκαίρι ήταν πολύ μεγάλο.
Βάλε την σκιά σου στα ηλιακά ρολόγια,
Και άσε τους ανέμους στους κάμπους.
Διάταξε τους τελευταίους καρπούς να είναι γεμάτοι,
Δώσε τους ακόμα δυο μέρες πιο νότιες,
Εξανάγκασε τους να τελειωθούν και σπρώξε
Την τελευταία γλύκα στο βαρύ κρασί.
Όποιος δεν έχει σπίτι, δε θα κτίσει πια.
Όποιος τώρα είναι μόνος, θα μείνει για πολύ,
Θα κρατήσει σκοπιά, διαβάσει, μακρά γράμματα θα γράψει
Και στις δενδροστοιχίες εδώ και εκεί
Ανήσυχος θα κυκλοφορεί, όταν τα φύλλα θα ανακινηθούν.
(1902)

Τελικό
Ο θάνατος είναι μεγάλος.
Εμείς είμαστε δικοί του
Με γελαστό στόμα.
Και όταν νομίζουμε πως είμαστε μέσα στην ζωή
Τολμά να κλάψει
Μέσα μας.
(1900/1901)

Φτωχοί Άγιοι
Φτωχούς αγίους από ξύλο,
Η μάνα μου ήρθε να τους δώσει δώρα
και αυτοί θαύμασαν βουβοί και περήφανοι
πίσω από τους σκληρούς πάγκους.
Για τον θερμό της κόπο
Ξέχασαν σίγουρα το ευχαριστώ
Γνώριζαν μόνο την θέρμη των κεριών
Στις κρύες λειτουργίες τους.
Αλλά η μάνα μου ήρθε
Να τους δώσει άνθη.
Η μάνα μου πήρε τα άνθη
Όλ’ από την ζωή μου.
(1897)


Στον δρόμο που συνήθισε τον ήλιο, μέσα
Στον τρύπιο μισό κορμό του δέντρου, που από καιρό
Ήταν σκάφη, μια επιφάνεια νερό
Που ανανεώνεται σιωπηλά, έσβησα
Την δίψα μου: η φωτεινότητα του νερού και η καταγωγή
Μέσα μου με πήραν από τους καρπούς των χεριών μου.
Το πιόμα μου φάνηκε πάρα πολύ, υπερβολικά σαφές,
Αλλά αυτή η χειρονομία που περιμένει
Μου φέρνει φωτεινό νερό στην συνείδηση.
Θα ερχόσουν λοιπόν, εάν χρειαζόταν να σβήσω την δίψα μου,
Μόνο μια απαλή κίνηση των χεριών μου,
Έστω και στο νεαρό στρογγύλεμα του ώμου σου,
Έστω και στο πρόταγμα του στήθους σου.
(Ευρισκόμενα)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου