Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΕΣΧΑΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΥΡΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΚΛΟΥ (10).

Συνέχεια από: Tετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

ΤΟ ΕΣΧΑΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΥΡΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΚΛΟΥ. 
Τού Giovanni Reale.
Τρίτο κεφάλαιο.
Τα «στοιχεία τής Θεολογίας» σάν το θεωρητικό αριστούργημα τού Πρόκλου. Η δομή τους και τα θεμέλιά τους. Οι θεμελιώδεις δεσμοί τής μεταφυσικής τού Πρόκλου.

Η "Θεολογία" εννοημένη σάν «Μεταφυσική» και σάν «Μυσταγωγία».

Το πρώτο πρόβλημα που απαιτεί την λύση του πριν ακόμη εισέλθουμε στην ανάγνωση τών Στοιχείων τής Θεολογίας συνίσταται στην κατανόηση τής ακριβούς σημασίας τού όρου «Θεολογία», ο οποίος δείχνει το συγκεκριμένο αντικείμενο τής πραγματείας. [Ας σημειώσουμε ότι η πραγματεία αυτή είναι η μοναδική μεταφυσική σύνθεση η οποία παρουσιάστηκε από τον Νεοπλατωνισμό. Οι άλλες δύο τις οποίες γνωρίζουμε είναι σαφώς κατώτερες και κατευθύνονται σε άλλες προοπτικές. Αυτές είναι: Πορφύριος, Αποφθέγματα περί των νοητών και Σαλλούστιος, οι Θεοί και ο κόσμος]. Ο όρος από τήν Πατριστική και έπειτα, έλαβε μία συγκεκριμένη σημασία η οποία σταθεροποιήθηκε με τον Σχολαστικισμό. Επομένως ξεκινώντας από τον Μεσαίωνα η «Θεολογία» έλαβε μία διαφορετική σημασία από εκείνη τής «φιλοσοφίας» και στο πλαίσιο τής μοντέρνας κουλτούρας, όπως και τής σύγχρονης, στήν «Θεολογία» δίνεται μία σημασία ακόμη πιο ειδική.

Έτσι λοιπόν  αντιμετωπίζοντας μ’αυτή τήν οπτική, το αριστούργημα τού Πρόκλου θα συνιστούσε ένα ερμηνευτικό λάθος, το οποίο θα οδηγούσε στην ακατανοησία τής σημασίας τών σκοπών και τού μεγέθους αυτού τού ίδιου. Κάποιος μελετητής, για παράδειγμα, δοκιμάζοντας τήν ανάγνωση τού έργου μ’αυτή την οπτική, συνδέοντάς το με την γεωμετρική ευκλείδειο λογική (την οποία ακολούθησε με κάποιο μέτρο ο Πρόκλος, όπως είδαμε παραπάνω και πάνω στο οποίο θέμα θα επιστρέψουμε) συμπέρανε : «Όσον αφορά την ακριβή σημασία τού όρου «Θείον», ο Πρόκλος δεν τήν εξηγεί. Διαφορετικά από τα "Στοιχεία τού Ευκλείδη", όπου κάθε βιβλίο ξεκινά με ένα σύνολο ορισμών οι οποίοι οδηγούν στα αντικείμενα που είναι προς έρευνα, τα "Στοιχεία τής Θεολογίας", δεν φέρουν κανέναν ορισμό. Χωρίς αμφιβολία, το Θείο δεν είναι ένα αντικείμενο ούτε ένα σύνολο αντικειμένων, αλλά μάλλον περισσότερο ένας χαρακτήρας, μή οριζόμενος πέραν τών σχέσεων τις οποίες πρέπει να αναπτύξουν ακριβώς τά Στοιχεία. (Ας σημειώσουμε εδώ πώς ο όρος Θεολογία δεν εμφανίζεται παρά μόνον στον τίτλο και επομένως παραμένει εξωτερικός στο περιεχόμενο τής πραγματείας και επίσης ότι ο όρος Θεός, ο οποίος ανήκει στους σκοπούς τής εξέτασης, δεν εμφανίζεται παρά μόνον στην πρόταση 113»). A. Charles-Saget.

Αντιθέτως εάν τοποθετηθούμε στην ειδική οπτική τής ελληνικής σκέψης, καταλήγουμε σε συμπεράσματα ακριβώς αντίθετα, διότι για τους Έλληνες η Θεολογία συνιστούσε τήν ίδια τήν καρδιά τής φιλοσοφίας και συγκεκριμένα την μεταφυσική ουσία τής φιλοσοφίας. Πάνω σ ’αυτό το σημείο ο Werner Jaeger συνέλαβε με ακρίβεια, πάνω σε ακριβείς φιλολογικές βάσεις, την ακριβέστατη διαμόρφωση και την συγκεκριμένη εμβέλεια τής ελληνικής σκέψης, ακριβώς στην Θεολογική διάστασή της, και στα συμπεράσματά του οφείλουμε να ανατρέξουμε για να κατανοήσουμε με κατάλληλο τρόπο την τελευταία φωνή τής ελληνικής φιλοσοφίας από το στόμα τού Πρόκλου!

Γράφει λοιπόν ο μελετητής μας: «η λέξη “Θεολογία” είναι μία ειδική ελληνική δημιουργία. Δεν έχει γίνει πάντοτε σωστά κατανοητό αυτό το γεγονός και γι’ αυτό οφείλουμε να το αναδείξουμε: δεν αφορά μόνον την λέξη, αλλά περισσότερο το πράγμα που εκφράζει . Τί πράγμα θα μπορούσε να είναι πιο ελληνικό από το θάρρος και την φλόγα που απαιτούνται για την έρευνα με την δύναμη τού λόγου ακόμη και το πιο υψηλό και πιο δύσκολο από όλα τα προβλήματα, το Είναι τού Θεού», (W. Jaeger, Η Θεολογία τών πρώτων Ελλήνων στοχαστών).

Ο πρώτος από τους φιλοσόφους ο οποίος χρησιμοποίησε την λέξη “Θεολογία” υπήρξε ακριβώς ο Πλάτων, ο οποίος κατά πάσαν πιθανότητα υπήρξε καί ο δημιουργός της. Και ο Πλάτων δημιούργησε τον όρο, με τον σκοπό ακριβώς να εκφράσει καταλλήλως τις καινοτομίες τού φιλοσοφικού λόγου ενάντια στον ποιητικό, και για να εκφράσει την πνευματική ιδέα τού Θεού ενάντια στην μυθική οραματική τών Θεών! “Όταν λοιπόν ο Πλάτων, γράφει ο Jaeger "στην Πολιτεία διαγράφει τύπους περί Θεολογίας, “στοιχεία μίας περιγραφής τού Θείου”, η δημιουργία τής νέας λέξης προερχόταν από τήν διαμάχη ανάμεσα στήν  μυθική παράδοση και  την λογική και φυσική μελέτη τού προβλήματος. Τόσο στην Πολιτεία όσο και στους Νόμους η φιλοσοφία τού Πλάτωνος παρουσιάζεται στο πιο υψηλό της επίπεδο σαν Θεολογία μ’αυτή τήν σημασία! Μετά από αυτό όλα τα συστήματα τής ελληνικής φιλοσοφίας (εξαιρουμένου μόνον τών Σκεπτικών) στο αποκορύφωμά τους ήταν μία θεολογία, έτσι ώστε νά μπορούμε να διακρίνουμε εξ ‘αυτής τήν Θεολογία τού Πλάτωνος, τήν αριστοτελική, την επικουρική, την στωική, την νεοπυθαγορική και την νεοπλατωνική”.

Αλλά ήδη πριν από τον Πλάτωνα η ελληνική φιλοσοφία, στην γέννησή της ακριβώς είχε ρίξει αυτές τίς βάσεις. Όπως είναι γνωστό αναφέρεται ότι ο Θαλής ισχυριζόταν τήν θέση σύμφωνα με την οποία “το πάν είναι πλήρες θεών” και υποστήριζε ότι “ο Θεός είναι το πιο αρχαίο πλάσμα, διότι αγέννητο". Μία θέση τήν οποία επανέλαβαν οι περισσότεροι από τους φιλοσόφους τής φύσεως! Όσον αφορά δέ τόν Αριστοτέλη, δεν χρειάζεται καν να υπενθυμίσουμε ότι χρησιμοποιεί και τον όρο “Θεολογία” ανοιχτά, για να δηλώσει τήν “πρώτη φιλοσοφία”, δηλαδή εκείνη την διάσταση τής φιλοσοφίας η οποία θα ονομασθεί αργότερα από τους αριστοτελικούς “μεταφυσική”.

 Είναι αναγκαίο όμως να διαβάσουμε τήν πιο διάσημη σελίδα τού Αριστοτέλη σχετικά με το θέμα αυτό, η οποία προσφέρει με τέλειο τρόπο τήν οπτική σύμφωνα με την οποία διαβάζονται, εάν επιθυμούμε αληθινά να κατανοήσουμε με ιστορική καί 
θεωρητική σημασία  τά “στοιχεία τής Θεολογίας τού Πρόκλου”: Αλλά εάν υπάρχει κάτι αιώνιο, αΐδιο και ακίνητο καί χωριστό, είναι φανερό ότι αρμόδια για τήν κατανόησή του είναι η θεωρητική επιστήμη, αλλά δεν είναι η φυσική, διότι η φυσική ασχολείται με όντα σε κίνηση, αλλά ούτε τα μαθηματικά, αλλά μόνον μία προηγούμενη και της μίας και της άλλης. Και πράγματι η φυσική αφορά πραγματικότητες χωριστές, αλλά όχι ακίνητες, και μερικές από τις επιστήμες των μαθηματικών αφορούν πράγματα ακίνητα αλλά όχι χωριστά, ενυπάρχοντα μόνιμα (μέσα στην ύλη θεμελιωμένα). Η πρώτη φιλοσοφία όμως αφορά πράγματα πού είναι και χωριστά και ακίνητα… Τρείς επομένως είναι κατά συνέπειαν οι θεωρητικές φιλοσοφίες, τα μαθηματικά, η φυσική και η θεολογία. Δεν υπάρχει βεβαίως αμφιβολία ότι εάν υπάρχει το θείο, υπάρχει μέσα στην περιοχή μίας πραγματικότητος αυτού τού τύπου. Και δεν υπάρχει αμφιβολία επίσης ότι η πιο υψηλή επιστήμη οφείλει να έχει σαν αντικείμενο τό πιο “υψηλό γένος τής πραγματικότητος” (Μετφ. 1026 α 10 σ…).

Συνεχίζεται
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου