Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

Η ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟΥ

Γράφει ο Δημήτρης Μιχαλόπουλος

Δημήτρης Μιχαλόπουλος
Όσον αφορά τη μέγα θέμα της λαθρομετανάστευσης, λύση είναι δυνατόν να βρεθεί μέσα σε πέντε λεπτά. Και, για να αποδειχτεί του λόγου το ασφαλές, θα προταθούν στη συνέχεια ορισμένες λύσεις – καρπός κοινής λογικής. Προτού όμως να φτάσουμε στο σημείο αυτό, επιβάλλεται μία και μόνη αλλά καθοριστικής σημασίας επισήμανση, την οποία επισήμανση (αυτό είναι κάτι που ιδιαιτέρως πρέπει να τονιστεί) πρώτος τη διατύπωσε ο Χένρυ Κίσσινγκερ:

Νομιμότητα ΔΕΝ σημαίνει δικαιοσύνη

Και εφόσον «νομιμότητα δεν σημαίνει δικαιοσύνη», το ευχερώς νοητό πόρισμα είναι ότι ο –εκάστοτε- νόμος έχει χαρακτήρα πάντοτε υποκειμενικό και ποτέ αντικειμενικό. Με άλλα λόγια, οποιοσδήποτε βρίσκεται στην εξουσία, επιβάλλει τους νόμους που τον συμφέρουν. Δεν υπάρχει δηλαδή «Νόμος» υπεράνω πάσης ανθρωπίνης καταστάσεως. Αλλάζει το καθεστώς, η πολιτική κατάσταση; Ε, τότε αλλάζει και ο «νόμος». Να γιατί λοιπόν στα γαλλικά, γλώσσα κατ’εξοχήν ακριβολόγο, δεν υπάρχουν ερωτήματα του τύπου «ποιος διοικεί;» «ποιος κυβερνάει» [(who rules?)] για τους αγγλομαθείς. Τα σχετικά ερωτήματα, πράγματι, συμπυκνώνονται σε ένα και μόνο: Ποιος κάνει τον νόμο [εδώ]; (Qui fait la loi [ici]?). Αυτή είναι η μόνη πραγματικότητα και όλα τα άλλα που κατά καιρούς λέγονται δεν είναι παρά κενολογίαι προς εξαπάτησιν των απλουστέρων. 

          Και για να έρθουμε στα καθ’ημάς, όλα αυτά σημαίνουν το εξής: Η σχετική νομοθεσία έχει έτσι θεσπιστεί, ώστε όχι απλώς να διευκολύνεται η είσοδος λαθρομεταναστών στην Ελλάδα, αλλά να προσελκύονται αυτοί οι τελευταίοι στη δική μας Πατρίδα. Το καθεστώς, με λίγα λόγια, επιδιώκει την είσοδο λαθρομεταναστών στην Ελλάδα, διότι αυτές είναι οι επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ιθύνοντες της οποίας επιδιώκουν τη φυλετική αλλοίωση των λαών της γηραιάς μας ηπείρου. Το γιατί επιδιώκεται κάτι τέτοιο πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο άρθρου ιδιαίτερου και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί εκτενώς να αναλυθεί εδώ. Το θέμα όμως τώρα είναι ότι αυτό πασιφανώς επιδιώκεται. Και λογική συνέπεια αυτής ακριβώς της διαπίστωσης είναι ο ακόλουθος συλλογισμός: Πώς είναι δυνατόν η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιδιώκει τη φυλετική υποβάθμιση, οικονομική κατάρρευση και πολιτιστική αποσάθρωση ακριβώς των λαών της Ευρώπης; Και η ανάλυση αυτής της κατάστασης, όμως, δεν είναι δυνατόν να επιχειρηθεί στα πλαίσια αυτού εδώ του άρθρου. Πέρα όμως από την –όποια- ανάλυση, το θέμα και πάλι είναι ότι αυτή η Ευρώπη δεν είναι Ευρώπη. Είναι ό,τι, στα γαλλικά και πάλι, αποκαλείται situation-façade, δηλαδή κατάσταση-πρόσοψη, στα πλαίσια της οποίας η πραγματικότητα είναι διαμετρικώς αντίθετη από αυτό που φαίνεται. Παρουσιάζει δηλαδή η τωρινή «Ευρώπη» κατάσταση περίπου ίδια με εκείνη της Αυστρο-ουγγαρίας κατά το 1914: Θεωρητικώς ήτανε γερμανικό Κράτος αλλά στην πραγματικότητα οι Γερμανοί δεν ήταν εκεί και τότε παρά μειονότητα σε συνεχή διωγμό. Και η κατάσταση αυτή, βέβαια, υπήρξε, στην ουσία, και η αιτία της έκρηξης του Α΄ Παγκόσμιου πόλεμου.


          Καλλίτερα όμως να ξαναέρθουμε στα καθ’ημάς. Οι όποιοι μετανάστες έρχονται στη χώρα μας, διότι νομικώς ευνοούνται. Συγκεκριμένα:
           Με το που εμφανίζεται λαθρομετανάστης με σκούρα/πολύ σκούρα/μαύρη επιδερμίδα, αυτομάτως στην ουσία θεωρείται «πρόσφυγας» και γίνεται δεκτή η οποιαδήποτε δήλωσή του. Δεν εξετάζεται δηλαδή κατά πόσον πραγματικά είναι πρόσφυγας ούτε, βέβαια, το πώς είναι δυνατόν να θεωρηθεί πρόσφυγας άνθρωπος στην ακμή της ηλικίας του (20-45 χρονών), ο οποίος είναι σε θέση να πληρώσει 6.000 δολλάρια Η.Π.Α., ώστε να καταπλεύσει ασφαλώς (και συχνά ανέτως) στη δική μας χώρα. Πρόσφυγες, παντού και πάντοτε, κατά κανόνα είναι οι άμαχοι, δηλαδή γυναίκες, παιδιά και άντρες ηλικιωμένοι. Οι ηλικίας 20-45 ετών άντρες, ιδίως εάν διαθέτουν κεφάλαιο 6.000 δολλαρίων Η.Π.Α., παίρνουν τα όπλα για τις ιδέες τους και δεν έρχονται φύρδην-μίγδην στην Αθήνα να παίρνουνε «πράσινα χαρτάκια» του Προκόπη Παυλόπουλου και να μαζεύουν καλώδια από τους κάδους απορριμμάτων. (Ενδεικτικώς ας αναφερθεί εδώ ότι και η φάση αυτή, με τα καλώδια που μαζεύουν Πακιστανοί/Αφγανοί/Αφρικανοί είναι μέρος του όλου κόλπου, διότι η τιμή του χαλκού των ηλεκτρικών καλωδίων έχει πια φτάσει σήμερα την αξία του χρυσού.)

 Επιπλέον, γίνεται αμέσως αποδεκτή η οποιαδήποτε δήλωση των προσφύγων  σχετικώς με τη χώρα καταγωγής τους, χωρίς καθόλου να λαμβάνεται υπόψη το πώς είναι δυνατόν, Πακιστανοί άνθρωποι π.χ., που είναι «πρόσφυγες», να πηγαίνουν αμέσως μετά στο προξενείο της χώρας η οποία τους «έδιωξε» και να εφοδιάζονται με τα αναγκαία για τη «νομιμοποίησή τους» έγγραφα. Έτσι, όταν υπό την πίεση της κοινής γνώμης και μόνο  πιάνονται (στοδήθεν) μερικοί (για τα μάτια) γίνονται –σε πλήρη αρμονία με τη νομοθεσία που τώρα ισχύει στη χώρα μας- τα εξής:

1.                   «Εξετάζεται» η χώρα προέλευσής τους. Με άλλα λόγια, αυτοί που (στο δήθεν) συλλαμβάνονται «ρωτούνται» ποια είναι η χώρα καταγωγής τους. Και όταν οι εν λόγω δηλώσουν π.χ. Μπάγκλα Ντες, οι «ελληνικές αρχές» απευθύνουν ερώτημα στο Μπάγκλα Ντες κατά πόσον ο Μουσταφά αλ-Τάδε φερ’ειπείν   κατάγεται πράγματι από το Μπάγκλα Ντες. Και υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που ακούν τέτοιου είδους εξηγήσεις και δεν εξεγείρονται... Και ας τονιστεί αυτό το «δεν εξεγείρονται», διότι ο οποιοσδήποτε πιτσιρικάς που μπαινοβγαίνει στο ίντερνετ ξέρει ότι είναι πολύ δύσκολο (ουσιαστικώς ανέφικτο) να στείλεις ηλεκτρονικό μήνυμα (e-mail) στο Μπάγκλα Ντες. Πόσο μάλλον να γίνει επίσημο ερώτημα. Και (αυτό ας τονιστεί ακόμη πιο πολύ), εάν ανακατευθούν οι «ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές», τότε είναι  που απάντηση δεν πρόκειται ποτέ να έρθει στον αιώνα των αιώνων (αμήν). Και τούτο, διότι (πέρα από όσα ακριβώς τώρα διαδραματίζονται στο υπουργείο Εξωτερικών), το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο όπου ζούμε σήμερα είναι να τηλεφωνήσει ένας τρίτης διαλογής καθεστωτικός παράγων στον «Έλληνα πρεσβευτή/πρόξενο» στο Μπάγκλα Ντες, Ισλαμαμπάντ κ.λπ., και να του πει: «Στείλε μετά από πέντε μήνες [το λιγότερο] έγγραφο ότι δεν σου έχει έρθει ακόμα απάντηση». Τι θα κάνει εν προκειμένω ο «πρεσβευτής/πρόξενος της Ελλάδος» στο Μπάγκλα Ντες να πούμε; Θα παραβλέψει τις «υποδείξεις» του καθεστωτικού παράγοντα; Όχι βέβαια! Αυτός θέλει (στην καλλίτερη περίπτωση)  από ανθυπρόξενος Γ΄ στο Ισλαμαμπάντ να γίνει υποπρόξενος Β΄ σε κάποια γερμανική πόλη (που λέει ο λόγος). Είναι δυνατόν να παρακούσει; Όχι βέβαια!
2.                   Ούτως εχόντων των πραγμάτων λοιπόν, ο «πρόσφυγας» τον οποίο συνέλαβαν οι -φοβερές και τρομερές- δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. μας παρουσιάζεται στα κανάλια και, στη συνέχεια φιλοξενείται σε κάποιο από «κέντρα περίθαλψης» που σαν μανιτάρια έχουν απλωθεί στο σύνολο σχεδόν της Ελληνικής Επικράτειας. Μετά δυο-τρεις μέρες από τη «σύλληψή» του, η υπόθεση ξεχνιέται, το «ελληνικό κοινό» περιπαθώς ασχολείται με το ποιο επίδομα μέλλει τώρα να του κοπεί και τελικώς ο «πρόσφυγάς» μας δραπετεύει (σιγά το κατόρθωμα, όπως είναι η κατάσταση σήμερα) από τον «χώρο φιλοξενίας» του και αποδύεται σε νέες περιπέτειες μέσα στην αγκάλη της φιλόξενης Ελλάδας.
 Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα – και όποιος δεν τη βλέπει δεν λέει την αλήθεια: απλώς δεν θέλει να πει την αλήθεια, ώστε να μην έλθει σε σύγκρουση με το καθεστώς. (Οι Νεοέλληνες πηγαίνουν πάντα με το ντοβλέτι , όπως έλεγε κατά τη δεκαετία του 1960 και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.)
          
 Τι πρέπει να γίνει; Απλώς να αλλάξει η νομοθεσία. Ο έλεγχος ο σχετικός με τη χώρα προέλευσης και τις «συνθήκες φυγής» των λαθρομεταναστών να γίνεται, ευθύς μόλις αυτοί μπουν στη χώρα μας και όχι μετά την –τυχόν- σύλληψή τους. Εάν αποδειχτεί ότι κάποιος πραγματικά είναι πρόσφυγας, εντάξει ας έρθει και προσωρινώς ας μείνει, μέχρις ότου να αποφασιστεί τι θα γίνει με αυτόν. Εάν όμως αποδειχτεί ότι αυτά που ισχυρίζεται είναι ψέμματα, τότε πρέπει αμέσως να απελαύνεται και να επιστρέφει στη δική του πατρίδα. Πώς; Μία και μόνη είναι η εν προκειμένω λογική απάντηση:
                            Ακριβώς όπως ήρθε.
Εάν, με λίγα λόγια, δεν αλλάξει η νομοθεσία, το πρόβλημα, αντί να αμβλύνεται, θα οξύνεται. Και όλα τα άλλα που κάθε τόσο λέγονται δεν είναι (για να θυμηθούμε ξανά τον καημένο τον Γούναρη) παρά κενολογίαι [= αερολογήματα] προς εξαπάτησιν των απλουστέρων.

Γιατί πράγματι γίνεται εκ προοιμίου πιστευτό οτιδήποτε (και σε οποιαδήποτε γλώσσα) ξεφουρνίσει ο κάθε σκουρόχρωμος «πρόσφυγας»; Και γιατί εμείς οι Έλληνες, που εδώ και χρόνια φωνάζουμε ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση διαρκούς εθνικής καταπίεσης, δεν γινόμαστε πιστευτοί από κανένα «αρμόδιο» φορέα;
Ε, η απάντηση είναι αυτονόητη: Διότι δεν είμαστε επαρκώς μαυριδεροί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου