Κυριακή 24 Μαΐου 2020

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (47)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Πέμπτη,21 Μαΐου 2020
                                Jacob Burckhard
                                                           ΤΟΜΟΣ 1ος
                     ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
                                           ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ  
                                                       ΙΙΙ  
              ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ
                                           (2η συνέχεια)
    
  Δεν χρειάζεται να καταφύγει κανείς στην κριτική που άσκησε ο Αριστοτέλης σ’ αυτά τα δύο έργα προκειμένου να αντιληφθεί ότι οι οραματισμοί τους είναι απραγματοποίητοι και αντιτίθενται στη φύση τών Ελλήνων. Υπήρχε στον Πλάτωνα μια μορφή βίας, που μεταδόθηκε και σε ορισμένους από τούς μαθητές του. Στις περιπτώσεις που αυτοί απέκτησαν κάποιου είδους έλεγχο ενός Κράτους αποδείχθηκαν τυραννικοί και συκοφάντες. Αλλά η βασικότερη αντίρρηση που θα μπορούσαν να διατυπώσουν οι μεταγενέστεροι σχετικά με αυτά τα δύο έργα αφορά κυρίως στην πρόθεση του συγγραφέα τους να θέσει σε ύπνωση τον ελληνικό πολιτισμό, ενώ είναι επίσης αλήθεια ότι η χωρίς όρια εξέλιξή αυτού του πολιτισμού σχετίζεται με την παρακμή τής πόλης· γεγονός πάντως παραμένει, ότι αποδόθηκε εξαιρετική σημασία σ’ αυτή την εξέλιξη και ότι η παγκόσμια ιστορία εξακολούθησε σε μεγάλο βαθμό να τη χρησιμοποιεί ως το θεμέλιο για την υλοποίηση των μεγάλων επιτευγμάτων της. Θα μπορούσαμε να μεμφθούμε τον Πλάτωνα και για έναν ακόμη λόγο· ότι στις δύο αυτές ουτοπικές τοποθετήσεις του δεν προέβλεψε και δεν προετοίμασε κατά κανέναν τρόπο το μέλλον· οι σκέψεις του εκφράζουν το παλαιό, αρχικό σχέδιο της πόλης, και οι προτάσεις του, στον βαθμό που αναφέρονται σε κάποια πραγματικότητα, δεν αποτελούν παρά μορφές τού παρελθόντος, που έχουν ασφαλώς κάθε λόγο να στηρίζονται στο παρελθόν. Θα μπορούσαμε να εκλάβουμε ως ένα πολύ απομακρυσμένο υποκατάστατό τους το έργο τού μεγάλου Τόμας Μορ Ουτοπία, το οποίο αποτέλεσε προειδοποίηση για όσα έγιναν αργότερα πραγματικότητα στην Αγγλία και τη βόρεια Αμερική, ή απλώς μια τότε επικρατούσα άποψη ! Τα βιβλίο αυτό γεννήθηκε αναμφίβολα υπό την επίδραση του δεύτερου έργου τού Πλάτωνα, τους Νόμους, αλλά φαντάζει δίπλα του σαν ένας ρωμαλέος νέος άνδρας απέναντι σε έναν ανάπηρο γέροντα. Τί αντιπροσωπεύει πράγματι ο Πλάτων με την καταναγκαστική θρησκευτικότητά του, την οποία οικοδόμησε στα μέτρα τών ουτοπιστών του και στην οποία δεν ήταν ούτε ο ίδιος υποχρεωμένος να πιστέψει, δίπλα στη βαθειά θρησκευτικότητα του Τόμας Μορ, που επαγγελόταν κάθε είδους ελευθερία !
     Την ίδια ώρα που στον Πλάτωνα σκιαγραφείται η πραγμάτωση σε έναν συγκεκριμένο τόπο ενός ιδανικού που έχει προ πολλού καταστεί ανέφικτο, και που θα ώφειλε βέβαια να συνεχίσει να επιβάλλεται δια του παραδείγματος, και ενώ οικοδομούνται συνεχώς δεσποτικά καταφύγια, καταλήγοντας σε μιαν αγροτική πόλη 5.400 κλήρων, χωρίς ποτέ να αντιμετωπίζεται το ελληνικό έθνος σαν ένα σύνολο, αρχίζει η προετοιμασία των σημαντικότερων γεγονότων τής παγκόσμιας ιστορίας· η Ελλάδα εξαπλώνεται αμέσως μετά μαζικά στις χώρες τής Ανατολής και αναπτύσσει το δεύτερο στάδιο του πνεύματός της: ο ελληνιστικός πολιτισμός και η τέχνη του, την οποία ο Πλάτων είχε επιδιώξει να αποδυναμώσει προς όφελος μιας αναλλοίωτης μορφής, καθίσταται η τέχνη ολόκληρης της αρχαιότητας που ακολουθεί.
     Σύγχρονοι του Πλάτωνα και νεώτεροι φιλόσοφοι, ακολουθώντας το παράδειγμά του σχεδίασαν παρόμοιες ουτοπίες, και μερικοί από αυτούς αναφέρονται ήδη στον Αριστοτέλη· ακολουθούν αυτές των Στωικών, όπως του Ζήνωνα και του Χρυσίππου. Στο μεταξύ επικράτησε η συνήθεια της απόδοσης σε κάποιες μυθικές μορφές διηγήσεων για ανύπαρκτες τοποθεσίες, όπως είναι οι αφηγήσεις τού Θεόπομπου για τον Σειληνό, στις συνομιλίες του με τον Μίδα, καθώς και η διάδοση ποιητικών περιπλανήσεων σε μακρινούς, θαυμαστούς τόπους, αποτέλεσμα εκμετάλλευσης κάποιων πολιτικών και κοινωνικών προσδοκιών. Η πραγματεία του Εκαταίου τού Αβδηρίτη (την εποχή τού Μεγάλου Αλεξάνδρου) για τους Υπερβόρειους, μπορεί να υπήρξε όντως ένα ιδανικό, που μετατράπηκε σε πραγματικότητα· όσα διηγείται ο Ευήμερος για τη θαυμαστή νήσο Παγχαία δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε περισσότερο από την περιγραφή ενός επίγειου παράδεισου· όσο για το Νησί τού Ήλιου του Ιάμβουλου στην Αιθιοπική θάλασσα, δεν παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, εκτός από το ότι περιέχει κάποιες σημαντικές σκέψεις περί πολιτικής.
    Μέσα απ’  αυτό το συνονθύλευμα μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις ουτοπίες τών Στωικών, όχι επειδή βρίσκονταν εγγύτερα στην πραγματικότητα από εκείνες τού Πλάτωνα, αλλ’ επειδή περιλαμβάνουν ιδέες τής Στοάς, και ένα καταληκτικό κείμενο στο οποίο δεν έχουμε προς το παρόν πρόσβαση. Εξ άλλου, κατά τα τελευταία χρόνια της αρχαιότητας έγινε ακόμη μια προσπάθεια μέσω τής Πολιτείας τού Πλάτωνα: το 263 π. Χ. ο Πλωτίνος, επικεφαλής τής νεοπλατωνικής σχολής, σχεδίασε τη δημιουργία τής Πλατωνόπολης, με την πλήρη έννοια του όρου, σε μιαν ερειπωμένη εξοχική πόλη, και τη συγκέντρωση όλων τών φίλων του γύρω του· ο αυτοκράτορας Γαλλιηνός επιδοκίμασε κατ’ αρχάς την πρόθεσή του, αλλ’ οι κακές προθέσεις κάποιων αυλικών ματαίωσαν την ευόδωσή της (ή πιθανότατα η έλλειψη χρημάτων στα ταμεία τού κράτους).
     Ακόμη και αν ο Πλάτων υπήρξε ο μόνος που έζησε ελπίζοντας να δει τις ουτοπίες του να γίνονται πράξη, μπορούμε πάντως να υποθέσουμε ότι όλοι οι ουτοπιστές είχαν την επιθυμία να ασκήσουν ένα είδος επιρροής στους συγχρόνους τους, να τους υποδείξουν μια καθορισμένη πολιτική και κοινωνική προοπτική. Απέναντι σε όλους αυτούς τούς στοχαστές ο Αριστοτέλης κράτησε μιαν απόσταση, στάθηκε στο ύψος του. Κατ’ αρχάς γνώριζε περισσότερα για το Κράτος από όλους τούς άλλους και στο βιβλίο του περί τών Συνταγμάτων, από το οποίο σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα, περιελάμβανε οδηγίες για 158 διαφορετικά συντάγματα (κατ’ άλλους 250). Αλλ’ η αξία στα Πολιτικά, ή  θεωρία περί τού Κράτους, που διασώθηκαν, δεν περιορίζεται μόνο στους γενικούς ορισμούς ή τις κυρίαρχες ιδέες τών Ελλήνων περί τής φύσεως και του αντικειμένου τών πολιτικών συστημάτων, ή και στην πληθώρα τών πληροφοριών για την υπάρχουσα πραγματικότητα, αλλά  κυρίως στη διαπίστωση ότι ορισμένες αρχικές μορφές τους υπήρξαν νόμιμες και δημιούργησαν πρότυπα, τα οποία συγκρίνει στη συνέχεια  με την εκτροπή τους. Με αποτέλεσμα, να ατενίζει ο κόσμος μέχρι και τις μέρες μας, εν μέρει τον δημόσιο βίο με τα μάτια του Αριστοτέλη, και να εκφράζεται ακόμη με τους δικούς του όρους· ενώ μπορούμε επίσης να υποθέσουμε, ότι οι μαθητές του, όπως και άλλοι φιλόσοφοι ύστερα απ’ αυτόν, των οποίων ευάριθμες πραγματείες μάς είναι γνωστές μόνο από τούς τίτλους τους, συνεισέφεραν σε μεγάλο βαθμό στη διάδοση των ιδεών του, καθώς και άλλων απόψεων, της ιδίας τάξεως με εκείνες.
     Αλλά οι κυνικοί τής εποχής τού Αντισθένη έμειναν, χρησιμοποιώντας το προνόμιο της ένδειάς τους, στο περιθώριο της πόλης και επιδόθηκαν στον βίαιο χλευασμό της· το κάθε περιβάλλον είναι γι’ αυτούς οικείο και ταυτόχρονα ξένο, αποτελώντας οι ίδιοι τη ζωντανή κριτική μιας δεσποτικής και παρακμάζουσας δημοκρατίας, με τον ίδιον τρόπο που εκφράστηκαν και οι Σούφι κατά του παρηκμασμένου σουλτανάτου στη μεσαιωνική Ανατολή. Τελικά εμφανίστηκε ο Επίκουρος, που απελευθέρωσε τους σκεπτόμενους ανθρώπους, τουλάχιστον ως προς το πνεύμα, επαναφέροντας την πόλη στα φυσιολογικά όρια μιας αμοιβαίας σύμβασης, με γνώμονα την ασφάλεια· εδώ δεν είναι πια ο άνθρωπος που υπάρχει χάριν τού νόμου, αλλά ο νόμος χάριν τού ανθρώπου. Είναι βέβαια αλήθεια, ότι καμιά προσωπική παρέμβαση δεν μπορούσε να εμποδίσει την εξέλιξη της διαδικασίας αποσύνθεσης στα πραγματικά ελληνικά Κράτη, με την καθαρά επίπλαστη ελευθερία τους, τις ανελέητες διώξεις και τις συνεχείς εσωτερικές κρίσεις.
     Αρχαίοι νόμοι τού σύμπαντος μάς διδάσκουν ότι οι δημιουργικές δυνάμεις αναπτύσσονται και αποκαλύπτονται πλήρως μέσα από αντιθέσεις και αμοιβαίες αντιπαραθέσεις, και ότι μια εξαιρετικά αναπτυγμένη πολιτική δύναμη αποτελεί τη μεγάλη και θεμελιώδη προϋπόθεση κάθε υλικού και πνευματικού επιτεύγματος, το απαραίτητο υπόβαθρο του πολιτισμού, που στηρίζει την ανάπτυξή του. Σ’ αυτήν ακριβώς τη συνθήκη ο ρόλος τών ελληνικών πόλεων υπήρξε μεγαλειώδης. Η υλική μοίρα τής ανθρωπότητας ορίστηκε, επιπλέον, στο σύνολό της από τούς Έλληνες, όταν εμπόδισαν, στο απόγειο της δόξας τους, τις περσικές δυνάμεις να εισβάλουν στη Δύση· αλλά η κατάληψη της Περσίας δεν υπήρξε πλέον έργο τών πόλεων, αλλά τού Αλέξανδρου, ενώ πολλές από εκείνες συνασπίσθηκαν εναντίον του. Δεν έμενε πλέον παρά να γίνει ο απολογισμός τής ευτυχίας και της δυστυχίας που ακολούθησε, λαμβάνοντας υπόψη ότι ευθύνονται οι πόλεις γι’ αυτό, και πιστεύω ότι μάς επιτρέπεται να πούμε εδώ, ότι η πόλη οδήγησε, εξελισσόμενη στο εσωτερικό και το εξωτερικό της, σε μεγάλη δυστυχία τον πληθυσμό της. Πρόσφερε βέβαια μια προσωπικότητα και μιαν ισχυρή ώθηση στο άτομο, απαιτώντας όμως  μια πλήρη, παράλληλα, αυταπάρνηση· στα όρια της πόλης εκφράστηκε τελικά, σε κάθε περίσταση, η μάζα, όχι πια με την έννοια μιας κοινότητας συμφερόντων ανωτέρας τάξεως, αλλά εξαρτώμενη πλήρως από την απληστία της· η οποία και έχει την ιδιότητα, να μην ελέγχεται. Η συνεχής απειλή κατά τής ύπαρξής της γέννησε μιαν απέραντη οργή· κι επειδή η πόλη είχε υπάρξει το πολυτιμότερο κάποτε πράγμα, ένας είδος θρησκείας για τους Έλληνες, οι αγώνες για τη διαφύλαξή της είχαν τη βιαιότητα, όπως ήδη αναφέραμε, που διακρίνουμε συνήθως στους θρησκευτικούς πολέμους. Γεγονός που μας οδηγεί στη διαπίστωση, ότι δεν πλήρωσε ίσως ποτέ κάποια άλλη δύναμη σε ολόκληρη την ιστορία τής ανθρωπότητας ένα τόσο βαρύ τίμημα για τη ζωή και τις προσδοκίες της όσο η ελληνική πόλη. Το πνευματικό  επίπεδο που κατέκτησαν οι Έλληνες πρέπει να εμπεριείχε, πράγματι, μια παρόμοια ένταση, με εκείνη τών δοκιμασιών που τους ώθησαν στις αντιπαραθέσεις. Και η ίδια η ευημερία υπέστη τεράστιες, ασφαλώς,  απώλειες απ’ αυτήν την εξέλιξη, παρότι το ελληνικό πνεύμα συνέχισε να καρποφορεί, στoν χώρο τής πλαστικής κυρίως τέχνης. Μπορεί να θλίβεται κανείς, αναλογιζόμενος το πόσα χάθηκαν εξ αιτίας της εξόντωσης αυθεντικών ανθρώπων, της απελπισίας που βίωσαν κάποιοι άλλοι επιλέγοντας να ιδιωτεύσουν, της εξαφάνισης των μεγάλων οικογενειών και της θαυμαστής εγκαρδιότητας, της αποκλειστικής προτεραιότητας και της κατάχρησης εν τέλει τού πολιτικού λόγου. Πόσα πράγματα, για τα οποία μόνον οι Έλληνες ήταν ικανοί, θα είχαν καρποφορήσει, χωρίς την τρομακτική “επέλαση” της πόλης.
(συνεχίζεται) 

ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΙΔΑΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ Η ΟΠΟΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΦΑΝΤΑΖΕ ΣΚΛΗΡΗ ΚΑΙ ΑΠΑΝΘΡΩΠΗ ΚΑΙ ΑΝΕΦΙΚΤΗ ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΕΙΤΑΙ.
      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου