Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ (12)

Συνέχεια από: Τρίτη, 26 Μαΐου 2020


ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ 
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ-ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.
Angelo Scola, Gilfredo Marengo, Javier Prades López
Εκδόσεις Jaca Book
         

Ο Όρος πρόσωπο πρίν τον Χριστιανισμό (συνέχεια)
          
Αυτές οι νοηματοδοτήσεις τού προσώπου σαν ρόλου μιας θεατρικής παράστασης και ίσως τού ανθρωπίνου ατόμου ήταν ήδη παρούσες στους χρόνους του Κικέρωνος (ƚ43 π.Χ.) έτσι ώστε μπορούσε να γράψει ότι εκ φύσεως είμαστε προικισμένοι με δύο χαρακτήρες (duabus quasi nos a natura indutos esse personis): Έναν τον διαθέτουμε κοινό με όλους μας τους ομοίους, καθώς όλοι μας μετέχουμε του τυπικού ανθρώπινου χαρακτηριστικού που είναι η νοημοσύνη, από την οποία προέρχεται η ηθική αξιοπρέπεια. Ο άλλος χαρακτήρας όμως δίνεται σαν χαρακτήρας μόνον στα ξεχωριστά άτομα. Μπορούμε τοιουτοτρόπως να διακρίνουμε μία κοινή φύση (universa natura) και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά καθενός (propria natura). Ο Σενέκας (ƚ65 μ.Χ.) σημειώνει ότι μερικοί στοχαστές ενδιαφέρθηκαν μόνον για την φιλοσοφική πλευρά του δικού τους προσώπου, αλλά καθόλου για την κοινή φύση! Από το κείμενο μπορούμε να συμπεράνουμε ότι απέναντι στην γενική έννοια της ανθρωπότητος (uomo) ο όρος πρόσωπο χρησιμοποιείται για να δείξει το ιδιαίτερο και καθορισμένο ανθρώπινο άτομο. Στο νομικό πλαίσιο ο Gaio (130-180 μ.Χ.) θα οργανώσει το υλικό τού δικαίου τών πολιτών σε τρία μέρη: ο νόμος αφορά τα πρόσωπα, τα  πράγματα ή τις πράξεις, όπου πρόσωπο εμφανίζεται σαν συνώνυμο του ξεχωριστού ανθρώπου, του ατόμου!
          
Η ΤΡΙΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ.
         
 Είναι γνωστό ότι η Θεολογική χρήση τού προσώπου δέν άρχισε απο ένα ανθρωπολογικό ενδιαφέρον. Ιστορικά αυτός ο όρος έκανε την είσοδο του στον Θεολογικό στοχασμό με τους διαλόγους Τριαδικού και Χριστολογικού χαρακτήρος οι οποίοι ξεκίνησαν απο τον τρίτο αιώνα!
Από εκείνη την περίοδο έλαβε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη τής σκέψης στα τής πίστης, παρότι η εξέλιξη και η εμβάθυνση του περιεχομένου του διήνυσε οδούς κάθε άλλο παρά ευθύγραμμους, αλλά ούτε και ομοιογενείς μεταξύ τους.
          Χωρίς αμφιβολία υπήρξε καθοριστικής σημασίας η επιλογή η οποία κατοχυρώθηκε στην σύνοδο τής Χαλκηδόνος (451) τής χρήσεως τού προσώπου για να καθορίσει το μυστήριο τής αξεπέραστης ενότητος του Ιησού Χριστού, στον δυαλισμό των δύο φύσεων, ανθρώπινης και Θείας.
          Αυτή η εκλογή έγινε δυνατή από τα αποτελέσματα της Τριαδικής Θεολογίας η οποία κατ'αρχάς με τον Τερτυλλιανό και στην συνέχεια διά τής μεσολαβήσεως των Καππαδοκών Πατέρων είχε χρησιμοποιήσει τον ίδιο όρο για να εκφράσει, με μεγάλη δυσκολία στ'αλήθεια, τον ιδιαίτερο και ατομικό χαρακτήρα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στην ενότητα του Ενός Θεού. 

[Σ'αυτή την ευκαιρία οι λατίνοι υποστηρίζουν ότι στον λόγο 39 του Αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου, στο 11, καθίσταται δυνατή η ταύτιση προσώπου και υποστάσεως όπως και στην Επιστολή 210,5/214,4/236,6 του Μεγάλου Βασιλείου! Ας δούμε τί γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός

Λόγος 31ος (ΛΑ') ,8-9: "Τίς οὖν ἡ ἐκπόρευσις; εἰπὲ σὺ τὴν ἀγεννησίαν τοῦ πατρός, κἀγὼ τὴν γέννησιν τοῦ υἱοῦ φυσιολογήσω, καὶ τὴν ἐκπόρευσιν τοῦ πνεύματος, καὶ παραπληκτίσομεν ἄμφω εἰς θεοῦ μυστήρια παρακύπτοντες· (Πές μου όμως εσύ, τί σημαίνει η αγεννησία τού Πατρός, και θα σου δείξω τότε κι εγώ τη γέννηση του Υιού και την εκπόρευση του Πνεύματος, θα είμαστε όμως έτσι κι οι δυό παράφρονες, αν θελήσουμε να κοιτάξουμε με περιέργεια τα μυστήρια του Θεού).... 9. Τί οὖν ἐστί, φησιν, ὃ λείπει τῷ Πνεύματι, πρὸς τὸ εἶναι Υἱόν; Εἰ γὰρ μὴ λεῖπόν τι ἦν, Υἱὸς ἂν ἦν (θα είναι Υιός). Οὐ λείπειν φαμέν· οὐδὲ γὰρ ἐλλειπὴς Θεός· τὸ δὲ τῆς ἐκφάνσεως, ἵν' οὕτως εἴπω, ἢ τῆς πρὸς ἄλληλα σχέσεως διάφορον, διάφορον αὐτῶν καὶ τὴν κλῆσιν πεποίηκεν...  (Τί λοιπόν είναι αυτό, λέγει, το οποίο λείπει από το Πνεύμα για να είναι το ίδιο Υιός; Εμείς υποστηρίζουμε ότι δεν του λείπει τίποτε· διότι δεν είναι ελλιπής ο Θεός. Ο τρόπος της φανερώσεως, για να εκφέρω έτσι τον λόγο του, ή η διαφορά της σχέσεως που έχουν μεταξύ τους τα πρόσωπα, δημιουργεί και τη διαφορά που έχουν στην ονομασία τους).
Αὐτὸ δὲ τὸ μὴ γεγενῆσθαι, καὶ τὸ γεγενῆσθαι, καὶ τὸ ἐκπορεύεσθαι, τὸν μὲν Πατέρα, τὸν δὲ Υἱόν, τὸ δὲ τοῦθ' ὅπερ λέγεται Πνεῦμα ἅγιον προσηγόρευσεν, ἵνα τὸ ἀσύγχυτον σώζηται τῶν τριῶν ὑποστάσεων! ἐν τῇ μιᾷ φύσει τε καὶ ἀξίᾳ τῆς Θεότητος! (Αυτό το ότι "δεν έχει γεννηθεί", το ότι "έχει γεννηθεί" και το ότι "εκπορεύεται", το χαρακτηρίσαμε Πατέρα, Υιό και άγιο Πνεύμα, όπως ακριβώς λέγεται, για να διασώζεται το ασύγχυτο των τριών υποστάσεων μέσα εις τη μία φύση και το ένα μεγαλείο της Θεότητας).
Οὔτε γὰρ ὁ Υἱὸς Πατήρ, εἷς γὰρ Πατήρ, ἀλλ' ὅπερ ὁ Πατήρ {είναι αυτό που είναι ο Πατήρ (ομοούσιος)}· (Ούτε πράγματι ο Υιός είναι Πατέρας, διότι ένας είναι ο Πατέρας, αλλά είναι αυτό που είναι ο Πατήρ).
Οὔτε τὸ Πνεῦμα Υἱὸς ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ, εἷς γὰρ ὁ μονογενής, ἀλλ' ὅπερ ὁ Υἱός (Ούτε το Πνεύμα είναι Υιός, αν και εκ του Θεού, διότι ένας είναι ο Μονογενής, αλλά είναι αυτό που είναι ο Υιός)".
{Αυτό το ἀλλ' ὅπερ, το ομοούσιον ερμηνεύουν ακόμη οι λατίνοι σαν ταυτότητα!}

Λόγος 21ος (ΚΑ'), 35: Τῆς γὰρ μιᾶς οὐσίας, καὶ τῶν τριῶν ὑποστάσεων λεγομένων μὲν ὑφ᾿ ἡμῶν εὐσεβῶς (τὸ μὲν γὰρ τὴν φύσιν δηλοῖ τῆς Θεότητος, τὸ δὲ τὰς τῶν τριῶν ἰδιότητας), νοουμένων δὲ καὶ παρὰ τοῖς Ἰταλοῖς ὁμοίως, ἀλλ᾿ οὐ δυναμένοις διὰ στενότητα τῆς παρ᾿ αὐτοῖς γλώττης, καὶ ὀνομάτων πενίαν, διελεῖν ἀπὸ τῆς οὐσίας τὴν ὑπόστασιν, καὶ διὰ τοῦτο ἀντεισαγούσης τὰ πρόσωπα, ἵνα μὴ τρεῖς οὐσίαι παραδεχθῶσι, τί γίνεται; Ὡς λίαν γελοῖον, ἢ ἐλεινόν. Πίστεως ἔδοξε διαφορὰ ἡ περὶ τὸν ἦχον σμικρολογία. Εἶτα Σαβελλισμὸς ἐνταῦθα ἐπενοήθη τοῖς τρισὶ προσώποις, καὶ Ἀρειανισμὸς ταῖς τρισὶν ὑποστάσεσι, τὰ τῆς φιλονεικίας ἀναπλάσματα.

Λόγος 39ος (ΛΘ'),11: Θεοῦ δὲ ὅταν εἴπω, ἑνὶ φωτὶ περιαστράφθητε καὶ τρισί· τρισὶ μὲν, κατὰ τὰς ἰδιότητας, εἴτουν ὑποστάσεις, εἴ τινι φίλον καλεῖν, εἴτε πρόσωπα (οὐδὲν γὰρ περὶ τῶν ὀνομάτων ζυγομαχήσομεν, ἕως ἂν πρὸς τὴν αὐτὴν ἔννοιαν αἱ συλλαβαὶ φέρωσιν. Μετάφραση: Δεν πρόκειται να φιλονικήσουμε για τα ονόματα, όταν οι λέξεις έχουν την ίδια σημασία)· ἑνὶ δὲ, κατὰ τὸν τῆς οὐσίας λόγον, εἴτουν Θεότητος. Διαιρεῖται γὰρ ἀδιαιρέτως, ἵν᾿ οὕτως εἴπω, καὶ συνάπτεται διῃρημένως!].

          Δέν είναι εδώ ο τόπος να εξετάσουμε τους σταθμούς αυτής της γόνιμης, αλλά σύνθετης, εποχής του Θεολογικού στοχασμού. Αξίζει όμως να διευκρινίσουμε ότι εμπιστευόμενοι στον όρο πρόσωπο τον ρόλο της σωτηρίας της πλήρους ενότητος τού Ιησού Χριστού, σεβόμενοι απολύτως την δυαδικότητα των φύσεων, ο Κανόνας πίστεως, ο οποίος εξαρτάται από την Χαλκηδόνα, μας επιτρέπει πρώτα απ'όλα να ξεκαθαρίσουμε ότι η αρχή της ενότητος του Ιησού Χριστού είναι ένα στοιχείο που προηγείται του ανθρώπου : Πρόκειται για την Θεία Υιότητά του στην Τριάδα. Ταυτοχρόνως όμως, Χριστολογικώς, αυτή η ενότης δόθηκε αληθινά στην ανθρωπότητα την οποία προσέλαβε ο Λόγος κατά την ενσάρκωση! [Πονηρό ταυτοχρόνως].
          Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι από το Τριαδικό και Χριστολογικό πλαίσιο προκύπτει αυτός ο όρος (ψεύδος) ο οποίος είναι εις θέσιν να ομολογήσει τήν ιδιαιτερότητα τού Ιησού Χριστού, καθότι η ενότητά του, στην δυαδικότητα τού Είναι ολοκληρωτικώς Θεός και άνθρωπος, εξαρτάται αποκλειστικώς από το μυστήριο της Τριαδικής Υιότητος! Και πράγματι μπορούμε να πούμε ότι, με την αποκάλυψη του Ιησού Χριστού, μαρτυρείται στην ιστορία, η καταγωγική εμπειρία τής δυαδικής ενότητος : σ' Αυτόν οι δύο φύσεις ζούν στον μοναδικό Πρόσωπο σύμφωνα με τον τρόπο που μας δίδαξε η Σύνοδος της Χαλκηδόνος (ασυγχύτως και αδιαιρέτως).
          Όλη η ζωή του Χριστού σύμφωνα με την αποστολική μαρτυρία βεβαιώνει δυναμικά την ενότητα τού Προσώπου (αληθινός Θεός και αληθινός άνθρωπος) η οποία εκφράζεται μέσω της εξουσίας Του πάνω στον άνθρωπο και στον κόσμο (θαύματα), αλλά ακόμη περισσότερο στην δυναμική Κυριότητα πάνω στον εαυτό του η οποία τον καθιστά ικανό της υπέρτατης, ελεύθερης, εγκατάλειψης στον Πατέρα πάνω στον σταυρό "και γάρ ο Υιός του ανθρώπου ούκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι, και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών" (Μαρκ. 10,45). Να λοιπόν η αυτοκυριαρχία του Αναστάντος Εσταυρωμένου. Αυτή η ισχυρή ενότης τού Εγώ τού Ιησού Χριστού δέν σπάζει λόγω της δυαδικότητος των φύσεων, αντιθέτως δοξάζεται λόγω της πλοκής τους. Ο Χριστός λοιπόν είναι Ένας, διότι είναι φορέας μιας ιδιαίτερης ανθρωπότητος, της μοναδικής και ανεπανάληπτης ανθρωπότητος του Υιού του Θεού!
          Η αρχή μιας Θεολογικής αναπτύξεως του όρου του ανθρώπινου προσώπου τοποθετείται εδώ! Θα μπορούσαμε να πούμε ότι για ανθρώπινο πρόσωπο εννοείται, στην πλήρη του σημασία, ένας άνθρωπος ο οποίος ζεί την ανθρωπότητά του σύμφωνα με την μορφή της ανθρωπότητος τού Χριστού. Συγκεκριμένα : εάν Αυτός είναι ένας και ολοκληρωμένος στον εαυτό Του, καθότι υπάρχει σαν πλήρης και σέ απόλυτη εξάρτηση από τον Πατέρα ο οποίος από πάντα τον γεννά σαν Υιό, από αυτό αναδύονται οι δύο πόλοι στους οποίους αρθρώνεται ο ανθρωπολογικός όρος του Προσώπου: η βεβαιότης ενός ατόμου, το οποίο είναι ο εαυτός του καθότι πλήρως σε σχέση με έναν άλλο!
          Και πράγματι ιδιαιτέρως από την Θεολογία που ξεκινά από τον Βοήθιο (ƚ524) και από τον διάσημο ορισμό του τού προσώπου (ατομική ουσία μιας λογικής φύσεως) εθεωρήθη ότι για να σωθεί η Θεολογική σημασία της ενότητος τού Χριστού ήταν αναγκαίο να επιμείνουμε πάνω απ'όλα στην ατομικότητα τού προσώπου εις βάρος της σχεσιακής του πλευράς και η επιλογή δέν υπήρξε χωρίς σημαντικές συνέπειες!

Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου