Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

Ἀνατρέφοντας ἥρωες


Ηλίας Λιαμής

Σὲ ἐποχὲς ποὺ κανεὶς δὲν εἶναι ἀπολύτως ἔνοχος, σὲ ἐποχὲς ποὺ κανεὶς δὲν εἶναι ἀπολύτως ἀθῶος, ἀποκαλύπτεται μὲ τὸν πιὸ τραγικὸ τρόπο τὸ κενὸ τοῦ κοινοῦ μέτρου καὶ τῶν κοινῶν κριτηρίων. Βέβαια, τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶχε ἀρχίσει νὰ συντελεῖται σταδιακὰ ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ ᾽80. Τὰ… «ἰδεώδη» τῆς ἐλεύθερης οἰκονομίας (κέρδος, παραγωγικότητα κ.λπ.) ἐκτόπισαν, πολὺ πιὸ εὔκολα ἀπ’ ὅσο φαινόταν, ἀξίες καὶ ὁράματα, ποὺ ἀπετέλεσαν πυλῶνες τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας γιὰ αἰῶνες. Καὶ βέβαια, ὅσο ἡ περίφημη ἀνάπτυξη, ἔστω καὶ μὲ τὶς τρομερὲς ἀνισότητες καὶ δυσλειτουργίες, προχωροῦσε, ἡ εὐμάρεια, ἔστω καὶ κάλπικη, ἔσπρωχνε «κάτω ἀπ’ τὸ χαλὶ» κενὰ καὶ στρεβλώσεις μιᾶς κοινωνίας σὲ πλήρη ἀποπροσανατολισμό.

Τώρα ὅμως; Τώρα; Πῶς νὰ καλυφθεῖ τὸ κενό; Πῶς νὰ ἀναζητήσεις αἰτίες τῶν ἀδιεξόδων; Πῶς νὰ ἀναζητήσεις λύσεις; Φουντώνουν οἱ συζητήσεις σὲ σπίτια, συγκεντρώσεις, καφετέριες καὶ blog. Τὸ θέμα πάντα ἕνα: Ὁ φόβος γιὰ ἕνα μέλλον ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκπληρώσει προσδοκίες ἀνάκαμψης καὶ βεβαίως ἡ ὀργή. Ποιός φταίει; Τί φταίει;

Στὸν τόπο τῶν γκρεμισμένων κριτηρίων καὶ τοῦ χαμένου νοήματος ποὺ συγκροτεῖ τὸν βίο, ὅλοι πλέον ἔχουν δίκιο. Δίκιο ὁ ἐργαζόμενος, δίκιο οἱ δανειστές, δίκιο οἱ κυβερνήσεις, δίκιο τὰ ΜΑΤ, ὅλοι δίκιο. Ἐξαρτᾶται σὲ ποιανοῦ τὴ θέση βρίσκεσαι. Ἂν ἤσουν Γερμανὸς τραπεζίτης, θὰ τιμωροῦσες τὴ σπάταλη Ἑλλάδα. Ἂν ἤσουν τρομοκράτης, θὰ ἀνατίναζες τὸ σπίτι τοῦ ὑπουργοῦ. Εἶσαι ὅμως, ὅπως οἱ περισσότεροι, ὁ ἄνθρωπος τῆς μέσης ζωῆς, τῆς μέσης οἰκονομικῆς ἐπιφάνειας, τῆς μέσης πίστης, τῆς μέσης ἀγανάκτησης, ἀνίκανος, ἢ μᾶλλον ἀνεκπαίδευτος, γιὰ τὸ μεγάλο καλὸ ἀλλὰ καὶ τὸ μεγάλο κακό. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ μέσου ὅρου. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως μὲ ἕνα μεγαλεῖο διαφορετικό: τὸ μεγαλεῖο τῆς κοινῆς λογικῆς. Διότι αὐτός, ὁ κοινὸς ἄνθρωπος, ὁ μέσος ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος τοῦ μέτρου, ὁ μέτριος –μὲ τὴ θετικὴ ἀρχαιοελληνικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου–, ἔχει φτάσει πλέον νὰ εἶναι ὁ ἥρωας καὶ ὁ σωτήρας. Διότι, μαζὶ μὲ τὴν μετριότητά του, διατήρησε τὴν μέση ἠθικὴ ἀναστολή, τὴ μέση ντροπή, τὸ μέσο φιλότιμο, τὴ μέση ἐντιμότητα, τὴ μέση συμπόνια. Εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν καταλαβαίνει οὔτε τοὺς παράλογους προϋπολογισμούς, οὔτε τὶς παράλογες ἀποφάσεις, οὔτε τὰ παράλογα μέτρα, οὔτε τὴν παράλογη ἀναισθησία τῶν κρατούντων. Αὐτός, πού, ἂν σὲ ἕνα ὑποθετικὸ σύστημα κληρωτῆς θητείας λάμβανε μέρος σὲ ἀποφάσεις, ἀποκλείεται νὰ τὰ ἔκανε χειρότερα.

Κι ὅμως! Μιὰ τρομερὴ ὑποψία πλανᾶται: Μήπως ἡ ἐξουσία ποὺ θὰ τοῦ δινόταν θὰ μετέβαλε καὶ αὐτόν, τὸν κοινὸ ἄνθρωπο τῆς κοινῆς λογικῆς, σὲ παράλογο καὶ ἄπονο; Γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ φιλοδοξεῖ νὰ διατηρήσει μιὰ στοιχειώδη ἐπαφὴ μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ διακατέχεται ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία μιᾶς στοιχειώδους αὐτοκριτικῆς, τὸ ἐρώτημα εἶναι βασανιστικό: Ἂν ἤμουν στὴ θέση του, μήπως θὰ ἔκανα τὰ ἴδια; Ἂν ἡ μοίρα μὲ εἶχε φέρει σὲ ἐξουσιαστικὸ ρόλο, μήπως θὰ βυθιζόμουν κι ἐγὼ στὸν παραλογισμὸ καὶ τὴ σκληροκαρδία τῆς ἐξουσίας; Ἂν οἱ περιστάσεις μὲ ἔφερναν τώρα, ἐδῶ, στὴ θέση τοῦ Γερμανοῦ τραπεζίτη, ποὺ ζητάει πάσῃ θυσίᾳ πίσω τὰ λεφτά του, μήπως θὰ εἶχα μεταβληθεῖ σὲ ἕνα ἄπονο θηρίο; Πῶς νὰ μετρήσω, πῶς νὰ δοκιμάσω τὴν ψυχή μου;

Ἄλλες ἐποχές, τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ θὰ ἔμεναν ἀναπάντητα γιὰ τοὺς πολλούς. Ἦταν ἐποχές, ποὺ ἡ ἐξουσία ἦταν στεγανὴ καὶ ἡ λογική της ἔμοιαζε νὰ ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴ λογικὴ τοῦ μέσου ἀνθρώπου. Ξέραμε ἢ ὑποψιαζόμασταν, πώς… ἐκεῖ πάνω κυριαρχεῖ ὁ ἀδίστακτος σχεδιασμός, ἡ ἀνέλιξη πάσῃ θυσίᾳ, ὁ ἔρωτας τῆς ἐξουσίας, οἱ συσχετισμοὶ καὶ ἡ ἀφιλία. Στὴν κοινωνία ὅμως τῶν μέσων ἀνθρώπων, ἡ συλλογικότητα, ἡ ντροπή, τὸ στοιχειῶδες φιλότιμο, μιὰ στοιχειώδης συμπόνια, ἡ ἑτοιμότητα νὰ συνδράμεις στὴν ἀναποδιὰ τοῦ γείτονά σου, γέμιζαν τὶς γειτονιὲς καὶ τὴν καθημερινότητα. Τὰ πράγματα ὅμως ἄλλαξαν. Γιὰ διαφόρους λόγους, τὰ χαρακτηριστικὰ καὶ οἱ συμπεριφορὲς τῆς ἐξουσίας ἔφτασαν νὰ διαποτίσουν ὅλη τὴν κοινωνία. Λίγο ποὺ ἡ πολιτικὴ κατάφερε νὰ κάνει πελάτη της μεγάλη μάζα τῶν μέσων καί… πάλαι ποτὲ μετρημένων πολιτῶν, λίγο ποὺ ἡ εὐμάρεια δημιούργησε τὴν ψευδαίσθηση μιᾶς αὐτάρκειας καὶ ἔκανε τὸν διπλανὸ ὄχι καὶ τόσο ἀπαραίτητο, ὁ ἀνταγωνισμὸς καὶ ἡ ἀτομικὴ ἀνέλιξη ἔγινε γιὰ τοὺς πολλοὺς ὅραμα ζωῆς.

Βέβαια ἡ ζωὴ ἄρχισε νὰ ἀγριεύει. Ἠθική, ἀρχές, ἀξίες, συλλογικὰ ὁράματα ἔπαψαν πιὰ νὰ βρίσκονται καὶ τόσο αὐτονόητα. Μείνανε βέβαια ὡς ὡραῖες κοινωνικὲς καὶ θρησκευτικὲς κορῶνες, ἡ ἐφαρμογή τους ὅμως ἄρχισε νὰ στοιχίζει. Πῶς νὰ ἀντιτάξεις τὴν ἐντιμότητα σὲ μιὰ κοινωνία, ποὺ ἔχει αὐτονόητη τὴν ἀπάτη; Πῶς νὰ ἐπικαλεστεῖς τὴν ἀγάπη, ὅταν ὅλος ὁ περίγυρός σου ἔχει ἀπορροφηθεῖ στὸ κυνήγι τοῦ ἀτομικοῦ θριάμβου; Πῶς νὰ μὴν περιθωριοποιηθεῖς, ὅταν ἡ συνέπεια σὲ κανόνες ἠθικούς, ἀκόμη καὶ οἰκονομικούς, ἔφτασε νὰ μοιάζει οὐτοπικὴ καὶ ἀνεφάρμοστη;

Δὲν τὰ ἀναφέρω ὅλα αὐτὰ θρηνώντας. Ἄλλωστε ἡ νοσταλγία γιὰ ἕνα ἐξιδανικευμένο ἀπὸ τὴ μνήμη παρελθόν, οὔτε ὠφελεῖ οὔτε καὶ ἀνταποκρίνεται πλήρως στὴν πραγματικότητα. Ἀντίθετα, μέσα στὸν ὀρυμαγδὸ καὶ τὶς κατεδαφίσεις, βρίσκω καὶ μιὰ αἰτία χαρᾶς: Γκρεμίζονται πιὰ οἱ ψευδαισθήσεις πὼς ὁ κόσμος μπορεῖ νὰ πορευτεῖ πρὸς τὴν ἀειφορία ἀριθμῶν καὶ ψυχῶν μὲ τὸν αὐτόματο πιλότο. Τὰ ὄνειρα ξαναβρίσκουν πιὰ τὸ τίμημά τους. Ἦρθε ὁ καιρὸς ποὺ κοστίζουν ξανά. Κι ἐπειδὴ δὲν εἶναι πλέον οὔτε αὐτονόητα, οὔτε δωρεάν, βρίσκονται ξανὰ σὲ θέση νὰ γεννήσουν ἥρωες.

Αὐτὸς εἶναι λοιπὸν ὁ νέος ὁρισμὸς τοῦ ἥρωα: Ὁ καθημερινὸς ἀγωνιστής, ποὺ κάθε μέρα, κάθε στιγμή, δίνει μὲ τὸ λόγο καὶ τὴν πράξη σημάδια ἑνὸς κόσμου ἀνθρωπιᾶς, ἐνάντια σὲ ὅσα ἀπάνθρωπα καὶ ντροπιαστικὰ ἔχουν ἀποδεχτεῖ οἱ ἄνθρωποι ὡς φυσιολογικὰ καὶ μοιραῖα. Ὁ ἁπλὸς ἄνθρωπος, ποὺ συνειδητὰ δὲν μπλέχτηκε στὶς διαδικασίες τῆς ἐξουσίας, προστατεύοντας τὴν ψυχή του ἀπὸ συμβιβασμούς, ψεύδη καὶ προδοσία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ φρόντισε νὰ κρατήσει τὴν ἀκοή του ζωντανὴ στὸ κάλεσμα τοῦ διπλανοῦ του καὶ τὴ ματιά του ἕτοιμη νὰ δεῖ τί συμβαίνει ἔξω ἀπὸ τὴν αὐλή του.

Σ’ αὐτὸν τὸν ἡρωισμὸ πρέπει νὰ ἀποφασίσουμε ἂν θὰ μυήσουμε τὰ παιδιά μας. Ἡ ἀπόφαση δὲν εἶναι εὔκολη, διότι τέτοιες ἐπιλογὲς μπορεῖ νὰ ἔχουν κόστος σ’ αὐτὸ ποὺ ὁ κόσμος ὀνομάζει «ἐπιτυχία». Μπορεῖ νὰ χρειαστοῦν κόπο, μπορεῖ νὰ ἀπαιτήσουν καὶ χρόνο, κυρίως ὅμως εἶναι βέβαιο πὼς θὰ στηριχτοῦν σὲ παράδειγμα προσωπικό. Σὲ κάθε περίπτωση, ἡ μύηση αὐτὴ θὰ εἶναι μακρόχρονη καὶ δύσκολη, διότι τὸ σύστημα ποὺ τὰ ἐκπαιδεύει ἔχει ὅλα τὰ μέσα νὰ διαμορφώνει ἕνα συγκεκριμένο τύπο ἀνθρώπου: Τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀποθεώσει τὸ ἀτομικὸ δικαίωμα, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει βάλει σὲ πρώτη προτεραιότητα τὴν ἀτομική του εὐχαρίστηση, τὸν ἄνθρωπο ποὺ θεωρεῖ ἥττα τὴν ἀδυναμία του νὰ καταναλώνει διαρκῶς, ὅλο καὶ περισσότερο. Εἶναι τὸ ἴδιο σύστημα ποὺ εἶναι σὲ θέση νὰ χλευάζει ὅλα ἐκεῖνα, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ βελτιώσουν τὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, τὴν καθημερινότητά μας, ἀκόμη καὶ τὴν πολιτική: Τὸ ταπεινὸ φρόνημα, τὴν περιστολὴ τῶν ἀναγκῶν, τὴν ἄσκηση, τὴν ἰσορροπία καὶ τὸ μέτρο.

Δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν πὼς ἕνας τέτοιος προσανατολισμὸς δὲν θὰ βρεθεῖ ποτὲ σὲ θέση νὰ ἐπηρεάσει τὶς δομὲς ἐξουσίας αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Κι ὅμως! Ὅλα δείχνουν πὼς τὰ τραγικὰ ἐλλείμματα ἀνθρώπων σὲ ὅλες τὶς θέσεις ἐξουσίας ἔχουν τὴ ρίζα τους στὴν ἔλλειψη ποιοτικῶν ἀνθρώπων μέσα στὸ μεγάλο σύνολο τῶν καθημερινῶν ἀνθρώπων. Ἀκόμη καὶ ἀρετὲς ἢ πρακτικές, ποὺ μάθαμε νὰ τὶς συνδέουμε μόνο μὲ τὴ θρησκεία, ὅπως ἡ νηστεία, ἡ καθημερινὴ μάχη μὲ τὰ φαινομενικὰ ἀσήμαντα ἀλλὰ κατὰ βάθος καταστροφικὰ πάθη, ὁ περιορισμὸς τῆς ἀπληστίας, τὸ πλάτεμα τῆς καρδιᾶς καὶ ὅλα τὰ συνακόλουθα, εἶναι σὲ θέση νὰ ἐμποτίσουν μὲ βαθιὰ πνευματικότητα τὰ σπίτια, τοὺς χώρους ἐργασίας, τὶς πόλεις, τὰ κόμματα, τὰ πάντα, καὶ νὰ διαμορφώσουν μιὰ νέα τάξη πραγμάτων, ἀποδεικνύοντας πὼς ἡ ἐφαρμογή τους ἀποτελεῖ κατ’ ἐξοχὴν πράξη πολιτική. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος, ποὺ δυσκολεύεται νὰ στερηθεῖ ἀκόμη καὶ λίγο κρέας ἢ νὰ παραχωρήσει δύο πόντους δικαιώματος στὸν ἀδελφό του, δὲν εἶναι λογικὸ πώς, ὑπὸ τὶς κατάλληλες συνθῆκες, θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς σκληρόκαρδους, ποὺ σήμερα ἀποφασίζουν γιὰ μᾶς;

Εἶναι ζωτικῆς σημασίας θέμα νὰ ἐκτιμήσουμε τὴν ἀσκητικὴ παράδοση τῆς πίστης μας, ὄχι ὡς ἕνα ἀτομικὸ ἄθλημα ἢ ὡς τήρηση παρωχημένων πνευματικῶν κανόνων, ἀλλὰ ὡς μόρφωση, κοινωνικὴ καλλιέργεια καὶ ἀπόκτηση πολύτιμων δεξιοτήτων, ἐφάμιλλων ὅλων τῶν πτυχίων καὶ τῶν διδακτορικῶν. Ἂν μάλιστα τὴν πεποίθηση αὐτὴ τὴ συνδυάσουμε μὲ τὴν πληροφόρηση γιὰ τὸ πόσο ἐπίμονα, ἀκόμη καὶ οἱ πιὸ ἀνταγωνιστικὲς ἐπιχειρήσεις, ἐπιζητοῦν ἀνθρώπους συνεπεῖς, ἀνθεκτικοὺς στὴ διαφθορά, εἰλικρινεῖς, πειθαρχημένους σὲ κανόνες καὶ δημιουργικοὺς στὴν ὑλοποίηση ὁραμάτων, ἱκανοὺς νὰ μιλήσουν μὲ εὐγένεια, νὰ ὀργανώσουν μιὰ ὁμάδα, νὰ ἐμπνεύσουν καὶ νὰ συμπαρασταθοῦν, τότε ἴσως καὶ νὰ χαλαλίσουμε λίγο περισσότερο χρόνο σὲ μιὰ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν μας συνδυασμένη μὲ πνευματικὲς ἐμπειρίες, συλλογικὲς δράσεις, περισσότερες συζητήσεις καὶ ὁπωσδήποτε ἐπικοινωνία μὲ ἀφοσίωση, συνέπεια καὶ σοβαρότητα.

Ἡ ἀλλαγὴ τῆς κοινωνίας ξεκινάει μέσα στὰ σπίτια μας. Οἱ αὐριανοὶ ἥρωες εἶναι τὰ σημερινὰ δικά μας παιδιά, ποὺ μᾶς παρατηροῦν καὶ περιμένουν ἀπὸ μᾶς τὴν καρδιά μας ὁλόκληρη. Ἀπὸ σήμερα, ἀπὸ τώρα ἀρχίζει νὰ χτυπιέται ὁ ἐγωισμὸς τῆς κοινωνίας τοῦ 2035, τοῦ 2040, τοῦ 2045. Ἡ ποιότητα τῶν μελλοντικῶν ἀρχόντων καθορίζεται ἀπὸ τὴ σημερινὴ σχέση μας μὲ τὰ παιδιά μας.

Ἴσως σᾶς φαίνεται ὑπερβολικό. Ὑπάρχει ὅμως καὶ μιὰ ὑποψία πὼς οἱ ἠθικὲς καὶ πνευματικές μας ἐπιλογὲς ἐπηρεάζουν πολὺ βαθύτερα τὶς κοινωνικὲς καὶ πολιτικὲς ἐξελίξεις καὶ πὼς ἡ ὕβρις τοῦ ἀπόλυτου ἐγωισμοῦ, ποὺ ἀπετέλεσε τὸ ἀπόλυτο ἰδεῶδες στὶς δεκαετίες τοῦ ΄80 καὶ τοῦ ΄90 παραβιάζει πνευματικοὺς νόμους, τῶν ὁποίων τὴν παραβίαση ἤδη πληρώνουμε καὶ σὲ ἀτομικὸ καὶ σὲ συλλογικὸ ἐπίπεδο. Τὴν ἀποδοχὴ αὐτῆς τῆς ὑποψίας ἀλλὰ καὶ μιᾶς ἄλλου εἴδους ἐλπίδας, τὴν ἀποθέτω σὲ σᾶς. Ἐγὼ ἁπλῶς καταγράφω ἕνα μικρὸ ἀπόσπασμα ἀπ’ τὴ διδασκαλία τοῦ Ἁγ. Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτη:

Ἐρώτηση: «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι οἱ ἐξουσίες τοῦ κόσμου ἔχουν ταχθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Πρέπει λοιπὸν νὰ δεχθοῦμε ὅτι κάθε ἄρχοντας ἢ βασιλεὺς ἢ ἐπίσκοπος προχειρίζεται στὸ ἀξίωμα αὐτὸ ἀπὸ τὸν Θεό;».

Ἀπόκριση: «Ὁ Θεὸς λέει στὸν Νόμο: «Θὰ σᾶς δώσω ἄρχοντες σύμφωνα μὲ τίς καρδιές σας.». Εἶναι λοιπόν φανερὸ ὅτι οἱ μὲν ἄρχοντες καὶ οἱ βασιλεῖς ποὺ εἶναι ἄξιοι αὐτῆς τῆς τιμῆς προχειρίζονται στὸ ἀξίωμα αὐτὸ ἀπὸ τὸν Θεό. Οἱ ἄλλοι πάλι ποὺ εἶναι ἀνάξιοι προχειρίζονται κατὰ παραχώρηση ἢ καὶ βούληση τοῦ Θεοῦ σὲ ἀνάξιο λαὸ ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἀναξιότητάς των. Καὶ ἄκουσε σχετικὰ μιὰ διήγηση: Ὅταν εἶχε γίνει βασιλεύς ὁ Φωκᾶς ὁ τύραννος καὶ ἄρχισε ἐκεῖνες τὶς αἱματοχυσίες μὲ τὸν Βονόσο τὸν δήμιο, ὑπῆρχε κάποιος μοναχὸς στὴν Κωνσταντινούπολη, ἅγιος ἄνθρωπος, ποὺ ἔχοντας πολλὴ παρρησία πρὸς τὸν Θεό, σὰν νὰ δικαζόταν μὲ τὸν Θεό, Τοῦ ἔλεγε μὲ ἁπλότητα: «Κύριε, γιατί μᾶς ἔστειλες τέτοιον βασιλέα;». Καὶ τότε, ἀφοῦ τὸ ἔλεγε αὐτὸ γιὰ ἀρκετὲς ἡμέρες, τοῦ ἦλθε φωνὴ ἐκ Θεοῦ ποὺ ἔλεγε: «Διότι δὲν βρῆκα ἄλλον χειρότερο.».

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Δυὸ στάλες κουράγιο γιὰ συντρόφους καὶ γονεῖς», ἐκδ. “Ἀρχονταρίκι”

Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“Σημαιοφόρος Τάκης Παπαγιαννόπουλος”) είναι έργο της Θάλειας Φλωρά-Καραβία.

https://antifono.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου