Κυριακή 18 Απριλίου 2021

Αγ. Γρηγόριος Νύσσης - Περί της κατασκευής του ανθρώπου (2)

 Συνέχεια από: Σάββατο, 17 Απριλίου 2021

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο

Γιατί επλάσθηκε μετά την κτίσιν τελευταίος ο άνθρωπος

Πράγματι το μέγα τούτο και πολύτιμο αγαθό, ο άνθρωπος, δεν υπήρχε μέσα στον κόσμο των όντων. Δεν ήταν φυσικό βέβαια να φανεί ο άρχων πριν από τους αρχομένους· όταν όμως ετοιμάσθηκε η αρχή πρώτα, ήταν επόμενο να αναδειχθεί και ο βασιλεύς. Αφού λοιπόν ο ποιητής του παντός προευτρέπισε ένα είδος βασιλικού ανακτόρου για τον μέλλοντα να βασιλεύσει κι’ αυτό ήταν η γη και οι νήσοι και η θάλασσα και επάνω από αυτά ο ουρανός κυρτούμενος σαν οροφή, αποτέθηκε ποικίλος πλούτος σ’ αυτά τα ανάκτορα· εννοώ δε πλούτο όλη την κτίση, τόσο τα φυτά και τα βλαστήματα, όσο και τα αισθητικά και έμπνοα και έμψυχα, αν χρειάζεται θα συμπεριλάβω στον πλούτο και τις ύλες που λόγω της έγχρωμης ιδιότητός τους νομίζονται από τους ανθρώπινους οφθαλμούς πολύτιμες, όπως είναι ο χρυσός και ο άργυρος και οι λίθοι τούτοι που αγαπούν οι άνθρωποι. Όλων αυτών την αφθονία έκρυψε ο ποιητής σαν σε βασιλικά θησαυροφυλάκια, κι’ έπειτα αναδεικνύει στον κόσμο τον άνθρωπο, ώστε να γίνει σε μερικά από τα θαύματα που υπάρχουν σ’ αυτόν θεατής και σε άλλα κύριος· έτσι δια της απολαύσεως θα έχει τη σύνεση του χορηγού, δια του κάλλους και του μεγέθους των βλεπομένων θα ανιχνεύει την άρρητη και υπεράνω λόγου δύναμιν του ποιητού.

Γι’ αυτό ο άνθρωπος εισήχθηκε στην ύπαρξη τελευταίος μετά την άλλη κτίσιν, όχι με την έννοια ότι ως απόβλητος απορρίφθηκε στα έσχατα, αλλά με την έννοια ότι εταίριαζε να είναι βασιλεύς των κατωτέρων του ευθύς από τη γένεσή του. Ο αγαθός οικοδεσπότης δεν έχει μέσα τον εστιώμενο πριν από το μαγείρευμα των φαγητών, αλλά αφού ευπρεπίσει τα πάντα και λαμπρύνει τον οίκο με τα κατάλληλα στολίδια, τα καθίσματα, την τράπεζα, τότε φέρει στην αίθουσα τον συνδαιτυμόνα, αφού είναι πλέον έτοιμα όλα τα αναγκαία για την τροφή· κατά τον ίδιο τρόπο ο πλούσιος και πολυτελής της φύσεώς μας εστιάτωρ, αφού εστόλισε με παντοειδή κάλλη την κατοίκησιν κι' ετοίμασε τούτη τη μεγάλη και παντοειδή πανδαισία, τότε εισάγει τον άνθρωπο, δίδοντας του έργο όχι την απόκτηση των μη προσόντων, αλλά την απόλαυση των παρόντων. Και γι’ αυτό καταβάλλει διπλές αφορμές, αναμιγνύοντας το θείο και το γήινο. Έτσι με τις δυο αυτές καταβολές θα διάκειται συγγενώς και οικείως προς καθεμιά από τις δυο απολαύσεις· απολαύοντας του μεν Θεού δια της θειοτέρας φύσεως, των δε αγαθών της γης δια της ομογενούς αισθήσεως.

(Συνεχίζεται)

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Βʹ.

Διὰ τί μετὰ τὴν κτίσιν τελευταῖος ὁ ἄνθρωπος.


Οὔπω γὰρ τὸ μέγα τοῦτο καὶ τίμιον χρῆμα ὁ ἄνθρωπος τῷ κόσμῳ τῶν ὄντων ἐπεχωρίαζεν. Οὐδὲ γὰρ ἦν εἰκὸς τὸν ἄρχοντα πρὸ τῶν ἀρχομένων ἀναφανῆ ναι, ἀλλὰ τῆς ἀρχῆς πρότερον ἑτοιμασθείσης, ἀκόλουθον ἦν ἀναδειχθῆναι τὸν βασιλεύοντα, ἐπειδὴ τοίνυν οἷόν τινα βασίλειον καταγωγὴν τῷ μέλλοντι βασιλεύειν ὁ τοῦ παντὸς ποιητὴς προηυτρέπισεν. Αὕτη δὲ ἦν γῆ τε καὶ νῆσοι, καὶ θάλαττα, καὶ οὐρανὸς ὑπὲρ τούτων ὀρόφου δίκην ἐπικυρτούμενος· πλοῦτος δὲ παντοδαπὸς τοῖς βασιλείοις τούτοις ἐναπετέθη. Πλοῦτον δὲ λέγω πᾶσαν τὴν κτίσιν, ὅσον ἐν φυτοῖς καὶ βλα στήμασι, καὶ ὅσον αἰσθητικόν τε καὶ ἔμπνουν καὶ ἔμψυχον. Εἰ δὲ χρὴ καὶ τὰς ὕλας εἰς πλοῦτον καταριθμήσασθαι, ὅσαι διά τινος εὐχροίας τίμιαι τοῖς ἀνθρωπί νοις ὀφθαλμοῖς ἐνομίσθησαν, οἷον χρυσίον τε καὶ ἀρ γύριον, καὶ τῶν λίθων δὴ τούτων ἃς ἀγαπῶσιν οἱ ἄνθρωποι· καὶ τούτων πάντων τὴν ἀφθονίαν καθάπερ τισὶ βασιλικοῖς θησαυροῖς τοῖς τῆς γῆς κόλποις ἐγ κατακρύψας, οὕτως ἀναδείκνυσιν ἐν τῷ κόσμῳ τὸν ἄνθρωπον, τῶν ἐν τούτῳ θαυμάτων, τῶν μὲν θεατὴν ἐσόμενον, τῶν δὲ κύριον, ὡς διὰ μὲν τῆς ἀπολαύσεως τὴν σύνεσιν τοῦ χορηγοῦντος ἔχειν, διὰ δὲ τοῦ κάλλους τε καὶ μεγέθους τῶν ὁρωμένων τὴν ἄῤῥητόν τε καὶ ὑπὲρ λόγον τοῦ πεποιηκότος δύναμιν ἀνιχνεύειν.

Διὰ ταῦτα τελευταῖος μετὰ τὴν κτίσιν εἰσήχθη ὁ ἄνθρωπος, οὐχ ὡς ἀπόβλητος ἐν ἐσχάτοις ἀποῤῥιφεὶς, ἀλλ' ὡς ἅμα τῇ γενέσει βασιλεὺς εἶναι τῶν ὑποχειρίων προσήκων. Καὶ ὥσπερ τις ἀγαθὸς ἑστιάτωρ οὐ πρὸ τῆς παρασκευῆς τῶν ἐδωδίμων τὸν ἑστιώμε νον εἰσοικίζεται, ἀλλ' εὐπρεπῆ τὰ πάντα παρασκευά σας, καὶ φαιδρύνας τοῖς καθήκουσι κόσμοις τὸν οἶ κον, τὴν κλισίαν, τὴν τράπεζαν, ἐφ' ἑτοίμοις ἤδη τοῖς πρὸς τὴν τροφὴν ἐπιτηδείοις, ἐφέστιον ποιεῖται τὸν δαιτυμόνα· κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον ὁ πλούσιός τε καὶ πολυτελὴς τῆς φύσεως ἡμῶν ἑστιάτωρ παντοίοις κάλλεσι κατακοσμήσας τὴν οἴκησιν, καὶ τὴν μεγάλην ταύτην καὶ παντοδαπῆ πανδαισίαν ἑτοιμασάμενος, οὕτως εἰσάγει τὸν ἄνθρωπον, ἔργον αὐτῷ δοὺς οὐ τὴν κτῆσιν τῶν μὴ προσόντων, ἀλλὰ τὴν ἀπόλαυσιν τῶν παρόντων. Καὶ διὰ τοῦτο διπλᾶς αὐτῷ τῆς κατα σκευῆς τὰς ἀφορμὰς καταβάλλεται, τῷ γηΐνῳ τὸ θεῖον ἐγκαταμίξας· ἵνα δι' ἀμφοτέρων συγγενῶς τε καὶ οἰκείως πρὸς ἑκατέραν ἀπόλαυσιν ἔχῃ τοῦ Θεοῦ μὲν διὰ τῆς θειοτέρας φύσεως, τῶν δὲ κατὰ τὴν γῆν ἀγα θῶν διὰ τῆς ὁμογενοῦς αἰσθήσεως ἀπολαύων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου