Τετάρτη 21 Απριλίου 2021

Οι πανανθρώπινες πηγές του ιδεαλισμού (3)

 Συνέχεια από Τρίτη 13 Απριλίου 2021

Pawel Florenski

Εισαγωγική διάλεξη στην Πνευματική Ακαδημία της Μόσχας, στις 17 Νοέμβρη 1908

Οι πανανθρώπινες πηγές τού ιδεαλισμού 

Ο λαός έβλεπε και βλέπει, και αυτό όχι σπάνια, αγγέλους μέσα στα βότανα, τα άνθη και τα πουλιά. «Υπάρχει ένα βότανο με το όνομα Αρχάγγελος», λέει το βιβλίο για τα βότανα, «είναι μικρό, έχει γύρω γύρω εννέα φύλλα, μυτερά σαν βέλη, τετράχρωμα: λιλά, πράσινο, κόκκινο, μπλε. Αυτό το βότανο είναι πολύ καλό: όποιος το κόψει με την βοήθεια ενός χρυσού ή αργυρού νομίσματος, και το φοράει πάνω του, δεν έχει ανάγκη να φοβάται τίποτα. Ούτε τον διάβολο, ούτε την νύχτα, ούτε κακούς ανθρώπους». Τα περιστέρια τα ονομάζουν «Αγγέλους του Θεού». Είναι ιερά πουλιά. Είναι μεγάλη αμαρτία να τα σκοτώσεις. Η μέλισσα είναι «υπηρέτρια του Θεού», «το ζωάκι του Θεού». Είναι σύμβολο καθαρότητας και συντροφεύει μόνο δίκαιους και καθαρούς ανθρώπους, που ζουν εν ειρήνη με την οικογένεια τους. Όπως είναι γνωστό, «η μέλισσα τσιμπά μόνο τους αμαρτωλούς». Στην επαρχία Κόστρομα διδάσκουν τα παιδιά: «όταν η αγελαδίτσα του Θεού (ακούστε ονομασία για ένα μικρό σκαραβαίο) καθίσει πάνω στο χέρι σου, μην το διώξεις, μην το πονέσεις, σήκωσε το δακτυλάκι σου ψηλά και τραγούδησε:
Αγελαδίτσα του Θεού,
Πέτα στον ουρανό,
Εκεί είναι ζεστά
Εδώ κάνει κρύο,
Τότε ανοίγει τα φτερά του και πετά μακρυά.»

Τι άβυσσος χωρίζει αυτόν τον σεβασμό προς όλα, από την αηδία προς όλα, που τόσο δύσκολα ξεχωρίζει από την διανόηση!

Όλη η φύση έχει ψυχή, είναι ζωντανή, ως όλο και επιμέρους. Όλα είναι συνδεδεμένα με μυστικούς δεσμούς, όλα αναπνέουν μαζί. Παντού ενάντιες και ευεργετικές επιδράσεις. Τίποτα δεν υπάρχει χωρίς να επιδρά ή να δέχεται επίδραση. Στην βάση όλων των επιδράσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των πραγμάτων-όντων -ψυχών βρίσκεται ένα είδος τηλεπάθειας, κάτι που δρα από μέσα, μια συν-παθητική συγγένεια. Οι ενέργειες των πραγμάτων ρέουν προς και μέσα στα άλλα πράγματα, κάθε πράγμα ζει μέσα σε όλα, και όλα ζουν στο κάθε ένα. Ακούστε μόνο πως μιλά ο αγρότης με το ζώο, με το δέντρο, με το πράγμα, με όλη την φύση: μιλά στοργικά, παρακαλεί, εξορκίζει, βρίζει, καταριέται, μιλά μαζί της, θυμώνει, κάποτε την μισεί κιόλας. Ζει σε στενή σχέση με την φύση, μάχεται μαζί της, ταπεινώνεται μπροστά της. Ένα χορταράκι δεν είναι απλά χορταράκι, είναι κάτι πιο σημαντικό, ένας κόσμος ολόκληρος. Και αυτός ο κόσμος κοιτάει με βαθιά μαγικά μάτια τους άλλους κόσμους. Όλα τα πράγματα αλληλοκοιτάζονται, κατά χιλιάδες κατοπτρίζουν το ένα το άλλο. Όλα τα πράγματα είναι κέντρα ακτινοβολίας μυστικών δυνάμεων. Αυτές οι μαύρες ακτίνες, τα νήματα αυτά της μοίρας, διασταυρώνονται, διαπλέκονται, και ενώνονται με νέα κέντρα, κατά κάποιο τρόπο με νέες εκφάνσεις της φύσης, που πότε αποκαλύπτονται, πότε εξαφανίζονται, πότε εισέρχονται στο οπτικό πεδίο της καθημερινότητας, πότε κρύβονται πίσω από ένα πέπλο, ή βυθίζονται στην σκοτεινιά της νύχτας. Είναι αναρίθμητα τα πλάσματα-πνεύματα του δάσους, των αγρών, των σπιτιών, των αποθηκών, rusalkas, schischigas, kikimoras, κτλ. Είναι οι σωσίες των πραγμάτων, των τόπων, των στοιχείων, τα ένσαρκα και άσαρκα, καλά και κακά στοιχεία τους. Είναι numina-nomina-omina rerum. Είναι πάνω απ’ όλα ζωντανά πλάσματα. Προστατεύουν και εναντιώνονται στον άνθρωπο. Πότε επιστρέφουν πίσω στα στοιχεία από τα οποία προήλθαν, συντήκονται με αυτά και γίνονται απρόσωπα μέχρι σημείου να γίνουν απλές ποιητικές εκφάνσεις των στοιχείων αυτών. Πότε βγαίνουν, βάζουν εκ νέου την μάσκα της αυτονομίας, μιλούν με την δική τους γλώσσα, που πολλές φορές είναι κατανοητή από τους ανθρώπους, ή ίσως αθόρυβα μέσω τηλεπαθητικής υποβολής μιλούν κατευθείαν στην ψυχή του ανθρώπου, απαιτούν τροφή για τον εαυτό τους, εκτελούν καθημερινές εργασίες, παντρεύονται και κάνουν σχέδια, τρώνε, πίνουν, κοιμούνται, τσακώνονται και χτυπιούνται μεταξύ τους, γελούν και κλαίνε, χαίρονται και λυπούνται, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν. Όπως οι σκιές των δαυλών που καπνίζουν, πηγαινοέρχονται οι ψυχές και οι σωσίες των πραγμάτων, μεταβάλλουν την όψη τους, εξέρχονται από το σκοτάδι, και εξαφανίζονται πάλι μέσα σ’αυτό. Μεγαλώνουν, μικραίνουν, αποκτούν σχήμα και θολώνουν πάλι. Νομίζεις συνεχώς, τώρα θα τα συγκρατήσω με το βλέμμα μου! Αλλά όχι! Διαχέονται, και αυτό που μένει είναι το συνηθισμένο, καθημερινό. Στρέφεις αλλού το βλέμμα, και να τα πάλι. Αυτά τα απρόβλεπτα πνεύματα, αυτοί οι περίεργοι χωρατατζήδες. Κανένας δεν μπορεί να τους περιγράψει επακριβώς, κανένας δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι πρόσωπα έχουν. Μερικές φορές εμφανίζονται χωρίς πρόσωπο: στην θέση του προσώπου χάσκει το κενό της νύχτας. Όλη η πραγματικότητα εμφανίζεται σε ένα περίεργα φωσφορίζον φως, αποκτά βάθος από ένα για την διάνοια άγνωστο μισοσκόταδο. Κάθε πράγμα γίνεται κάτι παραπάνω από ότι είναι, παρατηρούμενο εμπειρικά. Από παντού πρέπει να περιμένεις το θαυμαστό. Τίποτα δεν μπορεί να καθοριστεί οριστικά. Αυτός ο κόσμος είναι ένα σχεδόν-Είναι, που πάντα ρέει, πάντα ενεργεί, πάντα συνταράσσεται. Και πίσω του, πίσω από το περίγραμμα του, που σαν ζεστός αέρας σε ζεστό μεσημέρι πάνω από την γη τρέμει, βλέπει το προσεκτικό μάτι την άλλη πραγματικότητα.

Εκεί στριφογυρίζει ο άνεμος και στροβιλίζει το χιόνι σε στήλες. Αλλά αυτό δεν είναι μόνο άνεμος. εκεί γιορτάζει η μάγισσα τον βρώμικο γάμο της με τον διάβολο. Εύκολα μπορούμε να πεισθούμε γι’ αυτό: πέτα ένα μαχαίρι στον στρόβιλο, και θα δεις πως θα το τραβήξει μέσα, πως χορεύει και μετά πέφτει ματωμένο από ακάθαρτο αίμα. Το «μαχαίρι που μάτωσε μέσα στον στρόβιλο» δεν είναι κανένα απλό μαχαίρι. Μ’ αυτό μπορεί κανείς να εξαφανίσει τα σημάδια αίματος από το χιόνι, που άφησε μια κοπέλα, ή να κάνει άλλα ανήκουστα μαγικά. Και παραπέρα: πάνω στο σπίτι μιας χήρας πέφτει βροχή από χρυσές αχτίδες. Αλλά αυτές δεν είναι απλές αχτίδες, όπως δεν ήταν μια απλή χρυσή βροχή, αυτή που έπεσε πάνω στην Δανάη. Αυτές οι αχτίδες είναι φτερωτό φίδι, που μεταμορφώνεται στην μορφή του νεκρού άνδρα της οικοδέσποινας, έχει σαρκική επαφή μαζί της και της στέλνει χρήματα. Από την ένωση μιας γυναίκας με μια μη γήινη δύναμη προέρχεται –φυσικά!
 ένα ανάπηρο, όμοιο με ζώο παιδί. Ένα μέρος του σώματος του προέρχεται από κάποιο ζώο. Και ποιος ξέρει τι άλλο υπάρχει στον κόσμο. 

Όλα όσα βλέπει το μάτι έχουν την μυστική σημασία τους, μια διπλή ύπαρξη, μια άλλη ουσία πέραν της εμπειρικής. Όλα μετέχουν ενός άλλου κόσμου. Ο άλλος κόσμος έχει σε όλα την σφραγίδα του.

Ο πατήρ Christoforo Borri, αναφέρει πως ιεραπόστολοι στη Cochinchina, προσπάθησαν να αμφισβητήσουν τις θυσίες σε μια ιεροτελεστία, ρωτώντας ποια η ταυτότητα του κρέατος πριν και μετά την θυσία. Εξευτελίστηκαν όμως από την βαθυστόχαστη απάντηση των αυτοχθόνων, ότι τα πνεύματα προσλαμβάνουν την αόρατη ουσία του κρέατος, ενώ στους προσευχόμενους αφήνουν το υλικό μέρος. Αυτή η θεώρηση, ότι όλα τα πράγματα έχουν διπλή φύση, είναι πανανθρώπινη. Όπως το χαλίκι με το τσιμέντο, όλο το Είναι είναι αναμεμιγμένο με το επέκεινα, και αυτό το διατηρεί στην ύπαρξη. Δεν υπάρχει απλά το φαγητό, η αρρώστια, η ενδυμασία, η φωτιά, η κατοικία. Όλα είναι απλά και σύνθετα. Όλα καθημερινά και μη-καθημερινά. Ο ωκεανός του αγνώστου σπάει τα κύματα του στην καθημερινότητα. Ο άνθρωπος βυθίζει τις ρίζες του και σε άλλα εδάφη εκτός από αυτό εδώ. Οι αισθήσεις του οξύνονται, η ψυχή του γίνεται δεκτική και γνωρίζει και αντιλαμβάνεται,

Αυτά που για τους άλλους μένουν κρυφά,

Αυτά, που μια λόγω σκέψης αδυνατισμένη ψυχή, δεν βλέπει. Το μυστικό εισδύει στην καθημερινότητα. Η καθημερινότητα γίνεται μέρος του μυστικού.

Μια μη γήινη δύναμη ανακατεύεται με τους θορύβους της νύχτας, με το ουρλιαχτό του ανέμου, με το θρόισμα του δάσους, με την κραυγή των πουλιών της νύχτας, με όλη την φύση. Περπατάς βράδυ κατά μήκος του ποταμού: ένα ψάρι πηδά από το νερό, ο θάμνος τρίζει, τα καλάμια βουίζουν. Ένα ποντίκι ορμά προς το νερό, όπως και ένας αγρότης. Μάταια προσπαθείς να ησυχάσεις. Μπορείς να είσαι βέβαιος, η καρδιά σου δεν χτυπά χωρίς λόγο: αυτός είναι ο «άνθρωπος του νερού», που καταδύεται στο σκοτεινό υγρό στοιχείο. Ή στο δάσος, ένα τρίξιμο, ένα γέλιο, τα φύλλα που πέφτουν. Και άλλες φορές ένα παραπονιάρικο κλάμα σαν από ένα παιδί, ένας αναστεναγμός, τρίξιμο και πάλι γέλια. Ή κάπου καίει φωτιά, και δίπλα κάθεται ένας άνδρας. Και ξαφνικά παίρνει ολόκληρη την φωτιά και τρέχει μέσα στο δάσος κρατώντας ένα τεράστιο φλεγόμενο δέντρο! Εκεί μπορεί να φοβηθείς. Και αν αμφιβάλλεις, δεν σου έρχεται ο λογισμός, πως αυτός είναι ο «βασιλιάς του δάσους»; Προσπάθησε μια φορά να ουρλιάξεις όσο δυνατά μπορείς. Αν έρθει η ηχώ, μπορείς να είσαι βέβαιος: είτε σου απαντά ο διάβολος, είτε κάποιο πνεύμα του δάσους, του αγρού, του ποταμού.

Σαν μια μυστηριώδης σκιά, ακολουθεί αυτή η αινιγματική δύναμη το συνηθισμένο, κρύβεται μέσα στο καθημερινό, αγγίζει το φυσικό. Στην αρχή δεν το παρατηρείς, και μόνο η καρδιά, που τα γνωρίζει όλα, αρχίζει να χτυπά πιο δυνατά. Τα παρακάλια δεν την φοβίζουν: δεν είναι σαν τον διάβολο, δεν είναι κακή δύναμη. Δεν την αγγίζουν. Φοβάται μόνο τις άγριες, μαύρες κατάρες -τους διαβόλους- και τις κατάρες της μάνας. Η άλλη δύναμη, που κρύβεται πίσω από το γήινο, εμφανίζεται κάποτε εντελώς ξαφνικά. Σηκώνεται, ορθώνεται και ουρλιάζει: «εδώ είμαι!», και κρύβεται πάλι. Μόνο στην καρδιά έχει μείνει μια αίσθηση τρόμου.

(Συνεχίζεται)


Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου