Κυριακή 4 Απριλίου 2021

Η εποχή των μάγων(7)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΗΣ

Η εποχή των  μάγων

Η μεγάλη δεκαετία της φιλοσοφίας

1919-1929

Wolfram Eilenberger

Εκδόσεις Klett-Cotta, 2018

Ι. Πρόλογος-Οι μάγοι

Που είναι ο Benjamin;

Χρειάζεται έναν σκοπό η ζωή μου;

Η διασπορά τών θεμάτων με τα οποία καταπιάνεται ο Benjamin, που θα μπορούσε να αποδοθεί σε ένα ηλίθιο, ακολουθεί στην πραγματικότητα μια δική του μέθοδο γνώσης. Αυτός ο τρόπος προσέγγισης οξύνεται με μια αυξανόμενη πεποίθηση, πως ακριβώς οι περιθωριακές, και συνεπώς κατά κανόνα ξεπερασμένες εκφράσεις, αντικείμενα και πρόσωπα, φέρουν την πραγματική ουσία του κοινωνικού συνόλου. Οι εικόνες σκέψης του Benjamin που μέχρι σήμερα εκτιμώνται, όπως στα έργα του «Μονόδρομος» (Einbahnstraße, 1928) ή «Παιδικά χρόνια στο Βερολίνο γύρω στο 1900» (Berliner Kindheit um Neunzehnhundert), είναι διαποτισμένα τόσο από τα ποιήματα του αργόσχολου Baudelaire όσο και από την προτίμηση για τους περιθωριακούς των μυθιστορημάτων του Dostojewski ή από τον αγώνα τού Proust για την μνήμη. Όλα αυτά μαρτυρούν μια ρομαντική τάση για το προσωρινό και λαβυρινθώδες, αλλά προς τις εσωτεριστικές τεχνικές ερμηνείας από την ιουδαϊκή Kabbala. Όλα αυτά υπογραμμισμένα είτε με τον μαρξιστικό υλισμό είτε τον ιδεαλισμό της φυσικής φιλοσοφίας του Fichte και του Schelling. Τα κείμενα του Benjamin δοκιμάζουν την γέννηση ενός νέου τρόπου γνώσης που προέρχεται από τον χαρακτηριστικό για την εποχή ιδεολογικό αποπροσανατολισμό. Οι πρώτες γραμμές του αυτοβιογραφικού του έργου «Παιδικά χρόνια στο Βερολίνο γύρω στο 1900» (εκδόθηκε μετά θάνατον) διαβάζονται σαν μια παιχνιδιάρικη εισαγωγή στην μέθοδο του:

«Το να μην τα βρίσκεις σε μια πόλη δεν σημαίνει πολλά πράγματα. Όμως, να χάνεσαι σε μια πόλη, όπως χάνεσαι μέσα σε ένα δάσος, απαιτεί εκπαίδευση. Τα ονόματα των δρόμων πρέπει στην περίπτωση αυτή να μιλούν στον περιπλανώμενο όπως το τρίξιμο των ξερών κλαδιών, και οι μικροί δρόμοι στο εσωτερικό της πόλης να του αντικατοπτρίζουν τις ώρες της ημέρας, τόσο ξεκάθαρα όσο και το κοίλωμα ενός βουνού. Την τέχνη αυτή, την έμαθα αργά. Αυτή εκπλήρωσε το όνειρο, από το οποίο ήταν καμωμένα τα πρώτα ίχνη των λαβυρίνθων στα σβησμένα φύλλα των τετραδίων μου…»

Μέσα ακριβώς στο χρονικά ανολοκλήρωτο, στην ακραία ποικιλία και την γεμάτη πραγματικότητα αντιφατικότητα του γραψίματός του, βλέπει τον μοναδικό ακόμα διαθέσιμο δρόμο προς την αληθινή γνώση τού κόσμου, και με τον τρόπο αυτό του εαυτού του. Για να το πούμε με τις περιπλεγμένες λέξεις τού «Κριτικού της γνωσιολογίας προλόγου» από τό έργο του «Καταγωγή του γερμανικού δράματος» (Ursprung des deutschen Trauerspiels): οι φιλοσοφούντες πρέπει να έχουν διαρκώς ως στόχο, να δώσουν τη δυνατότητα νά αναδυθεί, «από τα απομακρυσμένα άκρα, τις φαινομενικές υπερβολές της ανάπτυξης, η διαμόρφωση της ιδέας ως μια ολότητα χαρακτηριζόμενη από τις αντιθέσεις αυτές, που προκύπτουν από τη δυνατότητα μιας λογικής συνύπαρξης αυτών των αντιθέσεων». Η παρουσίαση αυτή μιας ιδέας όμως δεν μπορεί, σύμφωνα με τον Benjamin, «σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί επιτυχημένη, για όσο ο κύκλος των άκρων, που είναι δυνατόν να υπάρχουν μέσα σε αυτήν, δεν έχει περπατηθεί εικονικά (virtuell12.

Αυτό είναι, προφανώς, κάτι πολύ περισσότερο από μια περίεργη θεωρία της γνώσης. Ένα προσχέδιο (πρόγραμμα) ύπαρξης (Existenzentwurf) είναι αυτό που μετατρέπει την πρωταρχική ερώτηση του Kant «Τι είναι ο άνθρωπος;» κατευθείαν στην ερώτηση «Πως πρέπει να ζω;». Γιατί αυτό που ισχύει στην φιλοσοφική τέχνη αναπαράστασης μιας ιδέας, ισχύει για τον Benjamin, με τον ίδιο τρόπο, και στην τέχνη του ζειν. Ο ελεύθερος άνθρωπος, που διψά για γνώση, πρέπει με κάθε του ίνα «να συμμετάσχει στα απομακρυσμένα μεταξύ τους άκρα», και «δεν μπορεί να θεωρήσει ως επιτυχημένο» τον εαυτό του μέσα στην ύπαρξη του, εάν δεν περπάτησε ή τουλάχιστο δοκίμασε όλα τα πιθανά άκρα.

Ο δρόμος του Benjamin προς τη γνώση, όπως και το προσχέδιο ύπαρξης το οποίο ακολουθεί, αποτελούν ακόμα ένα άκρο, μέσα σε εκείνη τήν χαρακτηριστική για την εποχή γεμάτη ένταση συνθήκη, η οποία κινητοποιεί και γονιμοποιεί, κατά τη δεκαετία του 1920 και τον Wittgenstein, τον Cassirer και τον Heidegger. Στη θέση του ιδανικού μιάς λογικά εξηγημένης δομής του κόσμου, τοποθετεί την διερεύνηση της αντιφατικής ταυτοχρονίας. Εκεί όπου ο Cassirer προσπαθεί πάνω στη βάση τής επιστημονικά καθορισμένης έννοιας του συμβόλου να επιτύχει την ενότητα ενός πολυφωνικού συστήματος, ο Benjamin βάζει τη βούληση για τις πλούσιες σε αντιθέσεις, αιώνια δυναμικές συγκυρίες προς γνώση. Και στη θέση του χαϊντεγκεριανού φόβου του θανάτου βάζει το ιδανικό μιας μέθης που πανηγυρίζει τη στιγμή και της υπερβολής ως συνθήκη της αληθινής αίσθησης. Όλο αυτό υπογραμμισμένο με μια θρησκευτικά φορτισμένη ιστορία της φιλοσοφίας, που αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο της σωτηρίας, χωρίς να αναδεικνύει αυτή τη συνθήκη σωτηρίας με την χυδαία-μαρξιστική έννοια, ή έστω να μπορεί να την προβλέψει.

Η ενός ανδρός δημοκρατία

Σε αυτή την προσπάθεια να φέρει σε αρμονία την πράξη και την σκέψη, ο Benjamin ζει κατά τη δεκαετία του 1920, πνευματικά και σωματικά μετακινούμενος πάνω στον άξονα Παρίσι-Βερολίνο-Μόσχα, βρισκόμενος σε μια εγγύς στην κατάθλιψη προσμονή της ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Η συνεπής τάση του προς αυτό-αποδόμηση—πόρνες, καζίνο, ναρκωτικά—πάει παράλληλα με φάσεις τεράστιας παραγωγικότητας και ιδιοφυιών εκρήξεων. Όπως και η δημοκρατία της Βαϊμάρης, ο Benjamin δεν αναζητά κάποια μεσαία εξισορρόπηση. Το προς ανίχνευση αληθινό-ακόμα και του εαυτού του- βρίσκεται γι’ αυτόν στις μεγάλης έντασης ακραίες περιοχές τού Είναι και της σκέψης.

Η Άνοιξη του 1929 αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας συγκυρίας, που καθόριζε τη ζωή του Benjamin τα τελευταία δέκα χρόνια13. Όπως πάντα, απλώς λίγο παραπάνω: βιώνει πως είναι διχασμένος μεταξύ τουλάχιστο δυο γυναικών (Dora και Asja), δυο πόλεων (Βερολίνου και Μόσχας), δυο κλήσεων (δημοσιογράφος και φιλόσοφος), δυο καλύτερων φίλων (τον ιουδαϊστή Gershom Scholem και τον κομμουνιστή Bertolt Brecht), δυο μεγάλων προγραμμάτων (ίδρυση περιοδικού και αρχή ενός νέου κύριου έργου, με τον τίτλο Passagen-Werk), όπως και ένα σωρό προπληρωμένες παραγγελίες τις οποίες έπρεπε να παραδώσει. Αν υπάρχει ένας διανοούμενος, στη βιογραφία του οποίου αντικατοπτρίζονται οι εντάσεις της εποχής, τότε αυτός είναι ο Walter Benjamin το 1929. Είναι η Βαϊμάρη μέσα σε ένα άνδρα. Δεν μπορούσε δηλαδή να πάει καλά το πράγμα. Όπως και έγινε. Στο κάτω-κάτω μιλούμε για ένα άνθρωπο, που σύμφωνα με δική του μαρτυρία, δεν ήταν σε θέση «να φτιάξει ένα φλυτζάνι τσάι» (πράγμα για το οποίο φυσικά  το φταίξιμο είναι στη μάνα του).

Η απόφαση του Benjamin, να δυσφημήσει και να εγκαταλείψει τον μοναδικό άνθρωπο στον οποίο μέχρι τότε μπορούσε οπωσδήποτε να στηριχτεί, σηματοδοτεί την αποφασιστική στροφή στη βιογραφία του. Πράγμα που η παθούσα βλέπει πολύ πιο καθαρά από τον φιλόσοφο. Για τον λόγο αυτό, μέσα στη μεγάλη της ανησυχία, η Dora Benjamin αποτείνεται στον κοινό τους φίλο, Gershom (Gerhard) Scholem, με μια επιστολή:

«Με τον Walter είναι πολύ άσχημα τα πράγματα, αγαπητέ Gerhard, δεν μπορώ να σου πω περισσότερα, γιατί μου πιέζει την καρδιά. Βρίσκεται υπό την πλήρη επίδραση της Asja, και κάνει πράγματα, που η πέννα αρνείται να τα γράψει, και που με παρεμποδίζουν από το να του ξαναμιλήσω σε αυτή τη ζωή. Αποτελείται μόνο από κεφάλι και γεννητικά όργανα, και όπως ξέρεις, ή μπορείς να το σκεφτείς, στις περιπτώσεις αυτές δε διαρκεί πολύ μέχρι να υποκύψει το κεφάλι. Αυτό πάντα ήταν ένας κίνδυνος, και ποιος ξέρει πως θα γίνουν τα πράγματα…Ο Walter μου άσκησε μήνυση για το χρέος μου-καθώς οι πρώτες συνεδρίες για το διαζύγιο απέτυχαν, επειδή δεν ήθελε ούτε να μου επιστρέψει τα δανεισμένα χρήματα από την κληρονομιά του (120000 Μάρκα, η μαμά είναι βαριά άρρωστη), ούτε να δώσει κάτι για τον Stefan…Του έδωσα όλα τα βιβλία, την επομένη μου ζήτησε και τη συλλογή παιδικών βιβλίων. Τον Χειμώνα έμεινε στο σπίτι μου για μήνες χωρίς να πληρώσει…Αφού για οκτώ χρόνια δώσαμε ο ένας στον άλλο όλες τις ελευθερίες, με ενάγει. Ξαφνικά βρίσκει καλούς τους γερμανικούς νόμους, τους οποίους περιφρονεί.14»

Η Dora ήξερε με ποιον είχε να κάνει. Μόλις πέντε μήνες αργότερα, σχεδόν ταυτόχρονα με την κατάρρευση του χρηματιστηρίου την «μαύρη Παρασκευή» στην Νέα Υόρκη, ο Benjamin καταρρέει τέλη Φθινοπώρου του 1929. Ανίκανος να διαβάσει, να μιλήσει, πόσω μάλλον να γράψει, πηγαίνει σε ένα σανατόριο. Με το μεγάλο κραχ η ανθρωπότητα είχε περάσει ένα κατώφλι προς μια εποχή τόσο σκοτεινή και θανατηφόρα, που ούτε ο Walter Benjamin μπορούσε να το φανταστεί.

Τέλος του κεφαλαίου Ι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου