Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (66)

Συνέχεια από Τετάρτη, 14 Απριλίου  2021

                                           HANS URS VON BALTHASAR

                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)

                                                 Τρίτος Τόμος

             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)

        (Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2)    Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )

                                      Johannes Verlag, 1987

                                    4.  ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ

                                 V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ

                                     5.  ΠΝΕΥΜΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ

                                  α)  Παράδοση – Γραφή – Αξίωμα


          Όπως η Διαθήκη τού Γιαχβέ ήταν ανώτερη από όλες τις προφορικές ή γραπτές παραδόσεις που υπήρχαν γι’ αυτόν στον Ισραήλ, έτσι είναι και η καινοδιαθηκική εκπλήρωση αυτής τής Διαθήκης ανώτερη από όλες τις αντικειμενικές μαρτυρίες και τα «όργανα» (τα «εργαλεία») της παρουσίας τού Χριστού και του Πνεύματός του στην Εκκλησία. Αυτές όμως οι μαρτυρίες υπερβαίνουν άλλη μια φορά κατά πολύ τη σχέση τού καθενός ξεχωριστά προς τον Χριστό· ο καθένας αποκτά την αληθινή, «θεοπρεπή» πρόσβαση σ’ Αυτόν μόνο στην «περιεκτική» κοινότητα της Εκκλησίας  (( Στην «αγκαλιά» τής Εκκλησίας! )) , που δηλώνει την «ανωτερότητά» της (ως Σώμα και Νύμφη τού Χριστού) με το εσώτατο σύμπλεγμα παράδοσης-Γραφής- αξιώματος, αλλά και με τα Μυστήρια, που θα σχολιαστούν στη συνέχεια, τη (Θεία) Λειτουργία, την Κανονική Τάξη και την ερμηνευτική θεολογία. Και είναι αντικειμενικό ένα τέτοιο «(σύμ)πλέγμα» για τον καθέναν, εφ’ όσον «εισάγεται» μόνο μέσω αυτού στην πληρότητα τής υποκειμενικότητας του Χριστού και του Πνεύματός του  [ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΑΠΟΚΙΝΗΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΑΓΙΟΤΗΣ.]

       Το προτεινόμενο εδώ θέμα είναι άκρως εκτενές, και μπορεί να προσεγγισθή μόνο «πυκνά» συντετμημένο, αποβλέποντας συνεχώς στο κέντρο (του), στο Άγιο Πνεύμα. Γιατί το (μηδέποτε διαχωρισμένο απ’ τον Χριστό) Πνεύμα είναι ο «κυρίαρχος Κύριος» της Παράδοσης – τόσο του περιεχομένου της όσο και της εν πράξει διάδοσής της –, καθώς και ο Κύριος της Γραφής, που μένει «γράμμα αποκτείνον» χωρίς Αυτό, αλλά και του αξιώματος εξάπαντος, για το οποίο μόλις είπαμε, πως αποτελεί μια προβεβλημένη μορφή χαρίσματος.

        Θα ξεκινήσουμε με την πράξη τής αυτο-φανέρωσης (αυτο-παράδοσης - traditio) του Θεού: στον Αβραάμ και στον Μωϋσή στην Παλαιά Διαθήκη, όπου αληθινά λόγια επισφραγίζουν τα πάντα, ενώ η Γραφή προστίθεται δεσμευτικά πολύ αργότερα. Αυτές οι έμπρακτες παραδόσεις τού Ισραήλ δεν καθίστανται ποτέ, ούτε μέσω τής Γραφής, (ένα) παρελθόν, όπως το δείχνουν σαφέστατα οι αναπαραστατικές (μέχρι και σήμερα;) γιορτές και οι διαρκείς, επικαιροποιημένες «επαναγνώσεις» τών λόγων τών Προφητών. Ο παραδεδομένος λόγος τού Θεού καταγράφεται όψιμα και μαρτυρεί, ακόμα και ως συνολικό «σώμα» (Corpus) των Γραφών, αν όχι τόσο πολύ καινούργιους προφητικούς λόγους τού Θεού, πάντως τη βεβαιότητα της επίκαιρης  πιστότητάς του στη Διαθήκη σε «πτωχευμένους» καιρούς (Δαν. 9, 1-19). Είναι δε εξόχως αξιοσημείωτο ότι, επειδή η Διαθήκη (συμφωνία) υπήρξε ανέκαθεν αμφίπλευρη, ο Θεός απαιτούσε τη συγκατάθεση του Ισραήλ, και ότι η σωστή απάντηση του Ισραήλ στον Θεό (π.χ. οι Ψαλμοί) συμπεριλήφθηκε στον «εμπνευσμένο» λόγο τού Θεού.

      Ο Ιησούς, που είναι ταυτόχρονα η τελείωση του παραδεδομένου λόγου τού Θεού στον κόσμο και η τελείωση της απάντησης του κόσμου στον Θεό, γνωρίζεται όχι μόνον ως ο τελευταίος που μίλησε και έπραξε τον λόγο τού Πατρός στον κόσμο, αλλά ως η εξίσου αναμφισβήτητη απάντηση της γης στον ουρανό. Γι’ αυτό και η «εξήγηση» που δίνει για τον Πατέρα δεν κατέρχεται μόνο κάθετα απ’ τον ουρανό, αλλά διευκρινίζει και εξυψώνει ταυτόχρονα κριτικά όλους τούς λόγους που απηύθηνε ο Θεός (τους «συμβεβηκότες» λόγους) στον Ισραήλ. Μέσα απ’ τις ανθρώπινες παρανοήσεις και «επιχρωματισμούς» (Μακ. 7, 1-23), αναδεικνύει το πρωταρχικό νόημα και θέλημα του Πατρός (Ματθ. 19, 4-6). Γνωρίζει   (( Ναι, ο Ιησούς γνωρίζει! )) , ότι οι πράξεις και τα λόγια του Μωϋσή αποβλέπουν σ’ Αυτόν (Ιωάν. 5, 15 κ.ε.), γι’ αυτό και «ερμήνευσε» τελικά μετά την Ανάστασή του «τον Μωϋσή και όλους τούς προφήτες και όλες τις γραφές» (Λουκ. 24, 27), «τον νόμο και τους προφήτες και τους ψαλμούς» (ό.π. 24, 44 κ.ε.) εν σχέσει με Αυτόν τον Ίδιον, με τον θάνατο και την ανάστασή Του  (( στον δρόμο προς τους Εμμαούς… )) , δημιουργώντας έτσι το πρότυπο για ολόκληρη την αποστολική εποχή: «ερμηνεία τής Γραφής» είναι η αποκάλυψη (κατά λέξιν στη Β’ Κορ. 3) της έννοιας ολόκληρης της («Παλαιάς») Διαθήκης στο πρόσωπο του Χριστού. Το ότι επρόκειτο για μια καινούργια μορφή «προφητείας» (στους ή δίπλα στους Αποστόλους), που θεμελίωνε την Εκκλησία τού Χριστού, μας το λέει η προς Εφεσίους Επιστολή 2, 20. Όπου φαίνεται ταυτόχρονα η σημασία τού αποστολικού αξιώματος ως συνέχεια της αυθεντίας του Χριστού   (( «Ουκ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι», λέει ο «αυθεντικός» Κύριος… )) . Η εξήγηση της σύνολης «Παλαιάς Διαθήκης» με την (ή: στην) «πληρότητα» του Χριστού (στον «πλήρη» Χριστό) είναι και το αληθινό νόημα της «αλληγορίας» ή «τυπολογίας». Αυτή όμως η ζωντανή και αισθητή πληρότητα  (( ο Χριστός! ))  ξεπερνούσε κάθε δυνατότητα να «συλληφθή» στα γράμματα του αλφαβήτου, γι’ αυτό και ήταν αδύνατο να μπορούσε να γράψη ο ίδιος ο «εκπληρωτής», ο Χριστός · ο Χριστιανισμός δεν είναι μια γραπτή, μια θρησκεία βιβλίου (η Βίβλος δεν συγκρίνεται με το βιβλίο τού Κουμράν ή τών Μορμόνων). Ο Θωμάς (Ακινάτης) καταθέτει τρεις λόγους, για τους οποίους ο Χριστός δεν μπορούσε να αφήση κανένα γραπτό ο ίδιος: κατ’ αρχάς λόγω τού μεγαλειώδους κύρους του, που χάραζε τα λόγια του κατευθείαν στις καρδιές, κατόπιν «επειδή η υπεροχή τής διδασκαλίας τού Χριστού δεν μπορεί να συλληφθή με γράμματα» («αν είχε μεταδώσει ο Χριστός γραπτά τη διδασκαλία του, θα νόμιζαν οι άνθρωποι, ότι αυτή η διδασκαλία δεν έφτανε πιο πέρα απ’ το κυριολεκτικό, γραπτό περιεχόμενό της»), και τρίτον επειδή ήθελε να αναθέση στους Μαθητές του την αποστολή, να μεταδώσουν εν μέρει προφορικά και εν μέρει γραπτά τη διδασκαλία του, υπηρετώντας με τη ζωντανή (γραπτή όσο και προφορική) μεσολάβησή τους την περαιτέρω μετάδοση της φανέρωσής Του (εδώ υπεισέρχεται και ο παράγων τού αξιώματος). Στον Λουκά και τον Ιωάννη, η ερμηνευτική μετάδοση της ύπαρξής Του παραχωρείται σαφώς στο Άγιο Πνεύμα, το οποίο θα εμπνεύση τόσο την αναγγελία όσο και τα γραπτά κείμενα των Αποστόλων, ενώ «θα πάρη», απ’ την άλλη, «απ’ τα δικά μου και θα σας τα εξηγήση» (όπως λέει ο Χριστός): όχι από κάτι που έχει περάσει ιστορικά, αλλά σε μια σύγχρονη «αναπαράσταση» της κρυμμένης στον πνευματικά παρόντα Κύριο, πληρότητας. Πρέπει να διαφυλαχθή μια κινητή ισορροπία εδώ, καθώς το Πνεύμα θα είναι, ως εμψυχωτής ολόκληρης της Εκκλησίας,  Πνεύμα τής παράδοσης, της Γραφής και του αξιώματος   (( Τα πάντα Πνεύμα, ο Χριστός πάει, έφυγε στους ουρανούς, αφήνοντας στη θέση του τον Πάπα! )) .

     ( συνεχίζεται )

ΠΟΙΟ ΑΧΑΡΟΣ ΣΑΠΙΖΕΙΣ. 

ΕΔΩ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΑΓΟΡΑ. ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΑΥΤΙΣΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ Η ΟΠΟΙΑ ΠΡΟΒΑΛΛΕΙ ΜΕ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ. 

ΕΙΝΑΙ ΦΥΣΙΚΟ ΔΙΟΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΕΧΕΙ ΜΟΝΟΝ ΤΗΝ ΕΜΠΝΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΕΙ, ΕΛΛΕΙΨΕΙ ΤΗΣ ΖΩΝΤΑΝΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου