Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2021

ΘΕΟΦΙΛΟΣ Α. ΑΜΠΑΤΖΙΔΗΣ - Η θέωση και οι προϋποθέσεις της κατά τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο (19)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2021

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ  - ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ 

ΘΕΟΦΙΛΟΣ Α. ΑΜΠΑΤΖΙΔΗΣ 

Η θέωση και οι προϋποθέσεις της κατά τον Συμεών το Νέο Θεολόγο.

ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΠΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΑ που υποβλήθηκε στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΣΗ: ΟΙ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ.

1. Η Εκκλησία ως ο τόπος και ο τρόπος της θέωσης: Γενικές παρατηρήσεις. (συνέχεια)

Η χρήση από τον Νέο Θεολόγο του όρου «άγιοι» προκειμένου να περιγράψει τα μέλη της Εκκλησίας, δεν εξαντλείται, καθώς, ήδη, σημειώσαμε ανωτέρω1052, στην κατανόησή τους απλά ως βαπτισμένων μελών. Στον πρώτο Ηθικό Λόγο του, στο 8ο Κεφάλαιο, ο άγιος πατέρας θα επανέλθει στο ζήτημα τονίζοντας ότι «τά δέ μέλη τοῦ σώματος αὐτοῦ οἱ ἅγιοι καθεστήκασι πάντες», επισημαίνοντας πως οι άγιοι αυτοί, ούτε «πάντες παρήχθησαν ἤ εὐηρέστησαν». Το πρώτο ρήμα αναφέρεται στην αρχαία παράδοση και διδασκαλία, γνωστή ήδη από τον Παύλο1053 και την Αποκάλυψη1054, με ικανή διείσδυση στην πατερική γραμματεία ήδη από τον Κλήμεντα Ρώμης και τον Ειρηναίο1055, περί προοδευτικής, εν χρόνω, συμπλήρωσης του αριθμού των αγίων, των Πρωτοτόκων της Εκκλησίας, των απογεγραμμένων εν ουρανοίς, μια ιδέα με έκδηλη την εσχατολογική πορεία τελείωσης της Εκκλησίας. Το δεύτερο ρήμα «εὐηρέστησαν» αναφέρεται στους βαπτισμένους, πλέον, πιστούς, τα τυπικά μέλη της Εκκλησίας, τα οποία, προφανώς, δεν ανταποκρίθηκαν ως έπρεπε στο κάλεσμα του Χριστού και, ενώ έχουν το βάπτισμα, συμπεριφέρονται ως άπιστοι: «πολλοί μέν εἰσιν ἐν τῷ κόσμῳ σήμερον ἄπιστοι οἵ καί πιστεύσουσι τῷ Χριστῷ»1056. Στο πλαίσιο της ως άνω συλλογιστικής ο άγιος δε θα διστάσει λίγο παρακάτω, ακολουθώντας τον Παύλο1057, να μιλήσει ξεκάθαρα για «προορισμένους», «απογεγραμμένους» και «αριθμημένους» στο σώμα του Χριστού: «Οὗτοι οὖν πάντες προωρισμένοι εἰσί καί ἀπογεγραμμένοι καί ἠριθμημένοι, οἵ καί προστεθῆναι καί κολληθῆναι μέλλουσι τῷ σώματι τοῦ Χριστοῦ· καί τηνικαῦτα ὁλόκληρον οἱονεί γενόμενον, μηδενός μέλους λειπόμενον, πληρωθήσεται ἤγουν τελειωθήσεται,…»1058. Η εξάρτηση και αναφορά του αγίου μας από τον Παύλο θα ολοκληρωθεί με την επίκληση του Ρωμ. 8:29-30, όπου η πρόγνωση και ο προορισμός εκφράζονται για τον Νέο Θεολόγο με τον πλέον φυσικό τρόπο: «"Οὕς γάρ προέγνω, τούτους καί προώρισεν· οὕς δέ προώρισε, τούτους καί ἐκάλεσεν· οὕς δέ ἐκάλεσε, τούτους καί ἐδικαίωσε· οὕς δέ ἐδικαίωσε, τούτους καί ἐδόξασε συμμόρφους γενέσθαι τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ”. Εἶδες πῶς προωρισμένοι εἰσί καί προεγνωσμένοι πάντες οἱ ἅγιοι;»1059.

Η πρόγνωση αυτή και ο προορισμός συνδέονται απαρέγκλιτα στη σκέψη του αγίου Συμεών με την οικοδομή του σώματος του Χριστού, σε μια εσχατολογική θέαση και αντιμετώπισή του. Όταν αποτελεσθεί πλήρως το σώμα του Χριστού, τότε θα πληρωθεί και η άνω Ιερουσαλήμ, η εκκλησία των Πρωτοτόκων: «Τῶν οὖν ἁγίων πάντων προεγνωσμένων ὄντων Θεῷ, προωρισμένων τε ἅμα και ἠριθμημένων ὡς καί ἀπογεγραμμένων κατ᾿ ὄνομα ἐν τοῖς οὐρανοῖς, μέλη δέ ὄντων αὐτῶν ὁμοῦ τοῦ Χριστοῦ, εἰς σῶμα ἕν ὀφειλόντων γενέσθαι καί ἀποτελεσθῆναι αὐτοῦ, φανερῶς ἀποδέδεικται διά τοῦ λόγου ὅτι, ὁπόταν οὗτοι πάντες εἰς ἕν σῶμα ἀποσυναχθέντες γένωνται τοῦ Χριστοῦ, τότε καί ὁ ἄνω κόσμος, αὐτήν ἡ ἐπουράνιος Ἱερουσαλήμ ἥτις καί ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων ἐστί, πληρωθήσεται, ἤγουν ὁλόκληρον τό σῶμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας, ὅ ἐστι Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, γενήσεται»1060.

Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα από την ανωτέρω ανάλυση αφορά στο πώς μπορούμε να κατανοήσουμε την έννοια του προορισμού στο πλαίσιο της ανατολικής θεολογικής σκέψης και ιδιαίτερα της σκέψης του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Το ερώτημα αυτό οξύνεται ακόμη περισσότερο, αν αναλογιστούμε την προσπάθεια για ανεύρεση της ορθόδοξης αυτοσυνειδησίας μέσα από τη διαφοροποίησή της από την αυγουστίνεια σκέψη (massa perditionis)1061, και τον συνακόλουθο τονισμό της οντολογικής διάστασης της ανθρώπινης ελευθερίας, από σύγχρονους πατρολόγους και συστηματικούς θεολόγους.

Εκείνο που πρέπει προκαταβολικά να παρατηρηθεί είναι πως απουσιάζει εντελώς από τη σκέψη του αγίου Συμεών κάθε αναφορά ή εξάρτηση από την αυγουστίνεια «μάζα απωλείας», την τεκμαρτή αγιότητα και την οποιαδήποτε πρόγνωση και βεβαίωση από τη μεριά της Εκκλησίας ή των εκκλησιαστικών ταγών για τη σωτηρία ή απώλεια των ανθρώπων, βάσει της ανωτέρω συλλογιστικής1062. Μια τέτοια συλλογιστική θα έθετε ευθέως ζητήματα ελιτισμού και ολοκληρωτισμού στους κόλπους της Εκκλησίας, ιδέες γνωστές στην εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία, από τις ποικίλες τάσεις των Καθαρών.

Άλλωστε, και ο ίδιος ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος φαίνεται να αναγνωρίζει πλήρως τα προβλήματα που απορρέουν από την περί προγνώσεως και προορισμού ερμηνευτική του που αναπτύχθηκε παραπάνω: «Πολλούς ἀκήκοα λέγοντας τῶν ἀνθρώπων· “Ἐπειδήπερ φησίν· οὕς προέγνω ὁ Θεός, τούτους καί προώρισεν· οὕς δέ προώρισε τούτους καί ἐκάλεσεν· οὕς δέ ἐκάλεσε, τούτους καί ἐδόξασε, τί μοι τό ὄφελος ἐάν πολλούς παραβάλλωμαι κόπους, ἐάν ἐπιστροφήν καί μετάνοιαν ἐπιδείξωμαι, προεγνωσμένος δέ οὐκ εἰμί ὑπό τοῦ Θεοῦ οὐδέ προωρισμένος εἰς τό σωθῆναι καί σύμμορφον γενέσθαι με τῆς δόξης τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ καί Θεοῦ;”»1063.

Στις δυνητικές ενστάσεις του ανωτέρω αποσπάσματος, ο Alfeyev είδε την ύπαρξη κάποιας πολεμικής στην Κωνσταντινούπολη στα χρόνια του Συμεών για το εν λόγω ζήτημα, είτε μεταξύ των θεολόγων, είτε μεταξύ των απλών ανθρώπων1064. Η ύπαρξη μιας τέτοιας κίνησης, αμάρτυρης καθόλα, συνιστά, κατά την άποψή μας, μια αδύναμη ερμηνευτική προσπάθεια κατανόησης από τον εν λόγω ερευνητή της, σε πρώτη ανάγνωση, αντινομίας της σκέψης του Νέου Θεολόγου, αναφορικά με το ζήτημα της πρόγνωσης και του προορισμού1065. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι γνωρίζει και παραθέτει την άποψη του Δαμασκηνού πως υπάρχει μια διάκριση μεταξύ της πρόνοιας ως προγνώσεως και της προγνώσεως ως πρόνοιας από τη μια μεριά, και της προγνώσεως ως προορισμού από την άλλη. Ο Θεός ξέρει τα πάντα εκ των προτέρων, αλλά δεν τα προκαθορίζει1066.

Προς αποφυγή, λοιπόν, κάθε παρεξηγήσεως ο Θεολόγος πατέρας, θα ξεκαθαρίσει τη θέση του τονίζοντας ότι μέρος της πρόγνωσης και του προορισμού του Θεού αποτελούν όλοι οι πιστεύσαντες σε όποια εκκλησιαστική τάξη κι αν ανήκουν: «Ἀλλά δέον καί τόν σκοπόν τῶν εἰρημένων καί τό βάθος τῆς γνώσεως τῶν ἀποστολικῶν ῥημάτων καί νοημάτων εἰπεῖν, ἵνα μάθῃς ἐντεῦθεν ὅτι πάντες οἱ εἰς Χριστόν πεπιστευκότες, μοναχοί τε καί λαϊκοί, προεγνωσμένοι καί προωρισμένοι εἰσί καί σύμμορφοι γίνονται τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ· οὐ μόνον δέ, ἀλλά καί πάντες οὗτοι, ὡς προωρισμένοι, καί κεκλημένοι εἰσίν· ὡς κεκλημένοι δέ, καί δεδικαιωμένοι· ὡς δεδικαιωμένοι, καί δεδοξασμένοι ὑπάρχουσιν. Οἱ γάρ μετά τό βαπτισθῆναι καί πιστεῦσαι εἰς τόν Χριστόν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ καί γενέσθαι σύμμορφοι τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μή τηροῦντες ἑαυτούς εἰς τοῦτο ἀπόλλυνται· οἱ δέ μένοντες ἅπαντες σῴζονται»1067. Κατά συνέπεια αποκλείεται κάθε ελιτισμός στους κόλπους της Εκκλησίας και κάθε έννοια απόλυτου προορισμού, με ηθικό, μάλιστα, αυτουργό το Θεό. Και αυτό γιατί αποτελεί αποτέλεσμα της ελευθερίας των προεγνωσμένων πιστών, η αποδοχή της προνοίας και προγνώσεως του Θεού, η οποία συνεπιφέρει ως αποτέλεσμα την εσχατολογική τους συμπερίληψη στη Βασιλεία.

Την ίδια ακριβώς συλλογιστική θα εκφράσει ο άγιος και στο 7ο Κεφάλαιο του δεύτερου Ηθικού του Λόγου, μιλώντας πιο συγκεκριμένα για το βάπτισμα: «Ἡ εἰς Χριστόν πίστις ὁ νέος ἐστί παράδεισος. Διό καί προέγνω πρό καταβολῆς κόσμου πάντας τούς πιστεύσαντας καί πιστεῦσαι ὀφείλοντας εἰς αὐτον· οὕς καί ἐκάλεσε καί μέχρι συντελείας καλῶν οὐ παύσεται, καί ἐδόξασε καί δοξάσει, καί ἐδικαίωσε καί δικαιώσει, συμμόρφους δηλονότι τῆς δόξης τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τῆς τοῦ Πνεύματος χάριτος ἀποδεικνύων αὐτούς, υἱούς Θεοῦ πάντας αὐτούς μυστικῶς ἐργαζόμενος καί καινούς ἀπό παλαιῶν καί ἐκ θνητῶν ἀθανάτους αὐτούς ἀποκαθιστῶν καί διδούς αὐτοῖς ἐντολάς, καθώς ποτε τῷ Ἀδάμ. Ὅσοι τοιγαροῦν μέχρι θανάτου πάσας τάς αὐτοῦ ἐντολάς φυλαξουσιν, οὗτοι καί τήν πρός Θεόν ἀγάπην ἐπιδείκνυνται καί εἰς μείζονα κατά προκοπήν δόξαν ἀνέρχονται. Ὅσοι δέ καταφρονηταί καί ἀμελεῖς καί ἀγνώμονες περί τόν εὐεργέτην ὀφθῶσι καί τάς δοθείσας παρ᾿ αὐτοῦ ἐντολάς οὐ φυλάξουσι, τῶν τοιούτων ἀγαθῶν, ὡς ὁ Ἀδάμ τοῦ παραδείσου, ἐκπίπτουσι, οὐχί παρά τό μή προεγνῶσθαι αὐτούς παρά τοῦ Θεοῦ ἀλλ᾿ ἐξ οἰκείας ἀφροσύνης καί πονηρίας τοῦτο πανθάνοντες»1068. Συνεπώς, το μυστήριο του βαπτίσματος ερμηνεύεται από τον άγιο Συμεών στο ανωτέρω απόσπασμα, ως η πρόγνωση, η κλήση και η δικαίωση των πιστών. Άρα κάθε βαπτισμένος είναι και προεγνωσμένος, με την παρατήρηση ότι η ανθρώπινη ελευθερία, πολλές φορές, ίσταται ενάντια στη θεία αγάπη, καταφρονεί τις εντολές της θείας αγαθότητας και είναι ο παράγοντας εκείνος που μπορεί να μεταβάλλει ή και να «ακυρώσει» τη θεία πρόγνωση.[ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ ΛΕΓΕΤΑΙ]

Εν κατακλείδι, όπως υποστηρίξαμε και προηγούμενα1069 αναφορικά με την πρόγνωση εκ μέρους του Θεού της πτώσης του Αδάμ, ο χρύσος κανόνας της κατανόησης και ερμηνείας του ζητήματος αυτού βρίσκεται στη μνηνονευθείσα1070 διάκριση του Δαμασκηνού μεταξύ προγνώσεως και προορισμού. Ο Κύριος του παντός ορά το θέατρο των ανθρωπίνων πραγμάτων, από το ύψος της θεϊκής του αγαθότητος. Και η όρασή του αυτή ταυτίζεται με την πρόγνωση της εξέλιξης των πραγμάτων, εφόσον στο Θεό δεν υπάρχει χρόνος. Όμως η πρόγνωση αυτή, με κανένα τρόπο δεν μπορεί να σημαίνει και προορισμό, εφόσον η εκβασή της επαφίεται στην καταλυτική δυναμική της ανθρώπινης ελευθερίας.[Η ΠΡΟΝΟΙΑ;ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΕΧΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ; ΓΙΑ ΠΟΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΙΛΑΜΕ ΕΦΟΣΟΝ ΑΛΛΑ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΚΑΝΩ;ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΠΛΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ;]

Ένα ακόμη ερμηνευτικό ζήτημα, αναφορικά με τον τρόπο που κατανοεί ο άγιος Συμεών την έννοια της σωτηρίας στους κόλπους της εκκλησιαστικής ζωής, αποτελεί και εκείνο της ταύτισης (;) της σωτηρίας με τη θεοπτία. Έχουμε ήδη συναντήσει μια πρώτη ταύτιση του σώματος της Εκκλησίας με τους αγίους και έχουμε επισημάνει ότι με τον όρο «άγιοι» εννοούνται από τον Συμεών, όχι μόνον οι βαπτισμένοι, αλλά, επιπλέον;;;, όσοι από αυτούς αγωνίζονται για την διατήρηση της βαπτισματικής χάρης, με την τήρηση των εντολών και την εν γένει εκκλησιαστική ζωή. Τη θέση αυτή επικουρεί η ερμηνεία που δόθηκε παραπάνω αναφορικά με την πρόγνωση και τον προορισμό, εκ μέρους του Θεού, των αγίων, του σώματος, δηλαδή, του Χριστού.

Εξειδικεύοντας ακόμη περισσότερο την έννοια «άγιοι» ο ηγούμενος του Αγίου Μάμαντα, θα απευθυνθεί προς τους μοναχούς του με τα παρακάτω λόγια: «Χρεών δέ εἰδέναι, ὅτι ὥσπερ τό βρέφος ὅταν τῆς μητρικῆς νηδύος προέλθοι, τοῦ ἀέρος τούτου ἀνεπαισθήτως αἰσθάνεται καί εὐθέως πρός κλαυθμόν καί θρῆνον αὐτομάτως κινεῖται, οὕτω καί ὁ γεννηθείς ἄνωθεν καί ἐκ τοῦ κόσμου μέν τούτου ὡς ἐκ νηδύος σκοτεινῆς προελθών, εἰσελθών δέ εἰς τό νοητόν καί οὐράνιον φῶς καί οἱονεί προκύψας ἔνδον τούτου μικρόν, εὐθύς χαρᾶς ἀφάτου πληροῦται καί δάκρυα ἀνωδύνως προχέει, ἐννοῶν, τό εἰκός, ὅθεν ἐρρύσθη καί ἐν οἵῳ γενέσθαι κατηξιώθη φωτί· ἀρχή γάρ τοῦ εἰς χριστιανούς καταλεγῆναί τινα τοῦτό ἐστιν. Οἱ δέ γε τοῦ τοιούτου καλοῦ ἐν γνώσει καί θεωρίᾳ μήπω γενόμενοι, μηδέ ζητήσαντες αὐτό ἐν ἐπιμονῇ πολλῇ καί θρήνοις καί δάκρυσιν, ἵνα διά τῶν τοιούτων πράξεων καθαρθέντες τύχωσιν αὐτοῦ καί τέλεον ἑνωθέντες αὐτῷ κοινωνίαν σχῶσι μετ᾿ αὐτοῦ,εἰπέ, χριστιανοί καθόλου κληθῶσιν; Οὐκ εἰσί γάρ ὡς χρή»1071. Είναι προφανές από το παρατεθέν απόσπασμα το πρόβλημα: Όσοι δεν αναζήτησαν «ἐν ἐπιμονῇ πολλῇ καί θρήνοις καί δάκρυσιν» την κάθαρση και την ένωση (θεωρία) με το φως της δόξης του Χριστού, δεν μπορούν να θεωρηθούν χριστιανοί, τουλάχιστον όπως πρέπει.

Σε μια προσπάθεια ερμηνείας του όντως δύσκολου αυτού σημείου της σκέψης του αγίου μας ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος θα παρατηρήσει, όχι άδικα, πως το ερμηνευτικό κλειδί της σκέψης του Νέου Θεολόγου στο απόσπασμα αυτό, είναι η πρόταση κατακλείδα: «Οὐκ εἰσί γάρ ὡς χρή». Άλλως, για τον ίδιο πάντοτε μελετητή, η ταύτιση σωτηρίας και θεοπτίας θα συνιστούσε αχρήστευση του βαπτίσματος και δε θα μπορούσε να «αποτελεί θέση κανενός Πατρός της Εκκλησίας, αλλά και αν αποτελούσε δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτό από την παράδοση»1072.[ΚΑΘΕ ΒΑΠΤΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΣΩΣΜΕΝΟΣ;  "Εάν αυτό πού γεννιέται από σάρκα είναι σάρκα καί αυτό πού γεννιέται από πνεύμα είναι πνεύμα, αυτός πού έχει γεννηθεί σωματικά καί έγινε άνδρας αλλά δέν κατάλαβε ούτε πίστεψε ότι οφείλει νά γεννηθεί πνευματικά πώς θά γίνει πνευματικός καί θά συναριθμήσει τόν εαυτό του μέ πνευματικούς άνδρες;" ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΠΑΙΤΕΙ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΟΝΤΑΣ ΕΝΑΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΥΛΙΣΜΟ;]

Ένας άλλος μελετητής του οσίου Συμεών, ο Στέλιος Ράμφος, φαίνεται αρκετά εξοικειωμένος με τη λογική του αγίου στο σημείο αυτό. Στην παράλληλη μελέτη του των Ύμνων1073 με το πλατωνικό Συμπόσιο παρατηρεί: «Εάν δεν κατέχωμε τον Θεό εν ζωή, δεν θα τον αντικρίσωμε και μετά θάνατον… Το σκεπτικό είναι, νομίζω, σαφές. Ο Θεός εφανερώθη αισθητώς για να σώση τον άνθρωπο, και δεν νοείται σωτηρία χωρίς την συνεχή Του φανέρωσι. Όπως τότε Τον ζούσαν οι Απόστολοι, έτσι οφείλει τώρα να Τον ζη εν Πνεύματι ο χριστιανός»1074.[Ο ΡΑΜΦΟΣ ΜΕΛΕΤΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ. ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΕΚΔΟΤΟ]

Τοποθετώντας το ζήτημα σε εσχατολογική βάση και ο Vladimir Lossky θα προβληματιστεί αρκετά για τη σχέση της σωτηρίας με τη θεοπτία. Αν την εσχατολογική πραγματικότητα χαρακτηρίζει η τελεία σχέση και ένωση με το Θεό, αυτό συμβαίνει, επειδή το κάθε σεσωσμένο ανθρώπινο πρόσωπο, έχει ήδη δεχθεί τη χάρη του Αγίου Πνεύματος[ ΠΟΤΕ ΒΡΕ ΦΙΛΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΑΜΕ;]. «Αλλά τα όρια της Εκκλησίας πέραν του θανάτου και αι δυνατότητες σωτηρίας, δι’ αυτούς οι οποίοι δεν εγνώρισαν το φως εις την παρούσαν ζωήν, παραμένουν δι’ ημάς το μυστήριον της θείας ευσπλαχνίας, επί της οποίας δεν τολμώμεν να βασισθώμεν, αλλά και την οποίαν δεν δυνάμεθα πολύ περισσότερον να καθορίσωμεν συμφώνως προς τα ανθρώπινα μέτρα»1075.[ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΜΕΤΡΑΜΕ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΜΕΤΡΑ; ΠΑΝΤΩΝ ΜΕΤΡΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ;]

Στην ίδια εσχατολογική προοπτική ο άγιος Συμεών θα εκφράσει, με περισσότερη συνέπεια αλλά και με περισσότερη αυστηρότητα, την άποψη ότι η παρούσα κατάσταση είναι καταλυτική και δεσμευτική για την αιώνια σωτηρία. Όσοι λοιπόν υπάρχουν «τοῦ φωτός αὐτοῦ κεχωρισμένοι», πώς είναι δυνατόν μεταθανάτια, χωρίς την εντεύθεν απαιτούμενη προπαρασκευή, να ενωθούν με το φως της δόξης του Πνεύματος; Κατά συνέπεια ο άγιος παρατηρεί: «Τούτους οὖν εἶπε σῴζεσθαι μόνους τούς μετασχόντας/ἐκείνου τῆς θεότητος, καθώς αὐτός μετέσχε/ τῆς ἡμετέρας φύσεως, ὁ ποιητής τῶν πάντων,/Παῦλος ὡς μαρτύρεται Χριστοῦ τήν ἐκκλησίαν/ἕν γενήσεσθαι σῶμά γε δεσποτικόν καί θεῖον,/ἄσπιλον, ἄμωμον ὁμοῦ, ῥυτίδος πάσης δίχα˙/οἵτινες ἄν εἶεν οἱ πιστοί, κεφαλή ὁ Χριστός δέ./Εἰ τοῦτο τοίνυν ἔσεται οὕτως, ὥσπερ καί ἔστι,/τίς ἄρα τότε τολμήσει ῥυπαρός αὐτοῦ προσψαῦσαι/ἤ τίς προσκολληθήσεται ἀνάξιος τυγχάνων;/Εἰ γάρ καί νῦν ἐκβάλλονται τῆς ἐκκλησίας ἔξω/καί μετασχεῖν κωλύονται ἁμαρτωλοί εἰς ἅπαν,/μᾶλλον δέ καί τῆς τῶν θείων θέας ἀποστεροῦνται/οἱ μή πέλοντες ἅγιοι, πῶς οἴμοι τότε ἄρα/τῷ παναμώμῳ σώματι τοῦ Θεοῦ ἑνωθῶσι/καί μέλη γένωνται Χριστοῦ ἐσπιλωμένοι ὄντες;»1076.

Συνοψίζοντας την ερμηνευτική μας προσπάθεια για το εν λόγω ζήτημα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής: Καταρχήν οφείλουμε να παραδεχτούμε, παράλληλα προς την αυστηρότητά της, τη λογική και θεολογική ακολουθία και συνέπεια της θέσης ότι κάποιος που δεν έχει γίνει αποδέκτης, εμπειρικά και συνειδητά από αυτήν εδώ τη ζωή, της χάρης του Πνεύματος, δεν είναι δυνατό να γίνει, αυτοματικά και μηχανικά, στη μεταθανάτια κατάστασή του. Και αν θα υπήρχε κάποια τέτοια πιθανότητα, θα μετέτρεπε, αυτόχρημα, τη σωτηρία σε ωφελιμιστική και δοσοληπτική συνθήκη. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η Εκκλησία στάθηκε εξαιρετικά επιφυλακτική στην «περί αποκαταστάσεως θεωρία» του αγίου Γρηγορίου Νύσσης1077.

Επιπλέον, η θέση αυτή του αγίου Συμεών παρουσιάζει και ικανή βιβλική θεμελίωση. Σύμφωνα με τα ανωτέρω παραθέματα, αλλά και ικανά άλλα διάχυτα στο έργο του αγίου, η προϋποθέση της μετοχής στην αγιοπνευματική χάρη και την, εν γένει, εν Χριστώ ζωή, αποκαλύπτεται ως η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για τη σωτηρία. Ενδεικτικό παράδειγμα η ταύτιση του παραδείσου με τον κόλπο του Αβραάμ, κατά τη γνωστή ευαγγελική διήγηση η οποία μας αποκαλύπτει ότι, αν δεν καλλιεργήσει ο πιστός, από αυτήν εδώ τη ζωή, τις προϋποθέσεις της σχέσης με το Θεό, πώς θα μπορέσει να βρεθεί, μεταθανάτια, στους κόλπους του προπάτορος; Γράφει χαρακτηριστικά ο άγιος: «Πάντως γάρ καί παράδεισος, ὁ Ἀβραάμ τε κόλπος/καί πᾶς τόπος ἀνέσεως τῶν σῳζομένων ἔστιν˙/οἱ δέ σῳζόμενοί εἰσιν ἅγιοι πάντως πάντες,/ὡς πᾶσα θεία μαρτυρεῖ γραφή καί ἐκδιδάσκει»1078.

Παρόλα, όμως, αυτά, η θέση ότι όσοι δεν ενωθούν, από αυτήν εδώ τη ζωή, με το φώς της δόξης του Χριστού, δεν μπορούν, όχι μόνον να τύχουν σωτηρίας, αλλά ούτε και να αποκληθούν χριστιανοί, είναι μια θέση, η οποία στην αυστηρότητά της δημιουργεί αρκετά ερωτηματικά και, ως εκ τούτου, συγκεντρώνει την εξαιρετική επιφυλακτικότητα της παράδοσης και των ερμηνευτών. Βέβαια, στην ερμηνεία παρόμοιων θέσεων του οσίου Συμεών δεν πρέπει να λησμονείται το ιστορικό και εκκλησιαστικό concept, μέσα στο οποίο αναπτύσσονται. Πράγματι, σύμφωνα με το θεολογικό κλίμα της μεταεικονοκλαστικής περιόδου, το οποίο αρκούντως αναλύθηκε στο πρώτο μέρος της παρούσας έρευνας, υπήρχε διάχυτη η άποψη ότι δεν ήταν κατορθωτή στην εποχή, η αγιότητα ή το πνευματικό ύψος των αρχαίων πατέρων. Μια τέτοια ιδέα περιόριζε, αν δεν απομείωνε εξ ολοκλήρου, το ρόλο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία και μετέτρεπε την εν Χριστώ ζωή σε τυπολογία και ηθικισμό.

Στη διάχυτη αυτή στάση των χριστιανών της εποχής του, ο άγιος Συμεών, αντιστάθηκε με σθένος, θεωρώντας τη μήτρα των αιρέσεων και παναίρεση. Αφιέρωσε δε μεγάλο μέρος του έργου του, τόσο ως διάσπαρτες παρατηρήσεις, ποικίλης έκτασης σε όλο το εύρος των κειμένων του, όσο και ως συγκεκριμένες πραγματείες, στην καταπολέμηση της άποψης αυτής1079. Πρόκειται για μια πολεμική, η αποία δημιούργησε ισχυρές αντιπάθειες μοναχών, αλλά και εκκλησιαστικών παραγόντων εναντίον του και η οποία, στην εκδοχή της προβολής της αγιότητας του πνευματικού του πατέρα, στάθηκε μια από τις κύριες αιτίες των περιπετειών του1080.[ΣΤΟΝ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΑΝΑΦΕΡΕΣΑΙ ΑΝΘΡΩΠΕ; ΞΕΚΙΝΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΟΣΟ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙΡΟΣ. ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ]

Μπορούμε, λοιπόν, να συμπεράνουμε αβίαστα ότι η όντως αυστηρή και δυσερμήνευτη θέση του αγίου περί ταυτίσεως σωτηρίας και θεοπτίας, έχει την ιστορική της εξήγηση και αποσκοπεί μάλλον στην παρακίνηση των πιστών στην ακρίβεια της τήρησης των εντολών και του αγώνα για την πνευματική ζωή, παρά κυριολεκτείται1081.

ΕΧΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΙΣ ΗΘΙΚΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥΣ ΛΟΙΠΟΝ;;; ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΣΜΕΜΑΝ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ; ΔΕΝ ΗΜΟΥΝ ΠΟΤΕ ΜΑΞΙΜΑΛΙΣΤΗΣ ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΠΑΙΤΕΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ!! Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΑΠΑΙΝΙΔΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ; ΔΕΝ ΚΑΝΕΙΣ ΕΞΟΡΚΙΣΜΟ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΕΛΗ ΣΑΣ;

Γρ. Παλαμάς
«Διπλοῦς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἐκτός, τὸ σῶμα λέγω, καὶ ὁ ἐντὸς ἡμῶν ἄνθρωπος,ἡ ψυχὴ δηλονότι». Ομιλία ΙΑ΄, Εις τον Τίμιον και Ζωοποιόν Σταυρόν, 18, PG 151, 137B, ΕΠΕ 9, 308, 4 ‐5.

 «Ἡ νοερὰ καὶ λογικὴ φύσις τῆς ψυχῆς, μόνη νοῦν ἔχουσα καὶ λόγον καὶ πνεῦμα ζωοποιόν, μόνη καὶ τῶν ἀσωμάτων ἀγγέλων μᾶλλον κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, παρ’ αὐτοῦ δεδημιούργηται». Κεφάλαια εκατόν πεντήκοντα, 39, PG 150, 1148Β, λθ΄, ΕΠΕ 8, 118.

Σημειώσεις


1052 Πρβλ. την ανάλυσή μας στη σελ. 378.

1053 Ρω. 8:20-30 . Εβρ. 12:23.

1054 Απ. 7:1-17. Για τη σημασία των προεγνωσμένων 144 χιλιάδων στην Αποκάλυψη βλ. ΑΓΟΥΡΙΔΗ Σ., Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 219-223.

1055 Για την ιδέα αυτή στον Ειρηναίο βλ. ALFEYEV H., St. Symeon the New Theologian and orthodox tradition, New York 2000, σελ. 195.

1056 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ηθικός 1ος, Κεφ. 8, SC 122, 1-18. Εξαιτίας της σπουδαιότητάς του μεταγράφουμε όλο το απόσπασμα: «Ἐπεί δέ σῶμα Χριστοῦ καί νύμφη Χριστοῦ καί κόσμος ὁ ἄνω καί ναός Θεοῦ ἡ Ἐκκλησία ἐστί, τά δέ μέλη τοῦ σώματος αὐτοῦ οἱ ἅγιοι καθεστήκασι πάντες, οὔπω δέ οἱ πάντες παρήχθησαν ἤ εὐηρέστησαν, οὐδέ τό σῶμα δηλονότι ὁλόκληρόν ἐστι τοῦ Χριστοῦ, οὐδέ ὁ ἄνω κόσμος πεπλήρωται, αὐτός οὗτος τῆς τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας φημί, ἀλλά πολλοί μέν εἰσιν ἐν τῷ κόσμῳ σήμερον ἄπιστοι οἵ καί πιστεύσουσι τῷ Χριστῷ, πολλοί ἁμαρτωλοί καί ἄσωτοι οἵ καί μεταμεληθήσονται μετανοήσαντες, πολλοί ἀπειθεῖς οἵ καί πεισθήσονται, πολλοί ἔτι καί ἀκμήν τεχθήσονται καί εὐαρεστήσουσιν ἕως τῆς ἐσχάτης σάλπιγγος τῷ Θεῷ, τεχθῆναι δεῖ πάντας τούς προεγνωσμένους καί παραχθῆναι καί πληρωθῆναι τόν ὑπεράνω τοῦ κόσμου κόσμον τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρωτοτόκων Ἱερουσαλήμ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις· καί τηνικαῦτα τό τέλος καί τό πλήρωμα τοῦ σώματος Χριστοῦ πληρωθήσεται ὑπό τῶν προωρισμένων Θεῷ εἰς τό συμμόρφους γενέσθαι τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ· εἰσί δέ οἱ τοῦ φωτός υἱοί καί τῆς ἡμέρας αὐτοῦ.Οὗτοι οὖν πάντες προωρισμένοι εἰσί καί ἀπογεγραμμένοι καί ἠριθμημένοι, οἵ καί προστεθῆναι καί κολληθῆναι μέλλουσι τῷ σώματι τοῦ Χριστοῦ· καί τηνικαῦτα ὁλόκληρον οἱονεί γενόμενον, μηδενός μέλους λειπόμενον, πληρωθήσεται ἤγουν τελειωθήσεται, καθά τῇ ἀληθείᾳ δοκεῖ καί Παύλῳ τῷ ἀποστόλῳ οὕτω λέγοντι· “Μέχρις οὗ καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ”…».

1057 Εβρ. 12:23.

1058 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, ο.π., 19-23.

1059 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, ο.π., 26-31.

1060 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ηθικός 1ος, Κεφ. 8, SC 122, 40-50.

1061 Συνιστά κοινό τόπο της θεολογικής ανάλυσης η καταγωγική εξάρτηση της περί απολύτου προορισμού διδασκαλίας από την αυγουστίνεια σκέψη. Από εκεί η θεωρία αυτή περνά στους Σχολαστικούς για να καταλήξει στην πιο ακραία μορφή της στον Καλβίνο, όπου στο θέατρο της δόξας του Θεού (theatrum gloriae Dei) προορίζονται οι άνθρωποι, οι μεν για τη σωτηρία, οι δε για την απώλεια. Άλλωστε, για την μεταυγουστίνεια δυτική θεολογία η άποψη ότι ο Σατανάς είναι απλώς όργανο της θείας οργής, πέραν του ότι είναι τελείως αντίθετη προς τις βιβλικές προϋποθέσεις, συναινεί στην περί απολύτου προορισμού θεωρία. Πρβλ. ΜΑΤΣΟΥΚΑ Ν., Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄. Έκθεση της ορθόδοξης πίστης σε αντιπαράθεση με τη δυτική Χριστιανοσύνη, Θεσσαλονίκη 1992, σσ. 528 κ.εξ., και ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ Ι., Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σσ. 68 κ.εξ.

1062 Αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση η συνοδική καταδίκη των μεγάλων αιρετικών ή εξεχόντων εχθρών της χριστιανικής πίστης και της Εκκλησίας, στην οποία (περίπτωση), πολλές φορές, η καταδικαστική ρητορική των εκκλησιαστικών πατέρων και συγγραφέων δεν πρέπει να κατανοηθεί ανεξάρτητα από ποιμαντικούς σκοπούς.

1063 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ηθικός 2ος, Κεφ. 1, SC 122, 1-8.

1064 ALFEYEV H., St. Symeon the New Theologian and orthodox tradition, New York 2000, σελ. 196.

1065 Φυσικά, όπως είδαμε έστω και εν συντομία παραπάνω, η περί προγνώσεως και προορισμού διδασκαλία δεν αποτελεί αποκλειστικότητα του αγίου Συμεώνος, αλλά εκκινεί από την Αποκάλυψη και τον Παύλο και διήκει μεγάλο μέρος της πατερικής γραμματείας.

1066 «Χρὴ γινώσκειν, ὡς πάντα μὲν προγινώσκει ὁ Θεός, οὐ πάντα δὲ προορίζει· προγινώσκει γὰρ καὶ τὰ ἐφ᾿ ἡμῖν, οὐ προορίζει δὲ αὐτά· οὐ γὰρ θέλει τὴν κακίαν γενέσθαι οὐδὲ βιάζεται τὴν ἀρετήν. Ὥστε τῆς θείας προγνωστικῆς κελεύσεως ἔργον ἐστὶν ὁ προορισμός. Προορίζει δὲ τὰ οὐκ ἐφ᾿ ἡμῖν κατὰ τὴν πρόγνωσιν αὐτοῦ· ἤδη γὰρ κατὰ τὴν πρόγνωσιν αὐτοῦ προέκρινε πάντα ὁ Θεὸς κατὰ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ (Μεταφ.: Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Θεός όλα τα γνωρίζει εκ των προτέρων, αλλά δεν προαποφασίζει όλα· γνωρίζει, δηλαδή, εκ των προτέρων αυτά που εξαρτώνται από μας, αλλά δεν τα προαποφασίζει· διότι δεν θέλει ούτε την κακία να κάνουμε ούτε όμως μας εκβιάζει στην αρετή. Επομένως, ο προορισμός είναι έργο του προγνωστικού προστάγματος του Θεού. Επίσης, προαποφασίζει αυτά που δεν εξαρτώνται από μας λόγω της προγνώσεώς του· διότι έως τώρα ο Θεός, σύμφωνα με την πρόγνωσή του, τα προκαθόρισε όλα με κριτήριο την αγαθότητα και τη δικαιοσύνη του)», ΙΩΑΝΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, II, PG 94, 969B-972A. Πρβλ. και: ALFEYEV H., ο.π., σελ. 196.

1067 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ηθικός 2ος, Κεφ. 2, SC 122, 2-13.

1068 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ηθικός 2ος, Κεφ. 7, SC 122, 287-305.

1069 Βλ. το προηγούμενο Κεφάλαιο σελ. 260 κ.εξ.

1070 Σελ. 386 του παρόντος Κεφαλαίου, σημ. 1223.

1071 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Κατηχήσεις, Λόγος VIII, SC 104, 90-104.

1072 ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ π. Ν., «Συμεών ο Νέος Θεολόγος και η εσχατολογική οντολογία της φύσεως του κτιστού», στο: Η κλειστή πνευματικότητα και το νόημα του εαυτού. Ο μυστικισμός της ισχύος και η αλήθεια φύσεως και προσώπου, Αθήνα 1999, σελ. 141, σημ. 114α.

1073 Συγκεκριμένα, ο Ράμφος αναφέρεται στο: ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ύμνοι θείων Ερώτων, I, SC 256, 66-78: «Καί οἱ δοκοῦντες ἔχειν σέ, τό φῶς παντός τοῦ κόσμου,/ καί μή βλέπειν σε λέγοντες, μή ἐν φωτί διάγειν,/μή λάμπεσθαι, μή καθορᾶν ἀενάως σε, Σῶτερ,/μάθωσιν, ὡς οὐκ ἔλαμψας αὐτῶν ἐν διανοίᾳ,/οὐδέ κατῴκησας αὐτῶν τήν ῥυπαράν καρδίαν/καί μάτην ἐπαγάλλωνται ἐπί κεναῖς ἐλπίσιν/οἰόμενοι θεάσασθαι τό φῶς σου μετά τέλος./Ὁ ἀραββών ἐντεῦθεν γάρ, ἡ σφραγίς πάντως ὧδε/παρά σοῦ, Σῶτερ, δίδοται τοῖς δεξιοῖς προβάτοις˙/εἰ γάρ ἑκάστου θάνατος ὁ συγκλεισμός τυγχάνει/μετά τέλος ἄπρακτα πᾶσιν ἐπίσης ἔστι/καί οὔτε φαῦλον ἤ καλόν δύναταί τις ποιῆσαι,/Σωτήρ μου, πάντως ἕκαστος, ὡς εὑρεθῇ, καί ἔσται».

1074 ΡΑΜΦΟΥ Σ., Φιλόσοφος και Θείος Έρως. Από το Συμπόσιον του Πλάτωνος στους Ύμνους θείων ερώτων του αγίου Συμεών, το επίκλην Νέου Θεολόγου, Αθήνα 1989, σσ. 216-217.

1075 LOSSKY V., Η μυστική θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, μετ. Στέλλας Πλευράκη, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 281.

1076 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ύμνοι θείων Ερώτων, XLII, SC 196, 141-156.

1077 Η παρατήρηση αυτή δεν ακυρώνει τις όποιες κριτικές παρατηρήσεις αναφορικά με την αιωνιότητα της κολάσεως. Περισσότερα για την παράλληλη συνεξέταση της περί αποκαταστάσεως θεωρίας του αγίου Γρηγορίου του Νύσσης και της αιωνιότητας της κολάσεως βλ. ΑΜΠΑΤΖΙΔΗ Θ., Κινητικότητα και κοινωνικότητα του Θεού κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, ανέκδοτη Μεταπτυχιακή Εργασία, Θεσσαλονίκη 1997, σσ. 169 κ.εξ.

1078 ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ύμνοι θείων Ερώτων, XLII, SC 196, 162-165.

1079 Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο πέμπτος Ηθικός Λόγος, ο οποίος φέρει την επιγραφή: «Περί τῶν οἰομένων ἀγνώστως ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, μή ἐπαισθανομένων δέ καθόλου τῆς ἐνεργείας αὐτοῦ· καί περί τῶν λεγόντων μή δύνασθαί τινα τῶν ἀνθρώπων κατά τήν παροῦσαν ζωήν ὁρᾶν τήν δόξαν αὐτοῦ, καί ἀπόδειξις διά χρήσεων περί τούτου. Καί …», βλ. ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ηθικός 5ος, SC 129.

1080 Περισσότερα για την τάση της εποχής του αγίου μας για απόρριψη της δυνατότητας της αγιότητος βλ. : ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ Α. Σ., «Ο ανέκδοτος λόγος του Νικήτα Στηθάτου Κατά Αγιοκατηγόρων και η αμφισβήτηση της αγιότητας στο Βυζάντιο κατά τον 11ο αιώνα», στο: Οι ήρωες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι νέοι άγιοι, 8ος -16ος αιώνας, επιστημονική επιμέλεια: Ελεωνόρα Κουντουρά –Γαλάνη, Αθήνα 2004, σσ.493-513. Σύμφωνα με τον συγγραφέα η αμφισβήτηση αυτή δεν περιορίζεται μόνον στους νεώτερους αγίους και έχει την αφετηρία της στις θέσεις και τις ιδέες του «ύπατου των φιλοσόφων» Ιωάννη του Ιταλού, ο οποίος την εποχή εκείνη (1082) δέχθηκε στην Κωνσταντινούπολη και τη συνοδική του καταδίκη.

1081 Χαρακτηριστικό της αυστηρότητας, της ακρίβειας, αλλά και της πρωτοχριστιανικής ζέσης για την επίτευξη της εν Χριστώ ζωής, αποτελεί η παρατήρηση ερευνητών ότι ο άγιος ήταν εισηγητής της επαναβίωσης του θεσμού των μετανοούντων, τουλάχιστον στο πλαίσιο της μοναχικής ζωής και υπάρχουν οι ενδείξεις ότι επιχείρησε την πραγματοποίησή του στα μονοστήρια που είχε την πνευματική ευθύνη. Βλ. VACANDARD E., «Les moines confesseurs en Orient du IVe au XIIIe siècle», στο: Revue du Clergé Français 44, (1905), σελ. 259 . ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗ Β., Η πνευματική πατρότης κατά Συμεών τον Νέον Θεολόγον, Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 126 . ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ Κ. Ι., Η μετάνοια κατά την Ορθόδοξον Καθολικήν Εκκλησίαν, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Αθήνα 1995, σελ. 264.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου