Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2022

EDMUND HUSSERL: ΕΞΙΔΑΝΙΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ (=Η ΑΡΧΑΙΑ ΓΝΩΜΗ) – IDEALISIERUNG UND DOXA (7)

Συνέχεια από:  Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

 Antonio Aguirre

ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ
          ΙΙΙ.2

Προσθήκη: Husserl και Winkelmann

Σ’ αυτές τις μορφές εξιδανίκευσης θα μπορούσε να προστεθή και μια τρίτη, που παρουσιάζει κάτι το κοινό με την εξιδανίκευση των πραγμάτων. Πρόκειται για την «ιδανικότητα» των αντικειμένων τού πολιτισμού, για τα οποία και μιλά ο Husserl στην πργρφ. 65 τού «Εμπειρία και κρίση». Πριν αναφερθούμε ωστόσο σε κάποιους απ’ τους βασικούς της παράγοντες, ας ρίξουμε μια φιλοσοφικο-ιστορική ματιά σε κάτι, το οποίο και μπορεί να ισχύη ως υπόβαθρο αυτής τής ιδανικότητας. Σ’ ένα σεμινάριο στο Μάρμπουργκ για τη γένεση της διδασκαλίας των Ιδεών του Καντ, διαπραγματεύτηκε, σύμφωνα και με τις σημειώσεις μου, ο Klaus Reich  ((  Πρβλ. και KReichDie Tugend in der IdeeZur Genese von Kants Ideenlehre –Η αρετή στην ιδέα. Για τη γένεση της διδασκαλίας των Ιδεών του Καντ. Στο: Gesammelte SchriftenHamburg 2001  ))  τη σημασία του Winkelmann για κείνην την καταγωγή. Ο Καντ γνώρισε τον Winkelmann διαβάζοντας κάποια γραπτά του Herder. Στο βιβλίο του «Σκέψεις για τη μίμηση των ελληνικών έργων στην ζωγραφική και γλυπτική τέχνη» του 1755  ((  Επανέκδοση: Stuttgart 1969  )) ,  ο Winkelmann παρουσιάζει μιαν ερμηνεία της ελληνικής τέχνης, κυρίως της πλαστικής (της αγαλματοποιίας…), που περιστρέφεται γύρω απ’ το κεντρικό θέμα τού ιδεώδους στην παραγωγή των έργων εκείνων των καλλιτεχνών. «Ανυψώθηκαν» στα δημιουργήματά τους «πάνω απ’ την ίδιαν τη φύση (…) το αρχέτυπό τους ήταν μια σχεδιασμένη απλώς στον νου (ή στη λογική… - Verstand)  πνευματική φύση», λέει ο W.· εργάστηκαν «σύμφωνα με ιδεώδεις έννοιες», και μπορούμε να βρούμε «ορισμένες ιδεώδεις ωραιότητες» στα κορυφαία τους έργα, «που έχουν γίνει, όπως μας δίδαξε ένας αρχαίος ερμηνευτής του Πλάτωνα, από σχεδιασμένες απλώς στη λογική εικόνες».
         Στην πργρφ. 65 του «Εμπειρία και κρίση» στοχάζεται κι ο Husserl για την ιδανικότητα των έργων τέχνης. Και βρίσκει μια διαφορά εκεί, μεταξύ πραγματικών και μη-πραγματικών ή ιδεωδών αντικειμένων. Διαφοροποιώντας τα ιδεώδη αντικείμενα περαιτέρω, σε «ελεύθερες»  και «δεσμευμένες» ιδανικότητες. Όπου και αφορούν οι «ελεύθερες» την περιοχή των «λογικο-μαθηματικών δημιουργημάτων και των καθαρών ουσιαστικών δομών».  Όσον αφορά τώρα στα πραγματικά αντικείμενα,  τα φυσικά πράγματα  αποτελούν μιαν «ειδική» και μόνον «περίπτωσή» τους. Γιατί είναι και «τα αντικείμενα της τέχνης» πραγματικά, όπως π.χ. ο Φάουστ του Γκαίτε ή η Μαντόνα του Ραφαήλ. Και είναι κι αυτά πραγματικότητες, εφόσον δεσμεύονται είτε σ’ ένα βιβλίο είτε σε μιαν εικόνα, και μπορούν γι’ αυτό, και παρ’ όλη την ατομική τους ιδανικότητα, να «επαναληφθούν κατ’ αρχήν» και να αναπαραχθούν, όπως και τα μαρμάρινα ή μπρούτζινα αγάλματα της αρχαιότητας. Η ιδανική ωραιότητα της ελληνικής πλαστικής στον Winkelmann πρέπει να υπήρξε ένας απ’ τους λόγους, για το ότι προσδιόρισε καθαρές από κάθε εμπειρία ο Καντ τις Ιδέες, και γι’ αυτό εμπειρικά ανέφικτες. Επισημάναμε, πόσο μεγάλη σημασία έχει η Ιδέα «με την καντιανήν έννοια» στον Husserl.  Μπορούμε να πούμε τώρα πως έχει η Ιδέα στον Καντ, εν μέρει τουλάχιστον, «την έννοια του Winkelmmann». Μια εξαιρετικά προσοδοφόρα στα μάτια μου συζήτηση, για τη σχέση μεταξύ του Ιδεώδους στον Winkelmann και της ιδανικότητας, αλλά και της εξιδανίκευσης στον Husserl, λόγω προπαντός τού σχεδόν μυστικού χαρακτήρα εκείνου του Ιδεώδους και της νηφαλιότητας απ’ την άλλη, με την οποίαν και αντιλαμβάνεται το Ιδεώδες ο Husserl, ξεφεύγει πάντως απ’ τα θεματικά πλαίσια αυτής εδώ της εργασίας.
IV.
Ας παρατηρήσουμε τώρα το συμπέρασμά μας του μέρους ΙΙΙ, στο φως της θεωρίας της αντίληψης στον Husserl . H δόξα είναι ο κόσμος εκείνων, που αρέσκονται πολύ, κατά την πλατωνικήν Πολιτεία, σε τραγούδια, χρώματα, ωραιότητα κάθε είδους, στα δεδομένα δηλ. με την αντίληψη ποικίλα αισθητά. Και που είναι γι’ αυτό ανίκανοι να δουν το εκάστοτε Ένα μέσα σ’ αυτά. Οι φαινομενολογικές αναλύσεις του Husserl, και ιδιαιτέρως στην «Κρίση…», φτάνουν εντούτοις σ’ ένα άλλο συμπέρασμα απ’ ό,τι ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος της αρχαιότητας. Διαβάζουμε και στην Προσθήκη ΙΙ: «Οι Ιδέες προέρχονται από μιαν ιδιαίτερη εργασία του πνεύματος: την εξιδανίκευση». Και λέγεται στη συνέχεια του κειμένου, πως η εξιδανίκευση παίρνει «το υλικό της απ’ τα ‘φαινόμενα πράγματα’». Η θέα του Ενός, της Ιδέας, και άρα η δυνατότητα της επιστήμης, είτε εννοούμε την Ιδέα ως ουσία με την «πλατωνικήν», είτε ως ολότητα με την «καντιανήν έννοια», προϋποθέτει όλα εκείνα τα οποία και αποδίδει στους ‘Πολλούς’ ο Πλάτων: χρώματα, ήχους, αφές, την ομορφιά δηλ. στην εκάστοτε μοναδικότητά της – τον ποικίλως αισθητόν κόσμο της αντίληψης, περιλαμβανόμενον σε κρίσεις, που δεν είναι παρά «απλές γνώμες». Πρέπει να συλλογιστούμε ωστόσο τα εξής γι’ αυτήν την έκφραση: Η απελευθέρωση του αλυσοδεμένου ανθρώπου του Πλάτωνα είναι ένας δρόμος πέρα απ’ τις σκιές, προς τα αληθινά και πραγματικά ‘πράγματα’, και τελικά προς τις Ιδέες. Στην Προσθήκη IV της «Πρώτης φιλοσοφίας Ι» που αναφέραμε εμείς, γράφει ο Husserl: «Η πραγματική επιστήμη είναι λοιπόν μόνον η επιστήμη των Ίδεών’. Τί συμβαίνει όμως τότε μ’ αυτές εδώ τις αισθήσεις και με τον παρερχόμενο κόσμο των σκιών;». Αναφέραμε ήδη, στα βασικά της χαρακτηριστικά, την απάντηση του Husserl, συζητώντας την εξιδανίκευση των πραγμάτων (στο τέλος του κεφαλαίου ΙΙ. 1). Θα προσθέσουμε τώρα κάτι ακόμη και θα βγάλουμε και τα τελευταία μας συμπεράσματα. Οι σκιές προϋποθέτουν (λοιπόν…) τα πράγματα, τα οποία και τις «ρίχνουν», και που ανάμεσά τους ζουν, τότε όπως και τώρα, οι άνθρωποι, ‘επιτελώντας τη γενική τους θέση μιας φυσικής διάθεσης’  (( !!! )) . Ο φαινομενολογικός και κύριος σκοπός του Husserl είναι, όπως και στον Πλάτωνα, μια απελευθέρωση: η απελευθέρωση του ανθρώπου απ’ αυτήν τη ‘διάθεση’. Γι’ αυτόν τον σκοπό εγκαταλείπει τα πράγματα και επιστρέφει σ’ αυτό, που είναι και η αιτία για τη γένεση και τη σύστασή τους: απ’ τις σκιές δηλ. στις σκιαγραφήσεις (Abschattungen) ως τη μορφή με την οποίαν και ‘δίδονται’ τα πράγματα σ’ αυτόν ο οποίος και τα βιώνει – μέσα από θραύσματα και πλευρές, και γι’ αυτό ουσιωδώς προσανατολισμένα και σε προοπτική. Η αντίληψη ή η συναίσθηση «έφτιαξε» απ’ αυτά τα θραύσματα και τις πλευρές πράγματα, που δεν είναι όμως πια, ανάλογα και με την αίσθηση ή την «εποχή», τα «αληθινά» και «τελειωμένα» πράγματα της φυσικής ‘διάθεσης’. Η αντίληψη, ως πνευματική επικάλυψη, προσδίδει στις σκιαγραφήσεις και τις αισθήσεις ένα αναφερόμενο στα πράγματα νόημα, χωρίς όμως και να τις απαλείφη. Γιατί αυτές οι σκιαγραφήσεις εξακολουθούν να ζουν στην αντίληψη – ένας θόρυβος, όπως ο άνεμος στους τοίχους του σπιτιού-, και γι’ αυτό είναι και το πράγμα πάντοτε χρονικά και τοπικά προσανατολισμένο, και σε προοπτική. Και η δήλωσή τους με τη γλώσσα δεν μπορεί παρά να είναι μια άποψη, μια γνώμη. Η απλή, ιδιωτική, υποκειμενική γνώμη, αυτό που είναι και η δόξα, ως αρχέγονος τρόπος συναναστροφής με τα πράγματα, στον Πλάτωνα, είναι και ο νόμιμος, αρχέγονος τρόπος τής γλωσσικής μας έκφρασης. Ο φιλόσοφος του Πλάτωνα, και με τη σημερινή γλώσσα ο επιστήμων, αλλά και ο φιλόσοφος, ως ειδήμων και εκπρόσωπος της επιστήμης , αναφέρεται αποκλειστικά στο Ένα, όσον αφορά στις υψηλότερες βαθμίδες της γνώσης. Παραμένει όμως παρ’ όλ’ αυτά συνδεδεμένος και με τον φιλόδοξο, που μπορεί να είναι, ή και να πρέπη ίσως μάλιστα να είναι και ο ίδιος.
Επίλογος
Ας ξεχωρίσουμε τελικά άλλη μια φορά τις εξιδανικεύσεις. Ξεκινούν και οι δυό απ’ το ότι επαναλαμβάνεται συνεχώς η τελειοποίηση. Η επανάληψη όμως της μετρήσεως τελειώνει σε μορφές, των οποίων το γεωμετρικό ιδεώδες δεν έχει τίποτα πια να κάνη με την εκ του κόσμου καταγωγή του. Πρόκειται για «αποκοσμικοποιημένα» παράγωγα της λογικής, αντίστοιχα μιας καθαρής σκέψης. Πρόκειται για το βασίλειο της ακρίβειας, αλλά αυτό το βασίλειο δεν είναι εκ του κόσμου αυτού. Κι όταν τη χρησιμοποιούμε σε πραγματικά αντικείμενα, τα ποσοτικοποιούμε μεν μόνον κατά προσέγγιση, μετατρέπονται όμως τα πράγματα σε τύπους ή κανόνες. Η εξιδανίκευση του πράγματος αρχίζει κι αυτή στον πραγματικόν κόσμο, δεν μπορεί όμως και να αποχωριστή απ’ αυτήν την αρχή της. Ακόμα και εξιδανικευμένο, παραμένει αυτό το πράγμα στη δόξα. Γιατί η αρχή του ήταν μια εμφάνιση ή ένα φαινόμενο, και θα είναι πάντοτε ένα φαινόμενο, που προσαρτά στον εαυτό του όλες τις άλλες, οριζοντίως δεδομένες και άπειρες εμφανίσεις αυτού του πράγματος. Απ’ αυτήν τη «σχισμή» ή «χαραμάδα» εισέρχομαι στον κόσμο – και έχω ήδη πάντοτε εισέλθει. Και ζώντας στο μέσον αυτού του εξιδανικευμένου ως το άπειρο ζωντανού κόσμου, περιβάλλομαι από χρώματα, ήχους, μυρωδιές, από φυτά, ζώα και ανθρώπους. Σ’ αυτήν ακριβώς την παρουσία τους, στο ότι «υπάρχουν» προφανώς «τα ίδια» εδώ μπροστά μου, περικαλυμμένα με τη γήινη ενδυμασία τους, μακριά και πριν πάντοτε από κάθε μαθηματική εξιδανίκευση, βρίσκεται και η αλήθεια τους – η μεταφυσική αλήθεια της δόξας, της φράσης ακριβώς του Πρωταγόρα  (( Σημ. τ. μετ.: ‘Ότι «μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος»!... Ο σύγχρονος άνθρωπος προσπαθεί να είναι τουλάχιστον ρεαλιστής, καθώς φαίνεται πως έκλεισε γι’ αυτόν ο «πνευματικός κόσμος»… )) .   
                            Τ  Ε  Λ  Ο  Σ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου