Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ Στον Μύθο της Ψυχής και του Έρωτα (4)

 Συνέχεια από :Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022 

E R I C H  N E U M A Ν N

Η ΨΥΧΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΘΗΛΥΚΟΥ

Η Ψυχή τρυπιέται με ένα από τα βέλη του Έρωτα και ματώνει. «Έτσι εντελώς άθελά της, αλλά με δική της ενέργεια, η Ψυχή ερωτεύθηκε τον Έρωτα». Η αρχή της αγάπης της ήταν ένας γάμος θανάτου σαν θάνατος, βιασμός και αρπαγή· αυτό που βιώνει τώρα η ψυχή μπορεί να λεχθή ότι είναι μια δεύτερη «απάνθηση», η αληθινή, ενεργητική, εκούσια απάνθηση, που την ολοκληρώνει μέσα της. Δεν είναι πια ένα θύμα, αλλά μια γυναίκα που αγαπά ενεργητικά. Είναι ερωτευμένη, μαγεμένη από τον Έρωτα που την έχει καταλάβει σαν μια δύναμη από το εσωτερικό, όχι πια σαν ένας άνδρας από τα έξω. Γιατί σαν ένας εξωτερικός άνδρας κοιμάται, και δεν ξέρει τίποτε από αυτά που κάνει η Ψυχή και από αυτά που συμβαίνουν μέσα της. Και εδώ η διήγηση αρχίζει να δείχνει μια ψυχολογική οξυδέρκεια χωρίς προηγούμενο.
Η πράξη αγάπης της Ψυχής, με την οποία παραδίνεται εθελοντικά στην αγάπη, στον Έρωτα, είναι αμέσως μια θυσία και ένα χάσιμο. Δεν αποκηρύσσει το μητριαρχικό επίπεδο της θηλυκότητάς της· ο παράδοξος πυρήνας της κατάστασης είναι ότι μέσα και μέσω της πράξης της αγάπης της εξυψώνει το μητριαρχικό επίπεδο στην αυθεντική του ύπαρξη, και το ανεβάζει στο Αμαζόνειο στάδιο.
Η Ψυχή που γνωρίζει, που βλέπει τον Έρωτα στη λάμψη του φωτός και έχει σπάσει το ταμπού της αορατότητάς του, δεν είναι πια απλοϊκή και παιδιάστικη στην στάση της προς το αρσενικό· δεν αιχμαλωτίζει πια απλά ούτε αιχμαλωτίζεται, αλλά έχει τόσο ολοκληρωτικά αλλάξει στην νέα γυναικεία της φύση, ώστε χάνει, και πραγματικά πρέπει να χάση τον εραστή της· σε αυτήν την κατάσταση αγάπης, στην οποία η γυναίκα αποκτά συνείδηση μέσω της συνάντησης, η γνώση και ο πόνος και η θυσία είναι ταυτόσημα. Με την αγάπη της Ψυχής που ξεπήδησε μόλις «είδε τον Έρωτα», έρχεται στο φως μέσα της ένας Έρωτας που δεν ταυτίζεται με τον κοιμισμένο Έρωτα έξω από αυτήν. Αυτός ο εσωτερικός Έρωτας που είναι η εικόνα της αγάπης της, είναι στην πραγματικότητα μια υψηλότερη και αόρατη μορφή του Έρωτα που βρίσκεται ξαπλωμένος μπροστά της. Είναι ο ενήλικος Έρωτας που αντιστοιχεί στην συνειδητή ψυχή, την Ψυχή που δεν είναι πια παιδί. Αυτός ο μεγαλύτερος, αόρατος Έρωτας μέσα στην Ψυχή πρέπει αναγκαστικά να έρθη σε σύγκρουση με την μικρή, ορατή του ενσάρκωση που αποκαλύπτεται από το φως του λυχναριού της και καίγεται από την σταγόνα του λαδιού. Ο Έρωτας που ήταν κρυμμένος στο σκοτάδι μπορούσε πάντα να είναι μια ενσάρκωση κάθε εικόνας του Έρωτα που ζούσε μέσα στην Ψυχή, αλλά ο Έρωτας που έχει γίνει ορατός είναι η πραγματικότητα της θεϊκής μορφής του αγοριού που είναι ο γυιός της Αφροδίτης. (Σημ. Αλλά για την Ψυχή είναι ουσιαστικό να ενοποιήση την δυαδική δομή του Έρωτα, η οποία φαίνεται επίσης στις αντιτιθέμενες μορφές του Έρωτα και του Αντέρωτα, και να μεταμορφώση τον κατώτερο στον ανώτερο Έρωτα. Εδώ είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ο διπλός Έρως της Αφροδίτης και ο Έρως της Ψυχής, «τ η ς Α φ ρ ο δ ί τ η ς κ α ι τ η ς Ψ υ χ ή ς Έ ρ ω τ α», (ΣτΜ. ελληνικά στο κείμενο), ήδη αναφέρεται στον αιγυπτιακό μαγικό πάπυρο. (Βλέπε: Reitzenstein: Ο μύθος του Έρωτα και της Ψυχής στον Απουλήιο, σ. 80).
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως ο ίδιος ο Έρωτας δεν ήθελε μια τέτοια ψυχή! Την απειλούσε, την ικέτευε θερμά να παραμείνη στο παραδεισιακό σκοτάδι, την προειδοποιούσε ότι θα τον έχανε για πάντα με την πράξη της. Η ασυνείδητη τάση προς την συνειδητότητα (εδώ προς την συνειδητότητα στην ερωτική σχέση) ήταν ισχυρότερη στην Ψυχή από ο,τιδήποτε άλλο, ακόμη και από την αγάπη της για τον Έρωτα ή τουλάχιστον έτσι θα έλεγε ο αρσενικός Έρωτας. Αλλά αυτό θα ήταν λανθασμένο, γιατί αν η Ψυχή του παραδεισιακού σταδίου ήταν υπόδουλη στον Έρωτα και είχε υποκύψει σ’ αυτόν στο σκοτάδι, δεν θα τον είχε αγαπήσει. Κάτι μέσα της, που μπορεί να ορισθή αρνητικά σαν μητριαρχική επιθετικότητα, ή θετικά σαν μια τάση προς την συνειδητότητα, και μια εκπλήρωση ακριβώς της θηλυκής της φύσης, την ωθούσε επιτακτικά να αναδυθή από το σκοτάδι. Ακριβώς στο φως της γνώσης της, την γνώσης του Έρωτα, αρχίζει να αγαπάη.
Η απώλεια του εραστή της αυτήν ακριβώς την στιγμή είναι ανάμεσα στις βαθύτερες αλήθειες αυτού του μύθου· αυτή είναι η τραγική στιγμή, στην οποία κάθε θηλυκή ψυχή μπαίνει στο ίδιο το πεπρωμένο της. Ο Έρωτας πληγώνεται από την πράξη της Ψυχής. Η σταγόνα το λάδι που τον καίει, τον ξυπνάει και τον διώχνει, είναι από κάθε άποψη μια πηγή πόνου. Γι’ αυτόν, τον αρσενικό θεό, η Ψυχή ήταν αρκετά επιθυμητή όταν βρισκόταν στο σκοτάδι και την κατείχε στο σκοτάδι, όταν ήταν η απλή συντροφιά στις νύχτες του, απομονωμένη από τον κόσμο. Ζώντας μόνο γι’ αυτόν, χωρίς μερίδιο στην ημερήσια ύπαρξή του, στην πραγματικότητά του και την θεϊκότητά του. Η δουλεία της γινόταν ακόμη βαθύτερη με την επιμονή του στην θεϊκή του ανωνυμία: «καταβροχθιζόταν» έτσι ακόμη περισσότερο απ’ αυτόν. Αυτό το μικρό κορίτσι, αυτή η «απλή και ευγενική ψυχή» (μια αρσενική παρεξήγηση για το αν ποτέ υπήρξε ένα τέτοιο κορίτσι !), τον πλησιάζει κοιμισμένο, με ένα μαχαίρι και ένα λυχνάρι για να τον σκοτώση. Αναπόφευκτα, η προθυμία της να τον χάση θα πρέπη να καίη και να πληγώνη τον αρσενικό Έρωτα πολύ οδυνηρά.
Η Ψυχή βγαίνει από το σκοτάδι και μπαίνει στο πεπρωμένο της σαν ερωτευμένη γυναίκα, γιατί είναι η Ψυχή, δηλαδή η ουσία της είναι ψυχική, και μια ύπαρξη σε παραδεισιακό στάδιο δεν μπορεί να την ικανοποιήση. (Σημ. Αυτή είναι μια επανάληψη σε διαφορετικό επίπεδο της μητριαρχικής πράξης της Αμαζόνας, που θυσιάζει την γυναικεία της φύση, τα στήθη της, όχι μόνο για να μπορέση να πολεμήση σαν άνδρας στην μάχη της με το αρσενικό για ανεξαρτησία, αλλά επίσης για να ενισχύση την Μεγάλη Θεά της μητριαρχίας. Η Εφέσια Άρτεμη φοράει έναν μανδύα από μαστούς, που είναι τα σύμβολα των μαστών που θυσιάστηκαν σε αυτήν από τις Αμαζόνες, αν όχι αυτοί οι ίδιοι οι μαστοί. Βλέπε: Picard: «Η Έφεσος της Ανατολής» …1938.) Μόνο τότε που η ψυχή βιώνει τον Έρωτα σαν κάτι περισσότερο απ’ αυτόν που παγιδεύει στο σκοτάδι, μόνο τότε που τον βλέπει (α υ τ ό ς στο κάτω-κάτω πάντα την έβλεπε), τον συναντάει πραγματικά. Και αυτήν ακριβώς την στιγμή του χαμού και της αποξένωσης, τον αγαπάει, και συνειδητά αναγνωρίζει τον Έρωτα.
Με αυτό εκτελεί την μητριαρχική θυσία του εραστή σε ένα ανώτερο επίπεδο, και με την πλήρη δικαίωση του ανθρώπινου αιτήματός της για συνειδητότητα. Ελευθερώνοντας τον εαυτό της απ’ αυτόν με το μαχαίρι και το φως, που το κρατάει στην θέση του δαυλού της Εκάτης και των άλλων μητριαρχικών θεοτήτων, και ξεπερνώντας τον έτσι καθώς και την δουλεία της σ’ αυτόν, στερεί τον Έρωτα από την θεϊκή του δύναμη επάνω της. Η Ψυχή και ο Έρωτας βρίσκονται τώρα ο ένας απέναντι στον άλλον σαν ίσοι. Αλλά η αντιμετώπιση υπονοεί χωρισμό. Η ουροβορική αρχέγονη ενότητα (Σημ. Ουροβόρος είναι το κυκλικό φίδι που δαγκώνει την ουρά του, σύμβολο του ενός και των πάντων) του εναγκαλισμού στο σκοτάδι έχει υπερβαθή, και με την ηρωϊκή πράξη της Ψυχής, ο πόνος, η ενοχή και η μοναξιά έχουν έρθει στον κόσμο. Γιατί η πράξη της Ψυχής είναι ανάλογη με την πράξη του ήρωα που διαχώρισε τους κοσμικούς γονείς για να φέρη το φως της συνειδητότητας· σε αυτήν την περίπτωση, η Ψυχή και ο Έρωτας, κατά την διάρκεια της παραμονής τους στον σκοτεινό παράδεισο, είναι οι αρχικοί γονείς.
Αλλά η πράξη της Ψυχής μόνο επιφανειακά είναι μια «αρσενική» πράξη που μοιάζει με αυτήν του ήρωα. Γιατί υπάρχει ένας βασικά και θεμελιακά διαφορετικός παράγοντας: αν και η πράξη της ψυχής αντιστοιχεί στην αναγκαία ανάπτυξη συνειδητότητας, δεν είναι μια φονική πράξη, αντίθετα είναι ακριβώς η πράξη που κάνει να γεννηθή ο έρωτας της Ψυχής. Και ενώ το αρσενικό μετά την πράξη του της ηρωϊκής σφαγής ξεκινάει να κατακτήση τον κόσμο, ενώ ο ι ε ρ ό ς γ ά μ ο ς του με την μορφή της anima που έχει κερδίσει συνιστά μόνο ένα μέρος της νίκης του (Σημ. Βλέπε στο έργο μου: Καταγωγή και ιστορία του ανθρώπινου συνειδητού, σελ. 195 κ. ε.), η επακόλουθη ανάπτυξη της Ψυχής δεν είναι τίποτε άλλο από μια προσπάθεια να ξεπεράση, μέσα από τα βάσανα και την πάλη, τον χωρισμό που έφερε η πράξη της. Σε ένα καινούργιο επίπεδο, δηλαδή με αγάπη και πλήρη συνειδητότητα, προσπαθεί να ξαναενωθή με αυτόν που χωρίσθηκε από αυτήν, και να ξανακάνη ολόκληρο μέσα από μια νέα ένωση αυτό που η ανάγκη την είχε υποχρεώσει να θυσιάση. Ετσι, η πράξη της Ψυχής είναι η αρχή μιας ανάπτυξης που αγκαλιάζει όχι μόνο την Ψυχή, αλλά επηρεάζει επίσης και τον Έρωτα.
Ο Έρωτας, όπως αφηγείται ο ίδιος, πληγώθηκε από την αρχή με το βέλος του, δηλαδή αγάπησε την Ψυχή από το ξεκίνημα της ιστορίας, ενώ η Ψυχή που πληγώνεται εκτελώντας την πράξη της, ερωτεύεται τον Έρωτα μόλις αυτήν την στιγμή. Αλλά αυτό που ο Έρωτας ονομάζει «αγάπη του» και ο τρόπος με τον οποίο θέλει να αγαπά συγκρούονται με την Ψυχή και την πράξη της. Με την θαρραλέα της προθυμία να ξεκινήσει για την ανεξάρτητη ανάπτυξή της, να τον θυσιάση για να τον γνωρίση, η Ψυχή οδηγεί τον Έρωτα και τον εαυτό της έξω από τον παράδεισο της ουροβορικής ασυνειδητότητας. Μέσω της πράξης της Ψυχής ο Έρωτας για πρώτη φορά υποφέρει τις συνέπειες του βέλους της αγάπης που (εκείνη) έστρεψε εναντίον του.(Σημ. Δεν χρειάζεται να μας απασχολήση το ότι αυτό είναι μια λογική μορφή εξέλιξης για την μυθική μορφή του Έρωτα, που ήταν αρχικά κάτι λιγότερο και κάτι περισσότερο από έναν πραγματικό θεό).
Εδώ θα έπρεπε να λεχθή κάτι για τον συμβολισμό του ζεματιστού λαδιού που καίει τον Έρωτα. «Αχ, θρασύ, παράτολμο λυχνάρι», λέει η ιστορία μας, «εσύ έκαψες τον κύριο της φωτιάς!» Ο φορέας του πόνου δεν είναι ένα αιχμηρό όπλο, σαν το βέλος, αλλά η ουσία που τρέφει το λυχνάρι, που είναι η αρχή του φωτός και της γνώσης. Το λάδι σαν ουσία του φυτικού κόσμου, μια ουσία της γης, που γι’ αυτό χρησιμοποιείται για να χρίση τον κύριο της γης, τον βασιλιά, είναι ένα πλατειά διαδεδομένο σύμβολο. Σε αυτήν την περίπτωση έχει την σημασία της βάσης του φωτός, και για να δώση φως πρέπει να ανάψη και να καή. Με όμοιο τρόπο στην ψυχική ζωή, η ζέστη, η φωτιά του πάθους, η φλόγα και η θέρμη του συναισθήματος είναι που δίνουν την βάση του φωτισμού, δηλαδή μιας φωτισμένη συνειδητότητας, που προέρχεται από την καύση της θεμελιακής ουσίας και την εξυψώνει.
Μέσω της πράξης της η Ψυχή αποκτά συνείδηση του Έρωτα και της αγάπης της, αλλά ο Έρωτας απλώς πληγώνεται και δεν φωτίζεται καθόλου από την πράξη αγάπης και χωρισμού της Ψυχής. Σε αυτόν μόνο ένα μέρος της αναγκαίας διαδικασίας εκπληρώνεται, η βασική ουσία ανάβει, και αυτός καίγεται απ’ αυτήν. Νοιώθει έντονο πόνο, και μέσω της πράξης της Ψυχής μεταφέρεται από την μέθη της μακάριας ένωσης στην οδύνη της δοκιμασίας. Αλλά η μεταμόρφωση είναι αθέλητη, και την βιώνει παθητικά.
Όταν οι θεοί αγαπούν θνητούς δοκιμάζουν μόνο πόθο και ευχαρίστηση. Ο πόνος είχε πάντα αφεθεί για το θνητό μέρος, τον άνθρωπο, που συνήθως καταστρεφόταν από την συνάντηση, ενώ ο θεϊκός σύντροφος προχωρούσε χαμογελαστός σε νέες περιπέτειες. Εξίσου καταστροφικές για τον ανθρώπινο γένος. Αλλά εδώ συμβαίνει κάτι διαφορετικό: η Ψυχή, με την ατομικότητά της σαν σύμβολο θνητής γυναικείας ψυχής, παίρνει ένα ενεργό μέρος. 
Ο Έρωτας, όπως είδαμε στην αρχή, ήταν ένα αγόρι, ένας νεαρός, ο γιος-εραστής της μεγάλης του μητέρας. Παρέβη την διαταγή της Αφροδίτης και αγάπησε την Ψυχή αντί να την κάνη δυστυχισμένη – αλλά παρέβη στ’ αλήθεια την εντολή της, δεν την έκανε δυστυχισμένη τελικά, δεν την ανάγκασε να παντρευτή ένα τέρας, «τον πιο αχρείο από τους ανθρώπους»; Πάντως δεν έχει απελευθερωθεί από την Μητέρα-θεά, αλλά απλώς την έχει εξαπατήσει πίσω από την πλάτη της..Γιατί το σχέδιό του ήταν όλα να γίνουν στο σκοτάδι με μυστικότητα, κρυφά από τα μάτια της θεάς. Η «περιπέτειά» του με την Ψυχή σχεδιάστηκε σαν μια από τις πολλές «παρεκκλίσεις» των αρχαίων θεών, μακριά από το φως της κοινής γνώμης, που αντιπροσωπεύεται χαρακτηριστικά από τις γυναικείες θεότητες.
Αυτή η κατάσταση, με όλα τα πλεονεκτήματά της για τον Έρωτα, διαταράσσεται από την Ψυχή. Η Ψυχή διαλύει την p a r t i c i p a t i o n m y s t i q u e (μυστική συμμετοχή) με τον σύντροφό της, και ρίχνει τον εαυτό της και αυτόν στο πεπρωμένο του χωρισμού, που σημαίνει τη συνειδητοποίηση. Η αγάπη σαν μια έκφραση θηλυκής ολότητας δεν είναι δυνατή στο σκοτάδι, σαν μια απλά ασυνείδητη διαδικασία· μια πραγματική συνάντηση με τον άλλον απαιτεί συνειδητότητα, και γι’ αυτό και την πλευρά του πόνου και του χωρισμού.
Η πράξη της Ψυχής οδηγεί, λοιπόν, σε όλον τον πόνο της εξατομίκευσης, στην οποία μια προσωπικότητα βιώνει τον εαυτό της σε σχέση με έναν σύντροφο σαν κάτι άλλο, δηλαδή όχι μόνο σαν σύνδεση με τον σύντροφο.. Η Ψυχή πληγώνει τον εαυτό της και τον Έρωτα, και μέσω των συγγενικών πληγών τους ο αρχικός, ασυνείδητος δεσμός τους διαλύεται. Αλλά αυτό ακριβώς το διπλό πλήγωμα γεννάει για πρώτη φορά τον έρωτα, ο οποίος αγωνίζεται να ξαναενώση αυτά που χωρίσθηκαν. Αυτό το πλήγωμα δημιουργεί την δυνατότητα μιας συνάντησης, που είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την αγάπη μεταξύ δύο ατόμων. Στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα, η διαίρεση του Ενός και η επιθυμία για επανένωση αυτών που έχουν διαχωρισθή παριστάνεται σαν η μυστική αρχή του έρωτα· εδώ επαναλαμβάνεται η ίδια ιδέα στο επίπεδο του ατόμου.
Ο Bachofen γράφει: «Η δύναμη που οδηγεί ξανά στην ένωση αυτά που έχουν αποκοπή μεταξύ τους είναι ο αυτογέννητος θεός, που οι Ορφικές διδασκαλίες τον ονομάζουν Μήτι, Φάνη, Ερικοπαίο, Πρωτόγονο, Ηρακλή, Θρόνο και Έρωτα, οι Λέσβιοι Ενορίδη, οι Αιγύπτιοι Όσιρι (Bachofen: « Έρευνα πάνω στην συμβολική των επιταφίων επιγραφών στην αρχαιότητα, σ. 93 κ.ε.). Εκεί το θηλυκό είναι πάντα το αυγό και ο υποδοχέας, ενώ το αρσενικό είναι αυτό που γεννιέται, και αυτό που διαχωρίζει την αρχέγονη ενότητα· στην περίπτωσή μας ισχύει όμως το ακριβώς αντίθετο. Ο Έρως, o Έρως της Αφροδίτης κρατάει την Ψυχή αιχμάλωτη, φυλακισμένη στο σκοτεινό αυγό, και η Ψυχή με μαχαίρι και με φως, διαχωρίζει αυτήν την τέλεια αρχική ύπαρξη· με τις πράξεις και τα βάσανά της αποκαθιστά την αρχέγονη ενότητα σε ένα ουράνιο επίπεδο.
Η πράξη της Ψυχής δίνει τέλος στην μυθική περίοδο στον αρχετυπικό κόσμο, την περίοδο στην οποία η σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα εξαρτιόταν αποκλειστικά από την δύναμη των θεών, που κρατούσαν τους ανθρώπους κάτω από την εξουσία τους. Τώρα αρχίζει η εποχή της ανθρώπινης αγάπης, στην οποία η ανθρώπινη ψυχή συνειδητά παίρνει την μοιραία απόφαση για τον εαυτό της. Και αυτό μας γυρίζει πίσω στην αρχή του μύθου μας, δηλαδή στην σύγκρουση ανάμεσα στην Ψυχή, την «νέα Αφροδίτη», και την Αφροδίτη σαν την Μεγάλη Μητέρα.
Η αντιζηλία ξεκίνησε όταν οι άνθρωποι, βλέποντας την ομορφιά της Ψυχής, παραμέλησαν την λατρεία και τους ναούς της Αφροδίτης, Αυτή η απλή ενατένιση της ομορφιάς είναι καθ’ εαυτή αντίθετη με την αρχή που αντιπροσωπεύεται από την Αφροδίτη. Και η Αφροδίτη, επίσης, είναι όμορφη και αντιπροσωπεύει την ομορφιά, αλλά η ομορφιά της είναι μόνο ένα μέσο για κάποιον σκοπό. Ο σκοπός φαίνεται να είναι η επιθυμία και η σεξουαλική απόλαυση, στην πραγματικότητα είναι η γονιμότητα. Η Αφροδίτη είναι η Μεγάλη Μητέρα, «η αρχική πηγή των πέντε στοιχείων». Όταν, όπως η βαβυλώνια Ιστάρ και η ελληνική Δήμητρα, κρύβεται θυμωμένη, ο κόσμος γίνεται στείρος. «Από τότε που η Δέσποινα Ιστάρ κατέβηκε στον Άδη, ο ταύρος δεν βατεύει πια την αγελάδα, ο αρσενικός γάιδαρος δεν σκύβει πια πάνω από τον θηλυκό, και ο άνδρας δεν σκύβει πια πάνω από την γυναίκα στον δρόμο = ο άνδρας κοιμάται στην θέση του, και η γυναίκα κοιμάται μόνη». («Το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο της Ιστάρ», στο βιβλίο του Ungnad: «Η θρησκεία των Βαβυλωνίων και των Ασσυρίων»).
Όταν ο Kerényi λέει: «Η Αφροδίτη δεν είναι θεά της γονιμότητας περισσότερο από την Δήμητρα ή την Ήρα» (Kerényi: « Η κόρη του ήλιου», σελ. 165), εισάγει αρνητικά τον όρο «θεά της γονιμότητας» για να τον απορρίψη. Αλλά και οι τρεις, σαν «αρχική πηγή όλων των στοιχείων», είναι μορφές της Μεγάλης Μητέρας, της μητριαρχικής δημιουργού της ζωής και της γονιμότητας των ζωντανών πλασμάτων. Και είναι αυτή η όψη, και αυτή μόνη, που έδινε στη Μεγάλη Μητέρα το αρχέγονο κύρος της, την βασιλική της αξία, μέσω της οποίας έντυνε τον βασιλιά με την δύναμή του. Επομένως, αν και η Αφροδίτη σαν θεά αντιπροσωπεύει μιαν αιώνια σφαίρα της ύπαρξης, είναι μόνο μια πλευρά του αρχέτυπου της Μεγάλης Μητέρας. Η ομορφιά, η γοητεία και η δωρεά της απόλαυσης είναι όπλα σε ένα ουράνιο παιχνίδι όπως το χρώμα του λουλουδιού, το οποίο, φθάνοντας πέρα από την ομορφιά και την γοητεία του ,εξυπηρετεί τον αρχέγονο-μητριαρχικό σκοπό του είδους του.
Αλλά η συμμαχία που αντιπροσωπεύεται από την Αφροδίτη και τον Έρωτα αγκαλιάζει επίσης την ομορφιά και την γοητεία των ανθρώπινων σχέσεων, όπως φαίνεται από τα λόγια του θαλασσινού πουλιού, που λέει ότι ο κόσμος έχει αρρωστήσει επειδή ο Έρωτας έχει κατεβεί σε ένα βουνό «για να γλεντήση με μια πόρνη», και ότι η Αφροδίτη η ίδια άφησε τα θεϊκά της έργα και έχει φύγει για θαλασσινές διακοπές. «Και έτσι δεν υπάρχει απόλαυση, ούτε χαρά, ούτε ευχαρίστηση πουθενά, αλλά όλα τα πράγματα κείτονται άξεστα, αφρόντιστα και παραμελημένα· ο γάμος και η αληθινή φιλία και η αγάπη των γονιών για τα παιδιά τους έχουν εξαφανισθή από την γη· υπάρχει μια απέραντη αταξία, ένα άσπονδο μίσος και μια πρωτοφανής περιφρόνηση όλων των δεσμών της αγάπης».
Όταν η Αφροδίτη ξεσπάει αγανακτισμένη για την αγάπη του Έρωτα, η Ήρα και η Δήμητρα μιλάνε ακόμη πιο καθαρά: «ποιος ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους θα σου επιτρέψη να σπέρνης πάθη μέσα στους λαούς της γης, ενώ απαγορεύεις στον ίδιο σου τον γυιο τις χαρές της αγάπης, και τον εμποδίζεις από την απόλαυση της γυναικείας φύσης, μιαν απόλαυση που είναι ανοιχτή σε όλο τον κόσμο;» Η σπορά των «παθών» και η βασιλεία πάνω στην «γυναικεία φύση» είναι Αφροδίσια χαρακτηριστικά της Μεγάλης Μητέρας, και ο υψηλός βαθμός στον οποίο η «παλιά» Αφροδίτη ακόμη αντιπροσωπεύει αυτήν την πλευρά γίνεται φανερός από την σύγκρουσή της με την Ψυχή.
Η οργή της Αφροδίτης ξεσπάει όταν στο βασίλειο των ανθρώπων, που από τη φύση του έπρεπε να την υπηρετούν, να τιμούν τη δύναμη της και να κάνουν το θέλημά της, όταν σε αυτό το βασίλειο της «γήινης λάσπης» κάτι παράλογο συμβαίνει, όταν η «νέα Αφροδίτη» λατρεύεται με καθαρή ενατένιση. Η Ελένη ήταν ακόμη πραγματική υπηρέτρια της Αφροδίτης, γιατί ξεσήκωνε την επιθυμία και προκαλούσε τον πόλεμο, την μοιραία κίνηση του ανθρώπινου ηρωϊσμού που η Αφροδίτη αγαπούσε στον Άρη.. Γιατί η φαλλική δύναμη του Άρη συνδέεται με την λαγνεία του αίματος, που πάντα έχει στενή σχέση με την σεξουαλική επιθυμία. Η Ελένη, σαν την Αφροδίτη, δεν σταματούσε ποτέ να ανανεώνη το καταστροφικό μείγμα της έκστασης, της μαγείας και της καταστροφής, που δημιουργούν την γοητεία της Μεγάλης Μητέρας, η οποία είναι επίσης μια μητέρα της μοίρας και του θανάτου. Αλλά τί είναι η Ψυχή, αυτή η «νέα Αφροδίτη», που είναι όμορφη, αλλά όχι επιθυμητή από τους ανθρώπους, αλλά που εντούτοις, αν και είναι άνθρωπος, λατρεύεται με ενατένιση σαν μια θεά και, το χειρότερο απ’ όλα, την επιθυμεί ο θεϊκός Έρωτας;
Η ψυχή μπαίνει στη σφαίρα των θεών και δημιουργεί έναν καινούργιο κόσμο. Με την πράξη της, το θηλυκό σαν μια ανθρώπινη ψυχική δύναμη έρχεται σε σύγκρουση με την Μεγάλη Μητέρα και την φοβερή της πλευρά, στην οποία η μητριαρχική ύπαρξη του θηλυκού ήταν υποδουλωμένη. Και η Ψυχή δεν στρέφεται μόνο ενάντια στην Μεγάλη Μητέρα, ενάντια στην Αφροδίτη, την παντοδύναμη κυρίαρχο της θηλυκής ύπαρξης, αλλά και ενάντια στον αρσενικό εραστή της, τον Έρωτα. Πόσο αδύναμη είναι η θέση της ανθρώπινης Ψυχής σε αυτήν την πάλη με τους θεούς και τις δυνάμεις τους! Πόσο ανέλπιδη φαίνεται η κατάστασή της, η κατάσταση της θηλυκής-ανθρώπινης αρχής της ζωής που τολμάει να έρθη σε αντιπαράθεση με ένα θεϊκό αρχέτυπο!
Με την αυτοθυσία της πράξης της παραιτείται από τα πάντα και μπαίνει στην μοναχικότητα μιας αγάπης, στην οποία, την ίδια στιγμή συνειδητά και ασυνείδητα, απαρνείται την έλξη της ομορφιάς της που οδηγεί στο σεξ και την γονιμότητα. Από την στιγμή που βλέπει τον Έρωτα στο φως, η Ψυχή βάζει την ερωτική αρχή της συνάντησης και της εξατομίκευσης δίπλα στην αρχή της γοητευτικής έλξης και της γονιμότητας του είδους.
Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να κατανοήσουμε τις μυθολογικές «γενεαλογίες», σύμφωνα με τις οποίες η Αφροδίτη γεννιέται από την ένωση ανάμεσα στον γονιμοποιό ουρανό και την θάλασσα, ενώ η ψυχή, «η νέα Αφροδίτη», είναι το αποτέλεσμα της ένωσης του ουρανού και της γης. Γιατί η θάλασσα διατηρεί όλη την ανωνυμία που είναι χαρακτηριστική για το συλλογικό ασυνείδητο, ενώ η γη συμβολίζει την υψηλότερη, «γήινη» μορφή. Η Αφροδίτη αντιπροσωπεύει την ένωση των ανώνυμων δυνάμεων του Επάνω και του Κάτω· ενώνοντας το αρσενικό και το θηλυκό, λειτουργεί σαν μια παγκόσμια και ανώνυμη δύναμη. Με την Ψυχή, μια γήινη, ανθρώπινη υλοποίηση της ίδιας Αφροδίσιας αρχής έχει έρθει στο φως σε ένα ανώτερο επίπεδο. Αλλά γήινο και ανθρώπινο σημαίνει μοναδικό, σύμφωνα με την αρχή της ατομικότητας και – τελικά – της εξατομίκευσης. Πάνω από την υλική-ψυχική ερωτική αρχή της Αφροδίτης σαν θεάς της αμοιβαίας έλξης ανάμεσα στα αντίθετα, αναδύεται η αγαπητική σχέση της Ψυχής, η οποία με αυτήν την έλξη συνδέει την γνώση, την αύξηση της συνειδητότητας και την ψυχική ανάπτυξη. Με την Ψυχή, επομένως, εμφανίζεται μια καινούργια ερωτική αρχή, στην οποία η συνάντηση ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό φανερώνεται σαν η βάση της εξατομίκευσης. Από την άποψη της Αφροδίτης σαν φυσικής αρχής, η ένωση του θηλυκού με το αρσενικό δεν είναι ουσιαστικά διαφορετική στον άνθρωπο και στα ζώα, από τα φίδια και τους λύκους μέχρι τα περιστέρια. Αλλά από την στιγμή που η σχέση ανάμεσα στην Ψυχή και τον Έρωτα έχει υπερβή αυτό το στάδιο μέσω της πράξης της Ψυχής, αντιπροσωπεύει μια ψυχολογία συνάντησης· κάποιος που αγαπάει μοναδικά ολοκληρώνει την ύπαρξή του μέσω αυτής της αγάπης, που αγκαλιάζει τον πόνο και τον χωρισμό.
Για πρώτη φορά η ατομική αγάπη της Ψυχής ανυψώνεται σε μια μυθολογική επανάσταση ενάντια στην συλλογική αρχή της αισθησιακής μέθης που αντιπροσωπεύει η Αφροδίτη. Αν και φαίνεται παράδοξο, η φτωχή Ψυχή θα πρέπει ακόμα να κατακτήση την πραγματικότητα, να αναπτύξη τον εραστή της. Ο γυιος-αγαπημένος της Αφροδίτης πρέπει να γίνη ένας ανθρώπινος εραστής, οΈρωτας πρέπει να σωθή από την υπερπροσωπική σφαίρα της Μεγάλης Μητέρας, και να μεταφερθή στην προσωπική σφαίρα της Ψυχής. Απομένει να δούμε αν η Ψυχή θα φανή ισχυρότερη από την Αφροδίτη, εάν θα καταφέρη να κερδίση τον Έρωτα.
Σε αυτήν την κατάσταση η Αφροδίτη ξαναγυρίζει πίσω στην μορφή της κακής μητέρας, της μητριάς και της μάγισσας των παραμυθιών. «Ποδοπατάς τις εντολές της μητέρας σου», φωνάζει στον Έρωτα, «αντί να βασανίζεις την εχθρά μου με χυδαία πάθη!». Συμπεριφέρεται σαν μια «τρομερή μητέρα», τόσο παράλογα όσο μπορούμε να δούμε να περιγράφουν τα εγχειρίδια της ψυχολογίας. Τα λόγια της ηχούν στο μοτίβο της πληγωμένης μητέρας, που φοβάται ότι η Ψυχή θα της πάρη μακριά τον γυιο της, που μέχρι τότε κρατιόταν αιχμάλωτος σε μιαν αιμομικτική σχέση, και το λέει αυτό σε όλους τους δυνατούς τόνους. «Άθλιε μητροκτόνε!» φωνάζει στον Έρωτα στην κορώνα του λόγου της, και εδώ πρέπει να θυμηθούμε ότι, όταν για πρώτη φορά ξεκίνησε για να καταστρέψη την Ψυχή, είχε ικετέψει τον γυιο της «σε όλους τους δεσμούς της αγάπης που μας ενώνουν», και «με ανοιγμένα χείλη έδωσε στον γυιο της μακριά και θερμά φιλιά». Και φυσικά τονίζει ότι αυτός ο γυιος χρωστάει τα πάντα σ’ αυτήν και μόνο σ’ αυτήν, και ορκίζεται να αποκτήση έναν άλλον γυιο. Πόσο πολύ γήινα και οικεία φαίνονται στον ψυχολόγο τα λόγια της: « Αληθινά, είμαι πολύ ευλογημένη που θα ονομαστώ γιαγιά στο άνθος της ηλικίας μου, και που ο γυιος μιας πρόστυχης υπηρέτριας θα ονομασθή εγγονός της Αφροδίτης !».
Αλλά γιατί, θα μπορούσε κάποιος να ρωτήση δικαιολογημένα, η Αφροδίτη επανέρχεται στην μορφή της Κακής Μητέρας και όχι σε αυτήν της Μεγάλης Μητέρας; Γιατί εμφανίζονται σ’ αυτήν όλα τα περσοναλιστικά χαρακτηριστικά της οικογενειακής ζωής, και όχι τα μυθολογικά χαρακτηριστικά της Μεγάλης Μητέρας, όπως θα μπορούσαμε να περιμένουμε;
Σε όλην αυτήν την ιστορία, η αρχή της «δευτερογενούς προσωποποίησης» κυριαρχεί. Με την αυξανόμενη συνειδητότητα, τα υπερπροσωπικά και αρχετυπικά φαινόμενα αποκτούν προσωπική μορφή και παίρνουν την θέση τους στο πλαίσιο μιας ατομικής ιστορίας, μιας κατάστασης της ανθρώπινης ζωής. Η ανθρώπινη ψυχή είναι ένα ενεργητικό εγώ, που τολμάει να τα βάλη με τις υπερπροσωπικές δυνάμεις, και μάλιστα επιτυχημένα. Η συνέπεια αυτής της εξυψωμένης θέσης, της ανθρώπινης, εδώ της θηλυκής προσωπικότητας, είναι να εξασθενίση αυτό που προηγουμένως ήταν παντοδύναμο. Η ιστορία της Ψυχής τελειώνει με την θεοποίηση της ανθρώπινης Ψυχής. Με αντίστοιχο τρόπο h θεϊκή Αφροδίτη γίνεται ανθρώπινη, και το ίδιο και ο Έρωτας, που μέσα από το πάθος προετοιμάζει τον δρόμο για την ένωση με την ανθρώπινη Ψυχή. (Σημ. βλ. το έργο μου «Καταγωγή και ιστορία του ανθρώπινου συνειδητού»)
Όταν γίνεται φανερό στην Αφροδίτη ότι το αρσενικό της γέννημα, που πάντα ήταν ο πειθήνιος σκλάβος της, έχει ξεπεράσει την λειτουργία του γιού-εραστή, οργάνου και βοηθού, και έγινε ανεξάρτητος σαν εραστής, ξεσπάει μια διαμάχη μέσα στην θηλυκή περιοχή, και μια νέα φάση αρχίζει στην ανάπτυξη του Έρωτα. Η Ψυχή, η ανθρώπινη γυναίκα, αντιπαρατίθεται στην Μεγάλη Μητέρα, που μέχρι τότε, σε συμμαχία με τον γιό της, είχαν προδιαγράψει το πεπρωμένο του ανθρώπινου έρωτα. Καθιερώνοντας μια ανεξάρτητη θηλυκή συνειδητότητα αγάπης μέσα από την ελεύθερη συνάντηση, η ψυχή απορρίπτει τον σκοτεινό, ανώνυμο έρωτα που αποτελούνταν μόνο από τη μέθη του πάθους και την γονιμότητα, τον υπερπροσωπικό έρωτα, που μέχρι τότε κυβερνούσε τα πάντα στην ζωή. Και απορρίπτοντας την Αφροδίτη, απορρίπτει επίσης έναν Έρωτα που φοβάται την εξουσία της Αφροδίτης, και στην καλύτερη περίπτωση την παρακούει στα κρυφά, ενώ δεν τολμάει να σταθή ανεξάρτητα στο πλάι της αγαπημένης του.. Απορρίπτοντας και την Αφροδίτη και τον Έρωτα, η Ψυχή, εντελώς ασυναίσθητα και ακούσια, μπαίνει σε έναν ηρωικό αγώνα του θηλυκού, που εισάγει μια νέα ανθρώπινη εποχή.


(συνεχίζεται)

ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΚΑΘΑΡΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΔΥΣΕΩΣ ΝΑ ΥΠΕΡΒΕΙ ΤΗΝ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ, ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΝΑ ΕΝΤΑΞΕΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ, ΜΕ ΤΟΝ ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ UNGRUND ΤΟΥ ΜΠΑΙΜΕ, ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΨΕΥΔΟΘΕΟΛΟΓΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΑΙ Ο ΕΡΩΣ, ΣΤΗΝ ΑΝΤΟΨΙΑ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΩΡΙΜΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΕΙ ΤΟ SUMMUM BONNUM  ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ.
 ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΕΠΙΣΗΣ ΤΗΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΝΑ ΟΔΗΓΗΘΕΙ ΣΤΟΝ ΘΕΙΟ ΕΡΩΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ ΣΤΟ ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ. ΜΙΑ ΑΠΟΤΥΧΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΑΛΜΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑΣ.

Aμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου