Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2022

Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση (8)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Συστηματικής – Δογματικής Θεολογίας 

Διπλωματική εργασία Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση.

Καθηγητής: Χρ. Σταμούλης 

Φοιτητής : Περικλής Αγγελόπουλος - Θεσσαλονίκη 2020

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

1. Ν. Νησιώτης ο θεολόγος του Διαλόγου

Ο Ν. Νησιώτης θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους θεολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Το έργο του ασκεί διαχρονική επιρροή και ο ίδιος συνέβαλλε στην διαμόρφωση της ευρωπαϊκής θεολογικής και φιλοσοφικής σκέψης, τόσο με τη συμμετοχή του στην Οικουμενική Κίνηση, όσο και με τις θεολογικές του απόψεις και το συγγραφικό του έργο. Η συμμετοχή του στην Οικουμενική Κίνηση τον έθεσε στο κέντρο των εξελίξεων και η προσφορά του στις δογματικές και θεολογικές συζητήσεις αναγνωρίστηκε διεθνώς, αν και στην Ελλάδα συχνά οι θέσεις του προκάλεσαν αντιδράσεις120

Ο Ν. Νησιώτης, γνωρίζοντας, τόσο τη δυτική φιλοσοφική και θεολογική σκέψη, όσο και την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση;;;, συνέβαλλε καθοριστικά στην αναγνώριση του ρόλου της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Οικουμενική Κίνηση και στην καλλιέργεια του διαλόγου ανάμεσα στις διάφορες ομολογίες, σε πνεύμα συναίνεσης, αποδοχής και κριτικής διερώτησης.121

Να σημειώσουμε ακόμα, ότι η εισαγωγή της φιλοσοφίας της θρησκείας στην ελληνική θεολογική σκέψη, συντελέστηκε αρχικά με τον καθηγητή του Ν. Νησιώτη, Ν. Λούβαρη (1887-1961) και στη συνέχεια με τον ίδιο τον Νησιώτη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που αναδείχτηκε σε κάτοχο της έδρας στο πανεπιστήμιο Αθηνών την οποία κατείχε από το 1965 έως το 1986. 122

Ο Ν. Νησιώτης ξεκίνησε με σπουδές θεολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, συνέχισε την εκπαίδευση του στη Βασιλεία με τον Κάρλ Μπάρτ (1886-1968) και στη Ζυρίχη με τον Εμίλ Μπρούνερ (1889-1966), με τον οποίο και συντάχθηκε ενώ απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο στη Λουβαίν από την «Ανώτερη σχολή φιλοσοφίας του Θωμά του Ακινάτη». Ακολούθησε σπουδές στη φιλοσοφία, δίπλα στον κορυφαίο γερμανό φιλόσοφο και εκπρόσωπο του υπαρξισμού Καρλ Γιάσπερς (1883-1969), ενώ μελέτησε τη ψυχανάλυση, κοντά στον έναν εκ των ιδρυτών της, ψυχαναλυτή Καρλ Γιούνγκ(1875-1961).

Επιπλέον, ήταν σε στενή σχέση με την νεοπατερική θεολογία της Ορθοδοξίας του ρωσικού θεολογικού ινστιτούτου του Αγίου Σεργίου123. Οι επιδράσεις που δέχτηκε από τις σπουδές του εκφράστηκαν στη διδακτορική του διατριβή «Υπαρξισμός και Χριστιανική Πίστις», η οποία αποτελεί την πρώτη συστηματική έκθεση της φιλοσοφίας του υπαρξισμού στην Ελλάδα. Ο Ν. Νησιώτης, παρουσίασε την υπαρξιστική σκέψη ενώ ταυτόχρονα την έκρινε από ορθόδοξη άποψη καταδεικνύοντας τα σημεία σύγκλισης και τις διαφοροποιήσεις μεταξύ του υπαρξισμού και της Ορθοδοξίας. Θεωρείται ο θεολόγος ο οποίος θα εγκαταλείψει την απολογητική στάση και τον νεοκαντιανισμό, και στρεφόμενος στην υπαρξιστική σκέψη και ιδιαίτερα στον περσοναλισμό, θα εισάγει στην ελληνική θεολογική πραγματικότητα την κριτική φιλοσοφική αντίληψη, θα προάγει το διάλογο και το δημιουργικό προβληματισμό και θα προτείνει μια περσοναλιστική ανάγνωση της πατερικής θεολογίας συνδεδεμένη με τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου124. [ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΔΕΝ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΜΟΝΟ]

Η έννοια του προσώπου που αντλεί την καταγωγή της από τους Πατέρες της Εκκλησίας και η έμφαση στο ρόλο του Αγίου Πνεύματος αποτελούν τα νέα στοιχεία που θα εισάγει ο Ν. Νησιώτης στον ελληνικό ορθόδοξο θεολογικό στοχασμό125. Με την έννοια του προσώπου θα επηρεάσει θεολόγους όπως ο Χρ. Γιανναράς και ο Ι. Ζηζιούλας, ενώ με την ανάδειξη του ρόλο του Αγίου Πνεύματος θα επιδράσει στην ευρωπαϊκή θεολογία, αναδεικνύοντας τους περιορισμούς της ρωμαιοκαθολικής και προτεσταντικής θεολογίας, με την έμφαση στον πατρομονισμό και τον χριστομονισμό αντίστοιχα126. Παράλληλα, η θεολογία του σηματοδότησε τη στροφή της θρησκειοφιλοσοφικής σκέψης και συνέβαλλε στην ανανέωση του θεολογικού στοχασμού στην Ελλάδα, αυξάνοντας το ενδιαφέρον για τον τομέα της συστηματικής θεολογίας, εισάγοντας την κριτική διερώτηση για ζητήματα θεολογικά και διευκολύνοντας το διάλογο μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας127

Η στροφή του θεολόγου στην υπαρξιστική σκέψη έχει τις ρίζες στη συνειδητοποίηση της αποτυχίας του ευρωπαϊκού πολιτισμού ο οποίος, παρά τα τεχνολογικά επιτεύγματα απέτυχε να απαντήσει στις βαθύτερες υπαρξιακές ανάγκες του ανθρώπου. Ο καθηγητής άσκησε κριτική στην ιδέα του αυτόνομου ανθρώπου, ο οποίος, δρα ως φορέας ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, εναποθέτοντας τις ελπίδες του στην δια του ορθού λόγου κοινωνική συμβίωση. Σύμφωνα με τον Ν. Νησιώτη, η ιδέα του αυτόνομου ατόμου, που εκφράζεται με την ωφελιμιστική, ηδονιστική και χρηστική θεώρηση της ζωής και η οποία παρακάμπτει το ερώτημα για την ουσιαστική φύση του όντος, ευθύνεται για την κρίση του νεωτερικού παραδείγματος128. Η εγκατάλειψη των μεταφυσικών συστημάτων και η στροφή στον συγκεκριμένο άνθρωπο από τους φιλοσόφους του υπαρξισμού, θα συμβάλλει στην ανάδειξη της υποκειμενικότητας και της σημασίας της, εντός του ιστορικού πλαισίου της νεωτερικότητας129.

Ταυτόχρονα, η αναγνώριση από τον Ν. Νησιώτη, του ρόλου της κοινωνικής και ιστορικής πραγματικότητας για την διατύπωση μιας ανθρωπολογικής πρότασης, θα αναδείξει την κοινωνική φύση του ανθρώπου, ο οποίος ως πρόσωπο πραγματώνει την ύπαρξη του εν ελευθερία, εντός της κοινωνίας και της Εκκλησίας130. Στη θεολογική του προσέγγιση, η θρησκεία παύει να θεωρείται αγαθό του πολιτισμού και γίνεται γεγονός υπαρξιακό, ενώ η θρησκειοφιλοσοφική διερεύνηση προάγει το διάλογο και τη κριτική θεώρηση. Από την αξιολογία μεταφερόμαστε στην οντολογία και από την ηθική διάσταση του θρησκευτικού φαινομένου περνάμε στην υπαρξιακή και οντολογική κατανόηση της θρησκευτικής αναζήτησης, καθώς η ζωή συνίσταται στη μετοχή του ανθρώπου στο είναι του Θεού131. Εγκαταλείποντας την απολογητική αποδεικτική μέθοδο που ενέχει κινδύνους για την κατανόηση του Θεού, οδηγούμαστε στην οντολογική μελέτη της δημιουργίας και του Δημιουργού132.

Η θεμελίωση αυτή επιτρέπει επιπλέον, την σύζευξη θεολογίας και φιλοσοφίας. Η φιλοσοφία στη προοπτική αυτή, δεν θεωρείται θεραπαινίδα της θεολογίας αλλά στοιχείο αναπόσπαστο της διαλεκτικής σκέψης, η οποία συνίσταται στο διάλογο στην έξοδο από την απομόνωση και την αντικοινωνικότητα μέσα από την συνάντηση με τον άλλον. Η φιλοσοφία είναι διαρκής διάλογος με τον Άλλο και η ύπαρξη γίνεται αντιληπτή ως συνύπαρξη. Η φράση «διαλέγομαι άρα υπάρχω» είναι η φράση που χαρακτηρίζει το έργο και τη ζωή του Ν. Νησιώτη133

Στη συνέχεια της εργασίας μας θα παρακολουθήσουμε την οντολογία του Ν. Νησιώτη μέσα από την Τριαδολογία, την ανθρωπολογία και την Εκκλησιολογία που παρήγαγε.

2. Ο Θεός ως πρόσωπο στην Τριαδολογία του Ν. Νησιώτη.

Ο Ν. Νησιώτης θεωρεί αφετηριακό σημείο της χριστιανικής θεολογίας την τριαδολογία. Η διδασκαλία για την Αγία Τριάδα αποτελεί το θεμέλιο λίθο της ορθοδοξίας και καθορίζει την χριστιανική θεολογία, ενώ ταυτόχρονα έχει επιπτώσεις στο σύνολο της πνευματικής ζωής134. Επιπλέον, η εκκλησιολογία, η κτισιολογία, και η ανθρωπολογία που διαμορφώνονται στα πλαίσια της χριστιανικής παράδοσης εδράζονται στην τριαδολογία.

Ο Ν. Νησιώτης θα χρησιμοποιήσει την έννοια του προσώπου για να μιλήσει για την Αγία Τριάδα. Η έννοια του προσώπου στη σκέψη του Ν. Νησιώτη αντλεί το περιεχόμενο της από την πατερική θεολογία, ενώ ταυτόχρονα δέχεται επιρροές από την ρώσικη θεολογική σκέψη και ιδιαίτερα τον Ν. Μπερντιάγεφ και τον Π. Ευδοκίμωφ135. Ο Ν. Νησιώτης θα εισάγει στην ελληνική θεολογία, επίσης από τη ρωσική σκέψη και ιδιαίτερα του B. Bobrisnkoy (1925-2020), την πνευματολογία, αναδεικνύοντας τη σημασία του ρόλου του Αγίου Πνεύματος για την κατανόηση της Αγίας Τριάδας και θα χρησιμοποιήσει τον όρο πνευματολογική χριστολογία για να περιγράψει με πληρότητα το έργο του136.

Εκκινώντας από την γνωσιολογία, ο Ν. Νησιώτης θα θεμελιώσει την προσωποκρατική οντολογία, την οποία θεωρεί την προσφορά της ορθόδοξης σκέψης στον σύγχρονο κόσμο. Παραμένοντας πιστός στην διπλή μεθοδολογία, καθώς και στο ακατάληπτο της ουσίας του Θεού, θα δημιουργήσει μια οντολογία που εδράζεται στη Χριστοκεντρική θεολογία και τον ρεαλιστικό μυστικισμό137. Έργο της θεολογίας είναι η εμβάθυνση στην κατανόηση των ενεργειών του Θεού εντός της ιστορίας. Καταφάσκοντας στην αξία της ανθρώπινης γνωστικής δυνατότητας, η θεολογία αξιοποιεί τη αναλυτική φιλοσοφική μέθοδο για να διατυπώσει τις δικές της προτάσεις138.

Αρνούμενος την δυνατότητα της φυσικής θεολογίας και δια της αναγωγής ορθολογικής κατανόησης του Θεού, θα υποστηρίξει ότι η θεολογία, με τη βοήθεια της φιλοσοφίας, περιγράφει την αλήθεια της αποκάλυψης του Θεού στον σύγχρονο κόσμο. Στην εποχή της τεχνολογικής ανάπτυξης και της ανακάλυψης του διαστήματος, η θεολογία με την οντολογία της απαντώντας στο ζήτημα της Αιτιώδους Αρχής του κόσμου είναι σε θέση να ερμηνεύσει τον σκοπό της ανθρώπινης ύπαρξης και να απαντήσει στο αιώνιο οντολογικό ερώτημα προσφέροντας την ενοποιητική αρχή και τον Λόγο της ύπαρξης των όντων. Η αναζήτηση ενός ενοποιητικού κέντρου από την πλευρά των φυσικών επιστημών βρίσκει την απάντηση της στην οντολογία της θεολογίας. Ο χριστιανός θεολόγος με την προσέγγιση αυτή είναι σε θέση να ερευνά αξιοποιώντας το περιεχόμενο των επιστημών και να διατυπώνει κρίσεις για το σύνολο του πολιτισμού139

Η Θεοκεντρική προοπτική που θέτει τον Χριστό στο επίκεντρο της ιστορίας αποδομεί την έννοια του αυτόνομου υποκειμένου στην οποία εδράζεται η σύγχρονη πολιτισμική πραγματικότητα, και υποδεικνύει την έννοια του προσώπου, ως του όντος που κινείται προς την συνάντηση της ετερότητας, ως θεμελιώδη αναφορά για τον σύγχρονο άνθρωπο.

Ο Ν. Νησιώτης αξιοποιώντας την πατερική κληρονομιά και τις γνωσιολογικές κατηγορίες της φαινομενολογίας, θα ανοίξει δρόμους επικοινωνίας με τον σύγχρονο άνθρωπο, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα την ελευθερία ως το οντολογικό θεμέλιο του ανθρώπου. Υιοθετώντας την φαινομενολογική και υπαρξιστική προσέγγιση και εγκαταλείποντας την ιδέα ενός θεολογικού συστήματος, θεμελιώνει την αξία και το σεβασμό στη συγκεκριμένη προσωπικότητα που αγωνίζεται εντός της Ιστορίας140. Η προσωπική αποκάλυψη του προσώπου του Χριστού, αποτελεί το επίκεντρο της μελέτης του θεολόγου. Η βιωμένη αποκάλυψη περιγράφεται δια της αναλυτικής μεθόδου, ενώ δια της συνθετικής, ο θεολόγος προσφέρει την δυνατότητα μιας καθολικής θέασης που να εξηγεί και να νοηματοδοτεί την ανθρώπινη δράση. Η μεταφυσική αναζήτηση του σύγχρονου ανθρώπου και η φορά του προς την απειρότητα λαμβάνουν απαντήσεις από το περιεχόμενο της αποκάλυψης που φωτίζει τη συνείδηση του πιστού. Η θεολογία δεν είναι αναζήτηση του Θεού, αλλά ενόραση, αποδοχή και υποδοχή δια της πίστεως, που οδηγεί στην αναγέννηση και τη νέα ζωή141

Ο καθηγητής εκκινώντας από την γνωσιολογία θα υποστηρίξει ότι ο Θεός είναι ζων πρόσωπο, το οποίο ενεργεί, κινείται και βρίσκεται σε αναφορά προς τα άλλα πρόσωπα142. Δίνοντας έμφαση στην έννοια του προσώπου, την οποία προτιμά από τον όρο ύπαρξη, θα τονίσει ότι πρόσωπο σημαίνει καταρχάς, την κίνηση προς συνάντηση ετέρου προσώπου, γεγονός που σηματοδοτεί την έξοδο από την ακινησία και την αυτοαναφορικότητα του όντος. Η κίνηση αυτή του Θεού απαντά στο ερώτημα για την ουσία του Θεού, η οποία εκφράζεται μέσα από τις ενέργειες Του143. Ο Θεός είναι και μπορούμε να πούμε ότι εστί, διότι ενεργεί για να μας γνωρίσει, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί δίχως να ταυτίζεται με τα πράγματα ή τη δημιουργία144. Η οντολογία είναι εφικτή στην ορθόδοξη θεολογία διότι ο Θεός γνωρίζεται προσωπικά και δεν συλλαμβάνεται νοησιαρχικά μετατρεπόμενος σε είδωλο, δηλαδή σε απολυτοποιημένη στατική πραγματικότητα, αλλά καθώς είναι ο Δρών ενεργεί στην Κτίση για τη δημιουργία, τη σωτηρία και την τελειοποίηση αυτής.

Καθώς, ο Θεός υπήρχε πριν τη δημιουργία και μετά τη δημιουργία, δεν υπάρχει τίποτα πέραν Αυτού και είναι εφικτή η απάντηση στο ερώτημα για το Είναι του Θεού, που αφορά την κίνηση Του προς τον άνθρωπο και ταυτόχρονα την δια του Αγίου Πνεύματος κίνηση, του ανθρώπου προς τον Θεό145. Το Άγιο Πνεύμα ενεργεί εντός της Ιστορίας προκειμένου να ολοκληρώσει το έργο του Πατέρα και του Υιού. Η ορθόδοξη θεολογία υιοθέτησε μια δυναμική θεώρηση της σωτηρίας αναγνωρίζοντας την σημασία της ανθρώπινης αποδοχής και ενέργειας και συνακόλουθα έδωσε έμφαση στο ρόλο του Αγίου Πνεύματος για την πραγμάτωση της Καινής Κτίσης εν Χριστώ. Αποφεύγοντας την στατική θεώρηση περί σωτηρίας με βάση τη δικαίωση τονίζει τη σημασία της Καινής Κτίσης εν Χριστώ, επισημαίνοντας την δυνατότητα γνώσης του Θεού, όχι δια λογικών κατηγοριών ή αναλογιών αλλά με τη μετοχή στις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Ο Θεός γνωρίζεται προσωπικά μέσα από την αποκάλυψη του προσώπου Του. Ο Θεός υπάρχει ως πρόσωπο έχοντας επίγνωση του εαυτού του ενώ ταυτόχρονα κινείται προς έτερο πρόσωπο. Το πρόσωπο αποκτά συνείδηση της ύπαρξης του, σε αναφορά με άλλο πρόσωπο που κινείται και αυτό προς συνάντηση του.

Ο Ν. Νησιώτης εντάσσεται στη σχεσιακή παράδοση του προσώπου καθώς τονίζει εμφατικά ότι « ουδείς υφίσταται ως υπόστασις εάν δεν διέλθη εκ της εμπειρίας του άλλου προσώπου»146. Ο Πατήρ υπάρχει ως πρόσωπο καθαυτός, καθώς κινείται εν ελευθερία, πραγματοποιώντας την έξοδο από τον εαυτό του για την συνάντηση του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας υπάρχουν εκτεινόμενα προς μια αέναη δυνατότητα πραγμάτωσης της ύπαρξης Τους μέσω της κοινωνίας μεταξύ Τους, με τον άνθρωπο και την Κτίση147. Πρόκειται για ένα διαρκές γίγνεσθαι που σηματοδοτεί την έξοδο του Θεού από την μόνωση, και χαρακτηρίζεται από την κίνηση, τη δυνατότητα, την ανοικτότητα, την ελευθερία, την αγάπη και την αλήθεια. Το κύριο και ιδιάζον χαρακτηριστικό του προσώπου είναι η ελευθερία, που ταυτίζεται με την χριστιανική αλήθεια148.

Ο Ν. Νησιώτης με την έννοια του προσώπου θα τονίσει την διάκριση της υπόστασης από την ουσία, δίχως όμως να τις θεωρήσει ως διχοτομημένες μεταξύ τους. Το πρόσωπο, ως υπόσταση, διακρίνεται από την ουσία και ο Θεός υπάρχει και αποκαλύπτεται πρωταρχικά με την μοναδικότητα και την φανέρωσης της προσωπικής Του υπόστασης, ως ενέργειας πραγμάτωσης της ουσίας. Ωστόσο, η υπόσταση παραμένει αξεδιάλυτη δεμένη με την ουσία του Θεού, τα συμβεβηκότα της οποίας ουσιώνονται στο Είναι του Θεού149. Η προσωπική υπόσταση βρίσκεται σε σχέση κοινωνίας με τα υπόλοιπα πρόσωπα, με τα οποία κοινωνεί και την κοινή ουσία, δηλαδή τα γνωρίσματα που απαρτίζουν την κοινή τους φύση. Τα πρόσωπα έτσι, υπάρχουν ως αυτόνομες και μοναδικές υπάρξεις που βρίσκονται σε σχέση αλληλοπεριχώρησης, καθώς μοιράζονται την κοινή ουσία. Ο Θεός, είναι, ως ατομική υπόσταση, ενώ ταυτόχρονα κινείται προς έτερο πρόσωπο.

Με την προσέγγιση αυτή ο Ν. Νησιώτης απαντά στο ζήτημα της ενότητας και της πολλαπλότητας, της αρχής και της αιτίας της ύπαρξης των όντων. Ο Θεός εισέρχεται στην ιστορία, και η κτίση γίνεται ο τόπος της αποκάλυψης της παρουσίας Του150. Η φύση και η ιστορία αποτελούν τον τόπο της ενέργειας και της αποκάλυψης του Θεού στον άνθρωπο. Ο Θεός ως πρόσωπο αποτελεί την αιτία και το σκοπό της Δημιουργίας την οποία προσλαμβάνει μεταμορφωτικά με την δημιουργική Του ενέργεια και την θυσιαστική Του αγάπη151. Πραγματική κοινωνία είναι δυνατόν να υπάρξει μόνο μεταξύ προσώπων, που ενεργούν ελεύθερα και από αγάπη, διαφεύγοντας από την περίκλειστη ατομικότητα και πραγματοποιώντας δια της μετάνοιας, το άνοιγμα προς τον Θεό και τον κόσμο152. Η μετοχή στο είναι του Θεού μας οδηγεί στη γνώση του Θεού και η γνώση γίνεται μετουσία του Θεού, η οποία επιφέρει την αναγέννηση του ανθρώπου και την δια της αγάπης κλίση και άλλων προσώπων στη μετοχή στο είναι του Θεού153. Αυτή είναι και η προϋπόθεση κάθε γνώσης καθώς όποιος γνωρίζει κάτι το γνωρίζει μετά του άλλου και χάριν του άλλου. Η κοινωνική αυτή φύσις της γνώσης έχει εκκλησιαστικά ερείσματα, καθώς η αλήθεια πραγματώνεται κοινωνικά εντός της εκκλησιαστικής κοινότητας, συνδεόμενη με το ζήτημα της ελευθερίας και της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τον απομονωτισμό του. Στο πρότυπο της αγαπητικής σχέσης αλληλεπιχώρησης, η γνώση είναι σχέση, ελευθερία και αγάπη154

Η κατανόηση αυτή του προσώπου του Θεού αποτελεί και μια πρόταση για την έξοδο από την ατομοκεντρική σύλληψη της θεότητας και του ανθρώπου, η οποία τονίζει περισσότερο την ατομική διάσταση της ύπαρξης του όντος και περιορίζει την συνύπαρξη στην απλή κοινωνικότητα. Ο καθηγητής εκκινώντας από την πατερική θεολογία, και χρησιμοποιώντας τη φιλοσοφική γλώσσα του υπαρξισμού, θα τονίσει ότι η ταυτότητα του προσώπου διαμορφώνεται μέσα από τη συνύπαρξη με τα άλλα πρόσωπα155. Ο Θεός ως ύπαρξη προσωπική υπάρχει σε μια διαρκή κίνηση προς τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας και τον κόσμο156. Ο Θεός ο οποίος ενεργεί, αποκαλύπτει διαρκώς τον εαυτό Του, καθώς από αγάπη κινείται προς τα άλλα πρόσωπα καθιστώντας το Είναι σε Συνείναι. Η ελευθερία, η αλήθεια, και η αγάπη που αποκαλύπτεται μέσω της ελευθερίας, αποτελούν τις κύριες οντολογικές κατηγορίες που προσδιορίζουν το Θείο, αλλά και το ανθρώπινο πρόσωπο. Ο άνθρωπος στο βαθμό που είναι πρόσωπο είναι ελεύθερος και υπάρχει ως δυνατότητα διαμόρφωσης του εαυτού του, καθώς μεταμορφούμενος ομοιάζει προς την εικόνα του Δημιουργού Του157.

Στη συνέχεια της μελέτης μας θα διερευνήσουμε τις συνέπειες της τριαδολογίας για τη δημιουργία, την ανθρωπολογία και την εκκλησιολογία.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΓΝΩΣΗ ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ ΘΕΟΥ ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ. ΤΗΣ ΑΙΤΙΩΔΟΥΣ ΑΡΧΗΣ, ΤΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ. ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ. ΚΑΝΟΥΜΕ ΝΕΑ ΑΡΧΗ, ΧΩΡΙΣ ΠΤΩΣΗ, ΕΞΟΔΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ.

26Καὶ εἶπεν ὁ Θεός, Ἄς κάμωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμῶν, καθ᾿ ὁμοίωσιν ἡμῶν· καὶ ἄς ἐξουσιάζῃ ἐπὶ τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ ἐπὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπὶ τῶν κτηνῶν καὶ ἐπὶ πάσης τῆς γῆς καὶ ἐπὶ παντὸς ἑρπετοῦ, ἕρποντος ἐπὶ τῆς γῆς.27Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἑαυτοῦ· κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν· ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς·28καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός· καὶ εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὁ Θεός, Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ γεμίσατε τὴν γῆν καὶ κυριεύσατε αὐτήν, καὶ ἐξουσιάζετε ἐπὶ τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ ἐπὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπὶ παντὸς ζώου κινουμένου ἐπὶ τῆς γῆς.

Σημειώσεις


120. Στ.,Τσομπανίδης Από το «πρόσωπο» στην οικουμένη» βασικές πτυχές της οικουμενικής θεολογίας του Νίκου Νησιώτη, στο Υπέρ της Οικουμένης. Μελέτες για την Οικουμενική Κίνηση και την αποστολή της Εκκλησίας στο σημερινό κόσμο. Θεσσαλονίκη, Ostragon Rublishing,2014 σ.593.

121. Στο ίδιο, σ. 591.

122. Στο ίδιο, σ.29-30.

123. Μ. Μπέγζος, Δοκίμια φιλοσοφίας της θρησκείας. Μεταμοντερνισμός και εσχατολογία. Γρηγόρης, Αθήνα, 1991, σ. 33-34.

124 Στο ίδιο, σ. 32- 34, και στο Μ, Μπέγζος, Νεοελληνική Φιλοσοφία της Θρησκείας. Θεολογία, Τεχνολογία και Ιδεολογία. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1998,σ.58, Η στροφή προς τον περσοναλισμό και η απομάκρυνση από τον νεοκαντιανισμό της σχολής της Βάδης με κύριους εκπροσώπους τους W. Windelband, W. (1848-1915), και Rickert, H (1863- 1936) σήμαινε μια απομάκρυνση από τον ιστορισμό και την παραδοχή ότι η ιστορία είναι έλλογη και διαμορφώνεται από τις αξίες και τις ηθικές δεσμεύσεις που επιλέγουν και υπηρετούν τα υποκείμενα. Η θεώρηση αυτή θεωρούσε ότι η θρησκεία είναι υψηλότερη πολιτισμική αξία σε σχέση με τις άλλες καθώς αναφέρεται στο ιερό και ότι είναι αντίδοτο της πολιτισμικής παρακμής. Στην ελληνική πραγματικότητα η στάση αυτή συνέδεσε το θρησκευτικό φαινόμενο με την ηθικότητα και παράλληλα μεταφέρθηκε με τρόπο μεταπρατικό χωρίς να λαμβάνει υπόψη την ελληνική ιδιαιτερότητα. Στο ίδιο, σ.71

125. Μ. Μπέζγος, Ο λόγος ως διάλογος. Μια προσωπογραφία του Ν. Νησιώτη. Πουρνάρας, Θεσσαλονίκη, 1991, σ.124.

126. Μ.Μπέζγος, Ο λόγος ως διάλογος, ό.π., σ.130.

127. Μ. Μπέγζος, 1998, Νεοελληνική Φιλοσοφία της Θρησκείας, ο.π.,σ.63.

128. Νησιώτη. Ν. Υπαρξισμός και Χριστιανική Πίστις. Μήνυμα : Αθήνα, 1956, σ.79.

129. Στο ίδιο, σ. 80, Σχετικά με το περιεχόμενο της φιλοσοφίας της θρησκείας, ο Ν. Νησιώτης αναφέρει ότι η φιλοσοφία της θρησκείας είναι σκέψη για το σύνολο της πνευματικής ζωής και αναφοράς αυτής σε κάτι ανώτερο και βαθύτερο, με το οποίο αυτή καλείται να ασχοληθεί. Πρόκειται για την προσπάθεια του πνεύματος να παράσχει εννοιολογική και οντολογική βάση στο περιεχόμενο του θρησκευτικού βιώματος και της εξ αποκαλύψεως αλήθειας. Νησιώτη Ν. Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986 δ΄ σ.8-9.

130. Μ. Μπέγζος, 1998, Νεοελληνική Φιλοσοφία της Θρησκείας, ό.π., σ.133.

131. Ν. Νησιώτη, Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 30.

132. Νησιώτη, Ν. Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 47.

133. Μπέγζος Μ.,1991, Δοκίμια φιλοσοφίας της θρησκείας σ.47.

134. Μ.Μπέζγος, Ο λόγος ως διάλογος, ό.π., σ.134.

135. Μ.Μπέζγος, Ο λόγος ως διάλογος, ό.π., σ.129.

136. Μ.Μπέζγος, Ο λόγος ως διάλογος, ό.π., σ.133.

137. Ν. Νησιώτη Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 30.

138. Στο ίδιο, σ.30.

139. Στο ίδιο, σ.27.

140. Στο ίδιο, σ.36.

141. Στο ίδιο, σ. 34, και Ν. Νησιώτη, «Η θεολογία ως επιστήμη και δοξολογία». Στο Ν. Νησιώτη, Ορθοδοξία Παράδοση και Ανακαίνιση. Ευθύνη, Αθήνα, 2001,σ.,16.

142. Ν. Νησιώτη, Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 40.

143. Στο ίδιο, σ.41.

144. Στο ίδιο, σ. 40.

145. Στο ίδιο,σ.41.

146. Στο ίδιο,σ.45

Στο ερώτημα για την ουσία του προσώπου αναπτύχθηκαν δύο μεγάλες παραδόσεις. Η σχεσιακή που αντιλαμβάνεται το πρόσωπο ως ον σε σχέση και εκφράστηκε από τους Πατέρες της Εκκλησίας και η ατομικιστική ή υποστασιακή η οποία τόνισε την αυτονομία και την ανεξαρτησία της αυτόνομης υπόστασης και έχει τις απαρχές της στη σκέψη του Βοήθιου(477-524), στη σκέψη του οποίου θα αναφερθούμε και στη συνέχεια της μελέτης μας. Schmid,P.(1998). Το γίγνεσθαι της προσωποκεντρικής προσέγγισης. Μια προσωποκεντρική αντίληψη του Προσώπου. (Μουλαδούδης Γ.μτφ.) Παιδαγωγική Επιθεώρηση.

147. Στο ίδιο σ.45

148. Μ.Μπέζγος, Ο λόγος ως διάλογος, ό.π., σ.132

149. Ν. Νησιώτη, Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 40.

150. Νησιώτη,Ν. Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 58.

151. Ν. Νησιώτης, Προλεγόμενα εις την θεολογικήν γνωσιολογίαν. Το ακατάληπτον του Θεού και η δυνατότητα γνώσις αυτού. Μήνυμα, Αθήνα, 1986, σ. 53.

152. Ν. Νησιώτης, Προλεγόμενα εις την θεολογικήν γνωσιολογίαν. Το ακατάληπτον του Θεού και η δυνατότητα γνώσις αυτού. Μήνυμα, Αθήνα, 1986, σ.22.

153. Ν.Νησιώτη, «Η θεολογία ως επιστήμη και δοξολογία». Στο Ν. Νησιώτη, Ορθοδοξία Παράδοση και Ανακαίνιση. Ευθύνη, Αθήνα, 2001,σ.17.

154 Ν.Νησιώτης, Προλεγόμενα εις την θεολογικήν γνωσιολογίαν. Το ακατάληπτον του Θεού και η δυνατότητα γνώσις αυτού. Μήνυμα, Αθήνα, 1986, σ.45-46.

155. Στ. Τσομπανίδης Από το «πρόσωπο» στην οικουμένη» βασικές πτυχές της οικουμενικής θεολογίας του Νίκου Νησιώτη, στο Υπέρ της Οικουμένης. Μελέτες για την Οικουμενική Κίνηση και την αποστολή της Εκκλησίας στο σημερινό κόσμο. Θεσσαλονίκη, Ostragon Rublishing,2014, σ.595.

156. Ν. Νησιώτη, Φιλοσοφία της Θρησκείας και Φιλοσοφική Θεολογία. Σκέψεις επί του προβλήματος της θέσεως της φιλοσοφίας εν τη συστηματική Θεολογία. Μήνυμα: Αθήνα, 1986, σ. 45.

157. Ν. Νησιώτης, Προλεγόμενα εις την θεολογικήν γνωσιολογίαν. Το ακατάληπτον του Θεού και η δυνατότητα γνώσις αυτού. Μήνυμα, Αθήνα, 1986, σ.72.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου