Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΑΞΙΜΟ ΤΟΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ (9)

Συνέχεια από: Τετάρτη 20 Απριλίου 2022

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΨΙΜΑΛΑΚΟΥ

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΑΞΙΜΟ ΤΟΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ

Προς μία Οντολογία του Προσώπου

Διδακτορική Διατριβή που υπεβλήθη στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Πατρών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Σύμφωνα με τα όσα εξετάσαμε, καταλήγουμε στις ακόλουθες τρεις διαπιστώσεις, αναφορικά με τις έννοιες που χρησιμοποιούνται και τις καταστάσεις –σχέσεις που με την δηλωτικότητά τους αποτυπώνουν:

Πρώτον, «Μονὰς ἐν Τριάδι» και «Τριὰς ἐν Μονάδι»: οι εν λόγω εσωσχέσεις είναι το θεμελιακό θεολογικό σχήμα που παραπέμπει στο φιλοσοφικό δίπτυχο «ουσία» ή «φύση», από την μία πλευρά, και «υπόστασις» ή «πρόσωπον», από την άλλη. Ο Θεός κατά την πατερική παράδοση είναι μοναδικός στην ουσία Του και ενιαίος στην φύση του, αλλά τριαδικός στα πρόσωπα, τις υποστάσεις, Αυτού, χωρίς οι τελευταίες να μπορούν να ενταχθούν στην περιοχή των ουσιακών ή πρωτογενών ιδιοτήτων. Ενότητα και πολλαπλότητα αντιστοιχίζονται σε ουσία και πρόσωπο, χωρίς ο δεύτερος παράγων να εκλαμβάνεται ως η εξειδικευμένη προβολή του πρώτου, ούτε ως η τριττή ιδιαιτεροποίησή του, διότι τότε η διαδικασία, έστω η δι’αυτομάτου, της απορροής θα ήταν αναπόφευκτη. Το κάθε θείο πρόσωπο μάλιστα δεν υπάρχει σ’ένα ιδιοσυστατικό καθεστώς, αλλά πραγματώνει και βιώνει συνειδητώς το γεγονός της επικοινωνίας του με τα άλλα δύο, συνθήκη που προσφέρει στην «ουσίαν» το –ήδη πάντως εκ των αυτοϊδρύσεων ενυπάρχον – πλήρωμά της. Έτσι, η κίνησή του ορίζεται από τον εκστατικό χαρακτήρα του, ο οποίος είναι προϊόν ελεύθερης προαίρεσης, μη υποκείμενος στις –ανύπαρκτες βεβαίως αναγκαιότητες της ουσίας του. Σημειωτέον πως, εκ του ότι ο θείος τρόπος ύπαρξης μόνον αποφατικά μπορεί να προσεγγισθεί, οι προς επιλογή όροι χρήζουν ιδιαιτέρας επιμελητείας και σαφώς έχουν έναν σχετικό χαρακτήρα. Εντάσσονται σε ό,τι ορίζεται ως ανθρωπίνως κατ’οικονομίαν, με το σαφές ενδεχόμενο, εν καιρώ τω δεόντι, να υποστούν μετασχηματισμούς. Το γνωσιολογικό παράδειγμα που υιοθετείται, είναι σαφώς δυναμοκρατικό.[ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥΣ; ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΕΥΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΛΟΓΑΔΕΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΙ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΙΔΙΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΤΟΝ ΠΙΣΤΟ ΘΕΟΛΟΓΟ." Συμεών ο Νέος θεολόγος. “Θεολογικός ΙΙ, 2–3”: «Μεταβήναι δει πρώτον ημάς εκ του θανάτου εις την ζωήν, ειθ’ ούτω δέξασθαι σπέρμα εν εαυτοίς άνωθεν του ζώντος Θεού και γεννηθήναι υπ’ αυτού ως χρηματίσαι τέκνα αυτού, και ελκύσαι Πνεύμα εν τοις εγκάτοις και ούτως ελλαμπομένους τα περί Θεού φθέγγεσθαι, καθόσον οίον τε και από Θεού ελλαμπόμεθα!»"]

Δεύτερον, υπάρχει αναλογία –και όχι ακριβής εμφέρεια– μεταξύ τριαδολογίας και ανθρωπολογίας, συνθήκη που εκ νέου είναι φυσικό επακόλουθο της κατ’ εικόνα της Αγίας Τριάδος δημιουργίας του ανθρώπου. Και εδώ το πώς θα εκληφθεί η αντανάκλαση του Εκείθεν στο Εντεύθεν απαιτεί έναν ειδικό τρόπο γνωστικών διεισδύσεων στο άφατο προ-οντολογικό καθώς και στο πολλαπλώς περιγραφόμενο οντολογικό κοσμολογικό. Δηλαδή, όπως στην τριαδολογία το πρόσωπο ή η υπόσταση ευρίσκεται σε απόλυτη ισορροπία με την ουσία, έτσι και στην ανθρωπολογία, η ελεύθερη θέληση, η οποία βασικώς και αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό τού εκάστοτε εμφανιζόμενου ανθρώπου, συμπορεύεται με τους ουσιακούς πυρήνες διά των οποίων έχει συγκροτηθεί.[ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΦΑΤΙΣΜΟΣ;ΣΥΝΥΠΑΡΧΕΙ Η ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΠΟΦΑΤΙΣΜΟ;] Η δομική ούτως ειπείν αντιστοιχία δεν είναι εκτός νομιμότητας διατύπωσης. Έτσι, ανθρωπολογικά η ουσία που εμπεριέχεται στο πρόσωπο, προσδιορίζεται από την πραγμάτωσή του, ενώ το πρόσωπο με την ελεύθερη θέλησή του μπορεί να δεχθεί ή να αρνηθεί τις διάφορες απαιτήσεις – ωθήσεις – τροφοδοτήσεις της ουσίας. Η ελευθερία του προσώπου έγκειται στο ότι το άτομο που την διεκδικεί – πραγματοποιεί, διακρίνεται από την φύση ή την ουσία του, αν και χωρίς τούς εν λόγω οντολογικούς παράγοντες δεν μπορεί να υπάρξει, όπως άλλωστε ούτε η ουσία ή η φύση δεν μπορούν να αναδείξουν το αυθεντικό περιεχόμενό τους χωρίς το πρόσωπο, το οποίο είναι ο φορέας τους. Το ενυπόστατο συνιστά όρον εκ των ουκ άνευ για οιαδήποτε υπαρξιακή συζήτηση.[ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ;ΥΠΑΡΧΕΙ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΑΝΟΥΣΙΟΣ;] Αναφορικά ωστόσο με την τριαδολογία, τέτοιες μετελεξίξεις δεν υφίστανται. Κυριαρχεί το ακαριαίο, όρος που και αυτός δεν μπορεί να αποδώσει ό,τι ακριβώς συμβαίνει σε συνθήκες απολύτου υπερίδρυσης.

Τρίτον, αναπτύσσεται έντονα ο παράγων των διαδοχικών διαμεσολαβήσεων, οι οποίες αίρουν τις όποιες αυτονομίες τείνουν να αναπτυχθούν. Συγκεκριμένα, η ανθρώπινη φύση φθάνει στην πληρότητά της, στην κορυφαία κατάστασή της, εντός πλέον του υπαρξιακού χώρου διά της ελευθερίας του προσώπου, εφόσον βεβαίως το ίδιο το πρόσωπο χρησιμοποίησε την ελευθερία του για την τέλεση του αγαθού, σύμφωνα με τον προορισμό που τού δόθηκε από τον Δημιουργό. Η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο σώζεται ακριβώς μέσα από την, πράγματι, τραγικότητα της ελευθερίας του, διότι ο ίδιος ως κτιστή οντότητα ταυτίζεται με την υποστατική πραγμάτωση της ελευθερίας, με τον προσωπικό τρόπο της υπάρξεως, ο οποίος μπορεί να πραγματώσει ή να απορρίψει την «ὄντως ζωή». Οι ακροβασίες εδώ είναι αναπόφευκτες, με έντονες τις μετασχηματιστικές αντιστροφές. Τα κατορθώματα και τα διακυβεύματα που εμφανίζονται, είναι από πλευράς υπαρξιακής τάξης κεφαλαιώδη και ακονίζουν τις οριογραμμίσεις ανάμεσα στις καταφατικές και στις αρνητικές επιλογές, στους προσιδιασμούς – προσοικειώσεις και στις αποκοπές – καταργήσεις της ενοποιητικής προοπτικής, σε επίπεδο μονίμως και εδώ ενυποστάτου και όχι οντολογικού. Πρόκειται για καταστάσεις που εισάγουν στον επόμενο συλλογιστικό αναβαθμό, ο οποίος δεν είναι άλλος από την επεξεργασία του αυτεξουσίου, ιδιότητας κεφαλαιώδους για οιοδήποτε έλλογο ον το οποίο επιδιώκει την αυτοπραγμάτωσή του, υπό τους όρους βεβαίως και τις διαδικασίες που προσιδιάζουν στη υπόστασή του. Είναι ένα ζήτημα που σαφέστατα θα θέσει ερωτήματα αναφορικά με το αν το «φεῦ εἶναι» συνιστά κατάσταση συμβατή με την ανθρώπινη φύση. Τα εν λόγω ερωτήματα είναι σαφώς κρίσιμα για τον προσδιορισμό της ελευθερίας και της αναγκαιότητας, καθότι μία τέτοια ενδεχόμενη συμβατότητα καθιστά την αποστολή του ανθρώπου έτι περαιτέρω εμπερίστατη. Παράλληλα όμως, αναδύεται ένα επιπλέον διακύβευμα, ίσως πιο κρίσιμο: Ποιά είναι η καταστατική θέση τού «κατ’ εἰκόνα» στην περίπτωση που η ανθρώπινη φύση είναι ευεπίφορη προς το κακό ; Μήπως το οντολογικό πάσχει εγγενώς ; Και ένας προβληματισμός αντιστροφής: Ανεξάρτητα από τις ανωτέρω συλλογιστικές απόπειρες για επιχειρηματολογικά θεμελιωμένες μορφοποιήσεις, είναι ικανό το υπαρξιακό να αλλοιώσει το οντολογικό; Ποιός είναι, επομένως, ο βαθμός διεμβολισμού του αυτεξουσίου στα φύσει υπάρχοντα; Υπό οιανδήποτε οπτική πάντως και αν θεαθούμε το ζήτημα, η φύση – ουσία συνιστά την υποχρεωτική αναγωγή για την κάθε υπαρξιακή μορφοποίηση. Θα ευρισκόμεθα, λοιπόν, εκτός νομιμότητας, αν υποστηρίζαμε ότι εδώ αναδύεται μία ιδιότυπη αναγκαιότητα ; Στα όσα θα ακολουθήσουν, θα αναλάβουμε το εγχείρημα να δώσουμε απαντήσεις. Ωστόσο, δεν μπορούμε παρά να μην θέσουμε και το ακόλουθο ερώτημα, το εσωτερικά συνεπές με την χριστιανική οντολογία: Στην περιοχή της είναι εφικτό, με βάση το αυτεξούσιο και τις συγκείμενές του, να διατυπωθεί λόγος για έναν ουσιακό ρεαλισμό και για έναν προσωπικό νομιναλισμό, και μάλιστα εν ταυτώ; Και ενώ ο πρώτος όρος επικυρώνεται χριστιανικά –και νεοπλατωνικά –μάλλον άνετα, ο δεύτερος απαιτεί ειδικές διαδρομές με τις ανακατασκευές να θέτουν εξαρχής την βεβαιότητα της παρουσίας τους.

Τέλος Α' Κεφαλαίου

 Άγιος Μάξιμος ομολογητής, ambigua, 23: «Πώς εξηγείται το γραφέν υπό Γρηγορίου; Διά τούτο μονάς απ’ αρχής εις δυάδα κινηθείσα μέχρι Τριάδος έστη!; Κινείται (απαντά ο Άγιος Μάξιμος) μέσα στον Νου που είναι άξιος να την κατανοήσει, ο οποίος μέσω της Μονάδος και μέσα στην Μονάδα ολοκληρώνει κάθε έρευνα του σ’ αυτή ή για να το πούμε διαφορετικά, ολόκληρη η Μονάς αχώριστη διδάσκει και φανερώνει στον Νου, στην πρώτη του επαφή μαζί Της, την αλήθεια γύρω από την Μονάδα, έτσι ώστε να μην εισαχθεί χωρισμός στην πρώτη Αιτία. Μετά όμως προχωρά στην φανέρωση της θείας και απόρρη­της Θεογονίας αυτής της πρώτης Αιτίας, αποκαλύπτοντας του Μυστικά και κρυφά ότι δεν πρέπει να σκεφτεί ποτέ πως αυτό το Υπερού­σιο Αγαθό μπορεί να είναι άγονο, στείρο Λόγου και Σοφίας ή Αγιαστικής Δυνάμεως, ομοουσίους και υπαρκτές σαν υποστάσεις, για να μην διατρέξει τον κίνδυνο, αυτός ο Νους, να εννοήσει πως ο Θεός είναι Σύνθεση αυ­τών, ωσάν να επρόκειτο για τυχαία κατηγορήματα, αντί να πιστεύει δια της πίστεως ότι Αυτοί συνυπάρχουν, συναιω­νίως. Λέγεται λοιπόν πως ο Θεός κινείται, καθώς είναι Αιτία της έρευνας του τρόπου με τον οποίον συνυπάρχει. Διότι είναι αδύνατον χωρίς θεϊκό φωτισμό να κατανοήσουμε κάτι από τον Θεό. Διότι ο Θεός που δεν έχει την ίδια φύση με τους ανθρώπους, έχει ασφαλώς και διάφορον τρόπον γεννή­σεως.»

Η ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΟΥ, ΤΟΥ ΘΕΙΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΜΕ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΥΝΙΣΤΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΘΕΡΑΠΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΑΠΟΦΑΤΙΚΩΣ Α-ΝΟΗΤΟΥΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου