Τρίτη 5 Απριλίου 2022

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (77)

Συνέχεια από Σάββατο, 5 Μαρτίου  2022      

                                                             HANS URS VON BALTHASAR
                                                              ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)

                                                                            Τρίτος Τόμος


                                 ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)

(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                                                   Johannes Verlag, 1987
                                                                    4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
                                                      V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
                                                         5. ΠΝΕΥΜΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ

                                                                    γ) (Τα) Μυστήρια

                                                                        ( 6η συνέχεια )

Το χρίσμα ενόψει τού επαπειλουμένου θανάτου. 

- Το ότι η στάση ενόψει τού ιδίου (του δικού μας) επαπειλουμένου θανάτου αποτελεί μια βασική κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτό το γνωρίζει ο κάθε άνθρωπος και το έχει γνωρίσει κάθε εποχή, κι αν δεν είχε υπάρξει ένα μυστήριο γι’ αυτήν την περίσταση, η Εκκλησία θα έπρεπε να έχη εφεύρει κάποιο. Ο Χριστός γνώριζε για το «βάπτισμα», το οποίο βρισκόταν μπροστά του, και πόσο αδημονούσε;; [ ΓΙΑ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΤΟΝ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΟΝ, ΤΟΝ ΧΩΡΙΣΜΟΝ] γι’ αυτό! (Λουκ. 12, 50) (( Λουκ. 12, 48 κ.ε.: «παντί δέ ώ εδόθη πολύ, πολύ ζητηθήσεται παρ’ αυτού, καί ώ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αιτήσουσιν αυτόν. Πύρ ήλθον βαλείν επί τήν γήν, καί τί θέλω ει ήδη ηνήφθη! βάπτισμα δέ έχω βαπτισθήναι, καί πώς συνέχομαι έως ού τελεσθή! δοκείτε ότι ειρήνην παρεγενόμην δούναι εν τή γη; Ουχί, λέγω υμίν, αλλ’ ή διαμερισμόν. έσονται γάρ από τού νύν πέντε εν οίκω ενί διαμερισμένοι, τρείς επί δυσί καί δύο επί τρισί· διαμερισθήσονται πατήρ επί υιώ καί υιός επί πατρί, μήτηρ επί θυγατρί καί θυγάτηρ επί μητρί, πενθερά επί τήν νύμφην αυτής καί νύμφη επί τήν πενθεράν αυτής»… )) . Πρέπει να υπομείνη μόνος την ώρα εκείνη, όλοι θα τον εγκαταλείψουν, εκτός απ’ τον Πατέρα (Ιωάν. 16, 32) – τελικά ωστόσο ακόμα κι αυτός! (Μάρκ. 15, 34). Είχε θεραπεύσει βαρειά ασθενείς και είχε αναστήσει νεκρούς κατά την εδώ ζωή του – για την Παλαιά Διαθήκη η ασθένεια αποτελούσε άμεσο προμήνυμα του θανάτου –, για να (μας) οδηγήση, αποδεικνύοντας την ισχύ του πάνω και στα δυό ως σύμβολα του πνευματικού θανάτου μακριά απ’ τον Θεό, στη χάρη του Θεού· χωρίς όμως ποτέ να «σκεφθή» (να θελήση…) να προφυλάξη ως «ψευδο-γιατρός» («κομπογιαννίτης»!) τους ανθρώπους απ’ την ασθένεια και τον θάνατο – «άφρον, ταύτη τή νυκτί… (τήν ψυχήν σου απαιτούσιν από σού) (Λουκ. 12, 20). «εγένετο δέ αποθανείν τόν πτωχόν… απέθανε δέ καί ο πλούσιος»      (Λουκ. 16, 22). Αυτό που ήθελε πρωταρχικά ήταν να τον ακολουθήση ο (κάθε) μαθητής του στον ιδιαίτερο και για μια φορά γενόμενο θάνατό του (Ιωάν. 16, 2) (( Ιωάν. 16, 1 κ.ε.: «Ταύτα λελάληκα υμίν ίνα μή σκανδαλισθήτε. αποσυναγώγους ποιήσουσιν υμάς· αλλ’ έρχεται ώρα ίνα πάς ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τώ Θεώ. καί ταύτα ποιήσουσιν, ότι ουκ έγνωσαν τόν πατέρα ουδέ εμέ. αλλά ταύτα λελάληκα υμίν ίνα όταν έλθη η ώρα, μνημονεύητε αυτών ότι εγώ είπον υμίν. ταύτα δέ υμίν εξ αρχής ουκ είπον, ότι μεθ’ υμών ήμην» … ))[Ο ΙΩΑΝΝΗΣ;] . Κι όταν αποστέλη τούς Μαθητές του, να θεραπεύσουν ασθενείς, χρίοντάς τους με θεραπευτικό έλαιο (Μάρκ. 6, 13), και να αναστήσουν νεκρούς (Ματθ. 10, 8), τους στέλνει με τα δικά του ιδιαίτερα «σημεία» ως προπομπούς τής αφίξεώς του: είναι ο Ίδιος τώρα, εσχατολογικά, και όχι κατά τη Δευτέρα κατ’ αρχάς Παρουσία, η Ανάσταση και η Ζωή (Ιωάν. 11, 25) (( Ματθ. 10, 7 – 9: «πορευόμενοι δέ κηρύσσετε λέγοντες ότι ήγγικεν η βασιλεία τών ουρανών. ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε· δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε»… - Ιωάν. 11, 21 κ.ε.: «είπεν ούν η Μάρθα πρός τόν Ιησούν· Κύριε, ει ής ώδε, ο αδελφός μου ουκ άν ετεθνήκει. αλλά καί νύν οίδα ότι όσα άν αιτήση τόν Θεόν, δώσει σοι ο Θεός. λέγει αυτή ο Ιησούς· αναστήσεται ο αελφός σου. λέγει αυτώ Μάρθα· οίδα ότι αναστήσεται εν τή αναστάσει εν τή εσχάτη ημέρα. είπεν αυτή ο Ιησούς· εγώ ειμι η ανάστασις καί η ζωή. ο πιστεύων εις εμέ, κάν αποθάνη, ζήσεται· καί πάς ο ζών και πιστεύων εις εμέ ου μή αποθάνη εις τόν αιώνα. πιστεύεις τούτο; λέγει αυτώ· ναί, Κύριε, εγώ πεπίστευκα ότι σύ ο Χριστός ο υιός τού Θεού ο εις τόν κόσμον ερχόμενος»… )) . Στην ιστορία τών Αποστόλων θεραπεύονται ασθενείς και ανίστανται νεκροί, αμφότερα στο όνομα του Ιησού (Πράξ. 3, 6)· ο δε Παύλος δεν κάνει κανενός είδους «φασαρία» περί αυτού (Β’ Κορ. 12, 12) (( Β’ Κορ. 12, 11 κ.ε.: «Γέγονα άφρων καυχόμενος! υμείς με ηναγκάσατε. εγώ γάρ ώφειλον υφ’ υμών συνίστασθαι. ουδέν γάρ υστέρησα τών υπερλίαν αποστόλων, ει καί ουδέν ειμι. τά μέν σημεία τού αποστόλου κατειργάσθη εν υμίν εν πάση υπομονή, εν σημείοις καί τέρασι καί δυνάμεσι. τί γάρ εστιν ό ηττήθητε υπέρ τάς λοιπάς εκκλησίας, ει μη ότι αυτός εγώ ου κατενάρκησα (=αμελώ λόγω αδράνειας ή νωθρότητας) υμών; χαρίσασθέ μοι τήν αδικίαν ταύτην. Ιδού τρίτον ετοίμως έχω ελθείν πρός υμάς, καί ου καταναρκήσω υμών· ου γάρ ζητώ τά υμών, αλλά υμάς. ου γάρ οφείλει τά τέκνα τοίς γονεύσι θησαυρίζειν, αλλ’ οι γονείς τοίς τέκνοις. εγώ δέ ήδιστα δαπανήσω καί εκδαπανηθήσομαι υπέρ τών ψυχών υμών, ει καί περισσοτέρως υμάς αγαπών ήττον αγαπώμαι…» - Κι όμως, όσα γράφει εδώ, και στη συνέχεια της επιστολής του προς τους Κορίνθιους ο Παύλος, είναι πράγματι φοβερά για τη σωτηρία μας εν Κυρίω Ιησού!)) .

Είναι σίγουρο, ότι η Εκκλησία ερμήνευσε κατ’ αρχάς την προτροπή τού Ιακώβου, οι «αξιωματούχοι» να προσεύχονται στην κλίνη ενός βαρειά ασθενούς και να τον χρίουν με έλαιο στο όνομα του Κυρίου, ώστε ο Κύριος να τον «ανορθώση» και να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τις οποίες ενδεχομένως έχει διαπράξει (Ιάκ. 5, 14 κ.ε.), περιορισμένη στη σωματική θεραπεία, και είναι επίσης σίγουρο ότι η «Ανατολική Εκκλησία» έχει παραμείνει σ’ αυτήν την εξήγηση (( Ιακ. 5, 13 κ.ε.: «…Κακοπαθεί τις εν υμίν; προσευχέσθω· ευθυμεί τις; ψαλλέτω. ασθενεί τις εν υμίν; προσκαλεσάσθω τούς πρεσβυτέρους τής εκκλησίας, και προσευξάσθωσαν επ’ αυτόν αλείψαντες αυτόν ελαίω εν τώ ονόματι τού Κυρίου· καί η ευχή τής πίστεως σώσει τόν κάμνοντα, καί εγερεί αυτόν ο Κύριος· κάν αμαρτίας ή πεποιηκώς, αφεθήσεται αυτώ. εξομολογείσθε αλλήλοις τά παραπτώματα, καί εύχεσθε υπέρ αλλήλων, όπως ιαθήτε· πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη…» )) . Ο Μεσαίωνας είδε για πρώτη φορά βαθύτερα και κατανόησε, ότι η Εκκλησία δεν είχε πρωταρχική αποστολή το να διανέμη υπερφυσικά φάρμακα (( ! )) , αλλά έπρεπε να φροντίζη για την άκρως σοβαρή κατάσταση της ζωής τού ανθρώπου. Και ο G. Lohfink σωστά έλεγε ότι το βάπτισμα, εννοούμενο ως ένας γνήσιος κατ’ αρχάς θάνατος μαζί με τον Χριστό, είναι το πραγματικά εσχατολογικό μυστήριο· ενόψει όμως τής παύλειας διδασκαλίας περί βαπτίσματος, η οποία κατανοεί τη χριστιανική ύπαρξη ως έναν αληθινά υπαρξιακό θάνατο (μαζί) με τον Χριστό (Ρωμ. 6), και ως κεκρυμμένη μάλιστα Ανάσταση μαζί Του (Κολ. 3, 3· Εφ. 2, 6· Εβρ. 12, 22), ο θάνατος αυτός δεν φαίνεται να ήταν τόσο ισχυρά συνδεμένος με την εγγύς αναμονή τού τέλους τού κόσμου, όπως το θεωρεί ο Lohfink. Ο οποίος όμως έχει δίκαιο όταν λέη, ότι «ένα μεγάλο μέρος τής εσχατολογικής βασικής τελετής τού βαπτίσματος» μοιάζει «να έχη περάσει, στο κύλημα του χρόνου, στο μυστήριο της χρίσεως των ασθενών», καθώς «αυτός που ασθενεί βαρειά χρίεται και σφραγίζεται (βαδίζοντας) προς το τέλος (της ζωής του)». Ο Μεσαίωνας το είδε αυτό καθαρά, και θεολόγοι όπως ο K. Rahner και ο A. Grillmeier αναγνώρισαν πως ήταν αναγκαίο, ο υπαρξιακός τόπος τού ανθρώπου ενόψει τού θανάτου του να «σταθμισθή» και να «καλυφθή», σε μιαν εποχή όπου τα μυστήρια είχαν διακριθή οριστικά από άλλες εκκλησιαστικές «ευλογίες» («μυστηριακότητες»), μυστηριακά. Ο G. Greshake τα συνόψισε και τα επέκτεινε όλα αυτά σε μιαν ακαταμάχητη «Αγόρευση για ένα μυστήριο ανανέωσης του βαπτίσματος ενόψει τού θανάτου». Στηλιτεύοντας δικαίως τη νέα τάση για μιαν απλή και «άκακη» μόνο χρίση ασθενών, ηλικιωμένων ανθρώπων ή και ελαφρά ασθενών ως μια «σύμπραξη στην κοινωνική τάση προς απώθηση του θανάτου. Δεν θα αποτελούσε άραγες μιαν υπηρεσία τής Εκκλησίας στον σημερινό άνθρωπο το να τον αντιπαραθέτη στην πραγματικότητα της αποβίωσης και του θανάτου», αντί να τον συν-λικνίζη στη χαρισματική «έκρηξη θεραπείας»;

Πού υπάρχει όμως τώρα το Άγιο Πνεύμα σε συνάφεια μ’ αυτήν τη μυστηριακή ανανέωση του υπαρξιακού βαπτίσματος-θανάτου ενόψει τού επαπειλούμενου τέλους τής ζωής (του βίου); Μπορεί να αποκτήση τη σημασία του ακριβώς απ’ το ότι η χορήγηση του Πνεύματος κατά το βάπτισμα και τη μύρωση αποκτά εδώ την τελική της σοβαρότητα. Κάποιοι πρώιμοι «σχολαστικοί» το είδαν αυτό «ξεκάθαρα», ο δε Θωμάς (Ακινάτης) διασαφηνίζει (μαζί με τον Bonaventura και τον Scotus) τη θέληση που επαγγέλθηκε στο βάπτισμα να ακολουθηθή ο Χριστός, ως μια ετοιμότητα να παραδοθή κανείς εντελώς στο έλεος του Θεού· το χρίσμα είναι στην πραγματικότητα το “ultimum remedium qhod Ecclesia potest conferre, immediate quasi disponens ad gloriam” («το απόλυτο φάρμακο που μπορεί να προσφέρη η Εκκλησία, όταν ο άνθρωπος είναι άμεσα διαθέσιμος για τη δόξα {του Θεού}») (( σ.σ.: Απ’ το οποίο και συμπεραίνει δίκαια ο Θωμάς ότι: «Γι’ αυτό και πρέπει να παρέχεται μόνο σε κείνους τούς ασθενείς που είναι έτοιμοι να “φύγουν” (απ’ αυτήν την ζωή), επειδή πάσχουν μιαν ασθένεια που οδηγεί στον θάνατο, ή υπάρχει ο φόβος (τουλάχιστον) γι’ αυτό )) . Είναι σημαντικό επίσης ότι, ενώ ο Θωμάς δεν απαιτεί κάποια συνείδηση του παιδιού για το βάπτισμα, απαιτεί μια τέτοια συνείδηση εκ μέρους τού ασθενούς για το χρίσμα: τα μυστήρια δεν ενεργούν «μαγικά» στους ενήλικες ((Σημ.τ.μετ.: Ενώ στα ανήλικα παιδιά… )) , γι’ αυτό και “requiritur motus liberi arbitrii” («απαιτείται η ελεύθερη βούληση»). Κάτι που είναι λογικά συνεπές, έστω κι αν η εύσπλαχνη Εκκλησία δεν ακολουθεί αυτήν την απαίτηση. Η άφεση των αμαρτιών, που αναφέρει ο (απόστολος) Ιάκωβος, δεν αποτελεί εδώ την πρωταρχική επενέργεια, όπως στη «μετάνοια», αλλά συντελείται (κι αυτή), εφ’ όσον «το μυστήριο αυτό είναι το τελευταίο και εκείνο που ολοκληρώνει τρόπον τινά ολόκληρη την πνευματική θεραπεία, με την οποία και προετοιμάζεται ο άνθρωπος να συμμετάσχη στη δόξα τού Θεού». H «ανελισσόμενη» γύρω απ’ τις διάφορες επενέργειες του μυστηρίου «σοφιστική ηθικολογία» (Kasuistik) δεν μας ενδιαφέρει· το μόνο που έχει σχέση είναι, ότι αυτός που παλεύει, συχνά πειραζόμενος και αποθαρρυμένος, στην αγωνία τού θανάτου, δεν γνωρίζει πια «πώς πρέπει και πώς αρμόζει να προσευχηθή». Πιο σίγουρα όμως από ποτέ εμφανίζεται εδώ «το Πνεύμα με άρρητους αναστεναγμούς· κι Αυτός που διερευνά τις καρδιές γνωρίζει αυτό που επιθυμεί το Πνεύμα: ότι εμφανίζεται για τους αγίους στον Θεό, όπως ακριβώς το θέλει ο Θεός (Ρωμ. 8, 26 κ.ε.) (( Ρωμ. 8, 26 κ.ε.: «Ωσαύτως δέ καί τό Πνεύμα συναντιλαμβάνεται ταίς ασθενείαις ημών· τό γάρ τί προσευξόμεθα καθό δεί ουκ οίδαμεν, αλλ’ αυτό τό Πνεύμα υπερεντυγχάνει υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις· ο δέ ερευνών τάς καρδίας οίδε τί τό φρόνημα τού Πνεύματος, ότι κατά Θεόν εντυγχάνει υπέρ αγίων. Οίδαμεν δέ ότι τοίς αγαπώσι τόν Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν, τοίς κατά πρόθεσιν κλητοίς ούσιν…» )) .


( συνεχίζεται, με το επόμενο υποκεφάλαιο: «Εκκλησιαστικό δίκαιο» )

ΕΞΩΦΡΕΝΙΚΩΣ ΤΟ ΧΡΙΣΜΑ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΩΡΕΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ, ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΠΟΥ ΕΔΙΝΑΝ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΣΤΟΝ ΒΑΡΚΑΡΗ ΤΟΥ ΑΧΕΡΟΝΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ ΣΤΟΝ ΑΔΗ. ΚΑΙ ΕΝ ΤΕΛΕΙ ΤΟ ΧΡΙΣΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΤΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου