Δευτέρα 20 Ιουνίου 2022

ΠΑΥΛΟΣ ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ - ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ (17)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 15 Ιουνίου 2022

ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

ΠΑΥΛΟΣ (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)

ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ

Μέρος Πρώτο

ΤΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑ


Κεφάλαιο 4

Η ΠΑΥΛΕΙΑ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑ


4.1. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

4.1.3.
Το θεολογικό πλαίσιο της παύλειας σωτηριολογίας

Η κεντρική βιβλική έννοια της σωτηρίας προσδιορίζεται από ένα σύνολο εβραϊκών και ελληνικών όρων, οι οποίοι υποδηλώνουν το ίδιο αποφασιστικό για την ανθρώπινη ύπαρξη γεγονός και την ίδια ουσιαστική εμπειρία της ανθρώπινης ζωής: την απαλλαγή από κάποιο κίνδυνο. Έτσι, στην ιστορία της βιβλικής αποκάλυψης, ανάλογα με τις περιστάσεις και το είδος του κινδύνου, η σωτηρία παίρνει τη μορφή της απελευθέρωσης του λαού του Θεού από την καταπίεση των Αιγυπτίων (Πεντάτευχος), της θεραπείας από το δυσβάσταχτο βάρος της αρρώστιας (Συνοπτικοί), της απαλλαγής «ἐκ τῆς ὀργῆς τῆς ἐρχομένης» (Α´ Θεσ 1,10) κλπ.14

(α) Το «ευαγγέλιο» ως σωτηρία

Στην Κ.Δ., και ειδικότερα στις επιστολές του Παύλου, η σωτηρία ταυτίζεται ακόμη και με το κήρυγμα της Πρώτης Εκκλησίας, με το ευαγγέλιο15, το περιεχόμενο του οποίου λίγο ή πολύ περιστρέφεται γύρω από τις σωτηριώδεις συνέπειες του σταυρικού θανάτου και της ανάστασης του Χριστού. Στο κλασικό χωρίο της προς Ρωμαίους ο απόστολος περιγράφει το ευαγγέλιο με τον παρακάτω ανεπανάληπτο τρόπο:
«δύναμις... Θεοῦ ἐστίν εἰς σωτηρίαν παντί τῷ πιστεύοντι...» (1,16α).16

Στη χαρακτηριστική αυτή παύλεια θέση το κήρυγμα της Πρώτης Εκκλησίας δεν προσδιορίζεται από μια σειρά αποκεκαλυμμένων αληθειών για τον Ιησού Χριστό, τις οποίες ο άνθρωπος καλείται να κατανοήσει νοητικά για να τις αποδεχτεί ως αλήθεια· ούτε περιορίζεται μόνο στη διακήρυξη του λυτρωτικού γεγονότος του σταυρικού θανάτου και της ανάστασης του Χριστού· κυρίως και κατεξοχήν ορίζεται ως σωστική δύναμη, που εκπορεύεται από τον Θεό· και μ' αυτή την έννοια έχει παγκόσμιο χαρακτήρα («...Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καί Ἕλληνι» 1,16β).17 Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ο Παύλος ορίζει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ως δύναμη δηλαδή Θεού, τόσο το περιεχόμενο του κηρύγματος (Ρωμ 1,16), όσο και τον κατεξοχήν παράγοντα αυτού του κηρύγματος. Στην Α´ Κορ ο χαρακτηρισμός αυτός αποδίδεται στον ίδιο τον Χριστό («...Χριστόν Θεοῦ δύναμιν...» 1,24).

(β) Το παύλειο «μυστήριο»

Η έννοια, εντούτοις, που μας εισάγει βαθύτερα στο περιεχόμενο του ευαγγελίου συνδυάζοντάς το με τη σωτηρία, είναι η έννοια του «μυστηρίου». Ο όρος «μυστήριον» απαντάει σχεδόν αποκλειστικά στις παύλειες επιστολές,18 κι όπως πειστικά έδειξε o R.Ε. Brown19 η θεολογική του σημασία έχει τις ρίζες της στην ιουδαϊκή γραμματεία. Στις παύλειες επιστολές το ευαγγέλιο ορίζεται ως «μυστήριον τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ 2,1· πρβλ. Κολ 2,2· Α´ Κορ 4,1), «μυστήριον τοῦ Χριστοῦ» (Εφ 3,4· Κολ 4,3), «μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου» (Εφ 6,19).20 Είναι το μυστικό σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Στα παύλεια έργα η φανέρωση του μυστικού αυτού σχεδίου του Θεού ταυτίζεται με το χαρμόσυνο άγγελμα της Πρώτης Εκκλησίας.

Για τον απόστολο Παύλο, αλλά και για ολόκληρο τον αρχέγονο Χριστιανισμό, δημιουργός αυτού του σχεδίου δεν είναι ο Χριστός, αλλά ο ίδιος ο Θεός πατέρας. Ο Χριστός είναι ο εκτελεστής του σχεδίου.[ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΑΠΟΡΡΕΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥΣ. ΘΑ ΤΟ ΔΟΥΜΕ] Για να μη δοθεί η εντύπωση όμως ότι η αποστολή του Χριστού αποτελεί διορθωτική πράξη στην ανθρώπινη ιστορία ή και αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρώπινου γένους, τονίζεται επανειλημμένα ότι το μυστικό σχέδιο για τη σωτηρία του κόσμου το συνέλαβε ο Θεός «πρό τῶν αἰώνων» (Α´ Κορ 2,7). Το σχέδιο αυτό «οὐδείς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν» (Α´ Κορ 2,8), παρέμεινε μάλιστα κρυφό μέχρι το αποφασιστικό σημείο της μεσσιανικής εποχής (Ρωμ 16,25· Εφ 3,9· Κολ 1,26) για να αποκαλυφθεί στους εκλεκτούς του καινούριου κόσμου της κυριαρχίας του Θεού.21 Την έννοια του σωτηριώδους σχεδίου του Θεού αποδίδουν κατά τον καλύτερο τρόπο οι όροι «θέλημα», «πρόθεσις», «κλήσις».22 Ο Θεός είναι αυτός που καλεί τους ανθρώπους στην πίστη, στη σωτηρία, στην αποστολή. Για τον Παύλο το μυστήριο του ευαγγελίου δεν μπορεί να γίνει κατανοητό με τα συνηθισμένα μέσα επικοινωνίας. Είναι ένα γεγονός «κατά ἀποκάλυψιν» (Ρωμ 16,25· Εφ 3,9)· και ως τέτοιο μόνο με την πίστη μπορεί να το κατανοήσει στην εντέλειά του και να το κάνει κτήμα του ο άνθρωπος.23

Στον απόστολο Παύλο όμως ο όρος «μυστήριον» έχει εσχατολογική έννοια, και όπως είδαμε προέρχεται από την αποκαλυπτική γραμματεία. Η έννοια, μάλιστα, αυτή αποδιδόμενη στο πρωτοχριστιανικό κήρυγμα, τού δίνει τις διαστάσεις εκείνες, οι οποίες απουσιάζουν από τον όρο «εὐαγγέλιον». Μυστήριο, λοιπόν, είναι κάτι που στην πληρότητά του μπορεί να κατανοηθεί μόνο στους έσχατους χρόνους.24 Είναι, εξάλλου, πολύ ενδιαφέρουσα η ομάδα των ρημάτων που συνοδεύουν τον όρο «μυστήριον»: «ἀποκαλύπτειν», «γνωρίζειν», «λαλεῖν», «φανεροῦν», «πληροῦν».

(γ) Η παύλεια ιστορία της σωτηρίας

Η αντίληψη αυτή για το μυστικό σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου μπορεί να περιέχει στοιχεία ανθρωπομορφικής ή και μυθικής θεώρησης· τα στοιχεία όμως αυτά συγκροτούν λογική ενότητα με την επικρατούσα ιουδαϊκή αντίληψη για την ιστορία της θείας οικονομίας. Ο W.D. Davies25 έχει δείξει με πειστικότητα ότι ο απόστολος Παύλος ακολουθεί με συνέπεια την τριμερή διαίρεση της ιστορίας της σωτηρίας, η οποία αποτελεί υιοθέτηση, αλλά και ριζική αναθεώρηση της ραββινικής αντίληψης. Σύμφωνα με τη ραββινική αυτή αντίληψη της ιστορίας, οι τρεις περίοδοι της ιστορίας του κόσμου είναι οι εξής: α) η περίοδος από τον Αδάμ μέχρι τον Μωυσή· β) η περίοδος από τον Μωυσή μέχρι τον Μεσσία· και γ) η περίοδος της μεσσιανικής βασιλείας. Μερικοί υποστήριξαν ότι η διάρκεια του κόσμου ήταν 6.000 χρόνια, που υποδιαιρούνταν σε τρεις περιόδους των 2.000 χρόνων. Η πρώτη περίοδος ήταν η περίοδος χωρίς Νόμο, η δεύτερη ήταν η περίοδος του Νόμου, ενώ κατά την τρίτη περίοδο ο Μεσσίας αναμενόταν να θεσμοθετήσει έναν καινούριο Νόμο, αφού με την έλευσή του θα έπαυε η ισχύς της Torah. O Παύλος δέχεται το τριμερές αυτό ραββινικό σχήμα, το τροποποιεί όμως τοποθετώντας ως βάση τον Χριστό. Έτσι, η πρώτη περίοδος παραμένει η ίδια, η δεύτερη εκτείνεται από τον Μωυσή ως τον Χριστό, και η τρίτη από τον Χριστό ως την Παρουσία (Ρωμ 4,15· 5,13· 10,4). Μ' αυτή την έννοια ο Μωσαϊκός Νόμος χαρακτηρίζεται ως «παιδαγωγός εἰς Χριστόν» (Γαλ 3,24) και ο Χριστός ως το «τέλος» του Νόμου (Ρωμ 10,4).[ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ. ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΠΟΝΗΡΗ ΤΟΥ ΠΡΟΘΕΣΗ ΒΛΕΠΟΥΜΕ. ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ. ΑΝ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΤΟΣΟ ΑΝΟΗΤΟΙ ΟΣΟ Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΔΕΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙ!!!]

Η ριζική αυτή αναθεώρηση της ραββινικής θεώρησης της ιστορίας από τον Παύλο επικεντρώνεται στο γεγονός «Χριστός». Με δεδομένο όμως το θριαμβευτικό χαρακτήρα της αναμενόμενης μεσσιανικής βασιλείας, ο Παύλος όφειλε να δώσει κάποια ερμηνεία στον ατιμωτικό θάνατο του Χριστού πάνω στο σταυρό. Αυτό σημαίνει πως η ερμηνεία του θανάτου του Ιησού από τον Παύλο αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο στη σωτηριολογική του διδασκαλία.[ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ Ο ΑΜΟΙΡΟΣ ΠΑΥΛΟΣ. ΕΝΩ Ο ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ.....]

 Γιατί ο Θεός έγινε Άνθρωπος; (Άγιος Μάξιμος Ομολογητής)

  

"Τοῦτό ἐστι τὸ μακάριον, δι᾿ ὃ τὰ πάντα συνέστησαν τέλος"
«᾿Αλλὰ μὲ τὸ πολύτιμο αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάστηκε σὰν ἀμνὸς ἄμωμος καὶ ἄσπιλος, κι ἦταν βέβαια προορισμένος πρὶν ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, ἀλλὰ φανερώθηκε γιὰ χάρη μας αὐτὰ τὰ τελευταῖα χρόνια»1. 

Προορισμένος ἀπὸ ποιόν;
ΑΠΟΚΡΙΣΗ
Τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ ὁ λόγος τῆς Γραφῆς τὸ ὀνόμασε Χριστὸ καὶ τὸ βεβαιώνει μὲ σαφήνεια ὁ μέγας ᾿Απόστολος λέγοντας, «τὸ μυστικὸ σχέδιο, ποὺ ἦταν κρυμμένο ἀπὸ ὅλες τὶς γενεές, φανερώθηκε τώρα»2, ἐννοώντας δηλαδὴ ὡς τὸν Χριστό, τὸ μυστικὸ σχέδιο μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὸ εἶναι ὁλοφάνερα ἡ ἄρρητη καὶ ἀκατάληπτη ὑποστασιακὴ ἕνωση τῆς θεότητας καὶ τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ ταυτότητα πλήρη τὴν ἀνθρωπότητα μὲ τὴ θεότητα ἐξαιτίας τῆς ὑπόστασης καί, κάνοντας μία τὴν ὑπόσταση τὴ σύνθετη ἀπὸ τὰ δύο, χωρὶς ἡ φυσικὴ διαφορὰ τῆς οὐσίας τους νὰ προκαλέσει σ᾿ αὐτὴν καμμιὰ μείωση σὲ ὁτιδήποτε. 
Τὸ μυστήριο τοῦτο [τοῦ Χριστοῦ] προγνώριζε ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα.
῾Ο Πατέρας γιατὶ ἔτσι εὐδόκησε, ὁ Υἱὸς γιατὶ ἦταν ὁ αὐτουργός, καὶ τὸ Πνεῦμα γιατὶ συνεργαζόταν σ᾿ αὐτό. Γιατὶ εἶναι μία ἡ γνώση τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐπειδὴ εἶναι μία καὶ ἡ οὐσία καὶ ἡ δύναμη. Δὲν ἀγνοοῦσε δηλαδὴ ὁ Πατέρας ἢ τὸ ἅγιο Πνεῦμα τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ, γιατὶ ὑπῆρχε σὲ ὁλόκληρο τὸν Υἱό, ποὺ αὐτουργοῦσε τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας μὲ τὴ σάρκωσή Του, ὅλος κατὰ τὴν οὐσία Του ὁ Πατέρας, ὄχι βέβαια μὲ σάρκωσή Του, ἀλλὰ εὐδοκώντας γιὰ τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ, καὶ ὁλόκληρο τὸ ἅγιο Πνεῦμα κατὰ τὴν οὐσία Του ὑπῆρχε στὸν Υἱό, ὄχι λαμβάνοντας σάρκα, ἀλλὰ συνεργώντας μὲ τὸν Υἱὸ στὴν ἀπόρρητη γιὰ μᾶς σάρκωσή Του.
Εἴτε λοιπὸν πεῖ κάποιος Χριστό, εἴτε μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τὴν πρόγνωση γι᾿ αὐτὸ κατὰ τὴν οὐσία τὴν ἔχει μόνη ἡ ἁγία Τριάδα, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Κι ἄς μὴν ἀναρωτηθεῖ κανένας πῶς ὁ Χριστός, ἐνῶ εἶναι ἕνας ἀπὸ τὴν ἁγία Τριάδα, γίνεται ἀντικείμενο πρόγνωσής της, ἔχοντας ὑπόψη ὅτι δὲν ἔγινε πρόγνωση τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοῦ, ἀλλὰ ὡς ἀνθρώπου, ἔγινε δηλαδὴ πρόγνωση τῆς κατ᾿ οἰκονομίαν σάρκωσής του γιὰ χάρη τοῦ ἀνθρώπου. Γιατὶ ὅ,τι ὑπάρχει αἰώνια ποτὲ δὲν προγνωρίζεται ἀπὸ ἕνα ἄλλο αἰώνιο. Γιατὶ ἡ πρόγνωση γίνεται γιὰ ὅσα ἔχουν ἀρχὴ στὸ εἶναι καὶ γιὰ κάποια αἰτία. 
Προγνωρίσθηκε λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἀπὸ πρὶν ὄχι γι᾿ αὐτὸ ποὺ ἦταν κατὰ φύση γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γι᾿ αὐτὸ ποὺ φάνηκε ὅτι ἔγινε ἀργότερα γιὰ μᾶς κατ᾿ οἰκονομία. ῎Επρεπε δηλαδὴ ἀληθινὰ ὁ φυσικὸς δημιουργὸς τῆς οὐσίας τῶν ὄντων νὰ γίνει αὐτουργὸς καὶ τῆς κατὰ χάρη θέωσης τῶν δημιουργημάτων, ὥστε ὁ δωρητὴς τοῦ εἶναι νὰ φανεῖ δωρεοδότης καὶ τῆς μακαριότητας. ᾿Επειδὴ λοιπὸν κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα δὲν γνωρίζει καθόλου τὸν ἑαυτό του ἢ κάποιο ἄλλο τί εἶναι ὡς πρὸς τὴν οὐσία, εἶναι εὔλογο ὅτι κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα δὲν ἔχει κατὰ τὴ φύση τὴν ἱκανότητα πρόγνωσης κανενὸς ἀπὸ ὅσα θὰ γίνουν, πλὴν μόνο ὁ Θεὸς ὁ πάνω ἀπὸ τὰ ὄντα, ποὺ καὶ τὸν ἑαυτό Του γνωρίζει τί εἶναι κατὰ τὴν οὐσία καὶ γιὰ ὅλα ὅσα δημιούργησε καὶ πρὶν ἀκόμα γίνουν εἶχε ἀπὸ πρὶν τὴ γνώση τῆς ὕπαρξής τους κι ἔμελλε κατὰ χάρη νὰ φιλοδωρήσει τὰ ὄντα μὲ τὴ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ τῶν ἄλλων, τί εἶναι στὴν οὐσία τους, καὶ νὰ φανερώσει τοὺς λόγους ποὺ ὑπάρχουν ἑνιαῖα σ᾿ αὐτὸν ἀπὸ πρίν.
Τὸ νὰ λένε μερικοὶ ὅμως πὼς ὁ Χριστὸς εἶχε προγνωσθεῖ πρὶν ἀπὸ τὴν καταβολὴ τοῦ κόσμου ἀπὸ ἐκείνους, στοὺς ὁποίους φανερώθηκε ὕστερα τοὺς τελευταίους καιρούς, ἐπειδὴ ἐκεῖνοι οἱ ἴδιοι ὑπῆρχαν πρὶν ἀπὸ τὴν καταβολὴ τοῦ κόσμου μαζὶ μὲ τὸν προεγνωσμένο Χριστό, αὐτὸν τὸ λόγο σὰν ἐντελῶς ἄσχετο μὲ τὴν ἀλήθεια, ἐπειδὴ κάνει συναΐδια μὲ τὸν Θεὸ τὴν οὐσία τῶν λογικῶν ὄντων, τὸν ἀπορρίπτουμεΓιατὶ εἶναι τελείως ἀδύνατο νὰ βρίσκονται μὲ τὸ Χριστό, ἔτσι ὅπως αὐτὸς εἶναι, καὶ πάλι νὰ λείψουν τελείως κάποτε ἀπὸ αὐτόν, ἂν βέβαια εἶναι φυσικὸ νὰ γίνει σ᾿ αὐτὸν ἡ ἀποπεράτωση τῶν αἰώνων καὶ ἡ στάση ὅσων κινοῦνται, μέσα στὴν ὁποία κανένα ἀπολύτως ἀπὸ τὰ ὄντα δὲ θὰ ὑπόκειται σὲ μεταβολή. ῾Ο λόγος τῆς Γραφῆς κάλεσε τὸν Χριστὸ ἄμωμο καὶ ἄσπιλο, ἐπειδὴ εἶναι κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὴ φύση του τελείως ξένος ἀπὸ τὴ φθορὰ τῆς ἁμαρτίας. Γιατὶ ἡ ψυχή του δὲν εἶχε μῶμο κακίας οὔτε τὸ σῶμα του σπίλο τῆς ἁμαρτίας.

῾Αγίου Μαξίμου ῾Ομολογητοῦ, Πρὸς Θαλάσσιον Περὶ Διαφόρων ᾿Απόρων τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, ᾿Ερώτησις Ξʹ.Ε.Π.Ε. τ. 14Γ, σελ. 186-195, Θεσσαλονίκη 1992)

Σημειώσεις


14. Βλ. και το λήμμα «σωτηρία» στο ΛΒΘ στ. 928-34.
15. Βλ. Ε. Molland, Das paulinische Euangelion. Das Wort und die Sache, Oslo 1934, σελ. 37. Πρβλ. και W. Marxsen, Der Evangelist Markus, Göttingen 1959, σελ. 83εξ. Ακόμη και τη διαμάχη Μ. Burrows “The Origin of the Term ‛Gospel',” JBL 44 (1925) 21-33· και O. A. Petty, Did the Christian Use of the Term ‘to Euaggelion' Originate with Paul?, New Haven 1925· και το μνημειώδες δίτομο έργο του J. Schniewind, Euangelion, Gütersloh 1927 και 1931.
16. Περισσότερα για την καθοριστική σημασία που έχει ο στίχος αυτός για την προς Ρωμαίους, αλλά και ολόκληρη την παύλεια θεολογία στο υπόμνημα του E. Käsemann, An die Römer, Tübingen 1974 στο στίχο.
17. Βλ. J. A. Fitzmyer, “Pauline Theology,” σελ. 807.
18. Αν εξαιρέσουμε τη χρήση του όρου στη Β´ Θεσ 2,7 –όπου γίνεται λόγος για το «μυστήριον... τῆς ἀνομίας», που δεν σχετίζεται με το ευαγγέλιο– ο όρος στις παύλειες επιστολές σχεδόν πάντοτε σχετίζεται με το ευαγγέλιο· τόσο στις 19 R. Ε. Brown, “The Semitic Background of the New Testament Mysterion,” Biblica 39 (1958) 426-48· του ίδιου, “The Pre-Christian Semitic Concept of ‛Mystery',” CBQ 20 (1958) 417-43.
20. Για τη χρήση και τη σημασία του όρου στην προς Εφεσίους βλ. C. Caragounis, The Ephesian Mysterion. Meaning and Content, Lund 1977· πρβλ. ακόμη Ι. Καραβιδόπουλου, Παύλου επιστολές προς Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 85, 137 και 458εξ, όπου απορρίπτεται η περίπτωση προέλευσης του όρου από τις μυστηριακές θρησκείες.
21. Πρβλ. Σ. Αγουρίδη, Παύλος, σελ. 41εξ. Βλ. και D.M.Stanley, “The Conception of Salvation in Primitive Christian Preaching,” CBQ 18 (1954) 231-54.
22. Πρβλ. Α´ Koρ 1,1 εξ. Β´ Κορ 1,1· Εφ 1,5· Ρωμ 8,28· 9,11· Εφ 1,11· 3,11 κ.ά.
23. Για μια σωστή θεώρηση του θέματος πίστης-σωτηρίας στον Παύλο βλ. Κ.Kertelge, Rechtfertigung bei Paulus, Münster 1967.
24. Για την εσχατολογική διάσταση του όρου στα κείμενα του Qumran βλ. Ε.Vogt, “‛Mysteria' in textibus Qumran,” Biblica 37 (1956) 247-57.
25. Όνομα Torah in the Messianic Age and/or the Age to Come, Philadelphia 1952, σελ. 50εξ. και Paul and Rabbinic Judaism, σελ. 72εξ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου