ΕΦΤΑΣΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ…

 Έφτασε η ώρα να κλείσει η Ορθόδοξη παρένθεση…

Ασσάντ Ελίας Καττάν

Ένας φίλος, ο οποίος διευθύνει ένα παγκοσμίου φήμης ορθόδοξο θεολογικό ίδρυμα [1], έχει υποστηρίξει ότι οι Ορθόδοξοι πρέπει κάποια στιγμή να κλείσουν την παρένθεση που άνοιξαν μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Τί ακριβώς σημαίνουν άραγε αυτές οι λέξεις, που με την πρώτη ματιά, φαίνονται παράξενες και όχι χωρίς ασάφειες;

Δεν θα ήταν υπερβολή να θεωρήσουμε ότι οι περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες, πρώτα και κύρια οι Σλαβικές Εκκλησίες στη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Σερβία, τη Βουλγαρία καθώς και η Εκκλησία στη Ρουμανία, αναδύθηκαν από τα σπλάχνα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το Βυζάντιο, η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, συνιστούσε έναν επιστημονικό και διανοητικό χώρο και ταυτόχρονα μια πολιτιστική και πνευματική παρουσία που ξεπερνούσε κατά πολύ τα γεωγραφικά όρια της σημερινής Ελλάδος, παρόλο που η γλώσσα που χρησιμοποιούσε από τον 7ο αιώνα και εξής ήταν η ελληνική, αφού είχε σταδιακά εγκαταλείψει τα λατινικά ως επίσημη γλώσσα της διοίκησης και του στρατού. Ακόμα και κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, αφού οι Σταυροφόροι από τη μια είχαν σημαντικά αποδυναμώσει το Βυζαντινό κράτος και οι Οθωμανοί από την άλλη είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος των ανατολικών επαρχιών της αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη τόσο σε πνευματικό όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο συνέχιζε να ακμάζει. Βυζαντινοί λόγιοι μελετούσαν με καινοτόμους τρόπους τη φιλοσοφική παράδοση της αρχαίας Ελλάδος, ενώ ταυτόχρονα βυζαντινοί καλλιτέχνες και αγιογράφοι κατέσπειραν τον ελλαδικό χώρο αλλά και την ιταλική χερσόνησο με καλλιτεχνικές δημιουργίες απαράμιλλής αξίας, οι οποίες εξέπεμπαν το φως από τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Ιησού από τη Ναζαρέτ.

Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, πολλοί βυζαντινοί λόγιοι και φιλόσοφοι μετακινήθηκαν προς τη Δύση, κυρίως την Ιταλία, κουβαλώντας μαζί τους τα επιστημονικά επιτεύγματα της πρωτεύουσάς τους και εκατοντάδες αρχαία χειρόγραφα. Με τον τρόπο αυτό, έθεσαν ουσιαστικά τις βάσεις για την ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Πράγματι, δεν είναι τυχαίο ότι η Αναγέννηση ξεκίνησε από τη νότια και την κεντρική Ιταλία. Ήταν οι σπίθες από τις ακτές του Βοσπόρου που της έδωσαν αποφασιστική ώθηση. Στα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε ότι ένα μέρος της πολιτικής και καλλιτεχνικής ελίτ της Κωνσταντινούπολης εγκαταστάθηκε στις ηγεμονίες της Μολδοβλαχίας, στη σημερινή Ρουμανία αλλά και στη Ρωσική επικράτεια, της οποίας η πολιτιστική πρωτεύουσα έγινε η σημερινή Μόσχα, κληρονόμος του Κιέβου.

Πράγματι, στο Βυζάντιο δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας, στο σημείο που ο αυτοκράτορας να είναι ο προστάτης της Εκκλησίας και ο θεματοφύλακας των δικαιωμάτων της, σύμφωνα με την ιδέα της «συμφωνίας», δηλαδή της σύμπνοιας και της συμπληρωματικότητας μεταξύ του αυτοκράτορα και του πατριάρχη. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η συμφωνία αυτή δεν σήμαινε ισότητα μεταξύ των δυο θεσμών, αλλά αναγνώριζε την προτεραιότητα του πρώτου, με τον αυτοκράτορα να έχει τον τελικό λόγο, για παράδειγμα, στην επιλογή του πατριάρχη.

Ωστόσο, η άλωση της Κωνσταντινούπολης προκάλεσε την αποδυνάμωση και την υποχώρηση της Ορθοδοξίας, η οποία είχε περιέλθει σε λήθαργο στην αγκαλιά του Βυζαντίου. Η ύφεση αυτή οφείλεται πιθανώς σε δύο παράγοντες: αφενός, στην κατάρρευση της πολιτικής δομής που αποτελούσε επί αιώνες τον πυλώνα της θρησκευτικής Ορθοδοξίας. Πράγματι, στο Βυζάντιο δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας, στο σημείο που ο αυτοκράτορας να είναι ο προστάτης της Εκκλησίας και ο θεματοφύλακας των δικαιωμάτων της, σύμφωνα με την ιδέα της «συμφωνίας», δηλαδή της σύμπνοιας και της συμπληρωματικότητας μεταξύ του αυτοκράτορα και του πατριάρχη. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η συμφωνία αυτή δεν σήμαινε ισότητα μεταξύ των δυο θεσμών, αλλά αναγνώριζε την προτεραιότητα του πρώτου, με τον αυτοκράτορα να έχει τον τελικό λόγο, για παράδειγμα, στην επιλογή του πατριάρχη. Ο δεύτερος παράγοντας ήταν η σπασμωδική σχέση με τη χριστιανική Δύση, η οποία επιδεινώθηκε μετά την εισβολή των Φράγκων στην Κωνσταντινούπολη το 1204. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Βυζαντινοί έκαναν λάθος στην ανάγνωση του χάρτη των σχέσεων μεταξύ του Ρωμαίου ποντίφικα και των δυτικών πριγκίπων – οι τελευταίοι δεν έδιναν καμία σημασία στην ανανέωση των διαρρηγμένων σχέσεων μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού χριστιανισμού. Προτίμησαν να διατηρήσουν τα εμπορικά τους συμφέροντα κατά μήκος της Δυτικής μεσογειακής ακτής παρά να υποστηρίξουν την ετοιμοθάνατη παλιά αυτοκρατορία. Η εγκατάλειψη της Κωνσταντινούπολης από τους Ευρωπαίους πρίγκιπες και η αποτυχία τους να την υποστηρίξουν με ισχυρό στρατό, οδήγησε τους Βυζαντινούς να είναι καχύποπτοι απέναντι σε οτιδήποτε προερχόταν από τη Δύση, συμπεριλαμβανομένης της πολιτισμικής συνεισφοράς της.  

Και όταν ήρθε η ώρα του Διαφωτισμού στη Δύση, κατά τον 18ο αιώνα, και οι φιλόσοφοί του υποστήριξαν τον αναγκαίο διαχωρισμό της πολιτικής από τη θρησκεία, η Ορθοδοξία υπέφερε ακόμη από τον θρυμματισμό του παλαιού κόσμου της που βασιζόταν στην ένταξη της Εκκλησίας στο κράτος και λύγιζε κάτω από το βάρος της υπερβολικής κριτικής της Δύσης, η οποία εξελισσόταν συνεχώς με πρωτοφανείς τρόπους σε επιστημονικό, πνευματικό και κοινωνικό επίπεδο. Εδώ έρχονται τα λόγια που επαναλαμβάνει συνεχώς ο ορθόδοξος φίλος: είναι καιρός οι ορθόδοξοι λαοί να κλείσουν την παρένθεση που άνοιξαν μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, δηλαδή να πάψουν να βλέπουν με καχυποψία τη δυτική νεωτερικότητα και να συμμετάσχουν στον σύγχρονο παγκόσμιο πολιτισμό, εγκαταλείποντας το σύμπλεγμα κατωτερότητας και σκουπίζοντας τις πληγές της ιστορίας με το λάδι της Ανάστασης του Ναζωραίου από τα τρίσβαθα του θανάτου.

Η Κωνσταντινούπολη έπεσε και η χριστιανική Δύση συνέχισε την ανοδική της πορεία στο πεδίο της γνώσης, οι ρίζες της οποίας βρίσκονται σε αυτό που σήμερα αποκαλείται «μεσαιωνικό άλμα», όταν ιδρύθηκαν πανεπιστήμια από τις βόρειες ακτές της Μεσογείου μέχρι τις Βρετανικές Νήσους. Οι ορθόδοξοι λαοί εντάχθηκαν σε αυτό το επιστημολογικό άλμα μόνο μερικώς λόγω της αποδιοργάνωσης των πολιτικών δομών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της εσωτερικής αναδίπλωσης απέναντι στη Δύση, παρόλο που το Βυζάντιο είχε διαδραματίσει, όπως αναφέραμε, πρωταγωνιστικό ρόλο στην άνθηση της ευρωπαϊκής Αναγέννησης. Και όταν ήρθε η ώρα του Διαφωτισμού στη Δύση, κατά τον 18ο αιώνα, και οι φιλόσοφοί του υποστήριξαν τον αναγκαίο διαχωρισμό της πολιτικής από τη θρησκεία, η Ορθοδοξία υπέφερε ακόμη από τον θρυμματισμό του παλαιού κόσμου της που βασιζόταν στην ένταξη της Εκκλησίας στο κράτος και λύγιζε κάτω από το βάρος της υπερβολικής κριτικής της Δύσης, η οποία εξελισσόταν συνεχώς με πρωτοφανείς τρόπους σε επιστημονικό, πνευματικό και κοινωνικό επίπεδο. Εδώ έρχονται τα λόγια που επαναλαμβάνει συνεχώς ο ορθόδοξος φίλος: είναι καιρός οι ορθόδοξοι λαοί να κλείσουν την παρένθεση που άνοιξαν μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, δηλαδή να πάψουν να βλέπουν με καχυποψία τη δυτική νεωτερικότητα και να συμμετάσχουν στον σύγχρονο παγκόσμιο πολιτισμό, εγκαταλείποντας το σύμπλεγμα κατωτερότητας και σκουπίζοντας τις πληγές της ιστορίας με το λάδι της Ανάστασης του Ναζωραίου από τα τρίσβαθα του θανάτου.

Πράγματι, μια Εκκλησία που δεσμεύεται από πολιτικούς υπολογισμούς διατρέχει τον κίνδυνο μιας αναπόφευκτης υποταγής στην πολιτική, δηλαδή στην ισορροπία δυνάμεων σε αυτόν τον κόσμο που σφυρηλατείται από την πολιτική και τα οικονομικά συμφέροντα, και αυτό εις βάρος του Ευαγγελίου που υπερασπίζεται τους καταπιεσμένους της γης, αγαπά τον ξένο και τον φτωχό, τον πεινασμένο και τον άρρωστο. Είναι καιρός οι λεγόμενοι ορθόδοξοι λαοί να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους στη σχέση μεταξύ Εκκλησίας και κράτους. Ήρθε η ώρα για τις Ορθόδοξες Εκκλησίες να σταματήσουν να φλερτάρουν με το κράτος σε αναζήτηση προνομίων και δικαιωμάτων, να εργαστούν επιμελώς προς ένα μοντέλο κρατικής ουδετερότητας που θα είναι ισότιμο μεταξύ θρησκειών, φυλών και εθνοτήτων. Ναι, απολύτως, έχει έρθει η ώρα να κλείσει για πάντα αυτή η παρένθεση που άνοιξαν οι Ορθόδοξοι το 1453.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει δυνατότητα να διευκρινιστούν οι προϋποθέσεις της σχέσης μεταξύ Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας σε πολλά επίπεδα. Οι προϋποθέσεις αυτές απαιτούν βαθύ προβληματισμό και αξίζει να εξεταστούν σε ευρύτερα συμφραζόμενα. Παρ’ όλα αυτά, ο σημερινός πόλεμος στο έδαφος της Ουκρανίας μας παραπέμπει ιδιαίτερα στις αγκυλώσεις της διφορούμενης σχέσης μεταξύ πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας, όχι μόνο στο Κρεμλίνο, αλλά σε ολόκληρο τον ορθόδοξο χώρο, από τη Μόσχα –μέσω Δαμασκού και Καΐρου– μέχρι την Αθήνα και πέραν αυτής. Πολύ απλά, όπως έγραψε ο φίλος μου Δρ. Antoine Corban σε ένα από τα τελευταία του άρθρα που δημοσιεύτηκε στα γαλλικά, η ιδέα της βυζαντινής συμφωνίας έχει τελειώσει και η χρεωκοπία της έχει εξαγγελθεί. Πράγματι, μια Εκκλησία που δεσμεύεται από πολιτικούς υπολογισμούς διατρέχει τον κίνδυνο μιας αναπόφευκτης υποταγής στην πολιτική, δηλαδή στην ισορροπία δυνάμεων σε αυτόν τον κόσμο που σφυρηλατείται από την πολιτική και τα οικονομικά συμφέροντα, και αυτό εις βάρος του Ευαγγελίου που υπερασπίζεται τους καταπιεσμένους της γης, αγαπά τον ξένο και τον φτωχό, τον πεινασμένο και τον άρρωστο. Είναι καιρός οι λεγόμενοι ορθόδοξοι λαοί να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους στη σχέση μεταξύ Εκκλησίας και κράτους. Ήρθε η ώρα για τις Ορθόδοξες Εκκλησίες να σταματήσουν να φλερτάρουν με το κράτος σε αναζήτηση προνομίων και δικαιωμάτων, να εργαστούν επιμελώς προς ένα μοντέλο κρατικής ουδετερότητας που θα είναι ισότιμο μεταξύ θρησκειών, φυλών και εθνοτήτων. Ναι, απολύτως, έχει έρθει η ώρα να κλείσει για πάντα αυτή η παρένθεση που άνοιξαν οι Ορθόδοξοι το 1453.


[1] Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης, Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.


Ο Ασσάαντ Ελίας Καττάν (Assaad Elias Kattan) είναι ορθόδοξος θεολόγος με καταγωγή από τον Λίβανο και καθηγητής στην έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας στο Κέντρο Θρησκειολογικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Münster στη Γερμανία.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στα αραβικά στη λιβανέζικη εφημερίδα Al-modon στις 19/06/2022 και ακολούθως μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Δρ. Marcel Pirard. Η μετάφραση του εν λόγω κειμένου από τα γαλλικά έγινε από τον Δρ. Νίκο Κουρεμένο.

To εικαστικό αποτελεί λεπτομέρεια τοιχογραφίας που απεικονίζει την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης και σώζεται στη Μονή Μολδοβίτσα της Ρουμανίας.

ΕΦΤΑΣΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ… - Πολυμερώς και πολυτρόπως (polymerwsvolos.org)

ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟ. ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΑΝΟΗΣΙΕΣ ΕΝΩ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΣΑΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ;

ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΑΔΕΛΦΕΣ ΨΥΧΕΣ ΥΠΗΡΞΕ Η ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΜΗΤΡΑ Η ΟΠΟΙΑ ΓΕΝΝΟΥΣΕ ΝΕΦΗ ΑΓΙΩΝ. ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΔΕΝ ΒΛΕΠΕΤΕ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΚΑΜΑΤΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ. ΒΕΒΑΙΩΣ ΟΙ ΑΔΕΛΦΕΣ ΨΥΧΕΣ ΣΤΡΙΜΩΧΝΟΝΤΑΙ ΑΛΛΑ  Ο ΚΥΡΙΟΣ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ. ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΤΟΝ ΔΙΑΚΟΨΕΙ; Ο ΓΛΥΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ Ή Ο ΟΜΟΡΦΟΣ ΚΑΛΑΙΤΖΙΔΗΣ;

Ο Θεός δεν ζητάει να εξαφανίσουμε τον εαυτό μας όταν Τον πλησιάζουμε. - π. Βασίλειος Θερμός

 Μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει έννοιες εκκλησιαστικές και θεολογικές για να κρύψει την ανωριμότητά του.
Μπορεί να χρησιμοποιήσει την υπακοή, την αυθεντία, για να καλύψει το ο,τι ο ίδιος δεν λειτουργεί ως προσωπικότητα ενώπιον του Θεού.
Μπορεί να χρησιμοποιήσει την έννοια της ταπείνωσης με ένα εσφαλμένο τρόπο για να εξαφανίσει τον εαυτό του ενώπιον του Θεού.
Ενώ ο Θεός δεν ζητάει να εξαφανίσουμε τον εαυτό μας όταν Τον πλησιάζουμε.
Πρέπει με όλο τον εαυτό μας να πάμε.
Μας ζητάει την φιλαυτία μας να νικήσουμε.
Άλλο η φιλαυτία και άλλο ο εαυτός μας.
Η φιλαυτία είναι εμπαθής ψυχική επένδυση στον εαυτό μας.
Αλλά ο εαυτός μας είναι δώρο του Θεού, δημιούργημά Του με όλες τις ψυχικές λειτουργίες.
Και μια από τις ψυχικές λειτουργίες είναι η κρίση, η κριτική σκέψη, οι επιθυμίες, τα συναισθήματα.
Με όλα αυτά πάμε στο Θεό, είμαστε ακέραιοι και όχι λειψοί όταν πάμε προς τον Θεό.
Επειδή μερικοί άνθρωποι όμως δεν μπορούν να κάνουν αυτή την διάκριση θυσιάζουν τον ίδιο τους τον εαυτό πλησιάζοντας τον Θεό και νομίζουν ότι ευαρεστούν έτσι στον Θεό.
 
π. Βασίλειος Θερμός

ΔΕΝ ΠΗΓΕ ΣΤΟΝ ΘΕΟ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΠΩΣ ΠΑΝΕ ΚΑΙ ΡΙΧΝΕΙ ΑΣΦΑΙΡΑ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΙ ΟΠΑΔΟΙ ΕΞΑΛΛΟΥ ΠΟΥ ΤΡΩΝΕ ΗΔΗ ΚΑΤΣΑΡΙΔΕΣ.

Ματθαίος Γιωσαφάτ: ένας λόγος παραπάνω


Ένας Λόγος Παραπάνω
Mατθαίος Γιωσαφάτ Συζήτηση με τον Μάκη Προβατά και την Λίνα Νικολακοπούλου. (2012)



Γιώργος Φίλης, Ο Συριακός εμφύλιος, οι γεωπολιτικές προεκτάσεις, η Αραβική άνοιξη και οι παίκτες

Οι Τουρκικές επιθέσεις στην χώρα μας είναι μία προσπάθεια υλοποίησης του Νέο-οθωμανικού οράματος αλλά η Σύρια και το Κουρδικό είναι θέμα επιβίωσης για την Τουρκία τονίζει ο καθηγητής γεωπολιτικής Γιώργος Φίλης στον Γιάννη Μιχελάκη και το αληθινό ραδιόφωνο (https://www.real.gr
) Γιατί ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί να πάρει άδεια από τους Αμερικανούς αλλά και από τους Ρώσους για μια νέα επιχείρηση στην Σύρια και πώς ένας εμφύλιος πόλεμος που ξεκίνησε με αφορμή μια επισιτιστική κρίση το 2010-2011 εξελίχθηκε σε έναν πόλεμο διά αντιπροσώπων στις μέρες μας. Ποιος είναι ο ρόλος των Αμερικανών και των Ρώσων στην περιοχή και πώς οδηγηθήκαμε στην κατάρρευση του ισλαμικού Κράτους που σε κάποια στιγμή έφτασε να ελέγχει το μισό ΙΡΑΚ και την Μισή Συρία επίσης μια Ιστορική αναδρομή στην ανέγερση των Άσαντ στην Σύρια μέσω του Κόμματος Baath. H Ένωση της κυρίας με την Αίγυπτο υπό την ηγεσία του Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ. Η σκληρή διακυβέρνηση του καθεστώτος Άσαντ που συνεχίζεται έως και τις μέρες μας. (Ο Μπασάρ αλ Άσαντ είναι Σύρος πολιτικός, σημερινός πρόεδρος της Συρίας, Γενικός Γραμματέας του Κόμματος Μπάαθ της Συρίας και γιος του πρώην Προέδρου Χαφέζ αλ Άσαντ) Ποια είναι η σημερινή κατάσταση σε μια ουσιαστικά τριχωτομημένη χώρα με την παρουσία Ρωσικών, Αμερικανικών αλλά και Τουρκικών δυνάμεων στο Συριακό έδαφος. Έχουν σχηματιστεί στρατόπεδα, των Ρώσων με τους Σύριους και των Αμερικανών με τους Κούρδους; και τι προσπαθεί να πετύχει ο Τούρκος πρόεδρος στην Βόρεια Σύρια. παραλειπόμενα όπως η "αδελφική σχέση" Ερντογάν-Άσαντ και η παραλίγο αναγνώριση του Ψευδοκράτους στην Κύπρο από την Σύρια. Από αδελφικοί φίλοι άσπονδοι εχθροί λόγω των νέο-οθομανικών φιλοδοξιών του Τούρκου προέδρου; Επιλεγμένα αποσπάσματα από εκπομπή του εξαιρετικού Γιάννη Μιχελάκη στο ραδιόφωνο του Real FM και στην Σειρά Εκπομπών "Ιστορικά και Αληθινά" Περιμένουμε την νέα ραδιοφωνική σεζόν ώστε να δούμε τις νέες ώρες μετάδοσης. Παρατηρήσεις 1) Κόμμα Μπαθ, Το Αραβικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Μπάαθ ήταν ένα πολιτικό κόμμα που ιδρύθηκε στη Συρία από τους Μισέλ Αφλάκ, Σαλάχ αλ-Ντιν αλ-Μπίταρ και τους συνεργάτες του Ζακί αλ-Αρσουζί. Το κόμμα ευαγγελιζόταν τον Μπααθισμό που είναι μια ιδεολογία - ανάμειξη αραβικού εθνικισμού, παναραβισμού, αραβικού σοσιαλισμού και αντι-ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Ο Μπααθισμός ζητά ενοποίηση του αραβικού κόσμου σε ένα ενιαίο κράτος. Το σύνθημά του, «Ενότητα, Ελευθερία, Σοσιαλισμός», αναφέρεται στην αραβική ενότητα, και την ελευθερία από μη αραβικό έλεγχο και παρεμβολές. 2) Χαφέζ αλ-Άσαντ (6 Οκτωβρίου 1930 - 10 Ιουνίου 2000) ήταν Σύρος πολιτικός και στρατιωτικός που διετέλεσε πρόεδρος της χώρας μεταξύ 1971 και 2000.Ο Άσαντ συμμετείχε στο Συριακό πραξικόπημα του 1963 και η νέα ηγεσία τον διόρισε αρχηγό της αεροπορίας. Το 1966 ο Άσαντ συμμετείχε σε δεύτερο πραξικόπημα, το οποίο ανέτρεψε τους συντηρητικούς ηγέτες και έφερε στην ηγεσία του κράτους τους πιο ριζοσπαστικούς του κόμματος Μπάαθ. 3) Αραβική άνοιξη, Αραβική Άνοιξη ονομάστηκε ένα κύμα διαδηλώσεων και διαμαρτυριών στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική , που εκδηλώθηκε από τις 18 Δεκεμβρίου του 2010. Πριν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, το Σουδάν ήταν η μόνη Αραβική χώρα που ανέτρεψε επιτυχώς δικτατορικά καθεστώτα το 1964 και το 1985. Εκδηλώθηκαν εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο, εμφύλια σύρραξη στη Λιβύη, εξεγέρσεις στο Μπαχρέιν, τη Συρία και την Υεμένη. Μεγάλες διαδηλώσεις έγιναν επίσης στην Αλγερία, το Ιράν, το Ιράκ, την Ιορδανία, το Μαρόκο και το Ομάν. Μικρότερες οργανωμένες διαμαρτυρίες έγιναν στο Τζιμπουτί, το Κουβέιτ, τον Λίβανο, τη Μαυριτανία, τη Σαουδική Αραβία, και το Σουδάν 4) Το Κουρδιστάν είναι μια χονδρικά καθορισμένη γεωπολιτισμική περιοχή στη Δυτική Ασία όπου οι Κούρδοι αποτελούν πλειοψηφία και ο κουρδικός πολιτισμός, γλώσσες και εθνική ταυτότητα έχει αναπτυχθεί. Γεωγραφικά, το Κουρδιστάν περιλαμβάνει χονδρικά τα βορειοδυτικά όρη Ζάγρος και τις ανατολικές κορυφογραμμές του Ταύρου

Κωνσταντίνος Κ. Παπουλίδης - ΟΝΟΜΑΤΟΛΑΤΡΕΣ (3)

 Συνέχεια από: Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

Την παράταξιν του Ιλαρίωνος ήλθε να ενισχύση (ως αντιτιθέμενος εις τον Χρύσανθον) ο Ρώσος ιερομόναχος Αντώνιος Bulatovic, εκ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέου. Ο Bulatovic υπήρξεν αντιπροσωπευτική μορφή των Ονοματολατρών και εντός ολίγου κατέστη ο αρχηγέτης των, εφ' όσον ο Ιλαρίων φαίνεται ότι ήτο μοναχός της προσευχής μόνον και της συγγραφής, ενώ ο Bulatovic και της δράσεως. Ο τελευταίος προ της εις μοναχόν κουράς του ήτο αξιωματικός του ρωσικού στρατού. Εγεννήθη εις την επαρχίαν του Χάρκωφ. Άγνωστος παραμένει η ακριβής χρονολογία της γεννήσεώς του. Ως αξιωματικός έλαβε μέρος εις αποστολήν εις την Κίναν. Το 1907 μετέβη εις την Αιθιοπίαν, την οποίαν ωνειρεύθη να υπαγάγη εις την Ρωσίαν26. Εκ της Αιθιοπίας ίσως μετέβη, άγνωστον διατί, εις τας Ινδίας. Το 1907 κείρεται μοναχός εις την Σκήτην του Αγίου Ανδρέου. Ήτο γνώστης της ελληνικής γλώσσης και μετέφρασε πολλά θρησκευτικά βιβλία, ιδίως εκλαϊκευτικού χαρακτήρος, εκ της ελληνικής εις την ρωσικήν. Το 1910 χειροτονείται ιερομόναχος και το 1911 λέγεται ότι μετέβη δι’ ολίγους μήνας εις τας Ινδίας. Κατά την διαμάχην εις το Αγιον Όρος υπέρ των Ονοματολατρών ανεχώρησεν εκ του Άθω και μετέβη εις την Ρωσίαν (εις τας 13 Φεβρουαρίου 1913) και κατ’ ακολουθίαν δεν συμπεριελήφθη μεταξύ των συλληφθέντων, ως θα ίδωμεν, Ρώσων μοναχών εις το Αγιον Όρος τον Ιούλιον του έτους 1913. Εις την Ρωσίαν εγκατεστάθη εις την ιδιαιτέραν του πατρίδα και ηγωνίσθη υπέρ της διαδόσεως των ιδεών των Ονοματολατρών. Κατώρθωσας να προσελκύση την συμπάθειαν και συμπαράστασιν πολλών μελών της ρωσικής πνευματικής σκέψεως27. Άλλωστε ο Bulatovic είναι γνωστός εις την διαμάχην υπέρ των Ονοματολατρών τόσον εκ της «Απολογίας» του, όσον και εκ του «ακτιβισμού» του. Εις το εξής, παρ’ όλον ότι θα κυκλοφορήσουν αναρίθμητα θρησκευτικά φυλλάδια υπέρ των Ονοματολατρών εν τούτοις το έργον του ιερομονάχου Ιλαρίωνος «Επί των Ορέων του Καυκάσου» και το έργον του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic «Απολογία» θα παραμείνουν τα αντιπροσωπευτικά βιβλία της διδασκαλίας των Ονοματολατρών. Εις την Ρωσίαν ο Bulatovic δεν ηνοχλήθη υπό των εκκλησιαστικών, αλλ’ ούτε και των πολιτικών αρχών ως τέως στρατιωτικός. Εφονεύθη υπό των μπολσεβίκων κατά την κομμουνιστικήν επανάστασιν εις την Ρωσίαν28 το έτος 1917. Έγραψεν, ως ο κύριος απολογητής των Ονοματολατρών, πολλά έργα29.

Η εμφάνισις εις το προσκήνιον του Ιερομονάχου Αντωνίου εκ της Σκήτης του Προφήτου Ηλιού του Αγίου Όρους υπέρ των Ονοματολατρών εκινητοποίησε τους Ρώσους μοναχούς του Αγίου Όρους, ώστε να αυξηθή ο αριθμός των οπαδών των. Ήδη το 1912 Ονοματολάτραι μοναχοί μεταξύ των Ρώσων υπήρχον εις την Ιεράν Μονήν του Αγίου Παντελεήμονος, εις την Σκήτην του Αγίου Ανδρέου, εις την Σκήτην του Προφήτου Ηλιού και εις την έρημον την καλουμένην Θηβαΐδα.

Η επέμβασις του καθηγουμένου της Μονής Αγίου Παντελεήμονος Μισαήλ δεν επέφερεν αποτέλεσμα. Εις μάτην παρεκλήθη ο Μπουλάτοβιτς να αναθεωρήση τας δοξασίας του. Ο τελευταίος εις επιστολήν του προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον (από 27 Αυγούστου 1912) γράφει30 συν τοις άλλοις και τα έξης:

Imja lisusa est Bog; Το όνομα του Iησού είναι Θεός.

Slova, slysannyja na Favore Οι εν Θαβωρίω λόγοι οι ακουσθέντες

Apostolami, sut sam Bog; υπό των Αποστόλων είναι Αυτός ο Θεός.

Slova, slysannyja na Sinae Οι εν Σινά ακουσθέντες υπό των ισραηλιτών

Izrailtjanami, sut Sam Bog, λόγοι είναι Αυτός ο Θεός.

i vsjakoe Bozestvennoe slovo Και πας ο εν τω Ευαγγελίω θείος λόγος

V Evangelie est Sam Bog31 είναι Αυτός ο Θεός32.

Ο Bulatovic, τέλος, γράφει συμπερασματικώς αργότερον εις έργον του33 τα εξής: «..υπεστηρίξαμεν, υποστηρίζομεν και θα υποστηρίζωμεν ότι το όνομα του Θεού είναι Αυτός ο Θεός και το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού είναι Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός»

Η ΙΕΡΑ ΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ (1912-1913)

Η διάδοσις όμως των ιδεών των Ονοματολατρών ανησύχησε τόσον τον καθηγούμενον της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος όσον και την Ιεράν Κοινότητα του Αγίου Όρους. Η ανησυχία προήρχετο κυρίως εκ του γεγονότος, ότι αλληλοκατηγορούμενοι οι Ρώσοι μοναχοί εσκανδάλιζον την Ιεράν Πολιτείαν.

Δεν έχομεν μαρτυρίας περί συμμετοχής Ελλήνων μοναχών εις την διαμάχην των Ονοματολατρών, η οποία ως ανεφέραμεν υπήρξε διαμάχη καθαρώς ρωσική. Εξ άλλου αμάρτυρον είναι και το αναφερόμενον υπό του Ρώσου καθηγητού I. Smolitsch ότι «η ανάπτυξις της νέας διδασκαλίας συμπεριέλαβε, βεβαίως, μοναχούς και ανησύχησε πολύ την «Κοινότητα» του Αγίου Όρους»34. Δεν συμμεριζόμεθα την άποψιν, ότι επειδή «ανησύχησεν» η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους, θα απετέλει απόδειξιν ότι η διαμάχη απησχόλησε και Έλληνας μοναχούς. Τουλάχιστον εκ των παρουσιασθέντων μέχρι τούδε εγγράφων του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν φαίνεται ότι το θέμα απησχόλησε και Έλληνας μοναχούς35. Ο S. Troickij μάλιστα, κατηγορών τους Έλληνας μοναχούς και δικαιολογών την βιαίαν μεταφοράν των Ρώσων Ονοματολατρών, ως θα ίδωμεν, εις την Ρωσίαν, λέγει ότι οι Έλληνες μοναχοί προώθουν την ανάπτυξιν της διδασκαλίας των Ονοματολατρών μεταξύ των Ρώσων δια να εκδιώξουν όλους τους Ρώσους μοναχούς εκ του Αθω36....

Και εφ’ όσον η αναφερθείσα επέμβασις του καθηγουμένου της Μονής Αγίου Παντελεήμονος δεν επέφερε την αναμενομένην ησυχίαν μεταξύ των Ρώσων μοναχών του Αγίου Όρους, τότε η απλή επέμβασις εις την διαμάχην μετετράπη εις αίτησιν προς παροχήν βοηθείας εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το αξιοσημείωτον γεγονός, το οποίον δεν πρέπει να παρίδωμεν είναι, ότι το Οικουμενικόν Πατριαρχείον επεμβαίνει μετά από αίτησιν του καθηγουμένου της Μονής Παντελεήμονος, προς αναχαίτισιν της ετεροδιδασκαλίας του ιερομονάχου Αντωνίου. Η αναφερθείσα αίτησις συνωδεύετο υπό των έργων του ιερομονάχου Ιλαρίωνος: «Επί των Ορέων του Καυκάσου» και του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic «Απολογία». Η πρώτη καταδικαστική απόφασις της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας εναντίον των Ονοματολατρών αναφέρεται εις γράμμα του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄ προς τον καθηγούμενον της Μονής Αγίου Παντελεήμονος Μισαήλ και υπό ημερομηνίαν 2 Σεπτεμβρίου 1912.

Εις το γράμμα όμως συναντώμεν μόνον την απαγόρευσιν της μελέτης του βιβλίου του ιερομονάχου Ιλαρίωνος «Επί των Ορέων του Καυκάσου» και την πατριαρχικήν σύστασιν προς τους Ρώσους μοναχούς του Αγίου Όρους, όπως απέχουν εκ των ερίδων. Οι Ονοματολάτραι και οι πολέμιοί των αποκαλούνται εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄ ως «ανοήτως θεολογούντες». Τέλος, αι δύο μερίδες των διαφωνούντων Ρώσων μοναχών του Αγίου Όρους καλούνται, όπως συμβάλουν εις την ειρηνικήν διαβίωσιν τη Αγιωνύμω Πολιτεία37. Το αναφερθέν όμως πατριαρχικόν γράμμα δεν κατώρθωσε να αναχαιτίση τους οπαδούς του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic, οι οποίοι διά παντός μέσου38 φροντίζουν πλέον και εκδιώκουν εκ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέου, και αργότερον εκ της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, τους αντιπάλους των39. Τοιουτοτρόπως, η Σκήτη του Αγίου Ανδρέου κατέστη από του έτους 1912 το προπύργιον των Ονοματολατρών.

Εις μάτην ο τότε Ρώσος πρόξενος εν Θεσσαλονίκη εφρόντισε να συμφιλιώση τας δύο αντιμαχομένας μερίδας των μονάχων της Σκήτης40.

Το 1913, λόγω της νέας δημιουργηθείσης καταστάσεως, υπεχρεώθη η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους να ζητήση την επέμβασιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς κατάπαυσιν των ταραχών εκ μέρους των Ρώσων μοναχών. Η Ιερά Κοινότης ενήργησε βάσει διαμαρτυρίας, υπό ημερομηνίαν 29 Ιανουαρίου 1913, των εκδιωχθέντων υπό των Όνοματολατρών Ρώσων μοναχών της Σκήτης Αγίου Ανδρέου. Τό Οικουμενικόν Πατριαρχείον, προ της επεμβάσεώς του και προ της εκδόσεως οιασδήποτε αποφάσεως επί της ετεροδιδασκαλίας των Ονοματολατρών, εζήτησε την γνώμην του συμβουλίου των καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης επί του περιεχομένου των βιβλίων του ιερομονάχου Ιλαρίωνος «Επί των Ορέων του Καυκάσου» και του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic «Απολογία». Η απόφασις των καθηγητών υπήρξε καταδικαστική διά τα δύο αναφερθέντα έργα.

Κατεδικάσθη το περιεχόμενον του βιβλίου «Επί των Ορέων του Καυκάσου» (η β' έκδοσις του 1910), η «Απολογία» και το περιεχόμενον ωρισμένων επιστολών του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον.

Αλλ’ ας ίδωμεν, ειδικώτερον, τας θέσεις των καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης41:

α. Καταδικάζεται ο μυστικισμός εφ’ όσον προέρχεται εκ της καρδίας, ενώ μάλλον πρέπει να προέρχεται εκ του νου!

β. Η γνωμοδότησις των θεολόγων καθηγητών εγένετο και επιτροχάδην, ως αναφέρει το σχετικόν κείμενον: «Όσον δ’ αφορά εις την ουσίαν της εν λόγω διδασκαλίας, δεν ηδυνήθη μεν ο σύλλογος των θεολόγων καθηγητών δι’ έλλειψιν χρόνου να διέλθη και την πολυσέλιδον και ρωσσιστί μόνον αποσταλείσαν αυτώ απολογίαν42, νομίζει όμως ότι αντελήφθη του πνεύματος αυτής στηριχθείς και μόνον επί των άλλων τη Ιερά Συνόδω υποβληθέντων και παραπεμφθέντων αυτώ ρωσσικών τε και ελληνικών εγγράφων και εντύπων, είτε εν είδει ομολογιών, είτε εν είδει πρακτικών και κατηχήσεων».

Ταύτα αναφέρει η σχετική γνωμοδότησις. Εν τούτοις όμως το διαβιβαστικόν έγγραφον, υπογραφέν υπό του μητροπολίτου Σελεύκειας Γερμανού Στρηνοπούλου υπογραμμίζει, ότι: «Ο σύλλογος συνελθών εις οκτώ επανειλημμένας συνεδρίας, μελετήσας τα υποβληθέντα έγγραφα και διασκεφθείς, εξέδωκε τη 30ή Mαρτίου (του έτους 1913) την ετυμηγορίαν αυτού και υπέβαλε διά της επομένης επιστολής προς την Α. Θ. Παναγιότητα...»

γ. Μετ’ εμφάσεως αναφέρονται αι θέσεις του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic, όστις υπεστήριξεν ότι: «Το όνομα του Ιησού είναι Θεός, οι εν Θαβωρίω λόγοι οι ακουσθέντες υπό των Αποστόλων είναι αυτός ο Θεός, οι εν Σινα ακουσθέντες υπό των Ισραηλιτών λόγοι είναι αυτός ο Θεός, και πας ο εν τω Ευαγγελίω θειος λόγος είναι αυτός ο Θεός».

δ. Εν τω μεταξύ, η αντίθετος μερίς των Ονοματολατρών υποχωρούσα υποπίπτει εις δογματικά σφάλματα «είτε εκ συνδιαλλακτικού πνεύματος φερομένη, είτε και άλλως»· υπεστήριζεν ότι του λοιπού θα προσκυνή μόνον Αυτόν Τούτον τον Κύριον Ημών Ιησούν Χριστόν και όχι το όνομά Του.

ε. Τέλος, οι καθηγηταί αναγνωρίζουν ότι οι άντίθετοι των Ονοματολατρών «έδωκαν λαβήν δεδικαιολογημένης αντιρρήσεως» προς τούς Ονοματολάτρας.

Την γνωμοδότησιν υπογράφουν οι: Ο (σχολάρχης) μητροπολίτης Σελεύκειας Γερμανός Π. Στρηνόπουλος και ο σύλλογος των θεολόγων καθηγητών: αρχιμ. Ιωάννης Ευστρατίου, αρχιμ. Δημήτριος Γεωργιάδης, διάκονος Βασίλειος Στεφανίδης, Βασίλειος Αντωνιάδης και Παντολέων Κομνηνός42.

Tο 1913 εις τον πατριαρχικόν θρόνον ευρίσκετο ο Γερμανός Ε' (1913-1918), ο οποίος με πατριαρχικόν γράμμα της 5ης Απριλίου 1913 προς τους «Επιστάτας και Αντιπροσώπους της Κοινότητος του Αγίου Όρους»43, επαναλαμβάνει την καταδικαστικήν απόφασιν της Μεγάλης του Χρίστου Εκκλησίας προς τους Ονοματολάτρας στηριζόμενος τόσον εις την πρώτην καταδικαστικήν απόφασιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί Ιωακείμ Γ όσον και εις την γνωμοδότησιν των καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Επί πλέον, το πατριαρχικόν γράμμα της 5ης Απριλίου 1913 εχρησίμευσεν και ως διαβιβαστικόν έγγραφον διά του όποιου απεστάλη η γνωμοδότησις των καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Και ενώ η πρώτη επί Ιωακείμ Γ' καταδικαστική απόφασις της Μεγάλης του Χρίστου Εκκλησίας απηυθύνετο «τοις ανοήτως θεολογούσιν, αυτόθι μοναχοίς...», η δευτέρα, η επί Γερμανού Ε' ασχολείται περί της «οσημέραι διαδόσεως της δυσσεβούς και ψυχοφθόρου ταύτης διδασκαλίας».

Η δευτέρα καταδικαστική απόφασις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, υπό ημερομηνίαν 5 Απριλίου 1913 ανεγνώσθη προς τους μοναχούς τηςΜονής Παντελεήμονος υπό οργάνων τού Πρωτάτου44 την 2αν Μαΐου 1913. 

Δυστυχώς όμως και η δευτέρα επέμβασις της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας επί πατριαρχείας Γερμανού Ε' δεν επέφερεν τα αναμενόμενα αποτελέσματα της καταπαύσεως των ερίδων.

Σημειώσεις

26. Άγνωστος, εν πολλοίς, σελίς του ρωσικού επεκτατισμού εις την Ανατολικήν Αφρικήν δια το 1907. Διά πλείονα βλ. C. Jeman, The Russians in Ethiopia. An Essay in futility, London 1958, σ. 80-96, παρά I. Smο itsch, Le Mont - Athos et la Russie, ε.α.,σ. 310].

27. Ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Μόσχας Μ. D. Muretov, είς έπιστολήν του προς τον κοσμήτορα της Σχολής κατά το έτος 1914, υποστηρίζει τήν μνημονευθείσαν «Απολογίαν» του Bulatovic και τους Όνοματολάτρας. Η επιστολή εδημοσιεύθη εις το συντηρητικόν περιοδικόν «Istoriceskij Vestnik», τ. 10 (1916), σ. 164-167.

28. Πρβλ. και I. Smolitsch, Le Mont-Athos et la Russie, ε.α., σ. 310.Εξ άλλου πολλάς πληροφορίας περί του βιογραφικού σχεδιαγράμματος του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic αρυόμεθα εξ ανεκδότου επιστολής του Ρώσου θεολόγου Β. Μπομπρίνσκι (εξ Αθηνών, υπό ημερομ. 17/30 Οκτωβρίου 1950) προς τον καθηγητήν μου, αρχιμανδρίτην Κυπριανόν Κερν, καθηγητήν της Πατρολογίας του Ορθοδόξου Ρωσικού Θεολογικού Ινστιτούτου Παρισίων. Δια την βιογραφίαν του Bulatovic βλ. καί A. Bulatovic, Svojskami Menelika II..., Sankt Peterburg 1900.

29. Ieroslhimonah Antonij (Bulatovic), 1. Apologija, ε.α., σ. 189. 2. Moja mislj vo Hriste• O dejätel’nosti (energii) Bozestva, Sankt Peterburg 1914, σ. 244. 3. Materialy k sporu o pocitanii Imeni Bozija, α' έκδ., Μόσχα 1913. 4. Vvedenie v socinenie Opravdanie very v nepovedimoe, nepostizaemoe, bozestvennoe Imja Gospoda Iisusa Hrista, Sankt Peterburg 1916, σ. 20. 5. Moja bor’ba s imjaborcami na Svjatoj Gore, «Istoriceskij Vestnik», τ. 3 (1916), σ. 648-682 και τ. 10 (1916), σ. 133-169, και ανάτυπον Sankt Peterburg 1917, 6. Opravdanie very, ε.α., σ. 228. 7. Istorija Afonskoj smuty, α' εκδ., Petrograd 1917 καί 8. Afonskij razgrom, α.ε., σ. 10.

Εκ των αναφερθέντων έργων καλόν θα ήτο να εγνώριζεν ο αναγνώστης τα περιεχόμενα της «Απολογίας» του ιερομονάχου Αντωνίου Bulatovic. Ο πλήρης τίτλος του έργου έχει ως εξής: Apologija Very vo Imja Bozija i vo Imja Iisus, εκδ. «Θρησκευτικής και Φιλοσοφικής βιβλιοθήκης» (της «Θρησκευτικής και Φιλοσοφικής Εταιρείας), Μόσχα 1913, σχ. 8ον, σ. 189:

σ. 1-20, 1) Γενικαί αρχαί των Ονοματομάχων, δηλ. των αντιφρονούντων προς τους Ονοματολάτρας.

σ. 21-41, 2) Βιβλικαί και Πατριστικαί μαρτυρίαι, ότι το όνομα του Θεού είναι Αυτός ο Θεός.

σ. 42-47, 3) Το όνομα του Θεού είναι αυτή αύτη η θεία δύναμις και όχι η δύναμις διά μέσου του ονόματος.

σ. 48-74, 4) Πάσα προσευχή τελείται εις το όνομα του Θεού.

σ. 75-82, 5) Η ομολογία του ονόματος του Ιησού εις την «Προσευχήν του Ιησού» είναι Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός.

σ. 83-99, 6) Περί της σημασίας και της θείας αξίας του ονόματος «Ιησού».

σ. 100-115, 7) Το όνομα «Ιησούς» είναι όνομα ενέχον θείαν υπόστασιν και όνομα υπεράνω παντός ονόματος.

σ. 116-120, 8) Ανάλυσις του Ακαθίστου και του Παρακλητικού Κανόνος προς τον Γλυκύτατον Ιησούν.

σ. 121-136, 9) Μαρτυρίαι εκ του Ψαλτηρίου περί του ονόματος του Θεού.

σ. 137-152, 10) Μαρτυρίαι εκ της Βίβλου περί του ονόματος του Θεού.

σ. 153-171,11) Η σημασία των φράσεων «Το όνομα του Θεού» και «Αυτός ο Θεός», συνδυαζόμεναι εις τας Ακολουθίας.

σ. 172-186, 12) Η Θεία Λειτουργία είναι προσκύνησις του Θεού διά του ονόματος του Ιησού.

σ. 187-189, 13) Συμπεράσματα: Δίδομεν ενταύθα περίληψιν των συμπερασμάτων του βιβλίου, ένθα ο συγγραφεύς γράφει: «Ομολογώ, ότι: 1. Το όνομα του Θεού και το όνομα του Ιησού είναι Αυτός ο Θεός. 2. Το όνομα του Ιησού είναι υποστατικόν της θεότητος, δηλ. έχει σχέσιν με την θείαν και ανθρωπίνην φύσιν του Κυρίου. 3. Το όνομα «Ιησούς» ενέχει θείαν δύναμιν και είναι αχώριστον του Αγίου Πνευμάτος. 4. Πάντα τα ονόματα του Θεού ενέχουν θείαν δύναμιν, αλλά το όνομα «Ιησούς» πρέπει να χρησιμοποιήται περισσότερον δια την σωτηρίαν μας». Τέλος, διά την ιστορίαν του βιβλίου σημειούμεν, ότι η εκδούσα το έργον του ιερομονάχου Αντωνίου Μπουλάτοβιτς, «Θρησκευτική και Φιλοσοφική Εταιρεία» αναγνωρίζει, ότι το βιβλίον «έχει μερικάς εσωτερικάς ατελείας» (Πρβλ. Apologija, ε.α., σ. XI).

30. Βλ. αποσπάσματα της επιστολής «Εκκλησιαστικός Φάρος», τ. 11 (1913) σ. 363-364.

31. Βλ. ρωσικόν κείμενον èv S. V. T r ο i c k i j, Ob Imenah Boziih i imjaboznikah, Sankt Peterburg 1914, σ. IV (παραρτήματος).

32. Βλ. ελληνικόν κείμενον εις το περιοδικόν «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τ. 33 (1913), σ. 124.

33. Ιερομονάχου Αντωνίου (Bulatovic), Opravdanie very, ε.α., σ. 208.

34. «Le développement de la nouvelle doctrine atteignit également des moines grecs, et inquiéta beaucoup la «Koinotis» de la Sainte Montagne»[ Η ανάπτυξη του νέου δόγματος έφτασε και στους Έλληνες μοναχούς και ανησύχησε πολύ την «Κοινότητα» του Αγίου Όρους»]. (I. Smolitsch, Le Mont-Athos et la Russie, ε.α., σ. 311).

35. Δεν αποκλείεται, βεβαίως, το γεγονός να απησχόλησε Έλληνας μοναχούς, άλλα τούτο είναι δυνατόν να παρουσιασθή μόνον μετά την δημοσίευσιν αγνώστων τυχόν μέχρι σήμερον εγγράφων. Αντιθέτως, οι Ρωμαιοκαθολικοί κύκλοι της εποχής αναφέρουν χαρακτηριστικώς, ότι: «Pas un instant les Grecs n’ont été attirés par ces rêveries de cerveaux slaves» [Ούτε μια στιγμή δεν έλκονταν οι Έλληνες από αυτές τις ονειροπολήσεις των σλαβικών εγκεφάλων], εv «Échos d’Orient», 1913, σ. 455. Τέλος, ο Π. Κομνηνός, Η εν Αγίω Όρει θρησκευτική έρις, «Εκκλησιαστικός Φάρος», τ. 11 (1913) σ. 372, γράφει: «Απόπειρα προς προσέλκυσιν και ημετέρων, δι’ ην και φυλλάδιον υπό τον τίτλον: «Η δόξα του Θεού είναι ο Ιησούς» εξεδόθη, υπό του ιερομονάχου Αντωνίου (Bulatovic), φαίνεται εντελώς αποτυχούσα». Το έργον τού Bulatovic εξεδόθη εν Θεσσαλονίκη το έτος 1913.

36. S. V. Trοickij, Ob Imenah Boziih i imjaboznikah, ε.α., σ. 173-174.

37. Το κείμενον έδημοσιεύθη εις το περιοδικόν «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τ.33 (1913), σ. 145-146.

38. «Manu militari» αναφέρει το ρωμαιοκαθολικόν περιοδικόν «Échos d’Orient», 1913, σ. 265.

39. Θα πρέπει να συνέβησαν τραγικά γεγονότα εις την Σκήτην του Αγίου Ανδρέου. Αλλ’ ας ίδωμεν τί υποστηρίζουν αι δύο αντιμαχόμεναι ομάδες: Οι Ονοματολάτραι, κατά τους αντιπάλους των, εκδιώκουν την 10ην Ιανουαρίου 1913 (την 12ην κατά το μνημ. έργον: Pravda ο sobytiay..., σ. 7) τον ηγούμενον (sic) της Σκήτης του Αγίου Ανδρέου με τους μη Ονοματολάτρας μοναχούς. Την δε 21ην-23ην (κατά το μνημ. εργον: Pravda ο sobytiah..., σ. 7) οι Ονοματολάτραι είχον σύνοδον και εξεδίωξαν τον ηγούμενον της αυτής Σκήτης. Την 27ην Ιανουαρίου 1913 εκδιώκουν τούς πλέον φανατικούς εκ των αντιπάλων των εκ της Μονής Αγίου Παντελεήμονος (Πρβλ. και Opredelenie Svjatejsago Synoda ot 27 Avgusta 1913 goda za no 7.644...,παρά S. V. Troickij, Ob ImenahBoziih i imjaboznikah, ε.α., σ. (παραρτήματος) XVIII). Την 19ην Μαρτίου 1913 οι Ονοματολάτραι φροντίζουν να ελαττώσουν την δικαιοδοσίαν του καθηγουμένου της Μονής Αγίου Παντελεήμονος (Pravda ο sobytiah..., έ.ά., σ. 8). Την 29ην Απριλίου 1913 κατέστρεψαν την τηλεφωνικήν επικοινωνίαν, η οποία συνέδεε την Μονήν Αγίου Παντελεήμονος με τας Καρυάς δια της Δάφνης και η επιθυμία των όπως λάβουν την διεύθυνσιν της Μονής Αγίου Παντελεήμονος και μάλιστα την οικονομικήν  διαχείρισιν τής Μονής δεν έπραγματοποιήθη, διότι η διεύθυνσις της Μονής εζήτησε βοήθειαν, προς αποκατάστασιν της τάξεως, εκ «μικρού αγήματος ελληνικού στρατού, ευρισκομένου εις τας Καρυάς» (Pravda ο sobytiah, ε.α., σ. 8). Τέλος, κατορθώνουν να ιδρύσουν, την 1ην Μαΐου 1913 εις την Σκήτην του Άγιου Ανδρέου, την αδελφότητα του «Αρχαγγέλου Μιχαήλ» (Pravda ο sobytiah, ε.α., σ. 9). Αργότερον η αδελφότης θα προβή εις πολλάς εκδόσεις φυλλαδίων υπέρ των Ονοματολατών. Ιδού τώρα πως δικαιολογούνται οι Ονοματολάτραι: Εις την Σκήτην του Άγιου Ανδρέου, γράφει ο ιερομόναχος Αντώνιος Bulatovic, έλαβε χώραν εκλογή ηγουμένου, τοιούτος δ’ εξελέγη ο (Ονοματολάτρης) αρχιμανδρίτης Δαυίδ, δια ψήφων 306, αντί του (αντι-Ονοματολάτρου) αρχιμανδρίτου Ιερωνύμου, όστις έλαβε μόνον 70. Συμβαίνει όμως να είναι, μέχρι των εκλογών, ηγούμενος ό αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος ο οποίος δεν παρέδιδε την ηγουμενίαν εις τούς Ονοματολάτρας. Οι 70 αντι-Ονοματολάτραι, κατά τον Bulatovic πάντοτε, μη παραδίδοντες τα σκήπτρα της διοικήσεως της Σκήτης εις τους 306, επετέθησαν πρώτοι κατά των Ονοματολατρών και δια γρόνθων τούς εκτύπησαν μάλιστα και ο ίδιος ο ιερομόναχος ο Αντώνιος Bulatovic δεν κατώρθωσε να αποφύγη τους γρόνθους. Πρβλ. ίερομονάχου Αντωνίου (Bulatovic), Opravdanie very, ε.α., σ. 210. Σημειωτέον, ότι ουδεμίαν δικαιολογίαν συνηντήσαμεν εκ μέρους των Ονοματολατρών δια τα γεγονότα της Μονής Αγίου Παντελεήμονος.

40. I. Smolitsch, Le Mont-Athos et la Russie, ε.α., σ. 310.

41. Βλ. Το πλήρες κείμενον της αποφάσεως του συλλόγου τον καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης: «Γνωμοδότησις του συλλόγου των θεολόγων καθηγητών περί της εσχάτως εμφανισθείσης εν Αγίω Όρει παρά τοις Ρώσσοις μοναχοίς καινοφανούς διδασκαλίας περί της θεότητος του ονόματος «Ιησούς», κατ’ εντολήν της άγιας και ιεράς Συνόδου», «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τ. 33 (1913), σ. 123-125.

42. Πάντες οι καταδικάσαντες τας θέσεις των Ονοματολατρών καθηγηταί της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, μετεξεπαιδεύθησαν εις την γερμανόφωνον Κεντρικήν καί Δυτικήν Ευρώπην και κατ’ ακολουθίαν εγνώριζον λίαν καλώς, ίνα μη γράψωμεν αποκλειστικώς, τας θεολογικάς και φιλοσοφικάς τάσεις της γερμανοφώνου νοοτροπίας περί τα τέλη του 19ου αιώνος:

α) Ο μητροπολίτης Σελεύκειας Γερμανός Στρηνόπουλος (1872-1951) είναι ο γνωστός θεολόγος της Οικουμενικής Κινήσεως και αργότερον μητροπολίτης Θυατείρων. Το 1903 ανηγορεύθη διδάκτωρ της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Λειψίας με θέμα: «Αι φιλοσοφικαί θεωρίαι του Ιππολύτου». Πρβλ. Β. Θ. Σταυρίδου, Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης (1844-1923), τόμος Α', Αθήναι 1970, σ. 64-72, ένθα και η σχετική βιβλιογραφία.

β) Ο αρχιμανδρίτης Ιωάννης Εύστρατίου (1860-1922) υπήρξεν εθνομάρτυς, σφαγείς υπό των Τούρκων το Έτος 1922. Το 1885 ανηγορεύθη διδάκτωρ της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Ιένης με θέμα «Σεβήρος ο μονοφυσίτης, πατριάρχης Αντιόχειας και η από του Ενωτικού του Ζήνωνος μέχρι της επί Μηνά Συνόδου (482-531) σχέσις του Μονοφυσιτισμού προς την Ορθοδοξίαν», η οποία διατριβή εξεδόθη το 1894 εν Λειψία. Πρβλ. και Α. Γ. Τσερνόγλου, Εύστρατίου Ιωάννης, Θ.Η.Ε., τ. 5 (1964), σ. 1.102-1.103 και Β. Θ. Σταυριδου, ε.α., σ. 117-118, ένθα και η σχετική βιβλιογραφία.

γ) Ο αρχιμανδρίτης Δημήτριος Γεωργιάδης απεφοίτησεν εκ της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης το έτος 1893. Μετεξεπαιδεύθη εις τον πρακτικόν κλάδον της Θεολογίας εις την Ελβετίαν. Από του έτους 1899 εδίδαξεν εις την Θεολογικήν Σχολήν Κανονικόν Δίκαιον, Ομιλητικήν και γαλλικήν γλώσσαν. Πρβλ. Β. Θ. Σταυριδου, ε.α., σ. 129-130, ένθα και η σχετική βιβλιογραφία.

δ) Ο διάκονος Βασίλειος Στεφανίδης (1878-1958) είναι ο μετέπειτα αρχιμανδρίτης και καθηγητής της Γενικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από του έτους 1908 έως του 1912 μετεξεπαιδεύθη εις την Γερμανίαν. Υπήρξε κατ’ εξοχήν μαθητής των Η. Lietzmann και Α. von Harnak. Tο 1912 ανεκηρύχθη διδάκτωρ της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Χαιδελβέργης με την διατριβήν: «Platon’s Politicos zu seiner Politela und dem Nomoi». Ουδεμίαν σχέσιν είχεν με την μυστικήν θεολογίαν, μάλλον δε την εμέμφετο. Πρβλ. π.χ. τας κρίσεις του περί της θεολογίας του Συμεών του Νέου Θεολόγου. «Επί του Θεού πολλάκις μετεχειρίζετο ερωτικάς εκφράσεις. Όπως όλοι οι μυστικοί, ούτω και ο Συμεών εφρόνει, ότι την μέλλουσαν μακαριότητα δύναται τις να προαπολαύση εν τη παρούση ζωή... Ταύτην (την ένωσιν μετά του Θεού) εθεώρει (ο Συμεών) ευκολωτέραν, ένεκα της ενανθρωπήσεως του Χριστού, εφρόνει μάλιστα, ότι σκοπός της ενανθρωπήσεως του Χριστού ήτο ο μυστικισμός... Διά τον μυστικισμόν ήρμοζε βεβαίως ο μονοφυσιτισμός, ο οποιος εδίδασκε την θέωσιν της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. Δια τούτο τα μυστικά συγγράμματα Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, γραφέντα τέλη της πέμπτης έκατονταετηρίδος, είναι μονοφυσιτικά, οι δε μοναχοί, οι ρέποντες προς τον μυστικισμόν, έρρεπον την πέμπτην εκατονταετηρίδα και εις τον μονοφυσιτισμόν δύναται τις, μάλιστα, να ειπή, ότι ο μυστικισμός εγέννησε τον μονοφυσιτισμόν... ». (Β. Κ. Στεφάνιδου, Εκκλησιαστική Ιστορία απ’ αρχής μέχρι σήμερον, α' εκδ., Αθήναι 1948, σ. 430-431). Εις την δευτέραν έκδοσιν της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του, Αθήναι 1959 [ME TA MATIA TOY ΛΟΥΘΗΡΟΥ ΒΕΒΑΙΩΣ], είναι ηπιώτερος εις τας κρίσεις του ως προς την μυστικήν θεολογίαν. Περί της δευτέρας ταύτης εκδόσεως του έργου του, αναφέρει ο ίδιος εις τον ειδικόν πρόλογον: «...συνεπληρώθη και διωρθώθη παρ’ εμού, ίνα ανταποκριθή εις τας νέας επιστημονικάς ανάγκας». Πρβλ. και Β. Θ. Σταυρίδου, ε. α., σ. 130-136, ένθα και σχετική βιβλιογραφία.

[ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΟΥΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΙΟΤΙ ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΕΦΤΑΣΑΝ ΝΑ ΑΠΟΡΡΙΨΟΥΝ ΤΟΥΣ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΑΝ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΟΡΘΩΣΑΝ ΝΑ ΠΑΡΑΔΟΣΟΥΝ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ  Ή ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΗΘΟΥΣ ΤΗΣ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.
ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ, Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΔΙΝΟΝΤΑΝ ΣΕ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΑΣΚΗΤΙΚΗΣ ΠΕΙΡΑΣ ΚΑΙ ΥΠΑΚΟΗΣ, ΣΕ ΕΝΑΡΕΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΥΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΕΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ, ΚΑΘΟΤΙ Η ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ, ΤΟ ΟΣΤΙΣ ΘΕΛΕΙ, ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΣΥΝ-ΕΝΕΡΓΕΙΑ, Η ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ].

ε) Ο Βασίλειος Αντωνιάδης είναι ο γνωστός καθηγητής της Φιλοσοφίας και της Ερμηνευτικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Μετεξεπαιδεύθη εις την Γερμανίαν ένθα το 1890 ανεκηρύχθη διδάκτωρ της φιλοσοφίας εις την Λειψίαν. Πρβλ. και Ν. Μητσοπούλου, Αντωνιάδης Βασίλειος, Θ.Η.Ε., τ. 2 (1963), σ. 955-956.

στ) Ο Παντολέων Κομνηνός (1867-1923) είναι ο μόνος ο οποίος δεν μετεξεπαιδεύθη εις την Δυτικήν Ευρώπην, άλλα εις την Πετρούπολιν της Ρωσίας περί τα τέλη του 19ου αιώνος. Εγνώριζε την ρωσικήν γλώσσαν και την εδίδαξεν εις την Θεολογικήν Σχολήν της Χάλκης. Ήτο ο μόνος ο όποιος ηδύνατο να μελετήση τα συγγράμματα των Ονοματολατρών (Πρβλ. και Β. Θ. Σταυριδου, ε.α., σ. 121). Άλλωστε, έγραψε και άρθρον δια τα εν Άθω διαδραμματισθέντα γεγονότα το 1913. (Π. Κομνηνού, μνημ. εργον). Πρβλ. και Β. Θ. Σταυρίδου, ε.α., σ. 118-128, ένθα και η σχετική βιβλιογραφία.

43. Βλ. Το πλήρες κείμενον του πατριαρχικού γράμματος «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τ. 33 (1913), σ. 146.

44. Pravda ο sobytiah, ε.α., σ. 9.


Κυριακή Ζʼ Ματθαίου: Η θεραπεία των δύο τυφλών (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

(Ματθ. θ’ 27-35)

Ο πρωτόπλαστος άνθρωπος ζούσε όπως οι άγγε­λοι, με τη θεωρία τού Θεού. Μετά την πτώση, οι απόγονοί του ζούσαν με την πίστη στο Θεό. Εκείνοι που δε θεωρούσαν το Θεό κι η πίστη τους είχε εκλείψει, δεν μπορούσαν να συναριθμηθούν με τους ζωντανούς, αφού δεν είχαν επαφή με τη Ζωή. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσαν να ζουν; Η λίμνη που είναι ανοιχτή στο στερέωμα, δέχεται το νερό από ψηλά. Γεμίζει με νερό και δεν ξεραίνεται. Μια άλλη λίμνη, που δεν είναι ανοιχτή στο στερέωμα, δέχεται το νερό από τη γη, από τις πηγές των βουνών. Γεμίζει κι αυτή και δεν ξεραίνεται. Μια τρίτη λίμνη όμως, που δεν είναι ανοιχτή στο στερέωμα, ούτε και δέχεται νερό από κάποιο υπόγειο ρεύμα, δεν μπορεί παρά κάποια στιγμή ν’ αδειάσει και να ξεραθεί.
Όταν μια λίμνη δεν έχει νερό, μπορεί πια να λέ­γεται λίμνη; Όχι. Μάλλον είναι ένας στεγνός κρατή­ρας. Μπορεί ένας άνθρωπος χωρίς Θεό να ονομάζεται άνθρωπος; Όχι. Μάλλον είναι ένας στεγνός, ένας άδει­ος τάφος. Όπως το νερό είναι το κύριο συστατικό της λίμνης, έτσι είναι κι ο Θεός για τον άνθρωπο. Λίμνη χωρίς νερό δεν είναι λίμνη· άνθρωπος χωρίς Θεό δε λέγεται άνθρωπος. Πώς μπορεί νά ‘χει ένας άνθρωπος το Θεό μέσα του, αν του έχει κλείσει την είσοδο απ’ όλες τις πλευρές, όπως μια αποξηραμένη λίμνη ή ένας κλειστός τάφος χωρίς φως;
Ο Θεός δεν είναι σαν μια πέτρα που πέφτει μέσα στον άνθρωπο και παραμένει εκεί χωρίς τη θέληση του ανθρώπου. Ο Θεός είναι δύναμη, πιο ισχυρή και πιο καθαρή από το φως και τον αέρα. Είναι δύναμη που γεμίζει τον άνθρωπο ή τον εγκαταλείπει αν εκείνος με την ελεύθερη θέλησή του την απορρίψει. Κι αυτό επειδή ο Θεός είναι άπειρα αγαθός. Έτσι, από τη μια μέρα στην άλλη ο άνθρωπος μπορεί να μην είναι το ίδιο γεμάτος από το Θεό. Κι αυτό εξαρτάται κυρίως από το πόσο ανοιχτός είναι ο άνθρωπος στο Θεό. Αν η ψυχή του ανθρώπου ήταν εντελώς ανοιχτή μόνο προς το Θεό, που σημαίνει πως ταυτόχρονα θα ήταν κλειστή για τον κόσμο, τότε θα ξαναγύριζε στην πρώτη του αγαλλίαση της θεωρίας τού Θεού. Αλλ’ αυτό είναι πολύ δύσκολο στο θνητό περιβάλλον όπου ζει η ψυχή τού ανθρώπου. Μόνο ένα άνοιγμα υπάρχει απ’ όπου ο άνθρωπος μπορεί νά ‘ρθει σ’ επαφή με το Θεό, την πηγή της ζωής. Και το άνοιγμα αυτό είναι η πίστη.
Πίστη σημαίνει πρώτα τη μνήμη της χαμένης θεωρί­ας τού Θεού. Η μνήμη αυτή παραμένει χαραγμένη στη συνείδηση και το νου. Δεύτερο, σημαίνει την αποδοχή εκείνου που ο Θεός αποκάλυψε με τους προφήτες και τους αγίους, που αξιώθηκαν να δουν την αλήθεια. Τρίτο και σπουδαιότερο σημαίνει την ομολογία τού Κυρίου Ιησού Χριστού ως Υιού τού Θεού, ως ορατής εικόνας τού αοράτου Θεού (βλ. Β’ Κορ. δ’ 4). Η τρίτη αυτή σημασία είναι αρκετή από μόνη της. Περιέχει και εκπληρώνει με τελειότητα τις άλλες δύο. Αυτή είναι η πίστη που ζωοποιεί και σώζει. Είναι το μεγαλύτερο άνοιγμα από το οποίο ο Θεός έρχεται στον άνθρωπο, κατά το μέτρο της επιθυμίας και της θέλησής του.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Κύριος ρωτούσε συχνά τους αρρώστους και τους πάσχοντες: «Πιστεύεις;» «Πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι;» Ανοίγετε την πόρτα για να μπω μέσα; Η πίστη τού ανθρώπου δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά το άνοιγμα της πόρτας τής ψυχής του, για ν’ αφήσει το Θεό να μπει μέσα του. «Θεέ μου, άδειασέ με από τον εαυτό μου και κατοίκησε Εσύ μέσα μου!» Τα λόγια αυτά εκφράζουν την ουσία της πίστης.
Το σημερινό ευαγγέλιο περιγράφει ένα περιστατι­κό από τα πολλά, που ο Θεός χτυπάει την πόρτα της ψυχής τού ανθρώπου κι ο άνθρωπος την ανοίγει κι αφήνει τον Κύριο να περάσει. Ο Θεός θαυματουργεί σε οτιδήποτε κάνει. Όπου κι αν βρίσκεται, θαυματουργεί. Μπροστά Του όλοι οι νόμοι, φυσικοί και ανθρώπινοι, αποσύρονται όπως τα σύννεφα μπροστά στον ήλιο. Μόνο η δύναμή Του παραμένει, η σοφία κι η αγάπη Του – και τότε όλα είναι υπέροχα, γλυκύτατα και πανένδοξα.
Μέσα στο σκότος όπου ζούσαν οι ειδωλολάτρες Γαδαρηνοί, ο Κύριος δε βρήκε πίστη στους ανθρώ­πους, ακόμα και μετά το μεγάλο θαύμα που έκανε θεραπεύοντας τους δυο δαιμονιζόμενους. Μετά όμως ακολούθησαν διάφορα περιστατικά, το ένα μετά το άλλο, όπου η αγάπη τού Χριστού συνάντησε τη μεγά­λη πίστη των ανθρώπων. Περιστατικά όπου ο Κύριος κρούει κι οι άνθρωποι ανοίγουν πρόθυμα την πόρτα της ψυχής τους και του δίνουν την ευκαιρία να θαυματουργήσει. Εκεί που συναντιέται η πίστη με την αγάπη, γεννιέται το θαύμα.
Η πίστη φάνηκε πρώτα στους ανθρώπους που κου­βάλησαν τον παραλυτικό και τον κατέβασαν μπροστά στο Χριστό από την οροφή τού σπιτιού. «Και ιδών Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ· θάρσει, τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου…εγερθείς άρον σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκον σου» (Ματθ. θ’ 2, 6). Δεν είναι γεμάτα αγάπη τα λόγια αυτά; «Και εγερθείς απήλθεν εις τον οίκον αυτού» (θ’ 9). Δεν είναι ένα θαύμα αυτό, που προέκυψε από πίστη κι αγάπη; Μετά απ’ αυτό έχουμε τη γυναίκα που υπόφερε δώ­δεκα χρόνια από αιμορραγία. Με μεγάλη πίστη άγγιξε απλά το ιμάτιό Του και είπε μέσα της: «Εάν μόνον άψωμαι του ιματίου αυτού, σωθήσομαι» (Ματθ. θ’ 21). Αυτή είναι πίστη. Κι ο Κύριος της είπε: «θάρσει, θύγατερ· η πίστις σου σέσωκέ σε» (Ματθ. θ’ 22). Λόγια αληθινής αγάπης! «και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης» (αυτόθι). Κι αυτό το θαύμα γεννήθηκε από πίστη κι αγάπη.
Έχουμε έπειτα τον Ιάειρο, που πήγε περίλυπος στον Ιησού και του είπε: «Η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν· αλλά ελθών επίθες την χείρά σου επ’ αυτήν και ζήσεται» (Ματθ. θ’ 18). Ακούμπησε μόνο τα χέ­ρια Σου πάνω της και θα ζήσει! Αυτή ήταν μια πίστη που δεν είχε τον παραμικρό δισταγμό, την παραμικρή αμφιβολία. Κι ο Κύριος πήγε, «εκράτησε της χειρός αυτής, και ηγέρθη το κοράσιον» (Ματθ. θ’ 25). Αυτή είναι αγάπη πραγματική ενός φίλου, ενός θεραπευτή. Την κράτησε από το χέρι κι αυτή αναστήθηκε. Ήταν κι αυτό ένα θαύμα που προήλθε από πίστη κι αγάπη.
Μετά από τα θαυμαστά αυτά περιστατικά, όπου συναντιούνται η πίστη τού ανθρώπου με την αγάπη του Θεού, το σημερινό ευαγγέλιο μας περιγράφει κι άλλο ένα παρόμοιο περιστατικό.
***
«Και παράγοντι εκείθεν τού Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες· ελέησον ημάς, υιέ Δαβίδ» (Ματθ. θ’ 27). Από πού ερχόταν ο Ιησούς; Από το σπίτι τού Ιάειρου, όπου είχε αναστή­σει το νεκρό κορίτσι. Οι δυο τυφλοί άκουσαν πως ο Κύριος περνούσε από κει και τον ακολούθησαν κραυ­γάζοντας και ζητώντας την ευσπλαχνία Του. Με τον ίδιο τρόπο είχε ζητήσει το έλεός Του ο τυφλός στην Ιεριχώ. Καθόταν στην άκρη τού δρόμου και ζητιάνευε «και ακούσας ότι Ιησούς ο Ναζωραίος εστιν, ήρξατο κράζειν και λέγειν· υιέ Δαβίδ Ιησού, ελέησόν με» (Μάρκ. ι’ 47). Το ίδιο έκαναν κι οι δυο τυφλοί. Ακουσαν από εκείνους που τους οδηγούσαν πως περ­νούσε από κει ο θαυματουργός Ιησούς, ξέχασαν την επαιτεία τους καθώς και οτιδήποτε άλλο κι άρχισαν αμέσως να τον ακολουθούν και να φωνάζουν. Ήταν κι αυτοί τέκνα τού Αβραάμ, του φίλου τού Θεού, που αξιώθηκε κάποτε να δει τον ίδιο το Θεό. Οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι όμως δεν είχαν μάτια για να δουν τη δημιουργία τού Θεού.
Γιατί οι τυφλοί αποκαλούσαν τον Ιησού, «Υιό του Δαβίδ»; Επειδή στο Ισραήλ ο τίτλος αυτός ήταν ο πιο τιμητικός απ’ όλους. Ο βασιλιάς Δαβίδ αποτελούσε το πρότυπο για όλους τούς βασιλιάδες τού Ισραήλ. Κι όπως κάθε δίκαιος άνθρωπος ονομαζόταν «τέκνο τού Αβραάμ», έτσι και κάθε δίκαιος ηγέτης ονομαζόταν «υιός τού Δαβίδ». Ο Χριστός είχε αληθινή εξουσία και δύναμη, που έβγαινε από Εκείνον φυσικά, όπως η ανάσα. Το ότι οι Ισραηλίτες συνήθιζαν ν’ αποκα­λούν τους μακρινούς απογόνους τού Δαβίδ «τέκνα τού Δαβίδ», φαίνεται καθαρά σε πολλά σημεία της Αγίας Γραφής. Είναι πιθανό επίσης οι δυο τυφλοί να σκέ­φτονταν πως ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας και γι’ αυτό τον ονόμαζαν Υιό Δαβίδ. Όλος ο λαός περίμενε το Μεσσία από το Θεό και πίστευαν όλοι πως θα προερχόταν από τον οίκο Δαβίδ. «Και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού» (Λουκ. Α΄ 32), αποκάλυψε ο αρχάγγελος Γα­βριήλ στην Παναγία Μητέρα τού Θεού. Ο αρχάγγελος χρησιμοποίησε την κοινή γλώσσα τού λαού, γι’ αυτό και ονόμασε το Δαβίδ πατέρα τού Ιησού, μ’ όλο που λίγο νωρίτερα τον είχε ονομάσει Υιό του Υψίστου, δηλαδή Υιό τού Θεού.
[Ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει στο Λόγο 56: «Όποιος προσεύχεται σαρκικά και δεν έχει πνευματική αίσθηση, είναι σαν τον τυφλό που κράζει: “Υιέ Δαβίδ, ελέησόν με!” Ένας άλλος τυφλός όμως, με το που έλαβε το φως του και είδε τον Κύριο, δεν τον ονόμασε Υιό Δαβίδ, αλλά Υιό τού Θεού (βλ. Ιωάν. θ’ 35, 38)].
Δεν είναι κι αυτή μια φοβερή κατηγορία ενάντια στους σκοτισμένους Φαρισαίους και τους γραμματείς, που ονόμαζαν το Χριστό βλάσφημο κι αμαρτωλό; Προ­σέξτε πώς τους ντροπιάζει ο Κύριος με κείνους που οι ίδιοι υποτιμούσαν και τους λογάριαζαν κατώτερούς τους. Κι εννοώ τους ειδωλολάτρες και τους τυφλούς, ακόμα και τους δαίμονες! Ενώ οι ίδιοι, τυφλωμένοι από τη ματαιότητα, δεν μπορούσαν να δουν το Χρι­στό παρά μόνο ως ένα βλάσφημο κι αμαρτωλό, ο ειδωλολάτρης εκατόνταρχος απέδωσε τη δύναμή Του στη θεότητά Του (βλ. Ματθ. η’ 5-13)· οι δαίμονες στα Γάδαρα τον ονόμασαν Υιό τού Θεού (Ματθ. η’ 29) κι οι τυφλοί τον είδαν με το πνεύμα τους ως Υιό τού Δαβίδ (Ματθ. θ’ 27). Οι ειδωλολάτρες είδαν στην πα­ρουσία τού Χριστού τον ίδιο το Θεό, ενώ οι «σοφοί» άρχοντες του Ιουδαϊκού λαού ήταν ανίκανοι να τον αναγνωρίσουν. Οι τυφλοί άνθρωποι είδαν ό,τι δεν μπόρεσαν να δουν οι Φαρισαίοι, οι γραμματείς κι οι άρχοντες του λαού.
Οι τυφλοί ακολουθούσαν το Χριστό και κραύγαζαν, Εκείνος όμως δε γύρισε να τους δει. Γιατί; Πρώτο, για ν’ αυξήσει τη δίψα τους για το Θεό και την πίστη τους σ’ Εκείνον. Δεύτερο, για ν’ ακούσουν πολλοί τις κραυγές τους και να πέσουν κι οι ίδιοι σε περισυλλογή, να δοκιμαστεί η πίστη τους. Τρίτο για να δείξει την ταπείνωσή Του. Ήθελε μ’ αυτόν τον τρόπο ν’ αποφύ­γει τη δόξα των ανθρώπων. Αν έκανε το θαύμα στη μέση του δρόμου, μπροστά στο πλήθος, όλοι θα τον εγκωμίαζαν. Γι’ αυτό και προτίμησε να τους θεραπεύ­σει μέσα σε σπίτι, μπροστά σε μια χούφτα μάρτυρες. Τι σοφία, πόση ταπείνωση! Ήξερε πολύ καλά πως «ου γαρ έστι κρυπτόν ο εάν μη φανερωθή» (Μάρκ. δ’ 22). Όσο πιο καλά κρύβεται το καλό έργο, τόσο ευκολότερα θ’ αποκαλυφθεί.
«Ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί, και λέγει αυτοίς ο Ιησούς· πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; λέγουσιν αυτώ· ναι, Κύριε» (Ματθ. θ’ 28). Η πίστη των τυφλών αυτών ήταν τόσο μεγάλη, που τους έκανε να τρέξουν ξοπίσω Του. Δε δείλιασαν επειδή δε γύρισε να τους κοιτάξει στο δρόμο και δεν ανταποκρίθηκε στις απεγνωσμένες κραυγές τους. Η πίστη τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε τον ανα­ζήτησαν ακόμα και στο σπίτι που επισκέφτηκε. Μ’ όλο που το σπίτι αυτό ήταν ξένο κι άγνωστο, εκείνοι τόλμησαν να μπουν μέσα. Θα σκέφτηκαν: «Αυτή είναι η στιγμή της θεραπείας μας. Ή τώρα ή ποτέ!» Το ένιωθαν πως δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος σ’ ολόκληρο τον κόσμο έκτος από το Χριστό που θα μπορούσε ν’ ανοίξει τα μάτια τους και να τους δώσει την όραση.
Πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; τους ρώ­τησε ο Κύριος. Γιατί τους ρώτησε αφού γνώριζε και είδε την πίστη τους; Εκείνος βλέπει όλα τα μυστήρια, διαβάζει όλες τις καρδιές. Τους ρώτησε για να τους κάνει να δημοσιοποιήσουν την πίστη τους, τόσο για δική τους χάρη όσο και για κείνους που ήταν μπρο­στά. Η δημόσια ομολογία βεβαιώνει την πίστη, τόσο σ’ αυτούς που ομολογούν όσο και σ’ εκείνους που ακούν την ομολογία τους.
Ναι, Κύριε, απάντησαν οι τυφλοί. Χαρούμενοι που τους μίλησε ο Χριστός, φανέρωσαν με ακόμα μεγα­λύτερη δύναμη την πίστη τους σ’ Εκείνον και στην εξουσία Του. Ναι, Κύριε. Δεν τον ονόμασαν πάλι «υιό Δαβίδ». Τους φάνηκε κάπως μικρός κι εφήμερος ο τίτλος αυτός. Γι’ αυτό τον ονόμασαν Κύριο. Αυτή ήταν η ομολογία της πίστης τους. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος, ο Θεάνθρωπος και Σωτήρας. Κι αυτό είναι αρκετό, «πας γαρ ος εάν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται» (Ρωμ. ι’ 13).
Η πίστη λοιπόν βρισκόταν στην καρδιά και τα χείλη τους. Τώρα έπρεπε να βαδίσει η αγάπη για να συνα­ντήσει την πίστη και τότε θα γινόταν το θαύμα. Και τώρα η αγάπη, που ουδέποτε εκπίπτει, σπεύδει για να συναντηθεί με την πίστη. «Τότε ήψατο των οφθαλμών αυτών λέγων κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν και ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί» (Ματθ. θ’ 29, 30). Ήταν σα νά ‘βαζαν μια λάμπα δίπλα σ’ ένα νε­κρό άνθρωπο! Ο πάναγνος Κύριος δε μολύνθηκε από το ακάθαρτο σώμα της ανθρωπότητας και την ακόμα πιο ακάθαρτη ανθρώπινη ψυχή.
«Πάντα μεν καθαρά τοις καθαροίς», μας λέει ο απόστολος Παύλος (Τίτ. α’ 15). Ο Χριστός άπλωσε τα χέρια Του και άγγιξε τα σκοτεινά βαθουλώματα, τα κλειστά παράθυρα, τα σβησμένα μάτια τού τυφλού και τα μάτια άνοιξαν. Το παραπέτασμα σύρθηκε στο πλάι και το φως πλημμύρισε τη φυλακή. Κι η φυλακή τότε έγινε παλάτι ηλιόλουστο. Κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν. Η πίστη δεν καταισχύνεται. Γι’ αυτό και στους τυφλούς όλα έγιναν κατά την πίστη τους. Πόσο αλήθεια εκτιμά τα πλάσματά Του ο Κύριος, μ’ όλο που η πλάση ολόκληρη δεν είναι παρά καπνός και στάχτη κάτω από τα πόδια Του! Ζητώντας την πίστη, ζητά απλά τη συνεργασία τού ανθρώπου στο έργο της δημιουργίας Του. Όπως λέει ο ιερός Χρυ­σόστομος, θα μπορούσε να θεραπεύσει όλους τους αρρώστους της γης μ’ ένα Του λόγο. Τί θα κατόρθωνε έτσι όμως; Θά ‘βαζε όλους τους ανθρώπους στη σει­ρά μαζί με τα άλλα άλογα ζώα, που ούτε ελεύθερη επιλογή ούτε ελεύθερη βούληση έχουν, μα ούτε και ανώτερους σκοπούς. Θα υποβίβαζε τον άνθρωπο στο επίπεδο της σελήνης και των άστρων, κατά κάποιο τρόπο, που λάμπουν όπως έχουν οριστεί να κάνουν. Θα τους κατέβαζε στο επίπεδο των βράχων, που είναι ταγμένα να στέκονται ή να πέφτουν, ή στο επίπεδο του νερού των ποταμών, που ρέουν κατά πως είναι υποταγμένα στους φυσικούς νόμους.
Ο άνθρωπος είναι λογικό όν. Είναι ηθικά υπο­χρεωμένος να κάνει εκείνο που η άλογη κτίση κάνει ασυνείδητα, νά ‘ναι δηλαδή αφοσιωμένος στο Θεό και να τηρεί τις εντολές Του. Η φύση ολόκληρη λέει: «Ο Θεός διατάζει κι εγώ υπακούω, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς». «Ο Κύριος διατάζει κι εγώ είμαι ηθι­κά υποχρεωμένος να τον υπακούσω», λέει ο αληθινός άνθρωπος. Ο άνθρωπος έχει επιλογή όχι ανάμεσα σε δυο καλά, αλλά ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Αν επιλέξει το καλό θα είναι φίλος του Θεού και γιος της αιώνιας βασιλείας. Αν επιλέξει το κακό θ’ απο­μακρυνθεί από το Θεό και θα είναι σε χειρότερη θέση ακόμα κι από την άλογη κτίση. Αυτό είναι το θέλημα του Δημιουργού, ώστε ο άνθρωπος να διαλέξει σ’ αυτή τη ζωή ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Γι’ αυτό ζητά ο Κύριος την πίστη από τους ανθρώπους. Ώστε να συνεργαστούν μαζί Του για τη δική τους σωτηρία. Ο Θεός ζητά πολύ λίγα από τους ανθρώπους. Ζητά μόνο τη θέλησή τους, να τον ομολογήσουν ως Θεό παντο­δύναμο, να παραδεχτούν πως οι ίδιοι χωρίς Θεό δεν είναι τίποτα. Αυτή είναι πίστη. Μόνο την πίστη αυτή ζητά ο Κύριος από τους ανθρώπους για το δικό τους καλό, για τη δική τους σωτηρία.
«Και ενεβριμήσατο αυτοίς Ιησούς λέγων· οράτε μηδείς γινωσκέτω. οι δε εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη» (Ματθ. θ’ 30, 31). Γιατί ο Κύριος τους ζήτησε να μην πουν λέξη για το θαύμα αυτό; Πρώτο, επειδή δεν επιζητεί τη δόξα ή τον έπαινο των ανθρώπων. Η δόξα κι ο έπαινος των ανθρώπων δεν προσθέτουν ούτε ένα ιώτα στη δόξα Του. Δεύτερο, για να δείξει πως ό,τι κάνει, προέρχεται από συμπάθεια κι αγάπη για τον άνθρωπο, όπως κάνει η μάνα για το παιδί της. Όχι όπως κάνουν οι μάγοι κι οι ταχυδα­κτυλουργοί, οι υπηρέτες των δαιμόνων, που μέσα τους μισούν και περιφρονούν τους ανθρώπους κι ό,τι κάνουν, είναι για να εισπράξουν τη δόξα και τον έπαινό τους. Τρίτο, για να δώσει έτσι στους ανθρώπους το παρά­δειγμα πως κάθε καλό έργο πρέπει να το κάνουν για χάρη τού Θεού κι όχι για χάρη της ματαιότητας. «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου» (Ματθ. στ’ 3). Και τέταρτο, επειδή γνωρίζει πως το καλό δεν μπορεί να κρυφτεί και θέλει να το καταλάβουν κι οι άνθρωποι αυτό. Αυτό έπρεπε να ξεκαθαριστεί μια και καλή. Είτε τους άρεσε είτε όχι, οι τυφλοί θα διατυμπάνιζαν το θαύμα Του σ’ όλη την περιοχή τους. Κι αν ακόμα η γλώσσα τους δε μιλούσε, θα μιλούσαν τα μάτια τους. Αν ήθελαν να μείνουν σιωπηλοί, θα τους ανάγκαζε να μιλήσουν ξανά και ξανά η δύναμη του Θεού, που φέρνει όλα τα πράγματα στο φως. Ο Κύριος ήθελε να δείξει πως τα πράγματα αυτά γίνο­νται γνωστά ακόμα και χωρίς τη θέλησή μας, όσο κι αν προσπαθούμε να τα κρύψουμε. Φτάνει μόνο να μη ζητάμε να γίνονται γνωστά από προσωπική ματαιό­τητα, να μη γίνονται για τον έπαινο, ούτε για το δικό μας ούτε για το δικό Του. Το Θεό να δοξάζετε, αυτό έχει σημασία.
«Αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός» (Ματθ. θ’ 32, 33). Οι άνθρωποι που διψούν για υγεία, σοφία, καλοσύνη και ειρήνη τρέχουν στον Κύριο Ιησού, στη μοναδική πηγή κάθε καλού, όπως οι διψασμένοι ταξιδιώτες στην έρημο μόλις βρουν μια πηγή με νερό. Κι η πηγή αυτή είναι τόσο πλούσια, ώστε όποιος και νά ‘ρθει δε φεύγει διψασμένος. Με το που βγήκαν έξω οι τυφλοί που θε­ραπεύτηκαν, με ανοιχτά τα μάτια και χωρίς την ανάγκη οδηγού τώρα, οι άνθρωποι που φρόντιζαν έναν κουφό και δαιμονισμένο άνθρωπο, τον έφεραν μπροστά στο Χριστό. Κουφός και δαιμονισμένος! Ούτε το μυαλό για να σχηματίσει προτάσεις είχε, μα ούτε και τη γλώσσα. Ο Κύριος δεν τον ρώτησε αν πιστεύει. Πώς θα μπορούσε να πιστεύει κάποιος δαιμονισμένος; Πώς θα μπορούσε να ομολογήσει την πίστη του ένας βουβός;
Ο Χριστός είδε εδώ την πίστη εκείνων που τον φρό­ντιζαν, που τον έφεραν μπροστά Του. Είναι πιθανό ο Κύριος να μίλησε μαζί τους, όπως μίλησε και με τους τυφλούς. Ο ευαγγελιστής όμως δεν αναφέρει τίποτα, ίσως για ν’ αποφύγει την επανάληψη. Εκείνοι που αναζητούν τη σωτηρία τους, θα διδαχτούν αρκετά απ’ όσα είπε στους τυφλούς. Εκείνοι όμως που εμπαίζουν τον Κύριο και τους σωτήριους λόγους Του, οδηγούνται θεληματικά στην απώλεια. Αυτούς δεν μπορούν να τους σώσουν ούτε όλα τα λόγια που είπε κι όλα τα έργα που έκανε ο Κύριος σ’ όλη τη διάρκεια της επί­γειας ζωής Του, που αν είχαν όλα καταγραφεί, «ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βι­βλία», όπως λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης (κα’ 25). Αυτά που έχουν γραφεί όμως, είναι αρκετά για μας. Φτάνουν για να πιστέψουμε στον Υιό τού Θεού και να κερδίσουμε την αιώνια ζωή.
Ο ευαγγελιστής περιγράφει ολόκληρο το περιστατι­κό αυτό σε δυο μόνο προτάσεις. Σκεφτείτε όμως πόσο μεγάλο είναι το γεγονός αυτό. Να βγάλει το δαιμόνιο από το δαιμονισμένο, να ξεκλειδώσει τη γλώσσα του και να τον κάνει να μιλάει ήρεμα και συγκροτημένα. Αυτό το γεγονός είναι μεγαλύτερο κι από έναν πόλεμο, για τον οποίο γράφονται τόσα βιβλία. Έναν πόλεμο μπορεί να τον κάνει οποιοσδήποτε. Μόνο ο Θεός όμως μπορεί να βγάλει ένα δαιμόνιο από τον άνθρωπο και να δώσει την ομιλία σ’ έναν βουβό. Για το γεγονός αυτό που ο ευαγγελιστής αποτυπώνει σε δυο φράσεις, θα μπορούσαν να γραφτούν βιβλία ολόκληρα. Ανά­μεσα στους άλλους λόγους, ο ευαγγελιστής το κάνει αυτό για να δείξει πως ο μεγαλύτερος θαυματουργός όλων των εποχών έκανε πολλά τέτοια θαυμαστά έργα, αλλά και την ευκολία με την οποία έκανε ο Κύριος τα ανήκουστα αυτά θαύματα.
Ο ευαγγελιστής λέει πως πρώτα ο Κύριος έβγαλε το δαιμόνιο κι έπειτα έκανε το βουβό άνθρωπο να μιλήσει. Η πράξη αυτή δείχνει πως ο Κύριος πάντα προχω­ρεί από την επιφάνεια στο κέντρο των πραγμάτων, βαθιά μέσα στη ρίζα τού κακού. Το πονηρό πνεύμα ήταν μέσα στον άνθρωπο, αλλά είχε δεσμεύσει και τη γλώσσα τού βουβού ανθρώπου. Έπρεπε λοιπόν να βγει πρώτα από τον άνθρωπο το πονηρό πνεύμα και τότε θα λύνονταν αυτόματα τα δεσμά και θα παραδίδονταν τα ηνία που αιχμαλώτιζαν το δαιμονισμένο. Γι’ αυτό ο Κύριος πρώτα έβγαλε το πονηρό πνεύμα κι έπειτα χάρισε στον άνθρωπο το νου και την ομιλία.
Το περιστατικό αυτό μας θυμίζει τον παραλυτικό, που πρώτα του είπε ο Κύριος, «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» και έπειτα «εγερθείς άρον σου την κλίνην και υπάγε εις τον οίκον σου» (Ματθ. θ’ 2, 6). Ήταν πάγια τακτική τού Χριστού να θεραπεύει πρώτα τον εσωτερικό άνθρωπο, το εσωτερικό του πάθος, κι έπειτα τη σωματική του αρρώστια. Θα μπορούσε να λύσει τη γλώσσα τού ανθρώπου και ν’ αφήσει το πο­νηρό πνεύμα μέσα του. Έτσι όμως τί θα είχε κατορ­θώσει; Γιατί να λύσει τη γλώσσα του; Για να μιλήσει το δαιμόνιο και να εκστομίσει βλασφημίες ενάντια στο Θεό και τον άνθρωπο; Γιατί να ελευθερώσει τον άνθρωπο από το μικρότερο κακό και να τον αφήσει δεμένο με τα μεγαλύτερα δεσμά; Μήπως μετά από λίγο καιρό ο διάβολος δε θα έδενε ξανά τη γλώσσα του και θα τον ξανάκανε βουβό;
Πόσο σοφά, πόσο σωστά είναι τα έργα Σου, Κύριε! Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να θαυ­μάζουμε την άπειρη σοφία Σου, να μάθουμε έτσι να ενεργούμε και μεις με τον ίδιο τρόπο, από το θεμέλιο προς την τελειότητα.
«Και εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ότι ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ· οι δε Φαρισαίοι έλεγον εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια» (Ματθ. θ’ 33, 34). Μερικοί θαύμαζαν κι άλλοι μυκτήριζαν. Μερικοί χαίρονταν με το καλό κι άλλοι ενερ­γούσαν ενάντια στο καλό. Ο λαός, οι απλοί άνθρωποι, δόξαζαν το Θεό κι οι ηγέτες του σκέφτονταν τον πονηρό. Οι απλοί άνθρωποι ονόμαζαν το Χριστό «Υιό τού Δαβίδ» και «Κύριο», ενώ οι «σοφοί εν εαυτοίς» γραμματείς τον έλεγαν άρχοντα των δαιμονίων, απεσταλμένο τού Βεελζεβούλ. Οι τυφλοί βρήκαν το φως τους και τον είδαν. Οι κουφοί βρήκαν την ακοή τους και τον άκουσαν. Οι δαιμονισμένοι ελευθερώθηκαν και τον αναγνώρισαν. Οι άλαλοι μίλησαν και τον ομολόγησαν. Οι σοφοί αυτού του κόσμου όμως, με μυαλά σκοτισμένα από τις επίγειες επιδιώξεις και με καρδιές αποστεωμένες από τη ματαιότητα και το φθόνο, δεν μπορούσαν να δουν, ν’ ακούσουν, να γνωρίσουν και να ομολογήσουν τον Υιό τού Θεού, «η γαρ σοφία του κόσμου τούτου μωρία παρά τω Θεώ εστί» (Α’ Κορ. γ’ 19).
Ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ, αναφω­νούσαν με θαυμασμό οι άνθρωποι. Είναι αλήθεια πως ο Μωυσής, ο Ηλίας κι ο Ελισαίος έκαναν διάφορα θαύ­ματα, μα πώς; Με τη βοήθεια της πίστης, της νηστείας και της προσευχής από την πλευρά τους και τη χάρη τού Θεού από την άλλη. Τα θαύματα αυτά τα έκανε ο Θεός, μέσα από τους αγίους αυτούς ανθρώπους. Τα θαύματα του Χριστού όμως έγιναν με τη δική Του δύναμη και εξουσία. Η διαφορά μεταξύ τού Χριστού και των αρχαίων θαυματουργών είναι όπως η διαφορά ανάμεσα στον ήλιο και το φεγγάρι. Το φεγγάρι φέγγει με το φως που δανείζεται από τον ήλιο, ο ήλιος όμως είναι αυτόφωτος, λάμπει με το δικό του φως. Οι απρο­κατάληπτες κι απλές ψυχές των ανθρώπων ένιωθαν τη μεγάλη διαφορά, γι’ αυτό κι αναφωνούσαν: ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ.
Οι Φαρισαίοι δεν αρνούνταν τη θαυματουργική δύναμη του Χριστού. Αν μπορούσαν βέβαια θά ‘χαν αρνηθεί όλα τα θαύματα, θα τα έκρυβαν, θα κατέ­φευγαν σε ψευδομάρτυρες για να πιστοποιήσουν τα ψέματά τους, όπως στην ανάσταση του Χριστού. Δεν μπορούσαν όμως ν’ αρνηθούν αυτά που έγιναν μπρο­στά σε μεγάλα πλήθη ανθρώπων. Το ξαναλέμε πως δεν αρνούνταν το θαύμα, μα το ερμήνευαν με το δικό τους πονηρό και πανούργο τρόπο. Εν τω άρχοντι των δαι­μονίων εκβάλλει τα δαιμόνια, έλεγαν. Το είπαν αυτό για τον Κύριο σε διάφορες περιπτώσεις κι Εκείνος τους έδωσε σκληρή και αποστομωτική απάντηση. «Ει ο σατανάς ανέστη εφ’ εαυτόν και μεμέρισται, ου δύναται σταθήναι» (Μάρκ. γ’ 23-26), τους είπε. (Βλ. επίσης και Ματθ. ιβ’ 24-26)· Λουκ. ια’ 17-18).
Είναι, αλήθεια πως είναι πολύ σκληρό για τον άνθρω­πο, ανεξάρτητα από τη διανοητική του επάρκεια, να φανταστεί πιο γελοία, ασυνεπή και ανόητη ερμηνεία των έργων τού Χριστού, απ’ αυτήν που σκέφτηκε ο σκοτισμένος νους των γραμματέων τού Ισραήλ και των αρχόντων τού έθνους. Να βγουν τα δαιμόνια από τον άνθρωπο με τη βοήθεια του σατανά! Αυτό είναι το ίδιο περίπου με το να ισχυριστούμε πως, «σκοτώνει κάποιος τα παιδιά κάποιου πατέρα, με τη βοήθεια τού πατέρα τους!» Ή να επιτίθεται και να εξολοθρεύει ένα στρατό με τη βοήθεια του διοικητή. Δεν είναι ψέμα πως ο φθόνος είναι τυφλός. Θά ‘λεγε κανείς πως ο φθόνος είναι και ανόητος. Γιατί ο φθόνος δεν κάνει μόνο την καρδιά σκληρή σαν πέτρα και τυφλώνει το νου, αλλά μπερδεύει και τη γλώσσα. Έτσι δεν ξέρει τι λέει κι επομένως όλα όσα εκφέρει η φθονερή γλώσσα, ακούγονται γελοία κι ανόητα.
Ο Κύριος δεν έδωσε σημασία σ’ αυτήν την ανόητη κακεντρέχεια των φθονερών αρχόντων τού λαού, αλλά πορεύτηκε ήρεμα το δρόμο Του, το δρόμο της σωτηρίας όλων εκείνων που του εμπιστεύτηκε ο Πατέρας, ώστε «ουδείς εξ αυτών απώλετο» (Ιωάν. ιζ’ 12). Γι’ αυτό και καταλήγει το σημερινό ευαγγέλιο:
«Και περιήγεν ο Ιησούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ» (Ματθ. θ’ 35). Οι πόλεις και τα χωριά ήταν το ίδιο γι’ Αυτόν. Δεν αναζητούσε τις πόλεις και τα χωριά, αλλά τους ανθρώπους. Ο ευαγγελιστής μιλάει για όλες τις πόλεις και τα χωριά, για να δείξει το ζήλο τού Χριστού. «Ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με» (Ψαλμ. ξη’ 9). Για τον Κύριο μια μέρα ήταν σαν χίλια χρόνια. Το έργο τού Χριστού ήταν τριμερές, όπως βγαίνει καθαρά από τα λόγια τού ευαγγελιστή: Δίδασκε, κήρυττε το Ευαγ­γέλιο της Βασιλείας και θεράπευε κάθε αρρώστια και ασθένεια των ανθρώπων. Δίδασκε, δηλαδή ερμήνευε το πνεύμα της πρώτης Δημιουργίας και του Παλαιού νόμου. Κήρυττε, έθετε τα θεμέλια της Νέας Κτίσης, της Βασιλείας τού Θεού, της Εκκλησίας των Αγίων. Θεράπευε, έδινε δηλαδή τη μαρτυρία τής διδαχής και του κηρύγματός Του με τα έργα Του.
Όλ’ αυτά ο Κύριος τα έκανε από αγάπη όχι μόνο για το λαό τής εποχής εκείνης, για τους συγχρόνους Του, αλλά και για μας. Ο Κύριος είναι σύγχρονος με όλους όσοι υπήρχαν και θα υπάρξουν. Τό ‘κανε αυτό ώστε με το φως Του ν’ ανάψει το καντήλι τής ψυχής μας· με την αγάπη Του να συναντήσει την πίστη μας· με τη συνάντηση αυτή της αγάπης τού Θεού με την πίστη μας να πραγματοποιηθεί το θαύμα τής σωτηρίας μας: η θεραπεία τής πνευματικής μας τύφλωσης, της παράνοιάς μας και κάθε αρρώστιας και ασθένειας.
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ τού Ζώντος Θεού, ελέησέ μας! Βοήθησέ μας να μάθουμε να δοξολογούμε το όνομά Σου με το σώμα μας, με το λαό μας κι όλους τους ανθρώπους, ζωντανούς και νεκρούς. Να υμνούμε το όνομά Σου, μαζί με τ’ όνομα του πανένδοξου και άναρχου Πατέρα και το πανάγιο και ζωοποιό Σου Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ομιλίες Δ’ – Κυριακοδρόμιο, Εκδ. Πέτρου Μπότση, 2012)

Συνιστούμε ανεπιφύλακτα στους επισκέπτες της ιστοσελίδος μας το εξαιρετικό βιβλίο με τις ομιλίες του Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς:



ΑΣ ΠΑΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΔΩΡΟ