Τρίτη 23 Αυγούστου 2022

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ - Δημήτριος Δουμάνης (8)

Συνέχεια από: Δευτέρα 22 Αυγούστου 2022

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΑΠΘ

Σύμβουλος Καθηγητής κ. Χρ. Σταμούλης

Μεταπτυχιακός Φοιτητής: Δημήτριος Δουμάνης

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015

ΚΕΦΆΛΑΙΟ Β΄:ΧΡΙΣΤΌΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΊΑ.

Β). ΧΡΙΣΤΟΣ Ο ΠΡΟΑΙΩΝΙΟΣ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ

α. Χριστός ο «είς της Τριάδος»

Για το συγκεκριμένο ζήτημα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι υπάρχει έλλειψη σοβαρή εν Χριστώ παιδείας, μη κατανόησης και όχι παρανόηση του δόγματος της Χαλκηδόνας που παρατηρείται συνήθως στην δύση153 από πολλούς νεώτερους, και όχι μόνο, θεολόγους. «Η διαίρεση δηλαδή μεταξύ του Χριστού ως Ενσαρκωμένου λόγου και Θεού Λόγου»154. Αδυνατεί να δεχτεί κάποιος ότι η εκκλησία του Χριστού υπάρχει και προ Χριστού αν δεν έχει αποσαφηνίσει το γεγονός ότι ο «Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο άσαρκος Λόγος που καθοδηγεί την ιστορία του Ισραήλ».155[ΕΛΑΒΕ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΣΩΜΑ ΑΓΓΕΛΙΚΟ, ΜΙΛΗΣΕ ΣΑΝ ΛΟΓΟΣ, ΑΛΛΑ ΠΡΟΑΙΩΝΙΟΣ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ; ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΚΕ ΕΚ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΚΑΊ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΤΗΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΑΝ ΤΩΝ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ, ΑΛΛΑ ΠΡΟΑΙΩΝΙΟΣ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ; ΕΑΝ Η ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΑΠΗΧΕΙ ΤΗΝ ΑΜΩΜΟ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΟΤΕ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ; ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ Ο ΣΩΤΗΡ. ΑΠΛΩΣ ΜΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕ ΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ. ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΠΑΣΑΝ ΝΟΣΟΝ ΚΑΙ ΠΑΣΑΝ ΜΑΛΑΚΙΑΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΤΟΥ ΤΟ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ]

Ο Χριστός είναι ο «είς της Τριάδος»156, ο Υιός και Λόγος του Θεού που παρέμεινε το ίδιο πρόσωπο και μετά την πρόσληψη της ανθρώπινης φύσεως, «είς γάρ εστίν, ο κακείνο ών αϊδίως, κάν τούτο γενόμενος ύστερον»157 και «εί γάρ έστιν είς ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, μία τε πίστις η εις αυτόν, και έν το βάπτισμα, έν έσται πάντως αυτού και πρόσωπον ως ενός.»158. «εκείνο λοιπόν που κυρίως απασχολεί τον άγιο Κύριλλο είναι η ταυτότητα άσαρκου και σαρκωμένου Λόγου, την οποία και τονίζει ιδιαίτερα: “είς γαρ υιός και είς κύριος Ιησούς ο Χριστός και πρό σαρκός και ότε πέφηνεν άνθρωπος.”159. Στην ίδια συνάφεια ο άγιος στις συζητήσεις που έγιναν κατά την περίοδο της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου επέμενε να τονίζει: “Είς τε και ο αυτός χρηματίζων υιός, πρό μεν της ενανθρωπήσεως ως άσαρκος έτι Λόγος, μετά δε την ενανθρώπησιν ο αυτός ενσώματος”160. Επίσης “..ουκ εις δύο μερισθήσεται δια τούτο πρόσωπα και υιούς, αλλά μεμένηκεν είς, πλήν ουκ άσαρκος ουδέ έξω σώματος, αλλ’ ίδιον έχων αυτό[σώμα] καθ’ ένωσιν αδιάσπαστον”161. Και συνεχίζει “θεός γάρ ών φύσει και δίχα σαρκός, μεμένηκεν θεός και μετά σαρκός, και υιός ών φύσει και πρό σαρκός, μεμένηκε υιός και ότε γέγονε σάρξ…”162, “αλλ’ είς δηλονότι και πρό σαρκός και μετά σαρκός”»163[ΓΙΝΕΤΑΙ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ Ή ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ; ΜΑΛΛΟΝ ΤΟΧΟΥΜΕ ΧΑΜΕΝΟ!!!]

β. Χριστός και χρόνος

Ο Χριστός αν και φανερώθηκε «εν σαρκί» στο χρόνο, υπερβαίνει τον χρόνο. Είναι ο «ο ων και ο ην και ο ερχόμενος164», όπως μας το λέει ο Ίδιος. Έτσι ο μέχρι την Σάρκωση ευθύγραμμος χρόνος του ιουδαϊκού λαού, αλλά και του ιουδαϊκού μεσσιανισμού, προσλαμβάνει υπερβατικές διαστάσεις. Το αιώνιο και το προαιώνιο δεν υπάρχουν μόνο έξω από τον χρόνο, αλλά πλέον μπορούν να υπάρξουν και μέσα σε αυτόν.[ΕΛΑΒΕ ΤΑ ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ Ή Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΣ ΤΟΥ ΥΠΗΡΞΕ ΕΝΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑ; Ο ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΙΣΜΟΣ ΕΝ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΩ ΕΥΝΟΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΙΣΜΟΥ;]  Αυτό πραγματοποιείται με την σάρκωση του Χριστού. Όλοι οι άνθρωποι αλλά και αυτοί ακόμα οι άγγελοι, παρότι δημιουργηθήκαν «εν χρόνω», έχουμε κοινό προορισμό. Να κληρονομήσουν το «υπέρ χρόνον», να κληρονομήσουν την αιωνιότητα.[ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΜΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΑΜΑΡΤΙΑ. ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥΝ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ] Αυτή η αιωνιότητα είναι μια προσφορά του Χριστού, ο οποίος γίνεται ο ίδιος όχι μόνον το κέντρο, αλλά και ο σκοπός της αιωνιότητάς μας. Αυτός παρόλο ότι φανερώθηκε «εν σαρκί», «επί Ποντίου Πιλάτου», όπως διδάσκει το Ιερό Σύμβολο της πίστεως, γίνεται με αυτή Του την ενανθρώπηση το κέντρο όχι μόνον της ιστορίας, αλλά και της προϊστορίας αλλά και των μελλοντικών να έρθουν ανθρώπων «Και αρχή, και μεσότης, και τέλος πάντων εστί των αιώνων, των τε παρελθόντων και όντων και εσομένων, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός165».[ΔΗΛ. Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΤΕΤΡΑΔΑ;]
Αρχιμανδρίτου ΓεωργίουΚαθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
"Ό Πρωτοπρεσβύτερος Καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης εδημοσίευσεν άρθρον με τίτλον «Μία φύσις του Θεού Λόγου σεσαρκωμένη. Ό άγιος Κύριλλος και ή Δ' Οικουμενική Συνοδος»1. Κεντρική ιδέα του συγγραφέως είναι ότι οι Ορθόδοξοι και οι Αντιχαλκηδόνιοι έχομεν κατ' ουσίαν την ιδίαν Χριστολογικήν πίστιν αν και διαφοροποιούμεθα εις την διατύπωσιν του δόγματος, εις το περιεχόμενον όμως ταυτιζόμεθα.
Γράφει συμπερασματικώς: «οι δύο παραδόσεις επιβίωσαν στις περιπλοκότατες της ιστορίας, ενώ διατήρησαν στην ουσία την ίδια Ορθόδοξη πίστι. Το κείμενο μας καλεί στην ανίχνευσι μέσα στην Ιστορία, της κοινής ενοράσεως της πίστεως και του δόγματος, πού δεν ήταν δυνατόν να διαστρεβλωθεί από τις τραγωδίες των Ιστορικών εξελίξεων»2."

γ. Το όνομα Χριστός, ένα ακόμα όνομα της υποστάσεως

Αν θεωρήσουμε ότι ο Χριστός αρχίζει να υπάρχει με την Σάρκωση ποιούμε Αυτόν διάφορο της Αγ. Τριάδος. Το όνομα Χριστός αναφέρεται στο πρόσωπο το οποίο ενώνει τις δύο φύσεις και όχι σε κάποια από τις δύο φύσεις. «διό ούτε φύσις ο Χριστός, αλλ’ υπόστασις». και «Το “Χριστός” όνομα, κατά τον μακάριον Κύριλλον, ούτε δύναμιν όρου έχει, ούτε την τινός ουσίαν δηλοί»166. Σε αυτή τη συνάφεια και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν διστάζει να κηρύξει: «Είδα Χριστόν εκ Μαρίας γεννηθέντα και είδα Χριστόν προ των αιώνων όντα»[ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ]167. Εδώ αξίζει να αναφερθεί, ότι ο αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός αποδίδει το όνομα «Χριστός» στην Θεία υπόσταση του Χριστού, θέτοντας το έτσι, ως βασική προϋπόθεση για την παραμονή των δύο οντολογικά διακριτών φύσεων, αλλά και ενεργειών και θελημάτων σε ένα πρόσωπο, αυτό του Θεού Λόγου. Ο άγιος θεωρεί ότι μόνον οι αιρετικοί οι οποίοι δεν αποδέχονται δύο φύσεις του Χριστού και μετά την σάρκωση, και μιλούν για μία μόνον, όχι απλή φυσικά, αλλά σύνθετη φύση, ξένη και προς την Θείαν και προς την ανθρωπίνην φύσιν του Χριστού, στην οποία σύνθετη φύση και αποδίδουν το όνομα Χριστός: «Εί τοίνυν κατά τους αιρετικούς μιάς συνθέτου φύσεως ο Χριστός μετά την ένωσιν εχρημάτισεν, εξ απλής φύσεως ετράπη εις σύνθεσιν και ούτε τω Πατρί απλής φύσεως όντι εστίν ομοούσιος,…. Και έσται το Χριστός ού της υποστάσεως αυτού όνομα, αλλά της μιάς κατ’ αυτούς φύσεως»168.

δ. Θεϊκό το πρόσωπο του Χριστού, πρό και μετά σαρκώσεως


Το Θείο αυτό πρόσωπο παραμένει το ίδιο και μετά την Σάρκωση διότι είναι Αναλλοίωτο. Αν θεωρήσουμε ότι η Υπόσταση του Θεού Λόγου μεταβάλλεται με την Σάρκωση, έτσι ώστε να έχουμε τον Χριστό ως πρωτοεμφανιζόμενο με την σάρκωση, τότε ή δημιουργούμε ένα καινούργιο Χριστό εκτός της Αγ. Τριάδος, ένα τέταρτο εξωαγιοτριαδικό πρόσωπο ή η Αγία Τριάδα γίνεται δυάδα ή τετράδα.169 «Ότι δε και μία υπόστασις του Χριστού, και ού δύο, εντευθεν γνωσόμεθα, εις Υιός ο Χριστός ή δύο; Είς πάντως. Και πως δύο υποστάσεις ο είς Υιός; Εί δύο υποστάσεις, άλλος και άλλος, και έσονται δύο Χριστοί, ή άλλος ο Χριστός ή άλλος ο Θεός Λόγος, και ουκέτι είς Υιός.»170.

Στην συνέχεια ο ίδιος μας εξηγεί και τον λόγο για τον οποίο ο Χριστός δεν προσέλαβε ανθρώπινη υπόσταση, [ ΚΑΤ'ΑΡΧΑΣ ΔΙΟΤΙ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ]παρότι πήρε επάνω Του πλήρη ανθρώπινη φύση.: «δια τούτο ο Υιός του Θεού, πατρική ευδοκία γενόμενος άνθρωπος, φύσιν μεν ανθρωπίνην ανέλαβε και φυσικήν ανθρώπινην θέλησιν, υπόστασιν δε ανθρωπίνην ουκ ανέλαβε, ιν’ η φυσική της ανθρωπότητος θέλησις μη κατ’ οικείον υποστατικόν και γνωμικόν θέλημα πολυτεύσηται εναντίως του θείου θελήματος, αλλ’ αυτεξουσίως κατά πάντα υπήκοος γένηται, και ούτω λυθή η αρχαία παράβασις.171». [ΚΑΛΑ ΤΑ ΛΕΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΚΩΣ ΕΝΝΟΟΥΝΤΑΙ]

ε. η σημασία του Θεϊκού προσώπου του Χριστού


Εδώ πρέπει να τονιστεί, ότι σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, αλλά και τους πατέρες τις Εκκλησίας που χρησιμοποίησαν κατά κόρον την ορολογία τους, μεταλλαγμένη και προσαρμοσμένη βέβαια στα ορθόδοξα δεδομένα, ο όρος «υπόστασις»172 δεν σημαίνει μόνον το επί μέρους173, το ειδικό, κάτι που ανήκει μόνον σε έναν, αλλά κυρίως και πρωτίστως δηλώνει τον τρόπο υπάρξεως το «πώς»[ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΤΟ ΟΜΟΟΥΣΙΟ ΣΤΑΜΟΥΛΑΚΗ. ΣΑΣ ΞΕΓΕΛΑΣΕ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ Ο ΣΟΦΟΣ..] . Άρα κατά συνέπεια, αν ο Χριστός ελάμβανε κατά την σάρκωσή Του ανθρωπίνη υπόσταση τότε θα έσωζε το πρόσωπο μόνον εκείνου του οποίου θα ελάμβανε την υπόσταση «την ούν αγίαν σάρκα του Χριστού ού λέγομεν πρόσωπον, αλλ’ ουσίαν, ίνα σημάνωμεν ότι όλην την φύσιν ημών έλαβε και έσωσε, ει γάρ είπομεν αυτήν υπόστασιν, ένα τινά άνθρωπον ευρισκόμεθα λέγοντες, ότι ανέλαβε και έσωσεν ο Χριστός»174. Κάνοντας όμως ο Χριστός, την Θείαν Του υπόσταση, υπόσταση και της ανθρωπίνης φύσεώς Του, λαμβάνει στο Θείο Του πρόσωπο σύνολη την ανθρώπινη φύση δίνοντας έτσι στον εκπεσόντα άνθρωπο την δυνατότητα να επιστρέψει στον παράδεισο ως κατά χάριν Θεός.[ΜΑΣ ΑΠΟΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΦΙΛΕ ΣΑΝ ΚΑΛΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣ]. Παρότι βέβαια με την αντίδοση των ιδιωμάτων, τα ιδιώματα της Θεϊκής φύσεως γίνονται και ιδιώματα της Ανθρωπίνης φύσεως του Χριστού και αντίστροφα,[ΑΣΥΓΧΥΤΩΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΩΣ] δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα ιδιώματα δεν πηγαίνουν το ένα απευθείας στο άλλο, αλλά, και εδώ είναι η παρανόηση, το Θεϊκό πρόσωπο του Χριστού είναι αυτό που επιτελεί την αντίδοση175. Έτσι ενώ βρίσκονται ενεργά και τα Θεία και τα ανθρώπινα, εκδηλώνονται και τα δύο, δια μέσου του Θείου προσώπου Του και κατά συνέπεια ενώ έχει και εν χρόνω ανθρώπινη φύση, δεν παύει να είναι και μαζί με αυτήν ως Θεάνθρωπος, Προαιώνιος, Άκτιστος, Απαθής και Απερίγραπτος, «Και όταν άνθρωπος και Υιός Θεού ονομάζεται, δέχεται τα της Θείας Φύσεως ιδιώματα και αυχήματα, παιδίον προαιώνιον και άνθρωπος Άναρχος, ου καθό παιδίον και άνθρωπος, αλλά καθό Θεός Ών Προαιώνιος γέγονεν επ’ εσχάτων παιδίον… κατά τούτου δυνάμεθα ειπείν περί Χριστού: Ούτος ο Θεός ημών επί της γής ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη. Και ο άνθρωπος ούτος Άκτιστος εστί και Απαθής και Απερίγραπτος»176.[ΔΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΚΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΘΕΙΟ. Ο ΚΥΡΙΟΣ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΜΙΛΑ ΣΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟ ΘΕΙΟ ΘΕΛΗΜΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΗΝ ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ]

Η Υπόσταση-Πρόσωπο του Θεού Λόγου δεν επιδέχεται καμμία προσθήκη ή αλλοίωση για τον απλό λόγο ότι αυτό θα σήμαινε αλλοίωση της Αγ. Τριάδος. Άτρεπτος ο Θεός Λόγος κατά την υπόσταση. Εάν ήταν τρεπτός δεν θα ήταν Θεός. Ούτε έγινε σύνθετος κατά την υπόσταση αλλά παρέμεινε απλούς και ασύνθετος.

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας χρησιμοποιεί, ιδιαίτερα βαριές εκφράσεις για αυτούς που τολμούν να μιλούν για άλλον Χριστό προ και άλλον Χριστό μετά την σάρκωση: «βαβαί της ασυνεσίας και εμπλήκτου φρενός (=ηλίθιας λογικής) των ώδε ταυτ’ έχειν ούκ οιδ’ όπως υπειληφότων! Απιστία γάρ το χρήμα, και έτερον ουδέν(=γιατί αυτά δείχνουν απιστία και τίποτε άλλο), και δυσσεβών ευρεμάτων καινότης και ανατροπή των θείων τε και ιερών κηρυγμάτων, ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν τον Υιόν του Θεού διακεκραγότων, τον εκ Θεού Πατρός δηλονότι Λόγον ενανθρωπήσαντα και σεσαρκωμένον, ώστε είναι τον αυτόν Θεόν ομού και άνθρωπον, και ενός τα πάντα τα θεοπρεπή, και προσέτι τα ανθρώπινα. Ούτος γάρ υπάρχων αεί και υφεστηκώς κατά γε το είναι Θεός, υπέμεινε γέννησιν την κατά σάρκα εκ γυναικός.

Ενός ούν άρα και του αυτού και το αϊδίως είναι και υφεστάναι, και εν εσχάτοις καιροίς κατά σάρκα γεννηθήναι, ός άγιος ών κατά φύσιν ως Θεός…»177.
[3) Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ο διδάσκαλος της διακρίσεως,  στον Λόγο ΚΖ΄, Περί ησυχίας, Β΄, 13 γράφει: Ενώ κάποτε ασκούσα την συνεχή προσευχή, βρέθηκα ανάμεσα στους Αγγέλους και ένας εξ’ αυτών με διαφώτιζε σε ό,τι εδιψούσα να μάθω. Ζητούσα να μάθω πώς ήταν ο Άρχων (ο Χριστός) προ της ενανθρωπήσεώς Του, αλλά δεν του επιτρεπόταν να μου διδάξη. Τον ερωτούσα πώς και σε ποια μορφή ευρίσκεται τώρα. Μου απαντούσε: Με την ιδία μορφή (την θεανθρώπινη), αλλ’ όχι με την ιδία φθαρτή ανθρώπινη σάρκα. Συνέχιζα να ρωτώ: Τι σημαίνει η δεξιά του Αιτίου (του Πατρός), στάσις και καθέδρα του Χριστού; Αδύνατον να διδαχθή ακοή ανθρώπου αυτά τα μυστήρια, απαντούσε! Τότε του ζήτησα να με οδηγήση εκεί που με είλκυε ο πόθος μου! Δεν έφτασε ακόμη η ώρα, μου είπε, διότι στερείσαι το πυρ της αφθαρσίας (το οποίο θα αποκτήσης στην άλλη ζωή).]

στ. Ελληνική φιλοσοφία και ελληνική θεολογία

Στο σημείο αυτό θα πρέπει, όπως αναφέραμε και παραπάνω, να προσπαθήσουμε να αποσαφηνίσουμε τον όρο που αναφέρεται στον Θεό ως απλός και ασύνθετος. Οι όροι αυτοί είναι δάνεια από την ελληνική φιλοσοφία και ειδικά από τον Αριστοτέλη. Σύμφωνα με αυτόν λοιπόν, ο Θεός είναι το «πρώτον κινούν ακίνητον178», το οποίο κινεί τα πάντα ως «εφετόν και ερώμενον». Την ίδια περίπου έλξη προς το θείον ασκεί και η ύψιστη ιδέα του αγαθού στον Πλάτωνα. Δείγμα της τελειότητος του Θεού είναι η απλότητά Του. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η θεότητα, σαν ένας τεράστιος ακίνητος μαγνήτης έλκει όλα τα όντα από την βάση,[ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΡΩΜΕΝΟΝ;] που είναι όλες οι ατομικές υποστάσεις των όντων, στην κορυφή όπου βρίσκεται η πρώτη ακίνητη ουσία. Ενώ για τον θεό η ακινησία είναι δείγμα τελειότητος179, για τον άνθρωπο η πορεία από το «δυνάμει όν», στο «ενεργεία όν», είναι δείγμα της ατέλειάς του[ΤΟΤΕ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΗ;]180. Άρα μόνο τα ατελή όντα κινούνται και προσπαθούν να φτάσουν στην κορυφή όπου κυριαρχεί η πλήρης απλότητα και απουσιάζει παντελώς η σύνθεση181.

Βέβαια η ορθόδοξη θεολογία διαφωνεί με τον Αριστοτέλη ως προς την υπερβατικότητα του Θεού. Ο Θεός δεν είναι ένα απρόσωπο υπερβατικό Όν το «όντως όν» που είναι αδύνατον να το προσεγγίσεις, αλλά, είναι ο «Ών», ο οποίος ως πρόσωπο προς πρόσωπο, με τις Άκτιστες Θεϊκές Ενέργειες κατεβαίνει προς τον κόσμο, επικοινωνεί με αυτόν, και αναπτύσσει προσωπικές σχέσεις με τον άνθρωπο, προσπαθώντας ανάλογα με την προαίρεση του καθενός να τον ανεβάσει ο Ίδιος στον ουρανό. Όπως μας λέει ο άγιος της Θεώσεως δια των Ακτίστων Θείων Ενεργειών,[ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕ ΑΦΟΥ Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ;] Γρηγόριος ο Παλαμάς «και τω Μωυσή δε χρηματίζων ο Θεός, ουκ είπεν εγώ ειμί ουσία, αλλ’ εγώ ειμί ο ών, ου γάρ εκ της ουσίας ο ών, αλλ’ εκ του όντος η ουσία, αυτός γάρ ο ών όλον εν εαυτώ συνείληφε το είναι.»182 Ενώ η Θεία ουσία αποτελεί το οντολογικό θεμέλιο της ενδοτριαδικής ζωής του Θεού, οι Θείες Ενέργειες το οντολογικό μέσο της εξωτριαδικής σχέσεως Αυτού προς τον κόσμο. Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας λέει ότι και η γνώση μας περί Θεού, είναι κατά τις Θείες Αυτού ενέργειες. Η Θεία ουσία φυσικά παραμένει ακατάληπτος «Ημείς δε εκ μεν των ενεργειών γνωρίζειν λέγομεν τον Θεόν ημών, τη δε ουσία αυτή προσεγγίζειν ούχ υπισχνούμεθα. Αι μεν γαρ ενέργειαι αυτού προς ημάς καταβαίνουσιν, η δε ουσία Αυτού μένει απρόσιτος183.»[ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ ΜΙΛΑΜΕ, ΤΗΝ ΜΟΝΑΔΑ ΕΝ ΤΡΙΑΔΙ Ή ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ;]

ζ. Χριστός ο προαιώνιος Θεάνθρωπος


Από όσα ελέχθησαν ανωτέρω, πιστεύουμε ότι είναι πλέον πασιφανές το γεγονός της προαιωνιότητος του Θεανθρώπου Χριστού184. Ο Χριστός ήταν, είναι και θα είναι ο «είς της Αγίας Τριάδος».[Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ] Κάθε άλλη ερμηνεία του χαρακτηρισμού Θεάνθρωπος μόνο σε αιρετικές παρεκτροπές μπορεί να οδηγήσει. Εδώ βέβαια θα θέλαμε να επισημάνουμε εκείνες τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις σύγχρονων θεολόγων που αναφερόμενοι στον Χριστό πριν τη Θεία Του Ενανθρώπηση, θεωρούν ότι πρέπει να κάνουν την απαραίτητη διευκρίνιση, ότι τον εννοούν ή αναφέρονται σε αυτόν, ως άσαρκο Λόγο. Γεγονός βέβαια που δεν καταργεί την ενότητα άσαρκου και σαρκωμένου Λόγου, αλλά τουναντίον την ενισχύει. Βέβαια ως γνωστόν η Εκκλησιολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στηρίζεται, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, στον μεγαλύτερο Εκκλησιολόγο απ. Παύλο. Ο εν λόγω απόστολος χρησιμοποιεί στις επιστολές του, αντιμεταθετικά κατά κάποιον τρόπο θα λέγαμε, τους όρους Χριστός και Λόγος. Πολλές φορές, όταν αναφέρεται στην προ της σαρκώσεως εποχή, χρησιμοποιεί την έκφραση Χριστός, ενώ όταν αναφέρεται στην μετά την εν σαρκί επιδημία Του, χρησιμοποιεί την έκφραση Λόγος185. Είναι περισσότερο εμφανές αυτό στις δύο Χριστολογικές-Εκκλησιολογικές του επιστολές, την προς Εφεσίους και στην προς Κολασσαείς. Γιατί δεν είχε ο μέγας αυτός Χριστολόγος-Εκκλησιολόγος την ανάγκη να κάνει την ίδια διευκρίνυση, όπως γίνεται σήμερα; Η απάντηση πιστεύουμε είναι προφανής και καθολικώς αποδεκτή όχι μόνο από τους πατέρες, αλλά και από όλους τους σύγχρονους θεολόγους. Γιατί για τον απόστολο Παύλο ο Χριστός είναι το ίδιο πρόσωπο, ο «είς της Αγίας τριάδος» και προ και μετά την εκ Παρθένου σύλληψή Του. Παράλληλο πρόβλημα θα μπορούσε να υπάρξει και με την ονομασία της Παναγίας ως Θεοτόκου. Είναι δυνατόν κάθε φορά που αναφερόμαστε στην Παναγία ως Θεοτόκο να κάνουμε και τη διευκρίνιση ότι γέννησε όχι μόνο το Θεό Λόγο, αλλά και τον κατά σάρκα υιό; Φυσικά και όχι, γιατί οι πατέρες μιλούν για την γέννηση του Θεϊκού προσώπου στο οποίο ενώθηκαν οι δύο φύσεις στην Παναγία μήτρα.[ΔΗΛ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ; ΚΑΙ ΠΕΘΑΝΕ; ΔΙΟΤΙ ΟΤΙ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΠΕΘΑΙΝΕΙ!!!] Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το όνομα «Χριστός». Όπως ο Νεστόριος δεν δεχόταν τον όρο Θεοτόκος φοβούμενος μην κατηγορηθεί για μονοφυσιτισμό, μην μπορώντας βέβαια να αντιληφθεί την διαφορά φύσεως και προσώπου, έτσι και σήμερα πρέπει να πάψει αυτός ο φόβος και να αποδεχτούμε τον Ιησού Χριστό ως προαιώνιο Θεάνθρωπο πριν και μετά την Θεία Του Ενσάρκωση.

Βέβαια ο Νεστόριος ακολουθούσε τον μέντορά του Θεόδωρο Μοψουεστίας, ο οποίος υποστήριζε ότι δεχόταν ένα πρόσωπο αλλά ως αποτέλεσμα της «κατ’ ευδοκίαν» ενώσεως και όχι της υποστατικής όπως δίδασκε η Εκκλησία186. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δέχεται στην πραγματικότητα την ύπαρξη δύο προσώπων και δύο υποστάσεων (με την έννοια των φύσεων βέβαια), τόσο πριν, όσο και μετά την ένωση. Τα πράγματα ξεκαθαρίζουν όταν, σύμφωνα με την ανάλυση που κάνει ο καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης, αντιληφθούμε ότι η εκτροπή του Θεοδώρου, οφείλεται στις μεταφυσικές του προϋποθέσεις: «Μία από τις βασικότερες μεταφυσικές του προϋποθέσεις είναι οπωσδήποτε αυτή που τονίζει ότι κάθε υπόσταση έχει και το δικό της πρόσωπο. Έτσι, η τελειότητα της φύσης προϋποθέτει ή απαιτεί και την τελειότητα του προσώπου. Άρα, στον Χριστό συνυπάρχουν δύο τέλειες φύσεις και δύο τέλεια πρόσωπα, του ανθρώπου και του Θεού «…τέλειον το πρόσωπον φαμέν είναι το του ανθρώπου, τέλειον δε και το της θεότητος», εφόσον «ουδέ γαρ απρόσωπον έστιν υπόστασιν ειπείν»». Η πρώτη εκτροπή οδηγεί και στην δεύτερη: «μετά την ένωση τα δύο πρόσωπα αποτελούν συνθετικά μέρη του ενός ηθικού, βουλητικού και εξάπαντος όχι μοναδικού προσώπου του Χριστού187».

η. Η «αυτοσυνειδησία» του Χριστού

Στο σημείο αυτό, πρέπει κατά την γνώμη μας, να αναφερθούμε και στην «αυτοσυνειδησία»[ΣΤΟ ΕΓΩ ΔΗΛ. ΣΤΟ COGITO] που θα μπορούσαμε να πούμε, όχι βέβαια που είχε, αυτό είναι δεδομένο και πάσα αμφισβήτηση περί αυτού αποτελεί επιστροφή στην αίρεση του Αρείου, αλλά αυτήν την οποία εξέφρασε ο ίδιος ο Χριστός. Ο Χριστός θέλησε εξ’ αρχής να οδηγήσει και αυτούς ακόμη τους μαθητές Του στην κατανόηση του μυστηρίου της Θείας Του Ενσαρκώσεως. Βασική προϋπόθεση για αυτήν την κατανόηση, ήταν το να αντιληφθούν οι μαθητές, αλλά και οι ακροατές Του, ότι αν και εμφανίστηκε κατά σάρκα, εν χρόνω πάνω στην γη, υπήρχε από πριν, από πάντα, γι αυτό και τους λέει: «Αβραάμ ο πατήρ υμών ηγαλλιάσατο, ίνα ίδη την ημέραν την εμήν, και είδεν και εχάρη. Είπον ούν οι Ιουδαίοι προς αυτόν, πεντήκοντα έτη ούπω έχεις και Αβραάμ εώρακας; Είπεν αυτοίς ο Ιησούς, αμήν αμήν λέγω υμίν, πρίν Αβραάμ γενέσθαι εγώ ειμί188». Φυσικά και να τολμήσει κανείς να σχολιάσει δυσμενώς τα λόγια αυτά του Ιησού, θα οδηγηθεί σε μία σχιζοφρενική πραγματικότητα. Τολμάμε μόνο μία επισήμανση, με την μορφή δύο ερωτήσεων. Τι θέλησε ο Χριστός να διδάξει με αυτά τα λόγια; Ότι υπάρχει προαιωνίως με την ανθρώπινη φύση του, ή ότι αυτό που χαρακτηρίζει και αυτήν ακόμη την δικιά Του οντολογική ύπαρξη ως Θεανθρώπου, είναι το Θεϊκό και συνεπώς Άναρχο και Προαιώνιο Θεϊκό Του πρόσωπο; Φυσικά το δεύτερο.

Αυτή ακριβώς ήταν η πίστη και της πρώτης Εκκλησίας, η οποία έχει ως γνήσιο εκφραστή της και διδάσκαλο τον απ. Παύλο, ο οποίος πάνω στα λόγια αυτά του Χριστού στηριζόμενος μας λέει: «Ου θέλω γαρ υμάς αγνοείν, αδελφοί, ότι οι πατέρες ημών πάντες υπό την νεφέλην ήσαν και πάντες διά της θαλάσσης διήλθον, και πάντες εις τον Μωϋσήν εβαπτίσαντο εν τη νεφέλη και εν τη θαλάσση, και πάντες το αυτό πνευματικόν βρώμα έφαγον, και πάντες το αυτό πνευματικόν πόμα έπιον, έπινον γαρ εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας, η δε πέτρα ήν ο Χριστός»189.[ΜΑΛΛΟΝ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΙ ΜΑΣ ΠΑΙΔΕΥΟΥΝ ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΟ. Ή ΜΑΛΛΟΝ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΑΛΑΘΗΤΟ ΛΟΓΟ]

θ. Ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας της Π.Δ.

Από όλα αυτά γίνεται κατανοητό, ότι δεν είχε μόνο η Καινή Διαθήκη Χριστοκεντρικό χαρακτήρα, αλλά και η Παλαιά. Το λάθος που κάνουν οι σύγχρονοι ερμηνευτές, κυρίως της Δύσεως, είναι ότι στην έρευνά τους στην Παλαιά Διαθήκη, θεωρούν ως αναφορά στον Χριστό, μόνο όσα αναφέρονται σε Αυτόν ως Μεσσία και κατ’ αντιστοιχία στην Καινή η προαιωνιότητα του Χριστού, βρίσκεται κατ’ αυτούς στις εσχατολογικές αντιλήψεις των Ιουδαίων και μόνο. Αυτή η θέση όμως οδηγεί σε μια είδους ταύτισή τους, υπό κάποιες προϋποθέσεις, με τους αιρετικούς γνωστικούς και τους Εβραίους. Ως γνωστόν, οι μεν πρώτοι δεχόταν τον Χριστό, σε αντιθετική σχέση όμως με τον Θεό της Παλαιάς διαθήκης, οι δε δεύτεροι δεν τον δεχόταν καθόλου190. Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο από το ευαγγέλιο του Ιωάννη, όπου και αναφέρεται και η βασική κατηγορία των Εβραίων κατά του Ιησού: «Περί καλού έργου ού λιθάζομέν σε, αλλά περί βλασφημίας και ότι σύ άνθρωπος ών ποιείς σεαυτόν Θεόν191». Εδώ θα τολμήσουμε μία ρηξικέλευθη προσέγγιση του θέματος. Είναι πασιφανές, και αυτό φαίνεται μέσα από τα ευαγγέλια, ότι στην προαιωνιότητα του Χριστού ως Θεανθρώπου πίστευαν, γιατί Αυτόν έβλεπαν, τον Υιό του Θεού σάρκα φέροντα, εκτός των μαθητών και οπαδών του Χριστού192, μόνον τα δαιμόνια: «… και κράξας φωνή μεγάλη λέγει, τι εμοί και Σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Ορκίζω σε εις τον Θεόν, μη με βασανίσης»193. Και αυτό φυσικά το έκαναν τα δαιμόνια, γιατί «…και τα πνεύματα τα ακάθαρτα, όταν Αυτόν εθεώρουν, προσέπιπτον Αυτώ και έκραζον λέγοντα ότι Σύ εί ο Υιός του Θεού»194. [ΜΑΣ ΕΠΕΙΣΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ. ΕΙΝΑΙ ΕΩΣΦΟΡΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. ΑΠΛΩΣ ΒΛΕΠΕΙ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ. ΠΑΡΟΤΙ ΟΥΤΕ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΝΗ, ΟΙΗΣΗ]

ι. Η προαιωνιότητα του Θεανθρώπου στην υμνολογία της Εκκλησίας


Αφήσαμε για το τέλος την πίστη της Ορθοδοξίας, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την υμνολογία της Εκκλησίας για τη προαιωνιότητα του Χριστού ως Θεανθρώπου. Τα τροπάρια της γεννήσεως του Χριστού, είναι πλήρη αναφορών στο γεγονός ότι Αυτό το παιδί που έχει άρτι γεννηθεί, είναι Προαιώνιος Θεός. Αυτό το παιδί που γεννήθηκε στην φάτνη, που προσκύνησαν οι μάγοι, είναι ο προ αιώνων Θεός. Θα αναφερθούμε μόνο σε δύο τροπάρια, για να καταδείξουμε την Χριστολογία του μεγάλου ποιητού Ρωμανού του Μελωδού, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τα τροπάρια των Χριστουγέννων: «Η Παρθένος σήμερον τον προαιώνιον Λόγον, εν σπηλαίω έρχεται αποτεκείν απορρήτως,… Παιδίον νέον τον Προαιώνων Θεόν»195. «Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει… δι ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον ο Προαιώνων Θεός»196. Επίσης, ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου, κατά πολλούς ερευνητές ο ίδιος άγιος197, στον Α’ οίκο των Χαιρετισμών λέει: «Χαίρε ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα πάντα… Χαίρε δι ής βρεφουργείται ο Κτίστης..».

Αυτή ακριβώς η θεώρηση του Χριστού επαναλαμβάνεται σχεδόν αυτολεξεί σε τροπάριο του μικρού Αποδείπνου: «Επί σοι χαίρει Κεχαριτωμένη πάσα η κτίσης Αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος…. Εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο πρό αιώνων υπάρχων Θεός ημών»198. Στην εορτή του Ευαγγελισμού, χριστολογική γιορτή και αυτή, το ίδιο μοτίβο συνεχίζεται: «Των ουρανίων αψίδων ο Γαβριήλ καταπτάς, εις Ναζαρέτ επέστη προς Παρθένον Μαρίαν βοών Αυτή το χαίρε συλλήψη Υιόν του Αδάμ αρχαιότερον, τον ποιητήν των αιώνων και λυτρωτήν των βοώντων σοι τω χαίρε Αγνή»199. Αν βέβαια θέλαμε να αναφέρουμε όλα τα τροπάρια της υμνολογίας τα οποία αναφέρονται στον Χριστό ως Προαιώνιο Θεάνθρωπο, και πιστεύουμε ότι μετά από όλες τις σχετικές αναφορές στην αγία Γραφή και στην Παράδοση, είναι ξεκάθαρο αυτό, θα έπρεπε να γράψουμε ανάλογη σχετική εργασία. Όλα αυτά που έχουν αναφερθεί, είναι ένα μικρό μόνο δείγμα της αποδείξεως της προαιωνιότητος του Χριστού, όχι μόνο ως Θεού Λόγου, αλλά και ως θεανθρώπου.

ΤΕΛΟΣ Η ΠΛΑΝΗ. ΑΡΚΕΤΑ.

Σημειώσεις



153. Ι. ΚΟΥΡΕΜΠΕΛΈ, Ο Νεοχαλκηδονισμός: Δογματικό σημείο διαίρεσης; εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2003 σ.σ. 31-32: «Πρέπει κατ’ αρχάς να τονίσουμε ότι η έκφραση «άνωθεν Χριστολογία» (Christology from above) έγινε στα νεότερα χρόνια σύμβολο για τον χαρακτηρισμό της νεοχαλκηδόνιας Χριστολογίας, στην οποία αντιπαρατάχθηκε η «κάτωθεν Χριστολογία» (Christology from below) της Δύσης. Και για να γίνουμε πιο κατανοητοί, όταν οι δογματολόγοι της δύσης μιλούν για τους δύο αυτούς τύπους Χριστολογίας, εννοούν τον πρώτο ως την περί του Λόγου Χριστολογία και τον δεύτερο ως την περί Ιησού Χριστολογία, κάτι που θα μπορούσαμε να το συνδυάσουμε με εκείνη την ενότητα των δογματικών εγχειριδίων που εξετάζει τον Ιησού της πίστης και τον Ιησού της ιστορίας(του κηρύγματος) ή με τη διάκριση των κεφαλαίων Λόγος-Χριστός και άνθρωπος-Χριστός. Αυτές οι διακρίσεις, ουσιαστικά διαιρέσεις, κλίνουν προς το νεστοριανικό μοντέλο σκέψης και έκφρασης, εφόσον επιχειρούν μια τομή στην παρουσίαση της ταυτότητας του Χριστού. Προκαταβολικά οφείλουμε να τονίσουμε σ’ αυτό το σημείο ότι εξωβιβλικές τάσεις του τύπου της «κάτωθεν Χριστολογίας», για την οποία θέλει να καυχιέται η Δύση εις βάρος της ορθόδοξης Ανατολής, καταπολέμησε εξαρχής η Εκκλησία κατά της αίρεσης του Υιοθετισμού και του Νεστοριανισμού, αφού είναι πρόδηλο εδώ ότι βάση της παραπάνω ξένης προς την Ορθόδοξη Θεολογία, διελκυστίνδας «κάτωθεν-άνωθεν» (from above-from below ή γερμανιστί von oben-von unten) είναι η ταύτιση των όρων «φύσις» και «υπόστασις» σε μια Χριστολογία που αναπτύσσεται στο επίπεδο της αντιπαράθεσης(ή σύνθεσης=σύγχυσης) των φύσεων και ανεξάρτητα από την Τριαδολογία.(σ.σ. τα έντονα γράμματα είναι του συγγραφέα).
154. Ι.ΚΟΥΡΕΜΠΕΛΈ, Λόγος θεολογίας Α΄, εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2009 ,σ. 47.
155. Ν. ΜATΣΟΎΚΑ, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Α΄, εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2009 σ.183.
156. ΜΑΞΊΜΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΎ, Ερώτηση ξ΄, P.G. 90, 634C, «και μηδείς διαπορήσει, πως ο Χριστός, είς ών της Αγίας Τριάδος..». Είναι περιττό να αναφέρουμε πως η παρούσα έκφραση είναι το γενικό μοτίβο πάνω στο οποίο στηρίζονται θέσεις και αποφάσεις πατέρων και συνόδων από αρχής της χριστιανικής εκκλησίας μέχρι και σήμερα. Φυσικά αυτό προκαλούσε εξ’ αρχής την αντίδραση των αιρετικών, γι’ αυτό και η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος το 533 στην Κων/λη, αναθεματίζει αυτόν που δεν δέχεται ότι ο Χριστός είναι ο ένας της Αγίας Τριάδος: «Εί τις ούχ ομολογεί τον εσταυρωμένον σαρκί Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν είναι Θεόν αληθινόν και Κύριον της δόξης και ένα της αγίας Τριάδος, ο τοιούτος ανάθεμα έστω.» Από ΙΩΑΝ. ΚΑΡΜΊΡΗ: Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Αθήνα 1960, σ. 195.
157. ΙΩΆΝΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΎ, Ομιλία εις την Μεταμόρφωσιν του Κυρίου, P.G.96,548D-549A.
158. ΚΥΡΊΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΊΑΣ,: Κατά Θεοδωρήτου,P.G. 76, 413C-416D. Είναι αυτονόητο ότι το παρόν χωρίο είναι ένα ελάχιστο δείγμα του συνόλου της ορθοδόξου θεολογίας που διδάσκει το αμετάτρεπτο του προσώπου του Χριστού.
159. Κ. ΒΛΙΑΓΚΌΦΤΗΣ, :Η χριστολογία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας με βάση τα κείμενα του που καταχωρούνται στα Πρακτικά της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου. Διδακτορική διατριβή στο τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α. Π. Θ. θες/νίκη 2002, σ.σ.139-140. Τα εντός των εισαγωγικών κείμενα του Αγ. Κυρίλλου είναι, σύμφωνα με τον συγγραφέα, από ACO(Acta Conciliorum Oecumenicorum, εκδ.: E. SCHWARTZ, (Argentorati 1914) Berolini-Lipsiae 1922-1940) 1.1.1, 59, 3-4.
160. Από του ιδίου ACO 1.1.5, 18, 4-6 .
161. Από του ιδίου ACO 1.1.6, 159, 14-16.
162. Από του ιδίου ACO 1.1.5, 65, 7-8.
163. Από του ιδίου ACO 1.1.6, 42, 22.
164. Αποκ. 1, 8.
165. ΜΑΞΊΜΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΎ, Προς Θαλάσσιον, 22, P.G. 90, 329B. Εδώ φυσικά ο άγιος Μάξιμος στηρίζεται στο πολύ γνωστό Παύλιο χωρίο της προς εβραίους επιστολής ΙΓ’, 8: «Ιησούς Χριστός χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Επίσης βλ. σχ. ΑΘ. ΓΙΈΒΤΙΤΣ, Η εκκλησιολογία του Απ. Παύλου, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1984, σ.15.
166. ΙΩΆΝΝΟΥ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΎ, Κατά Ιακωβιτών, P.G. 94, 1469D.
167. ΙΩΆΝΝΟΥ. ΧΡΥΣΟΣΤΌΜΟΥ, Εις το Τίμιον και Ζωοποιόν Σταυρόν, P.G. 50, 818.
168. ΙΩΆΝΝΟΥ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, P.G. 94, 988B-989A. Γ. ΜΑΡΤΖΈΛΟΥ, Ορθόδοξο δόγμα και θεολογικός προβληματισμός γ΄, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2007, σ.164, όσον αφορά τα περί αποδόσεως των προσωνυμιών του Χριστού, από τον Μάρκελλο Αγκύρας μόνο στον Ενανθρωπήσαντα Λόγο, βλ. του ιδίου, Ιστορία της ορθόδοξης θεολογίας και πνευματικότητας, εκδ. Υπ. Δημ. Α.Π.Θ, ανατύπωση Θεσ/νίκη 2002, σ.σ.25-26 και Ν. ΜATΣΟΎΚΑ, Δογματική και Συμβολική Θεολογία β΄, εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2009 σ.238.
169. Ν. ΜATΣΟΎΚΑ, Δογματική και Συμβολική Θεολογία β΄, εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2009 σ.295.
170. ΙΩΆΝΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΎ, Περί των εν Χριστώ δύο θελημάτων, P.G. 95, 140B.
171. Αυτόθι P.G. 95, 180B.
172. Γ. ΜΑΡΤΖΈΛΟΥ, Ορθόδοξο δόγμα και θεολογικός προβληματισμός γ΄, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2007, σ.σ. 152, 162-3.
173. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι λέγοντας την υπόσταση το «επί μέρους», δεν εννοούμε φυσικά την Αριστοτελική διάκριση μεταξύ πρώτης και δευτέρας ουσίας, δηλαδή μεταξύ είδους και γένους, όπως την παρουσιάζει στο έργο του «κατηγορίες» 5, 2Β, αλλά όπως τονίζει και ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης (Κατά Ευνομίου Α΄, 278-280, P.G.45,336B-D), οι υποστάσεις δεν αποτελούν το «επιμέρους» του συνόλου της ουσίας, αλλά είναι ο τρόπος υπάρξεως αυτής της Θείας ουσίας. Ο Θεός Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, δεν είναι μέρη της θείας ουσίας, αλλά είναι αυτή η ίδια ουσία.
174. ΑΝΑΣΤΑΣΊΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ, Oδηγός, κεφάλαιο β΄, P.G. 89, 61A.
175. Ν.ΜΑΤΣΟΎΚΑ.: Δογματική και συμβολική θεολογία Β΄ εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2010. σ.σ. 276-278 και Γ. ΜΑΡΤΖΈΛΟΥ, Ορθόδοξο δόγμα και θεολογικός προβληματισμός, τομ γ΄ σ.155-170.
176. ΙΩΆΝΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΎ, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, P.G. 94, 1000A, Γ. ΜΑΡΤΖΈΛΟΥ, Ορθόδοξο δόγμα και θεολογικός προβληματισμός γ΄, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2007, σ.σ. 166-178.
177. ΚΥΡΊΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΊΑΣ: Ότι είς ο Χριστός, P.G. 75, 1280BC. Σε συνάφεια με αυτή την θέση του αγίου, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε δεκάδες χωρία από το έργο του. Χάριν συντομίας αναφέρουμε μόνο ένα ακόμα στο ίδιο κείμενο στην στήλη 1269C: « Επουράνιος δε άνθρωπος νοείται Χριστός, ούχ ως άνωθεν ημίν και εξ ουρανών την σάρκα κατενεγκών, αλλ’ ότι Θεός ών ο Λόγος, καταβέβηκεν εξ ουρανών, και την προς ημάς ομοίωσιν υπελθών, τουτέστι γέννησιν υπομείνας την κατά σάρκα εκ γυναικός, μεμένηκεν όπερ ήν..»
178. ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΟΥΣ, Μεταφ. L. 1073a: « Η μέν γάρ αρχή και το πρώτον των όντων ακίνητον και καθ’ αυτό και κατά συμβεβηκός, κινούν δε την πρώτην αΐδιον και μίαν κίνησιν, επί δε το κινούμενον ανάγκη υπό τινός κινείσθαι, και το πρώτον κινούν ακίνητον είναι καθ’ αυτό…». Στην ίδια γραμμή είναι και ο δάσκαλος του Πλάτων, ο οποίος γράφει στον Τίμαιο, 57e-58a: «Ούτω δή στάσιν εν ομαλότητι, κίνησιν δε εις ανωμαλότητα αεί τιθώμεν, αιτία δε ανισότης της ανωμάλου κινήσεως».
179. ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΟΥΣ, Φυσικά, 258b : «φανερόν τοίνυν εκ τούτων ότι έστιν το πρώτως κινούν ακίνητον, είτε γάρ ευθύς ίσταται το κινούμενον υπό τινός δε κινούμενον, εις ακίνητον το πρώτον, είτε εις κινούμενον μέν, αυτό δ’ αυτό κινούν και ιστάν, αμφοτέρως συμβαίνει το πρώτως κινούν άπασιν είναι τοις κινουμένοις ακίνητον.»
180. Για μια πρώτη προσέγγιση της συγκεκριμένης αριστοτελικής ορολογίας, βλέπε την πολύ χρηστική μελέτη της Τ. ΠΕΝΤΖΟΠΟΎΛΟΥ-ΒΑΛΆΛΑ, Προβολές στον Αριστοτέλη, εκδ. Ζήτρος, Θεσ/νίκη 2000, σ.σ. 55-59.
181. ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΟΥΣ, Μετά τα φυσικά, Α,982b. Γ, 1012b. Λ, 1071b. Λ, 1072ab.
182. ΓΡΗΓΟΡΊΟΥ ΠΑΛΑΜΆ ΣΥΓΓΡΆΜΜΑΤΑ, Υπέρ ησυχαζόντων, Επιμέλεια. Π. Χρήστου, Εκδ. B. Bobrinsky, Π. Παπαευαγγέλου, J. Meyendorff, Π. Χρήστου, τομ. Α΄, έκδοση Β΄, Θεσ/νίκη 1988, σ. 666.
183. Μ. ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ, Επιστολή 234, P. G. 32, 869AB.
184. Ν.ΜΑΤΣΟΎΚΑ.: Δογματική και συμβολική θεολογία Β΄ εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2010. σ.σ. 290-291.
185. Εφες. Γ΄, 9-10: «Τω τα πάντα κτίσαντι δια Ιησού Χριστού», Γ΄, 11: «κατά πρόθεσιν των αιώνων ήν εποίησεν εν Χριστώ Ιησού», προς Κολας. Α΄, 13-23: «Ος ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις τη βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού, εν ώ έχομεν την απολύτρωσιν,την άφεσιν των αμαρτιών……Ος εστίν εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ότι εν αυτώ εκτίστη τα πάντα…… τα πάντα δι’ αυτού και εις αυτόν έκτισται, και αυτός εστί πρό πάντων, και τα πάντα εν αυτώ συνέστηκε, και Αυτός εστίν η Κεφαλή του Σώματος της Εκκλησίας, ός έστιν αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένη εν πάσιν αυτός πτωτεύων, ότι εν αυτώ ευδόκησε πάν το πλήρωμα κατοικήσαι….. νυνί δε αποκατήλλαξεν εν τω σώματι της σαρκός αυτού δια του θανάτου..». Τίτον Β΄, 13: «προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδαν και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Α΄ Κορ. Η΄, 6: «και εις Κύριος Ιησούς Χριστός, δι’ ού τα πάντα και ημείς δι’ αυτού». Εβρ. Α΄, 1-2: «Πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο Θεός λαλήσας τοίς πατράσι εν τοις προφήταις, επ’ εσχάτων των ημερών τούτων ελάλησεν ημίν εν Υιώ, Όν έθηκε κληρονόμον πάντων, δι’ ού και τους αιώνας εποίησεν». Τα παρόντα χωρία φυσικά είναι ένα ελάχιστο δείγμα από του συνόλου των επιστολών του αποστόλου. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι ο μεγαλύτερος υπομνηματιστής του απ. Παύλου ο άγιος Χρυσόστομος ερμηνεύοντας την προς Εφεσίους επιστολή ακολουθεί τον Παύλο στην αντιθετική αυτή χρήση των ονομάτων, βάζοντας στην θέση του «Λόγου», το «Χριστός»: «κατά πρόθεσιν των αιώνων, ήν εποίησεν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, τουτέστι, κατά πρόγνωσιν των αιώνων, προειδώς τα μέλλοντα, τους μέλλοντας αιώνας φησίν, ήδει γαρ τα εσόμενα, και ούτως ώρισε. Κατά πρόθεσιν των αιώνων, ίσως τούτων ών εποίησεν εν Χριστώ Ιησού, ότι δη δια του Χριστού γέγονεν άπαν. Εν ώ έχομεν φησί, την παρρησίαν και την προσαγωγήν εν πεποιθήσει δια της πίστεως αυτού». Γι αυτό το λόγο ο Χρυσόστομος έχει χαρακτηριστεί το στόμα του Παύλου. Αυτό εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε ένα χειρόγραφο του ια’ αιώνα όπου είναι γραμμένα τα ακόλουθα: «Χριστού πέφυκε το του Παύλου στόμα, στόμα δε Παύλου το Χρυσοστόμου στόμα». Την ίδια άποψη εκφράζει και ο π. Ιουλιανός Ένι στο «το μυστήριο του Χριστού», σελ. 182. «Παρατηρείται ότι ο Ιερός Χρυσόστομος χρησιμοποιεί τον όρο «Χριστός» όχι μόνο όταν αναφέρεται στο Υιό του Θεού μετά την Ενανθρώπηση Του, αλλά και προτού από την ενσάρκωση Του. Ίσως θέλει να τονίσει και με αυτόν τον τρόπο, κατά του αρειανισμού, τη θεότητα και την προαιώνια ύπαρξη του Χριστού. Βλ. Εις προς γαλ. Κεφ. 3, 4, P.G. 61, 654: «Μεσίτην δε ενταύθα τον Χριστόν φησί, δεικνύς ότι προήν, και τον νόμον αυτός έδωκεν». Εις προς Εφ. Ομ. 7,1 P.G. 62, 50: « εν τω Θεώ, φησί τω τα πάντα κτίσαντι(Εφ. 3,9)διά Ιησού Χριστού. Και καλώς εμνημόνευσε κτίσεως, ειπών, δια Ιησού Χριστού. Ο γαρ πάντα δι αυτού κτίσας, και τούτο δι’ αυτού αποκαλύπτει, ουδέν γαρ χωρίς αυτού πεποίηκε. Χωρίς γαρ αυτού, φησίν εγένετο ουδέν»(Ιωαν. 1, 3). Εις προς Εφ. Ομ. 1, 4, P.G. 62,15: «και ουδαμού διάκονον αυτόν είπεν, ει δε το εν, και το διά, διακόνου εστίν, όρα που τρέπει το πράγμα. Αρχόμενος γαρ ευθέως της επιστολής, δια του θελήματος(Εφ. 1, 1) είπε, του Πατρός. Ο Πατήρ ηθέλησε, φησίν ο Υιός ενήργησεν. Αλλ’ ούτε, επειδή ο Πατήρ ηθέλησε, της ενεργείας εκτός εστίν ο Υιός, ούτε επειδή ο Υιός ενήργησε, του θελήματος απεστέρηται ο Πατήρ». Εις προς Εφ. Ομ. 2, 1, P.G. 62, 18: « Όρα πανταχού αίτιον πάντων γενόμενον τον Χριστόν, και ουδαμού το του υπουργού όνομα, ουδέ το του διακόνου, ώσπερ και αλλαχού φησίν Εβραίοις γράφων, ότι πάλαι λαλήσας τοις πατράσιν ημών εν τοις προφήταις, επ’ εσχάτων των ημερών ελάλησεν ημίν εν Υιώ(Εβρ. 1,1). Τουτέστι, δι’ Υιού. Τον λόγον, φησί, της αληθείας, ουκέτι τον του τύπου, ουδέ τον της εικόνος». Εις Α΄ προς κορ. Ομ. 23, 2, P.G. 61, 191: «Η δε πέτρα ήν ο Χριστός(Α΄ Κορ. 10, 5). Ου γαρ η της πέτρας φύσις το ύδωρ ηφίει, φησίν, ή γαρ αν και προ τούτου ανέβλυζεν, αλλ’ ετέρα τις πέτρα πνευματικήν το πάν ειργάζετο, τουτέστιν, ο Χριστός ο παρών αυτοίς πανταχού, και πάντα θαυματουργών…. Εκατέρων αυτόν όντα χορηγόν δείκνυσι, και ταύτη τον τύπον εγγύς της αληθείας άγων; Ο γαρ εκείνα παρασχών εκείνοις, φησίν, ούτος και ταύτην κατεσκεύασε την τράπεζαν, και ο αυτός κακείνους δια της θαλάττης, και σε δια του βαπτίσματος ήγαγε, κακείνοις μάννα και ύδωρ, και σοί σώμα και αίμα παρέσχε».».
186. ΘΕΟΔΏΡΟΥ ΜΟΨΟΥΕΣΤΊΑΣ, Εκ του κατά ενανθρωπήσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, Λόγος 7, P.G. 66,985BC: « η κατ’ ευδοκίαν των φύσεων ένωσις μίαν αμφοτέρων τω της ομωνυμίας λόγω εργάζεται την προσηγορίαν, την θέλησιν, την ενέργειαν, την αυθεντίαν,….. την εξουσίαν, μηδενί τρόπω διαιρουμένην, ενός αμφοτέρων κατ’ αυτήν προσώπου και γινομένου και λεγομένου…. Ο δε της κατ’ ευδοκίαν ενώσεως τρόπος, ασυγχύτους φυλάτων τας φύσεις και αδιαιρέτους, έν αμφοτέρων το πρόσωπον δείκνυσι.». το ίδιο μοτίβο ακολουθεί και στην επιστολή προς Δόμνον, P.G. 66, 1012C-1013A. Tα σχετικά με το θέμα στοιχεία, όπως και οι παραπομπές βρίσκονται στην πολύ ωραία ανάλυση του θέματος που κάνει ο π. Ιουλιανός Ένι στο «το μυστήριο του Χριστού», εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2010, σ.σ. 101-118.
187. ΧΡ. ΣΤΑΜΟΎΛΗ, Άσκηση αυτοσυνειδησίας, εκδ. «Το Παλίμψηστον», Θες/νίκη 2004, σ.σ.211, 214, από αυτού, ΘΕΟΔΏΡΟΥ ΜΟΨΟΥΕΣΤΊΑΣ, Εκ του κατά ενανθρωπήσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, Λόγος 7, P.G. 66,981C, 981Β.
188. Ιωαν. Η΄, 56-8. Το παρόν χωρίο είναι ένα από τα πολλά στα οποία φαίνεται ο ίδιος ο Χριστός να εκφράζει την αυτοσυνειδησία Του, και να προσπαθεί να την μεταδώσει ως πίστη στους ακροατές Του. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ δύο ακόμη: «εθεώρουν τον σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα…»(Λουκ. Ι΄ 18). «Είπεν ο Ιησούς εις τον τυφλόν. Συ πιστεύεις εις τον Υιόν του Θεού; Απεκρίθη ο τυφλός, και τις εστί Κύριε, ίνα πιστεύσω εις Αυτόν; Είπεν δε αυτώ ο Ιησούς και εώρακας αυτόν και ο λαλών μετά σου εκείνος εστίν(Ιωαν. Θ΄ 35-7.)».
189. Α΄ Κορ. Ι΄, 1-4.
190. Ι. ΡΩΜΑΝΊΔΟΥ, Δογματική και Συμβολική θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Τομ. Α΄, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2009, σ.σ. 178-9: «Ο Χριστοκεντρικός ούτος χαρακτήρ της Παλαιάς Διαθήκης μαρτυρείται υπό της Καινής Διαθήκης διότι ο αποκαλύπτων εν Εαυτώ τον Θεόν εν Πνεύματι εν ταις δύο διαθήκαις είναι ο Αυτός Χριστός. Την αλήθειαν ταύτην ετόνισεν ο ίδιος ο Χριστός εις τους ακροατάς Του, την ετόνησαν οι απόστολοι, και την τονίζει ολόκληρος η Παράδοσις των Πατέρων και των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων… το μεγαλύτερο σφάλμα, το οποίον διαπράττουν μέχρι σήμερον οι σύγρονοι κυρίως ερμηνευταί εις την Δύσιν, είναι ότι εις την περί Χριστού έρευναν της Παλαιάς Διαθήκης έχουν σχεδόν περιορισθή εις τα χωρία τα αναφερόμενα εις τον Χριστόν, ως Μεσσίαν και προσπαθούν να εύρουν την πηγήν και την αιτίαν της περί προϋπάρχοντος Χριστού διδασκαλίας της Καινής Διαθήκης εις τα περί εσχατολογίας διδασκαλίας των Ιουδαίων, όσον αφορά και εις τας αντιλήψεις αυτών περί Μεσσίου. Τινές εξ αυτών ευρίσκουν μόνον επίγειον ανθρώπινον Μεσσίαν εις τους Εβραίους και Ιουδαίους, άλλοι δε νομίζουν ότι ευρίσκουν και ουράνιον προϋπάρχοντα Μεσσίαν εις ομάδα Ιουδαίων και φαντάζονταί τινές ότι το περί Αγίας Τριάδος δόγμα εξελίχθη από αυτήν την παράδοσιν, ήτις εύρε τόπον εις την Καινήν Διαθήκην. Ευτυχώς ότι η Πεντάτευχος αναφέρει μόνον τρείς φοράς ως κεχρισμένον ή Χριστόν τον αρχιερέα του Ισραήλ εις τα χωρία Λευϊτικόν 4:3,5,16, όπου περιγράφονται τα περί θυσίας καθήκοντα αυτού εν τη σκηνή του μαρτυρίου υπέρ των εαυτού αμαρτιών και των του λαού. Θα ήτον άστοχον να πιστεύει κανείς ότι ο Χριστός ανεφέρετο εις τα χωρία ταύτα όταν είπεν: «ει γαρ επιστεύετε Μωϋσήν, επιστεύετε αν εμοί, περί γαρ εμού εκείνος έγραψεν». Πολλοί πιο εύστοχον είναι να πιστεύση κανείς εις την ερμηνείαν του απ. Παύλου και του Ευαγγελιστού Ιωάννου περί του ασάρκου Χριστού ή Λόγου ή Κυρίου της Δόξης εν τη Παλαιά Διαθήκη, ός ενεφανίζετο εις τας προς τους προφήτας θεφανείας και οδήγει μέσω των Πατριαρχών και του Μωϋσέως τον περιούσιον λαόν εις την γήν της επαγγελίας δια της καταστροφής των εχθρών αυτού. ….. εις το εν λόγω θέμα υπήρχε, βάσει όμως διαφορετικών αρχών, μία ομοιότης μεταξύ Γνωστικών και Εβραίων, αν και οι μεν εδέχοντο τον Χριστόν και οι δε τον απέρριπτον. Οι Γνωστικοί ισχυρίζοντο ότι ο Θεός του Χριστού ουδεμίαν σχέσιν έχει με τον δημιουργόν Θεόν της Παλαιάς Διαθήκης, και οι Ιουδαίοι ότι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης ουδεμίαν σχέσιν έχει με τον Χριστόν την Καινής Διαθήκης..». Α. ΓΙΈΒΤΙΤΣ, Η εκκλησιολογία του Απ. Παύλου, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1984, σ.σ. 98-101, στο ίδιο πνεύμα, πάνω στη βάση της προ Χριστού Εκκλησίας ως «λαού του Θεού».
191. Ιωαν. Ι΄, 33.
192. Δίκην εκπροσώπου όλων ο απ. Πέτρος εξέφρασε την θεώρηση του Χριστού από αυτούς: «Τίνα με λέγουσι οι άνθρωποι είναι τον Υιόν του ανθρώπου; Αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε, σύ εί ο Χριστός ο Υιός του Θεού του Ζώντος».(Ματθ. Ιστ΄, 13-16). Εδώ πρέπει να τονιστεί για άλλη μια φορά η αντιθετική χρήση των ονομάτων από τις γραφές αποδίδοντας ονόματα και χαρακτηριστικά των φύσεων στο Θεϊκό πρόσωπο του Χριστού. Ο Χριστός ρώτησε τονίζοντας την ανθρώπινη φύση Του, «ο Υιός του ανθρώπου», αντ’ αυτού ο απ. Πέτρος απαντά, «ο Υιός του Θεού».
193. Μαρκ. Ε΄, 7.
194. Μαρκ. Γ΄, 11. ΙΩΆΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΌΜΟΥ, Ομιλία ΚΗ΄,!!!!!!!!!!!!!……. «Επειδή γαρ άνθρωπον αυτόν έλεγον οι όχλοι, ήλθον οι δαίμονες την θεότητα αυτού ανακηρύττοντες.»(ερμηνεία στο συγκεκριμένο ευαγγελικό χωρίο.)
195. Προεόρτιο απολυτίκιο Χριστουγέννων.
196. Κοντάκιο Χριστουγέννων.
197. Βλέπε ενδεικτικά την σχετική διδακτορική διατριβή του κ. Κουρεμπελέ Ιωάννη όπου ο κ. καθηγητής αναπτύσσει διεξοδικότατα την επιχειρηματολογία του για τον συντάκτη του Ακαθίστου Ύμνου, ο οποίος, σύμφωνα με αυτόν, είναι ο άγιος Ρωμανός ο Μελωδός.
198. Τροπάριο του μικρού Αποδείπνου το οποίο στην λειτουργία του Μεγ. Βασιλείου, ψέλνετε στην Θέση του «Άξιον Εστί», μετά το «Εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου..».
199. Στιχηρό του εσπερινού της εορτής του Ευαγγελισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου