Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας (18)

 Συνέχεια από: Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας

Κεφάλαιο 2: Ο Πετράρχης και η επινόηση της ατομικότητας δ

Μεταξύ Αδάμ και Προμηθέα

Το ερώτημα περί της ανθρώπινης αξιοπρέπειας σχηματίστηκε για τον μεσαιωνικό Χριστιανισμό από την κοινώς αποδεκτή γνώμη, πως η πτώση του Αδάμ στοίχισε πολύ ακριβά στον άνθρωπο. Από αυτή την προοπτική, ο άνθρωπος δεν έχει καμιά αξία ή αξιοπρέπεια. Κάποτε κατείχε μια υψηλή θέση ως εικόνα του Θεού (imago dei), αλλά την έχασε ως αποτέλεσμα του προπατορικού αμαρτήματος. Οι άνθρωποι λοιπόν μπορούσαν να απαλλαχθούν από την θεμελιώδη αμαρτωλότητα τους μόνο με τη θεία χάρη. Είναι αξιοσημείωτο, πως το περί αμαρτίας ερώτημα εμφανίζεται πολύ σπάνια στον Πετράρχη. Πιστεύει οπωσδήποτε πως παρασυρόμαστε από τα διάφορα πάθη μας, αλλά φαίνεται πως είναι το ίδιο σίγουρος, ότι μπορούμε να τα υπερβούμε αν προσπαθήσουμε. Ο Πετράρχης απέχει στο σημείο αυτό από τους μεσαιωνικούς προγόνους του. Η δημόσια αρετή, που είναι κατά τη γνώμη του ένα παραπροϊόν της επιθυμίας για δόξα, μπορεί να μολυνθεί από τη διεφθαρμένη επιθυμία για τον έπαινο του όχλου, αλλά η ιδιωτική αρετή, όπως αυτή περιγράφεται στο «Ο μονήρης βίος», είναι προϊόν μιας ατομικής βουλήσεως, η οποία αποκτά την αξιοπρέπεια της δια της αυτοκυριαρχίας. Η αξιοπρέπεια του ατόμου επομένως, δεν είναι αποτέλεσμα αυτού που το άτομο είναι, δηλαδή λογικό ζώο που κατέχει το ανώτερο επίπεδο στη δημιουργία, αλλά αυτού που κάνει. Είναι δηλαδή αποτέλεσμα του δεδομένου, πως χρησιμοποιεί τη βούληση του για να ελευθερωθεί από την κυριαρχία των παθών του. Αυτό που στην επιφάνεια φαίνεται ως άρνηση του κόσμου στο «Ο μονήρης βίος», είναι στην πραγματικότητα μια αποδοχή της ανθρώπινης ατομικότητας, η οποία ταυτοχρόνως επιτρέπει στο ενάρετο άτομο την απόλαυση της ύπαρξής του.[Η ΡΙΖΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΚΑΤΑ ΓΙΑΝΝΑΡΑ]

Ενώ ο Πετράρχης στο σημείο δεν εγκαταλείπει τον Χριστιανισμό, φαίνεται πως υιοθετεί μια εν μέρει πελαγιανική άποψη, πως ο άνθρωπος από μόνος του καθιστά τον εαυτό του άξιο σωτηρίας ή κολάσεως, δια των πράξεων του. Αν ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να ανυψώσει τον εαυτό του, τότε έχει πρακτικά μικρή ανάγκη της θείας χάριτος. Πάνω σε ακριβώς τέτοιου είδους θεμέλια βασίζεται η διαπίστωση του J. H. Whitfield, πως ο στοχασμός του Πετράρχη οδηγεί στον επικουρισμό. Αναγνωρίζει πως ο Πετράρχης είναι γενικά μάλλον κριτικός προς τον Επίκουρο, πιστεύει όμως πως οι δυο τους έχουν πολλά κοινά. Ο Πετράρχης βλέπει το summum bonum ως honestas (Τιμή), σε αντίθεση με την άποψη του Επίκουρου, πως είναι voluptas (Ηδονή, η θυγατέρα του Έρωτα και της Ψυχής κατά τον Απουλήιο). Αν όμως η αρετή εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία κάθε ατόμου, τότε δεν διαφέρει από το εάν κάποιος κάνει ότι του δίνει ευχαρίστηση, ή να το θέσουμε με άλλους όρους: στην πράξη η honestas δεν ξεχωρίζει από την voluptas. Ο Πετράρχης δε θέλει βέβαια να αποδεχθεί ένα τέτοιο συμπέρασμα, είναι όμως σαφές πως η δυνατότητα αυτή είναι παρούσα στον στοχασμό του. Ο Whitfield εισηγείται, και δικαιολογημένα, πως μετά από αυτό η νεωτερικότητα δεν ήταν σε καμιά περίπτωση ικανή να αρνηθεί στον Επίκουρο τη θέση που κατείχε. Ο Whitfield παραδέχεται πως η στροφή αυτή στον ηδονισμό μοιάζει με στροφή μακριά από τον Πετράρχη, και προτείνει πως είναι μάλλον απόρριψη των αρνητικών στοιχείων της σκέψης του Πετράρχη στα πλαίσια μιας ευρύτερης αποδοχής της ουσιαστικά επικούρειας τοποθέτησης του Πετράρχη.

Σε αντιδιαστολή προς την κατηγορία πως ο Πετράρχης προδίδει την ανθρωπότητα του ανθρώπου αρνούμενος τη φύση του ως λογικό ζώο και εικόνα Θεού, οι επικριτές του τον κατηγορούν πως υπερέβαλε ως προς τις δυνατότητες του ανθρώπου, αποδίδοντας υπεράνθρωπες δυνάμεις στην βούληση του ανθρώπου. Η έννοια της ατομικότητας φαίνεται πως είναι ιδιαιτέρως κατάλληλη για τέτοιες κατηγορίες. Στο έργο «De remediis» δηλώνει πως ο Θεός κατέδειξε την ανωτερότητα του ανθρώπου επί των άλλων πλασμάτων. Στοχαζόμενος περί του Χριστού αναφέρει, πως «αφού έγινε άνθρωπος, μπορεί να κάνει τον άνθρωπο Θεό…Αυτό από μόνο του δεν φαίνεται πως εξευγενίζει κάπως την κατάσταση του ανθρώπου και πως τον απαλλάσσει λίγο από τη μιζέρια του; Τι περισσότερο θα μπορούσε να ζητήσει στον προσευχή του ο άνθρωπος, δεν λέω να ελπίζει, αλλά να σκοπεύει, και να στοχάζεται να γίνει Θεός; …δεν προσέλαβε άλλο σώμα και ψυχή παρά του ανθρώπου (αν και θα μπορούσε να το κάνει)». Με τον τρόπο αυτό ο Πετράρχης φαίνεται πως μεγεθύνει τις ικανότητες του ατόμου πέραν των ανθρώπινων ορίων.

Ενώ οι δυο αυτές κατηγορίες μπορούν οπωσδήποτε να ασκηθούν στον Πετράρχη, έχω την εντύπωση πως καμιά από αυτές δεν στοχεύει τον πυρήνα της σκέψης του. Ο Πετράρχης δεν επιδιώκει ούτε να τοποθετήσει τον άνθρωπο στο πεπερασμένο βασίλειο της γυμνής εν κινήσει ύλης, ούτε να προωθήσει ένα αγώνα με σκοπό να προκαλέσει τον Θεό, αλλά επιδιώκει μια μεσαία πορεία μεταξύ Επίκουρου και Προμηθέα. Έχει μια βαθιά εκτίμηση για την ανάγκη αίσθησης για το άπειρο (και αιώνιο) στη ζωή του ανθρώπου, και είναι στον ίδιο βαθμό βέβαιος, πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να ικανοποιήσει αυτή την ανάγκη, ούτε να την κατανοήσει πλήρως. Ο Πλωτίνος, σύμφωνα με τον Πετράρχη αναγνώριζε τέσσερα είδη αρετής: την πολιτική, την καθαρτική, την κεκαθαρμένη και την χρυσή. Η πρώτη κατηγορία είναι οι αρετές του Καίσαρα ή του Σκιπίωνα. Η δεύτερη κατηγορία είναι οι αρετές των ιδιωτών που έγιναν ακόλουθοι της φιλοσοφίας και ξερίζωσαν επιτυχώς τα πάθη που είναι απλώς μετριασμένα στους πρώτους. Ο Πετράρχης βάζει τον εαυτό του σε αυτή την κατηγορία. Η τρίτη κατηγορία είναι αυτή των Στωικών σοφών. Όσο θαυμαστοί και να είναι, ο Πετράρχης αμφιβάλλει αν υπήρξε ποτέ τέτοιο ανθρώπινο ον. Τέλος, οι αρετές της τέταρτης κατηγορίας ανήκουν μόνο στο Θεό, και είναι πέραν των ανθρώπων. Η ύψιστη μορφή ζωής εφικτή για τους ανθρώπους είναι σύμφωνα με την άποψη του Πετράρχη, η ζωή του ανθρώπου ο οποίος κυριαρχεί πάνω στα πάθη του, εξαλείφοντας τα μάλλον παρά μετριάζοντας τα. Μια τέτοια ζωή είναι δυνατή σύμφωνα με τον Πετράρχη, μόνο εάν άγεται ιδιωτικά, για να ευχαριστήσει ο άνθρωπος τον εαυτό του, και όχι δημόσια για να λάβει τον έπαινο του πλήθους.
Η ικανότητα να επιτύχει κάποιος μια τέτοια ζωή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ατομικές ανθρώπινες ικανότητες, και ιδιαιτέρως από τη δύναμη της βουλήσεως, ο Πετράρχης όμως σε καμιά περίπτωση δεν ισχυρίζεται πως αυτό είναι το μόνο αναγκαίο. Χωρίς τον Χριστό και τη βοήθεια Του, κανείς δεν μπορεί να γίνει σοφός και αγαθός. Φαίνεται λοιπόν πως ο Πετράρχης απορρίπτει τον Πελαγιανισμό. Ο Θεός ως Τριάδα είναι για τον Πετράρχη η ύψιστη δύναμη, η ύψιστη σοφία, το ύψιστο αγαθό. Η δήλωση αυτή μας λέει πολλά για τις θεολογικές απόψεις του Πετράρχη. Οι αρχαίοι στοχαστές, όπως ο Κικέρων, αντιλαμβάνονταν πως το θείο πρέπει να είναι λογικό και αγαθό, αλλά δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την θεϊκή δύναμη, καθώς ήταν ανίκανοι να συλλάβουν την θεϊκή ικανότητα για την εκ του μηδενός δημιουργία (creatio ex nihilo). Ο Χριστός και ο Χριστιανισμός έκαναν δυνατό αυτό το μεγάλο άλμα. Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο το οποίο «ο Επίκουρος και οι ακόλουθοι του δεν μπορούσαν να γνωρίζουν και οι δικοί μας αριστοτελικοί φιλόσοφοι δεν καταδέχτηκαν να μάθουν». Δεν καταλάβαιναν πως ο κόσμος δημιουργήθηκε δια του λόγου ως μια έκφραση της θείας βουλήσεως, πως δηλαδή η άρθρωση του λόγου δημιουργεί τον κόσμο επειδή είναι έκφραση της θείας βουλήσεως και δυνάμεως. Οι αρχαίοι ήταν ανίκανοι να καταλάβουν ένα τέτοιο θεό, επειδή συνέχιζαν να μετρούν όλους τους θεούς σύμφωνα με τις ανθρώπινες δυνατότητες. Η παντοδυναμία όμως δεν είναι δυνατή για τον άνθρωπο. Όπως και οι νομιναλιστές, ο Πετράρχης δίνει μεγάλη έμφαση στην παντοδυναμία της θείας βουλήσεως και στον θεμελιώδη διαχωρισμό Θεού και ανθρώπου.

Σε αντίθεση όμως προς του νομιναλιστές, ο Πετράρχης βλέπει ένα Θεό που έχει βούληση αλλά δεν είναι απειλητικός. Η ιδέα της απόλυτης θείας δύναμης είχε ως αποκορύφωμα για τους νομιναλιστές το ότι το θείο είναι απρόβλεπτο. Για τον Πετράρχη αντιθέτως, ο Θεός είναι «ο ένας, ο Θεός, ο Αληθινός, ο σταθερός». Ως τέτοιος είναι μαγνήτης για τους ανθρώπους: «Η ανθρώπινη επιθυμία είναι απεριόριστη και ακόρεστη, μέχρι να ησυχάσει σε σένα, πάνω από τον οποίο δεν υπάρχει μέρος για να ανέβει περισσότερο». Ένας τέτοιος Θεός είναι μέσα στην παντοδυναμία του άφταστος, αλλά και απείρως αγαπητός. Ο Πετράρχης συνδέει αυτή την άποψη περί του θείου και τον ρόλο της θρησκείας στην ζωή του ανθρώπου με την ενασχόληση του με την αρετή, στο τελευταίο του έργο, «Περί της δικής μας άγνοιας και αυτής πολλών άλλων»:

«Αν και ο τελικός μας σκοπός δεν βρίσκεται στην αρετή, όπου τον εντοπίζουν οι φιλόσοφοι, μέσω όμως των αρετών περνά ο απευθείας δρόμος που οδηγεί στον τόπο όπου βρίσκεται ο σκοπός μας. Και πρέπει να προσθέσω, πως δεν αρκεί να γνωρίζει κανείς τις αρετές, αλλά να τις αγαπά. Επομένως, οι αληθινοί ηθικοί φιλόσοφοι και χρήσιμοι δάσκαλοι των αρετών είναι εκείνοι των οποίων η πρώτη και έσχατη πρόθεση είναι να κάνουν τους ακροατές και αναγνώστες τους αγαθούς, είναι εκείνοι που δεν διδάσκουν απλά τι είναι αρετή και τι κακία…αλλά σπέρνουν στις καρδιές μας την αγάπη για το καλύτερο και ανάβουν τον πόθο γι’ αυτό και την ίδια στιγμή μίσος για το χειρότερο και πως να το αποφύγουμε. Είναι πιο ασφαλές να επιδιώκει κανείς την αγαθή και ευσεβή βούληση παρά ικανή και καθαρή διάνοια. Το αντικείμενο της βούλησης…είναι το αγαθό, αυτό της διάνοιας η αλήθεια. Είναι καλύτερο να θέλεις το αγαθό παρά να γνωρίζεις την αλήθεια…Σε αυτή τη ζωή είναι αδύνατο να γνωρίζεις τον Θεό στην πληρότητα Του. Είναι όμως δυνατόν να Τον αγαπάς με ευσέβεια και ισχυρό πόθο… όπως είναι δυνατόν να γνωρίζει κανείς πως το καλύτερο πράγμα μετά το Θεό είναι η αρετή. Εάν το γνωρίζουμε αυτό, θα πρέπει να Τον αγαπάμε γι’ αυτό που είναι, με την καρδιά μας και τον μυελό των οστών μας, και την αρετή θα πρέπει να την αγαπάμε επίσης για χάρη Του.»

Η άποψη αυτή φαίνεται επιφανειακά πολύ ευσεβής, δεν εφαρμόζει όμως τις δυο εντολές του Ιησού. Ο Πετράρχης δεν εισηγείται να εφαρμόζουμε τις θείες εντολές, να αγαπάμε τον πλησίον, ή να ζούμε σε φτώχια και ασκητική εγκράτεια. Δεν πέφτει όμως και στον επικουρισμό ή στωικισμό που έχουν ως κέντρο μόνο τον άνθρωπο. Συνεχίζει να επαινεί την κλασική ενάρετη ζωή, την αξία των φίλων, την ανάγκη της άνεσης, αλλά δεν τα επαινεί αυτά καθ’ εαυτά, αλλά επειδή είναι ευχάριστα στον Θεό και είναι ο δρόμος προς την αθανασία. Η ύψιστη δυνατότητα για τον Χριστιανό, σύμφωνα με τον Πετράρχη, μοιάζει καταπληκτικά με την ζωή ενός σοφού φιλοσόφου, και σε καμιά περίπτωση με τη ζωή ενός αγίου ή μάρτυρα. Ο Πετράρχης αναφέρει πολύ σπάνια το παράδειγμα του Σωκράτη, είναι όμως σαφές πως έχει στο μυαλό του κάτι σαν τη ζωή του Σωκράτη. Σύμφωνα με αυτή του την άποψη λοιπόν, κατανοούμε την ευθύνη μας όχι δια της Γραφής ή των πατερικών έργων, αλλά δια της ενδοσκοπικής αυτοεξέτασης. Ο Πετράρχης μας λέει, πως «η συνείδηση είναι ο καλύτερος κριτής της αρετής». Είναι ο μάρτυρας που μας λέει τι είναι σωστό. Το να ακολουθήσει κανείς τη φωνή αυτή μπορεί να εμπεριέχει και την ανάγνωση της Γραφής (μαζί με την ανάγνωση του Κικέρωνα, Σενέκα,…) εν τέλει όμως εξαρτάται από το είδος της κριτικής αυτοεξέτασης την οποία διεξήγε ο Πετράρχης στο «Το μυστικό μου», και την απόσυρση από τη δημόσια ζωή, όπως την περιγράφει στο «Ο μονήρης βίος».

Ο Πετράρχης λοιπόν δεν βάζει τον άνθρωπο να προκαλέσει το Θεό, ούτε τον στερεί από το Θεό. Προσπαθεί μάλλον να συνδυάσει τον Χριστιανισμό με την έννοια της αρετής, όπως την βρίσκει στους Κικέρωνα και Σενέκα. Όλο αυτό εμπεριέχεται στην έννοια της ατομικότητας, η οποία προεικονίζεται, εάν δεν προκύπτει εξολοκλήρου από τον νομιναλισμό. Για να το θέσουμε πιο γενικά, ο Πετράρχης αποζητά μια σύνθεση της διδασκαλίας του Αυγουστίνου, που δίνει έμφαση στην εξάρτηση του ανθρώπου από τον Δημιουργό του, με τον στωικισμό, που δίνει έμφαση στην ανεξαρτησία του ανθρώπου. Οι δυο αυτές θέσεις φαίνονται επιφανειακά αντιφατικές. Η έννοια της ατομικότητας την οποία εφαρμόζει σκοπεύει να λύσει αυτή την αντίφαση. Τα δυο αυτά στοιχεία μπορούν να συγκρατηθούν μαζί εντός του ατόμου, εάν το άτομο είναι εκπαιδευμένο κατάλληλα (και έντονα), διαλέξει να ζήσει ιδιωτική και όχι δημόσια ζωή, έχει τα οικονομικά μέσα να ζήσει μια άνετη ζωή, έχει τη βούληση να κυριαρχήσει στα πάθη του, και είναι ικανός να περιβάλει τον εαυτό του με αληθινούς φίλους.

Το ευ ζην λοιπόν είναι σύμφωνα με τον Πετράρχη δυνατό μόνο για εξαιρετικά άτομα. Υπάρχει επομένως ένας αδιαμφισβήτητος ελιτισμός στη θέση του Πετράρχη. Ο Πετράρχης είχε επισημάνει, αργότερα στη ζωή του, πως σκόπευε να συνδυάσει την πλατωνική σοφία, το χριστιανικό δόγμα και την ευφράδεια του Κικέρωνα. Αυτό ήταν φυσικά ένα τιτάνιο έργο, και διαπίστωσε πως δεν ήταν ικανός να το ολοκληρώσει. Το μεγαλειώδες παράδειγμα της ζωής του ήταν όμως η αρχή που ενέπνευσε τις επερχόμενες γενιές ουμανιστών να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο. Θα στραφούμε τώρα στην εξέταση αυτού του ουμανιστικού προγράμματος.

Τέλος του κεφαλαίου 2

ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΕΥΚΟΛΑ ΝΑ ΑΝΑΡΩΤΗΘΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΝΟΥΜΕ, ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ ΑΝΗΚΟΥΜΕ, ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΡΟΥΜΕ ΤΙ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου